Η προειδοποιητική κραυγή του Μάικ αφύπνισε τους συντρόφους του που έσπευσαν να τον βοηθήσουν. Και χρειαζόταν βοήθεια γιατί ο εχθρός είχε πλησιάσει πλέον. Ήταν μια ομάδα πολεμιστών πάνω σε αγριόλυκους, μια σίγουρη απόδειξη πως βρίσκονταν στην υπηρεσία του Μπαγκράς. Γιατί βρίσκονταν εδώ, τόσο μακριά από τα υπόλοιπα στρατεύματα του σατανικού μάγου, ήταν ένα ερώτημα που προς το παρόν έπρεπε να περιμένει. Κύκλωσαν τον μικρό καταυλισμό με τους αγριόλυκους να βρυχώνται υπόκωφα.
-Για το όνομα της Λιμέρνα, βόγγηξε ο Ροδόλφος, τι είναι αυτά τα κτήνη;
-Αγριόλυκοι, απάντησε ήρεμα ο Σάιμον του Θαλ. Είναι τα πιο συνηθισμένα υποζύγια των δυνάμεων του εχθρού.
Κάθε αγριόλυκος μεγάλος σαν πόνι, αλλά όχι το ίδιο άκακος, έφερε έναν πολεμιστή οπλισμένο με δόρυ. Πλησίαζαν με ταχύτητα για να επιτεθούν. Οι Ιππότες και ο Ροδόλφος πήραν θέση στα ανοίγματα των βράχων, το μέρος που είχε βρει ο Αλεξάντερ του Ζίριον ήταν πολύ ευνοϊκό για τον αμυνόμενο και τους έδινε μια ελπίδα για την επερχόμενη μάχη στην οποία ο εχθρός είχε πολλαπλάσιο αριθμό.
Δεν υπήρχε χρόνος για σκέψεις, οι πρώτοι από τους εχθρούς είχαν φτάσει κοντά τους. Οι πολεμιστές αυτοί ανατρέφονταν από παιδιά παρέα με τους αγριόλυκους και εξοικειώνονταν απόλυτα με ένα από τα αγριότερα είδη στον κόσμο. Αποτελούσαν έτσι μια θανατηφόρα πολεμική μηχανή αφού πολεμούσαν μαζί αναβάτης και υποζύγιο. Επιτέθηκαν στους Ιππότες χωρίς δισταγμό αλλά εκείνοι παρέμειναν σταθερά στη θέση τους και απέκρουσαν την επίθεση. Μια άγρια λυσσώδης μάχη ξέσπασε. Οι Ιππότες πολεμούσαν με τάξη και ψυχραιμία καλύπτοντας ο ένας τον άλλο, αποκρούοντας χτυπήματα και καταφέρνοντας τα δικά τους. Αίμα άρχισε να κυλάει στους βράχους, κυρίως των εχθρών τους, και οι φωνές των τραυματισμένων ακούγονταν αρκετά μακριά. Οι κλαγγές των όπλων έσμιγαν με τα λυσσασμένα γρυλίσματα των αγριόλυκων που έβλεπαν τους Ιππότες να αφανίζουν τους συντρόφους τους αλλά οι ίδιοι να μένουν όρθιοι. Τελικά αυτή η πείσμονα αντίσταση των Ιπποτών έσπασε το νεύρο των επιτιθέμενων που τράπηκαν σε φυγή. Σαν ένας ο Αλεξάντερ και ο Ίθαν έτρεξαν στα άλογά τους. Καθώς ξεχύνονταν σε καταδίωξη των εχθρών ο πρώτος φώναξε στους συντρόφους τους:
-Θα σας βρούμε στο πέρασμα Φαγιάσα.
Ο Ραμίρ βόγγηξε με πόνο καθώς η σφαίρα τον χτύπησε και ένας καυτός πόνος απλώθηκε στο σώμα του. Στράφηκε με κόπο και κοίταξε πίσω, από την πολυκατοικία που βρισκόταν το σπίτι της Γιαρμίλα είχε βγει ο τελευταίος από τους άνδρες που τους είχαν επιτεθεί και ο Ραμίρ τον είχε απλά ρίξει αναίσθητο. Κρατούσε ακόμα το πιστόλι του υψωμένο. Χωρίς να δείξει ότι είχε χτυπηθεί ο Ιππότης ξεθηκάρωσε την σπάθα του και κινήθηκε προς τον αντίπαλό του που πιστεύοντας ότι τον είχε πετύχει αλλά δεν του είχε κάνει τίποτα η σφαίρα τράπηκε σε φυγή.
Έστριψε στην επόμενη γωνία ρίχνοντας μια τελευταία ματιά πίσω του. Ο Ραμίρ στάθηκε, χαμήλωσε τη σπάθα του και άγγιξε με την αιχμή το έδαφος, στηρίχθηκε στο όπλο ενώ χλώμιαζε. Η Γιαρμίλα πλησίασε και είδε με ανησυχία το λευκό μανδύα του να βάφεται από το αίμα. Ο Ραμίρ θηκάρωσε τη σπάθα και έκανε να γυρίσει προς το μέρος της αλλά ένιωσε μια τρομερή αδυναμία και ζάλη να τον καταλαμβάνει. Παραπάτησε και η Γιαρμίλα έσπευσε να τον στηρίξει.
-Πρέπει να βρούμε ένα καταφύγιο, ψέλλισε ο Ιππότης.
-Ξέρω ένα μέρος, είπε η Γιαρμίλα.
Πέρασε το χέρι της γύρω από τη μέση του Ραμίρ για να τον στηρίξει.
Ο Ροβέρτος κατέβηκε τα σκαλιά της υπόγειας διάβασης επιφυλακτικά. Στάθηκε για μια στιγμή να συνηθίσουν τα μάτια του στο μισοσκόταδο και μετά προχώρησε. Ήταν σίγουρος ότι ο Ραμίρ είχε περάσει από' δω αν και τώρα δεν υπήρχε κανένας στη διάβαση. Προχώρησε για την άλλη άκρη αναζητώντας ίχνη του φίλου του. Μετά την έφοδο της αστυνομίας τη νύχτα δεν υπήρχαν πλέον άστεγοι αλλά δεν ήταν τελικά τόσο έρημη όσο είχε υποθέσει ο Ιππότης αρχικά. Πλησίαζε στην απέναντι έξοδο όταν δυο άνδρες βρέθηκαν μπροστά του να του κλείνουν το δρόμο. Δεν ήταν τυχαίο αλλά ο Ροβέρτος αποφάσισε να μη δείξει ότι είχε κάποια υποψία για τις προθέσεις τους. Συνέχισε να περπατάει προς την έξοδο της διάβασης έχοντας όμως ετοιμαστεί να τραβήξει τα όπλα του αμέσως μόλις θα δεχόταν επίθεση.
Είχε φτάσει σε απόσταση μερικών βημάτων από τους δυο άνδρες όταν ο ένας από αυτούς είπε κοφτά:
-Αυτός είναι. Τώρα.
Ο Ροβέρτος αντιλήφθηκε μια κίνηση πίσω του και στράφηκεε γρήγορα για να δει έναν άνδρα με ένα ρόπαλο να επιτίθεται. Σήκωσε το ένα χέρι του και μπλόκαρε το χτύπημα ενώ με το άλλο άρπαζε τον αντίπαλό του από τα ρούχα. Τον τράβηξε μπροστά και στρεφόμενος τον έσπρωξε πάνω στους άλλους δυο άνδρες. Εκείνοι είχαν τραβήξει και οι δυο ειδικά όπλα παραλύσεως με ηλεκτρικό ρεύμα, ο σύντροφός τους που βρέθηκε ανάμεσα σε εκείνους και τον Ροβέρτο δέχθηκε μια διπλή εκκένωση που τον έκανε να διπλωθεί στα δύο από τον πόνο. Ο Ροβέρτος τον άφησε να σωριαστεί στο έδαφος ενώ περνούσε στην επίθεση. Οι δυο σπάθες του διέγραψαν δυο κοφτά τόξα αφαιρώντας δυο ζωές και επέστρεψαν στις θήκες τους.
Ο Ιππότης έσκυψε πάνω από τα πτώματα, πέρα από δυο αρκετά γεμάτα πορτοφόλια και δυο πιστόλια μεγάλου διαμετρήματος δεν βρήκε παρά μόνο ένα στοιχείο, μια σκληρή κάρτα με την επιγραφή UMARGO και ένα άγνωστης προελεύσεως και χρησιμότητας ανάγλυφο στην άκρη. Αν ήταν εξοικειωμένος με αυτόν τον κόσμο στον οπόιο είχε βρεθεί θα είχε αναγνωρίσει ένα ηλεκτρονικό πάσο. Ο άνδρας που είχε δεχθεί την ηλεκτρική εκκένωση βόγγηξε καθώς άρχισε να συνέρχεται. Ο Ροβέρτος έβαλε το πάσο σε μια τσέπη του μανδύα του και μετά στράφηκε στον άνδρα. Ίσως μπορούσε να μάθει κάτι από αυτόν.
2 σχόλια:
ροπαλο;;;;;;;;;;
Ναι, πως έχουν τα ΜΑΤ, κάτι τέτοιο φαντάσου το.
Δημοσίευση σχολίου