-Την αγαπάς;
Ο Φένορ στεκόταν κοντά στο παράθυρο ατενίζοντας το δάσος του Καρενός. Ο Νέφλιν ήταν καθισμένος στην πολυθρόνα στο γραφείο του.
-Πιο πολύ και από τη ζωή μου. Θα πέθαινα ευχαρίστως για να ζήσει εκείνη αλλά η κατάρα δεν θα μου κάνει τη χάρη.
-Όχι, είπε ο Φενόρ και μια λάμψη πέρασε από τα μάτια του καθώς σκεφτόταν τι ακριβώς έπρεπε να γίνει, αλλά έχω μα ιδέα που μπορεί να βοηθήσει. Θα στείλω αμέσως ένα γεράκι με μήνυμα.
Άφησε το παράθυρο και στράφηκε στο εσωτερικό του δωματίου κοίταξε το μισητό σύμπλεγμα που υπενθύμιζε στον Νέφλιν την απειλή που κρεμόταν πάνω από το κεφάλι του.
-Όσο γι' αυτό, είπε και ξεθηκάρωσε τη σπάθα που κρεμόταν στο πλευρό του, δεν χρειάζεται να το υφίστασαι.
Κατέβασε με ορμή τη σπάθα του πάνω στο σύμπλεγα διαλύοντάς το. Προς μεγάλη έκπληξη του Νέφλιν παρέμεινε κομματιασμένο και δεν επανέκαμψε στο γραφείο.
-Πως.....
-Ευλογημένη λεπίδα, λύνει τέτοια ξόρκια.
-Και την κατάρα;
-Γι' αυτήν χρειάζεται κάτι πιο ισχυρό.
Ο Νέφλιν τράβηξε τα χαλινάρια του μεγαλόσωμου μαύρου αλόγου που ίππευε. Γύρω του σταμάτησαν οι υπόλοιποι πολεμιστές που είχαν απαντήσει στην κλήση του για βοήθεια εναντίον του Ζαγκάρθους.
Μετά την άφιξη του Φένορ στον πύργο η Έλανεθ είχε πέσει σε ένα βαθύ λήθαργο που φαινόταν να βαθαίνει με το πέρασμα του χρόνου. Άρχιζε να υποκύπτει στην κατάρα. Έπρεπε να βρουν τον μάγο και να τον αναγκάσουν να λύσει την κατάρα άμεσα. Στο χρόνο που διέθεταν ο Φένορ κάλεσε όσους Ιππότες βρίσκονταν κοντά και προλάβαιναν να βοηθήσουν όπως και ο Νέφλιν είχε μαζέψει όσους πολεμιστές μπορούσε. Με τη μικρή τους δύναμη εκστράτευσαν εναντίον του Κουλ' Σα, του πύργου του μάγου. Εκείνος είχε βγει να τους αντιμετωπίσει.
Στην πεδιάδα μπροστά τους ήταν παρατεταγμένος ο στρατός των γκόμπλιν του μάγου. Ταγμένοι σε σειρές χτυπούσαν τα κοντά πριονωτά σπαθιά τους στις ασπίδες τους και προκαλούσαν τους έφιππους αντιπάλους τους που στέκονταν στην κορυφή του λόφου.
-Είναι πολλοί, κατά πολύ περισσότεροι από' μας, είπε ο Νέφλιν κοιτώντας τον εχθρικό στρατό και αναζητώντας το μάγο.
-Ναι αλλά τους έφερε εκεί που θέλαμε, είπε ο Φένορ, θα νικήσουμε αν όλα πάνε κατά το σχέδιο.
-Το ελπίζω.
-Ό,τι και αν κάνουμε εμείς δικό σου μέλημα είναι να βρεις το μάγο και μόνο, είπε ο Φένορ και μετά ύψωσε το γαντοφορεμένο χέρι του.
Το κατέβασε και οι πολεμιστές ξεχύθηκαν σε μια γρήγρη κάθοδο προς τους αντιπάλους τους που ετοιμάστηκαν για σύγκρουση σφίγγοντας τα σπαθιά και τις ασπίδες τους με το κοράκι εν πτήση, το έμβλημα του Ζαγκάρθους. Στη μέση της κατάβασης οι τελευταίοι από τους Ιππότες στάθηκαν και ύψωσαν τα τόξα τους. Έριξαν ένα σύννεφο από βέλη που έπεσε στις πρώτες γραμμές των γκόμπλιν προκαλώντας χάος ακριβώς πριν καταφθάσουν οι επερχόμενοι επιτιθέμενοι. Δεν πρόλαβαν να ανασυνταχθούν και να κλείσουν τα κενά.
Η μάχη ξέσπασε έντονη γύρω του αλλά ο Νέφλιν δεν έδινε σημασία, εκείνος είχε ξεπεζέψει και έψαχνε το μάγο. Δεν έδινε σημασία στη σκληρή μάχη γύρω του, στα σώματα που έπεφταν, στις κραυγές πόνου, ανθρώπων και μη, στους επιθανάτιους ρόγχους. Μαχόταν με κάποιον μόνο αν του επιτιθόταν και τον εμπόδιζε να προχωρήσει. Ακόμα και έτσι είχε σκοτώσει πολλούς όταν βρέθηκε αντιμέτωπος με τον Ζαγκάρθους. Ήταν ψηλός, ντυμένος με έναν μαύρο χιτώνα που κοσμούσαν μυστικιστικά σύμβολα κεντημένα με ασημένια ή κόκκινα νήματα. Γέλασε μοχθηρα καθώς ο Νέφλιν επιτεθόταν με ορμή εναντίον του.
Μια πορφυρή ριπή ενέργειας τινάχθηκε από το κρυστάλλινο ραβδί που κρατούσε ο μάγος. Χτύπησε τη σπάθα του Νέφλιν και την τίναξε από τα χέρια του. Ο αντίπαλός του γέλασε και προχώρησε μπροστά.
-Και τώρα θα πεθάνεις!
-Σκότωσέ με, είπε ο Νέφλιν ήσυχα σαν να διαφωνούσαν σε ένα θέμα πρωτοκόλου και όχι για τη ζωή του, αλλά λυπήσου την Έλανεθ.
-Θα αντάλλασες τη ζωή της με την ψυχή σου;
-Ναι, απάντησε χωρίς δισταγμό ο Νέφλιν.
Ο Ζαγκάρθους γέλασε εκστασιασμένος.
-Η ψυχή ενός άρχοντα στην υπηρεσία μου, ψιθύρισε και μετά είπε δυνατά. Ωραία δέχομαι. Πέθανε!
Ύψωσε το ραβδί και ο Νέφλιν έφερε στο μυαλό του το πρόσωπο της Έλανεθ, ήθελε να είναι η τελευταία του ανάμνηση από την ζωή αυτή. Ο μάγος κατέβασε το ραβδί αλλά δεν έφτασε ποτέ στο στόχο του, το κεφάλι του Νέφλιν. Συνετρίβη πάνω στη λάμα του όπλου του Φένορ.
-Εσύ! είπε έντρομος.
-Όπως έλεγε η προφητεία, όταν το κοράκι ανταμώσει το όπλο που δεν σφυρηλατήθηκε από άνδρα, θα πεθάνεις, είπε ο Ιππότης και με μια ρευστή κίνηση χτύπησε. Το κεφάλι του μάγου κύλισε στο χώμα.
-Ευχαριστώ, είπε ο Νέφλιν. Έφτασες πάνω στην ώρα.
-Από καιρό ήθελε ο Ζαγκάρθους να αιχμαλωτίσει μια ψυχή, ειδικά μια που θα παραδινόταν οικειοθελώς και θα τον έκανε πανίσχυρο, και αυτό τον έκανε τυφλό σε άλλες παραμέτρους. Εμπρός, γύρισε κοντά στην όμορφη Έλανεθ. Θα έχει ήδη συνέλθει.
-Θα σε καλέσουμε στο γάμο.
-Θα το περιμένω, είπε ο Φένορ με ένα χαμόγελο και στράφηκε να ανασυγκροτήσει τους άνδρες του που καταδίωκαν τους τελευταίους μαχητές του εχθρού. Είχε και έναν πύργο να καταστρέψει.
ΤΕΛΟΣ