Το γύρισμα του κλειδιού στην πόρτα και γέλια με ειδοποίησαν για την άφιξη του Δημήτρη με παρέα. Βγήκα στο χωλ για να τον βρω να χαριεντίζεται με μια ημίγυμνη νεαρή. Μόλις με είδε γέλασε και είπε στη φίλη του:
-Αυτός είναι ο συγκάτοικός μου, καλό παιδί αλλά σε μερικά πράγματα κολλάει. Έχει να πάει με γυναίκα από το Μεσαίωνα.
Γέλασαν και οι δυο, δεν με ενόχλησε το σχόλιο. Ειδικά αφού αντιλαμβανόμουν ότι είχε πιει. Αλλά υπήρχε ένα θέμα που δεν μπορούσε να περιμένει.
-Μην κάνεις φασαρία, είπα.
-Γιατί; Αφού δεν κοιμάσαι.
-Κοιμάται η Κατερίνα.
Στένεψε τα μάτια οργισμένος.
-Δεν έχει καμιά θέση εδώ πέρα, είπε μανιασμένα.
-Έχει και το ξέρεις. Θα γίνεις πατέρας, είπα. Σοβαρέψου.
Η κοπέλα που ήταν μαζί του μουρμούρισε θυμωμένα. Ο Δημήτρης όρμηξε μπροστά αλλά αυτήν την φορά το περίμενα και δυστυχώς για εκείνον χτύπησα πιο δυνατά από όσο υπολόγιζα. Το κρακ που έκανε η μύτη του ακούστηκε δυνατά ενώ σωριαζόταν στο πάτωμα βογγώντας.
Γύρισα και μπήκα στο δωμάτιο όπου βρήκα την Κατερίνα να στέκεται στη μέση με δάκρυα να κυλάνε από τα μάτια της.
-Δεν μπορώ να μείνω, ψέλλισε, θα σκοτωθείτε.
-Θα μείνεις, είπα. Θα το πάρει απόφαση. Και δεν μπορείς να πας πουθενά τέτοια ώρα.
Ξάπλωσε πάλι. Ήταν αποκαμωμένη και κοιμήθηκε αμέσως. Κάθισα στα πόδια του κρεβατιού και ακούμπησα στον τοίχο για να κοιμηθώ και' γω.
Προς μεγάλη μου έκπληξη όταν ξύπνησα ήμουν ακόμα στην ίδια θέση αλλά ήμουν σκεπασμένος. Και η Κατερίνα κοιμόταν με το κεφάλι της στα γόνατά μου. Προφανώς είχε ξυπνήσει και βλέποντάς με θέλησε να με προφυλάξει να μην κρυώσω. Για να φτάσουν τα σκεπάσματα όπως καθόμουν έπρεπε να γυρίσει να κοιμάται ανάποδα.
Κατάφερα να σηκωθώ χωρίς να την ξυπνήσω. Ο Δημήτρης δεν ήταν στο σπίτι.
Δεν τον ξαναείδαμε για πολύ καιρό, έστειλε ανθρώπους και αδειάσανε το σπίτι και μου δώσανε το μήνυμα ότι θα είχα κακά ξεμπερδέματα αφού ήθελα να σπιτώσω την τσούλα.
Πραγματικά ζήτησα από την Κατερίνα να έρθει να μείνει μαζί μου.
-Δεν μπορώ, μου είπε, σκέφτομαι την υπόληψή σου.
-Μη σε νοιάζει αυτό, δεν έχεις που να μείνεις. Έλα να μείνεις μαζί μου ως που να βρεθεί κάποια λύση.
-Δεν έχω τα χρήματα.
-Δεν σου ζήτησα να πληρώσεις.
Με κοίταξε στα μάτια.
-Γιατί το κάνεις αυτό;
-Γιατί αν δεν σε βοηθήσω ενώ μπορώ θα έχω να δώσω λόγο όταν θα έρθει η ώρα να απολογηθώ για τις πράξεις μου.
Έτσι η Κατερίνα πήρε το δωμάτιο του Δημήτρη και άρχισε η συμβίωσή μας. Δεν μπορώ να πω ότι είχε μεγάλη διαφορά από ότι με εκείνον αλλά η Κατερίνα ήταν πιο συναισθηματική. Το μεσημέρι τρώγαμε στη σχολή, με περίμενε πάντα να πάμε μαζί για φαγητό, με περίμενε ακόμα και το βράδυ στο σπίτι παρ' ότι εγώ έτρωγα πιο λυτά από εκείνη που έτρωγε περισσότερο όπως απαιτούσε η κατάστασή της.
Το γεγονός ότι μέναμε μαζί δεν προκαλούσε το σάλο που θα ήθελε ο Δημήτρης, οι περισσότεροι μας θεωρούσαν ακόμα ένα ζευγάρι και τίποτα παραπάνω. Ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος με την κατάσταση ήταν η γυναίκα του ιδιοκτήτη του σπιτιού που είχε έδαφος για άφθονα κουτσομπολιά που η πλούσια φαντασία της διάνθιζε.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου