Τα Χρονικά Της Εσπέρια Ι - Η Συνωμοσία Της Σκιάς 14

Author: Νυχτερινή Πένα /

   Ο Λάτιρ συνήλθε με ένα τίναγμα.Ήταν ξαπλωμένος στο σκληρό και υγρό πέτρινο δάπεδο ενός κελιού. Τα χέρια του ήταν δεμένα μπροστά τώρα και πολύ σφιχτά. Μόνο το κεφάλι του δεν ακουμπούσε κάτω και κάνοντας να ανασηκωθεί κατάλαβε το γιατί. Η Ζέμις τον είχε στην ποδιά της. Η κοκκινομάλλα μαθητευόμενη μάγισσα τν κοίταξε λυπημένη.
   -Δεν έπρεπε να το κάνεις αυτό, είπε. Τώρα έπεσες στα χέρια τους.
   -Έλπιζα να βοηθήσω την Έλισεθ..... και εσένα.
   -Μόνο μάγοι διατηρούν τις αισθήσεις τους ταξδεύοντας μέσα από τους διαδρόμους της μαγείας. Δεν έπρεπε να το κάνεις αυτό. Τώρα θα χαθείς και εσύ.
   -Είμαστε ακόμα ζωντανοί, είπε ο Λάτιρ, μην χάνεις τις ελπίδες σου.
   -Είμαστε όμως ανίσχυροι, δεν έχω τις δυνάμεις μου πια, με ποτίσανε ένα φίλτρο που τις δέσμευσε.
   -Οι σύντροφοί μας δεν θα μας εγκαταλείψουν, είπε ο Λάτιρ. Ξέρεις που βρίσκεται η Έλισεθ;
   -Όχι. Δεν την είδα καθόλου.
   -Για εκείνη ανησυχώ. Ο Χάρκους δεν τη θέλει για καλό.
   Η Ζέμις βοήθησε τον Ιππότη να ανακαθίσει και μετά να σηκωθεί όρθιος. Τεντώθηκε νιώθοντας μουδιασμένος.
   -Πόσο έμεινα αναίσθητος; ρώτησε.
   -Πολύ, είπε η Ζέμις. Ανησύχησα. Φοβήθηκα πως δεν θα τα κατάφερνες.
   Ο Λάτιρ ένευσε καθώς περιεργαζόταν το κελί τους αναζητώντας δρόμο διαφυγής. Δεν υπήρχε, γύρω τους υπήρχαν μόνο χοντροί τοίχοι που διακόπτονταν από μια συμπαγή μεταλλική πόρτα και έναν μικρό φεγγίτη από τον οποίο δεν χωρούσε να περάσει ούτε το χέρι του ακόμα και αν θα μπορούσαν να σκαρφαλώσουν εκεί που ήταν.
   Η πόρτα του κελιού άνοιξε. Μια ομάδα βαριά οπλισμένων φρουρών μπήκε στο κελί. Ένας από αυτούς πέταξε ένα κόκκινο φόρεμα στην Ζέμις.
   -Φόρεσέ το μάγισσα.
   Η κοπέλα το πήρε και κοίταξε τους άνδρες.
   -Έτσι; Μπροστά σας;
   -Αν δεν θες να σε γδύσουμε εμείς, γρύλισσε ο ένας από τους στρατιώτες.
   Η Ζέμις δίστασε. Ο στρατιώτης που την είχε απειλήσει έκανε ένα βήμα προς το μέρος της και η κοπέλα πισωπάτησε. Διστακτικά άρχισε να ξεκουμπώνει το γιλέκο της.
   -Ζέμις, είπε ο Λάτιρ. Να θυμάσαι πάντα ότι μπορούν να σου αφαιρέσουν τα πάντα αλλά ποτέ την αξιοπρέπειά σου αν δεν την παραδώσεις εσύ.
   Η κοπέλα έσφιξε τα χείλη και άρχισε να ξεντύνεται. Ο Ιππότης έστρεψε αλλού το βλέμμα για να μην την δει γυμνωμένη αλλά του είπε:
   -Λάτιρ, κοίταξέ με.
   Ο Ιππότης το έκανε και εκείνη συνέχισε να γδύνεται κρατώντας το βλέμμα της στο δικό του, αντλώντας θαρρος από εκείνον. Μετά φόρεσε το κόκκινο φόρεμα που της είχαν φέρει. Οι στρατιώτες τους άρπαξαν και τους έβγαλαν από το κελί σε έναν μουντό διάδρομο. Τους έσυραν γρήγορα ως μια μικρή αυλή και τους φόρτωσαν σε ένα κάρο. Μόλις τους ανέβασαν ξεκίνησε με μια ταχύτητα που έκανε αδύνατο το άλμα έξω από αυτό. Μια πύλη άνοιξε και βγήκαν στην μεγάλη αυλή πριν τις Σιδηρές Πύλες. Το κάρο σταμάτησε απότομα μπροστά σε ένα πρόσφατα φτιαγμένο ικρίωμα και ο Λάτιρ ένιωσε έναν κόμπο στο στομάχι, τους προόριζαν να πεθάνουν στην πυρά.   

   Ο Φένορ οδήγησε τους συντρόφους του στη δυτική πλευρά του Όρους των Καταιγίδων και άρχισαν την ανάβαση από μονοπάτια που λίγοι ήξεραν. Ταξίδευαν όλη τη νύχτα και μόλις άρχισε να χαράζει σταμάτησαν για να ξεκουραστούν κάτω από μερικά δένδρα. Ο Φένορ έμεινε να φυλάει σκοπιά και τους είπε να κοιμηθούν λίγες ώρες. Οι Ιππότες ξάπλωσαν ένα γύρο και σκεπάστηκαν με τους μανδύες τους. Δεν μπορούσαν να ανάψουν φωτιά εδώ, κινδύνευαν να γίνουν αντιληπτοί. Ο Ίριαν κάθισε στη ρίζα ενός δένδρου και ακούμπησε με την πλάτη του στον κορμό του. Η Ετάνια ήρθε και κάθισε δίπλα του. Εκείνος δεν την κατάλαβε αμέσως καθώς παρατηρούσε το φίλο του.
   -Ανησυχείς πολύ γι' αυτόν, είπε η κοπέλα.
   -Ναι, θεωρεί ότι έφταιγε για την αρπαγή της Έλισεθ και δεν συγχωρεί τον εαυτό του. Ειδικά επειδή πρόκειται για την Έλισεθ την οποία είμαστε ορκισμένοι να προστατεύουμε.
   -Καταλαβαίνω πως ένιωθε αλλά δεν έφταιγε, τι μπορούσε να κάνει;
   -Εκείνος δεν το βλέπει έτσι, ήταν πάντα σκληρός κριτής του εαυτού του.
   Η Ετάνια ένευσε και έκλεισε τα μάτια της ενώ τυλιγόταν με το μανδύα της. Ένα ρίγος τη διαπέρασε και προσπάθησε να το σταματήσει αλλά ο Ίριαν το αντιλήφθηκε.
   -Δεν είσαι καλά; είπε ανήσυχος.
   -Καλά είμαι. Η Ζέμις δεν είναι.
   -Τι έχει; Την βασάνισαν; Πως το ξέρεις; ρώτησε ο Ίριαν.
   -Όταν η Ζέμις ήρθε να σπουδάσει μαζί μας ήταν ένα τρομαγμένο κοριτσάκι. Γίναμε γρήγορα φίλες και ένιωθε καλύτερα αλλά τη νύχτα ακόμα την βασάνιζαν φόβοι και εφιάλτες. Για να την κάνω να νιώσει καλύτερα εκτελέσαμε το ξόρκι του δεσίματος ώστε να μπορεί η μια να νιώσει την άλλη.
   -Οπότε την νιώθεις τώρα;
   -Ναι, αλλά όχι καλά, το δέσιμο μας οφείλεται στη μαγεία μας και η Ζέμις δεν έχει τη δική της.
   -Την ποτίσανε λαμόδιο. Στερεί από το μάγο την ικανότητα να χρησιμοποιήσει μαγεία. Το χρησιμοποιούμε και' μεις με τους σκοτεινούς μάγους αν δεν έχουμε μαζί μας κάποιον να τους κρατάει σε έλεγχο.
   -Κρυώνω, ψιθύρισε η Ετάνια.
   Ο Ίριαν έσπευσε να περάσει το μπράτσο του γύρω από τους ώμους της, για να την τυλίξει και με το δικό του μανδύα και μόνο είπε στον εαυτό του αλλά όταν εκείνη χώθηκε κουρασμένη στην αγκαλιά του κατάλαβε πως δεν χρειαζόταν δικαιολογία.

   Οι πύλες της πόλης του Στόρμγκαρντ έπρεπε να παραμείνουν κλειστές ως που να ολοκληρωθούν τα σχέδιά του Χάρκους αλλά και μόνο η παρουσία του Ράουμας ήταν αρκετή για να ανοίξουν οι πύλες. Οι πιστοί στον Χάρκους φρουροί εξουδετερώθηκαν και ο Ράουμας με τους Ιππότες και το στρατό που είχε συγκεντρωθεί μπήκαν στην πόλη. Ο Ράουμας χώρισε τους στρατιώτες σε τμήματα και τα έστειλε με επικεφαλής Ιππότες να καταλάβουν καίρια σημεία. Με τους υπόλοιπους Ιππότες μετά βάδισε προς τις Σιδηρές Πύλες.

   Κατέβασαν τον Λάτιρ και την Ζέμις από το κάρο και τους έσυραν μπροστά σε ένα ψηλό εξώστη ακριβώς απέναντι από το ετοιμασμένο ικρίωμα. Η κοπέλα έχοντας δει τα στοιβαγμένα ξύλα είχε καταλάβει τη μοίρα που της επιφύλασσαν, έτσι εξηγείτο και το κόκκινο φόρεμα, το ένδυμα της καταδικασμένης στην πυρά μάγισσας. Στάθηκαν μπροστά στον εξώστη και ο Λάτιρ σάρωσε με το βλέμμα του το χώρο. Υπήρχαν πολλοί στρατιώτες για να έχει ελπίδες να ξεφύγει ακόμα και αν ήταν πάνοπλος και ξεκούραστος. Όχι, είχε φτάσει η ώρα του. Έξω από τον κύκλο των στρατιωτών που οριοθετούσαν την πλατεία ήταν μαζεμένος κόσμος αλλά δεν φαίνονταν χαρούμενοι, κάθε άλλο. Ήταν σκυθρωποί και φοβισμένοι.
   Στον εξώστη φάνηκε ο Χάρκους και οι στρατιώτες τον αποθέωσαν με πολεμικές κραυγές αλλά ανάμεσα στους κατοίκους ελάχιστοι τον επευφήμησαν. Οι περισσότεροι παρέμεναν φοβισμένοι και μαζεμένοι. Ο Λάτιρ κατάλαβε, ο νόμος του σφετεριστή είχε πέσει βαρύς και όλοι τον μισούσαν. Για να εδραιώσει την θέση του είχε ετοιμάσει και αυτήν την δημόσια εκτέλεση.
   Ο Χάρκους ύψωσε το χέρι του και έγινε απόλυτη σιωπή. Ο Ιππότης τον κοίταξε και διαπίστωσε ανήσυχος ότι στη σκιά λίγο πιο πίσω στεκόταν ο σκότεινος μάγος που είχαν αντιμετωπίσει. Άκουσε τη Ζέμις να παίρνει μια τρομαγμένη ανάσα.
   -Μάγισσα, είπε με βροντερή φωνή ο Χάρκους καταδικάστηκες να καείς στην πυρά για τα έργα στα οποία παραμένεις αμετανόητη επιζητώντας το κακό της Εσπέρια και του λαού της.
   Η Ζέμις δεν απάντησε και ο σφετεριστής στράφηκε στον Λάτιρ.
   -Λάτιρ της Μάνσια κατηγορείσαι ως προδότης. Ανήκεις στους Ιππότες που πρόδωσαν το βασιλιά και τον δολοφόνησαν και το ότι συνελλήφθεις με την μάγισσα αυτή είναι αρκετή απόδειξη. Τι έχεις να απολογηθείς; Απαρνήσου τους προδότες συντρόφους σου και ορκίσου πίστη σε' μενα και θα είμαι επιεικής.
   -Εγώ είμαι πιστός στον όρκο μου και στο ρόδο της Εσπέρια την Έλισεθ Ντρομέθια. Εσύ είσαι ο προδότης και θα πληρώσεις γι' αυτό γιατί την απήγαγες με δόλιο σκοπό!
   Μουρμουρητά ακούστηκαν στον κόσμο.
   -Πάρτε τους! βρυχήθηκε ο Χάρκους. Ήθελα να δείξω έλεος αλλά αμετανόητοι διαδίδουν ψεύδη!
   Τους οδήγησαν στο ικρίωμα όπου του έλυσαν τα χέρια σύμφωνα με το αρχαίο έθιμο, δεν υπήρχε πιθανότητα να δοκιμάσει να το σκάσει καθώς τοξότες ένα γύρο τον σημάδευαν ήδη. Αλλά ο Λάτιρ δεν το σκεφτόταν, είχε αποφασίσει να πεθάνει με αξιοπρέπεια.
   Στάθηκε στην κορυφή του ικριώματος και στράφηκε προς την ανατολή όπου ο ήλιος είχε αρχίσει να υψώνεται. Η Ζέμις στάθηκε δίπλα του.
   -Σε ζηλεύω που δεν φοβάσαι, είπε η Ζέμις.
   -Είμαι έτοιμος να πεθάνω αν και θα προτιμούσα να είναι στη μάχη.
   Ο δήμιος πλησίασε με τον πυρσό αναμμένο.
   -Δεν θέλω να πεθάνω, είπε με ραγισμένη φωνή η κοπέλα.
   Ο Λάτιρ γύρισε και την κοίταξε. Την αγκάλιασε και την κράτησε σφιχτά.

   Ο Φένορ τους οδήγησε σε μονοπάτια μέσα από τα σπήλαια του βουνού και τελικά τους έφερε σε μια μεγάλη πέτρινη θύρα. Εκεί πλησίασε και ακούμπησε τα χέρια του στους παραστάτες της αφού έβγαλε τα γάντια του. Με ένα τρίξιμο η τεράστια πύλη άνοιξε και ο Ιππότης έκανε ένα νόημα να περάσουν. Μόλις πέρασαν βρέθηκαν σε ένα μικρό δωμάτιο με μια σκάλα προς τα πάνω.
   -Αυτή είναι μια μυστική δίοδος για ώρα ανάγκης, είπε ο Φένορ, αν και μάλλον πρώτη φορά χρησιμοποιείται για να μπει κάποιος στην πόλη.
   Ανέβηκαν τη σκάλα και βρέθηκαν σε ένα μικρό δωμάτιο στην αυλή της εσωτερικής πλευράς των Σιδηρών Πυλών. Μπορούσαν να δουν το στρατό και το πλήθος έξω. Όπως και το ότι θα γινόταν μια εκτέλεση.
   -Θόρας, θέλω να περάσεις μέσα από το πλήθος και να πας στο Ράουμας, φέρε τον αμέσως εδώ. Είσαι ο μόνος που δε φοράει στολή και δεν θα τραβήξεις την προσοχή. Ετάνια, ξέρω τι θέλεις και δεν θα προσπαθήσω να σε αποτρέψω. Πήγαινε. Σίντρεκ επίσης. Λουθ, Μάκερ, ασφαλείστε το δωμάτιο της αλυσίδας, να μην κλείσουν οι πύλες επ' ουδενί. Οι υπόλοιποι μαζί μου. πάμε να βρούμε την Έλισεθ.
   Βγήκαν στη μικρή και αυλή και χωρίστηκαν ενώ μια ομάδα στρατιωτών εμφανιζόταν από την απέναντι πλευρά. Τράβηξαν αμέσως όπλα και όρμηξαν πάνω τους.
   -Φύγετε εσείς! πρόσταξε ο Φένορ ξεθηκαρώνοντας τη σπάθα του.
   Η Ετάνια έτρεξε προς το ικρίωμα. Μπορούσε να δει τον Λάτιρ να έχει αγκαλιάσει την Ζέμις που είχε χώσει το πρόσωπό της στο στέρνο του. Με το κόκκινο φόρεμα και τα ίδιου χρώματος μαλλιά της έμοιαζε με μια ζωντανή φλόγα. Μια φλόγα ζωής που σε λίγο θα έσβηνε. Καθώς παραμέριζε κόσμο για να πλησιάσει το ικρίωμα σκεφτόταν πυρετωδώς πως να τη σώσει μαζί με τον Ιππότη. Τι μπορούσε να κάνει;
   Ακριβώς εκείνη τη στιγμή ο δήμιος έριξε τον πυρσό προς τα ετοιμασμένα εύφλεκτα ξύλα στη βάση του ικριώματος.

6 σχόλια:

flash είπε...

πήγα να γυρίσω σελίδα αλλά.. δεν!
και τώρα;
έχω τρομερή αγωνία!!!

και είμαι και ενθουσιασμένη!
είναι πολύ καλογραμμένη ιστορία!
αλήθεια σου λέω έτσι μου ρχεται να την τυπώσω και να την δώσω κάπου που ξέρω οτι θα ξετρελαθούνε :)))

τίποτα! μια μετάφραση στην αγγλική θέλει και πάει για ταινία!

αλλά να μην ξεχνιόμαστε
και να μην αποσυντονιζόμαστε!
πότε θα έχουμε την συνέχεια;;; :)

αν και να σου πω τη αλήθεια, με μια δεύτερη σκέψη, δεν την βιάζομαι και τόσο..
τώρα που μαζεύτηκαν όλοι, όπως έχεις πει κι εσύ, θα οδεύει προς το τέλος της..

κρίμα..
μετά θα σου ζητάμε και άλλη.. το ξέρεις;

ελπίζω να είσαι προετοιμασμένος :)

Νυχτερινή Πένα είπε...

Ο ενθουσιασμός σου με κάνει να αισθάνομαι αισιόδοξος και για το άλλο μου έργο που δοκιμάζει την τύχη του.
Αν θες να τη δώσεις κάπου ελεύθερα.
Όσο για τη συνέχεια θα είναι σύντομα στη διάθεσή σας.

flash είπε...

Ναι θέλω!
στην ανιψιά μου :)
πάει στη πρώτη λυκείου αλλά διαβάζει μανιωδώς εδώ και χρόνια.. έχουμε φτάσει να μας αρέσουν σχεδόν τα ίδια.. τελοσπαντων κοντεύουμε.. πάντως μου περιγράφει με ενθουσιασμό ό,τι διαβάζει και όταν μου κινεί το ενδιαφέρον μου το δανείζει :))
και από ό,τι την ξέρω θα ξετρελαθεί με την ιστορία σου!!!.. μπορεί να της δείξω και το μπογκ σου!
αργότερα και το βιβλίο σου!!!
Θα πάει πολύ καλά
είμαι σίγουρη!!!
για μένα πάντως είναι
λες και το κρατάω ήδη! :)

Νυχτερινή Πένα είπε...

Ελεύθερα να της δώσεις την ιστορία και να της δείξεις το μπλογκ.
Σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια και τον ενθουσιασμό σου.

Ginny είπε...

Ε, μέσα στις φλόγες ποιος θα τους δει να εξαφανίζονται;;;; :P
Να συντομεύει το τέλος παρακαλώ! Δε θέλει να μου φορτώνεις άγχος φαντάζομαι!! :P
χεχεχεχεχε!
Καληνύχτες Πένα μου!

Νυχτερινή Πένα είπε...

Α μην ανησυχείς! Δεν θα σε αγχώσω άλλο.
Απόψε θα δεις και το φινάλε.

Δημοσίευση σχολίου