Η Άρπα Της Δημιουργίας - 3 Τέλος

Author: Νυχτερινή Πένα /


3.

Τα άνοιξε για να αντικρίσει τον προθάλαμο της μεγάλης αίθουσας του Ζακάρ. Ο θάλαμος ήταν άδειος εκτός από δύο φρουρούς στην πόρτα της αίθουσας του θρόνου οι οποίοι είχαν μείνει άναυδοι με την ξαφνική τους εμφάνιση. Ο συνοδός του Αρμάν πρόφερε μια φράση και οι δύο φρουροί σωριάστηκαν στο δάπεδο με έναν κρότο που ανησύχησε τον νεαρό παραμυθά αλλά όχι το συνοδό του.
-Έλεγα ότι θα βρισκόμασταν και πάλι στα μπουντρούμια, είπε ενώ προχωρούσαν προς την αφύλακτη πλέον πόρτα.
-Δεν ήταν ανάγκη, είπε ο άλλος, μπορεί ο Άχρονος Πύργος να έχει μόνο ένα συγκεκριμένο σημείο εισόδου, αλλά αυτό ισχύει μόνο εκεί.
Ο συνοδός του Αρμάν έσπρωξε την βαριά, πολυποίκιλτη πόρτα και εκείνη άνοιξε διάπλατα με τα δύο φύλλα της να βρίσκουν τους από μέσα φρουρούς και να τους σωριάζουν στο μαρμαρένιο πάτωμα. Προχώρησε θαρραλέα μέσα ενώ κραυγές έκπληξης ακούγονταν από τους αυλικούς και τους παρατρεχάμενους του χάνου που έβλεπαν τον Αρμάν να επιστρέφει.
-Αυτό ακόμα και να μου το προφήτευαν δε θα το πίστευα, είπε ο Ζακάρ. Και σε έστειλα στα μπουντρούμια! Ορίστε νεαρέ, προχώρησε. Κάνε αυτό που υποσχέθηκες!
Ο Αρμάν στάθηκε απέναντι στο χάνο και κράτησε την Άρπα σταθερά. Άγγιξε τις χορδές και εκείνες ήχησαν σαν μελωδοί στην πνοή του ανέμου. Κοιτώντας στα μάτια την αγαπημένη του έπαιξε τη μια νότα που χρειαζόταν. Ο Ζακάρ μούγκρισε με ενθουσιασμό.
-Ναι! Βλέπω!
Κοίταξε γύρω του και μετά τα μάτια του καρφώθηκαν στον νεαρό άνδρα.
-Ω, έκανε σαρδόνια, οι ερωτευμένοι, τόσο αθώοι, τόσο αφελείς και ανόητοι. Τόσο νεκροί!
Ο Αρμάν τον κοίταζε χωρίς να καταλαβαίνει.
-Δεν έκανα αυτό που ήθελες;
-Ναι, είπε ο Ζακάρ, αλλά σε καταδίκασα σε θάνατο και χάρη δεν έδωσα ποτέ σε κανέναν. Για να μην πεις όμως ότι είμαι και αχάριστος θα πεθάνεις εύκολα και ανώδυνα. Κάτι που δε θα γίνει με το σύνοδό σου ας πούμε.
Ο χάνος σηκώθηκε όρθιος και πρόφερε μια κατάρα σε μια άγνωστη γλώσσα της οποίας και μόνο η ακοή προκαλούσε ένα αίσθημα τρόμου και απέχθειας. Μια λόγχη σκοτεινής ενέργειας τινάχθηκε από τη γροθιά του μέχρι πριν λίγο τυφλού και χτύπησε τον στο στέρνο Αρμάν τινάζοντας τον πίσω και ρίχνοντάς τον στο πάτωμα. Με μια κραυγή απελπισίας η Δεηρά έτρεξε κοντά του, αφήνοντας τη θέση της στα πόδια του χάνου και ξεχνώντας κάθε σκέψη για προφυλάξεις και σύνεση. Γονάτισε στο πάτωμα και ανασήκωσε τον αγαπημένο της στην αγκαλιά της.
Ο Ζακάρ γέλασε με την θλίψη της νεαρής σκλάβας του.
-Θέλεις να τον απαλλάξω από τον πόνο του ή προτιμάς να τον αποχαιρετήσεις πρώτα;
Ο συνοδός του Αρμάν προχώρησε στο πλευρό του και γονάτισε δίπλα του. Έσκυψε πάνω από τον πεσμένο άνδρα και ακούμπησε το χέρι του στο στέρνο του. Έκλεισε τα μάτια του για μια στιγμή.
-Ο χρόνος όλα τα θεραπεύει, είπε, μη φοβάσαι.
-Εγώ δεν έχω πια άλλον, όπως φαίνεται, είπε ο Αρμάν και αίμα κύλισε από τα χείλη του. Σώσε τη Δεηρά… Σε παρακαλώ…
-Έχω εγώ χρόνο, είπε ο άλλος άνδρας και την επόμενη στιγμή ο Αρμάν ένιωσε με ανακούφιση τον πόνο να μειώνεται και να χάνεται.
Ο Ζοκάρ μούγκρισε.
-Όχι ένας γραφέας, είπε έπειτα με ένα χαιρέκακο γέλιο αλλά ένας από τους δώδεκα του συμβουλίου. Καιρός να πεθάνεις!
Ο άνδρας δεν φάνηκε να ταράζεται.
-Μείνε λίγο κάτω να συνέλθεις, είπε στον Αρμάν και μετά σηκώθηκε όρθιος. Στο χέρι του εμφανίστηκε ξαφνικά ένα μεγάλο ραβδί οδοιπορίας και κινήθηκε σαν να σκόπευε να φύγει.
Ο Ζακάρ πρόφερε μια ακόμα φράση και μια σφαίρα βαθυκόκκινης φλόγας εκτοξεύθηκε προς την πλάτη του. Εκείνος γύρισε και τη χτύπησε με το ραβδί του διαλύοντάς την σε απειράριθμες σπίθες που χάθηκαν αμέσως. Απτόητος ο χάνος πρόφερε κάτι σε μια ακατάληπτη γλώσσα.
Το δάπεδο της αίθουσας γέμισε με φίδια και σκορπιούς, τα φίδια σήκωναν το κεφάλια τους συρίζοντας απειλητικά ενώ οι σκορπιοί βάδιζαν προς το μέρος του με τις γεμάτο δηλητήριο ουρές τους έτοιμες να χτυπήσουν. Ο αντίπαλος του Ζακάρ δε φάνηκε να αιφνιδιάζεται. Σήκωσε το ραβδί του και το χτύπησε απότομα μια φορά στο μαρμάρινο δάπεδο.
-Επί όφεων και σκορπίων αναβήσεται
και καταπατήσει λέοντα και δράκοντα.
Το πάτωμα έγινε και πάλι λείο και καθαρό αλλά ο Ζακάρ δεν τα έχασε. Μια δεύτερη κατάρα γέμισε και πάλι το χώρο με σιχαμερά εκτρώματα, σαδιστικά παραμορφωμένες, φρικαλέες εκδοχές των ερπετών και των εντόμων που βρίσκονταν στην φύση.
Ο άνδρας αυτή τη φορά δεν αντέδρασε τόσο γρήγορα, έκανε πίσω και έριξε μια ματιά γύρω του. Ύστερα άπλωσε το χέρι του κάνοντας έναν κύκλο γύρω του με τον ίδιο ακριβώς στο κέντρο. Φλόγες τινάχτηκαν από τους πυρσούς που φώτιζαν την αίθουσα του θρόνου και ανέφλεξαν τα δημιουργήματα του χάνου. Την επόμενη στιγμή οι φλόγες ενώθηκαν σε πύρινα φίδια που κύκλωσαν τον άνδρα. Ο μανδύας του άρπαξε αμέσως κάνοντας τον Αρμάν και την Δεηρά να φωνάξουν τρομαγμένοι.
-Μπορείς να κάψεις εμένα; είπε και τίναξε από πάνω του το μανδύα, μανδύας και φλόγες εξαφανίστηκαν στην στιγμή.
Για πρώτη φορά ο Ζακάρ έδειξε να μην είναι σίγουρος για τον εαυτό του. Κοίταξε τον άνδρα που στεκόταν μπροστά του μαυροντυμένο με έναν μανδύα πιο επίσημο από εκείνον που είχε καεί και κοσμημένο με το έμβλημα της αδελφότητας.
-Ο Άρχοντας της Κλεψύδρας, είπε ο Ζοκάρ. Χαίρομαι που ήρθες εδώ αντί να αναγκαστώ να σε καταδιώξω και να σε σκοτώσω με έναν αργό βασανιστικό θάνατο.
-Πολύ αργά για αυτό, είπε ο Άρχοντας της Κλεψύδρας. Σου στερήσαμε το φως και τις δυνάμεις σου πριν από τρεις αιώνες με την ελπίδα να διδαχθείς κάτι. Επιτρέψαμε να υποταχθείς στην αυτοκρατορία σε μια τελευταία προσπάθεια να σε διδάξουμε κάτι. Αλλά ήταν μάταιο.
-Και έτσι μου δώσατε πίσω τις δυνάμεις μου με την ελπίδα να δείξω έλεος; Καθόλου σοφό… χλεύασε ο Ζοκάρ.
-Όχι, είπε ο άλλος άνδρας που άπλωσε το χέρι του και η Άρπα ήρθε σε αυτό. Θέλαμε να βεβαιωθούμε για το ότι δεν είχες αλλάξει πριν επέλθει η οριστική σου ποινή.
-Δεν μπορείς να με σκοτώσεις, κάγχασε ο χάνος. Δεν μπορείς να τη χρησιμοποιήσεις για προσωπικό κέρδος.
-Κανένα προσωπικό κέρδος, είπε ο άνδρας, μόνο απονομή δικαιοσύνης.
Η Άρπα της Δημιουργίας ήχησε σε μια κοφτή, απότομη σαν θυμωμένη, νότα και την επόμενη στιγμή ο Ζοκάρ άφησε μια κραυγή τρόμου. Μπροστά στα μάτια όσων βρίσκονταν στην αίθουσα γέρασε ταχύτατα και μετά το σώμα του διαλύθηκε σε λεπτή σκόνη που σκορπίστηκε στο δάπεδο.
Ο Αρμάν πλησίασε το βάθρο και κοίταξε τη σκόνη που ήταν ό,τι είχε απομείνει πια από τον επί αιώνες δυνάστη του τόπου του.
-Και τώρα; ρώτησε τον Άρχοντα της Κλεψύδρας.
-Τώρα θα πρέπει να εκλέξετε έναν νέο ηγέτη, ίσως ακόμα κάποιον που βρίσκεται σε αυτήν την αίθουσα, κατέληξε με ένα χαμόγελο.
Ο Αρμάν τον πλησίασε.
-Γιατί με βοήθησες; Τι είδες σε εμένα;
-Φίλε μου είδες ήδη πολλά από τα μυστήρια της Αδελφότητας, αρκούν νομίζω.
-Τότε, είπε ο νεαρός παραμυθάς τείνοντας το χέρι του, είναι αντίο.
-Για τώρα τουλάχιστον, είπε ο άλλος άνδρας σφίγγοντας το χέρι που του έτεινε. Κανείς δεν ξέρει το μέλλον.
-Εκτός από εσάς, θυμήθηκε ο Αρμάν.
-Σωστά, γέλασε ο Άρχοντας της Κλεψύδρας.
-Ευχαριστώ για όλα, θα ήμουν νεκρός τώρα αν δεν με βοηθούσατε και θα είχα χάσει τη Δεηρά. Αλήθεια σε ποιον θα λέω ότι τα χρωστώ όλα αυτά; Δε θα μου πεις το όνομά σου;
Ο άλλος άνδρας χαμογέλασε.
-Ποιος θα λέμε ότι νίκησε τον Ζοκάρ; έκανε ο Αρμάν και στράφηκε να δείξει τα απομεινάρια του χάνου. Όταν γύρισε και πάλι, ο Άρχοντας της Κλεψύδρας δεν στεκόταν πια εκεί.
-Μια άλλη φορά, αντήχησε η φωνή του στο μυαλό του Αρμάν.



Τέλος

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου