Η Καταδίωξη

Author: Νυχτερινή Πένα /

Δύο ορειβάτες ανακαλύπτουν ένα παιδάκι με κουρελιασμένες πιτζάμες και ματωμένο σε ένα μονοπάτι στα Αντιρόντακ στα βόρια της πολιτείας της Νέας Υόρκης. Είναι σε κατάσταση σοκ και δεν μπορεί να τους πει τι του συνέβη. Καταφέρνουν να ακολουθήσουν την πορεία του και να βρουν το σπίτι που έκανε διακοπές με την οικογένειά του. Αλλά οι γονείς του είναι βάρβαρα δολοφονημένοι. Καλείται η αστυνομία και το FBI αλλά τα στοιχεία είναι ελάχιστα και ο μόνος μάρτυρας δεν μπορεί να πει τι συνέβη. Σύντομα ανακαλύπτουν και κάτι χειρότερο, υπήρχε ακόμα ένα παιδί, ένα κοριτσάκι που τώρα αγνοείται.

Είναι ένα αστυνομικό με γρήγορο ρυθμό που κρατάει το ενδιαφέρον. Στα συν και το μικρό μέγεθος που το κάνει να διαβάζεται άνετα σε ένα ταξίδι. Είναι το πρώτο μιας τριλογίας.

Μνήμη 2

Author: Νυχτερινή Πένα /

Ανοίγω τα μάτια μου.

Δεν έχει διαφορά και να μην το είχα κάνει. Γύρω μου είναι το απόλυτο σκοτάδι. Δεν υπάρχει τίποτα και κανένας. Δεν αισθάνομαι τίποτα, δεν μπορώ να ακούσω τίποτα. Προφανώς κάπου στέκομαι γιατί δεν έχω την αίσθηση ότι πέφτω, αλλά πέρα από αυτό δεν έχω καμία άλλη πληροφορία από τις αισθήσεις μου. Τουλάχιστον δεν πονώ.

Πού βρίσκομαι λοιπόν; Πώς βρέθηκα εδώ; Και ακόμα δεν θυμάμαι ποιος είμαι.

-Δεν ξέρεις ποιος είσαι; ακούγεται μια φωνή.

Κοιτώ γύρω μου αλλά δεν βλέπω τίποτα. Η φωνή γελάει αλλά είναι ένα γέλιο γεμάτο κακεντρέχεια και χωρίς ίχνος ευθυμίας.

-Ώστε δεν ξέρεις. Είσαι καλός άνθρωπος;

Πώς θα μπορούσα να ξέρω αν είμαι καλός άνθρωπος την στιγμή που δεν ξέρω καν ποιος είμαι; Αλλά μετά σκέφτομαι αυτά που θυμάμαι και μπορώ να απαντήσω.

-Δεν ξέρω αν είμαι καλός άνθρωπος, αλλά προσπαθώ να βοηθώ όσους μπορώ και να είμαι σωστός απέναντί τους.

-Ναι, αλλά ο άστεγος παραμένει ένας ζητιάνος έστω και αν έχει κάτι παραπάνω τώρα από ό,τι πριν, αντέτεινε η φωνή, και το πουτανάκι δεν διορθώθηκε από την ευγένειά σου αν και την σκέφτεται συνέχεια.

-Τότε κάτι έκανα, απαντώ. Ο κόσμος θα γίνεται καλύτερος όσο θα προσπαθούμε γι’ αυτό.

-Τι ευγενική άποψη, χλεύασε ο αόρατος συνομιλητής μου, δεν είναι έτσι όμως. Ο κόσμος είναι χάλια, είναι μια επί γης κόλαση και ο χειρότερος εχθρός του ανθρώπου είναι ο άνθρωπος.

-Δεν το δέχομαι αυτό.

-Θέλεις να βάλουμε ένα στοίχημα;

-Τι είδους στοίχημα;

-Ξέρεις πού βρίσκεσαι;

-Όχι.

-Πέθανες  στο χειρουργείο, δεν άντεξε η καρδιά σου. Σου δώσανε επισκληρίδιο για να μην πάρεις το ρίσκο με την ολική αναισθησία αλλά δεν άντεξε και πάλι. Είσαι νεκρός και είσαι ανάμεσα στην ζωή και στον άλλο κόσμο. Το στοίχημα έχει ως εξής. Θα πας πίσω στη γη, θα μου αποδείξεις ότι έχω λάθος. Αν το καταφέρεις θα σε αφήσω να ζήσεις και το μέλλον θα δείξει τι θα κάνει η ψυχή σου όταν πεθάνεις, αλλά αν αποτύχεις, θα πεθάνεις και θα πάρω την ψυχή σου στην αιώνια βάσανο.

-Ποιος είσαι; ρώτησα. Δεν μου άρεσε η προοπτική της κόλασης αλλά δεν θα άλλαζα την πεποίθησή μου για τον κόσμο ούτε υπό την απειλή της χειρότερης τιμωρίας.

-Είμαι ο Μπέλτεζορ, είπε η φωνή. Ο συκοφάντης και διάβολος, ο πειραστής και παγιδευτής.

-Μπορώ να μην δεχτώ το στοίχημα;

-Ναι, θα πεθάνεις και θα πάρω την ψυχή σου.

-Δέχομαι το στοίχημα. Δεν βλέπω να έχω και άλλη επιλογή, δεν θα παραδοθώ αμαχητί! είπα.

Αν ήταν να πεθάνω θα το έκανα παλεύοντας γι’ αυτό που πίστευα.

-Ωραία, θα γυρίσεις πίσω στον κόσμο… ξεκίνησε ο Μπέλτεζορ αλλά μια φωνή τον διέκοψε λέγοντας αυστηρά:

-Πες του την αλήθεια!

-Ουριήλ, είπε ο Μπέλτεζορ με απέχθεια αλλά και φόβο.

-Πες του την αλήθεια!

-Πολύ καλά. Αν το επιλέξεις, μπορείς να πεθάνεις και να βρεις την αιώνια ανάπαυση, την έχεις κερδίσει.

Πώς την είχα κερδίσει; Από αυτά που είχα κάνει και τα θυμόμουν; Ήταν μια ευπρόσδεκτη σιγουριά αλλά κάτι μέσα μου με έσπρωχνε να αποδείξω ότι είχα δίκιο για τον κόσμο, να διαψεύσω τον Μπέλτεζορ.

-Θα το κάνω, θα ξαναγυρίσω στον κόσμο.

-Το στοίχημα είναι…

-Μπέλτεζορ! είπε αυστηρά η άλλη φωνή.

-Καλά, καλά, κέρδισες!

Δεν κατάλαβα τι έγινε αλλά το σκοτάδι μου φάνηκε να μειώνεται.

-Είμαι ο αρχάγγελος Ουριήλ, είπε η φωνή που είχε επέμβει. Νιώθεις χαμένος, είμαι σίγουρος. Η αλήθεια είναι ότι πέθανες στο χειρουργείο, ο Μπέλτεζορ σου πρότεινε το στοίχημα και το δέχτηκες. Σε έστειλε στον κόσμο και εσύ έκανες το καλύτερο σε κάθε περίσταση, κάποια από αυτά τα θυμήθηκες μόλις. Σήμερα φρόντισε να σε σκοτώσει όταν έσωσες την κοπέλα με το παιδάκι της, αλλά σου στέρησε την μνήμη για να βρεθείς εδώ και να δοκιμάσει από την αρχή.

-Αλλά άρχισα να θυμάμαι αν και με αντίστροφη σειρά.

-Ο Μπέλτεζορ νομίζει ότι είναι ο τελικός κριτής των πάντων αλλά αυτή η κρίση ανήκει σε Άλλον.

-Και τώρα; ρώτησα.

-Έχεις κερδίσει την αιώνια ανάπαυση αλλά αν θες μπορείς να πας πίσω στον κόσμο. Ο Μπέλτεζορ θα δοκιμάσει να σε βάλει σε πειρασμό και πάλι αλλά νομίζω ότι είσαι παραπάνω από ικανός να τον νικήσεις. Δεν μπορεί να σε βλάψει πλέον, το ξέρει, μόνο να σε βάλει σε πειρασμούς και απέδειξες ότι αυτό μπορείς να το κάνεις.

-Αν γυρίσω πίσω, θα θυμάμαι; Ποιος είμαι και όλα τα σχετικά;

-Ναι, θα θυμάσαι. Εις το επανιδείν.

 

-Είσαστε καλά;

Είμαι ξαπλωμένος στο πεζοδρόμιο και η γυναίκα με το κοριτσάκι είναι σκυμμένη από πάνω μου.

-Ναι, λέω, μόνο λίγο κλονισμένος.

Και είναι αλήθεια, είμαι καλά και επιτέλους είμαι και πάλι ο εαυτός μου. Ξέρω ποιος είμαι τώρα, τα πάντα. Σηκώνομαι και τινάζομαι.

-Δεν ξέρω πώς να σας ευχαριστήσω, είπε η γυναίκα, αν δεν μας προλαβαίνατε, αυτός ο ασυνείδητος θα μας σκότωνε.

-Δεν χρειάζεται, είπα, ο καθένας θα έκανε το ίδιο.

Αποχαιρετώ την γυναίκα και την χαριτωμένη μικρούλα και παίρνω το δρόμο για το σπίτι. Έχω πολλά να κάνω και ένα στοίχημα να κερδίσω.

 

 

Τέλος

 

 

Μνήμη 1

Author: Νυχτερινή Πένα /

1.

 

Περπατώ στον δρόμο, είναι οικείος, τον έχω περπατήσει τόσες φορές, μπροστά μου η διασταύρωση με τον μεγάλο διπλό δρόμο. Αλλά δεν είμαι… Δεν είμαι… Ποιος είμαι;

Δεν ξέρω ποιος είμαι. Ξέρω πού είμαι, ξέρω την περιοχή, τους δρόμους, τους ανθρώπους, αλλά δεν ξέρω ποιος είμαι. Δεν έχω καμία ιδέα. Γιατί είμαι στον δρόμο; Πού πάω;

Ψάχνω τις τσέπες μου. Έχω κλειδιά, του σπιτιού προφανώς, και ένα πορτοφόλι. Έχει κάμποσα χρήματα, είμαι πλούσιος; Γιατί έχω τόσα χρήματα; Κοιτάζω να δω τι άλλο έχω στο πορτοφόλι. Είναι μια ταυτότητα. Το πρόσωπο στην φωτογραφία ταιριάζει με αυτό που βλέπω στην αντανάκλαση του ειδώλου μου σε μια βιτρίνα. Τουλάχιστον ξέρω το όνομά μου.

Αλλά πού πάω;

Ίσως θυμηθώ αν συνεχίσω όπως πήγαινα. Πάω προς τον διπλό δρόμο. Μπροστά μου μια νεαρή μητέρα σπρώχνει ένα καροτσάκι με ένα χαρούμενο κοριτσάκι που γελάει και της μιλάει συνέχεια ενώ προσπαθεί να γυρίσει να την δει όπως κάθεται. Ένα αυτοκίνητο έρχεται από τον δρόμο έτσι ώστε να είναι πίσω της και να μην το βλέπει. Τελευταία στιγμή ανάβει το φλας, θα στρίψει στον διπλό… και θα χτυπήσει το κοριτσάκι γιατί είναι σε τυφλό σημείο για την μητέρα του που έχει πράσινο σαν πεζός.

Αντιδρώ σαν να το ήξερα από την αρχή και να είχα ήδη αποφασίσει τι θα κάνω. Ορμώ μπροστά και την αρπάζω από την μέση, την τραβώ πίσω ενώ με το άλλο χέρι πιάνω το καρότσι και το τραβώ. Καταφέρνω να μην βγουν στο δρόμο αλλά χάνω την ισορροπία μου και πέφτω στον πεζοδρόμιο, το κεφάλι μου βγαίνει στον δρόμο και την πορεία του αυτοκινήτου…

 

Περπατώ στον δρόμο, πώς βρέθηκα εδώ; Πως δεν σκοτώθηκα από το αυτοκίνητο που έστριβε ενώ έπεφτα με το κεφάλι στην πορεία του; Πώς βρέθηκα εδώ; Μερικά τετράγωνα πιο πέρα να περπατώ προς εκείνη την κατεύθυνση;

Από την αντίθετη κατεύθυνση έρχεται μια κοπέλα, είναι ντυμένη με ένα κοντό φορεματάκι που κολλάει στο σώμα της σαν γάντι και το περιγράφει χωρίς να αφήνει τίποτα στην φαντασία. Οι άντρες γυρίζουν και την κοιτάζουν, κάποιοι με βλέμμα που δεν κρύβει τι φαντασιώνονται, κάποιοι με βλέμμα επικριτικό που της κολλάει το χαρακτηρισμό εύκολη ή τσουλίτσα.

«Τσουλίτσα είναι, κάνε της μια πρόταση και θα πέσει στο κρεβάτι σου να σε ικανοποιήσει. Μια ηδονική νύχτα και την στέλνεις σπίτι της.»

Κουνώ το κεφάλι μου, αυτή την στιγμή δεν ξέρω ποιος είμαι αλλά αυτή η σκέψη μου είναι σίγουρα ξένη. Δεν θα φερόμουν ποτέ έτσι σε μια γυναίκα ούτε θα πήγαινα μαζί της απλά για την ερωτική ηδονή. Σίγουρα υπάρχει κάτι παραπάνω στην σχέση με μια γυναίκα και κάθε άνθρωπος έχει μια αξία που δεν έχει να κάνει με την εμφάνισή του.

Κοιτάζω την κοπέλα που έχει φτάσει σχεδόν δίπλα μου και εκείνη μου χαρίζει ένα χαμόγελο. Της το ανταποδίδω και εκείνη κοντοστέκεται για μια στιγμή. Την επόμενη στιγμή μια γλάστρα έρχεται να σκάσει στο πεζοδρόμιο εκεί όπου θα βρισκόταν αν δεν είχε κοντοσταθεί.

Με κοιτάζει και το βλέμμα της λέει όσα θέλει να μου πει και είναι πολύ ταραγμένη για να μου τα πει…

 

Είμαι στον δρόμο. Λίγο πιο πίσω από πριν αλλά βαδίζω προς το σημείο όπου βρισκόμουν. Τι μου συμβαίνει; Περπατώ χωρίς προορισμό; Έχω κενά μνήμης και δεν θυμάμαι πώς βρέθηκα από το ένα μέρος στο άλλο και ξαναγυρίζω πίσω;

Λίγο πιο μπροστά μου μια γυναίκα θέλει να βγάλει από μια πολυκατοικία ένα καρότσι με ένα παιδάκι. Χωρίς να το σκεφτώ σκύβω και πιάνω την άκρη από το καρότσι και την βοηθώ να το κατεβάσει από τα σκαλιά. Με ευχαριστεί και διαπιστώνω ότι είναι η ίδια γυναίκα που σταμάτησα από το να χτυπήσει στο φανάρι. Πώς είναι δυνατόν;

Ή μήπως είναι; Θα συνεχίσουμε και οι δύο προς την κατεύθυνση αυτή και θα την σώσω στο φανάρι; Πώς γίνεται; Αφού ήδη συνέβη!

Η γυναίκα προχωρεί και κάνω το ίδιο. Περνάω έξω από ένα μικρό μαγαζί, ο ιδιοκτήτης του παλεύει να στερεώσει την τέντα από τον αέρα που φυσάει και του δίνω ένα χεράκι…

 

Και πάλι στον δρόμο. Σε άλλο σημείο. Πάλι πιο πίσω. Πάλι πάω προς την ίδια κατεύθυνση. Αλλά γιατί; Και τι συμβαίνει στην μνήμη μου και έχω αυτά τα κενά, πέρα από το ότι δεν θυμάμαι καν ποιος είμαι;

Συνεχίζω να περπατώ, έχω μια αόριστη αίσθηση ότι πάω στο σπίτι μου αλλά δεν είμαι σίγουρος όπως είναι η μνήμη μου αυτή τη στιγμή. Αν πηγαίνω σπίτι μου, ποώ ήμουν; Και γιατί βρίσκομαι όλο και πιο πίσω;

Στον δρόμο μπροστά μου ένας άστεγος είναι κουλουριασμένος σε μια εσοχή ανάμεσα σε δύο μαντρότοιχους. Μπροστά του έχει ένα τενεκεδάκι για να ρίξει όποιος θέλει κάτι για εκείνον. Είναι άδειο. Ανοίγω το πορτοφόλι μου, έχει χρήματα και ρίχνω μέσα στο τενεκεδάκι. Ο άνθρωπος δεν πιστεύει στα μάτια του, με ευχαριστεί με μάτια που βουρκώνουν.

-Ευχαριστώ, ευχαριστώ τόσο πολύ!

-Μακάρι να μπορούσα να κάνω κάτι καλύτερο, λέω.

Συνεχίζω τον δρόμο μου.

 

Στέκομαι στην άκρη ενός δρόμου. Νιώθω σαν να ζαλίζομαι αλλά δεν είναι φυσική ζάλη, είναι ο αποπροσανατολισμός. Τι συμβαίνει; Ποιος είμαι; Γιατί βρίσκομαι κάπου και δεν ξέρω το πώς;

Τις σκέψεις μου διακόπτει ένας τρομερός πάταγος και κραυγές. Στο δρόμο έχει γίνει ένα δυστύχημα. Ένα που είναι σύνηθες στους δρόμους της Ελλάδας, σύγκρουση δύο οχημάτων. Ένας άνδρας έχει τιναχτεί στον δρόμο και φαίνεται σε άσχημη κατάσταση. Τρέχω κοντά του και γονατίζω λίγο δύσκολα με τον πόνο από το γόνατό μου να με διατρέχει. Ακουμπώ το χέρι μου στον λαιμό του με δύο δάχτυλα, τον δείκτη και τον αντίχειρα, ξέρω πώς να το κάνω αυτό παρότι είμαι σίγουρος ότι δεν είμαι γιατρός. Δεν έχει σφυγμό, αρχίζω να πιέζω δυνατά το στέρνο του για να φέρω την καρδιά του σε λειτουργία και πάλι.

-Μην εγκαταλείπεις, φίλε, του λέω, πάλεψε! Η ζωή αξίζει, όσο και αν αγωνιζόμαστε με δυσκολίες.

Ο άνδρας παίρνει μια βαθιά τραχιά ανάσα.

-Μπράβο, είπα, έλα ανάσανε. Θα τα καταφέρεις.

Σηκώνομαι όρθιος με τον πόνο να γίνεται χειρότερος…

 

…και βρίσκομαι ξαπλωμένος σε ένα κρεβάτι με ένα μεγάλο φως πάνω από το κεφάλι μου και πράσινα πλακάκια στην οροφή.

Δυστυχώς έχω βρεθεί πολλές φορές εδώ ή σε άλλα αντίστοιχα και ξέρω τι είναι. Βρίσκομαι στο χειρουργείο αλλά πώς βρέθηκα εδώ; Ήμουν στον δρόμο. Συνεχίζεται αυτή η παράδοξη κατάσταση.

Κάνω να κινηθώ αλλά δεν μπορώ. Είμαι συνδεδεμένος με τα διάφορα όργανα που παρακολουθούν τις ζωτικές μου λειτουργίες και δεν νιώθω τα πόδια μου. Επέμβαση με επισκληρίδιο νάρκωση, μια κουρτίνα πέφτει στην μέση μου για να μην μπορώ να δω τι γίνεται.

Άλλη μια επέμβαση στο πόδι προφανώς.

Το μηχάνημα δίπλα μου βγάζει έναν κοφτό ήχο. Το κοιτάζω και βλέπω τα μεγάλα νούμερα να μειώνονται. Αυτό δεν είναι καλό. Νιώθω ένα άσχημο μούδιασμα στο στέρνο και η όρασή μου θολώνει.

-Παθαίνει κολπική μαρμαρυγή, είναι το τελευταίο που ακούω.

Όλα μαυρίζουν.

Ω όπως Ώρα

Author: Νυχτερινή Πένα /

Έχω ένα εσωτερικό ρολόι που δεν κάνει ποτέ λάθος, ακόμα και όταν ξυπνώ τη νύχτα ξέρω σχεδόν με ακρίβεια λεπτού. Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαι σκλάβος του ρολογιού, ειδικά όταν γράφω μπορώ να ξεχάσω τον κόσμο γύρω μου και αυτό σημαίνει και το ρολόι και την ώρα.

Εσείς πως τα πάτε με την ώρα;

Χίλιες Εξακόσιες Αναρτήσεις

Author: Νυχτερινή Πένα /

Χίλιες Εξακόσιες! Είναι ένας μεγάλος αριθμός, πολύ μεγάλος! Χίλιες εξακόσιες αναρτήσεις με κείμενα, σκέψεις, απόψεις, ιστορίες σε συνέχειες και βιβλιοκριτικές. Με όλα όσα δηλαδή με γεμίζουν και μου αρέσουν να ασχολούμαι.

Κάποτε, έλεγα πότε θα φτάσουν τον αριθμό των έργων μου, τώρα πια τον έχουν περάσει κατά πολύ. Αλλά είναι και από μιας άλλης πλευράς σημαντικός αυτός ο αριθμός, είναι η πρώτη φορά που φτάνω εκατοντάδα μέσα στην ίδια χρονιά με την προηγούμενη μιας και τις χίλιες πεντακόσιες αναρτήσεις τις έφτασα στην αρχή αυτής της χρονιάς.

Τώρα έχω έναν μέσο όρο περίπου εκατό αναρτήσεων ανά χρονιά που έχω το ιστολόγιο και μοιράζομαι όλα αυτά μαζί σας.

Και αυτό είναι το πιο βασικό, ότι όλα αυτά που γράφω τα μοιράζομαι με ανθρώπους εκεί έξω που δεν γνωρίζω και πιθανότατα δεν θα γνωρίσω ποτέ, τουλάχιστον από κοντά.

Ψ όπως Ψυχραιμία

Author: Νυχτερινή Πένα /

Με έχουν περάσει πολλές φορές στις διακοπές για ξένο, δεν είναι μόνο τα ανοιχτά μου χρώματα, λευκό δέρμα και γαλανά μάτια, ή το ότι διαβάζω ξένα βιβλία. Είναι που είμαι φλεγματικός σαν Άγγλος, ίσως και περισσότερο. Δεν είναι εύκολο να με ταράξεις, είναι ακόμα πιο δύσκολο να με προσβάλλεις. Αυτό λοιπόν πολλές φορές μου το έχουν πει για κακό, είναι κακό να είσαι απαθής λένε. Κάθε άλλο απαντώ.

Είναι κακό να αντιδράς στα πάντα σαν να είναι νευρικό ερέθισμα, η απάθεια των ανατολίτικων πρακτικών είναι υπερβολή και σαν τέτοια σίγουρα κακή αλλά δεν υπάρχει τίποτα κακό στο να μπορείς να είσαι απαθής και υπεράνω μικροτήτων και μίζερων ανθρώπων. Το επεδίωκα πάντα και πάντα θα το επιδιώκω και όσο το κατορθώνω είμαι χαρούμενος γι’ αυτό.

Εσείς πόσο ψύχραιμοι είστε; Φλεγματικοί σαν Εγγλέζοι λόρδοι ή αρπάζεστε αμέσως σαν Ιταλοί;

Χ όπως Χάρτες

Author: Νυχτερινή Πένα /

Οι χάρτες είναι το τρίτο αντικείμενο που συλλέγω μετά από νομίσματα και γραμματόσημα. Πάντα με μάγευε αυτή η λεπτομερής απεικόνιση περιοχών που στις περισσότερες φορές δεν είχα καν πατήσει. Μου άρεσε να βρίσκω τη θέση μου στο χάρτη ή να παρακολουθώ σε αυτόν την πορεία ενός ταξιδιού.

Όταν άρχισα να γράφω οι χάρτες γίνανε ένα σημαντικό βοήθημα για να είναι σωστά αυτά που γράφω, να παρακολουθώ τις κινήσεις των ηρώων μου και να υπολογίζω το χρόνο των ταξιδιών τους, ακόμα περισσότερο σε ιστορίες που περιείχαν και μεγάλες μάχες και στρατηγικές όπου σχεδίαζα επί χάρτου και τις επιχειρήσεις.

Όταν άρχισα να ασχολούμαι με τα μυθιστορήματα φαντασίας η σχέση μου με τους χάρτες πήρε άλλη διάσταση, τώρα ήταν κόσμοι πλασμένοι από εμένα, οι χάρτες τους δεν υπήρχαν αν δεν τους έφτιαχνα εγώ. Οπότε άρχισα και να χαρτογραφώ, σαν ζωγράφος δεν πιάνω μία αλλά σαν χαρτογράφος δεν είμαι και κακός πρέπει να πω. Φτιάχνω ωραίους χάρτες.

Εσείς τι σχέση έχετε με τους χάρτες;            

Φ όπως Φαντασία

Author: Νυχτερινή Πένα /

Από παιδί με χαρακτήριζε η ζωηρή φαντασία, όχι του στυλ να έχω φανταστικό φίλο ή να βλέπω παράξενα πράγματα στις σκιές αλλά με το να έχω την έμπνευση να στήνω πλοκές και ιστορίες με κάθε ευκαιρία, να τις παίξω με τα στρατιωτάκια μου στην αρχή ή μετά με τους φίλους ή να τις διηγηθώ και φυσικά αργότερα να τις γράφω.

Μεγάλωσα σε έναν κόσμο όπου ήμουν ο μόνος που ήξερα τα βιβλιοπαιχνίδια στον περίγυρό μου, και που ελάχιστοι είχαν μια ιδέα του τι είναι φανταστικό. Διαπίστωσα ακόμα μεγαλώνοντας ότι η φαντασία ήταν από ανεπιθύμητη έως παρεξηγήσιμη, αν δεν ήσουν προσγειωμένος απόλυτα στην πραγματικότητα με στόχο την καλή δουλειά με καλές απολαβές δεν σε θεωρούσαν φυσιολογικό. Το αποτέλεσμα; Να με κοιτάζουν πολλοί λοξά ακούγοντας για μυθιστορήματα και μάλιστα φαντασίας. Από την πλευρά μου εγώ δεν έκανα ποτέ πίσω και κανέναν συμβιβασμό. Ήμουν και παραμένω οπαδός της φαντασίας και εκείνη υπηρετεί το περισσότερο του έργου μου.

Εσείς πόσο ρεαλιστές είστε; Πατάτε και με τα δύο πόδια στη γη ή ταξιδεύτε πρόθυμα και στους κόσμους της φαντασίας; Λογοτεχνικά την προτιμάτε;            

Υ όπως Υπομονή

Author: Νυχτερινή Πένα /

Είμαι άνθρωπος που δεν θυμώνει ποτέ σχεδόν. Όταν θυμώσω όμως ο θυμός μου είναι τρομερός, ποιος είδε το Θεό και δεν τον φοβήθηκε! Αλλά συμβαίνει εξαιρετικά σπάνια, είμαι συνήθως ήρεμος και υπομονετικός σε βαθμό που να εκνευρίζονται οι άλλοι! Κάποτε ένας πελάτης είπε:

-Απορώ πως αντέχεις με όλα αυτά.

Ένας άλλος με αποκαλεί μόνιμα η ήρεμη δύναμη.

Παλαιότερα απορούσα πως μπορώ να είμαι τόσο ήρεμος και υπομονετικός. Η εξήγηση που δίνω είναι ότι αυτό μου το έμαθαν οι περιπέτειες της υγείας μου και η φορά που ήρθα κοντά στο θάνατο. Όταν έχεις δει το θάνατο να σε περιμένει μαθαίνεις να μην δίνεις σημασία σε πολλά, να βλέπεις πόσο μικρά και ασήμαντα είναι. Οπότε απέκτησα μια πιο ανεκτική στάση προς τον κόσμο που με κάνει πιο ήρεμο.

Εσείς είστε ήρεμοι ή αρπάζετε εύκολα;

Τ όπως Ταχυδρομεία

Author: Νυχτερινή Πένα /

Είχα πάντα μια πολύ καλή σχέση με τα ταχυδρομεία, από τη μια είχα ξεκινήσει από πολύ μικρός να συλλέγω γραμματόσημα από την άλλη είχα πάντα μεγάλη αγάπη για την αλληλογραφία. Είχα πολλές φιλίες δι’ αλληλογραφίας ενώ είχα και με φίλους αργότερα όταν εγώ έφυγα για να σπουδάσω ή όταν εκείνοι πήγαν αλλού για σπουδές.

Το αποκορύφωμα ήταν στο στρατό που δεν έρχονταν σχεδόν ποτέ οι ταχυδρόμοι χωρίς να έχουν κάτι για’ μένα αφού αλληλογραφούσα με την αδερφή μου αλλά και έναν στενό φίλο που σπούδαζε τότε στο Λονδίνο.

Το μόνο που δεν έγραψα ποτέ ήταν γράμμα σε αγαπημένη μιας και δεν χρειάστηκε ποτέ. Ή για να είμαι ακριβής στη δική μου αγαπημένη γιατί έγραψα για την αγαπημένη άλλου μια φορά. Ήταν στο στρατό, πάνε πια πάνω από είκοσι πέντε χρόνια. Ήμουν μέσα αλλά χωρίς καθήκοντα και έγραφα όταν ήρθε ένας στρατιώτης μου και με παρακάλεσε να του γράψω ένα γράμμα στην κοπέλα του (αφού τότε πια, λιγότερο από έναν μήνα πριν απολυθώ ήξεραν όλοι ότι γράφω) μιας και εκείνος δεν ήξερε να γράφει καλά. Το έκανα πράγματι και τον βοήθησα να πει όσα ήθελε. Ήταν κάτι ωραίο και από τις λίγα καλά που έχω να θυμάμαι από το στρατό.