Πτήση 178 - 10

Author: Νυχτερινή Πένα /

Κεφάλαιο 9
11:01 – 11:30

Λονδίνο
Αεροδρόμιο Χήθροου
16:01
«Στο αεροπλάνο φορτώθηκε ένα δορυφορικό τηλέφωνο, έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι φορτώθηκε ανοιχτό. Στο υψόμετρό σας μπορεί να λάβει κλήση. Η κλήση στο τηλέφωνο θα πυροδοτήσει τη βόμβα που είναι ρυθμισμένη με πυροκροτητή συντονισμένο στο ίδιο κύμα του τηλεφώνου. Η κλήση θα γίνει πιθανότατα από κάποιον εδώ αλλά σαν δικλείδα ασφαλείας θα υπάρχει και κάποιος επιβάτης με την ίδια αποστολή. Γι’ αυτό πρέπει να είστε σε επιφυλακή για κάποιον που θα έχει από κοντά το κινητό του και θα θελήσει να μην το απενεργοποιήσει όταν θα πλησιάζετε στην προσγείωση.»
Ο Μάικ Κάμπελ μιλούσε αργά και ήρεμα προσπαθώντας να μεταδώσει στους πιλότους την βεβαιότητα ότι όλα είναι υπό έλεγχο και ότι όλα θα πήγαιναν κατ’ ευχήν. Μια βεβαιότητα που ο ίδιος δεν ένιωθε αλλά έπρεπε οπωσδήποτε να περάσει στους πιλότους για να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους στη δύσκολη περίσταση που καλούνταν να αντιμετωπίσουν.
«Θα προσπαθήσουμε να τον εντοπίσουμε.»
«Εντάξει, αν τον εντοπίσετε ενημερώστε, αποφύγετε κάποια βιαστική κίνηση. Θα είμαστε σε επαφή. Διατηρείστε την συχνότητα αυτή.»
Ο Μάικ Κάμπελ έβγαλε τα ακουστικά και ακολούθησε τον Άιαν και την Αμέλια στην σκάλα για το προσωρινό τους αρχηγείο. Μπαίνοντας στο γραφείο του Σάικς η επιθεωρήτρια στράφηκε στον Άιαν.
«Κάναμε ένα βήμα αλλά είμαστε πολύ μακριά από το να φέρουμε σε πέρας την υπόθεση αυτή και να είναι ασφαλείς όλοι αυτοί οι άνθρωποι στο αεροπλάνο.»
«Σίγουρα,» είπε εκείνος, «πρέπει να βρούμε τους άνδρες της ISIS εδώ και δυστυχώς ως τώρα έχουν κρύψει τα ίχνη τους πολύ καλά. ελπίζω όχι τόσο καλά ώστε να μην βρει κάτι η σήμανση.»
Ο Μάικ είχε ξαναγυρίσει στη δουλειά του στο λάπτοπ του Κρέην και ανακοίνωσε:
«Είμαι μέσα.»
«Ψάξε για επαφές, τηλέφωνα, κάποια ένδειξη αυξημένων επαφών με κάποιο άτομο,» πρότεινε ο Άιαν.

16:06
Ο Μαξιμίλιαν και ο Ρόμπερτ Μόντακιου παρακολουθούσαν την ομάδα της σήμανσης να αναζητεί στοιχεία και ίχνη μέσα στο διαμέρισμα. Οι ίδιοι είχαν για το τυπικό αναγνωρίσει το πτώμα πριν το πάρει ο ιατροδικαστής και περίμεναν να δουν αν θα υπήρχαν κάποια άμεσα αποτελέσματα.
Μια κοπέλα της σήμανσης τους πλησίασε.
«Η χειροβομβίδα με την οποία ήταν παγιδευμένη η πόρτα του διαμερίσματος ανήκει στον ιρακινό στρατό, ανήκε θα έπρεπε να πω μιας και ήταν μέρος του οπλισμού που έχει πέσει στα χέρια της ISIS
«Άλλη μια απόδειξη προς τη μεριά τους,» παρατήρησε ο Μαξιμίλιαν, «αλλά δυστυχώς τίποτα να μας οδηγήσει σε αυτούς. Τίποτα άλλο;»
«Σχετικό με την ISIS
«Και με τα δύο.»
«Δυστυχώς τίποτα,» κούνησε το κεφάλι της η κοπέλα, «δυστυχώς δεν βρήκαμε ακόμα τίποτα άλλο που να συνδέει αυτό το μέρος με την τρομοκρατία και τα λίγα δακτυλικά αποτυπώματα που υπάρχουν ακόμα δεν ταυτοποιήθηκαν.»
Οι δύο αδερφοί αντάλλαξαν ένα βλέμμα  και ο Μαξιμίλιαν ξανακοίταξε την κοπέλα ενώ της έδινε την κάρτα του.
«Ενημερώστε μας αν υπάρξει κάτι.»
«Βεβαίως, αμέσως μόλις υπάρξει κάτι για την οργάνωση ή κάποιο στοιχείο.»
Την ευχαρίστησαν και άφησαν το διαμέρισμα. Στον ανελκυστήρα ο Μαξιμίλιαν ξέσπασε χτυπώντας το χέρι του στο τοίχωμα του θαλαμίσκου που αντήχησε σαν κανονιά.
«Τίποτα! Να πάρει! Δεν μπορούμε να τα πιάσουμε τα καθάρματα;»
Ο Ρόμπερτ ακούμπησε το χέρι του στον ώμο του αδερφού του κατευναστικά.
«Δεν υπάρχει το τέλειο έγκλημα, θα τους βρούμε και θα την τελειώσουμε αυτήν την ιστορία.»
Βγήκαν από το ισόγειο του κτιρίου και προχώρησαν προς το αυτοκίνητό τους. Ο Μαξιμίλιαν ήταν ακόμα βλοσυρός, επηρεασμένος από την αργή τους πρόοδο. Γύρισε να πει κάτι στον Ρόμπερτ και είδε ένα κόκκινο σημάδι από φως να εμφανίζεται ανάμεσα στα μάτια του αδερφού του. Δεν χρειαζόταν σοφία για να καταλάβει τι ήταν αυτό. Έπεσε στο έδαφος τραβώντας τον μαζί του. Την επόμενη στιγμή μια σφαίρα περνούσε  πάνω από το κεφάλι τους.

16:11
«Σάρα Σαντόκ.»
Ο Άιαν και η Αμέλια στράφηκαν προς τον Μάικ που είχε προφέρει το άγνωστο όνομα. Εκείνος χαμογέλασε και εξήγησε:
«Η Σάρα Σαντόκ είναι το άτομο που ζητάμε υποψιάζομαι. Εκτός από την οικογένειά του είναι το μόνο άλλο άτομο που δεν είναι επαγγελματική γνωριμία και έχει καταχωρημένα πλήρη στοιχεία επικοινωνίας.»
«Έχεις και διεύθυνση;»
«Ναι και έχω και το πειστήριο,» είπε ο Μάικ και γύρισε το λάπτοπ έτσι ώστε να μπορούν να δουν την οθόνη όπου μια χυμώδης ολόγυμνη γυναίκα έστελνε ένα φιλί στην κάμερα που την αποθανάτιζε.
«Νομίζω ότι πρέπει να κάνουμε μια επίσκεψη στην κυρία Σαντόκ,» είπε ο Άιαν.

Λονδίνο
16:13
Ο Μαξιμίλιαν έψαξε με το βλέμμα για τον ελεύθερο σκοπευτή πριν διακινδυνεύσει την οποιαδήποτε κίνηση. Δίπλα του ο Ρόμπερτ έκανε το ίδιο ατάραχος από το πόσο κοντά είχε έρθει σε μια εν ψυχρώ εκτέλεση. Είχαν και οι δυο οπλιστεί πριν βγουν από το αυτοκίνητο για να πάνε στο διαμέρισμα αλλά είχαν και οι δυο από ένα πιστόλι Μπράουνινγκ 45, δεν είχε την εμβέλεια ενός τυφεκίου.
«Φαίνεται πως μέσα στο σχέδιό τους είναι και η εξόντωσή μας,» είπε ο Ρόμπερτ. «Μας την έχουν στημένη.»
«Από πού όμως;»
Ο Ρόμπερτ ανασηκώθηκε και καλύφθηκε αμέσως. Μια σφαίρα καρφώθηκε στο στον κορμό ενός λιανού δένδρου ούτε ένα μέτρο πιο πέρα. Αυτή τη φορά ο Μαξιμίλιαν εντόπισε τον ελεύθερο σκοπευτή. Έβαλε από ένα παράθυρο της εκκλησίας στη γωνία του δρόμου. Από εκεί είχε καλή και απρόσκοπτη θέα ενώ η σκιά του αψιδωτού παραθύρου τον κρατούσε αρκετά καλυμμένο. Το μετέφερε και στον Ρόμπερτ.
«Πρέπει να δοκιμάσουμε να φτάσουμε στο αυτοκίνητο,» είπε εκείνος, «μας χρειάζεται κάτι πιο δυνατό από τα πιστόλια μας.»
Ο Μαξιμίλιαν έγνευσε. Δεν ήταν εύκολο να φανταστούν ότι θα χρειάζονταν όπλο με μεγαλύτερη εμβέλεια στο κέντρο του Λονδίνου, ούτε και ήταν δυνατόν να κυκλοφορούν με κάτι τέτοιο. Αλλά στη γρήγορη ετοιμασία τους για την αποστολή αυτή είχαν εφοδιαστεί και με άλλα όπλα που βρίσκονταν στο χώρο των αποσκευών του χάμβι του Μαξιμίλιαν. Έπρεπε να βρουν τρόπο να φτάσουν εκεί όμως. Το αυτοκίνητο δεν ήταν μακριά αλλά τα τελευταία μέτρα ήταν άδεια και δεν προσέφεραν καμία κάλυψη. Οι δυο αδερφοί συνεννοήθηκαν με το βλέμμα. Ετοιμάσθηκαν και τινάχθηκαν όρθιοι τρέχοντας προς το αυτοκίνητο ο Μαξιμίλιαν πάνω στο οδόστρωμα, ο Ρόμπερτ από το πεζοδρόμιο.
Το παρμπρίζ ενός αυτοκινήτου θρυμματίσθηκε πυροδοτώντας το ουρλιαχτό του συναγερμού. Ο Μαξιμίλιαν εν κινήσει έβγαλε από την τσέπη του τα κλειδιά του και πίεσε το κουμπί που ξεκλείδωνε το αυτοκίνητο με τηλεχειρισμό. Τα πίσω φώτα αναβόσβησαν σημάδι ότι είχε γίνει και ο Μαξιμίλιαν άνοιξε το χώρο των αποσκευών. Ένας κρότος πίσω του σηματοδότησε το σκάσιμο ενός λάστιχου από σφαίρα και ενώ ο Ρόμπερτ είχε μόλις προλάβει να πέσει στο οδόστρωμα.
Ο Μαξιμίλαν πήρε από το ανοιχτό χώρο των αποσκευών ένα Μ16 Α1 με διόπτρα ελεύθερου σκοπευτή. Σηκώθηκε όρθιος και σημάδευσε. Πυροβόλησε τινάζοντας ένα σύννεφο γκρίζας σκόνης από τον τοίχο δεξιά από τον επίδοξο δολοφόνο τους που κατάλαβε ότι οι συνθήκες είχαν αλλάξει και τραβήχτηκε από το παράθυρο. Ο Ρόμπερτ σηκώθηκε όρθιος και άρχισε να τον καταδιώκει. Ο Μαξιμίλιαν ακολούθησε με το πιστόλι ανά χείρας έχοντας αφήσει το τυφέκιο στο αυτοκίνητο.
Ο Ρόμπερτ που προηγούνταν κόντευε να φτάσει στην εκκλησία όταν άνοιξε η πόρτα και ένας άνδρας τινάχτηκε έξω. Είδε τον διώκτη του να πλησιάζει και κρατώντας το όπλο στο ύψος της μέσης άνοιξε πυρ. Ο Ρόμπερτ αναγκάστηκε να κάνει άλλη μια βουτιά στο έδαφος για να σωθεί και προσγειώθηκε στο οδόστρωμα της οδού της Γέφυρας Γουέστμινστερ στη διασταύρωση με την Κένσιγκτον προκαλώντας ακόμα μεγαλύτερη αναστάτωση στην οδική κυκλοφορία που είχε ήδη διαταράξει ορμώντας στο δρόμο.
Η παύση του αντιπάλου τους για να πυροβολήσει εναντίον του αδερφού του έδωσε στον Μαξιμίλιαν την ευκαιρία να σημαδέψει με μεγαλύτερη άνεση και να μην αστοχήσει αυτή τη φορά. Ο ελεύθερος σκοπευτής τινάχθηκε πίσω και έπεσε μπροστά στην είσοδο της εκκλησίας του Ιησού Χριστού. Ο Ρόμπερτ σηκώθηκε από το δρόμο και έτρεξε κοντά στον πεσμένο άνδρα.
Κλότσησε μακριά το όπλο που προσπαθούσε να φτάσει ο χτυπημένος και άρχισε να τον ψάχνει γρήγορα για άλλα που μπορεί να είχε πάνω του, κάποιο πιστόλι ή μαχαίρι. Ο αντίπαλός τους ήταν ανήμπορος να αντισταθεί, η σφαίρα του Μαξιμίλιαν τον είχε βρει ψηλά στο στέρνο προς τον δεξί ώμο αχρηστεύοντας το χέρι και καθηλώνοντάς τον από τον πόνο. Ο Ρόμπερτ του έριξε μια γροθιά θέτοντάς τον εκτός μάχης.

16:22
Ο Άιαν και η Αμέλια είχαν πάρει το αυτοκίνητο της δεύτερης για την μικρή απόσταση ως το σπίτι της οικογένειας Κρέην. Ήταν ένα μικρό ισόγειο σπίτι με έναν μικρό κήπο, μια ζώνη πράσινου ουσιαστικά γύρω από το σπίτι, και με την πίσω πλευρά του κολλητή με τον περιφερειακό φράκτη του αεροδρομίου. Ταιριαστό σημείο για έναν μηχανικό αεροσκαφών. Η Αμέλια πάρκαρε μπροστά στην πόρτα του σπιτιού και μαζί με τον Άιαν προχώρησαν στην είσοδο του σπιτιού που ήταν δυο σκαλοπάτια πιο ψηλά από τον κήπο. Η επιθεωρήτρια χτύπησε το κουδούνι.
Μια γυναίκα με μαύρη μπλούζα και μαύρη φούστα άνοιξε. Τους κοίταξε εξεταστικά.
«Θα θέλαμε να μιλήσουμε με την κυρία Κρέην,» είπε ήσυχα με τον υπηρεσιακό της τρόπο.
«Δεν μπορεί να περιμένει λίγο;» ρώτησε η γυναίκα. «Μόλις πληροφορήθηκαν τη δολοφονία του κακομοίρη του Σάμιουελ.»
«Λυπάμαι,» είπε ο Άιαν, «πρόκειται για ένα εξαιρετικά επείγον θέμα εθνικής ασφαλείας για το οποίο πιστεύουμε ότι δολοφονήθηκε ο Σάμιουελ Κρέην.»
Η γυναίκα παραμέρισε για να περάσουν. Βρέθηκαν σε ένα μικρό χωλ με ένα τηλέφωνο σε ένα τραπεζάκι και μια θήκη για ομπρέλες δίπλα σε μια κρεμάστρα. Η γυναίκα έδειξε μια πόρτα στα δεξιά τους που περίμενε ανοιχτή.
«Η Σαμάνθα είναι στο σαλόνι, τα νέα την τσάκισαν. Είμαι η αδερφή της.»
Πέρασαν στο σαλόνι όπου μια γυναίκα ντυμένη στα μαύρα καθόταν σε μια πολυθρόνα με μια κορνιζαρισμένη φωτογραφία στα χέρια της. Δεν ακουγόταν τίποτα αλλά οι ώμοι της τραντάζονταν προδίδοντας βουβό θρήνο. Η αδερφή της την πλησίασε και κάθισε δίπλα της σε στην άκρη ενός καναπέ.
«Σαμάνθα,» είπε μαλακά ή γυναίκα. «Έχουμε επισκέπτες καλή μου, θέλουν να ρωτήσουν κάποια πράγματα για τον Σαμ.»
Η γυναίκα ύψωσε το βλέμμα της. Ακόμα και η οδύνη δεν μπορούσε να κρύψει ότι ήταν μια όμορφη γυναίκα ακόμη και σε αυτήν την ηλικία που δεν ήταν πια νέα. Σκούπισε τα δάκρυα της και κοίταξε τον Άιαν και μετά την Αμέλια.
«Παρακαλώ καθήστε,» είπε με φωνή που έτρεμε. «Η αστυνομία με ενημέρωσε ότι ο σύζυγός μου απεβίωσε σε ένα ξενοδοχείο από οξύ καρδιακό επεισόδιο. Τι του συνέβη; Δεν είχε προβλήματα καρδιάς και έφυγε το πρωί να πάει σε κάποιο συνέδριο στο ξενοδοχείο προφανώς που πέθανε.»
Ήταν προφανές πως η κυρία Κρέην δεν ήξερε και δεν υποψιαζόταν καν ότι ο σύζυγός της την απατούσε και ο Άιαν αναρωτήθηκε αν θα έπρεπε πια να το μάθει, αν είχε καμία σημασία ή αν θα την βοηθούσε να αντιμετωπίσει το πένθος. Αποφάσισε ότι δεν ήταν δική του μια τέτοια απόφαση και συνέχισε με αυτό που ήταν δουλειά του.
«Ο σύζυγός σας πέθανε από καρδιακό επεισόδιο αλλά δεν ήταν ατύχημα. Δολοφονήθηκε.»
«Από…. ποιον; Ποιος θα ήθελε να σκοτώσει τον Σαμ; Ήταν ένας καλός σύζυγος και πατέρας.»
«Από τρομοκράτες,» είπε ο Άιαν. «Δεν είχε τύχει να σας αναφέρει σε τι εργαζόταν; Εννοώ πιο ειδικά.»
«Όχι,» απάντησε η Σαμάνθα. «Ήταν πάντα εχέμυθος με το θέμα αυτό. Δεν μας είχε πει κάτι αλλά δε φαινόταν και απασχολημένος ή λυπημένος.»
«Έχετε παιδιά;»
«Μάλιστα, μια κόρη που την υπεραγαπάμε. Σπουδάζει για μαθηματικός, έχει πάει με φίλους στο Μπράιτον, θα επιστρέψει την Δευτέρα να κάνουμε μαζί Χριστούγεννα... Να κάναμε έπρεπε να πω...»
Ο Άιαν και η Αμέλια αντάλλαξαν ένα γρήγορο βλέμμα. Ήταν φανερό ότι όπως δεν ήξερε για την ερωτική σχέση που διατηρούσε ο σύζυγός της έτσι δεν ήξερε πολλά και για τη δουλειά του. Δεν θα μάθαιναν κάτι περισσότερο εδώ. Ο Άιαν συλλυπήθηκε την χήρα και είπε:
«Ξέρω ότι δεν είναι παρηγοριά και δεν θα ελαφρύνει τον πόνο σας αλλά σας υπόσχομαι ότι οι ένοχοι θα βρεθούν και θα τιμωρηθούν.»

16:25
Ο Ρόμπερτ πέρασε χειροπέδες στον αναίσθητο ακόμα ελεύθερο σκοπευτή για παν ενδεχόμενο και βάλθηκε να ψάχνει τις τσέπες του. Δεν είχε και πολλά πράγματα πάνω του, ένα πορτοφόλι με λιγότερες από πέντε λίρες, ένα Συριακό διαβατήριο και μια ταυτότητα μέλους του ιδρύματος Μεσανατολικών Σπουδών, τα δύο τελευταία στο όνομα Χασάν Αλαμενί.
Ο Μαξιμίλιαν ήρθε και στάθηκε δίπλα του. Ο Ρόμπερτ του έδωσε το διαβατήριο.
«Αυτό επιβεβαιώνει όλες τις υποψίες μας,» είπε.
«Ας πούμε τα νέα στον Άιαν,» απάντησε ο Μαξιμίλιαν.

16:26
Ο Άιαν είχε μόλις καθίσει στη θέση του συνοδηγού δίπλα στην Αμέλια όταν χτύπησε το κινητό του. Απάντησε και ο Μαξιμίλιαν τον ενημέρωσε για τα ευρήματα στο διαμέρισμα και την επίθεση του ελεύθερου σκοπευτή που τώρα βρισκόταν στα χέρια τους. Ο Άιαν τους επαίνεσε για την δράση τους και έδωσε οδηγίες για τις επόμενες κινήσεις.
«Μεταφέρετέ τον στο αεροδρόμιο και ζητείστε από τον Σάικς να παραχωρήσει ένα χώρο για κρατητήριο. Θα τον ανακρίνουμε μόλις επιστρέψουμε. Πείτε στον Μάικ να δει τι μπορεί να βρει για τον Αλαμενί και το ίδρυμα.»
Έκλεισε το τηλέφωνο και στράφηκε στην Αμέλια. Καθώς εκείνη οδηγούσε για το σπίτι της Σάρας Σάντοκ της μετέφερε τα νέα.
«Επιτέλους!» έκανε η επιθεωρήτρια, «έχουμε έναν στα χέρια μας, κάναμε ένα βήμα.»

Πάνω από τον Ατλαντικό
11:28
Ο Λαέρτης βγήκε από το πιλοτήριο και στάθηκε. Τα νέα τον είχαν ταράξει, και ας μην το έδειχνε. Δεν ήταν αυτό ακριβώς που θα περίμενε από το ταξίδι του στην πατρίδα. Βρισκόταν ξαφνικά σε θανάσιμο κίνδυνο όχι μόνο να μην ξαναδεί την πατρίδα του αλλά να πεθάνει μέσα στις επόμενες ώρες.
Πήρε βαθιά ανάσα και έριξε μια ματιά γύρω. Δεν ήταν η πρώτη φορά που κινδύνευε η ζωή του παρότι ήταν η πρώτη που αυτό θα γινόταν από την τρομοκρατική απειλή και την ανθρώπινη μισαλλοδοξία. Είχε βρεθεί σε τροπικές καταιγίδες και τυφώνες, είχε δει τον άνεμο να σηκώνει κύματα σαν βουνά πιο ψηλά από τις αντένες του πλοίου του, είχε αντιμετωπίσει κάθε είδους καιρό. Αυτή η εξοικείωση με τον κίνδυνο του είχε χαρίσει μια ευπρόσδεκτη αυτή τη στιγμή ψυχραιμία. Είχε μόνος του προτείνει να ψάξει στους επιβάτες για κάτι ύποπτο. Οι πιλότοι είχαν δεχτεί και είχαν συμφωνήσει να τους ενημερώσει μόλις θα έβρισκε κάτι.
Αριστερά του η κοπέλα του πληρώματος με τα ασιατικά χαρακτηριστικά που τον είχε συνοδεύσει εδώ χαμογέλασε.
«Όλα καλά;»
«Μια χαρά,» είπε ο παλαίμαχος ναυτικός και προχώρησε στον χώρο της διακεκριμένης θέσης.
Του είχαν πει ότι το αεροπλάνο είχε 245 επιβάτες. 245 ύποπτοι. Μείον ένας, σκέφθηκε και χαμογέλασε, αφού στον αριθμό αυτό συμπεριλαμβανόταν και ο ίδιος. Αλλά ποιον άλλο θα μπορούσε να αφαιρέσει από τους υπόπτους; Σίγουρα αυτήν την κοπέλα στην πρώτη θέση που τώρα κοιμόταν ακουμπισμένη στο τοίχωμα της ατράκτου, ήταν φανερό πως ήταν άρρωστη. Ποιον άλλο;
Άρχισε να περπατάει αργά προς τη θέση του. Οικογένειες από και προς διακοπές, επιχειρηματίες σε βιαστικές δουλειές. Πολλοί με λάπτοπ. Κινητά; Θυμήθηκε τι είχαν πει από το Λονδίνο, κάποιος που θα είχε κοντά του το κινητό. Αλλά θα ήταν λίγοι αυτοί που θα το είχαν;

Λονδίνο
16:30
Η Αμέλια πάρκαρε και βγήκαν με τον Άιαν από το αυτοκίνητο. Η Σάρα Σαντόκ έμενε σε ένα διαμέρισμα μιας συνηθισμένης πολυκατοικίας. Πλησίασαν την είσοδο και είδαν πως είχε στο κουδούνι το όνομά της. Η Αμέλια το πίεσε και περίμεναν λίγο ως που μια γυναικεία φωνή ακούστηκε από το θυροτηλέφωνο.
«Ποιος είναι;»
«Αστυνομία κυρία Σαντόκ. Ανοίξτε παρακαλώ.»
Ακολούθησε ένας μικρός δισταγμός και ύστερα ο βόμβος της κλειδαριάς. Ο Άιαν έσπρωξε την πόρτα και μπήκαν σε ένα μικρό τετράγωνο χολ με μόνη διακόσμηση μια μεγάλη γλάστρα με κάποιο καλλωπιστικό φυτό. Η Αμέλια κάλεσε τον ανελκυστήρα και ο Άιαν προχώρησε προς τη σκάλα.

«Για την περίπτωση που μπει στον πειρασμό να αποδράσει,» είπε με ένα χαμόγελο. 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου