Κάποτε
υπήρχε μια κοπέλα που ήταν πολλή όμορφη όχι όμως για τα χαρακτηριστικά του
προσώπου της αλλά για την χάρη της ψυχής της, ήταν μια καλή και ευγενική κοπέλα
πάντα έτοιμη να βοηθήσει όποιον είχε την ανάγκη της, με έναν καλό λόγο για
όλους. Η καλοσύνη και ο γλυκός χαρακτήρας της ακτινοβολούσαν γύρω της και όλοι
την αγαπούσαν και πολλοί άνδρες την είχαν ζητήσει σε γάμο αλλά εκείνη δεν
δεχόταν μιας και δεν είχε βρει ακόμα τον πρίγκηπά της.
Ως
που μια μέρα τον βρήκε. τον αγάπησε με όλη τη δύναμη που η ζεστή καρδιά της
μπορούσε να δώσει. Έτσι την πήρε μαζί του στο μακρινό μέρος που ζούσε και για
πολύ καιρό ήταν ευτυχισμένοι. Αλλά μετά η κοπέλα πεθύμησε να πάει πίσω να δει
τους γονείς της και ο πρίγκηπας την έστειλε πάνω στο πιο γρήγορό του άλογο. Η
κοπέλα γύρισε πίσω και χάρηκε που ξαναείδε τους δικούς της.
Είχε
ωστόσο και μια φίλη εκείνη η κοπέλα που μέσα στην καλοσύνη της της συγχωρούσε
τα λάθη και τα ελαττώματά της. Η φίλη της όμως ζήλευε την ευτυχία της και
θέλησε να την καταστρέψει. Έγραψε λοιπόν στον πρίγκηπα και του είπε ψέμματα πως
η αγαπημένη του τον είχε ξεχάσει. Εκείνος λυπήθηκε τόσο που αποφάσισε να μην
ξαναφήσει κανέναν άνθρωπο να τον πλησιάσει και ζήτησε από ένα μάγο να του
μαγέψει το δρόμο που οδηγούσε στο κάστρο του ώστε να μην μπορεί κανένας να τον
βρει πια.
Η
κοπέλα ανακάλυψε έτσι ξαφνικά πως δεν μπορούσε να βρει το δρόμο να γυρίσει
κοντά σε εκείνον που αγαπούσε και η λύπη της ήταν τόση που την αρρώστησε. Η
δήθεν φίλη της την άφηνε να υποφέρει αλλά παρίστανε ότι τη συμπονούσε. Δεν της
αποκάλυπτε τι είχε συμβεί και γιατί είχε χάσει εκείνον που αγαπούσε.
Η
κοπέλα είχε πια απελπιστεί όταν αποφάσισε να δοκιμάσει την τελευταία της
πιθανότητα για να μάθει που βρισκόταν ο αγαπημένος της και γιατί δεν μπορούσε
πια να επιστρέψει σε εκείνον. Αποφάσισε να απευθυνθεί στον άρχοντα του ανέμου. Ήταν μια απόφαση που δύσκολα έπαιρνε κάποιος
γιατί μπορεί ο εν λόγω άρχοντας να γνώριζε την απάντηση σε κάθε ερώτημα αλλά
είχε και τη δυνατότητα να γνωρίζει τα κίνητρα όσων του ζητούσαν κάτι και
απέδιδε δικαιοσύνη. Εκείνη όμως δεν είχε κανέναν λόγο να φοβάται, η αγάπη της
ήταν αληθινή και γνήσια.
Ξεκίνησε
να πάει να βρει τον άρχοντα του ανέμου που ταιριαστά με τον τίτλο του ζούσε σε
έναν μεγάλο, ψηλό πύργο κτισμένο στην κορυφή ενός γκρεμού που πάνω στον οποίο
μόνιμα λυσσομανούσε μια καταιγίδα. Η κοπέλα όμως δεν φοβήθηκε το ταξίδι που
ήταν μεγάλο ούτε και την ανάβαση στον γκρεμό εν μέσω καταιγίδας. Παρουσιάστηκε
στην πόρτα του πύργου και ζήτησε να δει τον κύριό του. Ο άρχοντας του ανέμου τη
δέκτηκε και την άκουσε με προσοχή.
Ο
άνεμος πνέει παντού και τίποτα δε μένει κρυφό απ' αυτόν, έτσι ο άρχοντάς του
γνώριζε τα πάντα και είχε τη σωστή απάντηση σε όλα τα προβλήματα. Το πρόβλημα
της κοπέλας δεν ήταν εξαίρεση και είχε την απάντηση. Της εξήγησε ότι είχε
κλείσει ο δρόμος της επιστροφής από μαγικά και ο μάγος που τα είχε εκτελέσει
είχε δεσμευθεί να μην τα λύσει ποτέ.
-Πως
μπορώ λοιπόν να γυρίσω κοντά σε εκείνον που αγαπώ; ρώτησε η κοπέλα.
-Για
να λυθούν τα μάγια απαιτείται ένα άλμα πίστης, είπε ο άρχοντας, θα πηδήξεις από
την κορυφή του πύργου μου με την πεποίθηση ότι ο Ζέφυρος θα σε μεταφέρει εκεί
που θες. Αν η αγάπη σου είναι αληθινή τότε θα γίνει όπως επιθυμείς.
Η
κοπέλα δεν το σκέφθηκε καθόλου. Έσπευσε να πραγματοποιήσει την δοκιμασία. Ήταν
σίγουρη για την αγάπη της, αν ο άρχοντας του ανέμου την είχε εμπαίξει ας ήταν
αυτό το τέλος δεν ήθελε να ζει χωρίς τον καλό της. Πήδηξε από την κορυφή του
πύργου ψιθυρίζοντας το όνομα του αγαπημένου της.
Ο
ζεστός Ζέφυρος την τύλιξε και την πήρε μακριά, την έφερε στον κήπο του καλού
της ακριβώς μπροστά του και εκείνος κατάλαβε γιατί ο μάγος είχε πει με ποιον
τρόπο θα μπορούσε να λυθούν τα μάγια του. Την αγκάλιασε και τη φίλησε γλυκά,
δεν είχε πάψει να την αγαπάει. Και δε χώρισαν ποτέ.
Όσο
για την κακή φίλη, ένας δυνατός ανεμοστρόβιλος την άρπαξε και κανείς δεν την
ξαναείδε ποτέ. Είπαμε ο άνεμος τα βλέπει όλα και ο άρχοντάς του απονέμει
δικαιοσύνη.