Ελλείψει χρόνου όταν
μπορώ ξυπνάω νωρίς για να γράψω, και τώρα το καλοκαίρι ενίοτε αυτό γίνεται στο
μπαλκόνι που έχει βορειοανατολικό προσανατολισμό και ως που να πιάσει ο ήλιος έχει
δροσιά.
Εκεί που καθόμουν αμέριμνος
και έγραφα άκουσα έναν ήχο σαν φςςςςςςςς και μετά κελάηδημα κάπου κοντά. Δεν άργησα
να βρω την πηγή του κελαηδήματος στο παντελόνι μου, ήταν ένα μικρό σπουργίτι
αλλά όταν λέμε μικρό εννοούμε ένα τόσο δα πραγματάκι, σαν φτερωτή μπαλίτσα. Το έπιασα
μαλακά, ήταν απαλό σαν πούπουλο, και από το φτέρωμα και το μέγεθος κατάλαβα ότι
ήταν νεοσσός και πιθανότατα στην πρώτη πτήση του.
Στο χέρι μου καθόταν ήσυχο
και ακίνητο σαν ψεύτικο, σαν μικρό πουπουλένιο μπαλάκι αντιστρέσινγ, είχε κλείσει
το ένα φτερό κάπως άτσαλα και το διόρθωσα. Μετά το κράτησα με ανοιχτή την παλάμη
κάπως ψηλά να πάρει θάρρος. Δεν άργησε να κάνει μια μικρή πτήση ως το δένδρο απέναντι,
όχι πάνω από δύο με τρία μέτρα μακριά, όπου έκατσε σε ένα κλαδί και σύντομα ήρθε
κοντά του και η υπόλοιπη οικογένεια.
Εγώ του ευχήθηκα καλές
πτήσεις και επέστρεψα στο μακρύ ταξίδι του Γουίλλιαμ του Νέρακ στην Έρεμορ.