Δάκρυα 12

Author: Νυχτερινή Πένα /


Το χτύπημα του Στάμου ήταν αρκετά δυνατό για να τον αφήσει με χαμένες τις αισθήσεις για κάμποσες ώρες. Έτσι δεν άκουσε τα ουρλιακτά της Άννας όταν βγήκε έξω και ανακάλυψε την κόρη της νεκρή και τον ίδιο βουτηγμένο στο αίμα της αγαπημένης του αλλά και το δικό του. Δεν ένιωσε τη μεταφορά του στο κρεβάτι της Άννας όπου δέχθηκε ιατρική φροντίδα και η χαροκαμένη μάνα τον καθάρισε από το αίμα.
Όταν άνοιξε τα μάτια του συνειδητοποίησε πως ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι της Άννας. Το δωμάτιο ήταν σκοτεινό και από το υπόλοιπο σπίτι ακούγονταν μοιρολόγια. Ανασηκώθηκε και κατέβασε τα πόδια του από το κρεβάτι.
-Μη σηκώνεσαι, γιε μου.
Η Άννα καθόταν σε μια καρέκλα κοντά στην πόρτα. Η οδύνη των τελευταίων ωρών είχε προσθέσει νέες ρυτίδες στο πρόσωπό της, την είχε γεράσει πρόωρα. Ο Μιχάλης σηκώθηκε όρθιος και μια μεγγένη πόνου έσφιξε το κεφάλι του. Παραπάτησε αλλά η Άννα πρόλαβε και τον στήριξε.
-Ο γιατρός είπε να σηκωθείς προσεκτικά και να μην κάνεις απότομες κινήσεις για λίγο. Και να μην βγεις στο φως αμέσως.
-Φοβάται για διάσειση, είπε ο Μιχάλης.
Τα μοιρολόγια συνεχίζονταν και εκείνος έκανε να πάει προς την πόρτα αλλά η Άννα τον κράτησε.
-Ετοιμάζουν τη Βερόνικα, είπε και ξέσπασε σε γοερό θρήνο.
Ο Μιχάλης την αγκάλιασε και της χάιδεψε τα μαλλιά. Δεν μπορούσε να την παρηγορήσει, δεν υπήρχε τίποτα να της πει για να απαλύνει τον πόνο της. Είχε χάσει το παιδί της και αυτός ο πόνος ήταν ο μεγαλύτερος που μπορούσε να βιώσει μια μητέρα. Κατάλαβε ότι για να αντέξει την είχαν απομακρύνει από το δωμάτιο που ετοίμαζαν την αγαπημένη του για το τελευταίο της ταξίδι.
-Τι ώρα είναι; ρώτησε. Πόσο ήμουν αναίσθητος.
-Κοντεύει να ξημερώσει, είπε η Άννα. Ο αστυνόμος είπε να μη βγεις από το σπίτι αν δεν επιστρέψει.
-Ποιος αστυνόμος; Ο Ραξής;
-Ναι, είπε η Άννα. Σ' εξορκίζω γιε μου, μην κυνηγήσεις το δολοφόνο. Δεν θα το' θελε η Βερόνικα να σκοτωθείς και' συ απ' αυτόν που της πήρε τη ζωή.
Ο Μιχάλης συνειδητοποίησε πως μόνο ο ίδιος γνώριζε το δολοφόνο της Βερόνικα. Αυτός ήταν και ο λόγος προφανώς που ο Ραξής είχε προστάξει να μην βγει έξω. Κοίταξε την Άννα και αποφάσισε να μην της πει ποιος είχε σκοτώσει τη Βερόνικα, αρκετά υπέφερε ήδη.
-Δεν μπορώ να αφήσω τη Βερόνικα χωρίς εκδίκηση, είπε, και δεν με νοιάζει το τίμημα για' μένα.


Σχεδόν όλο το χωριό μαζεύτηκε για να συνοδέψει την Βερόνικα στην στην τελευταία της κατοικία. Κανείς δεν είχε μείνει ασυγκίνητος με το δράμα αυτό που είχε συμβεί στο χωριό τους. Μια κοπέλα που είχε δολοφονηθεί την ημέρα των γενεθλίων της λίγο μετά αφού είχε δεχθεί να παντρευτεί τον αγαπημένο της.
Η Άννα περπατούσε στηριγμένη στο μπράτσο του Μιχάλη θρηνώντας και ευχόμενη σε κάθε βήμα να μην επιστρέψει από αυτή τη διαδρομή. Ο Μιχάλης δεν έκλαιγε, όσα δάκρυα είχε τα είχε χύσει νωρίτερα. Όταν οι γυναίκες ετοίμασαν τη Βερόνικα είχε ζητήσει να τον αφήσουν μόνο του με την νεκρή. Είχε μείνει δίπλα της γονατισμένος κρατώντας στα χέρια του το δικό της και κλαίγοντας. Μετά της είχε φορέσει το σταυρό και το δακτυλίδι που της είχε χαρίσει εκείνος και τα είχαν βγάλει οι γυναίκες όταν έπλυναν το σώμα.
Τώρα ήταν έτοιμος για να σκοτώσει. Θα κατεδίωκε τον παιδοκτόνο Μανώλη Στάμο και θα τον σκότωνε όταν τον έβρισκε.....
-Κοριτσάκι μου, βόγγηξε η Άννα, γιατί μου έφυγες; Δεν μου είχες υποσχεθεί ότι δεν θα έφευγες χωρίς εμένα;
..... αφού τον βασάνιζε.

 
-Θέλεις τον Στάμο, είπε ο Ραξής ήρεμα.
-Τον θέλω νεκρό, είπε ο Μιχάλης.
Στέκονταν οι δυο τους μπροστά στον τάφο της Βερόνικα. Ήταν μόνοι τους, είχαν όλα τελειώσει πια και η Άννα βρισκόταν με κάποιες γειτόνισσες που θα την φρόντιζαν. Ο Μιχάλης είχε πει στον επιθεωρητή τι είχε συμβεί.
-Το ξέρω, είπε ο Ραξής, αλλά του πρόσφερα συμφωνία. Συμφωνία για μικρότερες ποινές αν μας δώσει πληροφορίες για άλλα κυκλώματα που γνωρίζει. Θα συναντηθούμε σε μια τοποθεσία κοντά στο Λαγκάδι.
-Και τι θα γίνει;
-Θα μου δώσει τις πληροφορίες, αν αξίζουν θα του απαγγελθούν συγκεκριμένες κατηγορίες και φυσικά όχι του φόνου ώστε να είναι μικρή η ποινή του.
-Εγώ τον θέλω νεκρό, είπε σιγανά ο Μιχάλης.
-Το ξέρω αλλά θέλω να μην αντιδράσεις, ως που να μου δώσει τις πληροφορίες τουλάχιστον.
-Τι σχέση έχω εγώ;
-Ζήτησε εκείνος να παρίστασαι στη συνάντηση.
-Γιατί;
-Δεν ξέρω. Μάλλον για να σε εμπαίξει.
 

Ο χώρος που ο Στάμος είχε διαλέξει για να συναντηθούν ήταν λίγο έξω από το χωριό και μακριά από την εθνική οδό, στις παρυφές του δάσους. Ο Ραξής πάρκαρε το τζιπάκι του αντικριστά στο σκονισμένο αυτοκίνητο του κακοποιού και μαζί με τον Μιχάλη κατέβηκαν. Ο Στάμος ακουμπισμένος στο καπό του αυτοκινήτου του περίμενε καπνίζοντας ένα πούρο. Η άκρη του έλαμπε καθώς σουρούπωνε και το φως λιγόστευε.
-Την έθαψες τη μικρή σου πόρνη; είπε και ο Ραξής ίσα που πρόλαβε να αρπάξει το Μιχάλη από τη μέση καθώς ορμούσε να στραγγαλίσει τον παιδοκτόνο.
-Ήρεμα, είπε και στράφηκε στο Στάμο. Έφερες τις πληροφορίες;
-Θα πάω δέκα μέσα και θα βγω στα οκτώ, είπε εκείνος. Και οι τραπεζικοί μου λογαριασμοί δεν θα πειρακτούν.
-Σύμφωνοι, είπε ο Ραξής και ο Στάμος του έδωσε έναν χαρτοφύλακα.
Ενώ ο αστυνομικός μελετούσε το περιεχόμενο του χαρτοφύλακα ο εγκληματίας βολεύτηκε στο καπό και πάλι. Ο Μιχάλης τον κοίταζε με μίσος, αυτός ο άνθρωπος είχε καταστρέψει πόσες ζωές και ήταν τόσο πορωμένος ώστε να σκοτώσει ανενδοίαστα την ίδια του την κόρη.
-Εντάξει, είπε τελικά ο Ραξής.
-Πάλι νίκησα, είπε ο Στάμος. Εγώ θα βγω λάδι και με λεφτά για να τα γλεντήσω, εσύ θα είσαι ένας κακομοίρης που θα κλαίει γιατί - εδώ η φωνή του Στάμου πήρε έναν κοροΐδευτικό τόνο - έχασες την αγάπη σου και εκείνη θα σαπίσει στο χώμα.
Με μια άγρια κραυγή ο Μιχάλης στράφηκε στο Ραξή, τράβηξε το πιστόλι από τη μέση του επιθεωρητή και πυροβόλησε το Στάμο στο γόνατο. Ο εγκληματίας έπεσε στο έδαφος σφαδάζοντας από τον πόνο. Ο Μιχάλης τον πυροβόλησε πιο ψηλά στο πόδι προκαλώντας νέα ουρλιακτά.
-Τώρα θα υποφέρεις εσύ, είπε, όπως υπέφερε εκείνη.
-Σταμάτα τον! φώναξε ο Στάμος στο Ραξή που δεν είχε όμως τέτοια πρόθεση. Δεν ήταν από εκείνους που θα έκαναν συμφωνία με εγκληματίες. Τώρα που είχε τις πληροφορίες που ήθελε δεν θα βοηθούσε τον Στάμο.
Ο Μιχάλης πυροβόλησε το άλλο γόνατο του δολοφόνου της αγαπημένης του. Ήξερε πως δεν θα την έφερνε πίσω αυτό που έκανε αλλά αποδιδόταν δικαιοσύνη τουλάχιστον. Πυροβόλησε ξανά και ξανά κάνοντας τον Στάμο να υποφέρει χωρίς όμως να του καταφέρει θανάσιμο πλήγμα.
Ύστερα σήκωσε το όπλο και σημάδεψε τον Στάμο στην καρδιά.
-Σκότωσέ με και θα σαπίσεις στη φυλακή, είπε εκείνος.
Ο Ραξής ήρθε κοντά στο Μιχάλη.
-Δεν μπορώ να σε αφήσω να τον σκοτώσεις.
-Αν πάει σε δίκη με τα λεφτά του θα ξεφύγει.
-Δεν είπα να τον αφήσεις να ζήσει, κοίτα.
Γκρίζες σκιές πλησίαζαν, ελάχιστα ορατές στο σκοτάδι που έπεφτε.
-Λύκοι, είπε ο Ραξής, τους τράβηξε το αίμα. Άσε τους να κάνουν αυτοί τα υπόλοιπα.
Ο Μιχάλης χαμήλωσε το όπλο και το παρέδωσε στον κάτοχό του.
-Έλεος! είπε ο Στάμος. Έλεος! Μην αφήσετε να με κατασπαράξουν. Μη! Κάνε το για την ψυχή εκείνης.
-Πως τολμάς! βρυχήθηκε ο Μιχάλης αλλά δεν έκανε καμία κίνηση. Δεν ήταν δολοφόνος και τώρα έπρεπε να πάρει μια απόφαση. Να τον αφήσει στους λύκους ή να δείξει έλεος;

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου