Το Ιστολόγιο του μήνα - Νοέμβριος 2011

Author: Νυχτερινή Πένα /


Συνήθως τείνω να πιστεύω ότι οι ρομαντικές απόψεις που έχω για τον κόσμο είναι εξαιρετικά σπάνιες ή και τελείως αδύνατον να βρεθούν όμοιες. Ευτυχώς με διαψεύδουν συχνά πολλά ιστολόγια που διαβάζω είτε με κάποιο κείμενο είτε με το όλο περιεχόμενο και στυλ τους. Ένα τέτοιο είναι και το ιστολόγιο που θα δούμε σήμερα.
Έχει για τίτλο μια ολόκληρη φράση κάτι που το κάνει να έχει έναν από τους μεγαλύτερους τίτλους που έχω δει. Η αγάπη και ο Θάνατος εξισώνουν όλες τις τάξεις. Ξεκίνησε πριν από ένα χρόνο και οκτώ σχεδόν μήνες με ένα ρομαντικό κείμενο που μιλούσε για ένα όμορφο πρόσωπο.
Από τότε συνέχισε με πολλά κείμενα και ποιήματα γραμμένα με αίσθημα και τρυφερότητα εκφράζοντας ένα ρομαντικό πνεύμα και ένα λυρισμό που μου αρέσει. Επίσης έχει εκφράσει σε αρκετά σημεία την ανάγκη της για να γράφει οπότε όσοι γράφετε θα την καταλάβετε ακόμα περισσότερο.
Αλλά αρκετά με τα λόγια, ας αφήσουμε τα κείμενα να μιλήσουν εδώ: http://equationallove.blogspot.com/

Ο Αστεροειδής 2

Author: Νυχτερινή Πένα /



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Χιούστον
19 Ιουνίου 2017
Ώρα 05:39
Ο Τζέημς Κάλθορπ ήταν ένας απ’ τους κορυφαίους επιστήμονες στη ΝΑSΑ παρ’ ότι είχε αφήσει από χρόνια το καθαρά επιστημονικό και ερευνητικό τμήμα της για να γίνει υπεύθυνος αποστολών. Το τμήμα αυτό ήταν υπεύθυνο για τις επανδρωμένες ή μη διαστημικές αποστολές της NASA. Ως επικεφαλής του ο Τζέημς είχε τον έλεγχο και την ευθύνη των αποστολών της. Παρά το βάρος που είχε στους ώμους του ο Τζέημς δεν θα άλλαζε το πόστο του με κανένα μιας και ήταν από τα πλέον σημαντικά. Και θεωρείτο από τους καλύτερους που είχαν περάσει από αυτή τη θέση. Ήταν αποφασιστικός άνθρωπος και ενεργητικός. Εξαιρετικής μόρφωσης και ευφυίας είχε ένα σπάνιο προσόν μα απαραίτητο για την θέση που κατείχε. Ήταν επινοητικός. Αυτό ήταν απαραίτητο γιατί παρά τους υπερεξελιγμένους υπολογιστές με τις γνώσεις και τις μεθόδους που είχαν αποθηκευμένες στους σκληρούς δίσκους τους, παρουσιάζονταν δυσκολίες που μόνο η επινοητικότητά και η ανθρώπινη ευστροφία μπορούσαν να ξεπεράσουν, πολλές φορές αυτοσχεδιάζοντας πέρα απ’ τις προδιαμορφωμένες απαντήσεις των υπολογιστών.
Ο Τζέημς Κάλθορπ ήταν ένας άντρας ψηλός με ξανθά μαλλιά κοντοκομμένα σαν στρατιωτικού και καστανά μάτια. Είχε αδρά χαρακτηριστικά που ταίριαζαν καλύτερα σε τυχοδιώκτη παρά σε επιστήμονα. Ήταν άνθρωπος της δράσης και αυτό είχε παίξει το ρόλο του στην απόφασή του να αφήσει το τμήμα επιστημών για το τμήμα αποστολών.
Ο Τζέημς πέρα από άψογος επαγγελματίας ήταν και άριστος οικογενειάρχης. Ήταν παντρεμένος τα δεκαπέντε τελευταία χρόνια, από τα 28 του, και είχε τέσσερα παιδιά που τα λάτρευε. Η σύντροφός του ήταν σε ένα τελείως διαφορετικό επάγγελμα. Ήταν καθηγήτρια. Ο Τζέημς Κάλθορπ είχε κάθε λόγο να είναι ευτυχισμένος, είχε μια δουλειά που τον γέμιζε και τον ικανοποιούσε και μια αγαπημένη οικογένεια. Είχε κάθε λόγο να είναι ευτυχισμένος όντως, όχι απλά ευτυχισμένος μα πανευτυχής.
Αυτό ως το προηγούμενο βράδυ.
Τώρα ήξερε πως ο ίδιος, η οικογένεια του και ολόκληρη η ανθρωπότητα είχαν μόνο μερικές μέρες ζώης ακόμα.
Ο Νεντ είχε έρθει στο Χιούστον πριν από δύο ώρες και στο διάστημα που είχε μεσολαβήσει ως τώρα είχαν επιβεβαιωθεί όλοι οι υπολογισμοί του.
Η ώρα της σύγκρουσης είχε υπολογιστεί. Ο αστεροειδής θα χτυπούσε τη γη στις 4 Ιουλίου στις 16:02. Αυτή ήταν η ώρα μηδέν για τον πλανήτη γη. Θα ήταν μια ολική καταστροφή που όμοια της δεν είχε ξαναδεί ο κόσμος.
Ο Τζέημς Κάλθορπ είχε αποσυρθεί στο γραφείο του για να σκεφθεί. Τι επιλογές είχαν; Τι μπορούσαν να κάνουν για να αποτρέψουν την καταστροφή; Μπορούσαν με κάποιο τρόπο να καταστρέψουν τον αστεροειδή; Και αν η καταστροφή δεν ήταν δυνατή μπορούσαν να του αλλάξουν πορεία για να μη συγκρουστεί με τη γη;
Έγειρε πίσω.
Το γραφείο ήταν σχετικά μεγάλο. Περιελάμβανε δυο βιβλιοθήκες, το μαονένιο γραφείο του με τη δερμάτινη πολυθρόνα στην οποία καθόταν τώρα, δύο πολυθρόνες απέναντί του και ένα καναπέ. Ήταν λιτά επιπλωμένο μα απολύτως εφοδιασμένο για τη δουλειά του. Το γραφείο βρισκόταν απέναντι απ’ την πόρτα. Στα δεξιά του, αριστερά όπως έμπαινε κάποιος, ήταν οι δύο βιβλιοθήκες κατάφορτες με βιβλία που χρειαζόταν ο Τζέημς ή που ενδεχομένως να χρειαζόταν, επιστημονικά βιβλία και τεχνικά εγχειρίδια ήταν έτοιμα προς χρήση. Αν έπρεπε να αναζητήσει κάποιο σε μια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης δεν θα χανόταν πολύτιμος χρόνος. Ο Τζέημς είχε πίσω του το μεγάλο παράθυρο που πρόσφερε φυσικό φωτισμό στο δωμάτιο αλλά επέτρεπε και στον ιδιοκτήτη του να απολαμβάνει στιγμές χαλάρωσης, στη θαλερή χλόη του περιποιημένου κήπου έξω, κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Πάνω στο γραφείο του ο Τζέημς είχε έναν υπολογιστή υπερσύγχρονης τεχνολογίας συνδεδεμένο όχι μόνο με το ίντερνετ και τους κόμβους που του προσκόμιζαν επιστημονικά δεδομένα από επιστήμονες και ιδρύματα ανά τον κόσμο αλλά και με τους υπολογιστές του κέντρου αποστολών. Ο υπολογιστής ήταν τοποθετημένος στ’ αριστερά του γραφείου για να του επιτρέπει να έχει χώρο εργασίας πάνω στο γραφείο μα και να μπορεί να μιλήσει, με τυχόν επισκέπτες που θα κάθονταν στις δύο πολυθρόνες απέναντί του με το γυάλινο τραπεζάκι ανάμεσά τους, απρόσκοπτα.
Στην απέναντι πλευρά από τις βιβλιοθήκες υπήρχε ένας καναπές. Προοριζόταν για επιπλέον επισκέπτες μα και για να αναπαύεται ο ίδιος. Όταν υπήρχαν αποστολές σ’ εξέλιξη και δεν έφευγε από το κέντρο καθόλου, ο Τζέημς αναπαυόταν σ’ αυτόν το καναπέ πολλές φορές.
Γύρισε την πολυθρόνα του προς το παράθυρο. Για μια στιγμή το μόνο που ακουγόταν ήταν ο μικρός ήχος της περιστρεφόμενης πολυθρόνας. Ύστερα απλώθηκε και πάλι η σιωπή.
Ο Τζέημς κοίταξε τον έναστρο ουρανό. Κάπου εκεί έξω βρισκόταν μια απειλή που η ανθρωπότητα αντιμετώπιζε για πρώτη φορά. Πώς μπορούσαν να σταματήσουν αυτόν τον όλεθρο;
Ο Τζέημς αναρωτήθηκε αν υπήρχε τόπος που κάποιος θα ήταν ασφαλής απ΄την καταστροφή ή αν θα μπορούσε με κάποιον τρόπο να εξασφαλιστεί ένα τέτοιο καταφύγιο.
Αλλά ποιο θα ήταν το νόημα ακόμα και αν κάτι τέτοιο ήταν εφικτό; Να σωθούν πενήντα, εκατό ή πεντακόσιοι άνθρωποι και να χαθούν έξι δισεκατομμύρια; Η ανθρωπότητα δεν θα μπορούσε να ξαναγεννηθεί με αυτόν τον τρόπο.
Σηκώθηκε από τη θέση του. Το παράθυρό του δεν είχε ανατολικό προσανατολισμό και έτσι δεν έβλεπε το πρώτο φως της ημέρας να βάφει γκρίζο τον ουρανό. Ήξερε όμως πως πλησίαζε η ώρα για το συμβούλιο που είχε συγκαλέσει σε μια προσπάθεια να βρεθεί μια λύση για το τρομακτικό πρόβλημα, το τρομακτικότερο που είχε κληθεί να αντιμετωπίσει ποτέ η NASA. Ήξερε πολύ καλά πως θα ήταν αδύνατο να βρεθεί η λύση σ’ ένα συμβούλιο αλλά ήθελε τουλάχιστον να γίνει μια αρχή. Να προσδιορίσουν κάποιες πιθανές λύσεις.
Για να μπορεί να αναφερθεί σε κάποιες λύσεις είχε προς το παρόν αναβάλλει κάτι που έπρεπε, ήδη έπρεπε, να το είχε κάνει. Να ενημερώσει την πρόεδρο.
Δεν ήταν τόσο απίθανο να προταθούν κάποιες λύσεις. Το πρόβλημα αυτό δεν είχε διαφύγει της προσοχής της NASA αν και δεν είχε δοθεί η απαραίτητη προσοχή ούτε οι ανάλογοι πόροι. Είχε μελετηθεί στο πλαίσιο των ερευνών των σεναρίων ΟΕΖ. Ήταν ένας απ΄τους παράγοντες αυτών των σεναρίων. Ο Τζέημς ήλπιζε να βρισκόταν η λύση. Ειδ’ άλλως ο πλάνητης γη είχε μέλλον δύο εβδομάδων.

Ο Αστεροειδής 1

Author: Νυχτερινή Πένα /


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1


Αστεροσκοπείο Πάλομαρ
18 Ιουνίου 2017
Ώρα 22:31
Η πίτσα πεπερόνι ήταν η αγαπημένη του και πάντα όταν έτρωγε πίτσα παρήγγειλε πεπερόνι. Ακούμπησε το κούτι με το φαντακτερό λογότυπο στο τραπεζάκι δίπλα του και κοίταξε την οθόνη μπροστά του. Χαμογέλασε με το πανόραμα του διαμαντοκέντητου βελούδου που πρόσφερε ο ουρανός αυτό το βράδυ.
Άνοιξε το κουτί και πήρε μια βαθιά ανάσα. Η πλούσια πικάντικη μυρωδιά της πίτσας τον τύλιξε. Πήρε ένα κομμάτι και ξαναγύρισε στον υπολογιστή.
Ήταν αστρονόμος και αστροφυσικός, ένας από τους καλύτερους παγκοσμίως, και εργαζόταν σε ένα νέο πρόγραμμα παρατήρησης του θαυμαστού κόσμου εκεί έξω. Ο τρόπος που το έκανε διέφερε από αυτόν των πρωτοπόρων της επιστήμης του, του Γαλιλαίου και του Κοπέρνικου. Τώρα οι αστρονόμοι ανά τον κόσμο δεν κινδύνευαν από αγκύλωση γερμένοι πάνω από τα τηλεσκόπια. Κάθονταν άνετα σε πολυθρόνες και η εικόνα ερχόταν μπροστά τους στην οθόνη του υπολογιστή. Και βέβαια δεν βασίζονταν μόνο στην καλή τους όραση για να κάνουν τη δουλειά τους. Η σύγχρονη τεχνολογία τους πρόσφερε αναρίθμητα βοηθήματα ενσωματωμένα στον υπολογιστή μέσω του οποίου χειρίζονταν τα τηλεσκόπια τώρα πια.
Ο Νεντ Πρέσκοτ δάγκωσε ένα ζουμερό κομμάτι πίτσα και κοίταξε την οθόνη. Ένα φωτάκι άναβε στο κάτω αριστερό τμήμα της οθόνης.
- Μπα; Τι έχουμε εδώ; είπε ο Νεντ.
Έκανε κλικ στο σημείο αυτό. Απ’ την πείρα του ο Νεντ κατάλαβε πως ήταν αστεροειδής. Περίμενε να δει τη νέα εικόνα που σε δευτερόλεπτα θα ερχόταν στην οθόνη. Ήξερε πως με το κλικ το τεράστιο τηλεσκόπιο πάνω από το κεφάλι του στρεφόταν προς το σημείο που είχε υποδείξει.
Η νέα εικόνα είχε στο κέντρο το σημείο που είχε υποδείξει. Ο Νεντ κοίταξε το σώμα που είχε εντοπίσει. Ήταν όντως αστεροειδής.
- Γεια σου μικρούλη, είπε ο αστρονόμος. Καινούριος στη γειτονιά;
Επέλεξε το μενού και ζήτησε «αναγνώριση». Ο υπολογιστής χρειάστηκε κάτι περισσότερο από έξι δευτερόλεπτα για να απαντήσει: «ΑΓΝΩΣΤΟΣ».
- Μάλιστα, είπε ο Νέντ.
Άρχισε να πληκτρολογεί γρήγορα. Ανέθετε στον υπολογιστή τις εργασίες που ήθελε να κάνει. Απόψε θα είχε πολλή δουλειά. Η ανακάλυψη ενός νέου αστεροειδούς θα ήταν πηγή πολλών εργασιών και οι αποψινές μετρήσεις μόνο η αρχή. Ο Νεντ περίμενε τα δεδομένα.
Ο υπολογιστής του εμφάνισε τα δεδομένα των πρώτων μετρήσεων. Δεν ήταν καθόλου μικρός, είχε διάμετρο δεκαέξι χιλιομέτρων και ασύμμετρο σχήμα. Η φασματογραφία έδειξε παρουσία σιδήρου, ιριδίου, συνηθισμένου στοιχείου στους αστεροειδείς, και ανυδρίτη. Ο Νεντ εκπλάγηκε. Ο ανυδρίτης είναι σπάνιο ορυκτό στη γη και ακόμα σπανιότερο έξω από αυτή. Συνέχισε τις μετρήσεις. Ήταν ένας βράχος μακρόστενος, το κύριο μέρος της μάζας του συγκεντρωμένο στο κέντρο. Υπήρχαν, αναλύσεις θα έκαναν πιο σίγουρο το γεγονός, ενδείξεις πως ο αστεροειδής περιείχε θύλακες αερίων σε πολύ μικρό βάθος απ’ την επιφάνεια του. Ο Νεντ συνέχισε τη δουλειά του. Τα φυσικά χαρακτηριστικά του αστεροειδή καταχωρούνταν στον υπολογιστή.
Ο αστρονόμος άρχισε να σκέπτεται το όνομα του αστεροειδούς αφού, σύμφωνα με την εδώ και δύο αιώνες παγιωμένη τακτική, όποιος ανακάλυπτε ένα ουράνιο σώμα είχε και το δικαίωμα να του δώσει όνομα. Άφησε τον εαυτό του να το σκεφτεί. «Αστεροειδής Πρέσκοτ». Δεν του πολυάρεσε, αποφάσισε ο Νεντ καθώς αποτελείωνε την πίτσα του, και σκέφτηκε μια εναλλακτική λύση. Θα τον ονόμαζε Ιουλιέττα, όπως την κόρη του.
-Πόσο μακριά είσαι Ιουλιέττα; είπε ο Νεντ και πληκτρολόγησε μια εντολή στον υπολογιστή. Χρησιμοποιούσε ήδη το όνομα που είχε σκεφθεί για τον αστεροειδή.
«Απόσταση: 149.500.000 χιλιόμετρα».
Όση και η μέση απόσταση της γης από τον ήλιο. Ήταν αρκετά μακριά. Ο Νεντ ζήτησε απ’τον υπολογιστή να προβάλλει την τροχιά του αστεροειδή. Σκεφτόταν πως αυτή ήταν μια απ’ τις στιγμές που κάθε μελετητής του ουράνιου θόλου, απ’ τους ερασιτέχνες ως τους πιο καταξιωμένους επαγγελματίες, ονειρεύεται να ζήσει. Η στιγμή που θα έχει κάνει μια ανακάλυψη.
«Ο αστεροειδής Ιουλιέττα, ανακαλύφθηκε απ’ τον αστρονόμο Νεντ Πρέσκοτ στις 18 Ιουνίου 2017…». Σαν να το έβλεπε ήδη γραμμένο.
Απ’την ονειροπόλησή του τον έβγαλε μια κόκκινη προειδοποίηση που άρχισε να αναβοσβήνει στην οθόνη:
ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ
Ο Νεντ ανακάθησε ενώ ένιωθε την καρδιά του να χτυπάει δυνατά στέλνοντας αίμα στον εγκέφαλό του που αρνιόταν να πιστέψει αυτό που αντίκριζαν τα μάτια του.
Ο υπολογιστής πρόσθεσε ακόμα κάτι:
ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ: 15 ΜΕΡΕΣ, 17 ΩΡΕΣ, 31 ΛΕΠΤΑ
Ο Νεντ έκανε μηχανικά τον υπολογισμό. Γύρω στις τέσσερις το απόγευμα της 4ης Ιουλίου ο αστεροειδής θα χτυπούσε τη γη με ολέθρια αποτελέσματα.
Ο Νεντ άρπαξε το ακουστικό της τηλεφωνικής συσκευής που είχε στο γραφείο του και πίεσε το πλήκτρο 9 που τον συνέδεε με το κέντρο. Ο χειριστής του τηλεφωνικού κέντρου απάντησε αμέσως.
- Κέντρο λέγετε παρακαλώ.
- Νεντ εδώ.
- Τι νέα Νεντ; Κι άλλη πίτσα;
Πίτσα; Η ξενοιασιά του Νεντ είχε εξανεμιστεί. Μαζί της και η διάθεση για χιούμορ.
-Πάρε μου το διαστημικό κέντρο στο Χιούστον. Είναι υπερεπείγον. Ζήτημα ζωής ή θανάτου.
-Ζωής ή θανάτου; απόρησε ο χειριστής του τηλεφωνικού κέντρου, για ποιον;
-Για όλους μας είπε ο Νεντ.
Άρχισε να μαζεύει τα απαραίτητα στοιχεία. Μόλις τον συνέδεσαν με το Χιούστον είπε:
- Τον Τζέημς Κάλθορπ.
Ο Νεντ είχε ζητήσει να μιλήσει στον υπεύθυνο αποστολών της ΝΑSΑ. Περίμενε. Ήξερε πως στο Χιούστον κόντευε μεσάνυχτα. Ίσως ο Κάλθορπ να μην ήταν εκεί.
-Τζέημς Κάλθορπ, ακούστηκε η φωνή του υπεύθυνου αποστολών. Καθαρή και ας μεσολαβούσαν εκατοντάδες χιλιόμετρα μεταξύ τους.
-Καλησπέρα Τζέημς.
-Περί τίνος πρόκειται Νεντ; είπε ανυπόμονα ο Κάλθορπ.
-Ανακάλυψα ένα νέο αστεροειδή Τζέημς.
-Αυτό ήταν; ρώτησε ο Κάλθορπ.
-Κρίμα που τον βάφτισα Ιουλιέττα, συνέχισε ο Νεντ σαν να μην τον είχε διακόψει ο συνομιλητής του.
-Γιατί κρίμα; ρώτησε ο Τζέημς. Είχε καταλάβει πως πίσω απ’ την εισαγωγή κρυβόταν κάποιο νέο και επειδή ακριβώς υπήρχε αυτή η εισαγωγή μάντευε πως το νέο δεν θα ήταν καθόλου καλό.
-Ο αστεροειδής βρίσκεται κοντά και εμπίπτει στα σενάρια ΟΕΖ.
-Σε σενάριο ΟΕΖ;
-Δυστυχώς ναι.

Ο Τζέημς Κάλθορπ στο γραφείο του στο Χιούστον έγειρε πίσω σαν να του είχαν αναγγείλει την καταδίκη του σε θάνατο.
-Θα στείλω αεροσκάφος να σε μεταφέρει εδώ Νεντ. Μη πεις γι’ αυτό σε κανένα. Φέρε ό,τι στοιχεία διαθέτεις.
Ο Τζέημς Κάλθορπ έκλεισε το τηλέφωνο. Όχι, δεν χρειαζόταν το «σαν», σκέφθηκε με ένα πικρό χαμόγελο. Ο Νεντ του είχε μεταφέρει ένα νέο που ήταν η θανατική καταδίκη. Αυτό άλλωστε σήμαιναν εξάλλου και τα αρχικά Ο.Ε.Ζ.:
ΟΛΙΚΗ ΕΞΑΛΕΙΨΗ ΖΩΗΣ

Μείνε Δίπλα Μου

Author: Νυχτερινή Πένα /


Το αεράκι ανεμίζει τα μακριά μαλλιά σου και εγώ μυρίζω το άρωμα του λεμονανθού. Σε κρατώ στην αγκαλιά μου και απολαμβάνω τη γαλήνη. Είναι τόσο ήσυχα στο πάρκο, γι' αυτό το έχω αγαπήσει τόσο αυτό το μέρος, αλλά δεν συγκρίνεται με την γαλήνη που εγώ νιώθω. Η φυσική μου ηρεμία δίπλα σου γίνεται μια απερίγραπτη γαλήνη.
Πάντα έχεις αυτήν την μαγική επίδραση πάνω μου. Όταν είσαι δίπλα μου νιώθω γαλήνιος και ηρεμώ. Και το σκέφτομαι όπως σε κρατώ τώρα αγκαλιά. Ποτέ δεν με άφησες, ήσουν πάντα δίπλα μου.
Ήσουν δίπλα μου σε ανησυχίες και στενοχώριες, όταν αντιμετώπιζα προβλήματα, όταν είχα άγχος για θέματα από τη δουλειά μέχρι τα μελλοντικά μου σχέδια. Ήσουν δίπλα μου ακόμα και όταν θα είχες κάθε λόγο να είσαι θυμωμένη μαζί μου και να μην θέλεις να μου μιλήσεις, να μη σε νοιάζει σε ποιο σκοτάδι βυθίζομαι. Αλλά δεν το έκανες ποτέ. Πάντα ήσουν δίπλα μου, ποτέ δεν με άφησες, ακόμα και όταν δεν ήσουν καλά, ακόμα και όταν πονούσες.
Δεν έχω λόγια για να σε ευχαριστήσω γι' αυτό, ό,τι και να πω, όσα και να πω ποτέ δεν θα είναι αρκετά για μια τόσο γλυκιά αφοσίωση, για μια τόσο υπέροχη παρουσία στη ζωή μου όπως η δική σου. Απλά εύχομαι να συνεχίσεις να το κάνεις, να είσαι πάντα δίπλα μου, σε κάθε δρόμο που θα πάρω στη ζωή μου.

Η Σκιά Του Σκότους 16

Author: Νυχτερινή Πένα /


Η Έμα και ο Ρικ στέκονταν αγκαλιασμένοι έξω από το ορυχείο. Λίγο πιο πέρα στεκόταν η Λουίζα που τους κοίταζε χαμογελώντας. Η Έμα είχε βρει τον άνθρωπό της και άξιζε όλη αυτή η περιπέτεια μόνο και μόνο γι' αυτό.
Ο συνταγματάρχης και ακόμα ένας άνδρας που είχαν καταφέρει να βγουν από το ορυχείο φρόντιζαν τα τραύματά τους.
-Έρχεται ένα αυτοκίνητο, είπε ο συνταγματάρχης.
Δεν είχε άδικο, ένα αυτοκίνητο πλησίαζε ολοταχώς. Σταμάτησε λίγα μέτρα μακριά τους και ο οδηγός του πετάκτηκε έξω χωρίς να σβήσει τα φώτα.
-Μαμά! φώναξε η Έμα και έτρεξε προς το μέρος της.
Ήταν πράγματι η Μαίρη-Αν που η ανησυχία της για την κόρη της και τον Μάικ την είχε ωθήσει να παρακούσει τις οδηγίες του και να έρθει στο ορυχείο. Η Έμα της διηγήθηκε τα όσα είχε ζήσει και της σύστησε τον Ρικ.
Εκείνη ακριβώς τη στιγμή με έναν βασανισμένο ήχο το ορυχείο κατέρρευσε και η είσοδός του θάφτηκε κάτω από τόνους πέτρας.
-Ο Μάικ; ρώτησε η Μαίρη-Αν.
-Κανείς άλλος δεν βγήκε από'δω, είπε ο συνταγματάρχης.
Η Μαίρη-Αν έσκυψε το κεφάλι για να το σηκώσει ξανά ακούγοντας μια γνώριμη φωνή:
-Νομίζω πως μιλάγατε για' μενα, είπε ο Μάικ πλησιάζοντας από την πλευρά του δρόμου.
Η Μαίρη-Αν έτρεξε προς το μέρος του και ρίχτηκε στην αγκαλιά του. Τον φίλησε με πάθος που δεν άφηνε καμία αμφιβολία για το τι αισθανόταν για' κεινον.
-Πως.....
-Ας πούμε πως η κληρονομημένη και απόρρητη γνώση της Αδερφότητας της Υψηλής Φύλαξης και οι δυνάμεις της Εναρμονίου Λίθου μου επέτρεψαν να βγω από το ορυχείο με μη συμβατικό τρόπο. Ο Ζορκάαν έκανε λάθος που θέλησε να με σκοτώσει δίπλα σε μια πύλη.
-Τον σκότωσες;
-Σκότωσα τον άνθρωπο που κατείχε, εκείνος επέστρεψε στην Άβυσσο. Δεν αμφιβάλλω ότι θα επιστρέψει γρήγορα στον κόσμο μου αλλά εδώ δεν μπορεί να επιστρέψει. Η πύλη σφραγίστηκε.
-Άρα τελείωσε;
-Ναι, είπε ο Μάικ. Τελείωσε.
Η Μαίρη-Αν έκανε να τον φιλήσει πάλι αλλά εκείνος δεν την άφησε.
-Δεν πρέπει, Μαίρη-Αν. Ξέρω τι βλέπεις σε' μενα αλλά δεν γίνεται. Πρέπει να επιστρέψω στον κόσμο μου. Ο πόλεμος εκεί συνεχίζεται.
Η Μαίρη-Αν έγειρε το κεφάλι της στο στήθος του.
-Μακάρι να μην έφευγες, είπε. Θα σε ξαναδώ;
-Ίσως.
Ο Μάικ έβγαλε το μενταγιόν που φορούσε και της το φόρεσε.
-Ένα ενθύμιο και μια προστασία, της είπε.
Τη φίλησε απαλά στο μέτωπο και για μια στιγμή την έσφιξε στην αγκαλιά του.Ύστερα περπάτησε προς το σημείο που λίγο πριν είχε εμφανισθεί. Στάθηκε εκεί και της είπε:
-Αντίο.
Την επόμενη στιγμή είχε εξαφανισθεί.
-Αντίο, ψιθύρισε η Μαίρη-Αν.
Καταλάβαινε πως είχε δίκιο και με τον καιρό θα το δεχόταν αλλά δεν θα ξεχνούσε σίγουρα. Γύρισε να πάει προς την κόρη της.

 

Επίλογος
Δεκαεννιά Μήνες Μετά

Η Έμα κάθησε κοντά στο τζάκι. Αρχές Δεκεμβρίου και το κρύο ήταν πια τσουχτερό. Άπλωσε τα χέρια της στην φωτιά να ζεσταθούν. Έξω το χιόνι έπεφτε συνεχώς και μέχρι το βράδυ θα ήταν όλα καλυμμένα από ένα αφράτο άσπρο πέπλο. Δεν παραπονιόταν, της άρεσε το χιόνι και άλλες χρονιές θα ετοιμαζόταν για χιονοπόλεμο. Φέτος δεν μπορούσε.
Χάιδεψε την κοιλά της που είχε αρχίσει να φουσκώνει και να στρογγυλεύει με τη ζωή που μεγάλωνε μέσα της. Ήξερε ότι ήταν κοριτσάκι και ανυπομονούσε για τη στιγμή που θα το κρατούσε στα χέρια της.
Στο τέλος της προηγούμενης χρονιάς, επτά μήνες μετά την περιπέτεια που έγινε αφορμή να γνωριστούν, παντρεύτηκαν με τον Ρικ και αγόρασαν αυτό το σπίτι για να μείνουν. Η μητέρα της έμενε στο πατρικό της και θα ερχόταν να μείνει μαζί τους τον καιρό που θα γεννούσε που ήξερε ότι θα χρειαζόταν βοήθεια.
Η ζωή της ήταν ήσυχη και τακτοποιημένη. Η περιπέτειά της είχε περάσει απαρατήρητη στο χωριό. Μετά την αιχμαλωσία της ο Ζορκάαν είχε εξαφανίσει όλα τα ίχνη της καταδίωξης και καθώς κανείς δεν μπορούσε να πια να μπει στο παλιό ορυχείο μόνο η εξαφάνιση του Σέρκις είχε μείνει να απασχολεί το χωριό αλλά δεν το συσχέτιζαν μ' εκείνη χώρια που δεν ήταν πολλοί αυτοί που θα τους έλειπε ο νεαρός. Όσο για τους δυο αστυνομικούς που είχε εξουδετερώσει ο Μάικ, όταν συνήλθαν δεν θυμούνταν τίποτα από εκείνη την ημέρα.
Η ζωή της είχε μπει σε τάξη, δεν έβλεπε πια εφιάλτες και ήταν ευτυχισμένη με το σύζυγο της, και σε λίγο καιρό, και με την κορούλα τους. Σηκώθηκε και πήγε στο παράθυρο, σε λίγο θα ερχόταν από τη δουλειά ο Ρικ.
Κοίταξε το τοπίο που είχε αρχίζει να ασπρίζει. Από το παράθυρο της έβλεπε την εκκλησία, θυμόταν την τρομερή μέρα που είχε κινδυνέψει να πεθάνει εκεί αλλά και την ευτυχία της τη στιγμή που είχε φιλήσει τον Ρικ σαν σύζυγός του πια.
Στο γάμο της είχε λάβει ένα δώρο από τον Μάικ μια καδένα που είχε βρεθεί σε ένα ξυλόγλυπτο κουτί έξω από την πόρτα του σπιτιού με μια ευχή γραμμένη σε ένα κομμάτι περγαμηνής και υπογεγραμμένη μόνο με το μικρό του όνομα. Αναρωτήθηκε που να βρισκότοταν τώρα ο πολεμιστης που είχε σώσει τη ζωή της.

Την ίδια στιγμή σε έναν άλλο κόσμο, σε μια πεδιάδα στα νότια της πατρίδας του ο Τελευταίος Άρχοντας της Χαμένης Πόλης ξεθηκάρωνε τη σπάθα του και έπαιρνε τη θέση του ανάμεσα στους εν όπλοις αδερφούς του. Η μάχη που θα έμενε στην ιστορία σαν Μάχη των Θωρακοφόρων μόλις άρχιζε........



ΤΕΛΟΣ

Η Σκιά Του Σκότους 15

Author: Νυχτερινή Πένα /


Η Έμα είχε χάσει κάθε αίσθηση του χρόνου. Ένιωθε σαν να είχε ζήσει όλη της τη ζωή κυνηγημένη μέσα στις σκοτεινές στοές του φρικτού αυτού ορυχείου.Όταν τα Σίρθιουμ ρίχτηκαν εναντίον τους ο Ζορκάαν τους άφησε και έφυγε σίγουρος πως δεν θα γλίτωναν. Ο συνταγματάρχης όμως είχε καταφέρει να τους οδηγήσει έξω από τη σπηλιά, δυστυχώς όχι χωρις απώλειες, και είχαν χωρισθεί στις στοές με την ελπίδα να κάνουν τα τέρατα να τους χάσουν.
Μάταιη ελπίδα. Τα σαυρόμορφα όντα ήταν πολλά, παραπάνω από αρκετά για να τους καταδιώξουν όλους ακολουθώντας όλες τις πιθανές διαδρομές. Εκείνη ήταν με τον Ρικ που την κρατούσε από το χέρι και δεν την άφηνε να τα παρατήσει. Αν ήταν μόνη της ίσως είχε αφεθεί να πέσει κάτω περιμένοντας το τέλος. Όμως ο Ρικ ήταν γεννημένος μαχητής και δεν θα τα παρατούσε όσο είχε δυνάμεις ακόμα και αν αυτό σήμαινε πως θα' πρεπε να έχει δύναμη και για τους δυο τους. Όταν η Έμα δεν άντεχε άλλο την κουβαλούσε στην αγκαλιά του και της έδινε κουράγιο.
Μπήκαν σε μια στοά με τα Σίρθιουμ να ακολουθούν κατά πόδας. Η Έμα τρέκλισε και έπεσε στα γόνατα.
-Δεν μπορώ άλλο, είπε ξέπνοα. Φύγε εσύ.
-Δεν σ' αφήνω εδώ, απάντησε αποφασιστικά ο Ρικ και την πήρε στην αγκαλιά του.
-Δεν μπορείς να με κουβαλάς συνέχεια, είπε αδύναμα η κοπέλα.
Ο Ρικ δεν απάντησε απλά συνέχισε να προχωρεί. Μερικά βήματα όμως πιο πέρα σταμάτησε. Δεν έρχονταν Σίρθιουμ μόνο πίσω τους αλλά και από μπροστά τους. Ήταν κυκλωμένοι. Άφησε την Έμα να σταθεί στα πόδια της.
-Τελείωσε, είπε εκείνη.
Ο Ρικ έγνευσε. Αναζητούσε μια οδό διαφυγής μα δεν έβλεπε καμιά.
-Αγκάλιασέ με, είπε η Έμα με τρεμάμενη φωνή και βουρκωμένα μάτια.
Ο Ρικ την έσφιξε στην αγκαλιά του και εκείνη ακούμπησε το κεφάλι της στο στέρνο του.
-Ας μην πονέσει πολύ, παρακάλεσε.
Τα Σίρθιουμ σφύριξαν με κακία φτάνοντας κοντά τους.
-Κλείσε τα μάτια σου Έμα, είπε ο Ρικ ενώ την έσφιγγε πάνω του.

Ο Μάικ έφτασε στη είσοδο του ορυχείου. Χωρίς δισταγμό την πέρασε και προχώρησε στη στοά πέρα από αυτή χωρίς να διακρίνει το κοίλωμα στον τοίχο δίπλα στην είσοδο. Το κατάλαβε μόνο όταν ένα Σίρθιουμ πήδηξε πάνω του.

Η Έμα ένιωσε ένα βίαιο τράβηγμα και τον εαυτό της να αποσπάται από την παρήγορη αγκαλιά του Ρικ. Έπεσε με ορμή στον απέναντι τοίχο της σπηλιάς. Ένα βογγητό ξέφυγε από τα χείλη της μα δεν άνοιξε τα μάτια της, δεν ήθελε να δει το θάνατο να την πλησιάζει με τη μορφή ενός εξαγριωμένου Σίρθιουμ. Άκουσε ένα βογκητό και τις κραυγές των Σίρθιουμ να δυναμώνουν σε ένα εφιαλτικό κρεσέντο.
Σκότωσαν τον Ρικ, σκέφθηκε και δάκρυα κύλισαν κάτω από τα κλειστά της βλέφαρα. Δεν υπήρχε αμφιβολία πως θα ακολουθούσε και ο δικός της θάνατος αλλά ένιωσε πως δεν είχε σημασία, όχι αν είχε πεθάνει ο Ρικ.
Ένα Σίρθιουμ την άρπαξε και η Έμα ένιωσε το σώμα της να τρέμει σε αναμονή του οδυνηρού χτυπήματος που θα ακολουθείτο από το αιώνιο σκοτάδι. Το σαυρόμορφο τέρας σύριξε θριαμβευτικά αλλά η κραυγή του μετατράπηκε σε αγωνιώδη ρόγχο. Άφησε την Έμα και σωριάστηκε με πάταγο στο έδαφος.
Μια σχεδόν απόλυτη σιωπή, που την έσπαζε μόνο ο ήχος της δικής της ανάσας, απλώθηκε. Δεν ήξερε τι συνέβαινε, είχε μήπως πεθάνει και αυτό ήταν που συνέβαινε μετά το θάνατο; Μήπως θα βίωνε αιώνια την τελευταία στιγμή της ζωής της; Όχι ήταν ζωντανή, ένιωθε ακόμα τον πόνο στην πλάτη της από τα χτύπημα στον τοίχο πριν λίγο.
Δειλά άνοιξε τα μάτια της και αντίκρισε μπροστά της τον Ρικ. Είχε μια βαθειά πληγή στο μπράτσο του αλλά κατά τα άλλα ήταν σώος. Όρμηξε στην αγκαλιά του κλαίγοντας από την ανακούφιση που δεν είχε πεθάνει. Εκείνος χάιδεψε τα μαλλιά της.
-Όλα είναι εντάξει. Μην κλαις, τελείωσε.
Η Έμα τον κοίταξε στα μάτια και χαμογέλασε με μάτια που έλαμπαν από τα δάκρυα που δεν είχαν προλάβει να κυλίσουν. Την επόμενη στιγμή τα χείλη της άγγιξαν αυτά του Ρικ. Ήταν απαλά σαν βελούδο και η ανταπόκρισή του θερμή. Έκλεισε τα μάτια της και αφέθηκε στο πρώτο της φιλί.
Μια στιγμή - ή μήπως μια αιωνιότητα; - αργότερα αποχωρίστηκε τον Ρικ και τότε κατάλαβε πως δεν ήταν μόνοι τους. Λίγο πιο πέρα στεκόταν ένας άνδρας που χαμογελούσε φιλικά. Στο χέρι του είχε μια αιματοβαμμένη σπάθα και η Έμα συνειδητοποίησε πως ήταν αυτός που τους είχε γλιτώσει από σίγουρο θάνατο. Χαρούμενη που ήταν ζωντανή όπως και ο Ρικ δεν είχε αναρωτηθεί νωρίτερα πως είχαν γλιτώσει. Καθώς ο μαυροφορεμένος άνδρας πλησίαζε η κοπέλα συνειδητοποίησε και κάτι άλλο.
-Σ' έχω δει στα όνειρά μου..... Ήσουν στο νεκροταφείο τη νύχτα.
-Ναι, είπε εκείνος. Είμαι ο Μάικ ο Τελευταίος Άρχοντας της Χαμένης Πόλης και ήμουν στενός φίλος του πατέρα σου.
-Σου χρωστάμε τη ζωή μας, είπε ο Ρικ.
-Φαίνεται ότι ήρθα στην κατάλληλη ώρα, ευτυχώς εκείνο το Σίρθιουμ στην είσοδο δεν με καθυστέρησε πολύ. Προχωρείστε από' δω και θα βγείτε γρήγορα έξω. Δεν υπάρχουν πια Σίρθιουμ. Εγώ θα λογαριαστώ με τον Ζορκάαν.
Τους άφησε και προχώρησε ενώ ο Ρικ έπιανε το χέρι της Έμα και προχωρούσαν προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Ο Ζορκάαν στεκόταν στο χείλος του λάκου που είχαν σκάψει οι αιχμάλωτοί του. Μόνο που τώρα δεν ήταν πια ένας απλός λάκος. Είχε μεταβληθεί σε μια σκοτεινή δίνη που συστρεφόταν και κυμάτιζε μπροστα στον δαίμονα που απήγγειλε μια επίκληση στη Σκοτεινή Γλώσσα. Ζοφερές δέσμες ενέργειας σηκώνονταν από τη δίνη και τον αγκάλιαζαν πριν ξεχυθούν προς την οροφή της σπηλιάς και από' κει διαχυθούν στον κόσμο έξω.
-Επικατάρατος εκείνος που υπηρετεί το Σκότος! ακούστηκε μια φωνή πάνω από την επίκληση του Ζορκάαν.
Η ροή της ζοφώδους ενέργειας διαταράκτηκε και ο δαίμονας στράφηκε να δει τι ήταν αυτό που το προκάλεσε. Αντίκρισε τον Μάικ με τη σπάθα ήδη στο χέρι.
-Τελείωσε Ζορκάαν! Άσε αυτόν τον κόσμο σε ειρήνη.
-Ειρήνη; Δεν θα υπάρξει ποτέ ειρήνη! ούρλιαξε ο δαίμονας και ένα πύρινο σπαθί εμφανίστηκε στο χέρι του. Όρμηξε στον Μάικ κραυγάζοντας κατάρες. Εκείνος ύψωσε τη θέληση του ενάντια στη μαγεία του αντιπάλου του. Το ορυχείο τραντάκτηκε καθώς οι δυο λάμες διασταυρώθηκαν.
-Επέστρεψε στα κάτω, επέστρεψε στα πίσω, επέστρεψε στην Άβυσσο και το σκοτάδι που σε γέννησε! φώναξε ο Μάικ και ο Ζορκάαν έβγαλε μια κραυγή σαν να τον είχε πληγώσει ο εξορκισμός του πολεμιστη. Η σκοτεινή δίνη σταμάτησε να συστρέφεται και ο Ζορκάαν πρόφερε άλλη μια κατάρα. Φλόγες έζωσαν τον Μάικ που απτόητος προχώρησε προς τον εχθρό του.
-Το σκοτάδι δεν μπορεί να κυριεύσει το φως και το ψέμα δεν θα κατισχύσει της αλήθειας. Άπελθε από τον κόσμο αυτό και τους ανθρώπους του. Η μαγεία σου δεν θα σε ωφελήσει!
Μια ασπίδα λευκού φωτός τύλιξε τον Μάικ ασφαλίζοντάς τον από τις φλόγες. Η σκοτεινή δίνη αναδεύτηκε σαν να ήταν ζωντανή και υποχώρησε στην επαφή της με το φως σαν να την πλήγωνε αυτή η επαφή.
-Φύγε δαίμονα! Οι σκοτεινές δυνάμεις δεν θα σε ωφελήσουν! Άπελθε.
Η σκοτεινή δίνη συσπάστηκε και φούσκωσε σαν να ήθελε να γεμίσει όλη τη σπηλιά.
-Άπελθε! φώναξε ο Μαικ και με έναν εκκωφαντικό θόρυβο σαν να γκρεμιζόταν ολόκληρος ο κόσμος η δίνη εξαφανίστηκε.
Με μια οργισμένη κραυγή ο Ζορκάαν όρμηξε στον Μάικ.
-Καμία νίκη δεν έρχεται χωρίς τίμημα, είπε.
Ο πολεμιστης χτύπησε με τη σπάθα του μια φορά. Με μια κραυγή ικανή να σηκώσει και τους νεκρούς ο δαίμονας εγκατέλειψε το σώμα που είχε κυριεύσει. Ενώ το σώμα μετατρεπόταν σε σκόνη το ορυχείο άρχισε να κλονίζεται και μετά να κατερρέει.

Μια Στιγμή Ευτυχίας

Author: Νυχτερινή Πένα /



Ο ήλιος δύει πίσω από τα απέναντι βουνά και οι σκιές αρχίζουν να μακραίνουν. Στον πέτρινο πάγκο κάθεται ένας άνδρας, δεν δίνει σημασία στο ότι έρχεται η νύχτα και το περιβάλλον ψυχραίνει Δεν προσέχει καν τις σκιές στο πρόσωπό του. Το μόνο που έχει σημασία και προσέχει είναι η κοπέλα στην αγκαλιά του.
Είναι μια πανέμορφη κοπέλα με μακριά μεταξένια μαλλιά και λευκό αψεγάδιαστο δέρμα. Το γλυκό της πρόσωπο είναι που έχει την αμέριστη προσοχή του. Αυτό δεν συμβαίνει μόνο για την γλυκιά του ομορφιά με τα αρμονικά χαρακτηριστικά ή τα απαλά βελούδινα χείλη. Συμβαίνει γιατί είναι εκείνη που αγαπάει, η πριγκίπισσά του.
Την σφίγγει στην αγκαλιά του και ξέρει ότι δεν θα ήθελε να βρίσκεται πουθενά αλλού αυτήν την στιγμή, δεν θα ήθελε να αποκτήσει τίποτα πέρα από την αγάπη της. Είναι απόλυτα ήρεμος, την κραταει κοντά του, τόσο πολύ που να νιώθει τον ήσυχο ρυθμό της καρδιάς της. Γέρνει το πρόσωπό του μέσα στα μαλλιά της, αναπνέει το άρωμα του σαμπουάν της, εκείνη γέρνει το κεφάλι της στον ώμο του. Νιώθει την ανάσα της ζεστή στο λαιμό του, χαιδεύει τα μαλλιά της και τη νιώθει να ηρεμεί και να χαλαρώνει.
Είναι μια τέλεια στιγμή ηρεμίας και γαλήνης. Τι άλλο θα μπορούσε να επιθυμεί;
-Σε αγαπώ, της λέει.
-Εγώ περισσότερο, απαντάει η κοπέλα στην αγκαλιά του και τον χαϊδεύει.
Ναι αλήθεια, τι άλλο θα μπορούσε να ζητήσει;

Η Σκιά Του Σκότους 14

Author: Νυχτερινή Πένα /


-Πως θα γυρίσουμε στο χωριό; είπε η Μαίρη-Αν.
-Με ένα αυτοκίνητο, είπε ο Μάικ. Ξέρεις να οδηγείς έτσι δεν είναι;
-Δεν έχω όμως λεφτά για να νοικιάσουμε, διαμαρτυρήθηκε η Μαίρη-Αν.
-Άσε το πάνω μου.
Δεν του έφερε αντίρρηση, μαζί του είχε μάθει να πιστεύει στα θαύματα. Λίγα λεπτά αργότερα ο Μάικ είχε καταφέρει να αγοράσει ένα από τα αυτοκίνητα που είχε προς νοίκιασμα ένα γραφείο. Στην εύλογη απορία της για το τίμημα ο πολεμιστής που είχε έρθει από έναν άλλο κόσμο είχε απαντήσει απλά:
-Του έδωσα χρυσάφι.
Στο δρόμο για το Λίτλ Ροκ Ον Δε Σι η Μαίρη-Αν ρώτησε:
-Τι θα γίνει όταν φτάσουμε;
-Θα πρέπει να αντιμετωπίσω τον Ζορκάαν και να σταματήσω το σχέδιο του, ήρθε η ώρα να πάρεις και' συ πίσω την Έμα.
-Την έχει ο Ζορκάαν; ρώτησε η Μαίρη-Αν φοβούμενη την απάντηση που θα έπαιρνε.
-Ναι, είπε ο Μάικ, αλλά είναι καλά. Μη φοβάσαι. Σε λίγο όλα θα τελειώσουν.

 
Η Έμα άνοιξε τα μάτια της και βρέθηκε να κοιτάει τα μαύρα μάτια του Ρικ. Ήταν σκυμμένος από πάνω της και η ανησυχία ήταν έκδηλη στο πρόσωπό του. Βλέποντας τη να ανοίγει τα μάτια χαμογέλασε.
-Με ανησύχησες, είπε.
Η Έμα με τη βόηθεια του Ρικ ανακάθησε. Κοίταξε γύρω της. Βρισκόταν σε μια μικρή σπηλιά με τον Ρικ. Η Λουίζα ήταν λίγο πιο πέρα ξαπλωμένη και προφανώς κοιμόταν. Μερικοί άνδρες, μεταξύ των οποίων και ο συνταγματάρχης, ήταν καθισμένοι εδώ και 'κει στη σπηλιά όλοι προφανέστατα εξαντλημένοι.
-Τι έγινε; ρώτησε η κοπέλα ενώ ο Ρικ καθόταν δίπλα της.
-Καταφέραμε να ξεφύγουμε τελικά από τις σαύρες, είπε ο Ρικ, εμείς που βλέπεις μόνο.
-Λυπάμαι, είπε η Έμα.
-Πεθάνανε τουλάχιστον σαν ελεύθεροι άνθρωποι, είπε ο Ρικ, πολεμώντας για την ελευθρία τους. Κάτι είναι κι αυτό.
-Πως βρεθήκατε εδώ; ρώτησε η Έμα.
-Εγώ και κάποιοι άλλοι είμασταν το πλήρωμα ενός αλιευτικού που βυθίσθηκε στη Βόρεια θάλασσα, αυτός ο δαίμονας μας άρπαξε από τη σωσίβια λέμβο. Ο συνταγματάρχης ήταν σε αεροπορικό δυστύχημα. Όλοι αρπαγήκαμε υπό συνθήκες που θα θεωρούμαστε νεκροί. Και οι πιο πολλοί είναι τώρα πια.
-Κατάλαβα, είπε η Έμα.
Έριξε μια ματιά τριγύρω και μια νέα απορία γεννήθηκε στο μυαλό της:
-Ποιος με μετέφερε εδώ;
-Εγώ, απάντησε ο Ρικ.
-Ευχαριστώ.
-Δεν θα σε αφήναμε στις σαύρες βέβαια.
Η Έμα του χάρισε ένα χαμόγελο.Της άρεσε αυτό το αγόρι.Της είχε σώσει τη ζωή πέραν κάθε αμφιβολίας αλλά δεν περηφανευόταν, δεν την θεωρούσε υποχρεωμένη απέναντί του.
"Είναι όμορφος,σκέφθηκε κοιτάζοντας τον."
Ο Ρικ γύρισε και την είδε. Έμειναν να κοιτάζονται ξεχνώντας τα πάντα, τους υπόλοιπους στη σπηλιά, τον κίνδυνο που ακόμα διέτρεχαν και τα όσα είχαν περάσει. Τη μαγεία έσπασε ο συνταγματάρχης που πλησίασε.
-Πρέπει να προχωρήσουμε.
Σηκώθηκαν απρόθυμα και προχώρησαν στη στοά έξω από τη σπηλιά που είχαν βρει καταφύγιο. Ήταν αρκετά σκοτεινη και κινούνταν αργά και με προσοχή. Ένας συριγμός ακούστηκε κάπου στο σκοτάδι και η Έμα αναζήτησε στα τυφλά το χέρι του Ρικ. Το βρήκε και εκείνος την κράτησε σφιχτά.
Ο συριγμός, αναμφίβολα η φωνή ενός Σίρθιουμ, ακούστηκε αυτή τη φορά πιο κοντά. Της απάντησαν άλλες φωνές, πολλές φωνές.
Καμία δεν ήταν ανθρώπινη.
Συρσίματα στο σκοτάδι φανέρωναν πως τα σαυρόμορφα όντα τους πλησίαζαν.
-Φοβάμαι, ψιθύρισε η Έμα.
Ο Ρικ την τράβηξε κοντά του, πέρασε το χέρι του γύρω από τους ώμους της ενώ με το άλλο κρατούσε το πρόχειρο όπλο του.
-Θα τα καταφέρουμε, της είπε ήσυχα.
Το θάρρος του έδωσε κουράγιο και σε' κεινη όπως και το γεγονός ότι οι υπόλοιποι δραπέτες βρίσκονταν γύρω της.
-Να' χαμε ένα φως, είπε ο συνταγματάρχης, να βλέπαμε τις καταραμένες τις σαύρες.
-Φως; Θα σου δώσω εγώ φως, είπε μια παγερή φωνή που η Έμα και η Λουίζα αναγνώρισαν πολύ καλά και έστειλε ένα ρίγος να διατρέξει τη σπονδυλική τους στήλη.
Ένα χλωμό αρρωστημένο φως γέμισε τη σπηλιά και είδαν τον Ζορκάαν να στέκεται μπροστά τους ενώ ήταν τριγυρισμένοι από Σίρθιουμ.
-Ελάτε λοιπόν, είπε απτόητος ο συνταγματάρχης, ας τελειώνουμε μ' αυτό.
-Σκοτώστε τους! δίεταξε ο Ζορκάαν.

 
-Σταμάτησε το αυτοκίνητο, είπε ο Μάικ και η Μαίρη-Αν υπάκουσε. Πάρκαρε στην άκρη του δρόμου και κόιταξε τον πολεμιστή. Εκείνος κοιτούσε το Λίτλ Ροκ Ον Δε Σι που είχε αρχίσει να φαίνεται μπροστά τους. Η νύχτα έπεφτε τυλίγοντας στα μαύρα πέπλα της το χωριό που έδειχνε ασυνήθιστα ήσυχο. Η Μάιρη-Αν συνειδητοποίησε πως γενικά υπήρχε μια αφύσικη ησυχία. Δεν ακουγόταν τίποτα, ούτε πουλιά, ούτε αέρας, ούτε καν ένα μοναχικό σκυλί να γαβγίζει κάπου.
Ο Μάικ βγήκε από το αυτοκίνητο και εκείνη έσπευσε να τον μιμηθεί. Ήρθε και στάθηκε δίπλα του.
-Άρχισε, είπε ο Μάικ.
-Τι συμβαίνει;
Αντί απάντησης ο Μάικ άπλωσε το χέρι του και ακούμπησε τα δάκτυλά του στο κεφάλι της όπως είχε κάνει και κάποιες ώρες νωρίτερα. Η Μαίρη-Αν είδε με φρίκη την εικόνα του χωριού που ήταν το σπίτι της τα τελευταία χρόνια να αλλάζει.Το ίδιο το χωριό ήταν λουσμένο από ένα αμυδρό φως σαν να μην είχε ακόμα δύσει ο ήλιος και να το έλουζαν οι τελευταίες ακτίνες του. Γύρω όμως και πάνω από το χωριό ήταν απλωμένο το πιο ερεβώδες σκοτάδι που είχε δει ποτέ. Σκιές κινούνταν μέσα σ' αυτό το σκοτάδι και προσπαθούσαν να μπουν στο φως...... επιτίθονταν στο φως συνειδητοποίησε. Αυτό που ήθελαν ήταν να περάσουν από το φως και να φτάσουν στις ψυχές των ανθρώπων του χωριού. Ένιωσε την επιθυμία τους, σε ανθρώπινα μέτρα θα ήταν μια ασίγαστη, ακόρεστη πείνα. Πλησίαζαν στο στόχο τους. Το φως εξασθενούσε με κάθε στιγμή που περνούσε.
Ρίγησε σαν να ήταν άρρωστη και το όραμα χάθηκε.
-Αυτό κάνει, είπε ο Μάικ. Ανοίγει μια πύλη στο ορυχείο κατευθείαν για την Αυτοκρατορία και επιχειρεί να κυριεύσει τις ψυχές όσων ζουν εδώ. Σήμερα το Λίτλ Ροκ Ον Δε Σι, αύριο η χώρα και σύντομα αυτός ο κόσμος θα πέσει στη σκιά του φοβερότερου σκότους που έχει ζήσει.
-Τι θα κάνουμε;
-Εσύ τίποτα, είπε ο Μάικ. Σε είχα μαζί μου γιατί φοβήθηκα ότι ίσως σε κατεδίωκε ο Ζορκάαν αλλά τώρα πια δεν υπάρχει τέτοιος κίνδυνος. Η προσοχή του είναι στραμμένη στην ολοκλήρωση της πύλης και δεν προσέχει το χωριό.
-Εσύ τι θα κάνεις;
-Ήρθε η ώρα να αντιμετωπίσω τον Ζορκάαν και να καταστρέψω το σχέδιό του.
Η Μαίρη-Αν τον αγκάλιασε.
-Να προσέχεις, ψιθύρισε.
Ο Μάικ τη φίλησε απαλά στο μέτωπο και άρχισε να περπατάει προς το παλιό ορυχείο. Η Μαίρη-Αν έμεινε να τον κοιτάζει μέχρι που χάθηκε από τα μάτια της.

Η Σκιά Του Σκότους 13

Author: Νυχτερινή Πένα /


-Πίσω, είπε ο Ρικ και τράβηξε μαζί του την Έμα υποχωρώντας.
Ήταν όμως αργά. Κάποια Σίρθιουμ τους είχαν δει και με τη συριστική φωνή τους ειδοποίησαν τους συντρόφους τους.
-Πρέπει να φτάσουμε απέναντι στο τούνελ, είπε γρήγορα και κοφτά ο συνταγματάρχης, είναι η μόνη άλλη έξοδος από τη σπηλιά άρα και ο δρόμος μας για να συνεχίσουμε. Μείνετε κοντά ο ένας με τον άλλο για να μπορέσουμε να αλληλοβοηθούμαστε και μην αφήσετε τις σαύρες να μπουν ανάμεσά μας.
Ο Ρικ άφησε την Έμα για να μπορεί να αμυνθεί. Η Λουίζα ήρθε κοντά της αλλά η Έμα της έκανε νόημα πως ήταν εντάξει και δεν χρειαζόταν βοήθεια. Σαν ένα σώμα οι δραπέτες προχώρησαν μέσα στη σπηλιά με τα πρόχειρα όπλα τους προτεταμένα και έχοντας στη μέση τα δυο κορίτσια που ήταν άοπλα.
-Σκότωσα ένα από αυτά τα τέρατα χτυπώντας το στην πίσω πλευρά του ώμου, είπε η Έμα θέλοντας να μοιραστεί τη λίγη πείρα της από την πρηγούμενη συνάντησή της μ' αυτά τα όντα, με τους συντρόφους της, και ένα χτυπώντας το στο στηθος.
-Ακούσατε την Έμα, είπε ο συνταγματάρχης, κάντε κάθε χτύπημα να μετράει.
Τα σαυρόμορφα τέρατα ήταν λιγότερα από τους δραπέτες αλλά αυτό δεν τα εμπόδισε να επιτεθούν συρίζοντας εχθρικά. Οι δραπέτες συνέχισαν κραδαίνοντας τα όπλα τους ελπίζοντας πως θα προλάβουν να ξεφύγουν. Αποφασισμένοι για όλα οι δραπέτες ετοιμάστηκαν να αμυνθούν όταν τους έφτασαν τα Σίρθιουμ.
Δεν ήταν όμως εύκολο. Τα Σίρθιουμ ήταν πολύ δυνατά και δεν τα βάραινε η κοπιαστική ζωή που οι αιχμάλωτοί τους είχαν αναγκαστεί να ζήσουν. Ένας ένας οι αντίπαλοί τους άρχισαν να σωριάζονται νεκροί με τα σώματά τους ξεσκισμένα από τα φονικά γαμψώνυχα των Σίρθιουμ. Παρά τις οδηγίες του συνταγματάρχη κάποιοι προσπάθησαν να σωθούν αποχωριζόμενοι από τους πολλούς και τρέχοντας προς το τούνελ. Δεν είχαν καλύτερη τύχη, τα τέρατα τους προλάβαιναν εύκολα και τότε πέθαιναν ανυπεράσπιστοι.
Η Έμα έβλεπε τη μάχη αυτή όντας σε μια κατάστασή σοκ. Παρά τα όσα είχε ήδη ζήσει σήμερα και τους εφιάλτες που τόσο καιρό την είχαν βασανίσει με κάθε είδους φρικαλέες εικόνες, τίποτα δεν ήταν ικανό να την προετοιμάσει γι' αυτό που τώρα βίωνε. Οι φωνές και τα αγκομαχητά αυτών που πολεμούσαν, οι κραυγές αυτών που σκοτώνονταν ή τραυματίζονταν θανάσιμα και οι συριστικοί ήχοι των τεράτων ήταν πολλά για να τα αντέξει η κοπέλα ενώ έβλεπε το αίμα να ρέει ποτάμι στο δάπεδο της σπηλιάς.
Ξαφνικά και οι τελευταίοι άνδρες που ήταν μπροστά της έπεσαν και βρέθηκε απέναντι στα Σίρθιουμ που η αιματοχυσία τα είχε εξαγριώσει. Για δεύτερη φορά μέσα στην ίδια μέρα έμεινε να κοιτάζει, ανήμπορη να αντιδράσει, ενώ ένα Σίρθιουμ έτρεχε προς το μέρος της.

 
Ο Μάικ γονάτισε στο χώμα μπροστά στον τάφο και έσκυψε το κεφάλι σαν να προσευχόταν ή σαν να αυτοσυγκεντρωνόταν.Έκλεισε τα μάτια και πρόφερε κάτι που η Μαίρη-Αν δεν κατάλαβε. Άπλωσε το χέρι του πάνω από την ταφόπλακα.
-Ποιος είναι θαμμένος εδώ; Ο Τζον; ρώτησε η Μαίρη-Αν με τρεμάμενη φωνή. Ο άνδρας μου;
Ο Μάικ δεν απάντησε και η Μαίρη-Αν δεν τόλμησε να τον διακόψει. Ένα φως ξεπήδησε από την πλάκα του τάφου και ήρθε στο απλωμένο χέρι του. Ο Μάικ άνοιξε τα μάτια του και είπε πάλι κάτι που η γυναίκα δεν κατάλαβε.
Το φως δυνάμωσε τυλίγοντας το χέρι του πολεμιστή. Μια φασματική μορφή αναδύθηκε από τον τάφο κάνοντας τη Μαίρη-Αν να βγάλει μια κραυγή τρομαγμένη.
-Ήρθε το πλήρωμα του χρόνου άρχοντα; ρώτησε η μορφή με μια απόκοσμη θλιμμένη φωνή.
-Ήρθε, απάντησε ο Μάικ, όπως σου είχα υποσχεθεί.
-Λάβε αυτό που ήταν ανέκαθεν δικό σου και απάλλαξε με από το καθήκον αυτό.
Το φως άφησε την ταφόπλακα και συγκεντρώθηκε στο χέρι του Μάικ. Έμεινε εκεί να αστράφτει πάνω στην απλωμένη παλάμη του.
-Αναπαύσου εν ειρήνη και τίποτα ας μη διαταράξει τη γαλήνη σου ως την ημέρα της κρίσεως, είπε ο Μάικ και η φασματική μορφή χάθηκε σαν την πρωινή πάχνη στον ήλιο.
Η λάμψη στο χέρι του εξασθένησε ως που έσβησε και έμεινε να κρατάει στο χέρι του ένα απαστράπτον, ακόμα και στο λίγο φως του δειλινού, σφαιρικό διαμάντι. Η Μαίρη-Αν το κοίταξε μαγεμένη, ήταν πολύ όμορφο και έμοιαζε σαν να φιλοξενούσε στο κέντρο του έναν μικρό ήλιο τριγυρισμένο από μια ιριδίζουσα άχλυ.
-Ιδού η Εναρμόνιος Λίθος, είπε ο πολεμιστής.
-Είναι πολύ.....όμορφη, είπε σιγανά η Μαίρη-Αν. Τη φύλαγε ένα πνεύμα τόσα χρόνια;
-Το πνεύμα του Τζον Χάουαρντ Σίνγκλετον, του ανθρώπου που ο Άιαν πήρε την ταυτότητα του. Έλα,πρέπει να φύγουμε. Επιστρέφουμε στο Λίτλ Ροκ Ον Δε Σι, έχω και εκεί ένα έργο να τελειώσω.

 
Η Έμα έβλεπε το Σίρθιουμ να έρχεται προς το μέρος της ανήμπορη να αντιδράσει, σίγουρη πως αυτήν την φορά είχε έρθει η ώρα της να πεθάνει.Τα θανατηφόρα γαμψώνυχά του σαυρόμορφου όντος δεν απείχαν παρά εκατοστά από το στήθος της όταν ο συνταγματάρχης του τσάκισε το κεφάλι μ' ένα γερό χτύπημα της αξίνας που κρατούσε. Η κεκτημένη ταχύτητα έφερε το τέρας να πέσει πάνω στην Έμα και να τη ρίξει στο πέτρινο δάπεδο της σπηλιάς.
Ζαλισμένη από το χτύπημα έμεινε κάτω ανίκανη να κινηθεί ή να αντιδράσει με τον οποιοδήποτε τρόπο. Ένιωσε δυο δυνατά χέρια να την σηκώνουν και άκουσε μια φωνή να λέει:
-Δεν την αφήνω εδώ ακόμα και αν πρόκειται να μου κοστίσει τη ζωή μου.
Ένα κύμα ζάλης την κατέλαβε και όλα γύρω της έγιναν σκοτάδι.