2.
Η Αγγέλα βόγκηξε και
πάλι. Το χέρι της βρήκε το χέρι του Μιχάλη και το έσφιξε δυνατά. Το βλέμμα της
συνάντησε το δικό του, τα μαύρα μάτια της είχαν γεμίσει με δάκρυα. Ένα ρίγος τη
διέτρεξε και μετά το σώμα της συσπάστηκε από τον πόνο. Ο Μιχάλης σκούπισε με
ένα μαντήλι τον ιδρώτα που έτρεχε από το μέτωπό της αλλά δεν ήξερε τι άλλο να
κάνει για να την ανακουφίσει.
-Το μωρό μου, είπε η
Αγγέλα, φοβάμαι πως δεν θα τα καταφέρει. Καλύτερα εγώ παρά εκείνη, η Φωτεινούλα
μου.
-Κουράγιο, είπε ο
Μιχάλης, και όλα θα πάνε καλά. Το πρώτο σας είναι;
-Ναι, είπε η κοπέλα.
Και ο Δημήτρης χάρηκε τόσο πολύ όταν του είπα ότι περιμένω παιδί. Θα πικραθεί
τόσο πολύ τώρα.
-Μην σκέφτεσαι έτσι,
είπε ο Μιχάλης. Θα φτάσουμε στην Αθήνα και θα πας στο νοσοκομείο να γεννήσεις
ένα υπέροχο κοριτσάκι.
Το αεροπλάνο
τραντάκτηκε ολόκληρο.
-Έχουμε αντίθετο άνεμο,
φώναξε ο Μάρκος, θα κουνηθούμε αρκετά
-Δεν μπορούμε να τον αποφύγουμε
τον καιρό; Να πάμε πάνω ή κάτω;
-Είναι μεγάλο μέτωπο.
Το αεροπλάνο
σκοτείνιασε καθώς βυθιζόταν σε ένα πυκνό σύννεφο. Τραντάκτηκε περισσότερο και
ξανά. Η Αγγέλα ούρλιαξε φοβισμένη και η κραυγή της μετατράπηκε σε βογγητό. Ο
Μιχάλης την κοίταξε ανήσυχος. Φαινόταν να χειροτερεύει.
Συσπάστηκε από τον πόνο
και έσφιξε το χέρι του που ακόμα κρατούσε. Ανάσανε με κόπο. Ακούμπησε με το
άλλο χέρι την κοιλιά της. Το μωρό σκιρτούσε. Κάθε σκίρτημα έφερνε νέο πόνο στην
Αγγέλα.
Το αεροπλάνο
τρανταζόταν σαν αυτοκίνητο σε επαρχιακό δρόμο όπου η άσφαλτος ήταν πολυτέλεια.
Υπό άλλες συνθήκες ο Μιχάλης δεν θα είχε πρόβλημα, κάθε άλλο, θα το έβρισκε ως
και διασκεδαστικό. Τώρα όμως έβλεπε πως τα απότομα τραντάγματα συντελούσαν στο
να αυξάνει το μαρτύριο της Αγγέλας. Η κοπέλα ήταν χλωμή από την αρχή αλλά τώρα
φαινόταν περισσότερο. Είχε κλείσει τα μάτια της αλλά δεν κοιμόταν, προσπαθούσε
μάταια να χαλαρώσει όμως ο πόνος δεν την άφηνε. Τώρα ήταν πλέον μόνιμος εκεί
χαμηλά στην κοιλιά και εντεινόταν σε ξαφνικές εξάρσεις που την έκαναν να
βογκάει.
Συνέχιζε να κρατάει το
χέρι του Μιχάλη, το έσφιγγε κάθε φορά που οι απότομες κινήσεις του αεροσκάφους
την τρόμαζαν και αν ο πόνος της έκοβε την αναπνοή πλημυρίζοντάς την σαν ένα
εφιαλτικό πυρωμένο ποτάμι. Εκείνος δεν το είχε τραβήξει χαμένος στις σκέψεις
του και αγνοώντας τον πόνο που προκαλούσε στον ίδιο το να είναι γονατισμένος
δίπλα της.
-Ποια ήταν;
-Τι; Ο Μιχάλης
αιφνιδιάσθηκε ολοκληρωτικά.
-Εκείνη που έχασες, η
Αγγέλα άνοιξε τα μάτια της και τον κοίταξε. Έχασες κάποια, δεν είναι έτσι;
-Ναι, είπε ο Μιχάλης
νιώθοντας άβολα με τη συζήτηση που είχαν ξεκινήσει.
-Από τι; Επιπλοκές;
Για μια στιγμή δεν
κατάλαβε τι εννοούσε η Αγγέλα και μετά συνειδητοποίησε τη σημασία των
ερωτήσεων.
-Παρεξήγησες, είπε.
Έχασα κάποια αλλά όχι με αυτόν τον τρόπο.
-Νόμιζα ότι..... Επειδή
με κοίταξες με έναν τρόπο όταν άγγιξες την κοιλιά μου.
-Θυμήθηκα την Ντήντρα,
μετά από εκείνη κανένας δεν χρειάστηκε τη βοήθειά μου. Τώρα δεν έχει σημασία.
-Γιατί όχι;
Ο Μιχάλης δεν πρόλαβε
να απαντήσει, το αεροπλάνο έκανε μια βουτιά μπροστά και εκείνος τινάκτηκε στο
τοίχωμα της ατράκτου. Η Αγγέλα ούρλιαξε και αυτή την φορά δεν ήταν από τον
πόνο.
Έπεσε στην πλάτη του
καθίσματός του, αυτού στο οποίο θα έπρεπε να είναι καθισμένος, και μια κραυγή
ξέφυγε από τα χείλη του. Σηκώθηκε γρήγορα όρθιος ωστόσο και στράφηκε στον Μάρκο
για να αστειευτεί:
-Νύχτα το πήρες το
δίπλωμα.
-Όποιος νύχτα
περπατεί.... είπε χαμογελώντας ο πιλότος.
-Πως τα βλέπεις τα
πράγματα; ρώτησε ο Μιχάλης, σκύβοντας πάνω από τον ώμο του φίλου του που παρ'
ότι είχε ενεργοποιήσει τον αυτόματο δεν έπαυε να έχει τα χέρια του στο πηδάλιο.
-Θα κουνηθούμε κι'
άλλο. Ο καιρός χειροτερεύει και είμαστε πάνω στο μέτωπο που προκαλεί την
κακοκαιρία.
-Εντάξει, κάνε το
καλύτερο, είπε ο Μιχάλης και πήγε κοντά στην Αγγέλα και πάλι. Γονάτισε και πάλι
δίπλα της και ρώτησε:
-Πως είσαι;
-Πονάω, πλησιάζει η
ώρα. Με τρόμαξες ξέρεις.
-Μπα... Δεν παθαίνω
τίποτα, μη φοβάσαι.
Η Αγγέλα χαμογέλασε
αχνά, μετά είπε:
-Ποια είναι η Ντήντρα;
-Ήταν η κοπέλα μου,
έχουμε χωρίσει.
-Ήταν έγκυος;
-Όχι.
-Ρωτώ – και συγνώμη για
την αδιακρισία μου – επειδή στην θύμισε η κατάστασή μου.
-Σχεδιάζαμε να κάνουμε
οικογένεια. Αλλά δεν έχει σημασία πια.
-Το είπες και πριν
αυτό. Γιατί;
Δεν πρόλαβε να της
απαντήσει. Ο θόρυβος της μηχανής έπαψε απότομα, τα φώτα μέσα στο αεροπλάνο
έσβησαν και το μόνο που έμεινε ήταν το μανιασμένο ουρλιακτό του αέρα.
Ο Μιχάλης στράφηκε στο
Μάρκο. Ο πιλότος γύρισε γρήγορα τους διακόπτες στον αυτόματο πιλότο που
ρύθμιζαν την κάθοδο. Ο αυτόματος τώρα
ρύθμιζε την κάθοδο και ο Μάρκος έστρεψε την προσοχή του στην επανέναρξη της
μηχανής.
Τα αεροπλάνα ακόμα και
χωρίς τις μηχανές κάνουν μια ομαλή σχεδόν κάθοδο σαν ανεμόπτερα, με αυτόν τον
καιρό όμως ένα τόσο μικρό αεροπλάνο δεν ήταν σε θέση να πραγματοποιήσει τέτοια
κάθοδο. Η μύτη του γύρισε προς τα κάτω και η πτώση φάνηκε να επιταχύνεται. Η
Αγγέλα ακούμπησε το χέρι της στην κοιλιά της, η μόνη της σκέψη ήταν για το μωρό
της. Ο Μιχάλης κοίταξε γύρω αλλά δεν είδε αυτό που ήθελε.
-Σωσίβια δεν υπάρχουν
σ' αυτό το αεροπλάνο;
-Κάτω από τις πίσω
θέσεις, είπε ο Μάρκος μηχανικά χωρίς να γυρίσει.
Ο Μιχάλης βρήκε το
σωστικό πακέτο και το τράβηξε έξω.
-Θα προσθαλασσωθούμε;
ψέλλισε η κοπέλα.
-Ναι, είπε ο Μιχάλης,
και θα χρειαστείτε σωσίβια.
-Εσύ;
-Όπως είναι το πόδι μου
δεν μπορώ να κολυμπήσω.
-Δεν μπορείς να μείνεις
απλά να πνιγείς, είπε έντρομη η κοπέλα.
Το βουητό της μηχανής
την καθησύχασε καθώς ερχόταν να βεβαιώσει ότι δεν θα τσακίζονταν.
Ο Μιχάλης σηκώθηκε και πήγε κοντά στον φίλο
του.
-Είσαι γεννημένος γι'
αυτό τελικά.
Η Αγγέλα άφησε μια
κραυγή πόνου και ο Μιχάλης επέστρεψε κοντά της.
-Άρχισαν οι συσπάσεις,
είπε εκείνη πνιχτά.
Ο Μιχάλης ήξερε τώρα τι
έπρεπε να γίνει. Άνοιξε το χαρτοφύλακά του και από' μέσα έβγαλε μια θήκη που
άνοιξε χωρίς χρονοτριβή αποκαλύπτοντας μια σύριγγα γεμάτη από ένα λευκοκίτρινο
υγρό.
-Είσαι αλλεργική σε
κάποιο φάρμακο; ρώτησε την Αγγέλα.
-Όχι, είπε εκείνη.
-Θα σου κάνω μια
παυσίπονη ένεση, δεν θα πονάς και ελπίζω ότι θα καθυστερήσει και τη διαδικασία.
-Εντάξει.
Ο Μιχάλης έπιασε το
φόρεμά της και την κοίταξε.
-Συγνώμη για αυτό.
Σήκωσε το φόρεμα
αποκαλύπτοντας τα καλλίγραμμα πόδια της ως τους γοφούς. Εκεί με προσοχή της
έκανε την ένεση. Ύστερα κατέβασε στη θέση του το φόρεμά της.
-Κάθε άλλος θα
εκμεταλλευόταν την ευκαιρία να μου βάλει χέρι, είπε η Αγγέλα, αλλά εσύ
προσπάθησες να μην με ακουμπήσεις ει δυνατόν. Είσαι πολύ εντάξει. Η κοπέλα αυτή
ήταν πολύ τυχερή.
-Ναι ήταν, είπε ο
Μιχάλης, αλλά όχι πια.
-Τι εννοείς; Πέθανε;
-Όχι, απλά δεν είμαστε
πια μαζί.
-Γιατί; ρώτησε
αυθόρμητα η Αγγέλα για να προσθέσει κοκκινίζοντας. Συγνώμη, δεν είχα κανένα
δικαίωμα να ρωτήσω κάτι τέτοιο.
-Δεν πειράζει, είπε ο
Μιχάλης, αλλά δεν είναι η κατάλληλη συζήτηση για αυτήν την ώρα. Χρειάζεσαι
ξεκούραση.
-Είμαι καλύτερα, είπε η
Αγγέλα. Δεν πονάω τόσο πολύ.
-Δεν θες να το
ακούσεις, πίστεψέ με.
Η Αγγέλα τον κοίταξε
στα μάτια και για λίγο δεν είπε τίποτα. Αμήχανος από το ευθύ και επίμονο βλέμμα
της ο Μιχάλης έμεινε σιωπηλός.
-Λίγοι άνθρωποι θα
έκαναν αυτό που έκανες, αν θα το έκανε κανένας. Ξέρω λοιπόν τι άνθρωπος είσαι,
αποκλείεται να έκανες κάτι κακό. Ακόμα και αν το έκανες είμαι σίγουρη πως
υπήρχε σοβαρός λόγος.
-Η οικογένειά της δεν
θα συμφωνούσε με τη δήλωση αυτή.
-Τι έγινε;
-Ας πούμε ότι δεν με
θεωρούν κατάλληλο για την κόρη τους.
-Και εκείνη το δέκτηκε αυτό; ρώτησε η Αγγέλα.
Πρέπει να παλεύεις όταν αγαπάς. Με το Δημήτρη είχαμε να περάσουμε πολλές
δυσκολίες αλλά δεν το βάλαμε κάτω.
Ο Μιχάλης χαμογέλασε.
-Υποθέτω ότι είναι ο
σύζυγός σου.
-Ναι βέβαια, είπε η
Αγγέλα γελώντας, βλέπεις τι κάνει η συνήθεια; Εσύ δεν μας ξέρεις οικογενειακώς.
Ο Δημήτρης είναι ο σύζυγός μου, αύριο θα ξεμπαρκάρει.
Του εξήγησε πως είχαν
τα πράγματα.
-Θέλεις να του
μιλήσεις;
-Με τον ασύρματο;
-Όχι, δεν έχει τέτοια
εμβέλεια, με msn αν έχει υπολογιστή.
-Έχει.
Ο Μιχάλης έφερε τον
υπολογιστή του και βοήθησε την Αγγέλα να έρθει σε επαφή με τον καλό της. Την
άφησε να επικοινωνεί μαζί του και πήγε να καθίσει στη θέση του δίπλα στον
Μάρκο.
-Ξέροντας πόσο
προσέχεις τον υπολογιστή εξ' αιτίας των δεδομένων που περιέχει, είπε ο πιλότος,
πρέπει να τη συμπάθησες για να της κάνεις τέτοια εξυπηρέτηση.
-Είναι καλή κοπέλα.
-Κρίμα που είναι
παντρεμένη, τον πείραξε ο Μάρκος που αμέσως μετά είπε, αυτό δεν μου αρέσει.
Μπροστά τους ο ουρανός
μαύριζε με ταχύτητα χολυγουντιανού εφέ.
-Καταιγίδα, είπε ο
Μιχάλης.
-Χαλάζι, είπε βλοσυρός
ο Μάρκος.
-Μπορούμε να το αποφύγουμε;
Το μικρό αεροσκάφος
φαινόταν τελείως ασήμαντο μπροστά στα νέφη της καταιγίδας, έτοιμο να γίνει
έρμαιό τους, θύμα της μανίας τους.
-Ν 101, αντιμετωπίζουμε
επιδείνωση του καιρού, παρακαλούμε συμβουλεύσατε.
-Κατεβείτε στα 2000
πόδια Ν 101. Δεν θα αποφύγετε τον καιρό αλλά αναμένεται ηπιότερος χαμηλότερα.
-Ελήφθη, ευχαριστούμε.
Ο Μάρκος ρύθμισε τον
αυτόματο για την κάθοδο. Ο Μιχάλης στράφηκε στην Αγγέλα.
-Είσαι εντάξει;
-Το παυσίπονο που μου
έδωσες κάνει δουλειά. Υποθέτω το χρειάζεσαι για το πόδι σου.
-Ναι, είπε ο Μιχάλης
και στράφηκε μπροστά.
Το αεροπλάνο ήταν τώρα
μέσα στην καταιγίδα. Άρχισε να τραντάζεται από τους δυνατούς ανέμους ενώ η
βροχή μαστίγωνε τον ανεμοθώρακα και τα τοιχώματα της ατράκτου με έναν ήχο σαν
να τα χτυπούσαν χιλιάδες δάκτυλα. Ήταν σαν να ήταν τυλιγμένοι σε ένα πέπλο
βροχής που μείωνε την ορατότητα σε μερικές δεκάδες μέτρα. Ο Μάρκος άναψε τα
φώτα προσγείωσης παρότι απείχαν ακόμα από το αεροδρόμιο θέλοντας να κάνει το
Σέσνα ορατό από τη μεγαλύτερη δυνατή απόσταση.
Η βροχή μετατράπηκε
απότομα σε χαλάζι που κροτάλιζε πάνω στην άτρακτο του αεροπλάνου με έναν ξερό
ήχο ικανό να τρομάξει και τον πιο άφοβο άνθρωπο. Αλλά ο Μάρκος δεν έδειξε να
προσέχει την αλλαγή με την προσοχή του όλη στραμμένη στη διακυβέρνηση του
αεροσκάφους και ο Μιχάλης δίπλα του παρακολουθούσε έξω τον καιρό σαν να ήταν
καθισμένος στο γραφείο του στο σπίτι του και να παρακολουθούσε και όχι από τη
θέση του συμπιλότου ενός μικρού
αεροπλάνου που βρισκόταν σε κίνδυνο.
-Σ' αγαπώ, άκουσε την
Αγγέλα να ψιθυρίζει.
Γύρισε και κοίταξε, η
κοπέλα είχε μόλις ολοκληρώσει την διαδικτυακή επικοινωνία με το σύζυγό της.
Σηκώθηκε να πάει πίσω να πάρει τον υπολογιστή. Η κοπέλα έδειχνε κουρασμένη
σωματικά αλλά και ψυχολογικά, αναμενόμενο καθώς είχε περάσει πολλά σήμερα μαζί
με μεγάλη αγωνία.
Πλησίασε και πήρε τον
υπολογιστή από τα χέρια της.
-Φοβάσαι; τον ρώτησε.
-Όταν έχεις δει τους
εφιάλτες σου να ζωντανεύουν δεν μένει τίποτα να φοβηθείς, απάντησε ο Μιχάλης.
Έκανε να επιστρέψει στη
θέση του συμπιλότου αλλά το αεροπλάνο έγειρε στο πλάι και εκείνος έπεσε στο
τοίχωμα της ατράκτου. Μια κραυγή πόνου ξέφυγε από τα χείλη του.
-Μιχάλη!
Ο Μάρκος στράφηκε να
δει το φίλο του χωρίς όμως να τολμάει να αφήσει το πηδάλιο. Η Αγγέλα με κόπο
σηκώθηκε από το κάθισμά της και πλησίασε τον πεσμένο άνδρα. Ο Μιχάλης είχε
γλιστρήσει στο δάπεδο του αεροπλάνου με την πλάτη του στο τοίχωμα και με το
κεφάλι να γέρνει στο στήθος. Η Αγγέλα άπλωσε το χέρι της να τον αγγίξει ανήσυχη
αλλά εκείνη τη στιγμή ένα ρίγος διέτρεξε τον Μιχάλη και σήκωσε το κεφάλι του
και την κοίταξε. Εκείνη δεν μπόρεσε να συγκρατήσει μια κραυγή βλέποντας αίμα να
κυλάει από τον κρόταφό του.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου