Τα Χρονικά Της Εσπέρια Ι - Η Συνωμοσία Της Σκιάς 10

Author: Νυχτερινή Πένα /

   Ο Φένορ και η Ρουθ στράφηκαν και κοίταξαν την μικρή πριγκίπισσα που συνέχιζε να ουρλιάζει. Η Ρουθ κάθισε δίπλα της και την αγκάλιασε τρυφερά. Χάιδεψε τα μακριά μαλλιά της ενώ της μιλούσε καθησυχαστικά.
   -Ήταν μόνο ένα όνειρο, γλυκιά μου. Μη φοβάσαι.
   -Είδα σκιές, είπε η Έλισεθ σιγανά σαν να φοβόταν ότι αν μιλούσε δυνατά μπορεί το όνειρο να γινόταν πραγματικότητα.
   -Σκιές; ρώτησε ο Φένορ.
   -Ναι, ήταν μαύρες με κόκκινα μάτια, είπε το κορίτσι. Ήταν παντού γύρω μας αλλά δεν μπορούσαν να μας φτάσουν. Τους σταματούσε ένα φως. Ένα φως που έβγαινε από.....
   Το κορίτσι σταμάτησε σαστισμένο και ο Φένορ την πλησίασε πριν πει καλωσυνάτα.
   -Δεν πειράζει Έλισεθ.
   -Το θυμάμαι, ήταν όμως τόσο παράξενο. Τις εμποδίζει το φως που ακτινοβολεί από το θρόνο του μπαμπά.
   -Η Άβυσσος σφραγίστηκε με το αίμα του οίκου της Ντρομέθια. Αυτό είδες. Πάμε, ας φεύγουμε.
   Βγήκαν στο διάδρομο όπου τους περίμεναν μερικοί Ιππότες ακόμα.

   Ο Ίριαν γύρισε στην Λαίδη Μόρι.
   -Δεν ξέρεις και πολλά για εμένα ή τους συντρόφους μου ε; είπε περιφρονητικά.
   Έστειλε μια γρήγορη νοητική προειδοποίηση στον Φένορ ενώ πίσω του η γυναίκα που είχε υπάρξει ερωμένη του ούρλιαζε:
   -Φρουρά! Στα όπλα! Δολοφόνοι!
   Τρεις άνδρες όρμηξαν στο λουτρό πάνοπλοι αλλά ο Ίριαν ήταν πιο γρήγορος. Τράβηξε τα δικά του όπλα και χύθηκε πάνω τους σαν γεράκι που ορμάει στα περιστέρια. Πριν καν προλάβουν να ξιφουλκίσουν έπεσαν νεκροί ενώ ο τρίτος προσπάθησε να τον χτυπήσει με την αλοβάρδα του. Όμως εκείνος την άρπαξε από το μακρύ κοντάρι και τράβηξε το φρουρό να χάσει την ισορροπία του και με μια δυνατή σπρωξιά τον έριξε απ'το παράθυρο

   Η Ρουθ με την Έλισεθ στην αγκαλιά της περπατούσε ανάμεσα στους Ιππότες. Βγήκαν στην μικρή αυλή και κατευθύνθηκαν προς τους στάβλους.
   -Δεν θα πάρουμε το κάρο. Θα ιππεύσουμε όλοι.
   Βέλη άρχισαν να πέφτουν και οι Ιππότες ύψωσαν τις ασπίδες τους, τα χτυπήματα ακούγονταν απειλητικά. Ένας Ιππότης δέχθηκε ένα στην ωμοπλάτη αλλά οι σύντροφοί του τον καλύψανε και τον βοηθήσανε να φτάσει στο άλογό του. Η Ρουθ έδωσε στην Έλισεθ στον Λουθ που την έβαλε να καθίσει μπροστά του. Ύστερα ανέβηκε πισωκάπουλα στον Φένορ και ακούμπησε στην πλάτη του καθώς τα βέλη σφύριζαν. Ο Ιππότης μπορούσε να νιώσει την καρδιά της να χτυπάει δυνατά όπως και τη ζεστή ανάσα της στο λαιμό του. Υποσχέθηκε στον εαυτό τυο να την σώσει με κάθε κόστος
   Η καταρρακτή σηκώθηκε και όρμησαν μέσα οι ενισχύσεις, μια σκληρή και ανηλεής μάχη ξέσπασε. Οι Ιππότες ήταν εξαντλημένοι αλλά η πολεμική τους κατάρτιση τους βοηθούσε να αντέχουν στο πλήθους των εχθρων τους.

   Ο Ίριαν άφησε το παράθυρο και εκείνη τη στιγμή ακριβώς εμφανίστηκε δίπλα στο νερό η Ετάνια. Η νεαρή μαθητευόμενη μάγισσσα ήταν ολοφάνερα εξαντλημένη και μόλις που στεκόταν στα πόδια της. Έτρεξε κοντά της και ίσα που πολαβε να την πιάσει για να μην πέσει στο νερό. Άκουσε την λαίδη Μόρι να βλαστημάει καθώς χαμήλωνε προσεκτικά το σώμα της Ετάνια σε ένα πολυτελέστατο ανάκλιτρο.
   -Τι έγινε Ετάνια; Οι υπόλοιποι;
   -Μας νάρκωσε, ψέλισσε η κοπέλα. Ο Ίριαν κοίταξε γύρω ψάχνοντας μια λύση. Άκουγε τους ήχους της μάχης. Ήξερε πως θα έπρεπε να πολεμήσει για να βγεί από το κάστρο και δεν θα μπορούσε να γίνει αν θα έπρεπε να κουβαλήσει την κοπέλα.
   -Φρουροί! φώναξε η λαίδη Μόρι και ο Ίριαν κατάλαβε ότι δεν είχε χρόνο για σκέψεις πλέον.
   Σηκώθηκε με τα όπλα ανα χείρας και επιτέθηκε στον πρώτο που εμφανίστηκε στην πόρτα. Τον σκότωσε και την ίδια μοίρα είχαν οι επόμενοι που έφτασαν στο δωμάτιο. Έπαψαν να έρχονται άλλοι καθώς μια σάλπιγγα καλούσε όλες τις δυνάμεις την πύλη όπου οι Ιππότες μάχονταν για να διαφύγουν.
   Άκουσε τον ψίθυρο που καλούσε σε βοήθεια περισσότερο στο μυαλό του παρά στην ακοή του και στράφηκε για να δει την λαίδη Μόρι να προσπαθεί να μπήξει ένα μικρό εγχειρίδιο ανάμεσα στα στήθη της Ετάνια. Η νεαρή μάγισσα κρατούσε και με τα δυο της χέρια το οπλισμένο χέρι της άλλης γυναίκας προσπαθώντας να αποφύγει την αιχνηρή κόψη του όπλου που σχεδόν άγγιζε το σώμα της. Ο Ίριαν έτρεξε προς το μέρους τους αλλά η Αλένια Μόρι τον αντιλήφθηκε. Έριξε το στιλέτο και τράβηξε μέσα από τις πτυχές του φορέματός της ένα φιαλίδιο.
   -Αυτό θα σε κανονίσει μια και για πάντα, είπε με το μίσος να αλλοιώνει το πρόσωπό της. Αλλά δεν πρόλαβε να το τινάξει στον Ιππότη όπως σχεδίαζε. Η Ετάνια είχε στα χέρια της το εγχειρίδιο και το βύθισε στο πλευτό της άλλης γυναίκας ως τη λαβή. Με ένα βογγητό η λαίδη Μόρι σωριάστηκε στο δάπεδο. Ο Ίριαν έτρεξε κοντά στην Ετάνια που ήταν λουσμένη στο αίμα της αντιπάλου της.
   Τη σήκωσε στα χέρια και έσπευσε να φύγει από το λουτρό. Βρισκόταν στην πόρτα όταν το φιαλίδιο κύλισε από το χέρι της νεκρής και έπεσε σπάζοντας σε χίλια μικρά λαμπερά κομματάκια. Μια πορφυρή φλόγα τινάκτηκε και απανθράκωσε το πτώμα σε δευτερόλεπτα. Ο Ιππότης κοίταξε την Ετάνια συνειδητοποιώντας από πόσο μεγάλο κίνδυνο τον είχε γλιτώσει.
   -Σε ευχαριστώ, ψιθύρισε.
   Αλλά η Ετάνια ήταν πολύ κουρασμένη για να μπορέσει να μιλήσει. Απλά ακούμπησε το κεφάλι της στο στέρνο του. Ο Ιππότης έτρεξε στη σκάλα και άρχισε να την κατεβαίνει βιαστικά. Η Ετάνια αν και σχετικά ψηλή ήταν λεπτοκαμωμένη και δεν βάραινε ιδιαίτερα στ χέρια του.
   Έφτασε γρήγορα στην αυλή και κατάφερε να ιππεύσει απαρατήρητος το άλογό του. Έσπευσε να ενωθεί με τους συντρόφους του που πολεμούσαν γενναία με τους πολυάριθμους εχθρούς τους.
   -Πρέπει να φύγουμε πριν έρθουν ενισχύσεις! φώναξε Φένορ.
   -Ναι, ξεκίνησε να απαντήσει και ξαφνικά πρόσεξε ένα πλοίο στο λιμάνι. Φένορ! Το Ανόριους! Μπορούμε να φύγουμε!
   Ο Φένορ κούνησε το κεφάλι του και έδωσε γρήγορα εντολές στους υπόλοιπους που σχηματίσανε μια κλειστή διάταξη σφήνας για να διασπάσουν τις γραμμές των εχθρών τους. Όρμησαν γενναία μέσα σε μια θάλασσα σπαθιών μοιράζοντας χτυπήματα και κατάφεραν τελικά να περάσουν. Ξεχύθηκαν στο δρόμο προς το λιμάνι.
   -Δεν χρειάζεστε άδεια απόπλου; ρώτησε η Ρουθ τον Φένορ καθώς κάλπαζαν.
   -Όχι, γι' αυτό το πλοίο. Η Βλανδίνα θα παραβίαζε κάθε νόμο για τον Ίριαν.
   Φτάσανε στο λιμάνι και δεν έκοψαν ταχύτητα παρά μόνο στην προβλήτα μπροστά στο κυρτό σκαρί του Ανόριους με την σκαλιστή γοργόνα στην πλώρη. Ο Ίριαν ξεπέζεψε και ανέβηκε στο πλοίο μαζί με την Ετάνια που ένιωθε κάπως καλύτερα με τον αέρα που είχε χτυπήσει το πρόσωπό της αν και η επίδραση του ναρκωτικού φίλτρου γινόταν όλο και πιο δυνατή. Προς μεγάλη της έκπληξη μια γυναίκα έτρεξε να ριχθεί στην αγκαλιά του Ιππότη. Το δέρμα της είχε το σκουρο χρώμα εκείνων που ζουν συνέχεια κάτω από τον ήλιο. Φορούσε ένα μπουστάκι, και ένα παντελόνι ενώ ήταν ξυπόλητη. Αγκάλιασε τον Ίριαν και τον φίλησε στα μάγουλα, η Ετάνια αναρωτήθηκε αν ήταν και εκείνη παλιά ερωμένη του αν και ήταν πολύ νέα για να ήταν παλιά. Μήπως ήταν τώρα; σκέφτηκε και ένιωσε το τσίμοημα ενός αναπάντεχου πόνου. Μετά η κοπέλα αγκάλιασε σφιχτά και τον Φένορ κάτι που μπέρδεψε την Ετάνια.
   -Βλανδίνα δεν θα πάψεις να ψηλώνεις; είπε ο Φένορ χαιδεύοντας τα μαλλιά της.
   -Να σου συστήσω την αδερφή μου, είπε ο Ίριαν.
   Οι Ιππότες επιβιβάστηκαν και λίγα λεπτά αργότερα το πλοίο έβγαινε στα ανοιχτά. Είχαν γλιτώσει από τους διώκτες τους.

4 σχόλια:

Ginny είπε...

Και που το ήξερε μωρέ ότι η άλλη ήταν ερωμένη του;;; Δε είδα να της το ανακοινώνει πουθενά!! :P
Μου φαίνεται θα την κατασυμπαθίσω την Βλανδίνα!
Συ-νε-χει-α!!!!

Νυχτερινή Πένα είπε...

Συνέχεια; Άντε επειδή είσαι καλό κορίτσι, να βάλω συνέχεια αμέσως.

Ginny είπε...

yaaaaaaayy!!!

Νυχτερινή Πένα είπε...

Χαχαχαχα! Μου αρέσει ο ενθουσιασμός σου, η πρώτη ιστορία που διαβάζεις απ'δω ε;

Δημοσίευση σχολίου