Τα Χρονικά Της Εσπέρια Ι - Η Συνωμοσία Της Σκιάς 15

Author: Νυχτερινή Πένα /

   Η Ετάνια τέντωσε το χέρι της ψιθυρίζοντας γρήγορα ένα ξόρκι και ο πυρσός έμεινε μετέωρος στον αέρα. Η κοπέλα άρχισε να σπρώχνει τον κόσμο για να περάσει για να προλάβει να φτάσει στον πυρσό πριν εξαντληθούν οι δυνάμεις της και πάψει να ενεργεί το ξόρκι της. Έφτασε στη γραμμή των στρατιωτών που χώριζαν το πλήθος από την πλατεία και όρμηξε να περάσει. Έπεσε πάνω σε έναν στρατιώτη που αιφνιδιάστηκε αλλά δεν παραμέρισε. Αντίθετα φώναξε τους συντρόφους του για να την κρατήσουν.
   Η κοπέλα συνέχισε να έχει το μυαλό της συγκεντρωμένο στο ξόρκι που κρατούσε τον πυρσό από το να πέσει στα ξύλα ενώ πάλευε να περάσει και να πάει κοντά. Η δύναμή της εξαντλείτο γρήγορα και ήταν κυκλωμένη από εχθρούς. Δάκρυα απογνώσεως άρχισαν να τρέχουν στα μάγουλά της.
   Μουρμουρητά άρχισαν να ακούγονται πάλι από το πλήθος. Έφτασαν στο Χάρκους που απολάμβανε την απέλπιδα προσπάθεια της νεαρής μάγισσας και περίμενε τη στιγμή που θα κατέρρεε και ο πυρσός θα ολοκλήρωνε την πορεία του. Αλλά τα ολοένα και αυξανόμενα μουρμουρητά τον ανησύχησαν. Δεν ήθελε να δειχθεί αδύναμος, σκοπός του ήταν ακριβώς το αντίθετο.
   -Ας τελειώνουμε! φώναξε.
   Έκανε νόημα σε έναν έφιππο λογχοφόρο να εκτελέσει τον Λάτιρ και την Ζέμις, εκείνος κάλπασε εναντίον τους σκοπεύοντας να τους διαπεράσει και τους δυο μαζί όπως έστεκαν αγκαλιασμένοι. Η Ετάνια έπαψε να παλεύει και έμεινε να βλέπει ανήμπορη να βοηθήσει.

   Ο Φένορ σταμάτησε και αφουγκράστηκε. Στο παλάτι επικρατούσε ησυχία. Δεν είχαν συναντήσει κανέναν ως τώρα στην πορεία τους προς την αίθουσα του θρόνου μετά τους φρουρούς που είχαν εξοντώσει στην αυλή. Ο Χάρκους είχε πάρει τους στρατιώτες έξω στην εκτέλεση και είχε διατάξει μάλλον το προσωπικό να παραμείνει στα δωμάτιά του. Δεν ήθελε μάρτυρες για αυτό που σκόπευε να κάνει. Αυτή η προφύλαξη του προδότη τους είχε βοηθήσει ως εδώ.
   Συνέχισαν να κινούνται γρήγορα στους άδειους διαδρόμους. Ήταν μια ανησυχητική εμπειρία να βλέπουν άδειους όλους αυτούς τους χώρους που δεν έπαυαν κανονικά να σφύζουν από ζωή. Δεν την άφησαν να τους πτοήσει όμως και συνέχισαν.
   Πλησίαζαν στην αίθουσα του θρόνου όταν συνάντησαν έναν τρομαγμένο αυλικό που είχε κρυφτεί σε ένα μικρό δωμάτιο στην κορυφή της κεντρικής σκάλας στον όροφο που βρισκόταν η αίθουσα. Τον αντιλήφθηκαν από το υπερβολικό του τρέμουλο που κουνούσε το παραβάν πίσω από το οποίο είχε κρυφτεί.
   -Τι γίνεται εδώ πέρα; ρώτησε ο Ίριαν τον τρομαγμένο ανθρωπάκο.
   -Ο άρχοντας Χάρκους διέταξε να μείνουμε όλοι μέσα αλλά εγώ δεν.... είχα....
   -Δεν με νοιάζει τι έκανες εσύ, είπε ο Ιππότης. Τι γίνεται στην αίθουσα του θρόνου;
   -Δώδεκα μαυροντυμένοι άνδρες είναι εκεί και απαγγέλλουν επικλήσεις από χθες, είπε ο άνδρας.
   Ο Ίριαν κοίταξε τον Φένορ που ένευσε και προχώρησε προς την αίθουσα με τους  υπόλοιπους Ιππότες να ακολουθούν. Ο Ίριαν άφησε τον αυλικό και έσπευσε στο πλευρό του φίλου του.
   -Άρχισαν την επίκληση όπως μας είπε ο Ασμόνιους ότι θα κάνουν, πρέπει να βιαστούμε.
   -Ναι, είπε ο Ίριαν.
   Φτάσανε στον προθάλαμο της αίθουσας του θρόνου όπου βρέθηκαν απέναντι σε μια αρκετά πολυάριθμη φρουρά. Επικεφαλής ήταν ένας άνδρας που ο Φένορ αναγνώρισε αμέσως, ήταν εκείνος που είχε απαγάγει την Έλισεθ. Με μια τρομερή κραυγή ο Ιππότης όρμησε εναντίον του αιφνιδιάζοντας όχι μόνον εκείνον αλλά και τους υπόλοιπους. Τον έφτασε και τον διαπέρασε με τη σπάθα του ενώ γύρω του ξεσπούσε μια λυσσαλέα μάχη ανάμεσα στους Ιππότες και τους φρουρούς του Χάρκους.
   -Προχώρησε Φένορ! φώναξε ο Ίριαν. Θα τους τακτοποιήσουμε εμείς αυτούς. Εσύ σώσε την Έλισεθ!
   Ο Φένορ ένευσε και πέρασε την μεγάλη δίφυλλη πόρτα για να βρεθεί στην αίθουσα του θρόνου. Μπαίνοντας στάθηκε. Η αίθουσα είχε απογυμνωθεί από κάθε έπιπλο και μόνο ο θρόνος είχε απομείνει στη θέση του. Πάνω στο θρόνο, δεμένη με μαύρες κορδέλες στα μπράτσα, ήταν η Έλισεθ. Ανάμεσα στον Ιππότη και την πριγκίπισσα όμως στέκονταν δώδεκα άνδρες με μαύρες τελετουργικές στολές που απήγγειλαν επικλήσεις στην σκοτεινή γλώσσα.
   -Καταραμένοι είστε, όπως καταραμένος είναι και εκείνος που επικαλείστε, είπε ο Φένορ και επιτέθηκε.
   Η εμφάνισή του είχε αιφνιδιάσει απόλυτα τους  ακόλουθους του Άκλαροθ που δεν αντέδρασαν παρά όταν ήταν πολύ αργά. Ο Ιππότης είχε σκοτώσει ήδη τέσσερις. Δεν ήταν σε θέση να τον αντιμετωπίσουν, ήταν πολύ πιο ικανός πολεμιστής και ο θυμός πολλαπλασίαζε τις μαχητικές ικανότητές του. Ο ένας μετά τον άλλο έπεσαν όλοι νεκροί στα πόδια του και εκείνος προχώρησε να ελευθερώσει την Έλισεθ.

   Η Ετάνια κοίταξε τη Ζέμις στην αγκαλιά του Λάτιρ. Η κοκκινομάλλα κοπέλα είχε κλείσει τα μάτια της ενώ εκείνος ατένιζε αγέρωχα το θάνατο που ερχόταν προς το μέρος του. Την επόμενη στιγμή τα ξύλα από την πυρά εκτινάχθηκαν προς κάθε κατεύθυνση, διαλύοντας τον πυρσό και ρίχνοντας στο δάπεδο τους τοξότες και τον ιππέα. Ο Λάτιρ πήδηξε από το ικρίωμα και όρμηξε στον πιο κοντινό αντίπαλο για να πάρει ένα σπαθί. Μετά στράφηκε στον Χάρκους ενώ η Ζέμις ήρθε κοντά του. Η Ετάνια απαλλαγμένη από την ανάγκη να συγκρατεί τον πυρσό έστρεψε την προσοχή της στην πάλη με τους φρουρούς και κατάφερε να ξεφύγει και να πάει κοντά στους συντρόφους της.
   Ένας ηλικιωμένος άνδρας, σκυφτός από τα χρόνια, πέρασε ανάμεσα στους στρατιώτες που άνοιξαν πέρασμα άθελά τους σαν να τους απώθησε κάποια πολύ ισχυρή δύναμη. Προχώρησε στο κέντρο της πλατείας και κοίταξε το Χάρκους.
   -Είσαι προδότης με κάθε έννοια της λέξης. Πρόδωσες το βασιλιά σου, το καλό της χώρας αυτής, την ίδια σου την ψυχή που την πούλησες στο διάβολο. Ο λαός αυτής της χώρας δεν οφείλει να σε υπακούσει.
   -Σκοτώστε τον! Σκοτώστε τους όλους!
   Μια ομάδα έτρεξε προς τον γέρο άνδρα.
   -Θα επιτιθόσασταν σε έναν γέρο άνθρωπο, είπε εκείνος με τη φωνή του να γίνεται πιο βαθιά και δυνατή με κάθε λέξη.
   Και ξαφνικά δεν στεκόταν μπροστά τους ένας κυρτός ανθρωπάκος αλλά ένας αρχοντικός ευθυτενής άνδρας με ένα μεγάλο ραβδί στα χέρια του.
   -Αλλά θα επιτιθόσασταν σε έναν μάγο;
   Μια πύρινη σφαίρα τινάχθηκε από το ραβδί αλλά όχι με στόχο τους στρατιώτες μα τον νεκρομάντη που βιάστηκε να σχηματίσει ένα μαγικό σύμβολο στον αέρα μπροστά του και να εξαφανιστεί.
   Ο Άλασταρ έκανε ένα γρήγορο ξόρκι και μετά στράφηκε στους στρατιώτες που έρχονταν απτόητοι εναντίον του.
   -Υπάρχει και όριο στην ανοησία, είπε και τίναξε τους στρατιώτες στο έδαφος. Στη θέση σας θα έμενα κάτω.
   Στράφηκε και κοίταξε τις δυο μαθητευόμενές του και τον Λάτιρ κοντά στους οποίους είχε έρθει και ο Σίντρεκ.
   -Άσε μας εμάς, φώναξε αυτός ο τελευταίος. Βρες τον καταραμένο νεκρομάντη και σκότωσέ τον.
   Ο Άλασταρ στράφηκε στην ομάδα των στρατιωτών που ανασυντασσόταν και τους έριξε πάλι κάτω.
   -Είπα να μείνετε κάτω! τόνισε αυστηρά και την επόμενη στιγμή δεν ήταν εκεί.
   -Σκοτώστε τους!
   -Δεν στέκονται μόνοι προδότη!
   Όλα τα μάτια στράφηκαν στην άλλη άκρη της πλατείας όπου στεκόταν ο Ράουμας του Λορ έφιππος και δίπλα του ο βασιλιάς ενώ ακολουθούσαν οι Ιππότες που είχαν διασωθεί μαζί του και με τον Φένορ.
   -Επίθεση! διέταξε ο Χάρκους και ξεθηκαρώνοντας το σπαθί του κατέβηκε στην πλατεία να πολεμήσει και αυτός με το βλέμμα του γεμάτο μίσος.
   Οι άνδρες του επιτέθηκαν με ορμή. Ο Λάτιρ και ο Σίντρεκ εμπλάκηκαν πρώτοι πολεμώντας με μανία εναντίον των εχθρών και γρήγορα βρέθηκαν στο πλευρό τους και οι υπόλοιποι Ιππότες. Ήταν μια σκληρή μάχη, οι άνδρες του Χάρκους ήταν αποφασισμένοι, ήξεραν ότι αν νικούσαν θα είχε τελειώσει κάθε αντίσταση αφού θα είχε πέσει και ο βασιλιάς νεκρός ενώ αν χάνανε θα πέθαιναν. Πολεμούσαν με λύσσα και με το πλεονέκτημα της αριθμητικής υπεροχής τους. Αλλά οι Ιππότες είχαν ισχυρά κίνητρα. Είχε φτάσει η ώρα να αποκαταστήσουν την τάξη στο βασίλειο και να εκδικηθούν για τους συντρόφους που είχαν χάσει. Η Ζέμις πολεμούσε σαν κοινή μαχήτρια με σπαθί μιας και δεν είχε ακόμα τις δυνάμεις της. Η Ετάνια χρησιμοποιούσε μερικά απλά ξόρκια βοηθώντας τους Ιππότες στις προσωπικές μονομαχίες τους με αντιπάλους. Κλαγγές όπλων και κραυγές πόνου γέμιζαν την ατμόσφαιρα μαζί με πολεμικές ιαχές και χλιμιντρίσματα αλόγων.
   -Λαέ της Εσπέρια! φώναξε ο Ερρίκος δυνατά για να ακουστεί πάνω από το θόρυβο της μάχης. Αυτή είναι η τελευταία σας ευκαιρία να αποτάξετε το ζυγό του Χάρκους, αν νικήσει τώρα δεν θα απαλλαγείτε από αυτόν ποτέ!
   Ο πληθυσμός της πόλης ήταν πιστός στο θρόνο, η κατηγορία για προδοσία εκ μέρους των Ιπποτών είχε ξεσηκώσει αντιδράσεις και σκεπτικισμό αλλά όποιοι είχαν τολμήσει να εκφράσουν την δυσπιστία τους είχαν ριχθεί στα μπουντρούμια. Τώρα ήταν η ώρα να εκδικηθεί ο πληθυσμός του Στόρμγκαρντ για την τρομοκρατία που είχε υποστεί. Έπεσαν πάνω στους στρατιώτες με ορμή. Κάποιοι σκοτώθηκαν αλλά οι υπόλοιποι έπεφταν πάνω τους και κατάφερναν να τους θέτουν εκτός μάχης καθώς ήταν περισσότεροι και αντιστοιχούσαν τρεις σε κάθε άνδρα του Χάρκους στον οποίο επιτίθοντο.

   Ο Κέρζορ, ο νεκρομάντης, υλοποιήθηκε μέσα στην αίθουσα του θρόνου και κοίταξε γύρω περιμένοντας να ακούσει το κρεσέντο του ανίερου τελετουργικού για την επαναφορά του αφέντη τους. Αντίθετα τον υποδέχθηκε σιωπή. Οι ακόλουθοι του Άκλαροθ ήταν νεκροί και ο Φένορ είχε μόλις λύσει την Έλισεθ από τα δεσμά της.
   -Καταραμένος να είσαι Ιππότη.
   Ύψωσε το ραβδί του αλλά την ίδια στιγμή εκείνο διαλύθηκε σε λεπτή σκόνη που κύλισε στο μαρμάρινο δάπεδο. Δεν ήταν πια ο μόνος μάγος στην αίθουσα όπου βρισκόταν και ο Άλασταρ.
   -Στις σκιές γεννήθηκες
    και αυτές υπηρετείς
    σ' αυτές εξορίζεσαι
    και μ' αυτές να ξεχαστείς.
   Μια αψιδωτή πύλη άνοιξε πίσω από το σκοτεινό μάγο. Ριπές ενέργειας μαστίγωναν το περίγραμμά της και μέσα της βασίλευε το πιο αδιαπέραστο σκοτάδι. Το ξόρκι του Άλασταρ τίναξε τον Κέρζορ στο κέντρο της αψίδας που την επόμενη στιγμή εξαφανίστηκε σαν να μην υπήρξε ποτέ.
   -Τελείωσε και αυτό, είπε ο Άλασταρ. Ελάτε, πάμε να βρούμε το βασιλιά.

   Ο Χάρκους έπεσε νεκρός τρυπημένος από τη σπάθα του βασιλιά Ερρίκου και όσοι άνδρες του ζούσαν ακόμη παραδόθηκαν. Μεγαλόψυχος ο βασιλιάς τους χάρισε τη ζωή αλλά τους καταδίκασε σε ισόβια παραμονή και εργασία στα λατομεία του Καρμίρ στα ανατολικά των ορεινών. Κάτω από τις ζητωκραυγές του λαού του προχώρησε προς το παλάτι απ' όπου έβγαιναν ο Φένορ και οι σύντροφοί του με την Έλισεθ, η μικρή πριγκίπισσα σκαρφαλωμένη στην αγκαλιά του Ορθ.
   Πλησίασαν τον βασιλιά που πήρε την κόρη του στην αγκαλιά του και τη φίλησε συγκινημένος. Ύστερα κοίταξε τους Ιππότες.
   -Σας ευχαριστώ, είπε απλά.
   Ο λαός άρχισε να ζητωκραυγάζει το όνομα του βασιλιά και τους Ιππότες που είχαν αποκαταστήσει την ορθή τάξη πραγμάτων. Η Ετάνια ξεχώρισε μέσα από το πλήθος και αγκάλιασε τον Ίριαν χαρούμενη.
   -Νικήσαμε! Τα καταφέραμε.
   -Ναι τα καταφέραμε, είπε με ένα χαμόγελο ο Ιππότης.
   Κοιτάκτηκαν στα μάτια ενώ οι πανηγυρισμοί γύρω τους συνεχίζονταν. Ύστερα τα χείλη τους ενώθηκαν σε ένα γεμάτο πάθος φιλί.
   Ο Φένορ χτύπησε φιλικά στην πλάτη το φίλο του και πήγε να βρει τον Ράουμας. Γύρω του οι Ιππότες χαλάρωναν επιτέλους μετά από τη δοκιμασία που είχαν περάσει. Ο Σίντρεκ μιλούσε με τον Λάτιρ, η Ζέμις στεκόταν δίπλα του, το χέρι του Ιππότη ήταν γύρω από τους λεπτούς ώμους της και εκείνη ακουμπούσε το κεφάλι της στον ώμο του.

   -Η ειρήνη ήλθε και πάλι στην Έρεμορ.
   -Αλλά με ποιο τίμημα.
   Ο Φένορ και ο Άλασταρ στέκονταν στο ψηλότερο σημείο του παλατιού με θέα σε όλη την πόλη αλλά και στην γύρω περιοχή. Η νύχτα είχε πέσει πια για τα καλά και ησυχία είχε απλωθεί παντού.
   -Η Ιπποσύνη σχεδόν εξολοθρεύθηκε από την προδοσία του Χάρκους.
   -Μπορείτε να την κάνετε να ανθίσει ξανά.
   -Θα πάρει χρόνια, είπε ο Φένορ.
   -Θα έχετε σίγουρα μερικά, η επόμενη κίνηση δεν θα γίνει αμέσως.
   -Ποιος κινεί τα νήματα; Ο Άκλαροθ;
   -Όχι, ο Άκλαροθ καταστράφηκε με το θάνατο του Κέρζορ. Κάτι άλλο πιο σκοτεινό βρίσκεται πίσω από αυτήν την ιστορία. Η προδοσία του Χάρκους έγινε για να αποδυναμωθεί η Ιπποσύνη αλλά όποιος το σχεδίασε έλπιζε να εξελιχθεί έτσι η κατάσταση και να απαλλαγεί και από τον Άκλαροθ. Πρέπει να είμαστε έτοιμοι και να περιμένουμε την επόμενη κίνηση.
   -Ως τότε θα εκπαιδεύουμε Ιππότες και θα ετοιμαζόμαστε για πόλεμο, είπε ο Φένορ.
   -Και όχι μόνο, είπε ο Άλασταρ.
   -Τι εννοείς;
   -Να είσαι έτοιμος αλλά να μην αφήσεις αυτήν την απειλή να σου στρεβλώσει την οπτική σου για τη ζωή. Έχεις κάνει σχέδια, να τα πραγματοποιήσεις.
   -Εννοείς τη Ρουθ;
   -Ναι, τη ζήτησες σε γάμο σωστά;
   -Ναι, θέλω να την κάνω γυναίκα μου.
   -Και πολύ καλά κάνεις, επιδοκίμασε ο μάγος. Εγώ θα φύγω απόψε αλλά θα τα ξαναπούμε, εξ' άλλου ο Ίριαν και η Ετάνια θα διατηρούν επαφή μέχρι να ξαναγυρίσουμε. Θα είμαστε πίσω για το γάμο.
   -Εντάξει Άλασταρ, εις το επανιδείν.

   Αργότερα τη νύχτα, ο Ιππότης σκεφτόταν όσα είχαν γίνει και αναρωτιόταν για όσα θα έρχονταν. Δίπλα του η Ρουθ κοιμόταν ήσυχη στην αγκαλιά του με το κεφάλι της στο στέρνο του, στο σημείο της καρδιάς. Είχε δίκιο ο μάγος, θα αγαπούσαν, θα έκαναν οικογένειες και θα ετοίμαζαν την μελλοντική άμυνα της Εσπέρια. Όταν θα ερχόταν ο κίνδυνος θα έκαναν το καλύτερο και θα είχαν έναν παραπάνω λόγο γι' αυτό προστατεύοντας την οικογένειά τους. Χάιδεψε τα σαν μετάξι απαλά μαλλιά της Ρουθ και αποκοιμήθηκε ευτυχισμένος.

                                                                 Τέλος

2 σχόλια:

Ginny είπε...

ΑΑΑΑΑΑ!!! ΝΑ ΣΑΙ ΚΑΛΑ!!!
Τελείωσε άλλη μία ιστορία της καταπληκτικά ταλαντούχας Πένας! Ο γλυκός μου ο Φένορ..! συγκινούμαι!
Καλά εκεί που εμφανίζεται ο Άλασταρ ΕΛΙΩΣΑ!! (is it normal to have the hots for an old guy? :P)
Θα περιμένω ανυπόμονα το sequel!!
Όνειρα γλυκά Πένα, να σε γεμίζουν φαντασία και ιδέες!

Νυχτερινή Πένα είπε...

Ευχαριστώ Τζίνι! Για τα καλά λόγια και την ευχή.
Θα έρθει και η ώρα για το επόμενο μέρος στα χρονικά και θα αποκαλυφθεί ο εχθρός που απειλεί την Εσπέρια.

Δημοσίευση σχολίου