Ο
Αλέξανδρος άνοιξε τα μάτια του καθώς η αναπνοή του έβρισκε το ρυθμό της.
Έκπληκτος είδε τους άνδρες του Στράουντ πεσμένους στο δάπεδο και διαπίστωσε ότι
μπροστά του είχε τον πλοίαρχο Γκρήνγουντ.
-Δεν
είναι δυνατόν.
-Είναι,
είπε ο πλοίαρχος καθώς τον βοηθούσε να σηκωθεί όρθιος.
-Πως.....
-Οι
άνθρωποι του Στράουντ επιχείρησαν να καταλάβουν το Βολτέρα με σκοπό να πάρουν
το φορτίο και να το βυθίσουν μετά αλλά απέτυχαν. Δυστυχώς το πλοίο έπαθε ζημιές
και έπρεπε να το εγκαταλείψουμε. Επιβιώσαμε εδώ και πριν λίγο συναντήσαμε έναν
δικό σας.
-Το
Μιχάλη, είναι καλά;
-Τον
έχει Στράουντ, και τον πάει στο θάλαμο αποσυμπίεσης. Αλλά έχει αφοσιωθεί σε'
κεινον και στο φορτίο στην πρύμνη και δεν προσέχει τίποτα άλλο. Εμείς
πλησιάσαμε από την πρύμνη και η κακοκαιρία μας βοήθησε να φτάσουμε
απαρατήρητοι. Θέσαμε εκτός μάχης τους άνδρες του Στράουντ και έστειλα τον
ύπαρχο να ελευθερώσει το πλήρωμα του Κέλντις.
-Ωραία,
είπε ο Αλέξανδρος, πάμε να πιάσουμε τον Στράουντ και να ελευθερώσουμε το
Μιχάλη.
Ένας
οξύς πόνος τον έκανε να βογγήξει, το αίμα που έτρεχε από τη μύτη του αυξήθηκε,
ένα έντονο πορφυρό ποτάμι που στάλαζε στο δάπεδο. Ο ήχος του αέρα που χυμούσε
ορμητικός στο θάλαμο τον έκανε να ανοίξει τα μάτια του. Είδε τους άνδρες του
Στράουντ και τον ίδιο να έχουν αφήσει τα όπλα τους και τον Αλέξανδρο να τους
σημαδεύει με όπλο όπως και οι ναυτικοί από το πλήρωμα του Βολτέρα.
Μόλις
η πιέση επετρεψε στο κανονικό ο Μιχάλης βγήκε από το θάλαμο και απευθύνθηκε
στον πλοίαρχο Γκρήνγουντ λέγοντάς του που βρισκόταν η Σιμόν κάτι που προκάλεσε
ένα οργισμένο επιφώνημα από τον Στράουντ. Ενώ ο πλοίαρχος πήγαινε να βρει την
κόρη του ο δικηγόρος έκανε την κίνησή του. Τράβηξε από τα ρούχα του ένα δεύτερο
πιστόλι και κάνοντας δυο γρήγορα βήματα κόλλησε την κίνηση στον κρόταφο του
Μιχάλη.
-Θα
φύγω, είπε, αν δοκιμάσετε να με σταματήσετε θα του τινάξω τα μυαλά στον αέρα.
-Εντάξει,
είπε ο Αλέξανδρος, υπάρχει ήδη μια βάρκα στο νερό. Πάρε τη και φύγε, βγες στη
στεριά και ας σε μαζέψουν οι συνεργοί σου. Αλλά δεν θα τον πάρεις όμηρο.
-Μέχρι
να βγω στη στεριά, θα τον αφήσω να επιστρέψει με τη βάρκα.
-Αλέξανδρε,
μην τον αφήσεις να διαφύγει, είπε ο Μιχάλης. Ας με πυροβολήσει.
-Εντάξει
Στράουντ, φύγε, είπε ο Αλέξανδρος αλλά αν τον βλάψεις θα σε σκοτώσω με τα ίδια
μου τα χέρια μετά.
Ο
Στράουντ δεν απάντησε τίποτα. Με τον Μιχάλη να προπορεύεται υπό την απειλή του
όπλου ανέβηκαν στο κατάστρωμα και από εκεί πέρασαν στη βάρκα όπου ο δικηγόρος
έδειξε τα κουπιά με την κάνη του όπλου του. Ο Μιχάλης υπάκουσε και σε λίγα
λεπτά είχε φέρει τη βάρκα στον παγετώνα κοντά στο σημείο που είχε βγει νωρίτερα
ο ίδιος. Ο Στράουντ βγήκε από τη βάρκα
και στάθηκε.
-Δεν
τελείωσε τίποτα, είπε.
-Δεν
αμφιβάλλω, απάντησε ο Μιχάλης που έπαιρνε το δρόμο για την επιστροφή στο πλοίο.
Ο
Στράουντ ύψωσε το πιστόλι του και ο Μιχάλης τον κοίταξε περιμένοντας να δεχθεί
μια σφαίρα. Αλλά ο δικηγόρος δεν σημάδευε εκείνον. Πυροβόλησε τη βάρκα
ανοίγοντας μια τρύπα ακριβώς στην ίσαλο γραμμή και μετά ξαναπυροβόλησε
ανοίγοντας μια πιο χαμηλά. Ο Μιχάλης άρχισε να λάμνει πιο γρήγορα με την ελπίδα
να απομακρυνθεί πριν η βάρκα δεχθεί και άλλα πλήγματα και βυθιστεί. Αλλά η
ζημιά ήδη είχε γίνει, νερό έμπαινε από τις δυο τρύπες στις οποίες ο Στράουντ
πρόσθεσε και τρίτη. Οι επόμενες δυο βολές βυθίστηκαν αβλαβώς στο νερό αλλά η
έκτη καρφώθηκε στο κουπί που στην επόμενη κίνησή του έσπασε. Ο δικηγόρος ήθελε
να τον εκδικηθεί και θεωρώντας το θάνατο από σφαίρα εύκολο είχε προτιμήσει τον
πνιγμό ξέροντας ότι στην κατάστασή του δεν μπορούσε να κολυμπήσει. Συνέχισε να
λάμνει ενώ γύρω από τα πόδια του το νερό ανέβαινε.
Ο
Στράουντ δεν ξαναπυροβόλησε, είχε προφανώς ξεμείνει από σφαίρες. Ο Μιχάλης
συνέχισε να κωπηλατεί με όλη του τη δύναμη. Η βάρκα είχε χαμηλώσει με το βάρος
του νερού που είχε ήδη μπει και τώρα με το κύμα που είχε δυναμώσει δεχόταν
επιπλέον ποσότητα πάνω από την κουπαστή.
Ο
Στράουντ απομακρύνθηκε από το σημείο που είχε επιβιβαστεί, δεν ανησυχούσε.
Σύντομα θα έρχονταν να τον πάρουν από το δικό του πλοίο. Η πραγματική σύγκρουση
με τον Αλέξανδρο Κομνηνό τώρα άρχιζε. Έλπιζε να του στοίχιζε αρκετά ο θάνατος
του φίλου του.
Χωρίς
να το ξέρει είχε πάρει την ίδα πορεία με τον Μιχάλη νωρίτερα και δεν άργησε να
φτάσει στο σημείο που εκείνος είχε συναντηθεί με την πολική αρκούδα. Η νεκρή
αρκούδα ήταν ακόμα πεσμένη εκεί αλλά τώρα δεν ήταν μόνη της. Δίπλα της
βρισκόταν μια ακόμα μεγαλύτερη αρκούδα που σκουντούσε τη νεκρή με θρηνητικές
κραυγές. Ήταν πιθανότατα το ταίρι της και δεν άργησε να αντιληφθεί τον
Στράουντ. Με ένα εκκωφαντικό μουγκρητό οργής όρμησε προς το μέρος του. Εκείνος
πάγωσε από το φόβο του και αντέδρασε όταν το θηρίο τον είχε φτάσει σχεδόν.
Ύψωσε το όπλο του και πάτησε μανιωδώς την σκανδάλη αλλά ακούστηκε μια σειρά από
κλικ, είχε ρίξει και τις τελευταίες σφαίρες κατά του Μιχάλη.
Δεν
πρόλαβε να κάνει τίποτα άλλο. Μόνο να ουρλιάξει.
Η
βάρκα ήταν μισοβυθισμένη όταν έφτασε στο Κέλντις, μόλις την είχε εγκαταλείψει
όταν χάθηκε για πάντα κάτω από το νερό.
-Πάει
και το τελευταίο κομμάτι του Βολτέρα, είπε ο πλοίαρχος Γκρήνγουντ που βρισκόταν
στο κατάστρωμα.
Ο
Μιχάλης κούνησε το κεφάλι του. Ένιωθε τρομερά κουρασμένος. Προχώρησε προς τη
γέφυρα μαζί με τον πλοίαρχο που είπε:
-Ευχαριστώ
για όσα έκανες για την κόρη μου.
-Δεν
χρειάζεται, είπε ο Μιχάλης και το εννοούσε. Που είναι τώρα η Σιμόν;
-Κοιμήθηκε,
πέρασε πολλά. Φοβήθηκε, μετά η συγκίνηση. Εξαντλήθηκε.
-Ναι,
την καταλαβαίνω, θέλω και' γω να κοιμηθώ, είπε ο Μιχάλης και πρόσθεσε καθώς
έφταναν στη γέφυρα, μπορείτε να κάνετε χωρίς ασυρματιστή για μερικές ώρες;
Ο
Φέρτσαϊλντ, που βρισκόταν εκεί με τον Αλέξανδρο, χαμογέλασε.
-Πήγαινε.
-Θα
σας δω αργότερα, είπε ο Μιχάλης και προχώρησε προς την καμπίνα του.
Ξύπνησε
μετά από πολλές ώρες από τον κλυδωνισμό του πλοίου. Ανακάθισε και μετά σηκώθηκε
όρθιος. Ένιωθε εξαιρετικά ξεκούραστος, είχε πολύ καιρό να κοιμηθεί έτσι.
Ντύθηκε και βγήκε από την καμπίνα του στο κατάστρωμα. Το Κέλντις ήταν πλέον
στην καρδιά της καταιγίδας, τα βαριά σύννεφα είχαν μετατρέψει το πολικό λυκόφως
σε σκοτάδι. Εκείνος έμεινε να αγναντεύει το μανιασμένο πέλαγος ως που ένιωσε
κάποιον να πλησιάζει. Γύρισε και αντίκρισε έναν χαμογελαστό Αλέξανδρο.
-Για
άλλη μια φορά τα καταφέραμε, είπε.
-Βλέπεις
τώρα γιατί σε ήθελα μαζί;
-Θα
τα είχατε καταφέρει και χωρίς εμένα.
-Ίσως.
-Πήραμε
πορεία βόρεια, παρατήρησε ο Μιχάλης.
-Φυσικά,
έχουμε το φορτίο, τους επιζώντες του Βολτέρα, μάθαμε τι συνέβει. Καιρός να πάμε
σπίτι.
-Και
ο Στράουντ;
-Είναι
νεκρός. Βρήκε το τέλος που του άξιζε.
-Άρα
όλα είναι εντάξει;
-Ναι.
Έχω να βρω και τους συνεργούς του αλλά θα περιμένω να πάμε πίσω στη Βοστώνη. Θα
έρθεις μαζί μου.
-Γιατί;
απόρησε ο Μιχάλης.
-Θα
σε χρειαστώ. Είναι πολλά που θα έχω να κάνω. Είναι και η Χάνα.
-Είστε
πάλι μαζί;
Ο
Αλέξανδρος γέλασε.
-Όχι,
δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει πια. Θα κοιμόμουν μαζί της αλλά όχι σχέση. Αν
και θα πρέπει να τη βοηθήσω με τα του ομίλου. Ο Κράμερ πέθανε. Τυχερός ο
μικρός, κληρονομεί τα πάντα.
Ο
μικρός, σκέφθηκε ο Μιχάλης. Άρα το μυστικό παρέμενε μυστικό. Δεν μπορούσε ο
ίδιος να το αποκαλύψει. Κοίταξε το πέλαγος.
-Γιατί
με θες μαζί; ρώτησε.
-Υπάρχουν
πολλά που μπορείς να κάνεις.
-Αλέξανδρε
γιατί με πήρες μαζί στη Γενεύη; Μπορούσες να πας πρώτα εκεί και μετά να έρθεις
να με πάρεις από την Αθήνα.
-Ναι,
σωστά. Αλλά ήξερα ότι αυθόρμητα θα αναλάμβανες το ρόλο του φύλακα αγγελου για
τη Σιμόν και ήξερα ότι θα το χρειαζόταν, και αυτό ήθελα να κάνεις.
-Φύλακας
άγγελος;
Ο
Μιχάλης χαμογέλασε.
-Εντάξει,
θα έρθω μαζί σου. Πρώτα θα πάω στην Αθήνα, πρέπει να βεβαιωθώ για κάτι.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου