Η Κατάρα Του Μάγου - 2

Author: Νυχτερινή Πένα /

ΙΙ.

Ένα τίναγμα που της έκοψε την ανάσα σταμάτησε την πτώση της. Το αδύνατο συνέβαινε, αντί να πέφτει ανέβαινε. Άνοιξε τα μάτια της και διαπίστωσε πως βρισκόταν μέσα σε ένα μεγάλο δίκτυ όχι διαφορετικό από εκείνο που χρησιμοποιούσαν τα μεγάλα αλιευτικά πλοία. Η πτώση της είχε ανακοπεί με τέτοια βία που είχαν κουρελιαστεί τα ρούχα της στα σημεία που είχαν πιεστεί από το χοντρό σκοινί. Κοίταξε πάνω για να δει ποιος την είχε σώσει και αντίκρισε ένα μεγάλο ιπτάμενο πλοίο. Άκουγε τους σαυρανθρώπους να μανιάζουν αλλά δεν πλησίαζαν το πλοίο για κάποιο λόγο.
Έφτασε στο πλοίο και μια ομάδα άνδρες την απάλλαξαν από το δίκτυ, μόλις στάθηκε όρθια στο κατάστρωμα, το μεγαλύτερο μέρος των ρούχων της έπεσε από πάνω της και συνειδητοποίησε ότι το δίκτυ είχε κάνει μεγαλύτερη ζημιά από όση νόμιζε. Είδε το θαυμασμό στα μάτια των ανδρών γύρω της και κοκκίνισε.
Ένας άνδρας πέρασε ανάμεσα στους υπόλοιπους και πλησίασε:
-Ποια είσαι και γιατί σε καταδιώκουν έτσι τα ερπετά; ρώτησε με μια αυστηρή αλλά καλλιεργημένη φωνή.
-Με λένε Αλάσρα Νιέλιορ, είπε. Και με κυνηγάνε γιατί…
-Δώστε μου τη γυναίκα και θα σας αφήσουμε να φύγετε ανέγγιχτοι, ακούστηκε μια φωνή που έστειλε ένα ρίγος να την διατρέξει. Δεν χρειαζόταν να κοιτάξει για να καταλάβει ποιος είχε αυτήν την απαίτηση. Πάνω σε ένα μεγάλο γουάιβερν καθόταν ο Σάγκοραχ. Ο ηγέτης των σαυρανθρώπων ήταν πιο σωματώδης από τους άλλους και είχε ένα κοκκινωπό χρώμα αντί το ασημοπράσινο των υπολοίπων.
Ο άνδρας που την είχε ρωτήσει ποια είναι έβγαλε το μανδύα του και της τον πρότεινε, εκείνη τον πήρε με ευγνωμοσύνη και τον σκεπάστηκε.
-Άλαν υπ’ ευθύνη σου, είπε και προχώρησε προς έναν άλλον που στεκόταν στη μέση του καταστρώματος και όπως ήταν φανερό ήταν ο κυβερνήτης αυτού του αλλόκοτου πλοίου που αντί για τα κύματα έσχιζε τους αιθέρες.
-Δεν θα δίναμε ποτέ κάτι οικειοθελώς σε σαύρες, είπε ο κυβερνήτης προκαλώντας οργισμένα συρίγματα από τους σαυρανθρώπους.
-Είστε πειρατές, είπε ο Σάγκοραχ, δείτε το σαν ακόμα ένα λάφυρο που θα πουλήσετε. Απλά πείτε μου την τιμή.
-Δεν θα πουλούσα σε σαύρες ούτε χρησιμοποιημένο καθίκι.
-Τότε θα το πάρουμε μόνοι μας!
Ο άνδρας που άκουγε στο όνομα Άλαν πήρε την Αλάσρα από το χέρι. Την οδήγησε σε ένα προστατευμένο σημείο δίπλα στη σκάλα που οδηγούσε στην γέφυρα.
-Σε θέσεις μάχης, διέταξε ο κυβερνήτης, επανδρώστε τις βαλλίστρες. Ύπαρχε έχεις τη γέφυρα.
Ο άνδρας που της είχε δώσει το μανδύα του και ήταν προφανώς ο δεύτερος στην ιεραρχία του πλοίου έτρεξε στη γέφυρα και πήρε το πηδάλιο ενώ ο τιμονιέρης φώναζε:
-Ο Ύπαρχος στο τιμόνι!
-Κρατηθείτε γερά δεσποσύνη, είπε ο άνδρας που συνόδευε την Αλάσρα.
-Όλα τα πανιά ανοιχτά μάγκες, να δείξουμε λίγο σε αυτά τα ερπετά ποιος ξέρει να πλέει στα φτερά των ανέμων! φώναξε ο Ύπαρχος και το πλήρωμα έσπευσε να εκτελέσει τις διαταγές του ενώ τα γουάιβερν και οι αναβάτες τους έβγαζαν θυμωμένες κραυγές.
-Καταλαβαίνουν την κοινή, είπε χαιρέκακα ο Άλαν και η Αλάσρα συνειδητοποίησε ότι η προσβολή είχε ειπωθεί σκόπιμα για να βγάλει εκτός εαυτού τους διώκτες της και να ενεργήσουν απρόσεκτα. Κάτι που έκαναν ξεχυνόμενοι σε μια γενική επίθεση.
-Κράτει! φώναξε ο πλοίαρχος.
Οι άνδρες στις βαλλίστρες περίμεναν ενώ οι υπόλοιποι είχαν ήδη οπλιστεί με σπαθιά και τσεκούρια ενώ κάποιοι είχαν τόξα και καμάκια έτοιμα.
-Ρίξατε!
Το πλοίο δονήθηκε ολόκληρο καθώς οι βαλλίστρες εξαπέλυαν μια ομοβροντία θανάσιμων βλημάτων με τους τοξότες να συνοδεύουν την επίθεση με τη δική τους βροχή θανάτου. Οι απώλειες των σαυρανθρώπων και των υποζυγίων τους ήταν μεγάλες αλλά δεν σταμάτησαν την επίθεση, πλησίασαν και ετοιμάστηκαν να πηδήξουν στο πλοίο.
-Προσοχή στις ακροβασίες! φώναξε ο Ύπαρχος ενώ πηδούσαν στο κατάστρωμα. Όλο αριστερά!
Η Αλάσρα έκανε να πιαστεί σε ένα σκοινί στη βάση της γέφυρας και ο ναύτης δίπλα της είπε ψιθυριστά αλλά και βιαστικά:
-Θα γείρουμε δεξιά, κρατηθείτε γερά δεσποσύνη.
Πριν ολοκληρώσει την φράση του το ιπτάμενο πλοίο έγειρε στη δεξιά πλευρά. Οι σαυράνθρωποι ξεγελασμένοι από την ανακοίνωση του υπάρχου αιφνιδιάστηκαν και πολλοί βούτηξαν στο κενό και το θάνατο. Οι υπόλοιποι δέχθηκαν μια σφοδρή επίθεση από τα μέλη του πληρώματος που υπερτερούσαν σε αριθμό.
Το πλοίο είχε απομακρυνθεί από τα υπόλοιπα γουάιβερν και οι άνδρες στο κατάστρωμα και τα ξάρτια του πανηγύρισαν την νίκη τους με ζητωκραυγές.
-Όπως πάει Ύπαρχε, φώναξε ο πλοίαρχος. Ας μην τους αφήσουμε να μας πλησιάσουν!
Πλησίασε την Αλάσρα.
-Μπήκαν σε μεγάλο κόπο για να σε πιάσουν οι σαύρες, τι τους έκανες;
Η Αλάσρα ήταν πολύ ταραγμένη με όλα είχαν γίνει και δεν έβρισκε λόγια να απαντήσει. Ο πλοίαρχος χαμογέλασε και είπε:
-Μου τα λες αργότερα, καλύτερα να πάρω το πηδάλιο και γω λίγο, να ξεκουράσω τον Ύπαρχο. Μόλις είχε τελειώσει μια βάρδια όταν σε συναντήσαμε.
Η Αλάσρα ένευσε και εκείνος ανέβηκε στη γέφυρα.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου