Στην Άκρη Του Κόσμου 11

Author: Νυχτερινή Πένα /

Ήταν εκεί, μεγάλο σαν προιστορικό θηρίο που αναπαυόταν ξαπλωμένο στην άμμο στο πλευρό του. Στο αιώνιο σκοτάδι του βυθού, φωτισμένο μόνο από τα φώτα του βαθυσκάφους έδειχνε ακόμα πιο εντυπωσιακό όπως είχε πέσει στο βυθό στο πλάι. Στην πρύμνη έχασκε μια τεράστια τρύπα που απλωνόταν σε ύψος τριών επιπέδων τουλάχιστον.
Όλων τα βλέμματα ήταν στραμμένες στις οθόνες που έδειχναν το Βολτέρα στην τελευταία κατοικία του. Οι επιστήμονες ήταν ικανοποιημένοι για την επιτυχία τους και ο Αλέξανδρος ήδη μελετούσε την επόμενη φάση. Ο Στράουντ χαμογελούσε με ένα χαμόγελο που έβαζε σε σκέψεις για τους σκοπούς του.
Ο Μιχάλης κοίταζε τους δυο άνδρες και αναρωτιόταν για το τι σχεδίαζαν. Ήξερε ότι υπήρχε κάτι που και οι δυο δεν σκέφτονταν και έτσι πήρε τον Αλέξανδρο κατά μέρος.
-Είσαι ικανοποιημένος;
-Ναι, δεν θα έπρεπε;
-Και υπολογίζεις να ανελκύσεις το φορτίο και να φύγουμε;
-Ναι.
Ο Μιχάλης κούνησε το κεφάλι του και μετά έδειξε τις οθόνες που έδειχναν το βυθισμένο πλοίο.
-Λείπουν δυο από τις σωσίβιες λέμβους Αλέξανδρε, κάποιοι επέζησαν. Δεν σκοπεύεις να ψάξεις για αυτούς τους ανθρώπους;
-Μόλις εξασφαλίσω το φορτίο.
-Ωραία, και ίσως μάθουμε τότε τι συνέβει στο πλοίο. Γιατί τίποτα στη φύση δεν μπορεί να άνοιξε τέτοια τρύπα στο πλοίο.
-Σαν να το κλώτσησε ο Γκοντζίλα, σχολίασε εκείνη τη στιγμή ο Στράουντ.
-Εκρηκτικά; είπε ο Αλέξανδρος.
-Έτσι νομίζω, δεν το τορπιλίσανε βεβαίως.
Ο Αλέξανδρος ένευσε. Το βλέμμα του πήγε στη Χάνα που στεκόταν δίπλα στον Στράουντ που έκανε μια ανακοίνωση εκείνη τη στιγμή:
-Η επιτυχία μας αυτή πρέπει να γιορταστεί. Ας ανέβουμε στην τραπεζαρία να πιούμε ένα ποτήρι κρασί ή σαμπάνια.
Επευφημίες ακούστηκαν από τους συγκεντρωμένους και ο Μιχάλης γλύστρισε έξω από την αίθουσα.
-Που πας; ρώτησε ο φίλος του.
-Στο άτομο που έχει περισσότερη ανάγκη από κάποιον να μιλήσει αυτήν την στιγμή.

Η Σιμόν ήταν καθισμένη στην κουκέτα της με τα πόδια μαζεμένα και το σαγόνι της να ακουμπάει στα γονατά της. Είχε μάθει ότι είχε βρεθεί το ναυάγιο και δεν είχε πια καμία ελπίδα, ήταν σαν να βίωνε ξανά τη στιγμή που με περισσή σκληρότητα η Άμυ Ρότζερς της είχε ανακοινώσει τα νέα για το χαμό του πλοίου που σήμαινε και το θάνατο του πατέρα της. Ένιωθε τον πόνο σαν να ήταν σωματικός, ήθελε να κλάψει, να ουρλιάξει αλλά δεν μπορούσε. Ένιωθε τα μάτια της καυτά από τα δάκρυα που ήθελε να χύσει μα δεν μπορούσε.
Καθόταν έτσι μαζεμένη με τα χέρια της να αγκαλιάζουν τα μαζεμένα πόδια της, με το μυαλό της να περιπλανιέται σε αναμνήσεις της χαμένης πια ευτυχίας της, αφήνοντας τον κόσμο να συνεχίζει χωρίς εκείνη. Δεν ήθελε πια να συνεχίσει να ζει. Δεν ήθελε να πονάει άλλο.
Το πρώτο χτύπημα στην πόρτα δεν το άκουσε χαμένη στις σκέψεις της. Το δεύτερο τράβηξε την προσοχή της αλλά ήταν τόσο βυθισμένη στη θλίψη που το αγνόησε. Το τρίτο, κάπως πιο δυνατό από τα προηγούμενα, την έκανε να σηκωθεί από την κουκέτα της και να ανοίξει την πόρτα. Αντίκρισε τον Μιχάλη που στεκόταν στο διάδρομο περιμένοντάς την να ανοίξει.
-Συμβαίνει κάτι; ρώτησε.
-Θα έμαθες ότι βρέθηκε το πλοίο, είπε ο Μιχάλης.
-Ναι, είπε η Σιμόν και επέστρεψε στην κουκέτα της. Θα ανελκυσθεί το φορτίο, θα δώσω τον κωδικό στον κύριο Κομνηνό και τέλος της ιστορίας. Θα μου επιτρέψει να μείνω εδώ;
-Εδώ; Στην Ανταρκτική;
-Ναι, θέλω να πεθάνω κοντά στο μέρος που πέθανε ο πατέρας μου. Δεν με νοιάζει να ζήσω άλλο πια.
-Δεν χάθηκε κάθε ελπίδα.
-Ως τώρα έτσι έλεγα και' γω. Όσο δεν το βρίσκαμε είχα την ελάχιστη ελπίδα ότι κάπου είχε εξοκοίλει και θα ήταν ζωντανός αλλά όχι πια. Δεν υπάρχει ελπίδα.
-Πάντα υπάρχει ελπίδα, είπε ο Μιχάλης. Και όχι μικρή στην περίπτωση αυτή. Κανείς δεν πρόσεξε ότι λείπουν δυο από τις σωσίβιες λέμβους. Δεν ξέρω γιατί δύο, αφού μια και μόνο αρκούσε για όσους βρίσκονταν στο Βολτέρα, αλλά το γεγονός παραμένει. Υπάρχουν ναυαγοί. Ο πατέρας σου μπορεί να είναι ζωντανός. Μην αφήνεσαι ακόμα να απελπιστείς Σιμόν.
Η κοπέλα σηκώθηκε από την κουκέτα και πήγε κοντά του. Πήγε να πει κάτι αλλά δεν μπόρεσε, ξέσπασε σε λυγμούς. Ο Μιχάλης την αγκάλιασε και εκείνη έγειρε το κεφάλι της στο στέρνο του συνεχίζοντας να κλαίει ενώ της χάιδευε τα μαλλιά.

Εκτός από το μικρό ερευνητικό βαθυσκάφος το Κέλντις διέθετε και ένα επανδρωμένο βαθυσκάφος. Αφού το μικρό κατέγραψε με τις κάμερες όλες τις απαραίτητες λεπτομέρειες το επανδρωμένο βαθυσκάφος κατέβηκε στον υγρό παγωμένο τάφο του Βολτέρα. Το άνοιγμα που είχε δημιουργηθεί στο πλευρό του φορτηγού πλοίου μπορεί να ήταν η αιτία της καταστροφής του αλλά τώρα θα επέτρεπε την ταχύτερη ανέλκυση του φορτίου του.
Από τις εικόνες που είχε στείλει το ερευνητικό βαθυσκάφος είχαν διαπιστώσει ότι το container με το φορτίο παρέμενε ακέραιο και ανέπαφο. Αμέσως άρχισε η προετοιμασία για την ανέλκυση. Συρματόσχοινα από τον γερανό φορτίου του Κέλντις προσδέθηκαν στο τεράστιο ατσάλινο κύβο που ήταν το container σε οκτώ σημεία ενώ στα πλαινά του τοποθετήθηκαν μεγάλα μπαλόνια που άρχισαν να γεμίζουν με ήλιο. Η άνωση που το αέριο θα προκαλούσε θα ελάφρυνε το έργο που θα έπρεπε να κάνει ο γερανός του πλοίου.
Ο Αλέξανδρος και ο Στράουντ παρακολουθούσαν τις εργασίες από κοντά περιμένοντας να έρθει το πολύτιμο φορτίο στην επιφάνεια. Η ένταση μεταξύ τους ήταν απτή. Γινόνταν πιο έντονη και πιο αντιληπτή από το γεγονός ότι όπου βρισκόταν ο ένας συνήθως ήταν και ο άλλος.
Οι εργασίες ωστόσο συνεχίζονταν και πλησίαζε η πολυπόθητη ώρα που θα είχαν το φορτίο του Βολτέρα. Υπήρχαν δυο άνθρωποι πάνω στο πλοίο που δεν συμμερίζονταν τη γενική ευεξία για την επιτυχία της αποστολής. Και ήταν τα δυο νεαρότερα άτομα στο πλοίο. Και αν ήταν εύκολο να μαντέψει κανείς γιατί η Σιμόν ήταν λυπημένη παρέμενε μυστήριο το γιατί ο Πήτερ είχε γίνει ξαφνικά τόσο κατηφής.

Ο Μιχάλης βγήκε στο κατάστρωμα και κοίταξε τον ουρανό, η συννεφιά λιγόστευε ακόμα το φως. στο πίσω μέρος του πλοίου οι εργασίες συνεχίζονταν. Εδώ κοντά στη γέφυρα ήταν μόνος του. Ακούμπησε στο παραπέτο και κοίταξε την ακύμαντη θάλασσα, είχε πολλά να σκεφθεί. Πρώτα από όλα αυτό που είχε ανακαλύψει, έπρεπε να το πει στον Αλέξανδρο; Μήπως δεν θα έπρεπε να ανακατέψει πράγματα που έδειχναν να έχουν κατασταλλάξει; Πήρε μια βαθειά ανάσα και όπως στράφηκε να πάει πάλι προς την καμπίνα του βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με την Χάνα. Ήταν πολύ χλωμή και είχε κλάψει.
Τι της συνέβαινε; Τι ήταν αυτό που είχε επηρεάσει και το γιο της;
Η Χάνα τον κοίταξε έντονα, μετά έκανε μεταβολή και απομακρύνθηκε. Ο Μιχάλης κοίταξε τα μακριά μαλλιά της να ανεμίζουν όπως πέρασε την πόρτα και μπήκε στο σαλόνι του πλοίου. Η κίνηση ήταν που ανέμιζε τα μαλλιά της, δεν υπήρχε καθόλου αέρας συνειδητοποίσε.
Στην πρύμνη ένας άνδρας από το πλήρωμα έριξε κάποιο εργαλείο προκαλώντας έναν αφύσικα δυνατό μεταλλικό κρότο.
Ο Μιχάλης συνοφρυώθηκε. Απόλυτη άπνοια και οι ήχοι να ακούγονται πιο δυνατοί γεγονός που ήταν ενδεικτικό της αλλαγής της ατμοσφαιρικής πίεσης. Μπήκε στην καμπίνα του και ζήτησε στην ενδοσυννενόηση μια κούπα αλεύρι από την κουζίνα. Του την έφερε ο Ζακ, ο βοηθός του μάγειρα, ένας κεφάτος τύπος από το Κεμπέκ.
-Τι θα το κάνεις το αλεύρι μαρκόνι;
-Θα δεις.
Ο Μιχάλης βγήκε στο κατάστρωμα και πήρε το αλεύρι στο χέρι του. Το άφησε να πέσει κάτω. Αντί να κυλίσει σε μια γραμμή σαν μια σύντομη λευκή βροχούλα το αλεύρι άρχισε να πέφτει δημιουργώντας σπείρες.
-Τι στα κομμάτια; έκανε ο Καναδός.
-Αυτό φοβόμουν. Ζακ γύρνα στην κουζίνα και σιγουρέψτε ό,τι μπορεί να πέσει. Έρχεται καταιγίδα.
Ο ίδιος κατευθύνθηκε προς τη γέφυρα, η έκφραση του Φέρτσαιλντ τον ενημέρωσε ότι και ο πλοίαρχος το είχε επίσης αντιληφθεί. Αποφάσισε να ενημερώσει τον Αλέξανδρο, δεν ήταν στο χώρο των εργασιών της ανελκύσεως και ο Μιχάλης συμπέρανε ότι ήταν στην καμπίνα του.
“Με την κοκκινομάλλα, πως θα του πω κάτι τέτοιο; Θα είναι δυνατόν ο Αλέξανδρος να σταθεί στο......”
Τις σκέψεις του διέκοψαν φωνές. Στάθηκε συνειδητοποιώντας ότι ήταν έξω από την καμπίνα των Στράουντ. Όποιος είχε μπει τελευταίος είχε αμελήσει να κλείσει την πόρτα καλά και τώρα ο Μιχάλης μπορούσε να δει στο μικρό καθιστικό μέσα. Ο Στράουντ και η Χάνα μιλούσαν και η ένταση ήταν αποτυπωμένη στα πρόσωπά τους. Ήταν το κυρίαρχο αλλά όχι το μόνο συναίσθημα, ο δικηγόρος ήταν εξοργισμένος, εκτός εαυτού. Η Χάνα ήταν όπως την είχε δει νωρίτερα, τρομαγμένη, θλιμμένη και ένοχη συνειδητοποίησε έκπληκτος.
-Πρέπει να τους το πεις, έλεγε. Αν....
-Δεν θα πω τίποτα, δεν θα αφήσω τον Κομνηνό να πάρει αυτό που είναι δικό μου. Δεν έκανα τόσα σχέδια μάταια.
-Κινδυνεύουν ανθρώπινες ζωές.
-Αδιάφορο.
-Θα του το πω εγώ, είπε η Χάνα, δεν αντέχω άλλο. Θα με μισήσει..
-Δεν θα πεις τίποτα! βρυχήθηκε ο στράουντ και χαστούκισε με όλη του τη δύναμη την Χάνα που σωριάστηκε στο πάτωμα.
-Μη τη μαμά! φώναξε ο Πήτερ και έτρεξε να σταθεί ανάμεσα στον πατέρα και τη μητέρα του.
Ο Μιχάλης δεν τον είχε δει ως εκείνη τη στιγμή και μάλλον το ίδιο ίσχυε και για τον Στράουντ. Εκείνος παραμέρισε το αγόρι αδιάφορα όπως κάποιοι κλωτσάνε ένα αδέσποτο. Το αγόρι έπεσε πάνω στο τραπεζάκι που ήταν κοντά και άρχισε να κλαίει.
-Εκείνος που χτυπάει μια γυναίκα είναι κάθαρμα, είπε ο Μιχάλης μπαίνοντας στην καμπίνα, εκείνος που φέρεται στο παιδί του έτσι δεν είναι καν άνδρας γιατί δεν είναι άνθρωπος.
Πλησίασε τον Στράουντ.
-Τι κρύβεις; Άφησέ τη να μιλ......
Ο Στράουντ επιτέθηκε και η δύναμή του ήταν εξαιρετικά μεγάλη. Χτύπησε με τη γροθιά του τον Μιχάλη στο στομάχι και καθώς εκείνος διπλωνόταν στα δύο από τον πόνο τον ξαναχτύπησε σωριάζοντάς τον στο δάπεδο. Ύστερα τον πάτησε βίαια πίσω από το γόνατο του αριστερού ποδιού κάνοντας τον να ουρλιάξει από τον πόνο.
-Ξέρω για' σενα, είπε μοχθηρά, ακόμα και που πονάς. Αν ξαναδοκιμάσεις να ανακατευτείς με τα σχέδιά μου θα το μετανιώσεις.

Τον χτύπησε πάλι στο γόνατο, ο πόνος γιγαντώθηκε σε ένα καυτό κύμα και ο Μιχάλης έχασε τις αισθήσεις του.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου