Ο Χρυσός Της Χαμένης Λεγεώνας 9

Author: Νυχτερινή Πένα /


-Όχι! Ανόητοι! βρυχήθηκε ο Ούννος που ήταν αρχηγός τους. Αν βάλετε φωτιά θα είναι ορατή από μακριά και μετά θα έρθουν οι Ρωμαίοι. Πάμε να φύγουμε, και που ανάψατε δαυλό μπορεί να είναι επικίνδυνο.
Ακούστηκαν μουρμουρητά και βιαστικά βήματα. Το φως εξαφανίστηκε με έναν τελευταίο τσιτσίρισμα. Είχαν σβήσει το δαυλό στο έδαφος. Μερικά βήματα ακόμα και ύστερα ακούστηκε ο καλπασμός των αλόγων καθώς οι Ούννοι απομακρύνονταν.
Ο Σέργιος κινήθηκε γρήγορα στο παράθυρο και τους είδε να απομακρύνονται. Στράφηκε προς την Άρια.
-Εντάξει, φύγανε, είμαστε ασφαλείς τώρα.
-Πόσο μακριά είμαστε από τους δικούς μας; ρώτησε η κοπέλα.
-Υπολογίζω σε δύο ώρες περπάτημα περίπου, αλλά δεν είναι συνετό να το κάνουμε μέσα στη νύχτα.
-Θα πολεμούν ακόμα με τους Ούννους λες;
-Όχι, αυτοί που ήταν εδώ φοβηθήκανε να μην τους βρουν οι Ρωμαίοι αν ανάψουν φωτιά. Άρα νικήθηκαν και τράπηκαν σε φυγή.
-Δεν ανησυχείς λοιπόν, παρατήρησε η κοπέλα.
-Όχι, είπε ο Σέργιος, απλά προτιμώ να μην μετακινηθούμε μέσα στη νύχτα γιατί θα υπάρχουν πιθανότατα και άλλοι φυγάδες και δεν θα ήθελα να πέσουμε σε κάποια ενέδρα. Εξάλλου θα είναι πιο εύκολο να βρούμε το δρόμο μας το πρωί με το φως της ημέρας.
Βρήκε ένα καθαρό από συντρίμμια σημείο κοντά στον αντικρινό τοίχο και κάθισε. Έκανε νόημα στην Άρια να καθίσει δίπλα του και η κοπέλα το έκανε.
-Εδώ θα είμαστε και κάπως προστατευμένοι αν βρέξει, της είπε.
-Λες να βρέξει;
-Όχι, δεν νομίζω, είπε ο Σέργιος. Αλλά θα έχει υγρασία τη νύχτα.
-Πως το ξέρεις;
-Βλέπεις τη άλω γύρω από τη σελήνη; Σημαίνει ότι θα έχει υγρασία, φροντίζουμε πάντα να καίνε φωτιές στο στρατόπεδο όταν είναι έτσι ο καιρός.
-Αλήθεια; Υποθέτω ότι με τις λεγεώνες μαθαίνεις πολλά για τη ζωής στην ύπαιθρό.
-Πραγματικά, είπε ο Σέργιος, και έχω πολλά χρόνια με τις λεγεώνες.
Η Άρια έτριψε τα μπράτσα της.
-Κρυώνεις;
-Ναι, λίγο.
Ο Σέργιος της έτεινε το μανδύα του. Η κοπέλα τον πήρε αλλά ήταν προφανές ότι το έκανε διστακτικά.
-Εσύ; Δεν θα κρυώνεις; ρώτησε τελικά.
-Ε δεν είναι τόσο κρύα για’ μένα η νύχτα, είπε εκείνος.
Η Άρια τυλίκτηκε με τον μανδύα και αποκοιμήθηκε. Ο Σέργιος χαμογέλασε, είχε συμπαθήσει την κοπέλα από την ημέρα που την είχε γνωρίσει και μετά στις μέρες που ταξίδευαν. Αλλά σήμερα είχε εκτιμήσει και το θάρρος και την ψυχραιμία της. Είχε αντιδράσει πολύ καλά και είχε αντιπαρέλθει όλα όσα είχε φέρει αυτή η μέρα χωρίς καμία γκρίνια ή παράπονο.
Αποκοιμήθηκε και αυτός μετά από λίγο ακούγοντας την ήσυχη αναπνοή της κοπέλας.

Το πρωί ξημέρωσε μια όμορφη ζεστή μέρα, ο Σέργιος ξύπνησε με το πρώτο φως της αυγής αλλά βρίσκοντας την Άρια να έχει ακουμπήσει το κεφάλι της στον ώμο του έμεινε στην ίδια θέση για να μην την ξυπνήσει ως την ώρα που έκρινε ότι έπρεπε για να πάρουν το δρόμο της επιστροφής κοντά στην λεγεώνα.
Άφησαν την αγροικία και επέστρεψαν στο δρόμο, άρχισαν να περπατούν προς την κατεύθυνση από την οποία είχαν έρθει την προηγούμενη μέρα. Δεν υπήρχε ίχνος του εχθρού και δεν περπάτησαν πολύ ως που συνάντησαν μια περίπολο των Σαρματών, τους έφερε γρήγορα στην ακόμα στρατοπεδευμένη λεγεώνα. Τους έγινε μια υποδοχη ηρώων με ζητωκραυγές που εντάθηκαν καθώς ο Σέργος παρέδιδε την Άρια στον πατέρα της. Ο συγκλητικός την αγκάλιασε ανακουφισμένος και ο εκατόνταρχος γύρισε στους άνδρες του που έσπευσαν να τον υποδεκτούν σαν ήρωα και να τον κεράσουν από το κρασί που τους είχαν δώσει την προηγούμενη νύχτα.
-Αυτός ο φαλερνός οίνος είναι υπέροχος, είπε ο Μάνιος, ότι πρέπει για να με παρηγορήσει που δεν έγινα εκατόνταρχος. Γέλασε και αφού ύψωσε την κούπα του είπε: Εις υγείαν Σέργιε! Είθε κανένας Ούννος να μην μπορέσει να σταθεί ισάξια μπροστά σου!

Η λεγεώνα ολοκλήρωσε την ταφή των νεκρών και έγινε μια επιμνημόσυνη δέηση για τις ψυχές αυτών που είχαν πέσει μαχόμενοι. Έμειναν και τη νύχτα στην ίδια θέση και το επόμενο πρωινό ξεκίνησαν και πάλι το δρόμο για το Λούγδουνο.

-Καλησπέρα.
Η γλυκιά φωνή της Μέρεντιθ απέσπασε τον Γουίλλιαμ από την μελέτη του. Μπροστά του βρισκόταν μια τεράστια μακέτα που αναπαριστούσε την περιοχή των ανασκαφών όπως ήταν την εποχή της ύστερης Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Η μακέτα αναπαριστούσε τις διακυμάνσεις του εδάφους και την θέση των αντιπάλων κατά τη μάχη που ξέρανε ότι είχε γίνει.
Πάνω στο λόφο ήταν φτιαγμένο το στρατόπεδο της λεγεώνας και μετά μικρές φιγούρες αντιπροσώπευαν τους στρατούς, πολύ περισσότερες στην πλευρά των Ούννων. Σημαιάκια με διαφορετικά χρώματα ήταν τοποθετημένα σε κάποια σημεία.
-Τι κάνεις; ρώτησε με ενδιαφέρον η κοπέλα.
-Είναι οι θέσεις κατά την αρχή της μάχης. Εδώ οι Ρωμαίοι από’ δω οι Ούννοι. Κάθε φιγούρα αντιπροσωπεύει μια εκατονταρχία, εκτός από τους τοξότες που δεν ήταν τόσοι πολλοί. Οι Ούννοι είναι επίσης ανα εκατό.
-Τα σημαιάκια τι αντιπροσωπεύουν; ρώτησε η Μέρεντιθ.
-Κάποιες πρώτες κινήσεις που συμπεραίνω ότι κάνανε. Ας πούμε η έκτη κόορτη θα πρέπει να κατέβηκε στο πεδίο της μάχης από’ δω, έδειξε ένα σημείο στην μακέτα, η κατωφέρεια εδώ είναι απαγορευτική.
-Πόσο απόκρημνη μπορεί να ήταν;
-Όχι πολύ για να κατέβει κάποιος αλλά αρκετά για να κατέβει μια συντεταγμένη για μάχη δύναμη.
-Πιθανότατα έχεις δίκιο.
-Προσπαθώ να αναπαραστήσω τη μάχη από τα ευρήματα και μετά θα τη συγκρίνω με τα όσα μας λέει ο Σέργιος.
Ο Γουίλλιαμ έπιασε μαι φιγούρα στην πλευρά των Ρωμαίων.
-Ορίστε, εδώ είναι ο εκατόνταρχός μας με τους άνδρες του. Από τους πρώτους που μπήκαν στη μάχη όπως πιστεύουμε.
Ο Γουίλλιαμ άφησε τη φιγούρα στη θέση της.
-Αλλά δεν ήρθες να με ακούσεις να ανασυνθέτω τη μάχη, είπε.
-Ευχαρίστησή μου, είπε η Μέρεντιθ, τα λες πάντα με έναν τρόπο που κρατάει το ενδιαφέρον.
-Μπορεί, χαμογέλασε ο Γουίλλιαμ, αλλά σίγουρα δεν είναι μόνο αυτό. Σε τι μπορώ να σε βοηθήσω;
-Εεε.... Έλεγα, αν θα ήθελες και’ συ βέβαια, να πηγαίναμε για φαγητό απόψε.
-Ναι, απάντησε ανενδοίαστα ο Γουίλλιαμ κάνοντας το πρόσωπο της Μέρεντιθ να φωτιστεί από ένα χαμόγελο.

Πρέπει

Author: Νυχτερινή Πένα /

   Για να πάρεις όσα προσφέρει η ζωή πρέπει να έχεις δει πράγματα και καταστάσεις, πρέπει ακόμα περισσότερο να έχεις νιώσει τόσα πολλά.
   Πρέπει:
   Να έχεις κοιτάξει τα άστρα και να έχεις κατανοήσει μέσα σε ποιο μεγαλείο του σύμπαντος ζει η ανθρωπότητα.
   Να έχεις διαβάσει ένα βιβλίο και να έχεις κλάψει από συγκίνηση.
  Να έχεις ταξιδέψει όχι με πολυτέλεια σε ξενοδοχεία πέντε αστέρων αλλά για να δεις άλλους ανθρώπους και άλλα έθιμα, τοπία και μνημεία.
   Να έχεις ενστερνιστεί την αναζήτηση για τη γνώση , όχι για να σε κάνει πετυχημένο επαγγελματία αλλά γιατί σε κάνει καλύτερο άνθρωπο.
   Να έχεις γευθεί την χαρά της δημιουργίας, είτε με κάτι που έγραψες, είτε με κάτι που έφτιαξες ή ζωγράφισες.
   Να έχεις αγαπήσει πλήρως και ολοκληρωτικά.
    Τότε ναι, μπορείς να πεις ότι είχες μια γεμάτη ζωή.

Ο Χρυσός Της Χαμένης Λεγεώνας 8

Author: Νυχτερινή Πένα /

   Ο Σέργιος δεν περίμενε να εμφανιστούν οι Ούννοι, υπήρχε περίπτωση να είχαν φύγει πανικόβλητοι από το πεδίο της μάχης και να μην τους πρόσεχαν αλλά ήταν εξ’ ίσου πιθανόν να τους έβλεπαν και να ήθελαν να πάρουν από αυτούς εκδίκηση για την ήττα. Έριξε γρήγορα μια ματιά αναζητώντας ένα καταφύγιο, ένα μέρος που θα μπορούσαν να κρυφθούν.
   Τα ποδοβολητά δυνάμωναν σταθερά και είδε την Άρια να κοιτάζει προς την κατεύθυνσή τους πρώτα με ελπίδα και έπειτα με απογοήτευση καθώς συνειδητοποιούσε ότι δεν ήταν Ρωμαίοι. Εκείνος είχε βρει που θα κρύβονταν, ήταν μια αγροικία δύο ή τρία στάδια πιο πέρα. Από όσο μπορούσε να δει κάποια ομάδα εισβολέων είχε κάψει την αγροικία και η στέγη της είχε πέσει. Δεν ήταν κατοικίσιμη αλλά για κρυφτούν ήταν αυτό που έψαχνε.
   -Πρέπει να κρυφτούμε, έλα, είπε στην Άρια.
   Η κοπέλα ακολούθησε αλλά δεν μπορούσε να τρέξει όπως ο Σέργιος. Δεν ήταν μόνο το μακρύ φόρεμά της που την εμπόδιζε. Τα όσα είχε δει και ζήσει σήμερα την είχαν εξαντλήσει σωματικά και ψυχολογικά. Δεν ήταν ένας σκληρός βετεράνος λεγεωνάριος, ήταν μια νεαρή κοπέλα προστατευμένη κατά πολύ από την σκληρή πλευρά της ζωής, και όσα και αν είχε ακούσει για μάχες και πόλεμο δεν μπορούσαν να συγκριθούν με αυτά που είχε δει σήμερα ή με τον τρόμο που είχε βιώσει με την αρπαγή της από τον Ούννο. Ο Σέργιος γύρισε πίσω και την πήρε στην αγκαλιά του, δεν ήταν ξεκούραστος και το βάρος της του φαινόταν αρκετό αλλά και πάλι είχε δυνάμεις για να τρέξει ως το σπίτι.
   Φτάνοντας εκεί άφησε την Άρια να σταθεί και πάλι στα πόδια της και εκείνος μπήκε στο σπίτι με το σπαθί του στο χέρι. Ήταν άδειο χωρίς κανένα ίχνος πρόσφατης χρήσης, δεν υπήρχαν έπιπλα ή προμήθειες, οι κάτοικοί του είχαν προφανώς φύγει με την άνεση χρόνου να πάρουν μαζί τα υπάρχοντά τους. Η στέγη είχε καεί αλλά θα μπορούσαν να κρυφτούν, και ήταν καιρός να το κάνουν. Οι Ούννοι πλησίαζαν, βγήκε γρήγορα και κάλεσε την Άρια να μπει στην αγροικία.
   Η κοπέλα το έκανε και ήρθε κοντά του στο παράθυρο που κοίταζε προς την πλευρά που θα εμφανιζόταν η επερχόμενη απειλή. Δεν άργησαν να φανούν, ήταν μια ντουζίνα ιππέων που έφευγαν μακριά από τη μάχη.

   Ο Γάιος κοίταξε γύρω, οι αντίπαλοί τους είχαν τραπεί σε φυγή αλλά οι λεγεωνάριοι είχαν πλέον εξαντληθεί και δεν ήταν σε θέση να τους καταδιώξουν. Και ούτε ο ίδιος ήθελε να το κάνουν, έπεφτε το σκοτάδι σιγά σιγά και αν σκορπίζονταν θα ήταν πιθανόν να πέσουν σε ενέδρα. Διέταξε ανασύνταξη και ζήτησε αναφορά απωλειών.
   Διέταξε να στήσουν το στρατόπεδο της λεγεώνας κοντά στην πηγή αφού πρώτα θα καθάριζαν το μέρος από τους νεκρούς. Επίσης θα τοποθετούνταν σε πιο στενό σχηματισμό για να έχουν δυνατότητα αμύνης αν γινόταν κι άλλη επίθεση.
   -Το θεωρείς πιθανό; ρώτησε ο Άριος Σουεντώνιος.
  -Αυτοί που ηττήθηκαν εδώ δεν θα ανασυνταχθούν αλλά δεν ξέρω αν υπάρχουν και άλλοι κοντά, απάντησε ο Γάιος.
   Ο χιλίαρχος του έφερε την αναφορά, τριακόσοι άνδρες είχαν πέσει μαχόμενοι από τη λεγεώνα και ακόμα τόσοι έφεραν τραύματα, ελαφρά σχεδόν όλοι από αυτούς. Πιο άσχημα είχαν χτυπηθεί η πρώτη και η τέταρτη κοόρτη ενώ η δεύτερη είχε βγει σχεδόν αλώβητη.
   -Να μεταφέρετε τα σώματα των Ούννων εκεί κάτω και να τα κάψετε, έδωσε εντολές ο Γάιος, τους δικούς μας θα τους θάψουμε το πρωί, κοντά στο μικρό παρεκκλήσιο.
   -Μάλιστα, είπε ο χιλίαρχος.
   -Και πριν νυκτώσει, χρειάζεται να είμαστε προσεκτικοί και να ξεκουραστούν και οι άνδρες.
   Ο χιλίαρχος κατένευσε.
   -Πες τους ότι μόλις ολοκληρώσουν τα καθήκοντά τους θα πάρουν διπλή μερίδα σιτηρέσιο απόψε και κρασί.
   Ο αξιωματικός κατένευσε και έφυγε με ένα χαμόγελο, ο Γάιος ήξερε να κάνει τους στρατιώτες να καταλαβαίνουν πως οι κόποι τους εκτιμώνται και ανταμοίβονται.
   Ακριβώς εκείνη τη στιγμή ο Άριος διαπίστωσε ότι είχε επειστρέψει και η πρώτη κοόρτη αλλά δεν είχε μαζί της την κόρη του.
   -Που είναι η κόρη μου; ρώτησε.
   -Την άρπαξε ένας Ούννος, είπε ένας λεγεωνάριος. Τον κατεδίωξε ο εκατόνταρχος Σέργιος Φλάβιος.
   -Ανίκανοι! Χάσατε την κόρη μου! Θα εκτελεστείτε όλοι! φώναξε ο Άριος αλλά ο Γάιος παρενέβει.
   -Ήταν μέσα στη μάχη και αυτή η κοόρτη και ειδικά η εκατονταρχία του Σέργιου βρέθηκε στην πιο δύσκολη θέση. Δεν μπορούν να κατηγορηθούν για το γεγονός ότι δεν προστάτεψαν την Άρια Καικίλια. Εξάλλου αν ο Σέργιος ακολούθησε είναι σίγουρο ότι θα επιστρέψει σώα και αβλαβής.
   Ο Άριος δεν έδειξε να πείστηκε αλλά ηρέμησε κάπως και ο Γάιος στράφηκε στον Μάνιο.
   -Ως την επιστροφή του Σέργιου είσαι υπεύθυνος για την εκατονταρχία.
   -Μάλιστα.

   Οι Ούννοι στράφηκαν ξαφνικά προς την αγροικία και κάλπασαν στο σπαρμένο χωράφι με την ίδια ταχύτητα που το έκαναν και στο δρόμο, λίγα είδη εδάφους μπορούσαν να τους επιβραδύνουν στον άγριο καλπασμό τους. Ο Σέργιος τραβήκτηκε μακριά από το παράθυρο στην πιο σκοτεινή γωνιά της αγροικίας κάνοντας νόημα στην Άρια να έρθει κοντά του. Η κοπέλα το έκανε και στάθηκε δίπλα του. Ο Σέργιος τράβηξε από τη θήκη του το σπαθί του και το κράτησε στο χέρι του. Αν οι Ούννοι τους αντιλαμβάνονταν τα πράγματα θα ήταν δύσκολα αλλά δε σκόπευε να πέσει χωρίς μάχη. Γι’ αυτό είχε σταθεί ακριβώς σε αυτό το σημείο, με τα νώτα καλυμμένα θα ήταν σε καλύτερη θέση έχοντας μόνο μια πλευρά ανοιχτή για επίθεση.
   Τα ποδοβολητά σταματήσανε και ακούγονταν μόνο τα χλιμιντρίσματα των αλόγων. Μετά άκουσαν άνδρες να πηδάνε στο έδαφος μιλώντας μεταξύ τους στην τραχειά γλώσσα των Ούννων ίδια και απαράλλακτη όπως μερικές γενιές πίσω όταν ζούσαν ακόμα στις απέραντες στέπες της κεντρικής Ασίας. Ο Σέργιος δεν την ήξερε καλά αλλά αρκετά για να μπορεί να καταλάβει μερικά απλά πράγματα.
   -Να μείνουμε για τη νύχτα, είπε ένας Ούννος.
   -Να δούμε μέσα, είπε ένας άλλος που πρέπει να ήταν επικεφαλής γιατί αμέσως κάποιοι πλησίασαν την πόρτα. Ο Σέργιος κόλλησε στον τοίχο ελπίζοντας ότι οι βάρβαροι οι οποίοι δεν κουβαλούσαν πυρσούς δεν θα τον έβλεπαν. Ένιωσε την Άρια να τρέμει δίπλα του και άπλωσε το ελεύθερο χέρι του και έπιασε το δικό της, το έσφιξε καθησυχαστικά αλλά δεν τόλμησε να της πει τίποτα έστω και ψιθυριστά γιατί οι Ούννοι ήταν κοντά στην πόρτα.
   -Κοιτάχτε το σπίτι, είπε ένας από τους πολεμιστές ξαφνικά, λείπει η σκεπή, πρέπει να το κάψανε. Θα είχανε βρει λεπρούς.
   Μουρμουρητά ακούστηκαν ανάμεσα στους υπόλοιπους. Ακόμα περισσότερο από τους πολιτισμένους και μορφωμένους λαούς της αυτοκρατορίας ή των όμορρών της εθνών, οι απολίτιστοι και προληπτικοί Ούννοι φοβούνταν τη λέπρα.
   -Ας το κάψουμε, είπε ένας πολεμιστής και ο Σέργιος με την Άρια είδαν την λάμψη από τη φλόγα ενός δαυλού να πλησιάζει στο άνοιγμα της πόρτας.

   Ο Γουίλλιαμ έσκυψε και κοίταξε μέσα από την ειδική διόπτρα του θεοδόλιχου. Η συγκεκριμένη συσκευή τελευταία λέξη της τεχνολογίας και εξαιρετικής ακριβείας προοριζόταν για τοπογράφους μηχανικούς και αρχιτέκτονες αλλά ήταν κάποιες φορές χρήσιμη σε επιστήμες όπου κανείς δεν θα το φανταζόταν. Ο αρχαιολόγος είχε μάθει από τον Μάικ αρκετά χρόνια πριν να χρησιμοποιεί τα μέσα που ήταν απαραίτητα άσχετα με το τι ήταν και για ποια δουλειά προορίζονταν αρχικά.
   Σημείωσε την ένδειξη στο μπλοκ που είχε δίπλα του πάνω σε μια εργαλειοθήκη με τα συνοδευτικά εξαρτήματα του θεοδόλιχου και μετά κοίταξε τον Έρικ που πιο χαμηλά τοποθετούσε έναν ειδικό δείκτη.
   -Πόσο βαθιά βρήκατε τα ευρήματα;
   -Τα περισσότερα σε βάθος έντεκα μέτρων, πάνω στο λόφο μόνο ήταν λιγότερο.
   -Λογικό βάθος, κάθε γενιά προσθέτει τριάντα πόντους περίπου.
   -Το ξέρω, είπε ο Έρικ ενώ βεβαιωνόταν ότι ο δείκτης ήταν στερεωμένος καλά. Πάνω στο λόφο είναι λιγότερο γιατί το νερό έπαιρνε το χώμα και τα φερτά υλικά.
   Ο Γουίλλιαμ ένευσε.
  Του άρεσε η ομάδα που είχε συγκεντρώσει ο καθηγητής και μέντοράς του. Ήταν όλοι πολύ καλοί στη δουλειά τους και ταυτόχρονα πολύ φιλικοί για παρέα έξω από αυτήν. Τις πρώτες μέρες είχε αφοσιωθεί στην μελέτη των ευρημάτων για να ξέρει σε ποιο επίπεδο είχαν φτάσει οι έρευνες και μετά άρχισε να βγαίνει τα βράδια μαζί με όλους παρέα στη Λυών. Κάποια φορά είχε δειπνήσει μόνο με τον καθηγητή και μια ακόμα φορά είχε δειπνήσει μόνο με την Μέρεντιθ.
  Του άρεσε όλο και πιο πολύ η κοπέλα, δεν ήταν μόνο το γεγονός ότι ήταν καλά κατηρτισμένη στο αντικείμενό της. Ομολογουμένως του άρεσε και αυτό και ήταν το στοιχείο που τον είχε τραβήξει να μιλήσει μαζί της αλλά από τότε διαπίστωσε ότι ήταν μια εξαιρετικά καλή συνομιλίτρια, με έναν γλυκό χαρακτήρα και με μια ασυνήθιστη ευρυμάθεια, δεν υπήρχε περίπτωση να βαρεθεί να μιλάει μαζί της.
   Μιλούσαν αρκετές φορές και κατά τη διάρκεια των μεσημεριανών διακοπών των ανασκαφών καθισμένοι στη βεράντα της θείας Μωντ. Και όσο σκεφτόταν την Μέρεντιθ τόσο χαιρόταν που ο Μάικ τον είχε καλέσει να συμμετάσχει σ’ αυτήν του τη δουλειά.

   Η Μέρεντιθ σήκωσε το βλέμμα της από το χειρόγραφο και κοίταξε λίγο τον χώρο των ανασκαφών χωρίς να κοιτάζει κάτι συγκεκριμένο. Ήθελε απλώς να ξεκουράσει λίγο τα μάτια της από τη δουλειά. Είδε πέρα τον Γουίλλιαμ και τον Έρικ να στήνουν σε ένα άλλο σημείο τον θεοδόλιχο και χαμογέλασε.
   Της άρεσε αυτός ο άνδρας, παρότι δεν ήταν άνθρωπος που ανοιγόταν εύκολα με εκείνον είχε νιώσει πολύ άνετα να μιλήσει και να αφεθεί στη συζήτηση. Το ότι της είχε προκαλέσει την μεγάλη αυτή αλλαγή ήταν κάτι που την είχε εντυπωσιάσει και μετά το γεγονός ότι ταιριάζανε σε τόσα πολλά την είχε κρατήσει κοντά του και τώρα δεν ήθελε να χάσει την παρέα του.
   Μόνο την παρέα του; ρώτησε μια φωνούλα μέσα της.
   Η άφιξη της Ντέηνα την έβγαλε από τις σκέψεις. Μπήκε κάτω από την τέντα της σκηνής και ξεφύσηξε.
   -Πολλή ζέστη σήμερα.
   -Μμ.. Δεν έχεις άδικο.
   -Γι’ αυτό τα αγόρια μας δουλεύουν γυμνά, είπε η Ντέηνα με ένα νεύμα στις εργασίες που γίνονταν στον τάφο του Άριου Σουεντώνιου. Εκτός από τον καθηγητή όλοι οι άλλοι δούλευαν με το σώμα τους ημίγυμνο να γιαλύζει από τον ιδρώτα.
   -Μόνο ο καθηγητής δεν γδύνεται ποτέ, είπε η Μέρεντιθ.
   -Κρύβει το σώμα του.
   -Έλα τώρα, δεν είναι τόσο μεγάλος.
   -Όχι αλλά είχε ένα ατύχημα και έχει ουλές και έτσι δεν νιώθει άνετα να είναι ημίγυμνος.
   -Που το ξέρεις;
   -Άκουσα μια φορά που το συζήταγε με τη θεία Μωντ. Χθες είδα και τον φίλο σου έτσι.
   -Μπα πότε; ρώτησε η Μέρεντιθ και η Ντέηνα γέλασε.
  -Δεν ήσουν εδώ, είχες πάει στο Πέριγκορ για εκείνες τις αναλύσεις και την αλληλογραφία.
   -Α μάλιστα, είπε η Μέρεντιθ και έσκυψε πάλι στο έγγραφό της, οι σημειώσεις που θέλει ο καθηγητής είναι εκεί.
   Η Ντέηνα πήρε το πακέτο με τις εκτυπωμένες σελίδες και έφυγε αφήνοντάς την να δουλεύσει. Αλλά καθώς η Μέρεντιθ μετέφραζε το κείμενο που είχε για δεκαέξι σχεδόν αιώνες μείνει μέσα στη γη έπιασε τον εαυτό της να σκέφτεται ότι ο Γουίλλιαμ Γκόρντον ήταν ένας όμορφος άνδρας.

Τριακόσιες Αναρτήσεις

Author: Νυχτερινή Πένα /

   Με την παρούσα ανάρτηση οι αναρτήσεις μου φτάνουν τον αριθμό των τριακοσίων αναρτήσεων. Όταν ξεκίνησα το ιστολόγιο δεν το περίμενα αλλά να που τις έφτασα. Σε αυτές είδαμε πολλές ιστορίες σε συνέχειες, την παρουσίαση των ολοκληρωμένων ιστοριών πολλά κείμενα για την αγαπημένη μου πριγκίπιισσα και μερικά με θέματα που με απαασχολούν.
   Σας ευχαριστώ που είσαστε εδώ και τις διαβάζετε υπόσχομαι από μεριάς μου να συνεχίσω να γράφω και να προσπαθώ για το καλύτερο.

Ο Χρυσός Της Χαμένης Λεγεώνας 7

Author: Νυχτερινή Πένα /


Με κάθε διασκελισμό των αλόγων τους οι έφιπποι Ούννοι έρχονταν τρομακτικά πιο κοντά. Είχαν ήδη στα χέρια έτοιμες τις βαριές τους λόγχες και σημάδευαν τους Ρωμαίους. Οι λεγεωνάριοι πατούσαν σταθερά και ετοιμάζονταν να δεχθούν την επίθεση. Με τις ασπίδες υψωμένες ήταν αρκετά καλυμμένοι. Οι Ούννοι επιτάχυναν, ήταν μια κίνηση με διπλό σκοπό να τρομάξει τον αντίπαλο αλλά και να τους δώσει αρκετή ώθηση ώστε να διαλύσουν την παράταξή του.
-Ρίψατε! διέταξε ο Σέργιος και μια βροχη από πίλα έπεσε στους προπορευόμενους βαρβάρους προκαλώντας απώλειες.
-Έτοιμοι για σύγκρουση, φώναξε κατόπιν ο εκατόνταρχος.
Οι Ούννοι έφτασαν στον σχηματισμό της χελώνας και έπεσαν πάνω στους λεγεωνάριους με έναν εκκωφαντικό ήχο, αρκετό για να τρομοκρατήσει μέχρι θανάτου τους λιγότερο ψυχωμένους. Η πρώτη γραμμή σχεδόν χάθηκε κάτω από τις οπλές των αλόγων αλλά όχι χωρίς αντίσταση, σπαθιά και εγχειρίδια καρφώθηκαν σε σώματα ανθρώπων και αλόγων και χτύπησαν σε ασπίδες. Κραυγές πόνου και χλιμιντρίσματα γεμάτα αγωνία ακούστηκαν πάνω από τον αχό της μάχης. Άνδρες και άλογα έπεσαν και μια ακόμα άγρια συμπλοκή σώμα με σώμα ξέσπασε. Ο Σέργιος και όσοι επιζήσανε από την αρχική σύγκρουση υποχωρήσανε λίγο για να βρεθούν ανάμεσα στους λεγεωνάριους που ακολουθούσαν και να πολεμήσουν χωρίς να εκτεθούν τα νώτα τους.

Ο Γάιος με την προσωπική του φρουρά επιτέθηκε καλπάζοντας στα νώτα των Ούννων που χτυπούσαν την δεύτερη κοόρτη. Είχαν καταφτάσει και οι ιππείς του Βιτέλιου και πολεμούσαν να μειώσουν την πίεση στην κοόρτη. Οι Ούννοι δεν έδειχναν να πτοούνται από το διμέτωπο αγώνα αλλά σε κάποια σημεία οι γραμμές τους είχαν διαλυθεί επιτρέποντας στους Ρωμαίους να συνενωθούν αλληλοκαλύπτοντας τα νώτα τους.
Έκανε νόημα στους ιππείς γύρω του να τραβηκτούν από τη μάχη και στράφηκε προς την τρίτη κοόρτη που μαχόταν με τον εχθρό και κινδύνευε να κυκλωθεί από τους Ούννους.
Από την πίσω πλευρά της φάλαγγας ακουστηκαν ζητωκραυγές. Οι Ούννοι που είχαν επιτεθεί εκεί αντιμετωπίζοντας τις δυο κοόρτεις κάτω από μια βροχή βελών και με τους Σαρματούς να επιδράμουν στα νώτα τους είχαν χάσει το θάρρος τους και είχαν τραπεί σε φυγή.
Ο Γάιος δεν μπόρεσε να συγκρατήσει ένα χαμόγελο. Ύστερα φώναξε διαταγές.
-Μην τους καταδιώξετε! Η έκτη κόορτη να μείνει με την φάλαγγα, η πέμπτη να σπεύσει σε βοήθεια της τετάρτης. Οι Σαρματοί εδώ!
Ο χιλίαρχος ήταν μαζί τους και φρόντισε να εκτελέσουν άμεσα τις κινήσεις που έπρεπε. Οι λεγεωνάριοι της έκτης κοόρτης πήραν θέσεις γύρω από τα κάρα με τον εξοπλισμό και τα εφόδια ενώ της πέμπτης σχημάτισαν ένα τετράγωνο και άρχισαν να προχωρούν γρηγορα προς την τέταρτη κοόρτη που είχε κυκλωθεί και κινδύνευε άμεσα παρότι για κάθε λεγεωνάριο που έπεφτε είχαν σκοτωθεί τέσσερις ή πέντε αντίπαλοι. Ο Γάιος ήξερε ότι δεν θα άντεχαν για πολύ έτσι.
Οι λεγεωνάριοι της πέμπτης εξαπέλυσαν τα πίλα και μετά όρμηξαν στην μάχη σώμα με σώμα. Οι Ούννοι άρχισαν με τη σειρά τους να βρίσκονται σε δύσκολη θέση.

Η εκατονταρχία του Σέργιου είχε πολλές απώλειες αλλά οι περισσότεροι Ούννοι είχαν πέσει νεκροί μαζί με τα τεράστια άλογά τους. Η μάχη συνεχιζόταν με τους άνδρες να πολεμούν πατώντας πάνω σε πτώματα. Μια ομάδα πεζών βαρβάρων ήρθε να επιτεθεί στους λεγεωνάριους από το πλάι αναγκάζοντάς τους να αλλάξουν σχηματισμό. Ένας Ούννος όρμηξε μέσα στους λεγεωνάριους ουρλιάζοντας σαν μανιακός με στόχο κάποιον που δεν μπορούσε να πολεμήσει, την Άρια.
Ένας λεγεωνάριος προσπάθησε να τον σταματήσει αλλά το μεγάλο πελέκυ του Ούννου διέγραψε μια ημικυκλική τροχιά που τσάκισε το χέρι με την υψωμένη ασπίδα και ύστερα την αριστερή πλευρά του προσώπου του. Ο άτυχος Ρωμαίος σωριάστηκε στο έδαφος ενώ με μια κραυγή θριάμβου ο Ούννος άρπαζε την κοπέλα από τη μέση και την ανέβαζε στο άλογό του.
Κάλπασε μακριά από τη μάχη πέρα από την πηγή. Ο Σέργιος αποφάσισε αμέσως για το τι έπρεπε να κάνει. Δεν έβλεπε πουθενά κάποιον από τους δικούς τους ιππείς για να τον κατευθύνει να καταδιώξει τον εχθρό οπότε έπρεπε να το κάνει εκείνος. Έριξε μια ματιά γύρω, οι άνδρες του είχαν αρχίσει να καταβάλλουν τους αντιπάλους τους.
-Μάνιε! Να τους οδηγήσεις κοντά στο Δέκιο και την υπόλοιπη κοόρτη. Πρέπει να φέρω την Άρια πίσω.
Δεν είχε χρόνο για περισσότερες οδηγίες ή εξηγήσεις. Τράβηξε από το σώμα ενός νεκρού ένα πίλουμ και το έριξε σε έναν Ούννο, καθώς αυτός γκρεμιζόταν από τη σέλα με το φονικό ακόντιο να έχει διαπεράσει το στήθος του ο Σέργιος άρπαξε τα χαλινάρια του αλόγου. Δεν δυσκολεύτηκε να ανέβει στη σέλα και το άλογο δεν αντέδρασε καθώς το φτέρνιζε στα πλευρά για να ακολουθήσει τον Ούννο που είχε ήδη απομακρυνθεί.

Οι Σαρματοί άρχισαν να ζητωκραυγάζουν καθώς μια ακόμα παράταξη των Ούννων άρχισε να υποχωρεί. Αυτή τη φορά ξεχύθηκαν σε μια ασυγκράτητη καταδίωξη με σκοπό να μην αφήσουν επιζώντες από τους Ούννους. Μπροστά οι φοιδεράτοι και το ιππικό της λεγεώνας είχαν καταφέρει να διαλύσουν τον εχθρό και η δεύτερη κοόρτη είχε ανασάνει από την εχθρική πίεση.
-Τρίτη, τέταρτη και πέμπτη κοόρτη επίθεση! διέταξε δείχνοντας μια ακόμη δύναμη Ούννων που πλησίαζε χωρίς να έχει λάβει μέρος στη μάχη ως τώρα.
Οι λεγεωνάριοι, αρκετά κουρασμένοι αλλά με το ηθικό αναπτερωμένο βλέποντας ότι ο εχθρός υποχωρεί και ήταν κοντά στην νίκη, σχημάτισαν τετράγωνα και μετά όρμηξαν πάνω στον εχθρό μιας και δεν είχαν πλέον πίλα για να εκτοξεύσουν. Ο Γάιος στράφηκε στους άνδρες γύρω του, και οι είκοσι πέντε ήταν ακόμα στη σέλα και κανένας ιδιαίτερα τραυματισμένος. Ξεθηκάρωσε το σπαθί του, το κλασσικό κοντό των λεγεωνάριων, και διέταξε επίθεση.

Ο Σέργιος ξεχύθηκε στο μονοπάτι αγχωμένος να βρεθεί στα ίχνη του Ούννου, μην τον χάσει. Ήθελε να αποκαταστήσει οπτική επαφή ακόμα και αν δεν θα μπορούσε να τον φτάσει. Αν τον έχανε θα ήταν αδύνατο να βρει τα ίχνη του σε μια περιοχή που εκείνος ήταν προφανές ότι ήξερε καλύτερα. Πίεσε το άλογό του να τρέξει γρηγορότερα φτερνίζοντάς το στα πλευρά. Φοβόταν για την ασφάλεια της Άρια αν ο Ούννος προλάβαινε να μείνει μόνος μαζί της, γιατί βέβαια δεν την είχε αρπάξει για λύτρα.
Πίσω του οι ήχοι της μάχης χάνονταν σταδιακά, οι λεγεωνάριοι θα νικούσαν, δεν υπήρχε καμία αμφιβολία, η ανησυχία του ήταν για τη δική του κοόρτη μόνο  που βρισκόταν απομονωμένη και ειδικά για την εκατονταρχία του αλλά πίστευε ότι και εκείνοι θα τα καταφέρουν, η Άρια σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε μόνη της και έτσι προείχε να βοηθήσει εκείνη.
Ο φόβος του αποδείκτηκε αβάσιμος και γρήγορα απέκτησε την οπτική επαφή. Είτε γιατί είχε άλογο πιο ξεκούραστο, είτε γιατί το άλογο του Ούννου κουβαλούσε διπλό φόρτίο, απέκτησε την οπτική επαφή και αμέσως σχεδόν άρχισε να κερδίζει έδαφος. Όταν έφτασε αρκετά κοντά τότε μόνο ο εχθρός του τον αντελήφθηκε και αμέσως σταμάτησε τον καλπασμό και πήδηξε από το άλογο παρασέρνοντας την Άρια μαζί του. Ο Σέργιος τον μιμήθηκε και πήδηξε στο έδαφος κρατώντας έτοιμο το σπαθί του. Ο Ούννος έβαλε μπροστά του σαν ασπίδα την κοπέλα,
-Παρέδωσέ μου την γυναίκα και θα σε αφήσω να φύγεις, είπε ο Σέργιος.
Ο Ούννος τον αξιολόγησε με μια ματιά. Η πρόταση, που για τα έθιμα και τον τρόπο σκέψης του βαρβαρικού αυτού λαού ήταν δειλή,  έγειρε την πλάστιγγα προς το να τον θεωρήσει δειλό. Παραμέρισε την Άρια και ρίχτηκε πάνω στον Ρωμαίο με ταχύτητα που θα αιφνιδίαζε κάποιον λιγότερο έμπειρό μαχητή. Ο Σέργιος όμως απέκρουσε το χτύπημα και αντεπιτέθηκε. Η μονομαχία ήταν σκληρή αλλά σύντομη, ο Ούννος δεν είχε την πείρα του εκατόνταρχου αν και ήταν καλός μαχητής. Ο Σέργιος με ένα πλάγιο χτύπημα παραμέρισε το όπλο του και τον κάρφωσε στην κοιλιά. Πριν ακόμα σωριαστεί ο αντίπαλός του στράφηκε στην Άρια.
-Είσαι καλά;
-Ναι, καλά είμαι, δεν με έβλαψε.
Ο Σέργιος έριξε μια ματιά γύρω. Τα άλογα είχαν απομακρυνθεί κατά την διάρκεια της μονομαχίας και δεν μπορούσε να τα δει. Μόρφασε, είχαν διασχίσει μια αρκετά σημαντική απόσταση καλπάζοντας και ο δρόμος της επιστροφής ήταν μακρύς. Η νύχτα πλησίαζε και δεν θα γύρνουσαν κοντά στους υπόλοιπους πριν πέσει το σκοτάδι.
Ήταν έτοιμος να πει στη Άρια να ξεκινήσουν όταν άκοουσε ποδοβολητά πολλών αλόγων. Αμέσως μετά άκουσε φωνές στην τραχιά γλώσσα των Ούννων. Αυτοί που πλησίαζαν ήταν εχθροί.

Για μια στιγμή ο Γουίλλιαμ βρέθηκε μέσα σε έναν πραγματικό καταρράκτη απο λάσπη και χώμα. Νόμιζε οτι θα θαφτεί ζωντανός αλλά την επόμενη στιγμή βγήκε στον καθαρό αέρα. Είδε απέναντι του τον καθηγητή να γελάει και συνειδητοποίησε ότι και ο ίδιος γελούσε. Είχαν κινδυνεύσει να σκοτωθούν αλλά είχαν ξεφύγει την τελευταία στιγμή από το δρεπάνι του θεριστή και σχεδίαζαν ήδη τι μέτρα θα έπαιρναν για να κατέβουν κάτω με ασφάλεια αυτή τη φορά.
-Αλλά πρώτα πρέπει να κάνουμε ένα μπάνιο, είπε ο καθηγητής.
-Σωστά, συμφώνησε ο Γουίλλιαμ. Τι λέει το πρόγραμμα για την συνέχεια;
-Τελειώσαμε για σήμερα. Θα συνεχίσουμε αύριο.
Ο νεαρός αρχαιολόγος πήγε στο δωμάτιό του, έβγαλε τα ρούχα του και μπήκε κάτω απο το ντους. Έμεινε κάτω απ’ το νερό ώσπου ξεπλύθηκε απο πάνω του όλη η λάσπη. Βγήκε και σκουπίστηκε με μια μεγάλη πετσέτα. Ύστερα βγήκε από το δωμάτιο, τα υπόλοιπα μέλη της αποστολής είχαν σκορπίσει σε παρέες αλλά συνάντησε την Μέρεντιθ στην είσοδο.
Ο Γουίλλιαμ τη χαιρέτησε ευγενικά και πρόσθεσε:
-Νόμιζα ότι είχανε φύγει όλοι.
-Αν εξαιρέσεις τον καθηγητή και’ μενα, είπε η κοπέλα, όντως όλοι. Ο καθηγητής μελετάει και εγώ δεν έχω όρεξη για κλαμπάκι στη Λυών απόψε.
-Αν έχεις τη διάθεση.... Θα πάω για φαγητό......
-Ευχαρίστως, είπε η κοπέλα. Που θα πάμε; Έχεις κάτι κατά νου;
-Δεν ξέρω, μιας και μόλις ήρθα και δεν έμαθα ακόμα τα κατατόπια.
-Ξέρω ένα καλό εστιατόριο, είπε η κοπέλα και ρώτησε, έχεις αυτοκίνητο;
-Ναι, είπε ο Γουίλλιαμ και βγήκαν μαζί έξω. Πήγαν σε ένα τζιπ που παρότι ήταν σε καλή κατάσταση έφερε ταυτόχρονα σημάδια του ότι είχε ταξιδεύσει πολύ σε δύσκολο έδαφος. Η Μέρεντιθ ακούμπησε το φτερό όπου είχε ένα σχέδιο με έναν μικρό χάρτη της Ευρώπης. Αναρωτήθηκε αν είχε ταξιδεύσει σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γηραιάς ηπείρου. Σαν να μάντεψε τη σκέψη της ο Γουίλλιαμ, της είπε:
-Ναι, έχει πάει παντού αυτό το τζιπ, σε κάθε ερημιά της Ευρώπης.
-Έχεις πάρει μέρος σε πολλές ανασκαφές ε;
-Πολλές, ειδικά τα τελευταία χρόνια δεν κατάφερα να κάνω μια βδομάδα σπίτι μου συνεχόμενη παρά μόνο στις γιορτές.
-Σε κουράζει αυτό; ρώτησε η Μέρεντιθ ενώ εκείνος της άνοιγε την πόρτα για να μπει στη θέση του συνοδηγού.
-Όχι, απάντησε ο Γουίλλιαμ κάνοντας το γύρο για να καθίσει στο τιμόνι. Η μηχανή βρυχήθηκε καθώς έβαζε μπροστά το τζιπ. Μου αρέσουν οι ανασκαφές, δεν θα ήθελα ποτέ να περιοριστώ σε διδακτικά καθήκοντα. Οι ανασκαφές και οι μελέτες είναι όσα με ενδιαφέρουν.
-Καταλαβαίνω, είναι το ίδιο με’ μενα. Να διαπιστώσεις την προέλευση του εγγράφου, αν το μελετήσεις, να δεις αν εντάσσεται στην εποχή του, αν είναι έργο όντως του συγγραφέα στην περίπτωση που έχουμε κάποιον ονομαστό άνδρα ως συγγραφέα του.
-Κάτι που δεν ισχύει στη δική μας περίπτωση ε;
-Δεν μπορώ να πω ότι είναι ονομαστός. Αλλά δεν έχω να φοβάμαι και αυτό που συμβαίνει με ονομαστούς συγγραφείς, αν κάποιος άλλος οικειοποιήθηκε το όνομά του για να περάσει ένα δικό του μήνυμα. Εδώ έχουμε έναν τελείως άγνωστο Ρωμαίο αξιωματικό και το κείμενο δεν δείχνει κάποια ασυμφωνία.
-Καλά νέα λοιπόν.
-Σίγουρα, ελπίζω ότι θα μας δώσει και αυτά που ζητάμε.
-Φοβάσαι μήπως είχε σταματήσει να γράφει πριν από το τέλος της εκστρατείας; Πριν καταστραφεί η λεγεώνα;
-Μπορεί να μην έζησε ως τότε.
Η συζήτηση για το έγγραφο που μελετούσε η Μέρεντιθ συνεχίστηκε ως που φτάσανε σε ένα μικρό εστιατόριο πάνω στην εθνική οδό. Ο Γουίλλιαμ πάρκαρε και με την κοπέλα μπήκαν στο εστιατόριο. Η Μέρεντιθ πρότεινε να το διασχίσουν και να βγουν να καθίσουν στην πίσω πλευρά όπου υπήρχε ένας κήπος. Κάθισαν σε ένα τραπέζι και αμέσως σχεδόν μια νεαρή κοπέλα ήρθε για την παραγγελία. Αφού παραγγείλανε η Μέρεντιθ ρώτησε:
-Πως πάει η δική σας δουλειά;
-Εντάξει, καλά. Ειδικά αφού λείπουν τα μορφολογικά σημεία αναφοράς που θα έχουν μείνει αναλοίωτα μετά από δεκαπέντε αιώνες. Φυσικά ανυπομονώ να δω τι έχει το χειρόγραφο σχετικά με τη μάχη που δόθηκε εδώ.
-Θα μάθουμε σύντομα ελπίζω.
-Από τα μέχρι τώρα ευρήματα έχω μια εικόνα αλλά πολύ γενική. Ελπίζω ότι θα μάθουμε περισσότερα.
Συνεχίσανε να μιλάνε για τις ανασκαφές σε όλο το δείπνο αλλά αυτό που μετά ο Γουίλλιαμ θυμόταν ήταν η ζεστασιά της φωνής της Μέρεντιθ και η φρεσκάδα του γέλιου της. 

Μια Ιστορία Έρχεται

Author: Νυχτερινή Πένα /

   Ως τώρα πολλές ιστορίες έχουν δει το φως της δημοσιότητας στο ιστολόγιο. Όλες τις είχα ήδη γράψει και τις έβαζα σε συνέχειες προς ανάγνωσιν. Η ιστορία που έρχεται μόλις τελειώσει ο Χρυσός Της Χαμένης Λεγεώνας διαφέρει ως προς αυτό. Δεν την έχω γράψει ολόκληρη, ούτε καν μισή. Γράφω τώρα το πρώτο κεφάλαιο, θα δημοσιευτεί σε λίγες μέρες. Ξέρω ότι μερικοί προτιμούν τις συνέχειες ( ναι αγαπητή flash εσένα λέω! ) και επίσης ότι σε κάποιος θα άρεσε να προτείνουν εξελίξεις για την ιστορία ( έτσι δεν είναι αγαπητή velis; ). Εδώ έγκειται λοιπόν η μεγάλη διαφορά της ιστορίας που έρχεται. Μετά το πρώτο κεφάλαιο ( ή επεισόδιο αφού θα είναι κάπως σαν σήριαλ αφού θα βγαίνει σε συνέχειες ) εσείς που θα τη διαβάζετε θα γίνετε συνδημιουργοί αν θέλετε αφού θα είσαστε ελεύθεροι να κάνετε προτάσεις για την εξέλιξη της ιστορίας. Θα μπορείτε να κάνετε τις προτάσεις για κάποιον ή όλους τους χαρακτήρες στα σχόλια της κάθε ανάρτησης ή στο μέηλ williamtear@gmail.com. Για τους ντροπαλούς που δεν θέλουν να αφήσουν το όνομά τους και για όσους δεν διαθέτουν ταυτότητα στον μπλόγκερ, επιτρέπονται τα ανώνυμα σχόλια.
   Θα περιμένω τα σχόλια και τις προτάσεις σας λοιπόν στην ιστορία. Θα αρχίσουμε σύντομα.

Ο Χρυσός Της Χαμένης Λεγεώνας 6

Author: Νυχτερινή Πένα /


II.

Εκείνο το πρωινό είχε ξημερώσει ζεστό κα ανέφελο. Πριν ξεκινήσουν για την πορεία της ημέρας κατέφτασε μια μονάδα ιππικού που είχε ενσωματώσει ο Αέτιος στη λεγεώνα και τους είχε στείλει να τους προλάβουν. Είχαν φύγει από τη Ρώμη τρεις μέρες αργότερα αλλά όντας μια πολύ μικρή δύναμη και εξ’ ολοκλήρου έφιππη ταξίδεψε πιο γρήγορα και τους έφτασε ενώ ξεκινούσαν.
Ο Γάιος χάρηκε έχοντας την ενίσχυση αυτών των εμπειροπόλεμων τριακοσίων Σαρματών. Τους έθεσε στην οπισθοφυλακή σαν εφεδρεία και ξεκίνησαν.
Ο Σέργιος ίππευε δίπλα στο φορείο της Άριας Καικίλιας. Τις προηγούμενες μέρες η κόρη του συγκλητικού παραμέριζε την κουρτίνα και μιλούσε μαζί του. Οι συζητήσεις τους ήταν ένας τρόπος να περνάνε οι πολλές ώρες του ταξιδιού. Ο βετεράνος εκατόνταρχος της μιλούσε για τα ταξίδια του και τις περιοχές που είχε δει. Είχε πει και λίγα για τις εκστρατείες στις οποίες είχε πάρει μέρος αλλά αφήνοντας έξω τη φρίκη της μάχης. Από την πλευρά της η κοπέλα του είχε μιλήσει για τη Ρώμη, στην οποία είχε λίγο ζήσει εκείνος, και για τη Ραβέννα στην οποία δεν είχε ποτέ βρεθεί. Η ήσυχη και γλυκιά φύση της Άριας ταίριαζε με την ηρεμία που διακατείχε τον Σέργιο, τον έκανε να νιώθει άνετα μαζί της.
Αυτό το πρωί μιλούσαν για τον προορισμό τους, μια επαρχία που η Άρια είχε μόνο ακουστά ενώ ο Σέργιος είχε επισκεφθεί ξανά λίγα χρόνια πιο πριν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, καθώς η λεγεώνα βάδιζε στην μεγάλη πεδινή έκταση της Λιγουρίας πριν φτάσουν στις Άλπεις.
Φτάσανε στην κορυφή ενός μικρού ανηφορικού κομματιού και ο Σέργιος κοίταξε το δρόμο πίσω όπου προχωρούσε η λεγεώνα ανάμεσα σε χωράφια γεμάτα με ψηλά στάχυα. Δίπλα στο δρόμο στο σημείο αυτό ήταν κτισμένο ένα απλό παρεκκλήσιο και ο εκατόνταρχος έκανε με σεβασμό το σταυρό του. Η Άρια τον μιμήθηκε και είπε.
-Δεν ημουν σίγουρη ότι είσαι Χριστιανός.
-Τώρα πια λίγοι είναι που δεν είναι Χριστιανοί, ειδικά στις λεγεώνες. Το δόγμα είναι άλλο θέμα.
-Μιλάς για τους οπαδούς του Αρείου;
-Ναι, κυρίως για αυτούς.
-Μα ο Άρειος είναι πεθαμένος εδώ και τόσα χρόνια. Δεκαετίες ολόκληρες.
-Η αίρεσή του όμως είναι ακόμα ισχυρή, από τότε που ο Ουλφίλας προσυλήτησε τους Γότθους μας δημιούργησε πολλά προβλήματα αλλά τώρα με την απειλή των Ούννων έχουν εξομαλυνθεί οι διαφορές μας. Θα πολεμήσουν μαζί μας.
Ο Γάιος λίγο πιο μπροστά συζητούσε με τον Άριο την κατάσταση που θα αντιμετώπιζαν στην Γαλατία όταν πλησίασε καλπάζοντας ένας ιππέας από πίσω, ήταν ο επικεφαλής των Σαρματών. Ακολουθούσε ο άνδρας που είχε στείλει ο τριβούνος για να τον καλέσει.
-Στρατηγέ, είπε ο Σαρματός με σεβασμό, με καλέσατε.
-Ναι, είπε ο Γάιος. Έχεις την κατάσταση των ανδρών σου;
-Μάλιστα, είπε ο Σαρματός βγάζοντας από τη ζώνη του μια διπλωμένη περγαμηνή.
-Δώσε την στον κυαίστορα για να σας εντάξει στη μισθοδοσία της λεγεώνας. Γουίλφριντ, είπαμε;
-Μάλιστα.
Ο Σαρματός έστρεψε το άλογό του για να γυρίσει πίσω στο σημείο που θα έβρισκε τον κυαίστορα Κόιντο Δούμα, τον αξιωματικό που ήταν υπεύθυνος για τα οικονομικά της λεγεώνας. Οι κυαίστορες κανονικά ήταν επιφορτισμένοι με τη διαχείριση του αυτοκρατορικού θησαυροφυλακίου αλλά σε συνθήκες εκστρατείας φρόντιζαν τα οικονομικά της λεγεώνας στην οποία υπηρετούσαν.
Ένας άνδρας από την ελαφρά μονάδα του ιππικού που προπορευόταν κατέφτασε για να αναγγείλει ότι είχαν βρει μια πηγή με άφθονο καθαρό νερό και ότι το είχαν ήδη δοκιμάσει άρα θα μπορούσε να ανεφοδιαστεί η λεγεώνα.
-Σταματάμε εδώ τότε, αποφάσισε ο Γάιος. Με τη σειρά όλες οι μονάδες θα πάνε να πάρουν νερό. Με τάξη και σύντομα, χιλίαρχε αναλαμβάνεις.
Ο Άριος ξεπέζεψε και κάθισε σε ένα χαμηλό κάθισμα που έσπευσε να στήσει ένας υπηρέτης του. Ο συγκλητικός είχε κουραστεί από το ταξίδι και είχε μετανιώσει για το διορισμό που είχε δεχθεί. Κοίταξε με ενδιαφέρον την Ζλάτκα, η κοπέλα είχε πλησιάσει τον Γάιο που είχε επίσης ξεπεζεύσει.
Η Άρια Καικίλια ακούγοντας για την πηγή ζήτησε από τον πατέρα της να πάει και εκείνη. Η πρώτη σκέψη του Άριου ήταν να της το αρνηθεί αλλά μια άλλη σκέψη ήρθε να τον πείσει να την αφήσει.
-Όχι μόνη σου, είπε τελικά.
-Σέργιε συνόδευσε την Άρια Καικίλια, διέταξε ο Γάιος, η κοόρτη σας είναι ούτως ή άλλως η πρώτη που θα πάει στην πηγή μετά την εμπροσθοφυλακή.
-Εντάξει, είπε ο Σέργιος και φώναξε διαταγές. Μάνιε! Συνταχθείτε στο πλάι της κοόρτης! Δέκιε, αναλαμβάνεις!
Οι άνδρες της κοόρτης του Σέργιου άρχισαν να προχωρούν συνοδεύοντας το φορείο στην πηγή όπου ήδη είχαν πάρει νερό οι άνδρες της μιας από τις μονάδες ιππικού και είχαν πάει λίγο πιο κάτω στον ρου του μικρού ρυακιού που είχε δημιουργηθεί για να ποτίσουν και τα άλογά τους.
Οι άνδρες που κουβαλούσαν το φορείο το απίθωσαν στο χορταριασμένο έδαφος και βοήθησαν την Άρια να βγει. Εκείνη τεντώθηκε και πλησίασε την πηγή. Σταμάτησε κοιτάζοντας το νερό που έπεφτε κελαρυστό από τη σχισμή ενός βράχου σε μια πεζούλα από πέτρα πριν κυλίσει δημιουργώντας το ρυάκι. Της άρεσε το τρεχούμενο νερό και σκέφθηκε με νοσταλγία τα λουτρά, είχε νοσταλγήσει ένα κανονικό μπάνιο.
Αλλά τώρα με τόσους άνδρες τριγύρω αυτό ήταν αδύνατο, περιορίστηκε να γονατίσει και να πάρει νερό με τις χούφτες για να ρίξει στο πρόσωπό της και μετά για να πιει. Είδε το Σέργιο να βγάζει το κράνος του, να το γεμίζει με νερό και ύστερα να το αδειάζει στο πρόσωπό του. Τίναξε μετά τα μαλιά του ευχαριστημένος με τη δροσιά. Η Άρια τον ζήλεψε, κρίμα που εκείνη δεν μπορούσε να το κάνει αυτό. Έριξε και άλλο νερό στο πρόσωπό της ωστόσο. Λίγο κύλησε στο λαιμό της και από’ κει στο σώμα της. Χαμογέλασε, κάτι ήταν και αυτό.
Ξαφνικά μια μυριόστομη κραυγή ακούστηκε.
-Μπαλόκ, Μπαλόκ!
Χιλιάδες πολεμιστές πετάκτηκαν μέσα από τα σπαρτά και όρμηξαν πάνω στους ξέννοιαστους λεγεωνάριους. Δόρατα εκτοξεύθηκαν και πολλοί έπεσαν νεκροί κατά μήκος των γραμμών της λεγεώνας. Οι Ούννοι όρμηξαν μπροστά με σκοπό να εκμεταλλευούν τον αιφνιδιασμό.
Ο Σέργιος πέταξε το κράνος στο πρόσωπο του πρώτου που έφτασε κοντά του τσακίζοντας τη μύτη του, καθώς εκείνος έριχνε τα όπλα του για να φέρει τα χέρια του στο πρόσωπο ο εκατόνταρχος ξεθηκάρωσε το σπαθί του και το βύθισε στην κοιλιά του. Τραβώντας το πίσω έριξε μια ματιά γύρω. Οι υπηρέτες της Άριας και μερικοί λεγεωνάριοι ήταν νεκροί, οι υπόλοιποι είχαν τραβήξει τα σπαθιά τους και αντιμετώπιζαν τους επιτιθέμενους. Η Άρια στεκόταν δίπλα στην πηγή ακόμα, φοβισμένη αλλά ψύχραιμη. Ήταν σώα, ένας λεγεωνάριος την είχε καλύψει με την ασπίδα του και ακόμη στεκόταν κοντά της.
Ο Γάιος επέτρεψε στον αιφνιδιασμό να τον καθηλώσει μόλις ένα λεπτό, μετά όρμησε και πάλι στο άλογό του ενώ φώναζε διαταγές.
-Πέμπτη και έκτη κοόρτη να καλύψουν τους τοξότες και τους βοηθητικούς. Τέταρτη και τρίτη να κινηθούν στα πλάγια να αναχαιτίσουν τον εχθρό.
Ο Άριος ανέβηκε στο άλογό του και πισωπάτησε ξεχνώντας τις σκέψεις που αφορούσαν την Ζλάτκα και την πρόταση που είχε κάνει στο Γάιο σχετικά με την όμορφη σκλάβα. Υποχώρησε προς τους ιππείς της προσωπικής φρουράς του Γάιου. Ο τριβούνος ακόμα δεν είχε πάει κοντά τους. Η προσωπική του ασφάλεια είχε περάσει σε δεύτερη μοίρα, προείχε η λεγεώνα. Κοίταξε να δει την κατάσταση που διαμορφωνόταν.
Η πέμπτη και η έκτη κοόρτη είχαν πάρει θέσεις δεξιά και αριστερά της φάλαγγας ανακόπτωντας την επέλαση των βαρβάρων. Ασφαλείς πίσω από τις γραμμές τους οι τοξότες είχαν σχηματίσει μια γραμμή και έστελναν βροχή βελών στον εχθρό. Η τρίτη κοόρτη είχε εμπλακεί σε μάχη ενώ οι άνδρες της τέταρτης είχαν σχηματίσει γραμμές και κινούνταν τώρα.
-Οι ιππείς όλοι εδώ! φώναξε.
Δεν ήταν εύκολο. Οι Σαρματοί θα έπρεπε να διασχίσουν ένα μεγάλο πεδίο μάχης για να φτάσουν κοντά του αλλά έβλεπε να πλησιάζουν οι ιππείς από την εμπροσθοφυλακή. Αναρωτήθηκε αν ο Βιτέλιος, ο διοικητής τους, θα είχε την κρίση να χτυπήσει τα νώτα των Ούννων που είχαν εμπλακεί με την δεύτερη κοόρτη και τους φοιδεράτους.
Κοίταξε προς την πηγή, έπρεπε να ξεγράψει την πρώτη κοόρτη που ήταν τόσο μακριά και απομονωμένη;
Ο Σέργιος ξάπλωσε άλλον έναν αντίπαλο νεκρό και έφτασε δίπλα στον Μάνιο, τον βοηθό του. Γύρω τους είχαν μαζευτεί αρκετοί από τους άνδρες της εκατονταρχίας. Κάποιοι είχαν σκοτωθεί αλλά οι περισσότεροι ήταν σώοι και μάχονταν άγρια. Ένας άνδρας περιποιείτο έναν σύντροφό τους ενώ ένας ακόμα πεσμένος είχε καλυφθεί με την ασπίδα του.
-Εδώ! φώναξε. Μαζευτείτε εδώ!
Έτρεξε κοντά στην Άρια που ήταν  ακόμα στο ίδιο σημείο ενώ ο λεγεωνάριος είχε απομακρυνθεί λίγο μαχόμενος. Την τράβηξε από το χέρι ακριβώς πάνω στην ώρα για να την προφυλάξει από ένα άγριο αιματοβαμμένο Ούννο. Απέκρουσε το χτύπημά του και ανταπέδωσε. Ο Ούννος σωριάστηκε νεκρός και ο Σέργιος είδε ότι οι Ούννοι είχαν οπισθοχωρήσει καθώς είχε μαζευτεί γύρω του σχεδόν ολόκληρη η εκατονταρχία.
-Σχηματίστε την χελώνα! διέταξε.
Η χελώνα ήταν ένας σχηματισμός κατά των οποίων οι άνδρες παρατάσσονταν κανονικά σε σχηματισμό αλλά ενώ οι άνδρες στα άκρα του ορθογωνίου κρατούσαν κανονικά την ασπίδα καλύπτοντας τον εαυτό τους και τους συντρόφους τους οι υπόλοιποι κρατούσαν τις δικές τους πάνω από τα κεφάλια τους δημιουργώντας μια στέγη προστασίας. Τώρα στο κέντρο βρίσκονταν κάποιοι που ήταν τραυματισμένοι ή βοηθούσαν τραυματίες και η Άρια.
-Προχωράμε προς τους δικούς μας!
Ο Σέργιος έριξε μια ματιά στην Άρια, η κοπέλα ήταν φοβισμένη αλλά διατηρούσε μια αξιοθαύμαστη ψυχραιμία και τώρα ακολουθούσε με εμπιστοσύνη όπως οι άνδρες του. Της χαμογέλασε και στράφηκε πάλι μπροστά. Με κάθε βήμα η εκατονταρχία του πλησίαζε την υπόλοιπη κοόρτη που η απρόσμενη επίθεση είχε βρει στη μέση της διαδρομής από το χώρο που βρισκόταν η υπόλοιπη λεγεώνα ως την πηγή και μαχόταν τώρα πολύ γενναία κυκλωμένη από τους Ούννους.
Ξαφνικά είδε μια κίνηση στα σπαρτά δεξιά τους και μια ομάδα ιππέων του εχθρού εμφανίστηκε. Οι Ούννοι ήταν τρομακτικοί σαν πολεμιστές αλλά έφιπποι ήταν η προσωποποίηση του θανάτου.
-Ετοιμαστείτε για σύγκρουση, είπε, όσοι έχουν πίλα[1] περνάνε μπροστά.
Οι λεγωνάριοι εκτελέσανε αμέσως τη διαταγή. Οι άνδρες στις πρώτες γραμμές πατήσανε γερά στο έδαφος έτοιμοι να δεκτούν την ορμή των επερχομένων αντιπάλων και όσοι είχαν πίλα ετοιμάστηκαν να τα εκτοξεύσουν. Ο Σέργιος τράβηξε από τη ζώνη του ένα μαχαίρι και το έτεινε στην Άρια.
-Ίσως το χρειαστείς.
Η Άρια πήρε το μαχαίρι και το έκρυψε κάτω από το χιτώνα της. Δεν πρόλαβε να πει τίποτα. Με έναν εκκωφαντικό ήχο κραυγών και ποδοβολητών οι Ούννοι έπεσαν πάνω τους.

-Βρήκαμε πάνω από διακόσες αιχμές από βέλη, είπε ένας άνδρας που ονομαζόταν Έρικ Στολτζ.
Ο Γουίλλιαμ κούνησε το κεφάλι.
-Δεν είναι πολλές, αν και η λεγεώνα είχε μόλις εξήντα τοξότες και δεν ξέρουμε πόσοι είχαν επιζήσει ως αυτήν εδώ την μάχη, διακόσα βέλη είναι λίγα. Σίγουρα θα ρίξανε περισσότερα, φυσικά δεν θα περιμέναμε να τα βρούμε όλα.
-Σίγουρα όχι. Βρήκαμε και μερικές ασπίδες. Λίγες ωστόσο, όλες με το κλασσικό μονόγραμμα.
-Ναι, φυσικά, ήταν καθιερωμένο εκείνη την εποχή, δεν βάζανε πια κάτι άλλο στις ασπίδες. Αρκετά μετά την πτώση της αυτοκρατορίας και την άνοδο της φεουδαρχικής κοινωνίας άρχισε η καλλιέργεια της εραλδικής.
Ο φορητός ασύρματος που ο Στολτς είχε κρεμασμένο στη μέση του έτριξε με στατικό ηλεκτρισμό.
-Έρικ, ακούστηκε μετά μια φωνή. Είναι ο Γουίλλιαμ μαζί σου;
-Ναι, είπε εκείνος πιάνοντας τον και πιέζοντας το μεγάλο κουμπί της απάντησης.
-Πες του σε παρακαλώ ότι τον θέλει ο καθηγητής στο μπλοκ ένα.
-Έγινε.
Ο Έρικ στράφηκε στον Γουίλλιαμ.
-Άκουσες ε; Μπλοκ ένα λέμε το χώρο που βρέθηκε η επιτύμβια πλάκα.
-Γιατί οι κωδικοί;
-Για την περίπτωση που κάποιος στήνει αυτί.
-Κατάλαβα, εντάξει πάω.
Ο Γουίλλιαμ δεν άργησε να φτάσει στο χώρο που τον είχαν ζητήσει. Βρήκε αρκετά από τα άτομα της αποστολής γύρω από ένα μεγάλο λάκκο πάνω από τον οποίο είχε ήδη στηθεί μια μεγάλη τροχαλία με ένα γερό σχοινί που κατέληγε σε ένα είδος μικρής πλατφόρμας. Πλησίασε και κοίταξε μέσα στο λάκκο, αρκετά μέτρα πιο κάτω μπορούσε να δει κάτι να λαμπυρίζει. Στράφηκε στον Μάικ Χάμιλτον. Ο καθηγητής απάντησε στο αδιατύπωτο ερώτημα.
-Βρήκαμε τον τάφο, η πλάκα είχε παρασυρθεί αρκετά πιο πέρα μιας και στους επόμενους αιώνες δημιουργήθηκε εδώ ένα μικρό ρέμα.
-Είμαστε έτοιμοι για την πρώτη κάθοδο;
-Ναι, ενδιαφέρεσαι;
-Φυσικά, πάμε;
Λίγα λεπτά αργότερα άρχισαν την κάθοδο πατώντας πάνω στη μικρή πλατφόρμα. Καθώς το φως χανόταν γύρω τους ήταν σαν να έκαναν μια βουτιά στους αιώνες για να επισκεφθούν την τελευταία κατοικία του Άριου Σουεντώνιου. Μόλις το σκοτάδι γύρω τους έγινε απόλυτο ανάψανε από έναν δυνατό φακό και περίμεναν να φτάσουν στο δάπεδο του τάφου.
Η πλατφόρμα το άγγιξε με έναν υγρό ήχο και κατέβηκαν. Ο τάφος ήταν ένα δωμάτιο σχεδόν τετράγωνο με τους τοίχους καλυμμένους με υγρασία και μούχλα αιώνων, ο ένας ήταν χαμένος κάτω από έναν σωρό χώματος. Νερό έτρεχε στα πόδια τους καθώς έριχναν μια ματιά γύρω.
-Λίγα πράγματα θα έχουν σωθεί, σχολίασε ο καθηγητής. Α εκεί!
Έδειξε με το φακό μια μεγάλη πέτρινη λάρνακα στο πιο κοντινό τοίχο. Την ίδια στιγμή μια δόνηση διέτρεξε το έδαφος, ο Γουίλλιαμ κοίταξε το σωρό με το χώμα και είδε μικρούς σβώλους να κατρακυλάνε.
-Κατολίσθηση, είπε ο καθηγητής και έτρεξαν και οι δυο πίσω στην πλατφόρμα. Τραβήξτε μας! φώναξε ο καθηγητής με φωνή σταθερή παρά τον κίνδυνο να ταφούν ζωντανοί.
Άρχισαν να ανεβαίνουν ενώ τα τοιχώματα του λάκκου κατέρρeαν σε μια βροχή από λάσπη.


[1] πίλα ( ενικός πίλουμ ) ήταν ελαφρά ακόντια που έφεραν οι λεγεωνάριοι δεμένα στην εσωτερική πλευρά της ασπίδας και τα εξηκόντιζαν πριν εμπλκούν στην μάχη σώμα με σώμα

Ο Χρύσος Της Χαμένης Λεγεώνας 5

Author: Νυχτερινή Πένα /


Όταν ο Μάικ κατέφτασε με την ομάδα του είχε προτείνει να φέρει και προσωπικό για να φροντίζει για το νοικοκυριό τους όπως το αποκαλούσε. Η Μωντ ωστόσο δεν ήθελε να το ακούσει καν, με τα παιδιά της μεγαλωμένα και με δικές τους οικογένειες προ πολλού και με τον άνδρα της τρία χρόνια τώρα νεκρό, τους υιοθέτησε σαν μια καλόκαρδη θεία, γι’ αυτό και γρήγορα απέκτησε το προσωνύμιο θεία Μωντ. Φρόντιζε για το μαγείρεμα της αποστολής, οι εργάτες που τους βοηθούσαν ήταν ντόπιοι και το μεσημέρι επέστρεφαν σπίτια τους, και καθόταν μαζί τους στην τραπεζαρία καμαρώνοντάς τους σαν να ήταν οικογένειά της. Είχε διαβάσει αρκετά και έχοντας ακούσει πολλά τόσο καιρό μαζί τους μπορούσε να συμμετάσχει στις συζητήσεις τους και μερικές φορές να τους μαλώνει με μητρική φροντίδα να μην το παρακάνουν και να μην κουράζονται πολύ. Συμπεριέλαβε σε αυτήν την φροντίδα αμέσως και τον Γουίλλιαμ στον οποίο σαν νεοφερμένο επέμενε να δοκιμάσει από όλα όσα είχε μαγειρέψει, και ήταν εξαιρετική μαγείρισσα όπως αμέσως διαπίστωσε εκείνος.
Το κλίμα ήταν το πιο φιλικό που είχε δει ποτέ σε ανασκαφές ο Γουίλλιαμ και αφέθηκε σε αυτό να τον χαλαρώσει και να τον ηρεμήσει, να τον ετοιμάσει για τη δουλειά που τον περίμενε. Οι νέοι του συνάδερφοι τον υποδέκτηκαν με τον καλύτερο τρόπο, τον ενημέρωσαν για τα ευρήματά τους, στον τομέα του ο καθένας, ενώ κάνανε τις συστάσεις μεταξύ τους με γέλιο και πειράγματα.
Απέναντί του στο τραπέζι καθόταν η Μέρεντιθ και ο Γουίλλιαμ έπιανε πολλές φορές τον εαυτό του να θαυμάζει το όμορφό της πρόσωπο όπως γελούσε με τα πειράγματα ή τη συγκεντρωμένη της έκφραση καθώς μιλούσε για το δικό της μέρος της έρευνας. Ήταν μια σίγουρα όμορφη κοπέλα και πολύ ενδιαφέρουσα. Θα ήταν σίγουρα ευχάριστη η συνεγασία τους και η προοπτική να περάσει χρόνο μαζί της έξω απο τη δουλειά ήταν ακόμα πιο δελεαστική.
Μετά το γεύμα ο καθηγητής τον κάλεσε να του δείξει το δωμάτιο που θα έμενε και να συζητήσουν την πορεία της έρευνας που θα έκανε. Τα δωμάτια ήταν στον πρώτο όροφο της αγροικίας κατά μήκος ενός διαδρόμου. Ο Μάικ άνοιξε μια πόρτα και έκανε ένα νόημα στον Γουίλλιαμ να περάσει. Εκείνος το έκανε για να αντικρίσει ένα μικρό τακτοποιημένο δωμάτιο με ένα κρεβάτι, ένα μικρό γραφείο με ένα φωτιστικό από πάνω για επιπλέον φως, μια ξύλινη ντουλάπα με σκαλίσματα και με ένα παράθυρο στον τοίχο απέναντί του.
Ο Μάικ προχώρησε προς το παράθυρο και κοίταξε έξω ενώ ο Γουίλλιαμ ακουμπούσε το σακίδιό του δίπλα στο γραφείο.
-Ωραία ομάδα έχεις συγκεντρώσει, είπε.                                                         
-Ναι, είναι αλήθεια. Έχουν δέσει πολύ καλά μεταξύ τους και είναι πολύ καλοί στο αντικείμενό τους ο καθένας.
-Χαίρομαι που θα είμαι μαζί σας, ευχαριστώ για την πρόσκληση.
-Δεν χρειάζεται, είσαι ο καλύτερος στον τομέα σου.
-Τι πρέπει λοιπόν να κάνω;

Η Άρια εντυπωσιάστηκε με το μέγεθος του στρατοπέδου. Δεν είχε ποτέ ξαναδεί κάτι παρόμοιο και ένιωσε ξαφνικά μικρή και ασήμαντη. Παρότι κατοικούσε στη Ρώμη που ήταν η μεγαλύτερη σε πληθυσμό πόλη του κόσμου, στην καθημερινή της ζωή είχε επαφή με λίγο κόσμο και δεν είχε συνηθίσει να βρίσκεται ανάμεσα σε χιλιάδες άνδρες.
Ο Σέργιος το κατάλαβε, την κοίταξε με συμπάθεια και προχώρησε να προλάβει τον Άριο Σουεντώνιο. Καθώς έφτανε δίπλα του πρότεινε:
-Θέλετα να σταματήσετε εδώ και να ειδοποιήσω τον τριβούνο; Είμαστε όπως βλέπω σχεδόν έτοιμοι να ξεκινήσουμε.
Πράγματι οι βοηθητικοί της λεγεώνας είχαν ήδη μαζέψει το μεγαλύτερο μέρος των σκηνών και του εξοπλισμού όπως τα μαγειρεία και το σιδηρουργείο. Ο Άριος κούνησε αυτάρχικα σε άρνηση το κεφάλι του και διέταξε να συνεχίσουν. Ο Σέργιος τον ακολούθησε αναζητώντας τον τριβούνο για να αναλάβει το χειρισμό της κατάστασης και εκείνος να μείνει με τα καθήκοντα της μονάδας του. Η επιθυμία του πραγματοποιήθηκε σχεδόν αμέσως. Ο Γάιος κατέφτασε και χαιρέτησε επίσημα τον συγκλητικό, τον κάλεσε να ξεκουραστεί στη σκηνή του ως που να είναι έτοιμοι εντελώς να ξεκινήσουν. Ο Άριος δέκτηκε αλλά ζήτησε από την κόρη του να μείνει στο φορείο.
Μέσα στην ώρα η λεγεώνα είχε ξεκινήσει να κινείται βόρεια σε μια φάλαγγα μήκους πάνω από δέκα στάδια[1] με συγχρονισμένο βήμα και με τα εμβλήματα όπως και τον Άριο να προηγούνται.

Ο κυβερνήτης μιας επαρχίας ήταν και διοικητής του στρατού που βρισκόταν σε αυτή αν αποτελείτο μόνο από μια λεγεώνα, αν υπήρχαν περισσότερες απο μία τότε οι υπόλοιπες είχαν δικούς τους διοικητές. Στη Γαλατία που περίμενε την εισβολή του Αττίλα βρίσκονταν ήδη πάνω από δέκα λεγεώνες και έτσι ο Άριος θα ασκούσε διοίκηση μόνο στη φρουρά του Λουγδούνου. Αλλά ως που να φτάσουν εκεί θα διουκούσε την δεκάτη εβδόμη λεγεώνα.
Προπορευόταν η ελαφρά ίλη του ιππικού σαν προφυλακή και ακολουθούσαν οι φοιδεράτοι. Μετά προχωρούσαν ο Άριος και ο Γάιος, με την ακολουθία του ο πρώτος και την κόρη του, με τη συνοδεία του υπηρέτη του και της Ζλάτκα ο δεύτερος. Ακολουθούσαν οι πέντε από τις έξι κοόρτεις με τους λεγεωνάριους να βαδίζουν σε τακτικές τετράδες και μετά οι βοηθητικοί με τον εξοπλισμό και οι τοξότες ενώ τη φάλαγγα έκλεινε η έκτη κοόρτη.
Δεκαπέντε μέρες η λεγεώνα ταξίδευε προς τα βόρεια χωρίς κανένα πρόβλημα πέρα από μια ενέδρα ληστών που η εμπροσθοφυλακή μόνη της κατάφερε να αντιμετωπίσει. Ο Άριος πρότεινε την άμεση εκτέλεση όσων συλλήφθηκαν αλλά ο Γάιος, αδιαφορώντας για άλλη μια φορά με κάθε τι που δεν συμφωνούσε με την δικαιοσύνη και το νόμο, τους παρέδωσε στο βικάριο της Λιγουρίας που είχε έδρα τα Μεδιόλανα.
Ήταν η δέκατη έκτη μέρα του ταξιδιού και τρίτη έξω από τη μεγάλη πόλη όταν τα πραγματικά προβλήματα άρχισαν.

Ο Μάικ εξήγησε αναλυτικά τι ήθελε να προσφέρει ο Γουίλλιαμ στο έργο της ομάδας.
-Και ο Γάλλος; ρώτησε εκείνος, τι είναι αυτό που πιστεύει ότι θα βρούμε;
-Τα νομίσματα που θα πλήρωναν τους μισθούς της λεγεώνας και ίσως μέρος των χρημάτων που πήρε ο Άριος μαζί του. Η λεγεώνα καταστράφηκε άρα ίσως δεν είχαν πληρωθεί και κάπου βρίσκεται ο θησαυρός.
-Ευγενής σκοπός!
-Ναι όντως, γέλασε ο Μάικ και μετά στράφηκε προς την πόρτα. Να σε αφήσω να τακτοποιηθείς.
Άπλωσε το χέρι του στο περίτεχνο πόμολο της πόρτας και κοντοστάθηκε.
-Είδα και μια συμπάθεια, δεν έχασες το χάρισμά σου βλέπω. Καταλαβαίνεις αμέσως τους ανθρώπους. Η Μέρεντιθ είναι μια πολλή αξιόλογη αρχαιολόγος και εξ’ ίσου αξιόλογη γυναίκα.
Ο Γουίλλιαμ κοίταξε εξεταστικά τον άνθρωπο που είχε υπάρξει καθηγητής και μέντοράς του.
-Ενδιαφέρεσαι;
-Α όχι, χαμογέλασε ο Μάικ, αυτή η εποχή πέρασε για μένα πια, είμαι πολύ μεγάλος για τέτοια.
Βγήκε από το δωμάτιο αφήνοντας τον Γουίλλιαμ να σκέφτεται την ανασκαφή και πολύ περισσότερο την Μέρεντιθ Γουίλσον.


[1] 1 στάδιο είναι ίσο με 192 μέτρα