Ήταν μια κανονικού ύψους κοπέλα με λεπτό σώμα, είχε τυλιχτεί με ένα σεντόνι για να βγει από το δωμάτιο του Δημήτρη αλλά το είχε σφίξει - αμήχανη μάλλον - πολύ πάνω της και διέγραφε τώρα τέλεια το σώμα της. Απέφυγα να την περιεργαστώ όμως, αντίθετα κοίταξα το πρόσωπό της. Γλυκό προσωπάκι με απαλά χαρακτηριστικά και μεγάλα καστανά μάτια. Είχε μακριά καστανά μαλλιά που έπεφταν στην πλάτη της και κολλούσαν στο ιδρωμένο μέτωπό της.
-Συγνώμη που είναι το μπάνιο;
Μια ιδιομορφία της κατασκευής του σπιτιού είχε σαν αποτέλεσμα η κόγχη που φιλοξενούσε το γραφείο στο δωμάτιό μου να κρύβει την πόρτα του μπάνιου στο χωλ από την έξω πλευρά της. Της έδειξα που ήταν και ξαναγύρισα στον Τιτανικό. Απορροφήθηκα τόσο που δεν κατάλαβα πότε επέστρεψε στο δωμάτιο.
Το φως της αυγής άρχισε να τρυπώνει από τα παράθυρα αναγγέλοντας την έλευση της νέας μέρας και εγώ έχοντας ολοκληρώσει το προσχέδιο του μυθιστορήματός μου πήγα επιτέλους για ύπνο. Κοιμήθηκα δυο ώρες με όνειρα σχετικά με το μεγάλο πλοίο να με συντροφεύουν και ξύπνησα έτοιμος να συνεχίσω.
Στην κουζίνα ο Δημήτρης έπινε τον καφέ του. Χαμογέλασε μόλις με είδε και μπήκα. Με καλημέρισε ενώ πήγαινα στο ψυγείο να βάλω μια κούπα χυμό όπως συνήθιζα. Έγραφα ακούγοντας μουσική και πίνοντας χυμό.
-Σε άφησα σύξυλο τη νύχτα ε; είπε ο συγκάτοικός μου.
-Είχα το μυαλό μου αλλού. Που είναι η κοπέλα σου;
-Η Κατερίνα - τότε έμαθα το όνομά της - έφυγε. Καλή;
-Τι εννοείς; απόρησα εγω που είχα έτοιμη την κούπα μου και ετοιμαζόμουν να επιστρέψω στο δωμάτιό μου.
-Καλά χθες ήσουν εδώ ή αλλού; Δεν την είδες με το σεντόνι;
-Όχι, απάντησα εγώ που το είχα ήδη ξεχάσει.
-Εκείνη σε είδε. Από στήθος δεν λέει αλλά έχει σφιχτό πισινό και......
-Ευχαριστώ, είπα να λείψει η περιγραφή.
Πήρα την κούπα μου, ήπια λίγο και μετά προχώρησα προς την πόρτα.
-Αλλά τελείωσα μαζί της, είπε ήρεμα σαν να μιλούσε για τον καιρό. Πήρα αυτό που ήθελα.
Δεν απάντησα, δεν είχα τι να πω. Δεν θα καταλάβαινε την άποψή μου, δεν θα ενστερνιζόμουν τη δική του. Εγώ είχα μείνει σε μια εποχή που η σχέση με μια κοπέλα περνούσε πρώτα και κύρια από την καρδιά και όχι από το κρεβάτι.
-Το μεσημέρι θα ανέβω στο πανεπιστήμιο, να σε πάρω;
-Ναι, απάντησα με το μυαλό μου ήδη στο Λονδίνο των αρχών του αιώνα και τη συζήτηση του Τζόζεφ Μπρους Ίσμαιη και του λόρδου Πήρι που σηματοδότησε τη γέννεση του Τιτανικού.
Πήγαμε μαζί στη σχολή όντως. Μόλις βγήκαμε από το αυτοκίνητο η Κατερίνα ξεχώρισε από μια παρέα και έκανε να τρέξει προς το μέρος του αλλά το παγερό βλέμμα του την έκανε να μείνει ακίνητη σαν στήλη άλατος. Τη λυπήθηκα εκείνη τη στιγμή.
-Γιατί έτσι; ρώτησα. Σίγουρα την πόνεσες.
-Ε και; Η Κατερίνα τελείωσε.
Κοίταξα την κοπέλα που είχε μείνει εκεί που το βλέμμα του την είχε σταματήσει με τα βιβλία που κρατούσε σφιγμένα στο στήθος της να κλαίει βουβά. Δεν την ξαναείδα για δυο μήνες. Και τότε ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγματα.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου