Στην Άκρη Του Κόσμου 4

Author: Νυχτερινή Πένα /

Ο Μιχάλης έγραφε στον φορητό υπολογιστή του. Εκτός από τον ήχο των δακτύλων του στα πλήκτρα στο δωμάτιο ακουγόταν η μελαγχολική μουσική του κονσέρτου Αρανχουέθ του Ροντρίγκο. Βυθισμένος στη μελέτη και το γράψιμό του ο νέος άνδρας είχε ξεχάσει τον κόσμο, ακόμα και το θάνατο που είχε απλωμένα τα μαύρα φτερά του πάνω από το κεφάλι του. Τα μάτια του παρακολουθούσαν τους μαύρους χαρακτήρες που κυλούσαν στην οθόνη σχηματίζοντας λέξεις, προτάσεις, παραγράφους και ενότητες.
   Από την ενασχόλησή του τον έβγαλε το κουδούνι της πόρτας. Πιάστηκε από το ράφι της βιβλιοθήκης που ήταν πάνω από το γραφείο του για να σηκωθεί όπως πάντα σχεδόν για να το κάνει γρήγορα. Πήγε στην πόρτα και την άνοιξε.
   -Καλησπέρα, είπε ο χαμογελαστός Αλέξανδρος που τον περίμενε να του ανοίξει.
   -Λοιπόν; είπε ο Μιχάλης. Τι θες από' μενα;
   Ο Αλέξανδρος μπήκε στο σπίτι και έριξε μια ματιά γύρω του. Δεν είχε αλλάξει και πολύ από την τελευταία φορά που είχε βρεθεί εδώ, το μεγάλο καθιστικό με τις πολλές βιβλιοθήκες και το οβάλ τραπέζι όπου βρίσκονταν ανοιχτοί τόμοι έτοιμοι να βοηθήσουν τον Μιχάλη στη μελέτη του. Ακολούθησε τον οικοδεσπότη του στο δωμάτιο που ως τώρα μόνος του έγραφε. Ο Μιχάλης ξαναπήρε τη θέση του και όταν το φως από το επιτραπέζιο φωτιστικό του έπεσε στο πρόσωπό ο Αλέξανδρος πρόφερε έκπληκτος μια βλαστήμια, ο Μιχάλης είχε συνέλθει από μια κρίση πόνου, τα χαρακτηριστικά του ήταν ακόμα τραβηγμένα, μάρτυρες του τι είχε περάσει, και το αριστερό του μάτι κόκκινο από το αίμα.
   -Αλέξανδρε, είπε ήρεμα, ξέρεις πόσο με ενοχλούν αυτές οι εκφράσεις.
   -Τι έπαθες;
   -Τίποτα που να χρειάζεται προσοχή ή συζήτηση. Λοιπόν; Τι είναι τόσο σημαντικό;
   Ο Αλέξανδρος του μίλησε για τα γεγονότα που είχαν προηγηθεί την ίδια μέρα. Ο Μιχάλης τον άκουγε σκεπτικός.
   -Δεν είναι μόνος του.
   -Φυσικά και όχι, είπε ο Αλέξανδρος. Λογικά ο Κράμερ συνεργάζεται μαζί του, είναι πεθερός του.
   -Και άλλοι ίσως.
   -Γι' αυτό σε θέλω μαζί μου.
   -Δεν σε καταλαβαίνω, χρειάζεσαι δικηγόρο, ναι, χρειάζεσαι και ειδικούς. Αλλά εμένα;
   -Εσένα σε χρειάζομαι να είσαι στον ασύρματο. Θέλω να μην μπορεί κανείς να λάβει ή να στείλει σήμα χωρίς να το ξέρω.
   -Δεν εμπιστεύεσαι κανέναν;
   Ο Αλέξανδρος συνοφρυώθηκε. Πλησίασε ένα άλλο τραπέζι όπου ο Μιχάλης είχε μια στοίβα από βιβλία. Ιστορικά και μάλιστα επικεντρωμένα στο Μεσαίωνα. Προφανώς μελετούσε κάποιο συγκεκριμένο αντικείμενο. Ναι, η προσήλωση αυτή ήταν που χρειαζόταν.
   -Το πλήρωμα του Κέλντις είναι διαλεγμένο αλλά οι ειδικοί που θα πάρω καθώς και η ασφάλεια που θα έχω μαζί μου, ίσως να μπορούν να εξαγοραστούν. Θέλω να είσαι η δικλείδα ασφαλείας μου.
   -Κατάλαβα. Αλλά και πάλι δεν μπορώ να είμαι όλη την ημέρα στον ασύρματο.
   -Φυσικά όχι, αλλά θα είμαστε σε μια περιοχή που δεν κυκλοφορούν πλοία άρα δεν θα έχουμε πυκνές επικοινωνίες, όταν θα αναπαύεσαι θα υπάρχει σιγή ασυρμάτου.
   Ο Μιχάλης σηκώθηκε από την καρέκλα του, ήταν μια πιο αργή διαδικασία αν δεν πιανόταν από το ράφι.
   -Δεν είναι καλή εποχή για να πας στην Ανταρκτική Αλέξανδρε.
   -Ο χειμώνας δεν έχει αρχίσει ακόμα.
   Ο Μιχάλης πίεσε ένα πλήκτρο στον υπολογιστή του ελαχιστοποιώντας το παράθυρο που είχε ανοιγμένο και μετά επέλεξε ένα εικονίδιο εμφανίζοντας έναν παγκόσμιο χάρτη στην οθόνη. Ένα φωτεινό σχήμα σαν μεγάλη κούπα έπιανε το κεντρικό μέρος του χάρτη.
   -Φως και σκοτάδι, είπε ο Μιχάλης. Η παραβολική καμπύλη είναι το όριο, η μέσα πλευρά της είναι η μέρα. Η έξω είναι η νύχτα.
Γύρισε τον υπολογιστή προς τον φίλο του.
   -Προσέχεις κάτι;
   -Αυτήν την ώρα είναι νύχτα σε όλη την Ανταρκτική εκτός από τις παράκτιες περιοχές της Γης της Βασίλισσας Μοντ.
   -Όποια ώρα και να δεις το ίδιο είναι, σε λίγες μέρες αρχίζει η πολική νύχτα.
   -Δεν μπορώ να περιμένω έξι μήνες, είναι σαν να αφήνομαι στο έλεος του Στράουντ. Θα έρθεις; Η αμοιβή θα είναι καλή.
   -Πότε με ένοιαξε αυτό; γέλασε ο Μιχάλης.
   -Ποτέ είναι η αλήθεια, απάντησε ο Αλέξανδρος, αλλά δεν θα πας στην άκρη του κόσμου χωρίς να κερδίσεις τίποτα. Λοιπόν;
   Ο Μιχάλης δεν απάντησε αμέσως και όταν το έκανε αιφνιδίασε τον Αλέξανδρο.
   -Αν δεν επιστρέψω ζωντανός, θα φροντίσεις να φέρεις πίσω το σώμα μου.
   -Δεν.... ξεκίνησε ο Αλέξανδρος.
   -Είναι όρος.
   -Εντάξει αλλά δεν θα φτάσουν ως εκεί τα πράγματα.
   Ο Μιχάλης άφησε τη φράση ασχολίαστη. Δεν ήθελε να πει στον Αλέξανδρο ότι ήταν μελλοθάνατος. Είχε αποφασίσει να πάει μαζί του και να τον βοηθήσει αφού μπορούσε, δεν είχε πια να φοβάται τίποτα.
   -Πότε φεύγουμε;
   -Αμέσως μόλις είσαι έτοιμος.
   Ο Μιχάλης έδειξε ένα σακίδιο και έναν χαρτοφύλακα δίπλα του.
   -Είμαι έτοιμος μόλις μαζέψω τον υπολογιστή. Τα υπόλοιπα που θα πάρω μαζί μου τα έχω ετοιμάσει. Από που θα πάρουμε το πλοίο;
   -Από το Κέηπ Τάουν.
   -Ωραία, πετάμε για Γιοχάνεσμπουργκ δηλαδή;
   -Όχι. Πάμε στη Γενεύη. Έχουμε μια δουλειά στο CERN, που σίγουρα το ξέρεις, και μια δουλειά σε ένα ακριβό ιδιωτικό σχολείο που σίγουρα δεν ξέρεις.
  -Και ας πούμε ότι υποθέτω τι θέλουμε στο CERN, στο σχολείο τι δουλειά έχουμε;
  -Να βρούμε το κλειδί για το φορτίο του Βολτέρα που κρύβεται σε ένα τρυφερό εφηβικό μυαλό.
Ο Αλέξανδρος προθυμοποιήθηκε να πάρει το σακίδιο για να το μεταφέρει στο αυτοκίνητο που είχε νοικιάσει για τη μετακίνησή του στην Αθήνα αφήνοντας τον Μιχάλη να φέρει το χαρτοφύλακά του. Εκείνος βγήκε από την πόρτα και πριν κλείσει κοίταξε το σπίτι του νοσταλγικά. Ίσως δεν το ξαναέβλεπε. Το βλέμμα του στάθηκε σε ένα βιβλίο που βρισκόταν πάντα επάνω στο τραπέζι, ένα βιβλίο που είχε στην πρώτη σελίδα του διπλωμένο ένα γράμμα, μια τρυφερή εξομολόγηση αγάπης.
Πήρε μια βαθιά ανάσα και έκλεισε την πόρτα διπλοκλειδώνοντας. Μετά, με το μπαστούνι και το χαρτοφύλακά του, πήγε να βρει τον Αλέξανδρο. Τώρα μια μαύρη καλύπτρα σκέπαζε το ματωμένο αριστερό μάτι του κάτι που δεν διέφυγε του φίλου του.
-Δεν μου είπες τι έπαθε το μάτι σου, παρατήρησε, κάποιος ζηλιάρης γκόμενος;
-Αλέξανδρε!
-Απλά αστειεύομαι, εσύ δεν είσαι τέτοιος. Τι έπαθες; Ατύχημα;
-Απλοποιώντας τα πράγματα θα έλεγα ότι είναι ατύχημα, απάντησε ο Μιχάλης.
-Και προς τι η καλύπτρα;
-Για να μην αναγκάζονται οι άλλοι να βλέπουν το οικτρό θέαμα και για προστασία.

Η Σιμόν κοντοστάθηκε μπροστά στην πόρτα του γραφείου της Ρίτα Μπάουνφλουρ, της διευθύντριας και τωρινής ιδιοκτήτριας του σχολείου. Ήταν στο τέλος ενός μεγάλου διαδρόμου και οι θόρυβοι από το υπόλοιπο σχολείο έφταναν εδώ σαν απόηχοι ενός άλλου κόσμου. Αν ήταν μόνη της θα είχε κάνει μεταβολή και θα είχε φύγει τρέχοντας αλλά δεν ήταν μόνη της. Μαζί της βρισκόταν και ο Χέλμουτ Σμιτς, ο επιστάτης του σχολείου. Εξάλλου την είχε καλέσει η διευθύντρια να παρουσιαστεί μπροστά της και δεν μπορούσε να μην υπακόυσει. Ο Σμιτς χτύπησε την πόρτα και μετά την άνοιξε.
Η Σιμόν δεν ειχε ποτέ βρεθεί στο γραφείο της διευθύντριας. Ήταν ένα μεγάλο φωτεινό δωμάτιο με μεγάλα παράθυρα που έφταναν σχεδόν ως το ταβάνι και ακριβά επιπλωμένο. Πίσω από ένα μεγάλο μαονένιο γραφείο καθόταν η Ρίτα Μπάουνφλουρ, μια αυστηρή γυναίκα που είχε αρχίσει να γκριζάρει. Σε μια πολυθρόνα μπροστά της ήταν καθισμένος ένας άνδρας με κουστούμι. Δίπλα του στο πάτωμα ήταν ένας χαρτοφύλακας ενώ στο τραπεζάκι δίπλα του μια πορσελάνινη κούπα με αχνιστό καφέ.
-Α Σιμόν, είπε η διευθύντρια, χαίρομαι που ήρθες. Κάθισε.
Η κοπέλα κάθισε στην πολυθρόνα που της υπέδειξε η διευθύντρια νιώθοντας άβολα με το βλέμμα της που ήταν καρφωμένο στο πρόσωπό της. Έριξε μια ματιά γύρω για να διαπιστώει πως και ο επισκέπτης είχε το βλέμμα του πάνω της.
-Σιμόν σε φώναξα εδώ για ένα πολύ σημαντικό θέμα. Ο κύριος Στράουντ ήρθε από τις ΗΠΑ για να σε δει.
Η Σιμόν κοίταξε τον ξένο που έπινε λίγο από τον καφέ του. Εκείνος άφησε την κούπα και την κοίταξε εξεταστικά.
-Σιμόν, είπε με μια φωνή επίπλαστα φιλική που έκανε την κοπέλα να ριγήσει. Ονομάζομαι Μαρκ Στράουντ. Είμαι δικηγόρος και εκπροσωπώ τους ιδιοκτήτες του Βολτέρα. Βρίσκομαι εδώ για να μιλήσω μαζί σου για κάτι εξαιρετικής σημασίας για τον όμιλο αλλά και την κυβέρνηση της Χιλής. Ξέρεις τι μετέφερε το Βολτέρα;
-Όχι, είπε η Σιμόν, δεν ξέρω. Λυπάμαι.
-Δεν πειράζει καλό μου κορίτσι. Ο πατέρας σου, ο Θεός να αναπαύσει την ψυχή του, ήταν σώφρων άνθρωπος. Δεν περίμενα να σου έχει αποκαλύψει κάτι τέτοιο. Ξέρω όμως ότι σου είχε δώσει μια άλλη σημαντική πληροφορία.
-Ποια;
-Το φορτίο είναι κλειδωμένο. Ακόμα και στο βυθό της θάλασσας θα χρειαστεί ο κωδικός για να ανοιχτεί το αμπάρι και να ανελκυσθεί το φορτίο. Ξέρεις τον κωδικό;
-Ναι, είπε η κοπέλα πρόθυμη να βοηθήσει και μετά σταμάτησε καθώς θυμήθηκε κάτι που ο πατέρας της της είχε πει.
-Μου είπε να τον πω μόνο στον κύριο Κομνηνό. Αν αυτό είναι αδύνατον τότε σε κανέναν.
Ο Στράουντ χαμογέλασε φιλικά.
-Τιμώ την αφοσίωση στον πατέρα σου αλλά ο Αλέξανδρος είναι πολύ απασχολημένος για να έρθει εδώ. Είμαι ο νομικός σύμβουλος του ομίλου, μπορείς να μου τον πεις τον κωδικό.
-Όχι.
-Κύριε Σμιτς, είπε ψυχρά η διευθύντρια και η Σιμόν στράφηκε να δει γιατί τον είχε φωνάξει. Ο επιστάτης κρατούσε ένα μαστίγιο ιππασίας. Γύρισε έντρομη προς την Ρίτα.
-Θα με χτυπήσετε; ρώτησε με τη φωνή της να τρέμει.

-Όσο είναι απαραίτητο, απάντησε εκείνη χωρίς κανένα συναίσθημα. Αρχίστε κύριε Σμιτς. 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου