Η Κρύπτη Της Ναβίρα 6

Author: Νυχτερινή Πένα /

Ο Ράουμας άρχισε να απομακρύνεται από τους Εού προς την ανοιχτή έκταση που απλωνόταν ως το Ακροπύργιο. Μια άλως λευκού φωτός τον τύλιγε και τον έκανε να φεγγοβολάει στο σκοτάδι ενώ τα τέρατα και οι αιωρούμενοι πολεμιστές κινούνταν προς το μέρος του. Όταν απομακρύνθηκε αρκετά από τον καταυλισμό γύρισε αντικρίζοντας τον εχθρό. Το φως γύρω του έγινε πιο έντονο και τα τέρατα άρχισαν να τρέχουν προς το μέρος του. Ο μάγος τέντωσε τα χέρια του μπροστά και η γη άρχισε να δονείται και ξαφνικά ένα χάσμα δημιουργήθηκε μπροστά στα πόδια του καταπίνοντας τους επιτιθέμενους. Το χάσμα συνέχισε να διευρύνεται μέχρι που δεν έμεινε κανένα από τα τέρατα. Ύστερα άρχισε να κλείνει, μόλις το έδαφος αποκαταστάθηκε ο μάγος έκανε να επιστρέψει. Σε λίγα βήματα τρέκλισε και έπεσε κάτω.
-Ράουμας!
Η Σέλμιορ έτρεξε κοντά του όπως και η Αχούκ. Ο Βίλνους στράφηκε στον Σοκάρ, παρά την κούρασή του είπε τυπικά:
-Αναφορά κατάστασης.
Ο Σοκάρ ένευσε και απομακρύνθηκε. Ο Βίλνους είδε τέσσερις άνδρες του να στέκονται εκεί κοντά, ήταν οι μόνοι που έβλεπε επιζώντες ένα γύρω και ο Σάι λίγο πιο πέρα που στεκόταν δίπλα στην Αλόα, φρουρός της όπως τον είχε διατάξει. Κάθισε σε ένα έλκηθρο που ήταν αναποδογυρισμένο εκεί δίπλα και κάρφωσε τη σπάθα στο έδαφος. Είδε τον Ράουμας να συνέρχεται και να επιστρέφει στον καταυλισμό στηριγμένος στην Αχούκ και την αδερφή του.
Ο Σοκάρ επέστρεψε και στάθηκε μπροστά στον Βίλνους.
-Ο Ντενάουμπις είναι νεκρός, έχουμε επτά επιζώντες, δύο είναι τραυματίες και δεν θα μπορέσουν να συνεχίσουν. Η Αδάρα είναι εντάξει και τα μαγικά παιδιά το ίδιο. Ο Ντρέηκ είναι τραυματισμένος αλλά θα συνεχίσει.
-Να θάψουμε τους νεκρούς μας και να ξεκουραστούμε λίγο και το πρωί θα συνεχίσουμε.
-Θα έχει νόημα; ρώτησε ο Σοκάρ. Είμαστε πολύ λίγοι τώρα.
-Πρέπει να προκαλέσαμε και στον εχθρό ανάλογη αιμορραγία, και έχουμε το πλεονέκτημα των μάγων μας. Αλήθεια που είναι αυτό το θρασύδειλο ον ο εργοδότης μας;
-Είχε κρυφτεί κάτω από μια πεσμένη σκηνή σε όλη τη μάχη. Οι υπηρέτες του δεν ήταν τόσο τυχεροί. Τους κατακρεούργησαν οι λύκοι.
Ο Βίλνους κούνησε το κεφάλι του και σηκώθηκε.
-Ας κάνουμε το καθήκον μας προς τους συντρόφους μας.
Μάζεψαν τα σώματα των νεκρών τους και τα έθαψαν με τα όπλα τους αγκαλιά όπως αρμόζει σε πολεμιστές. Το έδαφος ήταν πολύ παγωμένο για να σκαφτεί αλλά ο Ράουμας άνοιξε έναν μεγάλο λάκκο όπου έβαλαν δίπλα δίπλα τα σώματα και μετά τον σκέπασε. Εν τω μεταξύ Σοκάρ έγραψε τα ονόματά τους και η Σέλμιορ τα μετέφερε σε μια πλάκα που έστησαν για να θυμίζει τον τόπο της ύστατης μάχης και της ταφής τους μαγεύοντάς την να μείνει για πολλά χρόνια άφθαρτη και να κρατάει ζωντανή τη μνήμη.
Μαζεύτηκαν μετά όλοι οι επιζώντες και ο Βίλνους είπε μερικά λόγια για τους πεσόντες ευχόμενος να βρουν την ανάπαυση στον κόσμο μετά ετούτον εδώ.
Είχαν τελειώσει με όλα αυτά και συγκέντρωναν τα όπλα και τα εφόδια που θα τους ήταν ακόμα χρήσιμα όταν η Αχούκ πλησίασε τον Βίλνους.
-Η αυγή είναι ακόμη μακριά, πρέπει να ξεκουραστείτε. Καλύτερα να έρθετε στον καταυλισμό μας μην έρθουν ξανά αυτά τα πλάσματα της αβύσσου.
Δεν είχε άδικο, και ήταν λίγοι τώρα για να αμυνθούν, καλύτερα να βρίσκονταν ανάμεσα στους Εού. Μετέφεραν τα εφόδιά τους στη μεγάλη σκηνή όπου και θα φιλοξενούνταν. Εξαίρεση αποτελούσαν οι δύο τραυματίες και ο Ράουμας που πήραν μια άλλη σκηνή για να ξεκουραστούν και όπου θα παρέμεναν οι δύο τραυματίες. Ο μάγος είχε εξαντλήσει και την τελευταία ικμάδα της δυνάμεώς του και χρειαζόταν σίγουρα ανάπαυση.
Όταν τακτοποιήθηκαν όλα ο Βίλνους ξάπλωσε να κοιμηθεί και αυτός μιας και λίγο είχε προλάβει πριν αρχίσει η επίθεση. Μέσα στη σιγαλιά της νύχτας και αφού μόνο η φωτιά σιγόκαιγε ο Βίλνιους ένιωσε κάποιον να τρυπώνει κάτω από τα δέρματα δίπλα του και δυο απαλά χείλη να χαϊδεύουν το λαιμό του.
Αυτή τη φορά δεν χρειάστηκε καμία παρέμβαση για να ονειρευτεί την Σέλμιορ γυμνή στην αγκαλιά του. Πέρασε το χέρι του γύρω από τους ώμους της και η κοπέλα μαζεύτηκε στο πλευρό του ακουμπώντας το κεφάλι της στο στέρνο του.

Ο Σάι καθόταν ακουμπισμένος σε έναν από τους στύλους που στήριζαν τη σκηνή. Αφουγκραζόταν την ησυχία της νύχτα που έδειχνε τόσο αφύσικη μετά τη σφαγή που είχε προηγηθεί και αναρωτιόταν τι θα έφερνε το πρωινό.
-Πρέπει να ξεκουραστείς.
Ήταν η Αλόα που του είχε μιλήσει. Η κοπέλα είχε ξαπλώσει κοντά του αλλά νόμιζε ότι είχε αποκοιμηθεί. Διαπίστωνε τώρα ότι δεν κοιμόταν αλλά τον κοιτούσε με μάτια μέσα στα οποία μπορούσε να δει το καθρέφτισμα της φωτιάς που έκαιγε στο κέντρο της σκηνής.
-Δύσκολο πριν από μια μάχη, της είπε.
-Τώρα είμαστε μετά από μία.
-Θα έχουμε και άλλη το πρωί στο Ακροπύργιο.
-Οι Εού το φοβούνται αυτό το μέρος, άκουσα να λένε ότι δεν έχουμε ελπίδα.
-Δεν ξέρουν τον Βίλνους, και απόψε δεν θα είχαμε κινδυνεύσει αν δεν είμασταν τόσο λίγοι, βλέπεις η δουλειά παρουσιάστηκε όταν οι περισσότεροι είχαν φύγει από την πόλη και είμασταν λίγοι για να εκστρατεύσουμε.
-Είσαι περήφανος για τον αρχηγό σου, είπε με απορία εκείνη.
-Και εκείνος είναι για εμάς και νοιάζεται.
Ο Σάι έμεινε για λίγο σιωπηλός. Μετά την κοίταξε πάλι.
-Κοιμήσου εσύ όμως, δεν υπάρχει λόγος να φοβάσαι.
-Έλα, ξάπλωσε και εσύ, είπε η κοπέλα.
Μετακινήθηκε κάνοντάς του χώρο να ξαπλώσει και αυτός κάτω από τα δέρματα που τη σκέπαζαν. Ο Σάι το έκανε υπακούοντας στο παρακλητικό βλέμμα της. Ήταν ζεστά έτσι όπως είχε ξαπλώσει στα ήδη χρησιμοποιημένα δέρματα και το δικό της σώμα δίπλα του ήταν ακόμα πιο ζεστό. Ο νεαρός τοξότης γύρισε και την κοίταξε. Το πρόσωπό της ήταν σε απόσταση αναπνοής και δεν μπορούσε να μην προσέξει πόσο γλυκό ήταν, και εκείνος ο βάναυσος αφέντης της να την κακοποιεί έτσι! Ο ίδιος δεν θα άντεχε ούτε να τη δει να κλαίει. Ασυναίσθητα σχεδόν τη φίλησε απαλά στα χείλη απλώνοντας το χέρι του να χαϊδεύσει τα μαλλιά της και εκείνη χώθηκε στην αγκαλιά του.
Αυτή τη φορά δεν χρειαζόταν να φοβάται ή να έχει το νου του για δόλο και κρυμμένα μαχαίρια. Ήταν ξεκάθαρα όλα, και όλα όσα είχαν και οι δύο ανάγκη. Γεύθηκαν την χαρά και την απόλαυση της πρώτης φοράς με κάποιον που σημαίνει κάτι και κοιμήθηκαν αγκαλιασμένοι. Δεν πήραν είδηση τους υπόλοιπους που ξύπνησαν για να ετοιμαστούν ούτε τον Βίλνους που στάθηκε για λίγο κοιτώντας τους με ένα χαμόγελο πριν βγει από τη σκηνή για την τελευταία μάχη αυτής της εκστρατείας. Για εκείνους όλα αυτά είχαν τελειώσει, ένα νέο κεφάλαιο άρχιζε.


ΙΧ

Η μάγισσα γέλασε ικανοποιημένη, αυτοί που είχαν επιζήσει θα ήταν ό,τι έπρεπε για να πετύχουν τα σχέδιά της. Λίγες ώρες ακόμη. Γέλασε ξανά.
Τα μαλλιά της είχαν αρχίσει να θαμπώνουν αλλά δεν πείραζε, σε λίγες ώρες θα είχε τη δύναμη που ήθελε, και τότε θα έφτιαχνε τα πάντα όπως εκείνη ήθελε και γνώριζε.
Έστειλε ακόμα ένα όνειρο στο μυαλό του Καλ Μαλγκοράν, ο μάγος ήταν πια δικός της, καμία σοφία ή σύνεση δεν θα μπορούσε να διαπεράσει την αχλή της τρέλας του και να τον λογικέψει. Σκέφθηκε να δοκιμάσει ξανά τον Βίλνους αλλά δεν το έκανε, εξακολουθούσε να υπάρχει κάτι που την εμπόδιζε. Δεν ήταν και απαραίτητο εξάλλου.
Στο Ακροπύργιο υπήρχαν ελάχιστοι πια αιωρούμενοι πολεμιστές, ακόμα και ο Καλ μόνος του θα κατάφερνε να φτάσει ως εκείνη. Από τέρατά της δεν είχε απομείνει κανένα αλλά αυτό επίσης δεν ήταν πρόβλημα, θα δημιουργούσε άλλα πιο φοβερά ακόμη.

Ναι, κέρδιζε σε αυτόν τον πόλεμο επιτέλους και η Συντεχνία των Μάγων θα πλήρωνε ακριβά την φυλάκισή της. Γέλασε για άλλη μια φορά.

2 σχόλια:

flash είπε...

Παρακολουθώ τις συνέχειες με μεγάλο ενδιαφέρον, όπως και σε κάθε ιστορία σου φυσικά! μην κοιτάς που δεν μιλάω πολύ συχνά, είμαι εθισμένη πια μετά τόσες όμορφες αφηγήσεις και ολόκληρους κόσμους που έχω ταξιδέψει και γνωρίσει εδώ μέσα από παλιά! :) και αυτό τώρα, μετά μια κουραστική μέρα, ήταν ό,τι πρέπει! :) Καλό μήνα να έχουμε και ένα γλυκό, αναζωογονητικό Φθινόπωρο να χαρούμε και να απολαύσουμε!!!

Νυχτερινή Πένα είπε...

Χαίρομαι που σου άρεσε! Απόψε το φινάλε!
Αρκεί να είναι δροσερό και θα είναι εντάξει το φθινόπωρο, να φύγει πια αυτή η ζέστη!

Δημοσίευση σχολίου