Τετρακόσιες Αναρτήσεις

Author: Νυχτερινή Πένα /

Με την παρούσα ανάρτηση οι αναρτήσεις μου φτάνουν τον αριθμό των τετρακοσίων αναρτήσεων. Όταν ξεκίνησα το ιστολόγιο δεν το περίμενα αλλά να που τις έφτασα. Σε αυτές είδαμε πολλές ιστορίες σε συνέχειες, την παρουσίαση των ολοκληρωμένων ιστοριών που είναι πάντα στη διάθεσή σας για κατέβασμα, πολλά κείμενα για την αγαπημένη μου πριγκίπισσα, βιβλία που έχω διαβάσει, ιστολόγια που μου αρέσουν και μερικά με θέματα που με απασχολούν.

Σας ευχαριστώ που είσαστε εδώ και τις διαβάζετε υπόσχομαι από μεριάς μου να συνεχίσω να γράφω και να προσπαθώ για το καλύτερο.

Τα Επτά Ρολόγια

Author: Νυχτερινή Πένα /

Μια παρέα νεαρών προσκεκλημένων σε ένα αρχοντικό εξοχικό αποφασίζει να σκαρώσει ένα αστείο εις βάρος ενός ακόμα καλεσμένου που έχει την κακή συνήθεια να μην είναι ποτέ στην ώρα του. Αγοράζει οκτώ ρολόγια και τα τοποθετεί στο δωμάτιό του για να τον ξυπνήσουν πολύ νωρίς το επόμενο πρωί.  Αλλά το επόμενο πρωί παρά το σαματά εκείνος δεν ξυπνάει και έχει έναν πολύ καλό λόγο, είναι νεκρός. Ποιος τον δολοφόνησε και γιατί; Και τι ρόλο παίζουν τα ρολόγια; Γιατί το όγδοο βρέθηκε πεταγμένο στον κήπο;

Ένα αστυνομικό μυθιστόρημα από τη βασίλισσα του εγκλήματος Αγκάθα Κρίστι που κρατάει τα μυστικά του ως το τέλος όπου με μια αναπάντεχη ανατροπή παρουσιάζεται η λύση. Συνιστάται στους λάτρεις του είδους και της συγγραφέως φυσικά.

Στην Άκρη Του Κόσμου 16

Author: Νυχτερινή Πένα /

Επίλογος
Ξύπνησε μετά από μερικές ώρες ύπνου και ανακάθισε. Το Gulfstream IV του Αλέξανδρου πλησίαζε την ανατολική ακτή των ΗΠΑ και το αεροδρόμιο Λόγκαν της Βοστώνης. Ήταν κάπως περίεργο να βρίσκεται στο ιδιωτικό αεροπλάνο του Αλέξανδρου χωρίς εκείνον.
Η συνοδός τον πλησίασε. Της ζήτησε έναν καφέ και καθώς εκείνη πήγαινε να πραγματοποιήσει το αίτημά του ο Μιχάλης κοίταξε τον ωκεανό που λαμπύριζε πολλές χιλιάδες πόδια πιο κάτω.
Όταν το Κέλντις έφτασε στο Κέηπ Τάουν ο Μιχάλης αποχαιρέτησε τους υπόλοιπους και πήρε το αεροπλάνο για την Αθήνα όπου είχε αμέσως ξαναεισαχθεί στο νοσοκομείο. Τα νέα ήταν τα καλύτερα δυνατά.
-Μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε για το πως ακριβώς έγινε, είπε η γιατρός του, αλλά φαίνεται ότι η αυξομείωση της πίεσης δημιούργησε ενδοκρανιακή πίεση που αντιμετωπίστηκε με αιμορραγία που θα τη μείωνε και ο οργανισμός σου στην προσπάθεια να ανταπεξέλθει στην αιμορραγία αυτή τράβηξε πίσω στο κυκλοφορικό το αίμα που είχε συγκεντρωθεί στο ανεύρυσμα. Τώρα δεν υπάρχει τίποτα, είσαι υγειής και ένας από τους πιο τυχερούς ανθρώπους που γνώρισα.
Ύστερα τον είχε αγκαλιάσει συγκινημένη.
Είχε πάψει να ζει πια κάτω από την απειλή του επικείμενου θανάτου. Ήταν μια απελευθερωτική εμπειρία, ήξερε τώρα πολύ περισσότερο από πριν ποια ήταν αυτά τα πράγματα που είχαν αξία. Ήταν ελεύθερος να συνεχίσει τη ζωή του όπως ήθελε. Η στενή επαφή με το θάνατο ωστόσο τον είχε διδάξει πως η ζωή άξιζε όταν τη χρησιμοποιούσε για να κάνει κάτι αξιόλογο όπως να βοηθήσει εκείνους που είχαν ανάγκη από βοήθεια.
Γι' αυτό πήγαινε στη Βοστώνη. Ο Αλέξανδρος είχε καταφέρει να εντοπίσει το πλοίο του Στράουντ και να στείλει στη φυλακή τους υπόλοιπους ανθρώπους του αλλά αυτό δεν ηταν παρά μόνο η αρχή. Αντιμετώπιζε κανονικό πόλεμο στον όμιλο όπως και η Χάνα που είχε πάρει τη θέση του πατέρα της σαν κηδεμόνας του γιου της.
Η  συνοδός έφερε τον καφέ και τον άφησε μπροστά του προσφέροντάς του την θέα του στήθους της από το ελαφρά ξεκούμπωτο πουκάμισό της. Σίγουρα αυτό ήταν οδηγία του Αλέξανδρου, σκέφθηκε ο Μιχάλης. Δεν θα άλλαζε ποτέ.
Πίνοντας τον καφέ το μυαλό του επέστρεψε στη Χάνα. Στο κέηπ Τάουν του είχε ζητήσει συγνώμη για τις προσπάθειες του άνδρα της να τον σκοτώσει και είχε εκφράσει μια παράκληση. Θυμόταν ακόμα τα λόγια της.
-Όταν πρωτοήρθες στο πλοίο νόμιζα ότι είσαι απλά ο ασυρματιστής. Μετά κατάλαβα ότι ήσουν κάτι παραπάνω, ο φίλος που ο Αλέξανδρος είπε ότι έβλεπες αυτό που άλλοι δεν θα πρόσεχαν ποτέ. Μαντεύω ότι κατάλαβες όλη την αλήθεια παρότι δεν μίλησες στον Αλέξανδρο.
-Δεν είμαι εγώ αυτός που θα έπρεπε να του το πει, είχε απαντήσει και η Χάνα τον είχε παρακαλέσει.
-Σου ζητώ να μην μιλήσεις ποτέ σε κανέναν για αυτό.
Ξέροντας ήδη τι σκεφτόταν ο Αλέξανδρος της το είχε υποσχεθεί.
Το αεροπλάνο άρχισε να χαμηλώνει καθώς πλησίαζε την αμερικανική ήπειρο. Ο Μιχάλης κοίταξε έξω την μακρινή ακόμα στεριά και χαμογέλασε. όλα είχαν τακτοποιηθεί με τον καλύτερο τρόπο.
Επέστρεφε σε μια πόλη όπου είχε ζήσει πολλά και όπου τον περίμεναν ακόμα περισσότερα, ήταν σίγουρος. Ο Αλέξανδρος είχε πάντα μια μοναδική ικανότητα να τον μπλέκει σε περιπέτειες οπότε σίγουρα το να βοηθήσει τη Χάνα δεν θα ήταν κάτι το απλό.
Αλλά αυτό ήταν μια άλλη ιστορία.

ΤΕΛΟΣ

Στην Άκρη Του Κόσμου 15

Author: Νυχτερινή Πένα /

Ο Αλέξανδρος άνοιξε τα μάτια του καθώς η αναπνοή του έβρισκε το ρυθμό της. Έκπληκτος είδε τους άνδρες του Στράουντ πεσμένους στο δάπεδο και διαπίστωσε ότι μπροστά του είχε τον πλοίαρχο Γκρήνγουντ.
-Δεν είναι δυνατόν.
-Είναι, είπε ο πλοίαρχος καθώς τον βοηθούσε να σηκωθεί όρθιος.
-Πως.....
-Οι άνθρωποι του Στράουντ επιχείρησαν να καταλάβουν το Βολτέρα με σκοπό να πάρουν το φορτίο και να το βυθίσουν μετά αλλά απέτυχαν. Δυστυχώς το πλοίο έπαθε ζημιές και έπρεπε να το εγκαταλείψουμε. Επιβιώσαμε εδώ και πριν λίγο συναντήσαμε έναν δικό σας.
-Το Μιχάλη, είναι καλά;
-Τον έχει Στράουντ, και τον πάει στο θάλαμο αποσυμπίεσης. Αλλά έχει αφοσιωθεί σε' κεινον και στο φορτίο στην πρύμνη και δεν προσέχει τίποτα άλλο. Εμείς πλησιάσαμε από την πρύμνη και η κακοκαιρία μας βοήθησε να φτάσουμε απαρατήρητοι. Θέσαμε εκτός μάχης τους άνδρες του Στράουντ και έστειλα τον ύπαρχο να ελευθερώσει το πλήρωμα του Κέλντις.
-Ωραία, είπε ο Αλέξανδρος, πάμε να πιάσουμε τον Στράουντ και να ελευθερώσουμε το Μιχάλη.

Ένας οξύς πόνος τον έκανε να βογγήξει, το αίμα που έτρεχε από τη μύτη του αυξήθηκε, ένα έντονο πορφυρό ποτάμι που στάλαζε στο δάπεδο. Ο ήχος του αέρα που χυμούσε ορμητικός στο θάλαμο τον έκανε να ανοίξει τα μάτια του. Είδε τους άνδρες του Στράουντ και τον ίδιο να έχουν αφήσει τα όπλα τους και τον Αλέξανδρο να τους σημαδεύει με όπλο όπως και οι ναυτικοί από το πλήρωμα του Βολτέρα.
Μόλις η πιέση επετρεψε στο κανονικό ο Μιχάλης βγήκε από το θάλαμο και απευθύνθηκε στον πλοίαρχο Γκρήνγουντ λέγοντάς του που βρισκόταν η Σιμόν κάτι που προκάλεσε ένα οργισμένο επιφώνημα από τον Στράουντ. Ενώ ο πλοίαρχος πήγαινε να βρει την κόρη του ο δικηγόρος έκανε την κίνησή του. Τράβηξε από τα ρούχα του ένα δεύτερο πιστόλι και κάνοντας δυο γρήγορα βήματα κόλλησε την κίνηση στον κρόταφο του Μιχάλη.
-Θα φύγω, είπε, αν δοκιμάσετε να με σταματήσετε θα του τινάξω τα μυαλά στον αέρα.
-Εντάξει, είπε ο Αλέξανδρος, υπάρχει ήδη μια βάρκα στο νερό. Πάρε τη και φύγε, βγες στη στεριά και ας σε μαζέψουν οι συνεργοί σου. Αλλά δεν θα τον πάρεις όμηρο.
-Μέχρι να βγω στη στεριά, θα τον αφήσω να επιστρέψει με τη βάρκα.
-Αλέξανδρε, μην τον αφήσεις να διαφύγει, είπε ο Μιχάλης. Ας με πυροβολήσει.
-Εντάξει Στράουντ, φύγε, είπε ο Αλέξανδρος αλλά αν τον βλάψεις θα σε σκοτώσω με τα ίδια μου τα χέρια μετά.
Ο Στράουντ δεν απάντησε τίποτα. Με τον Μιχάλη να προπορεύεται υπό την απειλή του όπλου ανέβηκαν στο κατάστρωμα και από εκεί πέρασαν στη βάρκα όπου ο δικηγόρος έδειξε τα κουπιά με την κάνη του όπλου του. Ο Μιχάλης υπάκουσε και σε λίγα λεπτά είχε φέρει τη βάρκα στον παγετώνα κοντά στο σημείο που είχε βγει νωρίτερα ο ίδιος. Ο Στράουντ βγήκε από  τη βάρκα και στάθηκε.
-Δεν τελείωσε τίποτα, είπε.
-Δεν αμφιβάλλω, απάντησε ο Μιχάλης που έπαιρνε το δρόμο για την επιστροφή στο πλοίο.
Ο Στράουντ ύψωσε το πιστόλι του και ο Μιχάλης τον κοίταξε περιμένοντας να δεχθεί μια σφαίρα. Αλλά ο δικηγόρος δεν σημάδευε εκείνον. Πυροβόλησε τη βάρκα ανοίγοντας μια τρύπα ακριβώς στην ίσαλο γραμμή και μετά ξαναπυροβόλησε ανοίγοντας μια πιο χαμηλά. Ο Μιχάλης άρχισε να λάμνει πιο γρήγορα με την ελπίδα να απομακρυνθεί πριν η βάρκα δεχθεί και άλλα πλήγματα και βυθιστεί. Αλλά η ζημιά ήδη είχε γίνει, νερό έμπαινε από τις δυο τρύπες στις οποίες ο Στράουντ πρόσθεσε και τρίτη. Οι επόμενες δυο βολές βυθίστηκαν αβλαβώς στο νερό αλλά η έκτη καρφώθηκε στο κουπί που στην επόμενη κίνησή του έσπασε. Ο δικηγόρος ήθελε να τον εκδικηθεί και θεωρώντας το θάνατο από σφαίρα εύκολο είχε προτιμήσει τον πνιγμό ξέροντας ότι στην κατάστασή του δεν μπορούσε να κολυμπήσει. Συνέχισε να λάμνει ενώ γύρω από τα πόδια του το νερό ανέβαινε.
Ο Στράουντ δεν ξαναπυροβόλησε, είχε προφανώς ξεμείνει από σφαίρες. Ο Μιχάλης συνέχισε να κωπηλατεί με όλη του τη δύναμη. Η βάρκα είχε χαμηλώσει με το βάρος του νερού που είχε ήδη μπει και τώρα με το κύμα που είχε δυναμώσει δεχόταν επιπλέον ποσότητα πάνω από την κουπαστή.

Ο Στράουντ απομακρύνθηκε από το σημείο που είχε επιβιβαστεί, δεν ανησυχούσε. Σύντομα θα έρχονταν να τον πάρουν από το δικό του πλοίο. Η πραγματική σύγκρουση με τον Αλέξανδρο Κομνηνό τώρα άρχιζε. Έλπιζε να του στοίχιζε αρκετά ο θάνατος του φίλου του.
Χωρίς να το ξέρει είχε πάρει την ίδα πορεία με τον Μιχάλη νωρίτερα και δεν άργησε να φτάσει στο σημείο που εκείνος είχε συναντηθεί με την πολική αρκούδα. Η νεκρή αρκούδα ήταν ακόμα πεσμένη εκεί αλλά τώρα δεν ήταν μόνη της. Δίπλα της βρισκόταν μια ακόμα μεγαλύτερη αρκούδα που σκουντούσε τη νεκρή με θρηνητικές κραυγές. Ήταν πιθανότατα το ταίρι της και δεν άργησε να αντιληφθεί τον Στράουντ. Με ένα εκκωφαντικό μουγκρητό οργής όρμησε προς το μέρος του. Εκείνος πάγωσε από το φόβο του και αντέδρασε όταν το θηρίο τον είχε φτάσει σχεδόν. Ύψωσε το όπλο του και πάτησε μανιωδώς την σκανδάλη αλλά ακούστηκε μια σειρά από κλικ, είχε ρίξει και τις τελευταίες σφαίρες κατά του Μιχάλη.
Δεν πρόλαβε να κάνει τίποτα άλλο. Μόνο να ουρλιάξει.

Η βάρκα ήταν μισοβυθισμένη όταν έφτασε στο Κέλντις, μόλις την είχε εγκαταλείψει όταν χάθηκε για πάντα κάτω από το νερό.
-Πάει και το τελευταίο κομμάτι του Βολτέρα, είπε ο πλοίαρχος Γκρήνγουντ που βρισκόταν στο κατάστρωμα.
Ο Μιχάλης κούνησε το κεφάλι του. Ένιωθε τρομερά κουρασμένος. Προχώρησε προς τη γέφυρα μαζί με τον πλοίαρχο που είπε:
-Ευχαριστώ για όσα έκανες για την κόρη μου.
-Δεν χρειάζεται, είπε ο Μιχάλης και το εννοούσε. Που είναι τώρα η Σιμόν;
-Κοιμήθηκε, πέρασε πολλά. Φοβήθηκε, μετά η συγκίνηση. Εξαντλήθηκε.
-Ναι, την καταλαβαίνω, θέλω και' γω να κοιμηθώ, είπε ο Μιχάλης και πρόσθεσε καθώς έφταναν στη γέφυρα, μπορείτε να κάνετε χωρίς ασυρματιστή για μερικές ώρες;
Ο Φέρτσαϊλντ, που βρισκόταν εκεί με τον Αλέξανδρο, χαμογέλασε.
-Πήγαινε.
-Θα σας δω αργότερα, είπε ο Μιχάλης και προχώρησε προς την καμπίνα του.

Ξύπνησε μετά από πολλές ώρες από τον κλυδωνισμό του πλοίου. Ανακάθισε και μετά σηκώθηκε όρθιος. Ένιωθε εξαιρετικά ξεκούραστος, είχε πολύ καιρό να κοιμηθεί έτσι. Ντύθηκε και βγήκε από την καμπίνα του στο κατάστρωμα. Το Κέλντις ήταν πλέον στην καρδιά της καταιγίδας, τα βαριά σύννεφα είχαν μετατρέψει το πολικό λυκόφως σε σκοτάδι. Εκείνος έμεινε να αγναντεύει το μανιασμένο πέλαγος ως που ένιωσε κάποιον να πλησιάζει. Γύρισε και αντίκρισε έναν χαμογελαστό Αλέξανδρο.
-Για άλλη μια φορά τα καταφέραμε, είπε.
-Βλέπεις τώρα γιατί σε ήθελα μαζί;
-Θα τα είχατε καταφέρει και χωρίς εμένα.
-Ίσως.
-Πήραμε πορεία βόρεια, παρατήρησε ο Μιχάλης.
-Φυσικά, έχουμε το φορτίο, τους επιζώντες του Βολτέρα, μάθαμε τι συνέβει. Καιρός να πάμε σπίτι.
-Και ο Στράουντ;
-Είναι νεκρός. Βρήκε το τέλος που του άξιζε.
-Άρα όλα είναι εντάξει;
-Ναι. Έχω να βρω και τους συνεργούς του αλλά θα περιμένω να πάμε πίσω στη Βοστώνη. Θα έρθεις μαζί μου.
-Γιατί; απόρησε ο Μιχάλης.
-Θα σε χρειαστώ. Είναι πολλά που θα έχω να κάνω. Είναι και η Χάνα.
-Είστε πάλι μαζί;
Ο Αλέξανδρος γέλασε.
-Όχι, δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει πια. Θα κοιμόμουν μαζί της αλλά όχι σχέση. Αν και θα πρέπει να τη βοηθήσω με τα του ομίλου. Ο Κράμερ πέθανε. Τυχερός ο μικρός, κληρονομεί τα πάντα.
Ο μικρός, σκέφθηκε ο Μιχάλης. Άρα το μυστικό παρέμενε μυστικό. Δεν μπορούσε ο ίδιος να το αποκαλύψει. Κοίταξε το πέλαγος.
-Γιατί με θες μαζί; ρώτησε.
-Υπάρχουν πολλά που μπορείς να κάνεις.
-Αλέξανδρε γιατί με πήρες μαζί στη Γενεύη; Μπορούσες να πας πρώτα εκεί και μετά να έρθεις να με πάρεις από την Αθήνα.
-Ναι, σωστά. Αλλά ήξερα ότι αυθόρμητα θα αναλάμβανες το ρόλο του φύλακα αγγελου για τη Σιμόν και ήξερα ότι θα το χρειαζόταν, και αυτό ήθελα να κάνεις.
-Φύλακας άγγελος;
Ο Μιχάλης χαμογέλασε.

-Εντάξει, θα έρθω μαζί σου. Πρώτα θα πάω στην Αθήνα, πρέπει να βεβαιωθώ για κάτι.

Στην Άκρη Του Κόσμου 14

Author: Νυχτερινή Πένα /

Η αρκούδα σηκώθηκε στα πίσω πόδια της και βρυχήθηκε. Ο Μιχάλης στάθηκε ατάραχος μπροστά στο άγριο ζώο με τα δυνατά άκρα που μπορούσαν να συνθλίψουν το κρανίο του με ένα απλό χτύπημα. Δεν έκανε πίσω, δεν φοβήθηκε καν. Η αρκούδα πεινασμένη προφανώς έκανε ακόμα ένα βήμα μπροστά αλλά την επόμενη στιγμή ακούστηκε ένας πυροβολισμός και έπεσε στο χιόνι με το αίμα να κυλάει ελεύθερα από το πλευρό της.
Ο Μιχάλης έκπληκτος που ζούσε ακόμα στράφηκε να δει τον δημιουργό αυτού του θαύματος. Ένας άνδρας ντυμένος με ρούχα κατάλληλα για επιβίωση στην αφιλόξενη αυτή περιοχή πλησίαζε έκπληκτος με την παρουσία του Μιχάλη εδώ περισσότερο από ότι εκείνος με την σωτηρία του. Κρατούσε ένα τυφέκιο με διόπτρα και ο Μιχάλης δεν χρειαζόταν να ρωτήσει ποιος ήταν. Τον αναγνώρισε εύκολα, είχε εξάλλου ακριβώς τα ίδια μάτια με την κόρη του.

Ο Στράουντ στεκόταν μπροστά στο container μελετώντας το μηχανισμό που το κρατούσε κλειστό. Ήξερε τώρα ότι ο συνδιασμός είχε αλλάξει μόλις πριν λίγες ώρες και προσπαθούσε να μαντέψει ποιος το είχε κάνει. Ήταν σίγουρος ότι δεν ήταν έργο του Αλέξανδρου, το επιχείρημά του ήταν σωστό. Δεν χρειαζόταν να το ανοίξει και αυτό τον έκανε να αναρωτιέται. Και αφού πλέον η Σιμόν δεν βρισκόταν στο πλοίο σε ποιον είχε εμπιστευτεί την πληροφορία; Ποιος είχε φροντίσει να αλλάξει αμέσως τον κωδικό;
-Ο καταραμένος ανάπηρος! μούγκρισε ο δικηγόρος και διέταξε: Πηγαίνετε να τον φέρετε. Θα τον κάνω να μαρτυρήσει.

-Ευχαριστώ πλοίαρχε Γκρήνγουντ, είπε ο Μιχάλης.
-Ξέρεις ποιος είμαι; είπε εκείνος και σήκωσε το όπλο του σημαδεύοντας το στήθος του.
-Δεν είμαι με εκείνους που προκάλεσαν τη βύθιση του Βολτέρα. Ήρθαμε να βρούμε το πλοίο και τυχόν επιζώντες. Αν και είμαστε σε κατάσταση ομηρίας.
-Ομηρίας;
-Είναι πολλά που γίνανε. Πόσοι έχετε επιζήσει; ρώτησε ο Μιχάλης. Ήταν έτοιμος να πεθάνει και ούτως ή άλλως δεν είχε παρά αναβληθεί η ώρα που θα άφηνε αυτόν τον κόσμο, αλλά ήθελε να καταστρέψει τα σχέδια του Στράουντ αν μπορούσε.
-Δέκα, είπε ο πλοίαρχος, από τριάντα. Είμαστε οπλισμένοι.
-Τότε ίσως μπορούμε να κάνουμε κάτι. Πως βγήκατε στη στεριά; Έχετε βάρκα;
-Ναι, έχουμε βρει καταφύγιο εδώ κοντά σε έναν όρμο.
-Ίσως μπορούμε να κανουμε κάτι.
-Από το πλοίο κατεβάζουν μια βάρκα, είπε ο πλοίαρχος.
-Ο Στράουντ κατάλαβε, είπε ο Μιχάλης απογοητευμένος. Φύγε πλοίαρχε, το καθίκι δεν θα δείξει οίκτο. Δεν προλαβαίνουμε.
-Καθυστέρησέ τον όσο μπορείς, είπε ο πλοίαρχος. Και κράτα την προσοχή του μακριά από τη στεριά. Έχω ένα σχέδιο.

Οι άνδρες του Στράουντ οδήγησαν τον Αλέξανδρο και Χάνα στο χώρο της δεξαμενής του βαθυσκάφους. Το επανδρωμένο βαθυσκάφος του Κέλντις καταδυόταν σε μια δεξαμενή που γέμιζε με νερό, όταν γέμιζε η δεξαμενή άνοιγε η ειδική θυρίδα και έβγαινε στον ωκεανό. Τώρα ήταν τοποθετημένο στην άκρη και δεμένο με τους ειδικούς ιμάντες που το ασφάλιζαν από τον κλυδωνισμό των θαλασσοταραχών. Το ίδιο ασφαλισμένος ήταν και ο ειδικός γερανός που το καθέλκυε. Η δεξαμενή ήταν κλεισμένη με το ειδικό κάλυμμα και άδεια.
Υπό την απειλή όπλου ο Αλέξανδρος και η Χάνα κατέβηκαν στη δεξαμενή που αμέσως μετά ξανάκλεισαν οι άνδρες του Στράουντ βυθίζοντάς τους στο σκοτάδι.
-Φοβάμαι, ψιθύρισε η Χάνα.
Στο σκοτάδι βρήκε το χέρι του Αλέξανδρου και το έσφιξε. Εκείνος την τράβηξε στην αγκαλιά του όπου η Χάνα βρήκε καταφύγιο σαν τρομαγμένο παιδί. Της χάιδεψε τα μαλλιά και έσκυψε και τη φίλησε.
Ακούστηκε ένας μεταλλικός ήχος, εκκωφαντικός στον κλειστό χώρο, και νερό άρχισε να χύνεται στην δεξαμενή. Η Χάνα σφίχτηκε πάνω στον Αλέξανδρο.
-Κράτα με, ψιθύρισε.
Ο Αλέξανδρος δεν απάντησε, το μυαλό του σκεφτόταν πυρετωδώς έναν τρόπο να αποδράσουν από το πεπρωμένο που τους είχε ετοιμάσει ο Στράουντ. Ήξερε ότι είχαν λίγο χρόνο, η δεξαμενή γέμιζε σε είκοσι λεπτά. Από εκείνη τη στιγμή θα ζούσαν όσο χρόνο θα τους χάριζε ο αέρας στα πνευμόνια τους.
Το παγωμένο νερό του ωκεανού ήρθε να αγκαλιάσει τις γάμπες τους και ένας λυγμός ξέφυγε από τα χείλη της Χάνα.
-Συγχώρεσέ με Αλέξανδρε.
-Τι να συγχωρήσω Χάνα; είπε εκείνος με το μυαλό του για μια στιγμή να αφήνει την κατάσταση στην οποία βρίσκονταν. Δεν υπάρχει τίποτα να συγχωρήσω.
-Πριν από έξι χρόνια σε άφησα ξαφνικά γιατί αυτό ζήτησε ο πατέρας μου. Αλλά μόνο αφού έγινε αυτό ανακάλυψα ότι ήμουν........
-Δεν υπάρχει τίποτα να συγχωρήσω Χάνα. Ό,τι έγινε έγινε, δεν ζω στο παρελθόν.
Η Χάνα δεν απάντησε. Το νερό ανέβαινε ψηλότερα παγώνοντάς τους. Ο Αλέξανδρος συνέχιζε να ψάχνει για οδό διαφυγής αλλά συνειδητοποιούσε πως δεν υπηρχε, θα πέθαιναν.

Ο Μιχάλης οδηγήθηκε και πάλι μπροστά στον Στράουντ υπό την απειλή όπλου. Εκείνος στεκόταν ακόμα μπροστά στο μηχανισμό που του έκλεινε το δρόμο. Ο Μιχάλης χαμογέλασε βλέποντας την έκφραση ανήμπορης λύσσας που ήταν ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του.
-Άνοιξε το! πρόσταξε ο Στράουντ.
-Ο χρυσός που βρίσκεται εκεί μέσα, είπε ήρεμα ο Μιχάλης ανήκει στη δημοκρατία της Χιλής. Όχι σε έναν άρπαγα σαν εσένα.
Ο Στράουντ ύψωσε το όπλο του.
-Δεν μπορείς να με απειλήσεις με το θάνατο, είμαι ήδη στα πρόθυρά του.
-Τώρα θα τα περάσεις.
-Και εσύ δεν θα ανοίξεις ποτέ το κουτί, είπε ο Μιχάλης.
-Θα μετρήσω ως το τρία, μετά απλά θα πεθάνεις. Ένα..... δύο....

Το νερό είχε γεμίσει σχεδόν τη δεξαμενή. Ο Αλέξανδρος και η Χάνα κρατούνταν στην επιφάνεια πολύ κοντά στο κλειστό σκέπαστρο. Το παγωμένο νερό τους έκανε να μουδιάσουν, η αναπνοή τους έβγαινε με δυσκολία και οι κινήσεις τους είχαν αρχίσει να γίνονται αργές και υποτονικές. Ο Αλέξανδρος σήκωσε τα χέρια του και δοκίμασε το σκέπαστρο, δεν υπήρχε περίπτωση να μπορέσει να το μετακινήσει. Το νερό συνέχιζε να ανεβαίνει και να τους φέρνει όλο και πιο κοντά στο σκέπαστρο. Τώρα πια ίσα που είχαν χώρο να μείνουν τα κεφάλια τους έξω από το νερό.
-Αλέξανδρε, είπε η Χάνα, νιώθω τόσο κουρασμένη.
-Μην εγκαταλείπεις.
Ο Αλέξανρος κολύμπησε προς το μέρος της και πέρασε το χέρι του γύρω από τη μέση της.
-Πρέπει να σου πω.....
Η φωνή της έσβησε και το σώμα της χαλάρωσε, ο Αλέξανδρος ίσα που πρόλαβε να την πιάσει πριν βυθιστεί. Το νερό έφτανε στα χείλη του παγωμένο σαν το άγγιγμα του θανάτου. Απελπισμένος άπλωσε το ελεύθερο χέρι του και έσπρωξε και πάλι το σκέπαστρο που παρέμεινε ακίνητο. Το νερό πάφλαζε γύρω του, θα τον σκέπαζε, πήρε βαθιά ανάσα καθώς περνούσε κάτω από την επιφάνεια. Ενστικτωδώς κάλυψε με το χέρι του το στόμα και τη μύτη της Χάνα για να μην πνιγεί εισπνέοντας νερό.
Το στήθος του άρχισε να πονάει καθώς ο αέρας στα πνευμόνια του τελείωνε. Με έναν μηχανικό ήχο το κλείστρο άρχισε να ανοίγει. Ο Αλέξανδρος άρχισε να κολυμπάει προς το άνοιγμα που όλο και μεγάλωνε. Ένιωθε να απλώνεται στο στήθος του ένα κάψιμο και την καρδιά του να χτυπάει ακανόνιστα. Προσπάθησε να δώσει ώθηση με τα πόδια του αλλά δεν μπορούσε να τα κινήσει, τα ένιωθε βαριά.
Άρχισε να χαλαρώνει τη λαβή του στο σώμα της Χάνα, καταλάβαινε ότι θα την άφηνε αλλά δεν είχε άλλη δύναμη πια. Έντρομος είδε τα δάκτυλά του να ανοίγουν παρά τη θέλησή του.
Δυνατά χέρια άρπαξαν εκείνον και τη Χάνα και τους τράβηξαν έξω από το νερό. Ανέπνευσε λαίμαργα τον αέρα.

Ο Στράουντ κατέβασε το όπλο του και κοίταξε τον Μιχάλη στα μάτια.
-Πραγματικά δεν φοβάσαι να πεθάνεις, είπε, αλλά θα σε κάνω να υποφέρεις. Πάρτε τον στο θάλαμο αποσυμπίεσης.
Όπως όλα τα πλοία που διέθεταν βαθυσκάφος και ανάλογο πλήρωμα το Κέλντις διέθετε θάλαμο αποσυμπίεσης για να αντιμετωπιστούν ατύχηματα που απειλούσαν αυτό το πλήρωμα με θάνατο ή σοβαρές αναπηρίες. Ο Μιχάλης μπήκε στον θάλαμο που προοριζόταν για τέσσερα άτομα κανονικά και πίσω του έκλεισε η πόρτα. Αμέσως ξεκίνησε η διαδικασία αποσυμπίεσης, σε άτομα που κινδυνεύουν από εμβολισμό είναι σωτήρια, ο μόνος τρόπος να γλιτώσουν, αλλά για το Μιχάλη που δεν αντιμετώπιζε κάτι τέτοιο θα ήταν ένας αργός και επώδυνος τρόπος να πεθάνει. Ένιωσε στο εσωτερικό των αυτιών του την πίεση καθώς ο αέρας διέρρεε από το δωμάτιο.
Ο Στράουντ στάθηκε απέναντι από τον Μιχάλη από την άλλη πλευρά του από πλεξιγκλάς τοίχου του θαλάμου. Εκείνος δεν τον κοίταξε, ήξερε πως αυτή τη φορά δεν θα ξέφευγε από το θάνατο και είχε αποφασίσει πως δεν ήθελε το πρόσωπο του Στράουντ να είναι η τελευταία εικόνα που θα έπαιρνε μαζί του από τη ζωή. Έκλεισε τα μάτια του και σκέφθηκε τη Βερόνικα. Σε λίγο θα βρισκόταν κοντά της.

Ένιωσε την πίεση μέσα στο κεφάλι του να μεγαλώνει, σαν να κινδύνευε να εκραγεί, πράγμα που δεν απείχε πολύ από την αλήθεια. Καθώς μειωνόταν η εξωτερική πίεση η εσωτερική ωθούσε τα όρια του σώματός του προς τα έξω. Αίμα άρχισε να τρέχει από τη μύτη και τα μάτια του. Ο πόνος έφτασε σε ένα εφιαλτικό κρεσέντο αλλά δεν άνοιξε τα μάτια του και έσφιξε τα χείλη συγκρατώντας μια κραυγή.

Στην Άκρη Του Κόσμου 13

Author: Νυχτερινή Πένα /

-Τι ήταν αυτό; ρώτησε η Σιμόν ανήσυχη.
-ΜΡ – 5 ρυθμισμένο σε βολή κατά ριπάς, απάντησε ο Μιχάλης.
Φωνές ακούστηκαν στο κατάστρωμα και μετά πολλλοί πυροβολισμοί. Ο Μιχάλης έκανε ασυναίσθητα να προχωρήσει προς τη σκάλα αλλά μετά στράφηκε προς την κοπέλα. Πήγε κοντά της.
-Φόρεσε ένα μπουφάν, είπε.
Η κοπέλα το έκανε και επέστρεψε γρήγορα κοντά του. Της έκανε νόημα να τον ακολουθήσει και προχώρησε στο διάδρομο όσο γρήγορά του επέτρεπε το τραυματισμένο πόδι του. Έφτασαν στην κουζίνα, ο Μιχάλης πήρε ένα μπουκάλι νερό και ένα κουτί με μπισκότα που βρήκε πρόχειρα. Μετά συνέχισε και κατέβηκαν στους αποθηκευτικούς χώρους της πρύμνης. Εκεί ο Μιχάλης έδωσε τα πράγματα στην Σιμόν και μετακίνησε μια παλέτα με κιβώτια αποκαλύπτοντας μια καταπακτή, γονάτισε και την άνοιξε. Σηκώθηκε με κόπο και βόγκηξε από τον πόνο που του προκαλούσε το γόνατό του.
-Κατέβα, είπε στη Σιμόν, εκεί κάτω βρίσκεται ένας μικρός θαλαμίσκος που χρησιμοποιείται για άμεση παρατήρηση. Μείνε κρυμμένη όσο περισσότερο μπορείς. Μακάρι να μπορούσα να κάνω περισσότερα για να σε προφυλάξω αλλά ο Στράουντ κινήθηκε πολύ γρήγορα.
Η Σιμόν δεν κινήθηκε, τα μάτια της ήταν καρφωμένα σε' κεινον.
-Εσύ τι θα κάνεις; Ο Στράουντ δεν θα σου χαριστεί.
-Ούτε εγώ, είπε ο Μιχάλης με ένα χαμογελο.
-Θα σε σκοτώσει.
-Σιμόν δεν έχει σημασία αν θα επισπεύσει τα πράγματα ο Στράουντ. Όταν πεθαίνεις το μόνο που σου μένει είναι να φροντίσεις για τους άλλους και να περιορίσεις τις οδυνηρές συνέπειες της απώλειάς σου. Αυτό το δεύτερο δεν με απασχολεί, δεν υπάρχουν πολλοί που θα κλάψουν για το θάνατό μου. Έλα, ας μην χάνουμε χρόνο....
Μια έκρηξη συγκλόνισε το πλοίο διακόπτοντάς τον. Από το κατάστρωμα ακούστηκε ένας εκκωφαντικός ήχος μετάλλου που τρίβεται σε άλλο μέταλλο και κραυγές.
-Γίνεται μάχη εκεί πάνω, είπε ο Μιχάλης. Κατέβα, πες μου για να κλείσω το σκέπασμα.
Η Σιμόν ρίχτηκε στην αγκαλιά του.
-Πως μπορώ να σε ευχαριστήσω;
-Δεν χρειάζεται, κατέβα.
Η Σιμόν το έκανε και δεν άργησε να φτάσει κάτω.
-Εντάξει, φώναξε.
Ο Μιχάλης έκλεισε την καταπακτή και μετά έβαλε στη θέση της την παλέτα. Ευχήθηκε καλή τύχη στην κοπέλα και πήρε το δρόμο της επιστροφής. Σταμάτησε στην καμπίνα της και πήρε το σακίδιό της. Το έκρυψε σε μια πυροσβεστική φωλια πριν βγεί έξω στον παγωμένο αέρα. Βγήκε στην πρύμνη και βρέθηκε να αντικρίζει την κάνη ενός όπλου.

Ο Αλέξανδρος στεκόταν αλύγιστος απέναντι στον Στράουντ. Είχε δει τα σχέδιά του να ανατρέπονται και τώρα περίμενε να αντιμετωπίσει την μοχθηρία του δικηγόρου αλλά δεν έχανε την ψυχραιμία του. Στο κατάστρωμα υπήρχαν κάμποσα πτώματα, οι άνδρες της ασφάλειας που είχε μαζί του, όλοι πρώην πεζοναύτες είχαν προβάλλει αντίσταση στους άνδρες του Στράουντ που είχαν έρθει με το ελικόπτερο. Μετά από ανταλλαγή πυρών είχαν σκοτωθεί όλοι, είχαν πάρει μαζί τους και πάνω από τους μισούς μισθοφόρους του ενώ το ελικόπτερο είχε ανατιναχθεί και είχε κατρακυλίσει στον ωκεανό παρασέρνοντας πολλά σώματα μαζί του.
-Λοιπόν; είπε αυτάρεσκα ο δικηγόρος. Δεν θα παρακαλέσεις;
-Όχι, είπε αγέρωχα ο Αλέξανδρος, δεν το συνηθίζω.
-Δεν πρόκειται να σε αφήσω να ζήσεις αλλά αν με παρακαλέσεις θα φροντίσω να πεθάνεις ανώδυνα.
-Είσαι μεγάλο κάθαρμα, είπε ο Αλέξανδρος.
-Αλλά σε ξεγέλασα, είπε ο Στράουντ, φρόντισα να έχω ένα ελικόπτερο έτοιμο σαν αυτά που ήξερα ότι έχεις στα πλοία σου και τους μισθοφόρους μου σε ένα κοντινό σκάφος. Έχασες τον όμιλο και τη ζωή σου. Ηττήθηκες κατά κράτος.
Δυο μισθοφόροι πλησίασαν με το Μιχάλη.
-Μόνο αυτόν βρήκαμε, ανέφερε ο ένας, πέρα από το πλήρωμα δεν υπάρχει κανείς άλλος στο πλοίο.
-Που είναι η Σιμόν Γκρήνγουντ, ρώτησε ο Στράουντ.
Ο Αλέξανδρος είχε ακριβώς την ίδια απορία αλλά φρόντισε να μην το δείξει, σίγουρα είχε ανακατευτεί ο Μιχάλης και παρέμεινε σιωπηλός για να μην του ανατρέψει τα σχέδια.
-Η Σιμόν απάντησε ο Μιχάλης, είναι πια εκεί που δεν μπορείς να τη φτάσεις. Έφυγε με το ελικόπτερο.
-Αδύνατον.
-Δυνατόν.
-Δεν ήταν στην καμπίνα της, είπε ένας μισθοφόρος, και τα πράγματά της λείπουν.
Ο Στράουντ κοίταξε τον Μιχάλη και μετά τον Αλέξανδρο, και οι δυο του ανταπέδωσαν το βλέμμα ατάραχοι.
-Σου είπε τον κωδικό, είπε κοφτά κοιτώντας τον Αλέξανδρο.
-Δεν τον χρειάζομαι, απάντησε εκείνος, εγώ δεν θέλω να ανοίξω το φορτίο, αρκεί να το πάω στον προορισμό του.
Ο Στράουντ στάθηκε μπροστά στο Μιχάλη.
-Είμαι σίγουρος ότι εσύ τη φυγάδευσες. Έμαθα για' σενα, κάνεις αυτό που θεωρείς σωστό αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Μοιάζουμε πολύ.
-Περίεργο, απάντησε εκείνος, δεν είμαι καθίκι.
Τα μάτια του Στράουντ στένεψαν από οργή.
-Σε λίγο θα σου κοπεί η όρεξη για ειρωνείες.
Έδειξε τον Αλέξανδρο και τη Χάνα και πρόσταξε τους άνδρες του:
-Πάρτε τους κάτω. Τι κρίμα η γυναίκα μου έπεσε στη θάλασσα και ο Αλέξανδρος βούτηξε να τη σώσει, αλλά πνίγηκαν και οι δυο. Δεν θα σας ρίξω στη θάλασσα αλλά μπορείτε να πνιγείτε και πάνω στο πλοίο. Στη δεξαμενή του βαθυσκάφους, τώρα.
-Εμένα δεν θα με πνίξεις; ρώτησε αγέρωχα ο Μιχάλης.
-Όχι, εσένα αντιθέτως θα σε κάνω βασιλιά. Βασιλιά της Ανταρκτικής, θα σε αποβιβάσουμε στη στεριά και μακάρι ο θάνατός σου να είναι πραγματικά αργός.
Σε λίγα λεπτά ο Μιχάλης βρισκόταν σε μια βάρκα που τον έφερνε στην ακτή. Αποβιβάστηκε και στηρίχτηκε στο μπαστούνι του, ο Στράουντ του είχε επιβάλλει να το πάρει ενώ τον είχε υποχρεώσει να ντυθεί καλά, δεν ήθελε να υποκύψει εύκολα στις συνθήκες της πιο αφιλόξενης περιοχής του κόσμου.
-Ορίστε το βασίλειό σου είπε ο δικηγόρος. Έδειξε μια ομάδα πιγκουίνων που τους παρακολουθούσαν από μακριά. Οι υπήκοοι σου περιμένουν να σε υποδεχθούν.
Ο Στράουντ γέλασε μοχθηρά καθώς η βάρκα απομακρυνόταν. Ο Μιχάλης δεν την κοίταξε. Αντίθετα στηριγμένος στο μπαστούνι του προχώρησε μακριά από το σημείο που είχε αποβιβαστεί, ήταν εξοικειωμένος με το θάνατο. Ίσως μάλιστα να ήταν καλύτερος ο θάνατος από το κρύο, ένα ανώδυνο τέλος, από τους πόνος που θα υπέφερε στην κατάληξη της ασθένειάς του.
Είχε και την εκδίκησή του, χωρίς εκείνον ο Στράουντ δεν θα άνοιγε το container. Αν δοκίμαζε να το παραβιάσει θα ακολουθούσε μια έκρηξη που θα το κατέστρεφε.

Ένας τρομερός βρυχηθμός τον έβγαλε από τις σκέψεις τους, μια τεράστια πολική αρκούδα ερχόταν προς το μέρος του. Αυτό έλυνε και το πρόβλημα του τέλους. Ετοιμάστηκε να συναντήσει το δημιουργό του.

Ο Πέμπτος Ιππότης

Author: Νυχτερινή Πένα /

Ο Πέμπτος Ιππότης του Θάνου Κονδύλη είναι ένα μυθιστόρημα εποχής, μεσαιωνική περιπέτεια και αστυνομικό μαζί. Βρισκόμαστε στα 1444 ο Δεσπότης του Μυστρά Κωνσταντίνος Παλαιολόγος ( ο μετέπειτα τελευταίος αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης ) συγκεντρώνει στρατό κάτι που προκαλεί αναταραχή στην Πελοπόννησο και ειδικά στους Φράγκους που φοβούνται ότι ο επερχόμενος πόλεμος μπορεί να είναι εναντίον τους.
Σε αυτό το κλίμα, που κάνει τους πιο πολλούς να τον κοιτούν περίεργα φτάνει στην Καρύταινα και το μοναστήρι του αγίου Αθανασίου ο δομινικανός μοναχός Τζιοβάνι, κατά κόσμον Ζαν Λε Κερ, πρώην αρχηγός της Βενετικής αστυνομίας. Έχει αφήσει πίσω του τη Βενετία και τα εγκόσμια και ταξιδεύει να δει την Ανατολή. Φαίνεται ότι ο παλιός του εαυτός θα του φανεί χρήσιμος όταν την επόμενη της αφίξεως του ο ηγούμενος του μοναστηριού δολοφονείται. Ποιος θα ήθελε να δολοφονήσει έναν ήσυχο μοναχό υπερήλικο ήδη; Είναι τυχαίο που έχουν πεθάνει άλλοι τέσσερις ηγούμενοι κοντινών μονών;
Μια ιστορία μυστηρίου με φόντο το μεσαιωνικό Ελληνισμό που οδηγεί σε έναν από τους πλέον γνωστούς θρύλους του Χριστιανισμού, το Άγιο Δισκοπότηρο, με έναν τρόπο πιο κοντά στους αυθεντικούς θρύλους των τροβαδούρων ( ξεχάστε τις ανιστόρητες εικασίες του Κώδικα Ντα Βίντσι ) και τις παραδόσεις από τα βάθη των αιώνων.

Ένα βιβλίο με πλούσιες ιστορικές λεπτομέρειες και στοιχεία για τη ζωή των μοναχών αλλά και γενικά της εποχής εκείνης που ειδικά οι λάτρεις των ιστορικών μυθιστορημάτων θα απολαύσουν.

Στην Άκρη Του Κόσμου 12

Author: Νυχτερινή Πένα /

Μια ακαθόριστη αίσθηση τρυφερότητας σηματοδότησε την επιστροφή του από τη λήθη. Ο πόνος ήταν η πρώτη του κανονική αίσθηση καθώς ανακτούσε τις αισθήσεις του, το γόνατό του ήταν ένα ηφαίστειο που έστελνε καυτή λάβα σε όλο του το σώμα. Δεν πονούσε αλλού, ήταν η επόμενη συνειδητοποίση μαζί με την οποία ήρθε και εκείνη του ότι βρισκόταν σε κρεβάτι. Άνοιξε τα μάτια του, ήταν στο ιατρείο του πλοίου και κάποιος βρισκόταν στο πλάι του. Γύρισε να δει, ήταν η Σιμόν που αντιλαμβανόμενη ότι συνήλθε άφηνε βιαστικά το χέρι του που τώρα συνειδητοποιούσε ότι κρατούσε και είχε ακουμπήσει στα χείλη της.
Ανακάθισε χωρίς να πονέσει περισσότερο πέρα από το γόνατό του που συνέχιζε να κάνει αισθητή την παρουσία του στέλνοντας κύματα πόνου σε όλο το σώμα του. Μόρφασε και σηκώθηκε όρθιος. Ο πόνος πολλαπλασιάστηκε αλλά εκείνος δεν έκατσε πάλι. Η Σιμόν σηκώθηκε και εκείνη με την ανησυχία να ζωγραφίζεται στο πρόσωπό της.
-Ο γιατρός είπε....
-Δεν με νοιάζει τι είπε ο γιατρός. Ο Στράουντ που είναι;
-Γιορτάζει την επιτυχία.
-Πάλι;
-Το ανεβάσανε, είπε η Σιμόν με δυστυχισμένο ύφος. Τώρα μπορούμε να φύγουμε από' δω. Δεν θα ψάξουν για επιζώντες.
-Το ανεβάσανε; Πόσες ώρες ήμουν αναίσθητος;
-Ένα δωδεκάωρο.
-Όταν πιάσω τον Στράουντ στα χέρια μου θα τον κάνω να υποφέρει.
-Γιατί σε χτύπησε;
-Τι είπε εκείνος;
Η Σιμόν πήγε να πει κάτι αλλά σταμάτησε. Κούνησε το κεφάλι της αρνητικά.
-Δεν θα μπορούσα να το επαναλάβω.
-Περιληπτικά τότε, είπε ο Μιχάλης. Έλα πάμε στο κατάστρωμα θα μου πεις στο δρόμο.
Βγήκαν από το ιατρείο στον αισθητά πιο κρύο διάδρομο και ο Μιχάλης παρατήρησε ότι το πλοίο κλυδωνιζόταν λίγο από απότομα κύματα.
-Πλησιαζει η καταιγίδα. Τι είπε λοιπόν ο Στράουντ; Πως δικαιολόγησε την επίθεσή του;
-Είπε ότι ανακατεύτηκες με τα οικογενειακά του και δεν θα ανεχτεί να του κάνει υποδείξεις ο......
Η Σιμόν κοκκίνισε. Ο Μιχάλης την κοίταξε κάτι που μεγάλωσε την αμηχανία της. Έσκυψε το κεφάλι και κοίταξε το δάπεδο ενώ συνέχιζε με φωνή που μόλις ακουγόταν.
-Εραστής της γυναίκας του.
-Σε λάθος άνθρωπο αναφέρθηκε, σάρκασε ο Μιχάλης.
Βγήκαν στο κατάστρωμα και προχώρησαν στην πρύμνη όπου βρισκόταν το αντικείμενο αυτού του ταξιδιού. Το container είχε μείνει πολύ λίγο στο βυθό για να προλάβει να σκουριάσει, παρέμενε κίτρινο με την επιγραφή ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΧΙΛΗΣ σε κάθε πλευρά στα Ισπανικά και τα Αγγλικά. Ο Μιχάλης πλησίασε με τη Σιμόν στην πόρτα και εκείνος κοίταξε τον ηλεκτρονικό μηχανισμό που το κρατούσε κλειδωμένο.
Λειτουργούσε ακόμα και η οθόνη υγρών κρυστάλλων περίμενε τα οκτώ διψήφια νούμερα του κωδικού απενεργοποίησης.
-Πες μου τον κωδικό.
Η Σιμόν τον κοίταξε τρομαγμένη.
-Θέλω να σε προστατεύσω, είπε απαλά ο Μιχάλης, οι ώρες που έμεινα αναίσθητος πρέπει να αρκέσανε στον Στράουντ για να ολοκληρώσει τα σχέδιά του.
-Αν σου πω....
-Δεν θέλω να σε βλάψω.
Η Σιμόν τον κοίταξε. Δεν εμπιστευόταν παρά μόνο εκείνον πάνω στο πλοίο. Θα έκανε αυτό που της ζητούσε. Του είπε τον κωδικό. Ο Μιχάλης τον πληκτρολόγησε και με ένα κοφτό μεταλλικό κλικ, ο μηχανισμός απενεργοποιήθηκε. Ο Μιχάλης προς μεγάλη έκπληξη της Σιμόν  δεν ενδιαφέρθηκε να ανοίξει την ξεκλείδωτη πλέον πόρτα. Αντίθετα άρχισε να πληκτρολογεί. Όταν τελείωσε γύρισε και την κοίταξε.
-Τώρα ξέρω εγώ μόνο τον κωδικό, είσαι ασφαλής. Έλα πάμε στο ιατρείο, Καλύτερα να μην ξέρει κανένας για την μικρή αυτή βόλτα.
Επέστρεψαν στο ιατρείο αλλά ο Μιχάλης καταπιάστηκε με τον υπολογιστή του γιατρού αντί να ξαπλώσει. Καθόταν ακόμα μπροστά στην οθόνη όταν μπήκε ο Αλέξανδρος.
-Πως.... άρχισε εκείνος.
-Συμπαθείς τον Ντήτριχ Κράμερ; ρώτησε ο Μιχάλης κόβοντάς τον για να κάνει την ερώτησή του.
-Καθόλου, με αντιπαθούσε από τότε που τα είχα με τη Χάνα, Γιατί; Τι σχέση έχει με την κατάσταση που αντιμετωπίζουμε; Γι' αυτό σου επιτέθηκε ο Στράουντ;
-Όχι. Έχει να κάνει με το γιατρό που λαμβάνει εμπιστευτικές πληροφορίες από το Μεμόριαλ. Ο Κράμερ πεθαίνει Αλέξανδρε, δεν του δίνουν παρά μέρες ζωής.
-Αυτό εξηγεί πολλά, είπε ο Αλέξανδρος, και κάνει τα πάντα πιο επικίνδυνα.
-Τι ακριβώς εξηγεί; ρώτησε ο Μιχάλης που ήταν σκεφτικός. Είχε αρχίσει να καταλαβαίνει και έλπιζε να διαψευδόταν.
-Αν πεθάνει ο Κράμερ τον κληρονομεί η Χάνα και μετά ο γιος της. Και βρίσκονται και οι δυο εδώ, σε μια κατάσταση που μπορεί να εξελιχθεί άσχημα. Αν πεθάνουν τότε ο επόμενος που κληρονομεί είναι ο Στράουντ.
-Μα αν πεθάνουν δεν θα θέλει μεγάλη φαντασία για να βρεθεί ο ένοχος. Δεν είναι τόσο αλαζόνας να νομίζει ότι θα ξεφύγει με τέτοιο έγκλημα.
-Αν γίνει πριν το θάνατο του Κράμερ ποιος θα τον υποψιαστεί; Αν χαθούν σε μια ναυτική τραγωδία ποιος θα πει τίποτα; Ο θάνατος του Κράμερ θα αποδοθεί στην θλίψη ειδικά αφού η κατάσταση της υγείας του δεν είναι ευρύτερα γνωστή. Και αν βγάλει και' μενα από τη μέση τότε έχει κερδίσει το παιχνίδι, ο όμιλος είναι ουσιαστικά δικός του.
Ο Μιχάλης σηκώθηκε από τη θέση του μπροστά στον υπολογιστή.
-Πρέπει να βιαστούμε και....
Σταμάτησε να μιλάει καθώς ένας δυνατός ήχος ακούστηκε, ο χαρακτηριστικός θόρυβος του έλικα ενός μεγάλου ελικοπτέρου. Κοίταξε τον Αλέξανδρο που όμως δεν έδειχνε ανήσυχος.
-Πλησιάζει καταιγίδα, είπε εκείνος. Ο Φέρτσαιλντ και' γω σκεφθήκαμε ότι όσο λιγότεροι στο πλοίο τόσο καλύτερα, το ελικόπτερο θα μεταφέρει το ερευνητικό προσωπικό από' δω στο Πάιπερ Μαρού, ένα φορτηγό δικό μου που πλέει για Κέηπ Τάουν και θα τους μεταφέρει εκεί. Μπορείτε να φύγετε και' σεις, τα πράγματα θα αγριέψουν εδώ.
-Εγώ... η Σιμόν κόμπιασε αλλά ο Μιχάλης κατάλαβε τι ήθελε να πει. Είχε ήδη εκφράσει την επιθυμία να μην επιστρέψει.
-Θα ήταν καλύτερα να φύγεις, της είπε απαλά.
-Δεν...... ο πατέρας μου......
-Θα τον αναζητήσουμε εμείς.
-Πες τον κωδικό και φύγε, είπε ο Αλέξανδρος.
Η Σιμόν κοίταξε τον Μιχάλη που χαμογέλασε πριν πει στη μητρική τους γλώσσα;
-Αυτό το τακτοποίησα,
-Πολύ καλά, είπε ο Αλέξανδρος.
-Θέλω να μείνω, είπε η Σιμόν. Αν θέλετε να αφήσω το πλοίο αποβιβάστε με σας παρακαλώ στην ακτή.
Ο Αλέξανδρος την κοίταξε περίεργα για μια στιγμή και μετά έφυγε. Η κοπέλα στράφηκε στον Μιχάλη.
-Τι πρέπει να κάνω;
-Προς το παρόν τίποτα, απλά τον αιφνιδίασες και είναι πολλά που πρέπει να κάνει.  Αλλά δεν θα αφήσει τους ναυαγούς. Έχει συμφέρον να τους βρει τώρα. Είναι η απόδειξη της δολιότητας του Στράουντ.
Ο Μιχάλης κάθισε πάλι μπροστά στον υπολογιστή και άρχισε να δουλεύει. Η Σιμόν ήρθε στο πλευρό του και κοίταξε την οθόνη. Ήξερε αρκετά από υπολογιστές για να καταλάβει τι έκανε.
-Σβήνεις τα αρχεία, είπε με έκπληξη.
-Ναι, είπε ο Μιχάλης. Ας κλονίσουμε λίγο την αυτοπεποίθηση του Στράουντ. Ωραία, πάμε.
Βγήκαν από το ιατρείο στο διάδρομο, ο κλυδωνισμός του πλοίου είχε γίνει πιο έντονος. Ο Μιχάλης ένιωσε το γόνατό του να διαμαρτύρεται στην πίεση που ασκούσε πάνω του στην προσπάθεια να μην παρασυρθεί από την κίνηση του πλοίου. Μάλλον θα έπρεπε να χρησιμοποιεί μπαστούνι τώρα κάτι που δεν ήταν απαραίτητο αυτές τις μέρες στο πλοίο. Κατευθύνθηκαν στην καμπίνα της Σιμόν και ο Μιχάλης είπε:
-Μείνε εδώ προς το παρόν.
-Εντάξει.
Ο Μιχάλης της χάρισε ένα χαμόγελο και έκανε να φύγει. Είχε ήδη στραφεί να φύγει όταν η Σιμόν ρώτησε:
-Ποια είναι η Βερόνικα;
Ο Μιχάλης σταμάτησε απότομα και τινάχθηκε σαν να είχε δεχθεί ένα οδυνηρό χτύπημα. Αναμνήσεις που προσπαθούσε να κρατάει φυλακισμένες ήρθαν στην επιφάνεια πονώντας τον σε σημείο που το γόνατό του να είναι μια ασήμαντη ενόχληση,
-Που άκουσες αυτό το όνομα; ρώτησε χωρίς να γυρίσει να την κοιτάξει.
-Εσύ το είπες, όταν ήσουν αναίσθητος παραμιλούσες, απάντησε η κοπέλα που ένιωθε άσχημα για την ερώτησή της. Είχε καταλάβει ότι είχε αγγίξει κάποια παλιά πληγή. Συγνώμη δεν ήθελα να σε πονέσω. Είπες όμως....
Σταμάτησε να μιλάει και κοίταξε τον Μιχάλη, οι σφιγμένοι ώμοι του πρόδιδαν την ένταση που τον σάρωνε σαν ανηλεής καταιγίδα.
-Συγνώμη, είπε και μπήκε στην καμπίνα της.
-Τι είπα; ψιθυρισε ο Μιχάλης με φωνή τραχιά σαν να είχε μόλις σηκωθεί από μια βαριά αρρώστεια.
Έξω ακούστηκε το ελικόπτερο που απομακρυνόταν με εκείνους που δεν ήταν πλέον απαραίτητο να παραμείνουν στο πλοίο.
-Είπες.... δεν είναι Βερόνικα.... δεν θα γίνει πάλι. Μετά πρόφερες το δικό μου όνομα.
-Η Βερόνικα ήταν κάποια που απέτυχα να προστατέψω. Κάποια που πέθανε μέσα στα χέρια μου. Δεν θα αφήσω να πάθεις το ίδιο.
Η Σιμόν τον κοίταξε, παρέμενε στραμμένος στο διάδρομο μακριά από εκείνην.
-Ευχαριστώ, είπε.
Ο Μιχάλης δεν απάντησε. Ένα ελικόπτερο ακούστηκε πάλι έξω, κάνοντάς τον να συνοφρυωθεί. Είχε συμβεί κάτι; Γιατί επέστρεφε το ελικόπτερο; Ή ήταν άλλο;
-Γι' αυτό άλλαξες τον κωδικό; ρώτησε η κοπέλα. Τώρα θα κινδυνεύεις εσύ.
-Όταν είσαι ήδη ετοιμοθάνατος δεν σε τρομάζει ο θάνατος.

Η Σιμόν δεν πρόλαβε να πει τίποτα άλλο. Ένας κοφτός και σκληρός ήχος ακούστηκε ακολουθούμενος από μια κραυγή πόνου. Ο Μιχάλης τον αναγνώρισε, ήταν ριπή οπλοπολυβόλου.

Στην Άκρη Του Κόσμου 11

Author: Νυχτερινή Πένα /

Ήταν εκεί, μεγάλο σαν προιστορικό θηρίο που αναπαυόταν ξαπλωμένο στην άμμο στο πλευρό του. Στο αιώνιο σκοτάδι του βυθού, φωτισμένο μόνο από τα φώτα του βαθυσκάφους έδειχνε ακόμα πιο εντυπωσιακό όπως είχε πέσει στο βυθό στο πλάι. Στην πρύμνη έχασκε μια τεράστια τρύπα που απλωνόταν σε ύψος τριών επιπέδων τουλάχιστον.
Όλων τα βλέμματα ήταν στραμμένες στις οθόνες που έδειχναν το Βολτέρα στην τελευταία κατοικία του. Οι επιστήμονες ήταν ικανοποιημένοι για την επιτυχία τους και ο Αλέξανδρος ήδη μελετούσε την επόμενη φάση. Ο Στράουντ χαμογελούσε με ένα χαμόγελο που έβαζε σε σκέψεις για τους σκοπούς του.
Ο Μιχάλης κοίταζε τους δυο άνδρες και αναρωτιόταν για το τι σχεδίαζαν. Ήξερε ότι υπήρχε κάτι που και οι δυο δεν σκέφτονταν και έτσι πήρε τον Αλέξανδρο κατά μέρος.
-Είσαι ικανοποιημένος;
-Ναι, δεν θα έπρεπε;
-Και υπολογίζεις να ανελκύσεις το φορτίο και να φύγουμε;
-Ναι.
Ο Μιχάλης κούνησε το κεφάλι του και μετά έδειξε τις οθόνες που έδειχναν το βυθισμένο πλοίο.
-Λείπουν δυο από τις σωσίβιες λέμβους Αλέξανδρε, κάποιοι επέζησαν. Δεν σκοπεύεις να ψάξεις για αυτούς τους ανθρώπους;
-Μόλις εξασφαλίσω το φορτίο.
-Ωραία, και ίσως μάθουμε τότε τι συνέβει στο πλοίο. Γιατί τίποτα στη φύση δεν μπορεί να άνοιξε τέτοια τρύπα στο πλοίο.
-Σαν να το κλώτσησε ο Γκοντζίλα, σχολίασε εκείνη τη στιγμή ο Στράουντ.
-Εκρηκτικά; είπε ο Αλέξανδρος.
-Έτσι νομίζω, δεν το τορπιλίσανε βεβαίως.
Ο Αλέξανδρος ένευσε. Το βλέμμα του πήγε στη Χάνα που στεκόταν δίπλα στον Στράουντ που έκανε μια ανακοίνωση εκείνη τη στιγμή:
-Η επιτυχία μας αυτή πρέπει να γιορταστεί. Ας ανέβουμε στην τραπεζαρία να πιούμε ένα ποτήρι κρασί ή σαμπάνια.
Επευφημίες ακούστηκαν από τους συγκεντρωμένους και ο Μιχάλης γλύστρισε έξω από την αίθουσα.
-Που πας; ρώτησε ο φίλος του.
-Στο άτομο που έχει περισσότερη ανάγκη από κάποιον να μιλήσει αυτήν την στιγμή.

Η Σιμόν ήταν καθισμένη στην κουκέτα της με τα πόδια μαζεμένα και το σαγόνι της να ακουμπάει στα γονατά της. Είχε μάθει ότι είχε βρεθεί το ναυάγιο και δεν είχε πια καμία ελπίδα, ήταν σαν να βίωνε ξανά τη στιγμή που με περισσή σκληρότητα η Άμυ Ρότζερς της είχε ανακοινώσει τα νέα για το χαμό του πλοίου που σήμαινε και το θάνατο του πατέρα της. Ένιωθε τον πόνο σαν να ήταν σωματικός, ήθελε να κλάψει, να ουρλιάξει αλλά δεν μπορούσε. Ένιωθε τα μάτια της καυτά από τα δάκρυα που ήθελε να χύσει μα δεν μπορούσε.
Καθόταν έτσι μαζεμένη με τα χέρια της να αγκαλιάζουν τα μαζεμένα πόδια της, με το μυαλό της να περιπλανιέται σε αναμνήσεις της χαμένης πια ευτυχίας της, αφήνοντας τον κόσμο να συνεχίζει χωρίς εκείνη. Δεν ήθελε πια να συνεχίσει να ζει. Δεν ήθελε να πονάει άλλο.
Το πρώτο χτύπημα στην πόρτα δεν το άκουσε χαμένη στις σκέψεις της. Το δεύτερο τράβηξε την προσοχή της αλλά ήταν τόσο βυθισμένη στη θλίψη που το αγνόησε. Το τρίτο, κάπως πιο δυνατό από τα προηγούμενα, την έκανε να σηκωθεί από την κουκέτα της και να ανοίξει την πόρτα. Αντίκρισε τον Μιχάλη που στεκόταν στο διάδρομο περιμένοντάς την να ανοίξει.
-Συμβαίνει κάτι; ρώτησε.
-Θα έμαθες ότι βρέθηκε το πλοίο, είπε ο Μιχάλης.
-Ναι, είπε η Σιμόν και επέστρεψε στην κουκέτα της. Θα ανελκυσθεί το φορτίο, θα δώσω τον κωδικό στον κύριο Κομνηνό και τέλος της ιστορίας. Θα μου επιτρέψει να μείνω εδώ;
-Εδώ; Στην Ανταρκτική;
-Ναι, θέλω να πεθάνω κοντά στο μέρος που πέθανε ο πατέρας μου. Δεν με νοιάζει να ζήσω άλλο πια.
-Δεν χάθηκε κάθε ελπίδα.
-Ως τώρα έτσι έλεγα και' γω. Όσο δεν το βρίσκαμε είχα την ελάχιστη ελπίδα ότι κάπου είχε εξοκοίλει και θα ήταν ζωντανός αλλά όχι πια. Δεν υπάρχει ελπίδα.
-Πάντα υπάρχει ελπίδα, είπε ο Μιχάλης. Και όχι μικρή στην περίπτωση αυτή. Κανείς δεν πρόσεξε ότι λείπουν δυο από τις σωσίβιες λέμβους. Δεν ξέρω γιατί δύο, αφού μια και μόνο αρκούσε για όσους βρίσκονταν στο Βολτέρα, αλλά το γεγονός παραμένει. Υπάρχουν ναυαγοί. Ο πατέρας σου μπορεί να είναι ζωντανός. Μην αφήνεσαι ακόμα να απελπιστείς Σιμόν.
Η κοπέλα σηκώθηκε από την κουκέτα και πήγε κοντά του. Πήγε να πει κάτι αλλά δεν μπόρεσε, ξέσπασε σε λυγμούς. Ο Μιχάλης την αγκάλιασε και εκείνη έγειρε το κεφάλι της στο στέρνο του συνεχίζοντας να κλαίει ενώ της χάιδευε τα μαλλιά.

Εκτός από το μικρό ερευνητικό βαθυσκάφος το Κέλντις διέθετε και ένα επανδρωμένο βαθυσκάφος. Αφού το μικρό κατέγραψε με τις κάμερες όλες τις απαραίτητες λεπτομέρειες το επανδρωμένο βαθυσκάφος κατέβηκε στον υγρό παγωμένο τάφο του Βολτέρα. Το άνοιγμα που είχε δημιουργηθεί στο πλευρό του φορτηγού πλοίου μπορεί να ήταν η αιτία της καταστροφής του αλλά τώρα θα επέτρεπε την ταχύτερη ανέλκυση του φορτίου του.
Από τις εικόνες που είχε στείλει το ερευνητικό βαθυσκάφος είχαν διαπιστώσει ότι το container με το φορτίο παρέμενε ακέραιο και ανέπαφο. Αμέσως άρχισε η προετοιμασία για την ανέλκυση. Συρματόσχοινα από τον γερανό φορτίου του Κέλντις προσδέθηκαν στο τεράστιο ατσάλινο κύβο που ήταν το container σε οκτώ σημεία ενώ στα πλαινά του τοποθετήθηκαν μεγάλα μπαλόνια που άρχισαν να γεμίζουν με ήλιο. Η άνωση που το αέριο θα προκαλούσε θα ελάφρυνε το έργο που θα έπρεπε να κάνει ο γερανός του πλοίου.
Ο Αλέξανδρος και ο Στράουντ παρακολουθούσαν τις εργασίες από κοντά περιμένοντας να έρθει το πολύτιμο φορτίο στην επιφάνεια. Η ένταση μεταξύ τους ήταν απτή. Γινόνταν πιο έντονη και πιο αντιληπτή από το γεγονός ότι όπου βρισκόταν ο ένας συνήθως ήταν και ο άλλος.
Οι εργασίες ωστόσο συνεχίζονταν και πλησίαζε η πολυπόθητη ώρα που θα είχαν το φορτίο του Βολτέρα. Υπήρχαν δυο άνθρωποι πάνω στο πλοίο που δεν συμμερίζονταν τη γενική ευεξία για την επιτυχία της αποστολής. Και ήταν τα δυο νεαρότερα άτομα στο πλοίο. Και αν ήταν εύκολο να μαντέψει κανείς γιατί η Σιμόν ήταν λυπημένη παρέμενε μυστήριο το γιατί ο Πήτερ είχε γίνει ξαφνικά τόσο κατηφής.

Ο Μιχάλης βγήκε στο κατάστρωμα και κοίταξε τον ουρανό, η συννεφιά λιγόστευε ακόμα το φως. στο πίσω μέρος του πλοίου οι εργασίες συνεχίζονταν. Εδώ κοντά στη γέφυρα ήταν μόνος του. Ακούμπησε στο παραπέτο και κοίταξε την ακύμαντη θάλασσα, είχε πολλά να σκεφθεί. Πρώτα από όλα αυτό που είχε ανακαλύψει, έπρεπε να το πει στον Αλέξανδρο; Μήπως δεν θα έπρεπε να ανακατέψει πράγματα που έδειχναν να έχουν κατασταλλάξει; Πήρε μια βαθειά ανάσα και όπως στράφηκε να πάει πάλι προς την καμπίνα του βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με την Χάνα. Ήταν πολύ χλωμή και είχε κλάψει.
Τι της συνέβαινε; Τι ήταν αυτό που είχε επηρεάσει και το γιο της;
Η Χάνα τον κοίταξε έντονα, μετά έκανε μεταβολή και απομακρύνθηκε. Ο Μιχάλης κοίταξε τα μακριά μαλλιά της να ανεμίζουν όπως πέρασε την πόρτα και μπήκε στο σαλόνι του πλοίου. Η κίνηση ήταν που ανέμιζε τα μαλλιά της, δεν υπήρχε καθόλου αέρας συνειδητοποίσε.
Στην πρύμνη ένας άνδρας από το πλήρωμα έριξε κάποιο εργαλείο προκαλώντας έναν αφύσικα δυνατό μεταλλικό κρότο.
Ο Μιχάλης συνοφρυώθηκε. Απόλυτη άπνοια και οι ήχοι να ακούγονται πιο δυνατοί γεγονός που ήταν ενδεικτικό της αλλαγής της ατμοσφαιρικής πίεσης. Μπήκε στην καμπίνα του και ζήτησε στην ενδοσυννενόηση μια κούπα αλεύρι από την κουζίνα. Του την έφερε ο Ζακ, ο βοηθός του μάγειρα, ένας κεφάτος τύπος από το Κεμπέκ.
-Τι θα το κάνεις το αλεύρι μαρκόνι;
-Θα δεις.
Ο Μιχάλης βγήκε στο κατάστρωμα και πήρε το αλεύρι στο χέρι του. Το άφησε να πέσει κάτω. Αντί να κυλίσει σε μια γραμμή σαν μια σύντομη λευκή βροχούλα το αλεύρι άρχισε να πέφτει δημιουργώντας σπείρες.
-Τι στα κομμάτια; έκανε ο Καναδός.
-Αυτό φοβόμουν. Ζακ γύρνα στην κουζίνα και σιγουρέψτε ό,τι μπορεί να πέσει. Έρχεται καταιγίδα.
Ο ίδιος κατευθύνθηκε προς τη γέφυρα, η έκφραση του Φέρτσαιλντ τον ενημέρωσε ότι και ο πλοίαρχος το είχε επίσης αντιληφθεί. Αποφάσισε να ενημερώσει τον Αλέξανδρο, δεν ήταν στο χώρο των εργασιών της ανελκύσεως και ο Μιχάλης συμπέρανε ότι ήταν στην καμπίνα του.
“Με την κοκκινομάλλα, πως θα του πω κάτι τέτοιο; Θα είναι δυνατόν ο Αλέξανδρος να σταθεί στο......”
Τις σκέψεις του διέκοψαν φωνές. Στάθηκε συνειδητοποιώντας ότι ήταν έξω από την καμπίνα των Στράουντ. Όποιος είχε μπει τελευταίος είχε αμελήσει να κλείσει την πόρτα καλά και τώρα ο Μιχάλης μπορούσε να δει στο μικρό καθιστικό μέσα. Ο Στράουντ και η Χάνα μιλούσαν και η ένταση ήταν αποτυπωμένη στα πρόσωπά τους. Ήταν το κυρίαρχο αλλά όχι το μόνο συναίσθημα, ο δικηγόρος ήταν εξοργισμένος, εκτός εαυτού. Η Χάνα ήταν όπως την είχε δει νωρίτερα, τρομαγμένη, θλιμμένη και ένοχη συνειδητοποίησε έκπληκτος.
-Πρέπει να τους το πεις, έλεγε. Αν....
-Δεν θα πω τίποτα, δεν θα αφήσω τον Κομνηνό να πάρει αυτό που είναι δικό μου. Δεν έκανα τόσα σχέδια μάταια.
-Κινδυνεύουν ανθρώπινες ζωές.
-Αδιάφορο.
-Θα του το πω εγώ, είπε η Χάνα, δεν αντέχω άλλο. Θα με μισήσει..
-Δεν θα πεις τίποτα! βρυχήθηκε ο στράουντ και χαστούκισε με όλη του τη δύναμη την Χάνα που σωριάστηκε στο πάτωμα.
-Μη τη μαμά! φώναξε ο Πήτερ και έτρεξε να σταθεί ανάμεσα στον πατέρα και τη μητέρα του.
Ο Μιχάλης δεν τον είχε δει ως εκείνη τη στιγμή και μάλλον το ίδιο ίσχυε και για τον Στράουντ. Εκείνος παραμέρισε το αγόρι αδιάφορα όπως κάποιοι κλωτσάνε ένα αδέσποτο. Το αγόρι έπεσε πάνω στο τραπεζάκι που ήταν κοντά και άρχισε να κλαίει.
-Εκείνος που χτυπάει μια γυναίκα είναι κάθαρμα, είπε ο Μιχάλης μπαίνοντας στην καμπίνα, εκείνος που φέρεται στο παιδί του έτσι δεν είναι καν άνδρας γιατί δεν είναι άνθρωπος.
Πλησίασε τον Στράουντ.
-Τι κρύβεις; Άφησέ τη να μιλ......
Ο Στράουντ επιτέθηκε και η δύναμή του ήταν εξαιρετικά μεγάλη. Χτύπησε με τη γροθιά του τον Μιχάλη στο στομάχι και καθώς εκείνος διπλωνόταν στα δύο από τον πόνο τον ξαναχτύπησε σωριάζοντάς τον στο δάπεδο. Ύστερα τον πάτησε βίαια πίσω από το γόνατο του αριστερού ποδιού κάνοντας τον να ουρλιάξει από τον πόνο.
-Ξέρω για' σενα, είπε μοχθηρά, ακόμα και που πονάς. Αν ξαναδοκιμάσεις να ανακατευτείς με τα σχέδιά μου θα το μετανιώσεις.

Τον χτύπησε πάλι στο γόνατο, ο πόνος γιγαντώθηκε σε ένα καυτό κύμα και ο Μιχάλης έχασε τις αισθήσεις του.