Οι Ταξιδιώτες Των Κόσμων 6

Author: Νυχτερινή Πένα /

   Ο θόρυβος εντάθηκε στο ισόγειο καθώς οι αστυνομικοί έκαναν συλλήψεις και κατέστειλαν κάθε αντίδραση ή αντίσταση με την χρήση των ροπάλων τους. Ο Ραμίρ αφουγκραζόταν για τις ενδείξεις εκείνες που θα σήμαιναν ότι προχωρούσαν σε έρευνα και στο υπόγειο. Η Γιαρμίλα ξανακοίμισε την αδερφή της και ήρθε κοντά του. Περίμεναν σιωπηλοί να δουν τι θα γίνει.
   Φαίνεται πως οι αστυνομικοί τελικά ικανοποιήθηκαν από τα αποτελέσματα της έρευνας τους γιατί έφυγαν με όσους είχαν συλλάβει αφήνοντας το κτίριο και τους ενοίκους του να βυθιστούν στην νυχτερινή ησυχία. Ο Ραμίρ στράφηκε στη Γιαρμίλα ενώ άνοιγε την πόρτα.
   -Ευχαριστώ για τη βοήθειά σου.
   -Δεν μπορείς να φύγεις τώρα, είπε η κοπέλα πιάνοντας τον καρπό του χεριού του. Μπορεί κάποιοι να βρίσκονται εκεί έξω και δεν είναι ασφαλές να κυκλοφορείς τέτοια ώρα, προφανώς δεν είσαι από' δω ε;
   Ο Ραμίρ δεν μπορούσε να απαντήσει την ερώτηση.
   -Από όσα είδα νομίζω πως όχι, απάντησε τελικά.
   -Αυτό λέω και' γω, είπε η Γιαρμίλα. Λίγο νωρίτερα από' σενα όμως είδα ακόμα έναν σαν εσένα.
   -Δηλαδή;
   -Πρέπει να μιλήσουμε, είπε η Γιαρμίλα και τον τράβηξε μέσα στο μικρό της διαμέρισμα.
   Εκείνη κάθισε στο κρεβάτι της, ο Ραμίρ βολεύτηκε σε μια παλιά χαμηλή πολυθρόνα απέναντί της.
   -Λίγο πριν με συλλάβει εκείνος που με χτυπούσε είχα συναντήσει έναν άνδρα. Σίγουρα ερχόσαστε από το ίδιο μέρος. Παρόμοια ρούχα και προφορά. Και' κεινος γαλανομάτης αλλά με καστανά μαλλιά, είχε ένα σημάδι στο μάγουλο.
   Η περιγραφή θύμιζε κάτι στον Ραμίρ που όμως δεν μπορούσε να το προσδιορίσει.
  -Ρώτησε για' σενα. Είναι αποφασισμένος να σε βρει, πολύ αφοσιωμένος..... σαν αδερφός ένα πράγμα.
   -Αδερφός προς αδερφό στη ζωή και το θάνατο, πρόφερε ο Ραμίρ ασυναίσθητα τα λόγια του όρκου που έδιναν οι Ιππότες με το χρίσμα.
   Η Γιαρμίλα τον κοίταξε ξαφνιασμένη. Ο Ραμίρ ανταπέδωσε το βλέμμα.
   -Ποιος είσαι; ρώτησε η κοπέλα. Από που έρχεστε και πως βρεθήκατε εδώ;
   -Δεν ξέρω, είπε ο Ραμίρ. Δεν θυμάμαι ούτε το όνομά μου. Δεν θυμάμαι τίποτα πριν από τη στιγμή που βρέθηκα σε αυτό το μέρος, ξέρω όμως να μάχομαι και χειρίζομαι αποτελεσματικά τη σπάθα.
   -Έχεις χαρτιά πάνω σου; Ταυτότητα;
   Ο Ραμίρ ένευσε αρνητικά.
   -Δεν έχεις πάνω σου τίποτα που να μπορεί να σου πει ποιος είσαι; Τι έχεις πάνω σου;
   Ο Ραμίρ έψαξε τις τσέπες του και αράδιασε μπροστά στην Γιαρμίλα λίγα αντικείμενα, ένα μικρό φιαλίδιο με ένα κόκκινο υγρό κλεισμένο με μεταλλικό πώμα, ένα όμοιο φιαλίδιο με ένα διάφανο σαν νερό υγρό, ένα διπλωμένο κομμάτι ύφασμα, ένα κομμάτι περγαμηνής διπλωμένο σε ρολό και ένα μικρό μεταλλικό δίσκο. Η κοπέλα περιεργάστηκε αυτά τα αντικείμενα που είχε ακουμπίσει στο κρεβάτι της ο Ιππότης. Τα δυο φιαλίδια ήταν φτιαγμένα από ένα είδος χοντρού γυαλιού και φαίνονταν πολύ ανθεκτικά. Το κομμάτι υφάσματος έδειχνε ένα συνηθισμένο κομμάτι από κάποιο γκρίζο χοντρό υφαντό, η Γιαρμίλα το κράτησε ανάμεσα στα δάκτυλά της, θα ήταν ζεστό ένα ρούχο με τέτοια ύφανση.
   Η περγαμηνή έτριξε καθώς την ξεδίπλωνε και την ίσιωνε πάνω στο γόνατό της. Ήταν πυκνογραμμένη αλλά δεν μπορούσε να καταλάβει το κείμενο που αποτελείτο από χαρακτήρες που έμοιζαν με αυτούς του λατινικού αλφαβήτου αλλά δεν ήταν σε κάποια γλώσσα που γνώριζε. Στο τέλος του κειμένου υπήρχε μια σφραγίδα που εικόνιζε ένα κάστρο με ένα στέμμα από πάνω. Δεν μπορούσε να καταλάβει τι έγραφε όμως όπως και το υπόλοιπο κείμενο.
   Άφησε για τελευταίο το μεταλλικό δίσκο. Ήταν λίγο πιο μεγάλος από τα παλιά κέρματα των εκατό δραχμών. Η μια πλευρά ήταν τραχειά και φαινόταν πως από την πλευρά αυτή ήταν ενωμένος με κάτι άλλο από το οποίο είχε αποκοπεί. Στην άλλη είχε σκαλισμένη μια λυκοκεφαλή. Ο Ραμίρ κοίταξε και αυτός τα αντικέιμενα πριν τα βάλει πίσω στις τσέπες του μανδύα του.
   Η Γιαρμίλα έπνιξε ένα χασμουρητό.
  -Είναι αργά, είπε, ίσως το πρωί έχουμε καλύτερες ιδέες για το τι να κάνουμε. Δυστυχώς δεν έχω παρά αυτήν την πολυθρόνα να σου προσφέρω.
   -Είναι μια χαρά, είπε ο Ραμίρ.
  Στην κούνια της η μικρή Κάτκα κλαψούρισε, ο Ραμίρ άπλωσε το χέρι του και την χάιδεψε. Το κοριτσάκι ησύχασε.
   Ο Μπαγκράς ούρλιαξε με ανήμπορη λύσσα καθώς ένα μαγικό δέσιμο κατέρρεε.
  Η Γιαρμίλα ξάπλωσε και κοίταξε τον Ραμίρ που τυλιγόταν με τον μανδύα του. Ενώ έσβηνε το φως ρώτησε:
   -Πως σε λένε;
   -Ραμίρ, Ραμίρ Γκάνελον.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου