Η Σκιά Του Σκότους 3

Author: Νυχτερινή Πένα /


Καθώς το χωριό ήταν από τα μεγαλύτερα της βορειοανατολικής Αγγλίας, το σχολείο ήταν αναλόγως μεγάλο. Περνώντας την πόρτα της αυλής διαπίστωσε πως ελάχιστοι από τους συμμαθητές της είχαν έρθει σε μία τόσο πρωινή ώρα. Έψαξε την Λουίζα και δεν άργησε να την εντοπίσει στο κιόσκι στην μακρινότερη γωνία της αυλής βυθισμένη, όπως πάντα, σε ένα βιβλίο. Πλησίασε και διαπίστωσε πως, επίσης όπως πάντα, η Λουίζα διάβαζε ένα βιβλίο τελείως άσχετο με τα μαθήματά τους. Ακούγοντας τα βήματά της η φίλη της ύψωσε το βλέμμα .
-Καλημέρα Λουίζα, είπε η Έμα.
-Καλημέρα.... άρχισε η Λουίζα μα σταμάτησε. Είχες πάλι εφιάλτες έτσι δεν είναι; ρώτησε.
-Ναι.
-Κάτι πρέπει να γίνει, είπε η Λουίζα. Εσύ υποφέρεις με αυτή την κατάσταση.
-Και χειροτέρεψε, είπε απελπισμένα η Έμα και διηγήθηκε αυτά που είχε δει λίγες ώρες πριν.


Το ποτάμι κυλούσε νωχελικά τα νερά του κανένας όμως από τους στρατιώτες, ανθρώπινης προελεύσεως και μη, που βρίσκονταν στις όχθες του δεν είχε σ' αυτό την προσοχή του. Ακριβώς μπροστά της ήταν ένα σημείο που ο ποταμός ήταν βατός. Στην όχθη σ' αυτό ακριβώς το σημείο ήταν παρατεταγμένοι οι στρατιώτες, όλοι με θώρακες, ξίφη και μεγάλες ασπίδες, σε σφικτό σχηματισμό. Δεξιά και αριστερά τους βρίσκονταν τοξότες με τα όπλα τους έτοιμα. Γύρω της βρισκόταν μία ντουζίνα Ιππότες, οι οποίοι είχαν ξεπεζεύσει και ετοιμάζονταν επίσης για μάχη. Απέναντι η όχθη μαύριζε από ένα πλήθος τερατόμορφων όντων που αδυνατούσε να συλλάβει η φαντασία της ακόμα και τώρα που τα έβλεπε μπροστά της. Με ένα ουρλιακτό αντάξιο των δαιμόνων της κολάσεως αυτός ο συμφερτός όρμησε στο πέρασμα του ποταμού.
-Αρχίζουμε, φώναξε ένας Ιππότης.
Οι Ιππότες προχώρησαν γρήγορα να βοηθήσουν τους άνδρες στην όχθη του ποταμού ενώ οι τοξότες έστελναν μία βροχή από βέλη πάνω στούς επιτιθέμενους εχθρούς. Μια σκληρή, αιματηρή μάχη άρχισε στην όχθη του ποταμού. Έβλεπε με τρόμο ανθρώπους και κτήνη να πέφτουν με τρομακτικές πληγές στα σώματα τους. Άκουγε κραυγές και βογγητά τραυματισμένων και ετοιμοθάνατων, τις κλαγγές των όπλων και τις διαταγές και οδηγίες που οι άνθρωποι φώναζαν σε μια γλώσσα που καταλάβαινε αν και δεν ήταν η δική της. Είδε ένα σαυρόμορφο ον να διασπάει τις γραμμές της μάχης και να ορμάει εναντίον της με προτεταμένα τα χέρια του στα οποία γυάλιζαν μακριά, κοφτερά νύχια .

 
Ξύπνησε με ένα απότομο τίναγμα και διαπίστωσε πως καθόταν ακόμα στο κιόσκι της αυλής κοντά στη Λουίζα. Η φίλη της την κοιτούσε ανήσυχη. Η Έμα της είχε διηγηθεί τον αποψινό εφιάλτη της και μετά είχαν μείνει σκεφτικές αναζητώντας λύση στο πρόβλημα. Την είχε πάρει ο ύπνος, λογικό αφού ελάχιστα είχε κοιμηθεί τη νύχτα.
-Δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτό, είπε η Λουίζα. Αν μη τι άλλο θα αρρωστήσεις.
-Τι θα μπορούσα να κάνω; ρώτησε απελπισμένη Έμα.
-Έχεις δει πολλές μάχες, έτσι δεν είπες; παρατήρησε η Λουίζα. Ίσως, λέω ίσως, θα μπορούσαμε από αυτά που έχεις δει να βγάλουμε μία άκρη.
-Πως;
-Αυτοί οι άνδρες που είδες να πολεμούν, είπε η Λουίζα, είχαν όπλα, είχαν θώρακες και ασπίδες σίγουρα κάποια από αυτά θα είχαν εμβλήματα και το στυλ όλων αυτών κάτι θα μπορούσε να μας πει.
-Εννοείς, είπε η Έμα, ότι θα μπορούσαν τα όνειρα να αναφέρονται στο παρελθόν όταν οι πόλεμοι γίνονταν με σπαθιά και ασπίδες. Παραβλέπεις όμως το γεγονός πως εγώ έχω δει και τέρατα που σίγουρα δεν υπήρξαν ποτέ, τουλάχιστον όχι στον κόσμο μας.
-Δεν έχουν όλα τα πράγματα στα όνειρα εξήγηση, απάντησε η Λουίζα, είναι όμως ένα σημείο από το οποίο θα μπορούσαμε να αρχίσουμε. Έχω βιβλία στο σπίτι τα οποία θα κοιτάξουμε.
-Πότε θα το κάνουμε αυτό; ρώτησε η Έμα.
-Τώρα αμέσως, απάντησε η Λουίζα. Πάμε.
-Λουίζα! Ποτέ πριν δεν σ' έχω ακούσει να προτείνεις να φύγουμε από το σχολείο εν ώρα μαθήματος, είπε κατάπληκτη η Έμα.
-Υπάρχουν πράγματα σημαντικότερα από το μάθημα, είπε τρυφερά η φίλη της αγκαλιάζοντας την.
Έφυγαν αμέσως από το σχολείο και πήραν το δρόμο για το σπίτι της Λουίζας. Περνώντας από το δικό της σπίτι η Έμα είπε :
-Μια στιγμή να ανέβω να πάρω ένα μπουφάν τελικά νομίζω ότι κάνει ψυχρά.
-Σε περιμένω είπε η Λουίζα.
Η Έμα ανέβηκε τα σκαλιά μέχρι τον πρώτο όροφο όπου βρισκόταν το σπίτι της με καλύτερη διάθεση από ότι όταν κατέβαινε. Το γεγονός ότι είχαν ξεκινήσει να κάνουν κάτι για τους εφιάλτες που τη βασάνιζαν τόσο καιρό την έκανε να νιώθει καλύτερα. Ανοιξέ την πόρτα του διαμερίσματος και προχώρησε βιαστικά στο δωμάτιο της. Εκεί έμεινε ακίνητη από το σοκ. Στη μέση του δωματίου στεκόταν ένα ψηλό σαυρόμορφο όν και την κοίταζε με τα γεμάτα κακία μάτια του.
Ούρλιαξε.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου