Μυστικά 4

Author: Νυχτερινή Πένα /

-Μας έσκισε ρε, ήταν τεστ αυτό; είπε βγαίνοντας ο Φίλιππος από την τάξη.
-Ούτε στις πανελλήνιες δε θα’ χουμε τέτοια θέματα, συμφώνησε ο Αλέξης καθώς κατέβαιναν την σκάλα για το ισόγειο και την αυλή.
-Πάμε να ξεδώσουμε με λίγο μπάσκετ.
-Με πολύ βασικά, είπε ο Αλέξης, είναι βέβαιο ότι θα λείπει ο Δράμπος και θα έχουμε κενό την άλλη ώρα.
-Υπέροχα.
Βγήκαν στην αυλή και αμέσως τους φώναξαν μερικοί από τους συμμαθητές τους.
Ενώ ετοιμάζονταν για τον αγώνα και χωρίζονταν σε ομάδες, ο Αλέξης έδειξε τις κερκίδες του γηπέδου.
-Θα έχουμε και θεατές.
-Η τάξη της αδερφής μου, είπε ο Φίλιππος εντοπίζοντας την Αγγελική σε μια άκρη με την Οφήλια και μια άλλη κοπέλα. Θα έχουν γυμναστική δε νομίζω να έχουν κενό και αυτοί.
-Δε βαριέσαι ας έχουμε και θεατές! Πάμε, είμαστε έτοιμοι.
Έπαιξαν έναν αγώνα με πάθος που θα ζήλευαν ακόμα και επαγγελματίες και ο οποίος έληξε με την ομάδα του Φίλιππου να κερδίζει με 81 – 80 με τρίποντο δικό του την τελευταία στιγμή. Ενώ τον συνέχαιραν οι συμπαίκτες και οι αντίπαλοι αλλά και μερικοί από τους θεατές μια κοπέλα τον πλησίασε.
-Μπορώ να έχω ένα αυτόγραφο από τον ήρωα του αγώνα;
Οι γύρω έσκασαν σε γέλια και ο Φίλιππος τους μιμήθηκε ενώ ο Αλέξης τον πείραζε:
-Ορίστε! Μας έγινες να δίνεις και αυτόγραφα.
Ο Φίλιππος σήκωσε το βλέμμα στον ουρανό δήθεν απηυδισμένος αλλά πήρε έναν στυλό που του έδωσαν.
-Που θα υπογράψω;
Η κοπέλα ξεκούμπωσε το πουκάμισό της αποκαλύπτοντας το πλούσιο μπούστο της.
-Εδώ.
Ομαδικά επιφωνήματα ακούστηκαν. Η κοπέλα του έκλεισε το μάτι. Ύστερα χαμήλωσε λίγο το τζιν της αποκαλύπτοντας το γυμνό της γοφό και το μαύρο κορδόνι ενός εσώρουχου στρινγκ.
-Ή εδώ αν θες.
Αποφασισμένος να μην φανεί δειλός ή διστακτικός, έσκυψε να γράψει στο γοφό της.
-Τι θες να γράψω;
-Με αγάπη Φίλιππος, του είπε.
Καθώς έκανε να γράψει εκείνη γύρισε και του ψιθύρισε στο αυτί.
-Θέλω να πάω μαζί σου, έλα στη αποθήκη με τα παλιά θρανία να ξεσκιστούμε.
Ο Φίλιππος ένευσε και συνέχισε να γράφει δήθεν σαν να μην είχε συμβεί τίποτα αλλά ήδη ονειρευόταν τη στιγμή που θα έκανε σεξ μαζί της. Η «θαυμάστρια» με το αυτόγραφο απομακρύνθηκε λικνίζοντας επιδεικτικά το κορμί της και εκείνος φρόντισε να ξεγλιστρήσει από τους συμμαθητές του για να την ακολουθήσει αλλά δεν πρόλαβε μιας και βρέθηκε μπροστά του η Αγγελική.
-Τι σου’ λεγε αυτή η βρωμιάρα; ρώτησε τον αδερφό της με μάτια που αστράφτανε.
-Μου ζήτησε αυτόγραφο, απάντησε ατάραχος ο Φίλιππος.
-Μόνο; απαίτησε να μάθει η Αγγελική και ο αδερφός της την πήρε παράμερα.
-Θέλει να την… ε…
Δεν του ήταν άνετο να μιλήσει για κάτι τέτοιο με την αδερφή του αλλά εκείνη κατάλαβε.
-Θέλει σεξ ε;
-Ναι.
-Και εσύ λες να της κάνεις τη χάρη!
-Χμμ…
-Φίλιππε! Είναι μια σιχαμένη τσούλα.
-Αγγελική… είπε κομπιάζοντας ο Φίλιππος. Δεν είμαι άβγαλτος… έχω πάει με γυναίκες. Δεν είναι η πρώτη.
-Ναι, δεν φανταζόμουν ότι είναι αλλά δεν χρειάζεται να πηγαίνεις με οποιαδήποτε είναι πρόθυμη!
-Δεν πάω με όλες.
-Ούτε με πολλές, Φίλιππε! Πρέπει να βρεις τη μια σου.
-Τότε να μη ψάξω στην τάξη σου ε; Το μόνο καλό κορίτσι εκεί μέσα είναι συγγενής και δεν κάνει να την ερωτευθώ!
Η Αγγελική γέλασε και τον αγκάλιασε.
-Γι’ αυτό σε αγαπώ, γιατί με ακούς! Αλλά έχουμε μια καλή κοπέλα που δεν είναι συγγενής ωστόσο, την Οφήλια.
-Την Οφήλια, είπε και ο Φίλιππος και στο μυαλό του ήρθε το γλυκό της πρόσωπο πλαισιωμένο από τα κόκκινά της μαλλιά.

Βγήκαν από την εκκλησία. Ο Μαξιμίλιαν σταμάτησε και έριξε μια ματιά ένα γύρο στο χωριό.
-Το γεφύρι που είναι;
-Πιο πάνω στο Βοϊδόρεμα, είπε η Αδαμαντία Σκληρού. Θέλετε να το δείτε ή να εγκατασταθείτε πρώτα;
-Ας εγκατασταθούμε πρώτα, αποφάσισε ο Μαξιμίλιαν.
-Μάικ, να πάρω το σακίδιό σου; είπε ένας τεχνικός στον Μιχάλη.
-Ναι, ευχαριστώ, άσε το στο δωμάτιο που θα είναι για μένα.
Ο τεχνικός ένευσε και απομακρύνθηκε κατά το βαν, ο Μιχάλης πάντα ακουμπώντας στο μπαστούνι του έκανε μερικά βήματα κοιτάζοντας το χωριό. Δεν ήταν μεγάλο, ήταν χτισμένο αμφιθεατρικά με τα σπίτια να σκαρφαλώνουν στην πλαγιά του βουνού αλλά τα πιο πολλά σπίτια είχαν κήπους ή έστω αυλές. Εκτός από τον κεντρικό δρόμο του χωριού που ήταν συνέχεια του επαρχιακού, οι υπόλοιποι δρόμοι του χωριού ήταν στενά σοκάκια. Ευτυχώς η εκκλησία και ο ξενώνας που θα έμεναν ήταν στο δρόμο οπότε εκείνος δεν θα χρειαζόταν να ανακατευτεί με τα σοκάκια. Από την άλλη πλευρά ακουγόταν ο χείμαρρος. Στράφηκε και βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με τη Μαρία.
-Συγνώμη, είπε εκείνη ντροπαλά και κοκκίνισε.
-Για ποιο πράγμα;
-Για την παρομοίωση.
-Δεν ήταν καθόλου ευγενική όντως αλλά δεν την έκανες εσύ.
-Εγώ φταίω όμως.
Ο Μιχάλης εκπλάγηκε.
-Πως φταις εσύ δηλαδή;
-Εμένα ήθελε να μειώσει, είπε με πίκρα η Μαρία. Όπως κάθε μέρα τα τελευταία δέκα χρόνια.
-Αν πω ότι κατάλαβα θα πω ψέματα, είπε ο Μιχάλης.
-Είμαι και εγώ σακατεμένη για εκείνη. Δεν φαίνεται βέβαια.
-Ατύχημα;
-Όχι, είπε η κοπέλα κοιτάζοντας το έδαφος, είμαι στείρα.
-Πόσο σίγουρο είναι αυτό; Παρά την κοινή πεποίθηση συνήθως φταίει ο άνδρας, είναι εκείνος που έχει το κακής ποιότητας σπέρμα ή το μη κινητικό.
-Δεν είμαι παντρεμένη. Γιατρός είσαι;
-Όχι, αλλά πέρασα πολύ περισσότερο καιρό από όσο θα ήθελα σε νοσοκομεία και έμαθα κάμποσα πράγματα. Αλλά αν δεν είσαι παντρεμένη πως ξέρεις ότι είσαι στείρα;
-Υποβλήθηκα σε μια επέμβαση και έχω ουλώδεις ιστούς στις σάλπιγγες, δεν θα κάνω παιδιά ποτέ.
Η κοπέλα χαμογέλασε με ένα πικρό χαμόγελο.
-Έπαψα να είμαι παρθένα στο χειρουργικό τραπέζι. Δεν θα με αγγίξει ποτέ άνδρας, δεν έχω καμία χρησιμότητα σαν σύζυγος.
Ο Μιχάλης έκανε έναν μορφασμό. Αυτή η κοπέλα είχε απαξιώσει τον εαυτό της από ένα ατυχές περιστατικό, θύμα των προκαταλήψεων της επαρχίας.
-Μια γυναίκα δεν αξίζει μόνο σα σύζυγος.
-Πες το σε εκείνη…
-Μαρία! ακούστηκε επιτακτική η φωνή της Αδαμαντίας Σκληρού και η κόρη της έσπευσε να πάει κοντά της.
Ο Μιχάλης την κοίταξε αναρωτώμενος πόσο βαθιά είχε τραυματίσει αυτή η αυταρχική γυναίκα την κόρη της για κάτι που δεν έφταιγε μάλιστα.

Ο Δημήτρης Ντούντας κάθισε στην αναπαυτική πολυθρόνα στο γραφείο του και άνοιξε τον υπολογιστή μπροστά του. Μπορεί να είχε πει στον Μαξιμίλιαν ότι είχε δουλειές αλλά αυτό ήταν σπάνια λόγω της θέσης του, συνήθως απασχολείτο με τις δικές του δουλειές. Σήμερα όμως δεν είχε ούτε τέτοιες δουλειές. Θα περνούσε την ώρα του ευχάριστα.
Ο υπολογιστής ήταν έτοιμος και ο Δημήτρης πληκτρολόγησε μια διεύθυνση στον παγκόσμιο ιστό. Του άνοιξε μια σελίδα και έδωσε έναν κωδικό. Ήταν μια από τις σελίδες που δεν εμφανίζονται σε μηχανές αναζήτησης αλλά πρέπει να ξέρεις για να τις βρεις, μέρος του αθέατου ιστού. Η συγκεκριμένη ήταν πορνογραφικού περιεχομένου, περιείχε από φωτογραφίες και σκίτσα μέχρι ταινίες. Δεν υπήρχαν εδώ μέσα γκέι ή άλλες ανωμαλίες, μόνο φυσιολογικό σεξ, αλλά του άρεσε πολύ να τις παρακολουθεί και μερικές φορές να τις εφαρμόζει με την γυναίκα του.
Μια ετικέτα τράβηξε την προσοχή του: «Αξέχαστη Δεκαετία του 80, Η Γυμνή Χωριατοπούλα.»
Την επέλεξε αμέσως και άρχισε να βλέπει άπληστα καθώς ακόμα και πριν τους στοιχειώδεις τίτλους παρουσίαζε μια κοπέλα να γδύνεται. Μόνο όταν έκανε ένα κοντινό στο πρόσωπό της ο Δημήτρης συνειδητοποίησε ότι την ήξερε αυτήν την γυναίκα. Τώρα πια δεν ήταν κοπέλα, ήταν παντρεμένη με παιδιά. Και βρισκόταν στο χωριό.
Σηκώθηκε από την πολυθρόνα του και πήγε να φύγει αλλά κάθισε και πάλι. Έκλεισε τον explorer και μετά ξανασηκώθηκε, θα πήγαινε μια επίσκεψη.
-Πάω σε μια δουλειά, είπε στη γραμματέα του βγαίνοντας.
«Και τι δουλειά, σκέφθηκε χαιρέκακα.»

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου