Δάκρυα

Author: Νυχτερινή Πένα /

   Μια κοπέλα βιώνει το μαρτύριο της οικογενειακής βίας, προσπαθώντας να ξεφύγει από αυτήν την κατάσταση αυτή καταφεύγει σε απεγνωσμένες λύσεις που την φέρνουν στο χείλος της καταστροφής. Ακριβώς τότε, και ενώ όλα πλέον δείχνουν χαμένα, βρίσκεται στο δρόμο της ένας ασυνήθιστος άνθρωπος. Βρέθηκε όμως εγκαίρως για να αλλάξει τη ζωή της;


   Άλλη μια ιστορία έτοιμη για ανάγνωση οn line ή για να τη μεταφορτώσετε και να την διαβάσετε εκτός ίντερνετ. Καλή ανάγνωση.

Ξυπνώντας Μέσα Στη Νύχτα

Author: Νυχτερινή Πένα /

Ξύπνησα μέσα στη νύχτα χωρίς να ξέρω το γιατί. Έχει απόλυτη ησυχία, είναι πολύ αργά. Ανακάθομαι και σκέφτομαι τη μέρα που έφυγε, τη μέρα που έρχεται. Τι έχω να κάνω. Και μετά σκέφτομαι εσένα, εσένα που τόσο πολύ αγαπώ. Κοιμάσαι αυτήν την ώρα, αυτό ελπίζω και εύχομαι, να ξεκουραστείς και να δεις όμορφα γλυκά όνειρα. Σε σκέφτομαι και οι έννοιες της ημέρας φεύγουν μακριά, ένας κόσμος όπου ακτινοβολεί ο ήλιος της παρουσίας σου είναι ένας κόσμος καλά καμωμένος. Η σκέψη ότι είσαι εδώ, ότι είσαι μαζί μου με γαληνεύει, με γεμίζει με ένα τρυφερό, ζεστό συναίσθημα. Ναι, είναι όλα καλά αφού είσαι στη ζωή μου και είσαι μαζί μου. Ξαπλώνω και πάλι, αποκοιμιέμαι με το όνομά σου στα χείλη μου.

Σέριλ 3

Author: Νυχτερινή Πένα /

   Δυο λεπίδες άστραψαν στο φως του κρύου πρωινού και τα γκόμπλιν ούρλιαξαν καθώς τα χέρια ενός και ο λαιμός ενός άλλου είχαν κοπεί από τα σπαθιά. Ο άνδρας που τα κρατούσε ήταν ένας γεροδεμένος καστανομάλλης με γαλανά μάτια. Είχε μια ουλή στο αριστερό μάγουλο και δεν φαινόταν να ανησυχεί με το γεγονός ότι στεκόταν μόνος απέναντι σε μια ντουζίνα γκόμπλιν. Αντίθετα ρίχθηκε επάνω τους με τα δυο σπαθιά να θερίζουν άκρα και να αφαιρούν ζωές.
   Την ίδια στιγμή το μοκόθ βρυχήθηκε τόσο δυνατά που έκανε το έδαφος να τρέμει. Το τεράστιο ζώο, που το αποκαλούσαν τρόμο της Υπερβόρειας, σωριάστηκε νεκρό. Δίπλα του ένας μεγαλόσωμος άνδρας με μια μεγάλη σπάθα στα χέρια κοίταζε ικανοποιημένος το αποτέλεσμα που είχε επιφέρει με ένα και μόνο χτύπημα.
   Δυο ακόμη άνδρες έτρεχαν προς τον μάγο με σπαθιά τραβηγμένα και εκείνος οπισθοχώρησε. Δεν του άρεσε η εξέλιξη που είχαν τα πράγματα. Παρότι δεν φορούσαν στολές αναγνώριζε πολύ καλά τους άνδρες για αυτό που ήταν, Ιππότες του Όρκου των Μελντόρα, η ελίτ των πολεμιστών της Αραγκόν. Πολύ προικισμένοι και με εξαιρετικές ψυχικές δυνάμεις.
   Έπρεπε να φύγει τώρα που μπορούσε. Οπισθοχώρησε αφήνοντας την λαίδη Μοράνα που ούρλιαζε υστερικά βλέποντας την απρόσμενη άφιξη σωτηρίας για την πριγκίπισσα. Οι δυο Ιππότες που έτρεχαν προς το μέρος τους την προσπέρασαν ενώ ένας ακόμη κατέφτανε. Τράβηξε την λόγχη από το σώμα του Γουίλλιαμ και την πέταξε πέρα.
   Όχι! Δεν ήταν δυνατό, σκέφθηκε η Μοράνα, ο λόγιος θα πέθαινε. Τίποτα δεν μπορούσε να τον σώσει. Αυτόν τον πόνο δεν θα τον γλίτωνε η Σέριλ. Και όμως μπροστά στα μάτια της ο νεοφερμένος ακούμπησε το ένα χέρι του στο μέτωπο του Γουίλλιαμ και το άλλο στο τραύμα μεταδίδοντάς τη θεραπευτική του ενέργεια.
   Πίσω της ο μάγος προσπαθούσε να διαφύγει αλλά αντιμετώπιζε δυο Ιππότες με μεγάλες ψυχικές δυνάμεις και τα ξόρκια που εξαπέλυε δεν μπορούσαν να τους βλάψουν. Τελικά ο ένας εκ των δύο τον διαπέρασε με τη σπάθα του και ο μάγος πέθανε προφέροντας μια κατάρα στη Σκοτεινή Γλώσσα.
   Η λαίδη Μοράνα είχε μείνει μόνη της. Οι σύμμαχοί της ήταν όλοι νεκροί. Αποφάσισε αμέσως πως να το χειριστεί και ενώ την πλησίαζε ο Ιππότης με τα δυο σπαθιά ξεκούμπωσε το φόρεμά της ένα κουμπί ώστε να φαίνεται το πλούσιο στήθος της περισσότερο.
   -Ήρθατε πάνω στην ώρα, είπε, ο μάγος με τα πλάσματά του θα έκανε κακό στην πριγκίπισσα και σε εκείνον τον άτυχο νεαρό. Πολύ αργά για εκείνον νομίζω...
   -Είμαι ο Ροβέρτος της Αβέρν, είπε ο άνδρας.
  Ήταν ο άρχοντας της περιοχής και φημισμένος Ιππότης. Κατείχε ακόμα το βαθμό του στρατηγού στον Αραγκόνιο στρατό. Η λαίδη Μοράνα έκανε μια υπόκλιση, παρά τη θέση της ήξερε την εξουσία αυτού του άνδρα ειδικά αφού βρίσκονταν στην περιοχή του.
   -Χαίρομαι που αναγνωρίζεις την εξουσία μου, είπε ο Ροβέρτος. Γιατί σε κρίνω ένοχη και σύμφωνα με την εξουσία μου σε καταδικάζω σε θάνατο.
   -Άρχοντά μου, είμαι αθώα.
   -Ξέρω τι έγινε στο παλάτι του Λάραμους, είπε ο Ροβέρτος και ο συνεργός σου είναι νεκρός.
   Η τύχη του Γκάουιν άφησε την Μοράνα αδιάφορη, έπρεπε να σώσει τον εαυτό της.
   -Έπεσα θύμα, είπε, θύμα της δύναμης του μάγου.
   -Έπεσες θύμα της φιλοδοξίας και της κακής σου φύσης, είπε ο Ροβέρτος, και γι’ αυτό δεν φταίει άλλος κανένας από εσένα. Η καταδίκη σου είναι δικό σου έργο και άξια σου επιβάλλεται. Η ποινή θα εκτελεστεί αμέσως.
   Για μια στιγμή η λαίδη Μοράνα σάστισε. Μετά κατάλαβε και στο πρόσωπό της ζωγραφίστηκε ο τρόμος. Ήταν και το τελευταίο που έκανε καθώς ο Ροβέρτος με μια κοφτή δυνατή κίνηση την αποκεφάλιζε.
   Ο Γουίλλιαμ δεν αντιλαμβανόταν τίποτα από όλα αυτά, πονούσε αλλά ο πόνος ελαττωνόταν, απομακρυνόταν από το παγωμένο κατώφλι του θανάτου. Άρχισε να έχει συναίσθηση του ότι ήταν ξαπλωμένος στο έδαφος, ότι ένας άνδρας είχε σκύψει από πάνω του και το ένα χέρι του ήταν ακουμπισμένο στο μέτωπό του ενώ το άλλο στο τραύμα του.
   -Η Σέριλ.... είπε με κόπο.
   -Μην ανησυχείς, είναι καλά και θα είσαι και συ, νεαρέ λόγιε.
   -Ποιος...... είσαι;
  -Με λένε Γκίντεον Νεμίνιον, είπε ο άνδρας και με χαρά μου σε καλωσορίζω πίσω στη γη των ζωντανών.
   Γκίντεον Νεμίνιον, ναι, το ήξερε αυτό το όνομα, ήταν ένας Ιππότης αλλά είχε περάσει χρόνια σπουδάζοντας με την αδερφότητα και τώρα ήταν ο χρονικογράφος της Ιπποσύνης.
   Καθώς άρχιζε να χάνει τις αισθήσεις του, ένιωσε ένα απαλό χέρι να πιάνει το δικό του και δυο χείλη να ψιθυρίζουν:
   -Πρέπει να γίνεις καλά, μην πεθάνεις.

   Άνοιξε τα μάτια του με την σκέψη ότι δεν πονούσε πια. Βρέθηκε να κοιτάζει έναν τοίχο καλυμμένο με μια αριστοτεχνικά κεντημένη ταπετσαρία. Γύρισε ανάσκελα και τεντώθηκε. Συνειδητοποίησε ότι ένιωθε πολύ καλά, σαν να μην είχε ποτέ τραυματιστεί. Ταυτόχρονα συνειδητοποίσε πως δεν αναγνώριζε το δωμάτιο. Που βρισκόταν;
   Ανασηκώθηκε στο κρεβάτι και τότε διαπίστωσε πως δεν ήταν μόνος του. Σε μια πολυθρόνα κοντά του καθόταν η Σέριλ. Η πριγκίπισσα χαμογέλασε.
   -Χαίρομαι που συνήλθες, είπε.
   -Πόσο ήμουν έτσι;
   -Τρεις μέρες, αλλά οι θεραπευτές είπαν ότι ο Ιππότης εκεί στο χωριό έκανε καλή δουλειά.
   -Ευτυχώς, φτάσανε στην ώρα, είπε ο Γουίλλιαμ, εγώ δεν μπόρεσα να σε σώσω.
   -Έκανες ό,τι ήταν δυνατόν, δεν είσαι πολεμιστής εξάλλου. Η συνωμοσία που έστησε η Μοράνα διαλύθηκε, θα χαρείς να μάθεις ότι και ο δάσκαλός σου τα κατάφερε και προστάτεψε και την Ίρμα.
   -Χαίρομαι.
   -Γουίλλιαμ, είπε η Σέριλ. Μπορείς να ζητήσεις ό,τι επιθυμείς και ο πατέρας μου είναι σίγουρο ότι θα στο δώσει γιατί κινδύνευσες για’ μένα.
   -Δεν θέλω τίποτα, είπε ο νεαρός λόγιος.
   -Γιατί όχι;
   -Το έκανα για’ σενα, είπε ο Γουίλλιαμ, ήθελα να είσαι καλά.
   -Γιατί; ρώτησε η πριγκίπισσα αν και ήξερε την απάντηση. Εκεί στην πλατεία είχε ερμηνεύσει την αφοσίωσή του σε εκείνη ως την αφοσίωση που είχαν σχεδόν όλοι οι Αραγκόνιοι στην πατρίδα και στο βασιλιά τους. Μετά όμως είχε θυμηθεί τι είχε πει ο δάσκαλός της – και δικός του – όταν τον διέταζε να την πάρει μακριά. Και είχε ακούσει τα παραμιλητά του αυτές τις μέρες. Ναι ήξερε πολύ καλά την απάντηση.
   Και ήταν μια απάντηση που ο Γουίλλιαμ δεν θα μπορούσε να προφέρει. Ήταν ένας από τους πιο μορφωμένους ανθρώπους στην Αραγκόν και ίσως σε ολόκληρη την Έρεμορ αλλά ήταν μεγάλη η διαφορά μέχρι την πριγκίπισσα. Δεν μπορούσε να της πει ότι την αγαπάει. Η Σέριλ αποφάσισε να μετακινήσει το εμπόδιο για εκείνον.
   -Ξέρω, είπε. Απλά θέλω να το ακούσω από’ σενα.
   -Δεν είναι απαγορευμένο;
   -Όχι, είπε η Σέριλ με ένα γλυκό χαμόγελο, πες το.
  -Σε αγαπώ, είπε ο Γουίλλιαμ και την επόμενη στιγμή η Σέριλ βρισκόταν στην αγκαλιά του και τα χείλη τους ενώθηκαν σε ένα γλυκό φιλί.

   Λίγα μένουν να ειπωθούν ακόμη. Οι συνωμότες που δεν είχαν συναντηθεί με κάποιον Ιππότη ή τον δάσκαλο Αλόισους και επέζησαν, δικάστηκαν για την προδοσία και καταδικάστηκαν σε καταναγκαστικά έργα στο φρούριο του Ανάρ που οχυρωνόταν με δεύτερη γραμμή τειχών.
   Ο Εδουάρδος παρά την ευγνωμοσύνη του για τη διάσωση της κόρης του δεν ήταν σίγουρος αν θα έπρεπε να την αφήσει να νυμφευθεί τον Γουίλλιαμ. Του έδωσε την απάντηση ένας άνθρωπος που ήταν ο τελευταίος από τον οποίο θα το περίμενε. Κυρίως επειδή ο άνθρωπος ήταν νεκρός.
   Όταν οδηγήθηκε από τους Ιππότες στο σημείο που ο βρισκόταν το μνημείο για τον άρχοντα Γουόρικ, τον πρώτο Ιππότη που είχε πεθάνει στη μάχη, απόρησε αλλά όταν εισήλθε και συνάντησε το πνεύμα του έμαθε ότι ήταν ο Γουόρικ που τον είχε καλέσει.
   Σχεδόν τέσσερις αιώνες πριν, κατά τη στιγμή του θανάτου του, ο Γουόρικ είχε δεσμεύσει το πνεύμα του να μείνει πίσω και να βοηθήσει τους εν όπλοις αδερφούς του και τη χώρα του. Έτσι τώρα ο βασιλιάς δεν μπορούσε παρά να τον πιστέψει όταν του είπε πως θα ήταν για καλό η ένωση του Γουίλλιαμ με τη Σέριλ που θα του έδινε χαρά με πολλά εγγόνια. Δεν του αποκάλυψε όμως κάτι πολύ πιο σπουδαίο που εκείνος ήξερε επειδή έβλεπε το μέλλον. Η ένωσή τους ήταν πολύ σπουδαία γιατί πέντε γενιές μετά ο απόγονός τους Γουίλλιαμ του Νέρακ ήταν προορισμένος να κρατήσει το Δάκρυ του Ουρανού και να γίνει ο εκλεκτός κατά των Αρχόντων του Σκότους.

Τελος

Σέριλ 2

Author: Νυχτερινή Πένα /

   Η Σέριλ ξεκίνησε να πάει στο μάθημά της συνοδευόμενη από την Ίρμα. Περπατώντας για την βιβλιοθήκη συζητούσαν για μια καινούρια φήμη περί των πολλών εραστών της λαίδη Μοράνα.
    -Αυτή η γυναίκα με κάνει να νιώθω άρρωστη, είπε η Σέριλ. Θα φροντίσω να φύγεια πό την αυλή αμέσως μόλις γυρίσουμε στη Βάλλιαντ, θα διαλέξω άλλη κυρία επί των τιμών.
    -Καλημέρα εξοχωτάτη, αλλαγές στην ιεραρχία της αυλής;
   Ήταν ο Γουίλλιαμ που ρώτησε. Οι δυο κοπέλες είχαν φτάσει στη βιβλιοθήκη και μόλις πλησίασαν την πόρτα συνάντησαν τον νεαρό λόγιο που διάβαζε όρθιος έναν πάπυρο.
    -Ναι, κάποια πρόσωπα πρέπει να αλλάξουν.
    -Ω δεν αμφιβάλλω καθόλου, είπε ο νεαρός λόγιος. Η λαίδη Μοράνα ας πούμε.
    Οι δυο κοπέλες κοιτάκτηκαν και γέλασαν.
    -Δεν την συμπαθείς ε;
    -Όχι, όπως δεν θα συμπαθούσα καμία γυναίκα που θα ήθελε να περάσω από το κρεβάτι της για να ικανοποιήσω τη λαγνεία της.
   Μπήκαν στη βιβλιοθήκη. Ο Αλόισους βρισκόταν εκεί και μελετούσε ένα μεγάλο και ολοφάνερα παμπάλαιο τόμο. Σηκώθηκε και καλωσόρισε την πριγκίπισσα. Η Ίρμα έκανε να φύγει αλλά στάθηκε στην πόρτα καθώς την περνούσαν πέντε άντρες μαυροντυμένοι και με σπαθιά στα χέρια. Τα πρόσωπά τους ήταν καλυμμένα εκτός από τα μάτια αποκρύβοντας την ταυτότητά τους.
   Ο Γουίλλιαμ κοιτούσε την Σέριλ, βλέποντας τον τρόμο στα μάτια της στράφηκε να δει τι τον είχε προκαλέσει. Βλέποντας τους ενόπλους κινήθηκε προς το μεγάλο τραπέζι όπου μελετούσε. Εκεί, στηριγμένο σε μια βιβλιοθήκη ήταν ένα μακρύ ραβδί.
   Όλα τα μέλη της Αδερφότητος δεν έφεραν όπλα αλλά ήταν άριστα εκαπιδευμένοι να χρησιμοποιούν το απλό αυτό ραβδί οδοιπορίας με φονικά αποτελέσματα για την προσωπική τους άμυνα. Ο Αλόισους έκανε το ίδιο και μάλιστα χτύπησε τον πιο κοντινό άνδρα σωριάζοντάς τον στο πάτωμα.
   -Γουίλλιαμ, είπε στον μαθητευόμενό του, πάρε την Σέριλ και φύγε.
   -Μα Δάσκαλε.... μόνος....
   -Μόνος μπορεί να τους καταφέρω μπορεί και όχι, αλλά σίγουρα δεν είναι μόνο αυτοί. Φύγε λοιπόν και οδήγησέ την σε ασφαλές μέρος. Ξέρω τι σημαίνει για' σενα οπότε ξέρω και ότι θα κάνεις το καλύτερο. Πήγαινε!
   Ο Γουίλλιαμ στάθηκε αναποφάσιστος. Όφειλε πίστη στο βασιλιά του αλλά και στην Αδερφότητα και αυτή τη στιγμή αυτά τα δυο ήταν αντίθετα αλλά κατάλαβε ότι ο Αλόισους θεωρούσε σημαντικότερη την προστασία της πριγκίπισσας και πήρε την απόφασή του. Άρπαξε την Σέριλ από το χέρι και την παρέσυρε σε ένα γρήγορο τρέξιμο στους διαδρόμους του παλατιού.
   Στην κεντρική σκάλα του παλατιού ο νεαρός λόγιος βρήκε μια απόδειξη ότι κάτι ήταν σοβαρά λάθος. Υπηρέτες και φρουροί ήταν σωριασμένοι εδώ και εκεί βυθισμένοι σε έναν τελείως αφύσικο άωρο ύπνο.
   Κάποιος είχε βυθίσει σε μαγεμένο ύπνο όλους μέσα στο παλάτι για να μπορέσει με την ησυχία του να δολοφονήσει την πριγκίπισσα. Γιατί το ξόρκι δεν είχε επεκταθεί και σε εκείνος με τον δάσκαλό του ή ακόμα και στην πριγκίπισσα κάνοντας τα πράγματα πολύ πιο απλά και εύκολα δεν το ήξερε.
   -Σταματείστε τους! ακούστηκε μια φωνή και γύρισαν για να δουν μια ομάδα μαυροντυμένων ανδρών να τρέχει προς το μέρος τους.
   Ο Γουίλλιαμ ξεχύθηκε και πάλι σε τρέξιμο παρασέρνοντας την Σέριλ που κρατούσε σφιχτά το χέρι του. Άρχισε να σφυρίζει μια μελαγχολική μελωδία που η πριγκίπισσα δεν είχε ξανακούσει και απόρησε πως σε μια τέτοια ώρα σκεφτόταν την μουσική.
   Η απάντηση της δόθηκε από τα γεγονότα μόλις βγήκαν στον μεγάλο κήπο. Το άλογο του νεαρού λόγιου περίμενε εκεί χλιμιντρίζοντας ανταποκρινόμενο στο κάλεσμά του. Ο Γουίλλιαμ σκαρφάλωσε στη ράχη του εύκολα παρότι ήταν ασέλωτο και βοήθησε την Σέριλ να καθίσει πίσω του.
   -Τρέξε Άνεμε! παρότρυνε το άλογό του ο Γουίλλιαμ και εκείνο ξεχύθηκε σε έναν άγριο καλπασμό.

   Ψηλά στα κτίσματα του παλατιού η λαίδη Μοράνα κοίταξε με δυσφορία το άλογο που κάλπαζε με τις δυο φιγούρες πάνω του.
   Τα πράγματα δεν είχαν πάει όπως τα σχεδιάσει. Πίστευε ότι με όλους μέσα στο παλάτι κοιμισμένους ο Γκάουιν και οι άνδρες που είχε στρατολογήσει θα σκότωναν την πριγκίπισσα. Από το ξόρκι του μάγου είχε διατάξει να εξαιρεθεί η Ίρμα για να μην καταλάβει η Σέριλ ότι κάτι δεν πάει καλά παρά μόνο όταν θα ήταν αργά. Ο ίδιος ο Απολινάρι είχε αφήσει έξω από το ξόρκι τους δυο λόγιους φοβούμενος πιθανές τους άμυνες που θα το ακύρωναν. Ύστερα ο Γκάουιν και οι δικοί του είχαν σφάξει κάμποσα ανυπεράσπιστα άτομα, εχθρούς δικούς του ή δικούς της, ώστε να φαίνεται ότι μια εχθρική επιδρομή ήταν αυτό που είχε συμβεί. Αλλά οι δυο λόγιοι της είχαν χαλάσει τα σχέδια. Ο Αλόισους έσπαγε κεφάλια στη βιβλιοθήκη και ο μαθητής του είχε καταφέρει να ξεφύγει με την Σέριλ.
   -Δεν θα πάνε μακριά, είπε ο Απολινάρι. Θα τους περιμένω στο Σλόουπ Πικ, το πρώτο χωριό που θα βρουν στο δρόμο τους. Αν θέλεις μπορείς να έρθεις μαζί μου.
   -Ναι, είπε με μανία η λαίδη Μοράνα, θέλω να τη δω να υποφέρει.
   Ο Απολινάρι χαμογέλασε και την επόμενη στιγμή δεν βρισκόταν κανείς από τους δυο τους στο δωμάτιο.
 
   Ο Γουίλλιαμ και η Σέριλ δεν άργησαν να φτάσουν στο χωριό αλλά δεν έκοψαν ταχύτητα. Ο νεαρός λόγιος δεν ήθελε να σταματήσει. Σκόπευε να φτάσει όσο πιο γρήγορα μπορούσε στην Αβέρν, την πιο κοντινή πόλη όπου στο κάστρο της θα ήταν ασφαλής η πριγκίπισσα ως που να ειδοποιηθεί ο βασιλιάς. Αυτό που είχε πει ο Αλόισους ήταν ακριβές. Την είχε αγαπήσει τη Σέριλ στον καιρό που είχαν περάσει διδάσκοντάς την και τώρα θα έκανε τα πάντα για να την κρατήσει ασφαλή.
   Πρόσεξε πως δεν υπήρχε κανένας στους δρόμους παρότι δεν ήταν πια πολύ πρωί. Έπρεπε κανονικά να υπάρχουν πολλοί στο δρόμο, άνδρες που πήγαιναν στις δουλειές τους ή στα χωράφια, γυναίκες που πήγαιναν στην αγορά, παιδιά που έπαιζαν..... Αλλά όχι. Κάτι δεν πήγαινε καλά, αλλά δεν θα ασχολείτο με αυτό αν δεν ασφάλιζε την Σέριλ πρώτα. Συνέχισε να καλπάζει, καλύτερα να έφευγε γρήγορα από δω.
   Στην πλατεία όμως ο δρόμος του ήταν κλεισμένος. Στο κέντρο της στεκόταν ένας βλοσυρός άνδρας με μαύρο μανδύα και μια γυναίκα που αμέσως αναγνώρισε, η λαίδη Μοράνα. Όσο για τον άνδρα, δεν ήξερε ποιος ήταν αλλά ήξερε πολύ καλά τι ήταν.
   Έστρεψε το άλογο βιαστικά για να φύγουν από τον κίνδυνο που τους απειλούσε αλλά δεν μπορούσε να ξεφύγει από τον μάγο, με μια κίνηση του χεριού του εκείνος εμφάνισε στο δρόμο ένα τεράστο ζώο. Ήταν σαν πολύ μεγάλη λευκή αρκούδα με κέρατα στο κεφάλι και δυο μεγάλους χαυλιόδοντες. Ο Άνεμος χλιμίντρισε φρενιασμένα καθώς τρομοκρατήθηκε από το κτήνος που πλησίαζε με ορθάνοιχτο το στόμα.
   -Μοκόθ, είπε ο Γουίλλιαμ ενώ προσπαθούσε να ηρεμήσει το άλογό του. Καταλάβαινε ότι η Σέριλ πίσω του δυσκολευόταν πολύ να μείνει πάνω στο άλογο καθώς ήταν ασέλωτο. Η προσπάθειά του δεν κράτησε πολύ, μια κατάρα του μάγου έστειλε μια λόγχη φωτιάς να διαπεράσει τον κορμό του αλόγου σκοτώνοντάς το ακαριαία και τραυματίζοντας τον νεαρό λόγιο.
   Σωριάστηκαν στο έδαφος αποφεύγοντας ίσα ίσα το να τους πλακώσει το σώμα του αλόγου και έμειναν εκεί για μια στιγμή σαστισμένοι από την απότομη πτώση. Μετά ο Γουίλλιαμ ανακάθισε, ήταν το περισσότερο που μπορούσε να κάνει. Το αριστερό του πόδι ήταν καψαλισμένο από το χτύπημα του μάγου και η πτώση το είχε πληγώσει σε αρκετά σημεία ώστε να αιμορραγεί.
   Το μοκόθ ρίχθηκε πάνω στο άλογο και άρχισε να ξεσκίζει τις σάρκες του. Ο Γουίλλιαμ προσπάθησε να πιάσει το ραβδί του.
   -Τρέξε Σέριλ, είπε. Τώρα που το κτήνος είναι απορροφημένο. Θα προσπαθήσω να καθυστερήσω το μάγο.
   Η πριγκίπισσα δεν ήταν πρόθυμη να τον αφήσει αλλά εκείνος της ξαναφώναξε να τρέξει.
   Ο μάγος έκανε ακόμα μια κίνηση με το χέρι του και μια ομάδα γκόμπλιν εμφανίστηκε στην άκρη της πλατείας. Τα μικρόσωμα πλάσματα με το πράσινο δέρμα ήταν οπλισμένα με σπαθιά με πριονωτές λάμες και φορούσαν δερμάτινους θώρακες. Η βαριά οσμή που ήταν χαρακτηριστικό τους ήταν αισθητή παρότι ήταν μερικά μέτρα μακριά ακόμα. Δεν φημίζονταν για την εξυπνάδα τους αλλά μια γυναίκα μόνη δεν θα πορούσε να τους ξεφύγει και αν έπεφτε στα χέρια τους θα είχε κάθε λόγο να ζηλεύει την τύχη των νεκρών.
   -Τρέξε, είπε ο Γουίλλιαμ πασχίζοντας να σηκωθεί όρθιος.
   Την επόμενη στιγμή βρέθηκε στο έδαφος και πάλι και ένα πόδι πατούσε στο στέρνο του. Ο Απολινάρι γέλασε χαιρέκακα. Πρόφερε ένα ξόρκι και στο χέρι του εμφανίστηκε μια πριονωτή λόγχη. Την έστρεψε με την αιχμή προς τα κάτω και με ορμή τη βύθισε στην κοιλιά του νεαρού λόγιου. Εκείνος βόγγηξε, το σώμα του τραντάκτηκε και έμεινε μετά ακίνητο, καρφωμένο στη γη.
   -Ας είναι εκείνη προστατευμένη..... ψέλλισε ο νεαρός λόγιος ενώ ο πόνος σε καυτά κύματα διέτρεχε όλη την ύπαρξή του απειλώντας να τον καταπιεί.
   -Σκασμός! βρυχήθηκε ο μάγος. Δεν θα την προστατέψεις, δεν μπορείς.
   Η λαίδη Μοράνα κοίταζε με ανείπωτη ευχαρίστηση τα γκόμπλιν να φτάνουν την Σέριλ.
   Η Σέριλ έτρεχε να ξεφύγει αλλά δεν υπήρχε πουθενά να πάει. Οι πόρτες των γύρω σπιτιών ήταν κλειστές και δεν ήξερε καν αν κάποιος ήταν μέσα. Σκόνταψε και έπεσε. Τα γκόμπλιν την έφτασαν, η δυσοσμία τους την έπνιγε. Ένιωσε τα χέρια ενός να πασπατεύουν τα στήθη της. Ένα άλλο προσπαθούσε να τη γυμνώσει. Μια σκιά την σκέπασε. Ο μάγος, σκέφθηκε απελπισμένη.

Σέριλ 1

Author: Νυχτερινή Πένα /

   -Σέριλ.
   Η πριγκίπισσα Σέριλ άνοιξε τα μάτια της και βρέθηκε να αντικρίζει την πολυαγαπημένη της συνοδό και καμαριέρα, την Ίρμα. Όπως πάντα όταν ήταν χωμένη μέσα στην μπανιέρα με το ζεστό νερό και τα αρωματικά σαπούνια, είχε κλείσει τα μάτια και είχε χαθεί στις σκέψεις της.
   Η φωνή της Ίρμα την επανέφερε στην πραγματικότητα, η κοπέλα την βοήθησε να σηκωθεί όρθια και να πλύνει από πάνω της τη σαπουνάδα. Ύστερα την τύλιξε με μια τεράστια λευκή πετσέτα και με απαλές κινήσεις άρχισε να την στεγνώνει.
   -Τι σκεφτόσουν; ρώτησε η Ίρμα. Είχαν μεγαλώσει μαζί και έτσι δεν είχαν διατηρήσει τους τύπους στις κατ' ιδίαν συζητήσεις τους.
   -Διάφορα, είπε η Σέριλ, όπως ότι θα έρθει ο δάσκαλός μου σήμερα.
   -Τι χρειάζονται τα μαθήματα αφού δεν θα ανέβεις στο θρόνο εσύ;
   -Ίρμα! έκανε γελώντας η πριγκίπισσα, επειδή δεν θα βασιλέψω πρέπει να μείνω αμόρφωτη;
   -Δεν ήθελα να πω αυτό, αλλά τόσο σχολαστική μόρφωση;
   -Ο πατέρας μου ξέρει ότι μου αρέσει. Η Σέριλ άφησε το λουτρό και πέρασε στο κυρίως μέρος των διαμερισμάτων της. Εριξε την πετσέτα αποκαλύπτοντας το γυμνό της σώμα. Η Σέριλ ήταν πανέμορφη, είχε μέσο άνάστημα και ένα σώμα ούτε γεμάτο, ούτε αδύνατο, με όμορφες καμπύλες.
   Είχε μακριά, ως τη μέση της σχεδόν, καστανά μαλλιά, καστανά μάτια και ένα πολύ γλυκά όμορφο πρόσωπο με λείο αψεγάδιαστο δέρμα.
   Η Ίρμα την βοήθησε να ντυθεί με ένα επίσημο φόρεμα από κόκκινο ταφτά. Τα επίσημα φορέματα ήταν πάντα βαριά και η Σέριλ δεν τα συμπαθούσε, προτιμούσε άνετα και αέρινα φορέματα. Αλλά δεν απέφευγε ποτέ τα καθήκοντά της και έτσι ντύθηκε για να πάει στην αίθουσα του θρόνου.
   Πριν αφήσει το δωμάτιό της κοίταξε έξω από το παράθυρο, καθώς το δωμάτιό της ήταν σε ένα από τα ψηλότερα σημεία του παλατιού είχε θέα σε όλη την κοιλάδα. Μακριά στο βάθος είδε ένα μικρό σύννεφο σκόνης, το αδιάψευστο σημάδι ότι πλησίαζαν ιππείς.
   Στράφηκε και προχώρησε προς την έξοδο των διαμερισμάτων της.

   Δεν είχε κάνει λάθος η νεαρή πριγκίπισσα του οίκου της Βάλλιαντ, στο δρόμο που οδηγούσε στο παλάτι του Λάραμους, την εξοχική κατοικία της βασιλικής οικογένειας, κάλπαζαν δυο άνδρες. Ο ένας ήταν ένας ψηλός λιπόσαρκος άνδρας με αρχοντικό παρουσιαστικό, μακριά λευκά μαλλιά και γένια και ένα πρόσωπο που πρόδιδε άνθρωπο που είχε ζήσει πολλά. Πολλοί έκαναν το λάθος να υποτιμήσουν τον Αλόισους του Κέρς, δάσκαλο της Αδερφότητας του Λευκού Τόμου, ξεγελασμένοι από το γαλήνιο πρόσωπό του. Τώρα ερχόταν στο παλάτι να διδάξει την πριγκίπισσα Σέριλ. Δίπλα του ίππευε ο καλύτερος από τους μαθητές του, ο Γουίλλιαμ του οίκου του Φωτός – ενός από τους οίκους που χωρίζονταν οι μαθητές της αδερφότητας – ένας νέος άνδρας ψηλός και σωματώδης με σωματική διάπλαση κατάλληλη για πολεμιστή και όχι για λόγιο. Είχε μαθητεύσει από παιδί κοντά στον Αλόισους και μετά από τόσα χρόνια ήταν σε θέση να γίνει και ο ίδιος δάσκαλος αλλά είχε προτιμήσει να συντροφεύσει τον δάσκαλό του και σε αυτό το ταξίδι.
   Τώρα καθώς πλησίαζαν τις πύλες που είχν αρχίσουν να ανοίγουν οι δυο καβαλάρηδες έκοψαν ταχύτητα. Πλησίασαν με ελαφρό τροχασμό και σταμάτησαν στην πύλη όπου ο Αλόισους έδωσε τα ταξιδιωτικά τους έγγραφα στον αξιωματικό υπηρεσίας. Πέρασαν την πύλη και σταμάτησαν στο τέλος του μεγάλου κήπου, πριν την είσοδο στον προθάλαμο του παλατιού. Δυο ιπποκόμοι ήρθαν να πάρουν τα άλογα ενώ υπηρέτες πήραν τα πράγματά τους. Ένας άλλος ανέλαβε να τους οδηγήσει στο βασιλιά.
   -Πάμε στην αίθουσα του θρόνου, είπε ο Αλόισους.
   Χαμογέλασε με την απορία του νεαρού μαθητή του και εξήγησε την πηγή της γνώσης του.
   -Τα σχέδια του παλατιού του Λάραμους, είναι έργο του Γουόρεν Κάλστριτ, έχει γράψει ένα βιβλίο για τις μεγάλες κατασκευές που βρίσκεται στη μεγάλη μας βιβλιοθήκη.
   -Κατάλαβα. Είναι το μόνο αντίγραφο;
  -Μια καλή ερώτηση, ο βασιλιάς έχει μεγάλη βιβλιοθήκη θα είναι ενδιαφέρον να δούμε τι έχει, εξάλλου γι' αυτό έφερα εσένα μαζί.
   Ο υπηρέτης τους έφερε μπροστά σε μια μεγάλη δίφυλλη πόρτα και μόλις την πέρσαν ένας άλλος τους ανήγγειλε.
   -Ο Δάσκαλος της Αδερφότητας Αλόισους του Κερς και ο μαθητής του Γουίλλιαμ του οίκου του Φωτός.
   Οι δυο νεοφερμένοι υποκλίθηκαν με σεβασμό μπροστά στον βασιλιά Εδουάρδο τον δέκατο της Αραγκόν.
   -Καλώς ήρθατε στην αυλή μου, είπε ο βασιλιάς. Αλόισους, να σου παρουσιάσω την κόρη μου Σέριλ. Τη μαθήτριά σου.
   Η Σέριλ χαιρέτησε με ένα νεύμα τον δάσκαλο και εκείνος ανταπέδωσε με κλίση του κεφαλιού. Της άρεσε ο δάσκαλος, είχε έναν αέρα λογίου αλλά χωρίς έπαρση, με προσήνεια και καλωσύνη.
   -Να σας παρουσιάσω και' γω το μαθητή μου Γουίλλιαμ του οίκου του Φωτός.
   -Του φωτός; γέλασε ένας ευγενής από την αυλή του Εδουάρδου. Έχει και οίκο του σκότους;
   Η Σέριλ κοίταξε τον άνδρα που είχε μιλήσει. Ήταν ένας νεαρός ευγενής ονόματι Γκάουιν, εγωιστής και πολλές φορές προσβλητικός σε όσους θεωρούσε κατώτερους.
   -Οίκος της Νύχτας, είπε ήσυχα ο Αλόισους, για όσους μελετάνε αστρονομία και τα ουράνια φαινόμενα.
   Ο Γκάουιν σκυθρώπιασε ενώ η Σέριλ χαμογέλασε. Ο Αλόισους έδειξε τον μαθητή του.
   -Είναι μαθητής μου, και θα ασχοληθεί και με την βιβλιοθήκη που βρίσκεται εδώ πέρα από το να με βοηθάει στα μαθήματα της πριγκίπισσας Σέριλ.
   -Πολύ ωραία, είπε ο βασιλιάς, καλώς ήρθατε και οι δύο. Θα θέλετε να αναπαυθείτε υποθέτω.
   -Όπως ευχαριστεί τη μεγαλειότητά σας, είπε ο Αλόισους. Αλλά ταξιδέψαμε λίγο σήμερα και δεν έχουμε κουραστεί. Θα περιμένουμε την πριγκίπισσα όποτε επιθυμεί να ξεκινήσουμε.
   -Πολύ ωραία. Εγώ αύριο θα μεταβώ στη Βάλλιαντ, είπε ο βασιλιάς, αλλά μπορείτε να απευθύνεστε για ό,τι χρειαστείτε στον λόρδο Ντέμιεν που είναι αρχηγός του βασιλικού οίκου ή τη συζυγό του λαίδη Μοράνα, που είναι κυρία των τιμών της Σέριλ.
   Ο λόδος Ντέμιεν ήταν ένας ψηλόλιγνος άνδρας ενώ η λαίδη Μοράνα μια πιο κοντή γυναίκα με ένα σώμα γεμάτο με αρκετές καμπύλες που φρόντιζε να τονίζει. Εκείνος τους χαιρέτησε με ένα τυπικό νεύμα και η σύζυγός του τον μιμήθηκε αλλά κάρφωσε το βλέμμα της στον νεαρό λόγιο με έναν τρόπο που τον έκανε να αισθανθεί άσχημα.

   Ο Γουίλλιαμ στάθηκε και κοίταξε τη βιβλιοθήκη με δέος. Ήταν ένα πολύ μεγάλο δωμάτιο με κυκλικό σχήμα με βιβιλιοθήκες σε κάθε τοίχο από το δάπεδο ως το ψηλό θολωτό ταβάνι χωρισμένες σε δύο επίπεδα. Στο κέντρο του δωματίου υπήρχε ένα μεγάλο τραπέζι με γραφική ύλη και ένα αναπαυτικό καισμα. Λίγο πιο πέρα υπήρχε ένα μικρότερο τραπέζι. Στράφηκε προς τον δάσκαλό του, εκείνος χαμογέλασε.
   -Είδες; Είναι η μεγαλύτερη βιβλιοθήκη.
   -Θα αρχίσω αμέσως.
   -Θα έχεις και παρέα, εδώ θα διδάσκω την πριγκίπισσα Σέριλ.
   -Ωραία, είπε ο Γουίλλιαμ και μετά δίστασε. Δάσκαλε......
   -Ναι;
   -Πρόσεξες τη λαίδη Μοράνα;
   -Είναι η επικεφαλής κυρία επι των τιμών, δηλαδή επικεφαλής της ακολουθίας της πριγκίπισσας. Γιατί;
   -Με κοίταξε με έναν τρόπο που με έκανε να νιώσω άσχημα, υπήρχε μια υπόνοια στο βλέμμα της για κάτι άσχημο. Ένιωσα άσχημα και δεν είμαι επιρρεπής σε φοβίες.
   Ο Αλόισους χαμογέλασε.
  -Γουίλλιαμ μεγάλωσες μέσα στην αδερφότητα και μελέτησες πολύ αλλά έμεινες μακριά από κάποιες άσχημες πλευρές της ανθρώπινης συμπεριφοράς όπως είναι η λαγνεία. Ω ναι, ο Αλόισους χαμογέλασε πάλι καθώς ο μαθητής του ύψωνε το βλέμμα ξαφνιασμένος, τη μελέτησες και ξέρεις τι είναι. Αλλά δεν την έχεις δει να καταλαμβάνει μια ψυχή και να την εξουσιάζει ανελέητα. Το ένστικτό σου σε προειδοποίησε σωστά, δεν ήταν καλό ή όμορφο αυτό που σκέφθηκε.
   -Θα έπρεπε να με απασχολεί;
   -Θα κάνει υποθέτω την κίνησή της αλλά δεν νομίζω ότι θα πρέπει να ανησυχείς.

   Η λαίδη Μοράνα άφησε το βαρυ φόρεμα να κυλίσει από πάνω της και έμεινε με ένα αραχνοϋφαντο εσωτερικό που τόνιζε τις πλούσιες καμπύλες της. Ξάπλωσε στο κρεβάτι της και χαμογέλασε καθώς μια μυστική πόρτα άνοιξε και έφερε στα διαμερίσματά της τον Γκάουιν Χόλμαρκ.
   Η Μοράνα είχε μια ολόκληρη στρατιά εραστών, είχε κοιμηθεί με όλους τους ευγενείς στο παλάτι του Λάραμους. Κάποιες φορές η λαγνεία της την είχε ωθήσει να κοιμηθεί ακόμα και με απλούς στρατιώτες ή σταβλίτες. Όταν ένας από αυτούς δοκίμασε να περηφανευθεί για τα κατορθώματά του βρέθηκε φρικτά διαμελισμένος. Όλοι είχαν πιστέψει ότι κάποιο άγριο ζώο του είχε επιτεθεί αλλά εκείνη ήξερε καλύτερα.
   Αλλά τώρα είχαν άλλα πράγματα σειρά. Καθώς ο Γκάουιν έβγαζε τα ρούχα του και ξάπλωνε κοντά της η Μοράνα ξέχασε κάθε τι άλλο πέρα από την ανάγκη που ήθελε να ικανοποιήσει.
   Τα σχέδιά της μπορούσαν να περιμένουν.

    -Σέριλ, είσαι ικανοποιημένη από τα μαθήματα; ρώτησε η Ίρμα καθώς βοηθούσε την πριγκίπισσα να ετοιμαστεί.
   -Ναι, είναι πολύ καλά. Έχω μάθει τόσα πράγματα. Ο δάσκαλος είναι εξαιρετικός και έχω μάθει μαζί του τόσα που αγνοούσα παντελώς και μαθαίνω ακόμα και από το μαθητή του. Είναι πηγή γνώσεως αν και ασχολείται κυρίως με τα βιβλία του πατέρα μου. Νομίζω ότι μόνο για να κοιμηθεί βγαίνει από εκεί.
   -Α ναι, κάτι άκουσα να λένε στην κουζίνα γι' αυτό. Εκεί του πηγαίνουν να φάει. Πολύ αφοσιωμένος ε;
   -Ναι, και είναι πηγή πολλών γνώσεων, μου αρέσει να τον ακούω να διηγείται ιστορίες, είτε είναι μύθοι είτε ιστορίες από το παρελθόν της πατρίδας μας.
   -Χαίρομαι που πάνε όλα καλά, είπε η Ίρμα. Και η λαίδη Μοράνα τι λέει για τον δάσκαλο και τον βοηθό του;
   -Τι να μου πει; ρώτησε η Σέριλ καθώς ήταν έτοιμη να αφήσει τα διαμερίσματά της για να πάει στη βιβλιοθήκη.
   -Ψιθυρίζεται ότι η Μοράνα έχει δοκιμάσει δυο φορές να δελεάσει τον νεαρό άνδρα και εκείνος την έχει αγνοήσει.
   Η Σέριλ χαμογέλασε. Ένας άνδρας που δεν ενέδιδε στην Μοράνα; Καλό θα έκανε, θα μείωνε λίγο τον εγωισμό της. Ο λόγιος ανέβηκε στην εκτίμησή της.
   Και είχε εκτιμήσει και τις γνώσεις του, παρότι δεν ανακατευόταν με τα μαθήματά της είχε παραστεί σε συζητήσεις του με τον Αλόισους και είχε διαπιστώσει το εύρος των γνώσεών του. Χώρια που είχε καταφέρει να οργανώσει και να κατηγοριοποιήσει την τεράστια βιβλιοθήκη, κάτι που δεν είχε συμβεί εδώ και πολλά χρόνια.
   Βγήκε με την Ίρμα στο διάδρομο και πήραν το δρόμο για την βιβλιοθήκη όπου βρήκαν τον Γουίλλιαμ να μελετάει έναν μεγάλο δερματόδετο τόμο.
   -Καλημέρα εξοχωτάτη, είπε ο λόγιος κάνοντας μια υπόκλιση.
   -Καλημέρα Γουίλλιαμ, απάντησε η πριγκίπισσα του οίκου της Βάλλιαντ. Τι διαβάζεις;
   -Το Χρονικό του πρίγκηπα Γουίθκλιφ, αφορά τα τελευταία χρόνια πριν την ενοποίηση της Αραγκόν.
   -Φαντάζομαι έχεις διαβάσει πολλά βιβλία ε;
   -Πολλά, είπε με ένα χαμόγελο ο νεαρός λόγιος αλλά υπάρχουν τόσα ακόμα που θέλω να διαβάσω.
   -Μου αρέσει και εμένα το διάβασμα και πάντα ο πατέρας μου φρόντιζε να έχω βιβλία να διαβάσω. Μου αρέσει πολύ και πάντα ανακαλύπτω και νέα βιβλία που θέλω να διαβάσω.
   -Ναι, αυτό είναι το πιο όμορφο πράγμα σε σχέση με τα βιβλία, απάντησε ο νεαρός λόγιος, πάντα υπάρχουν κι άλλα για να διαβάσεις, καινούρια πράγματα να ανακαλύψεις.
   Η Σέριλ τον άκουγε να μιλάει νιώθοντας μια περίεργη αίσθηση οικειότητας, αυτά που της έλεγε τα είχε και εκείνη σκεφθεί, τα ένιωθε και τα ενστερνιζόταν. Όπως κάθε μέρα έμεινε να συζητάει με τον Γουίλλιαμ ως που να έρθει ο δάσκαλός της για το μάθημα. Ένιωθε όλο και πιο άνετα μαζί του παρότι δεν είχε τον επιτηδευμένο τρόπο που είχαν οι νεαροί ευγενείς με τους οποίους είχε μάθει να μιλάει.

   Η λαίδη Μοράνα βόγγηξε με ευχαρίστηση καθώς ολοκλήρωνε με τον άνδρα που της έκανε έρωτα. Ένιωθε την ηδονή και την ευχαρίστηση σε κάθε κύτταρο του κορμιού της, ένιωθε γεμάτη, ικανοποιημένη, πιθανότατα ο εραστής της είχε χρησιμοποιήσει και κάποιο ξόρκι πέρα από την ερωτική του δεινότητα, Ήταν ένας ισχυρός μάγος Απολινάρι στο κάτω κάτω.
   Ξάπλωσε στο κρεβάτι της με ικανοποιημένα τα ένστικτά της και κοίταξε τον άνδρα που ντυνόταν.
   -Πότε θα γίνει; ρώτησε.
   -Το πρωί, είπε ο μάγος.
   -Υπέροχα, θέλω να υποφέρει η Σέριλ και ο νεαρός αυτός λόγιος.
   -Φυσικά, θα πεθάνουν πολύ επώδυνα και οι δυο!
   Την επόμενη στιγμή ο μάγος δεν ήταν εκεί.

Το Ιστολόγιο του μήνα - Απρίλιος 2012

Author: Νυχτερινή Πένα /

   Σας αρέσουν οι καλλιτεχνικές δραστηριότητες; Αν σας αρέσουν και ειδικά οι χειροτεχνίες και οι κατασκευές το κατάλληλο ιστολόγιο για σας είναι το από το χαμόγελο στο γέλιο. Είναι ένα ιστολόγιο που έχει αρκετό καιρό στο χώρο και έχει κάνει έναν μεγάλο αριθμό αναρτήσεων με τις περισσότερες να αφορούν την κατασκευή καρτών, σελιδοδεικτών και άλλων μικρών κομψοτεχνημάτων.
   Επισκεφθείτε λοιπόν τη meanan και το ιστολόγιό της για κάρτες ευχετήριες ή αναμνηστικές, σελιδοδείκτες, κατασκευές από χαρτί, αστεία ζωάκια από μανταλάκια και διάφορα άλλα. Και όταν δεν ασχολείται με αυτά; Ε δεν μας αφήνει παραπονεμένους, τότε κάποια ιστορία έχει να μας πει ή κάποια σοφά λόγια ή κάποιες φωτογραφίες θα μοιραστεί μαζί μας μιας και αυτό είναι το άλλο μεγάλο της ενδιαφέρον, η φωτογραφία.
   Για να την επισκεφθείτε δεν έχετε παρά να πάτε στην διεύθυνση αυτή και να αφεθείτε στις αναρτήσεις της: http://apotoxamogelostogelio.blogspot.com/