Ο
Μιχάλης πήγε τη Βερόνικα στο κέντρο της Γλυφάδας για βόλτα και η πρώτη στάση
τους ήταν σε μαγαζιά με ρούχα για να
πάρει η κοπέλα ρούχα μιας και είχε το φορεματάκι μόνο που φορούσε τη νύχτα της
γνωρίμίας τους. Ο Μιχάλης δεν την άφησε να ξοδέψει τα χρήματα που της είχε
δώσει,πλήρωνε εκείνος της αγορές της και μετά από μια βόλτα στους
πολυσύχναστους δρόμους και τις βιτρίνες των καταστημάτων της έκανε το τραπέζι
σε ένα εστιατόριο.
Επέστρεψαν
στο σπίτι και μόλις μπήκαν μέσα η Βερόνικα στράφηκε προς το Μιχάλη και
αφήνοντας τις τσάντες με τα πράγματα που είχε αγοράσει στο πάτωμα ρίχτηκε στην
αγκαλιά του. Τον φίλησε και μετά ακούμπησε το κεφάλι της στο στέρνο του
-Ευχαριστώ
για όλα,είπε.
Ο
Μιχάλης δεν απάντησε αλλά χάιδεψε τα μαλλιά της απαλά.Η Βερόνικα έκλεισε τα
μάτια της.Δεν ήταν μόνο πως την είχε βοηθήσει,ήταν και ο τρόπος που το
έκανε,ήρεμα,χωρίς επίδειξη,με κατανόηση.Η γαλήνη του την ηρεμούσε και' κείνη
και ευχήθηκε να μην την έδιωχνε από το πλευρό του,να την άφηνε να μείνει μαζί
του,την πρώτη φορά που ένιωθε ότι κάποιος ενδιαφερόταν για εκείνη.
Το
βράδυ βγήκαν πάλι για μια βόλτα και περπάτησαν ως ένα κοντινό μικρό εστιατόριο
για το δείπνο.Η Βερόνικα κρατώντας το χέρι του Μιχάλη ένιωθε σαν να είχε
ξαναγεννηθεί,σαν να μπορούσε να αρχίσει τη ζωή της ξανά.
Όταν
επέστρεψαν στο σπίτι η Βερόνικα ξάπλωσε για να κοιμηθεί ενώ ο Μιχάλης έμεινε να
διαβάζει,μέσα στον ύπνο της τον άκουσε να μιλάει στο τηλέφωνο και να λέει το
όνομά της δυο φορές.Ήταν όμως πολύ νυσταγμένη για να καταλάβει τι
έλεγε,κατάλαβε μόνο πως η ήσυχη φωνή του είχε μια τραχύτητα που δεν είχε
ξανακούσει σ' αυτή.
Όταν
ωστόσο ξάπλωσε δίπλα της και' κείνη αναζήτησε καταφύγιο στην αγκαλιά του την
κράτησε κοντά του χαΐδεύοντας τα μαλλιά της και ψιθυρίζοντάς της καθησυχαστικά.
Ξύπνησε
από ένα δυνατό πόνο στο στομάχι.Ένιωθε σαν να είχε αρπάξει ένα τεράστιο χέρι τα
σωθικά της και τα συνέθλιβε.Σηκώθηκε από το κρεβάτι και πήγε στο
μπάνιο,γονάτισε δίπλα στη μπανιέρα και έκανε εμετό.Το τεράστιο χέρι στα σωθικά
της έμοιαζε να τα στρίβει για να τα ξεριζώσει και ο πόνος την έκανε να
ουρλιάξει.
Ο
Μιχάλης βρέθηκε σχεδόν αμέσως δίπλα της.Γονάτισε και την στήριξε καθώς οι
σπασμοί ενός δεύτερου εμετού την συγκλόνιζαν.Παραμέρισε τα μαλλιά από το μέτωπό
της και σκούπισε τον ιδρώτα που έτρεχε ποτάμι.
-Πρέπει
να πάρω το χάπι,είπε η κοπέλα με φωνή βραχνή από τον πόνο.Πρέπει να το πάρω το
καταραμένο.....Πρέπει να βρω τον.....
Η
φωνή της έσβησε και ούρλιαξε από τον πόνο.
-Πρέπει,ψιθύρισε.
-Πρέπει
να το πολεμήσεις,να παλέψεις Βερόνικα,είπε ο Μιχάλης.Κάνε το για τη μητέρα σου
που θα ήθελε να ζήσεις αν δεν το κάνεις για' σενα.
Η
κοπέλα τον κοίταξε με απλανές βλέμμα και ξαφνικά άρχισε να τον χτυπάει
κυριευμένη από αμόκ.
-Το
χρειάζομαι σου λέω!φώναξε.
Ο
Μιχάλης την άφησε να ξεσπάσει και όταν εκείνη ξέπνοη αναλύθηκε σε λυγμούς την
πήρε στην αγκαλιά του.
-Πάλεψέ
το Βερόνικα,θα είμαι στο πλάι σου,της υποσχέθηκε.
Ήταν
μια υπόσχεση που θα πλήρωνε ακριβά.
Οι επόμενες μέρες πέρασαν με τον ίδιο
εφιαλτικό τρόπο.Τα επεισόδια του στερητικού συνδρόμου ήταν πιο μεγάλα και
συχνά.Η Βερόνικα υπέφερε από σπασμούς και πόνους στο στομάχι,έκανε εμετό και
καταλαμβανόταν από βίαια ξεπάσματα Ακολουθούσε συνήθως μια κατάρρευση κατά την
οποία η κοπέλα έκλαιγε κουλουριασμένη όπου τύχαινε να πέσει.Ο Μιχάλης της
παραστεκόταν προσπαθώντας να απαλύνει τον πόνο της. Ήταν δίπλα της όταν πονούσε
και υπέφερε,τη στήριζε και την κρατούσε όταν έκανε εμετό.Την άφηνε να ξεσπάει
πάνω του και να τον χτυπάει.Το πρόσωπο και τα χέρια του είχαν γεμίσει από
αμυχές που του είχε προκαλέσει η Βερόνικα κυριευμένη από αμόκ. Δεν τον ένοιαζε
όμως αλλά συνέχιζε να είναι δίπλα της κρατώντας την στην αγκαλιά του όταν
έκλαιγε και μιλώντας της τρυφερά και χαιδεύοντας τη απαλά. Για να τη βοηθάει
στον αγώνα που έδινε συνέπασχε μαζί της,έτρωγε μόνο όταν έτρωγε εκείνη και
κοιμόταν όταν το έκανε εκείνη.Μπορεί να ήταν εξοντωτικό αλλά είχε αποτέλεσμα,η
Βερόνικα βλέποντας τον να υποβάλλει τον εαυτό του σε τέτοιε κακουχίες για
εκείνη έπαιρνε θάρρος και επέμενε στην απόφασή της να ξεφύγει από την ανάγκη
της αυτήν που την καταδυνάστευε.
-Μην
με αφήσεις, παρακαλούσε όταν ήταν σε κατάταση νηφαλιότητος,μην μ'
εγκαταλείψεις.
-Ποτέ
αγάπη μου,της υποσχόταν ο Μιχάλης.
Πάλεψαν
μαζί με το πάθος που τη βασάνιζε μέρα με τη μέρα,ώρα με την ώρα, σε κάθε στιγμή
και περίσταση.Ήταν ο σκληρότερος αγώνας που είχε χρειαστεί να δώσει η Βερόνικα
γιατί ήταν απέναντι στον ίδιο της τον εαυτό.Πάλευε με την πλευρά εκείνη που την
ωθούσε να παραδοθεί, να πάρει το χάπι αρκεί να μην πονάει και να μην
υποφέρει.Πολεμούσε με τον πόνο των όσων είχαν συμβεί και με την απελπισία που
πολλές φορές την κυρίευε για το μέλλον της.
Κάπου
μέσα της όμως κρυβόταν μια σκληρή αποφασιστικότητα να ζήσει. Ήταν σε λανθάνουσα
κατάσταση όσο βρισκόταν κάτω από την σκληρή καταπίεση του πατέρα της, που δεν
επέτρεπε στην προσωπικότητά της να ανθίσει, αλλά τώρα στη ζεστή αγκαλιά του
Μιχάλη είχε αφυπνισθεί και οδηγούσε την Βερόνικα στη μάχη για να ξανακερδίσει
τη ζωή της.
Η
αγάπη και η αφοσίωση που ο Μιχάλης της έδειχνε και η δική της επιθυμία να ζήσει
χωρίς να εξαρτάται από οποιαδήποτε ουσία στο τέλος κέρδισαν τη μάχη.Αργά αργά η
Βερόνικα ξαναγύρισε στη γη των ζωντανών νιώθοντας πραγματικά ξαναγεννημένη.
Χωρίς κανέναν δεσμό με κανέναν παρά μόνο με τον άνδρα που την είχε αγαπήσει και
που είχε αγαπήσει όπως της είχε σταθεί στην δοκιμασία της, ετοιμάστηκε να
ξεκινήσει από την αρχή τη ζωή της.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου