Ο Πρώτος Ένορκος 4

Author: Νυχτερινή Πένα /

   -Τι είπες; ρώτησε ο πατέρας της προσποιούμενος πως δεν είχε ακούσει, προειδοποιώντας τη με τον τόνο του πως δεν ήθελε να ακούσει, δεν ήθελε να ξέρει.

   Δεν του έκανε τη χάρη.

   -Μου επιτέθηκε και με βίασε ο Άντονι Βάλμοντ πατέρα, είπε με μια φωνή που έτρεμε από την ταπείνωση και τον εξευτελισμό που ένιωθε.

   Ο πατέρας της πήγε στην πόρτα του δωματίου και κοίταξε έξω στο διάδρομο, μετά την έκλεισε και ακούμπησε πάνω της.

   -Γνωρίζω τον Άντονι από πριν γεννηθείς, ήταν πάντα παρορμητικός και πάντα γυναικάς. Αν του έδωσες την αφορμή.... Αν τον φλέρταρες λίγο και τον προκάλεσες..... Μετά δεν μπορούσες να το σταματήσεις και έγινε. Δεν θα το κάνουμε και θέμα, δεν ήταν η πρώτη σου φορά έτσι δεν είναι;

    Ακούγοντας τον πατέρα της να μιλάει έτσι η Γκαμπριέλα ένιωσε μια πίεση να αυξάνει κάπου μέσα της φτάνοντας σε ένα εφιαλτικό κρεσέντο, δημιουργώντας της την επιθυμία να ουρλιάξει.

   -Κοίταξέ με μπαμπά! ούρλιαξε τελικά πετώντας το σεντόνι που τη σκέπαζε από πάνω της και αποκαλύπτοντας το γυμνό και μωλωπισμένο σώμα της. Κοίτα τι μου έκανε ο αξιότιμος φίλος σου!

   -Γκαμπριέλα! Ντροπή μπροστά στον πατέρα σου!

   Η μητέρα της έσπευσε να την σκεπάσει ενώ η κοπέλα έγερνε πίσω στο μαξιλάρι της εξαντλημένη από αυτό το ξέσπασμά της.

   -Έξω βρίσκεται ένας επιθεωρητής του εγκληματολογικού, είπε ο Ρέτζιναλντ Ράνσομ. Δεν θα καταθέσεις τίποτα για βιασμό. Θα πεις ότι μια ερωτική συνεύρεση ξέφυγε από τον έλεγχο και αυτό είναι όλο.

   Η Γκαμπριέλα κοίταξε τον πατέρα της με μια οδυνηρή έκπληξη να αποτυπώνεται γλαφυρότατα στο πρόσωπό της. Ο πατέρας της νοιαζόταν να κρατήσει το όνομά του καθαρό από το σκάνδαλο.

   -Δεν μπορώ......ξεκίνησε αδύναμα αλλά ο πατέρας της δεν είχε ακόμη τελειώσει.

   -Οπωσδήποτε ο Άντονι θα πληρώσει για τη σιωπή μας αλλά αυτό θα γίνει σιωπηρά και κρυφά όχι εν γνώσει όλης της πόλης.

   -Τον μαχαίρωσα, είπε η κοπέλα και ένα ρίγος τη διέτρεξε καθώς εκείνη η στιγμή ζωντάνευε στο μυαλό της. Πεσμένη στο χορταριασμένο έδαφος, με το σώμα του βιαστή της πάνω της να την καθηλώνει, με τα πόδια και τα χέρια της δεμένα να παλεύει απεγνωσμένα να αμυνθεί, να λυθεί για να σώσει τον εαυτό της αφού τα ουρλιακτά της δεν ακούγονταν από κανέναν και κανένας δεν ερχόταν να την σώσει. Ο Άντονι Βάλμοντ είχε καρφώσει ένα μαχαίρι στο έδαφος κοντά στο δεξί της χέρι και προσπαθούσε να το φτάσει. Απορροφημένος από την πράξη του και την ευχαρίστηση που αντλούσε από αυτή ο βασανιστής της δεν αντελήφθηκε εγκαίρως πως είχε ελευθερώσει το χέρι της. Με τη δύναμη της απελπισίας το άρπαξε και χτύπησε.

    Έκλεισε τα μάτια της. Δεν ήθελε να θυμάται.

   -Ανόητο κορίτσι τι έκανες; είπε ο πατέρας της. Είσαι μόνη σου τώρα.

   Η Γκαμπριέλα άνοιξε τα μάτια της και κοίταξε πληγωμένη τον πατέρα της. Δεν ήταν δυνατόν να είναι τόσο σκληρός. Δεν καταλάβαινε;

   -Μπαμπά μην μ' αφήσετε, είπε και η φωνή της ακούστηκε παρακλητική σαν μικρού κοριτσιού που παρακαλεί να μην το αφήσουν έξω στο κρύο.

   -Λυπάμαι, είπε ο Ρέτζιναλντ και βγήκε από το δωμάτιο.

   -Μαμά; έκανε η Γκαμπριέλα αλλά η μητέρα της δεν γύρισε να την κοιτάξει.

   Έγειρε πίσω και έκλεισε τα μάτια της. Καυτά δάκρυα κύλισαν κάτω από τις μακριές βλεφαρίδες της.

   -Ο επιθεωρητής Τζέντον περιμένει να σε δει, είπε η νοσοκόμα.

   -Ας έρθει, είπε η κοπέλα. Να τελειώνουμε.

  Η φωνή της μόλις ακουγόταν, το ένα σοκ διαδεχόταν το άλλο – πρώτα η κτηνωδία του βιασμού, μετά η εγκατάλειψή της από την οικογένειά της – και δεν άντεχε άλλο, ήταν σωματικά και, κυρίως, ψυχολογικά εξαντλημένη.

   Η νοσοκόμα βγήκε και επέστρεψε σχεδόν αμέσως με έναν άνδρα. Ο επιθεωρητής Τόμας Τζέντον ήταν ένας κανονικού ύψους άνδρας με μαύρα μαλλιά και μαύρα μισόκλειστα μάτια. Το βαρύ σαγόνι και η σπασμένη μύτη του θύμιζαν πυγμάχο. Φορούσε ένα ταλαιπωρημένο κουστούμι χωρίς γραβάτα και μύριζε τσιγάρο.

   Κοίταξε την Γκαμπριέλα με έναν τρόπο που την έκανε να νιώσει άσχημα σαν να ήθελε να δει το γυμνό σώμα της κάτω από το σεντόνι που το σκέπαζε.

   -Πες μου με δικά σου λόγια τι συνέβει, είπε τελικά κοιτάζοντάς τη στα μάτια.

   Με σβησμένη φωνή η κοπέλα του διηγήθηκε πως σταμάτησε με το αυτοκίνητό της όταν της έκανε νόημα ο Άντονι Βάλμοντ, φίλος του πατέρα της και αφεντικό της, πως την οδήγησε στο δάσος και πως πάλεψε να ξεφύγει, πως με ωμή βία της επιβλήθηκε και πως κατάφερε τελικά να ξεφύγει. Ο επιθεωρητής την άκουσε ανέκφραστος και μετά έφυγε χωρίς πολλές ερωτήσεις ή να χαιρετήσει.


   Ο Μάικ Μακ Γκρέγκορ στάθηκε στο παράθυρο του δωματίου του στη βάση Ντάουνβιου και κοίταξε τη σκοτεινιά έξω. Το δωμάτιο του υπολοχαγού ήταν στο ίδιο κτίριο που στρατωνιζόταν και η μονάδα του. Δεν ήταν κάτι το σπουδαίο, ένα κρεβάτι, ένας φοριαμός, ένα ράφι για βιβλια και ένα μικρό γραφειάκι. Δεν τον ένοιαζε, είχε βολευθεί σε αυτό μια χαρά.

   Ήταν έτοιμος για υπηρεία, από την επαφή του με τις Τουρκικές φυλακές δεν είχε απομείνει παρά μόνο το επιδεμένο, απο τη μέση του πήχυ ως τον καρπό, αριστερό χέρι του και το ξυρισμένο κεφάλι του κάτι που γινόταν πάντα στις φυλακές αυτής της χώρας που οι ψείρες ήταν πολυπληθείς σαν την άμμο της θαλάσσης.

   Ήταν έτοιμος για μια αποστολή, δεν ήταν γι' αυτό που θα του τύχαινε.



   Οι   δυο επόμενες μέρες της Γκαμπριέλα ήταν γεμάτες εξατάσεις, ούρων και αίματος,γυναικολογικές, υπέρηχο κοιλίας, καθώς και μαγνητική τομογραφία. Είχε μόλις επιστρέψει από αυτήν την τελευταία εξέταση όταν ο επιθεωρητής μπήκε στο δωμάτιό της χωρίς να περιμένει την άδεια κανενός.

   -Γκαμπριέλα Ράνσομ, είπε με αυστηρή φωνή, συλλαμβάνεσαι για τον εκ προθέσεως φόνο του Άντονι Βάλμοντ.

3 σχόλια:

Unknown είπε...

Γίνεται όλο και καλύτερο!

Νυχτερινή Πένα είπε...

Ευχαριστώ Νατάσσα. Και είμαστε ακόμη στην αρχή.
Βλέπω και' συ γράφεις με καλούς ρυθμούς πάντως.

Unknown είπε...

Γράφω όσο μπορώ! Και 'γω πολύ στην αρχή είμαι ακόμα!

Δημοσίευση σχολίου