Η Λίζα πλησίασε την αιωρούμενη σφαίρα και στάθηκε για μια στιγμή, ύστερα την άγγιξε, η αίσθηση ήταν δυσάρεστη, σαν να είχε βυθιστεί σε πάγο σε τέτοιο βαθμό που το κρύο να την καίει. Η σκοτεινή δύναμη του μάγου την κύκλωσε και αισθάνθηκε να επικοινωνεί με το μυαλό του Μπαγκράς, μια ειδεχθής αίσθηση μιας και δεν υπήρχε εκεί παρά μίσος και κακία. Η δοκιμασία της ήταν στιγμιαία και μετά βρέθηκε στο εσωτερικό της σφαίρας δίπλα στον Ιππότη που είχε κλείσει τα μάτια του και ακουμπούσε τα χέρια του στα γόνατά του, ένιωθε πως συγκέντρωνε τις δυνάμεις του.
-Κοίτα την αψίδα Ονειρεύτρια, της είπε ήσυχα. Τι βλέπεις;
Η Λίζα κοίταξε την αψίδα που ήταν σκαλισμένη στον τοίχο και μια κραυγή ξέφυγε από τα χείλη της. Γιατί αντίθετα με τους υπόλοιπους δεν έβλεπε τον τοίχο αλλά πέρα από την αψίδα. Και αυτό που έβλεπε την τρόμαζε, έβλεπε ένα σπήλαιο με έναν αιματοβαμμένο βωμό κοντά στην άλλη πλευρά της αψίδας και άνδρες με μαύρους μανδύες παρατεταγμένους μπροστά του.
-Τι..... τι είναι αυτό; ψιθύρισε.
-Κάτι που συμβαίνει στον κόσμο σου και δεν θα έπρεπε, είπε ο Ιππότης, και που θα πάψει. Αλλά πρώτα πρέπει να τελειώσει αυτό που γίνεται εδώ.
Η Λίζα στράφηκε να τον κοιτάξει αλλά ο Ιππότης είπε βιαστικά:
-Μην αποστρέφεις το βλέμμα σου από την Πύλη αυτή Ονειρεύτρια, είσαι η μόνη που βλέπει πέρα από αυτή. Κράτα ανοιχτή αυτή τη δίοδο για' μενα λίγο και όλα θα τελειώσουν.
Η Λίζα ένιωσε το μυαλό του να αγγίζει το μυαλό της, ένιωσε τη δύναμή του, μια δύναμη το ίδιο μεγάλη σαν του Μπαγκράς αλλά στραμμένη στο να πολεμάει το σκοτάδι και να προστατεύει όσους το είχαν ανάγκη. Τον αισθάνθηκε να συγκεντρώνεται και να στρέφει αυτήν του τη δύναμη στην αψίδα.
Μόλις βγήκαν από τον ανελκυστήρα ο Ραμίρ ρίγησε, ακόμα και χωρίς τις ανώτερες δυνάμεις των Ιπποτών μπορούσε να νιώσει το κακό και το σκοτάδι που μαζευόταν στο σπήλαιο αυτό. Ένας από τους άνδρες με τους μαύρους μανδύες άρπαξε την Κάτκα από τα χέρια της Γιαρμίλα, το κοριτσάκι ξέσπασε σε κλάματα, κάτι που έκανε την αντίσταση της κοπέλας ακόμα εντονότερη. Πάλευε με νύχια και με δόντια να ξεφύγει από τους άνδρες που την κρατούσαν.
Ακριβώς εκείνη τη στιγμή της αναταραχής διάλεξε ο Ροβέρτος για να επέμβει. Με τα δυο σπαθιά του ήδη τραβηγμένα επιτέθηκε σκορπώντας τον όλεθρο. Ελευθέρωσε τον Ραμίρ σωριάζοντας τους άνδρες που τον κρατούσαν νεκρούς.
-Ροβέρτο! Πάνω στην ώρα! είπε ο Ραμίρ.
Έσπευσε να ανακτήσει το όπλο του και να μπει στη μάχη. Σκότωσε τον άνδρα που είχε τη σπάθα του και μετά προχώρησε να ελευθερώσει τη Γιαρμίλα και την Κάτκα. Έφτασε γρήγορα στην κοπέλα αλλά η Κάτκα ήταν τώρα ακουμπισμένη στο βωμό και ένας άνδρας με μαύρο χιτώνα, του είδους που πολύ καλά αναγνώριζαν ο Ραμίρ και ο Ροβέρτος, εκφωνούσε μαγικές επικλήσεις με ένα στιλέτο να αιωρείται πάνω από το λαιμό της.
Ο Σάιμον μπλόκαρε με το σπαθί του την επίθεση ενός αντιπάλου και του έριξε μια γροθιά με το ελεύθερο χέρι του σπάζοντάς του κυριολεκτικά τα μούτρα αφού ο αντίπαλός του έπεσε βογκώντας με σπασμένη μύτη και το ένα ζυγωματικό. Η λάμα ενος σπαθιού πέρασε δίπλα στο πρόσωπό του και ένιωσε το θανατηφόρο φιλί του ατσαλιού που χάραξε το μάγουλό του. Ο Ροδόλφος της Ασόν πρόλαβε και μπλόκαρε το χτύπημα του πολεμιστή ενώ ο Σάιμον ανακτούσε την ισορροπία του και περνούσε στην αντεπίθεση εναντίον του παραλίγο δολοφόνου του. Λίγο πιο πέρα ο Ίθαν και ο Αλεξάντερ κατάφερναν να ανοίξουν μια δίοδο ανάμεσα στα στίφη των εχθρών για να ενωθούν με τους συντρόφους τους.
-Πρέπει να κάνουμε κάτι και γρήγορα, είπε ο Αλεξάντερ, δεν μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα με όλους αυτούς.
-Έχεις κάποια ιδέα; ρώτησε ο αδερφός του αλλά η φωνή του χάθηκε σε έναν εκκωφαντικό ήχο που κανένας τους δεν είχε ξανακούσει.
Ένα εκτυφλωτικό μπλε φως γέμιζε την αψίδα τώρα. Κανείς τους δεν είχε ξαναδεί κάτι τέτοιο και το φως αυτό, που έμοιαζε με το φως που βλέπει κανείς όταν είναι κάτω από την επιφάνεια του νερού και κοιτάζει προς τα πάνω, τους μάγευε, ασκούσε μια περίεργη έλξη πάνω τους.
-Έγινε! κραύγασε σαν μανιακός ο Μπαγκράς. Ο δρόμος είναι ανοιχτός για να κατακτήσουμε αυτόν τον κόσμο. Εμπρός! Περάστε για τη δόξα των Αρχόντων Του Σκότους.
Οι παρατεταγμένοι στρατιώτες του μάγου άρχισαν να προχωρούν, να περνάνε στο φως και να εξαφανίζονται. Οι τέσσερεις Ιππότες και ο Ροδόλφος δεν είχαν χρόνο να παρακολουθούν το θέαμα πολεμούσαν για τη ζωή τους ενώ το παρανοικό γέλιο του μάγου ακουγόταν πάνω από τους ήχους της μάχης.
Ο Ραμίρ και ο Ροβέρτος μάχονταν με πείσμα και με θανατηφόρα αποφασιστικότητα προσπαθώντας να φτάσουν στην Κάτκα πριν να είναι αργά. Η Γιαρμίλα παρακολουθούσε με δάκρυα στα μάτια, χλωμή σαν πεθαμένη, την προσπάθεια για τη διάσωση της αδερφής της. Είχε προσπαθήσει και η ίδια να βοηθήσει αλλά αδυνατούσε να τα βάλει με τους οπλισμένους ακόλουθους του μάγου. Ωστόσο οι δυο Ιππότες τους είχαν φέρει σε δεινή θέση. Έπεφταν ο ένας μετά τον άλλο ενώ ο κύριός τους δεν μπορούσε να τους βοηθήσει καθώς η προσοχή του έπρεπε να παραμείνει αδιάσπαστα στραμμένη στο δύσκολο έργο που εκτελούσε.
Οι ακόλουθοι είχαν απομείνει λίγοι και οι δυο Ιππότες ήταν κοντά στο βωμό. Θα προλάβαιναν όμως να σώσουν την Κάτκα από το μαχαίρι που ήδη άγγιζε το λαιμό της;
4 σχόλια:
Θα προσπαθήσω να το διαβάσω από την αρχή του.
Ίσως το εκτυπώσω, μου είναι δύσκολο να διαβάζω στην οθόνη.
Η γραφή σου φέρνει "ηρεμία", άσχετα από την ιστορία ...
Καλό σου απόγευμα
Χαίρομαι αν σου φέρνει ηρεμία, είναι ένα συναίσθημα που όλοι χρειαζόμαστε.
Αν θέλεις στείλε ένα προσωπικό μήνυμα με το e-mail σου και θα στο περάσω όλο μαζί να μπορείς πιο εύκολα να το εκτυπώσεις.
Την καλημέρα μου.
Το mail μου είναι στη Meggie,
δεν διάβασα το τέλος
κι έτσι θα το περιμένω όλο μαζί
ελπίζω να δεις το μήνυμα εδώ.
καλό σου βράδυ
(εγώ συνεχίζω με Σελίν απόψε)
Εντάξει θα το φροντίσω.
Καλή σου νύχτα Meggie.
Δημοσίευση σχολίου