-Όχι!
Ανόητοι! βρυχήθηκε ο Ούννος που ήταν αρχηγός τους. Αν βάλετε φωτιά θα είναι
ορατή από μακριά και μετά θα έρθουν οι Ρωμαίοι. Πάμε να φύγουμε, και που
ανάψατε δαυλό μπορεί να είναι επικίνδυνο.
Ακούστηκαν
μουρμουρητά και βιαστικά βήματα. Το φως εξαφανίστηκε με έναν τελευταίο
τσιτσίρισμα. Είχαν σβήσει το δαυλό στο έδαφος. Μερικά βήματα ακόμα και ύστερα
ακούστηκε ο καλπασμός των αλόγων καθώς οι Ούννοι απομακρύνονταν.
Ο
Σέργιος κινήθηκε γρήγορα στο παράθυρο και τους είδε να απομακρύνονται. Στράφηκε
προς την Άρια.
-Εντάξει,
φύγανε, είμαστε ασφαλείς τώρα.
-Πόσο
μακριά είμαστε από τους δικούς μας; ρώτησε η κοπέλα.
-Υπολογίζω
σε δύο ώρες περπάτημα περίπου, αλλά δεν είναι συνετό να το κάνουμε μέσα στη
νύχτα.
-Θα
πολεμούν ακόμα με τους Ούννους λες;
-Όχι,
αυτοί που ήταν εδώ φοβηθήκανε να μην τους βρουν οι Ρωμαίοι αν ανάψουν φωτιά.
Άρα νικήθηκαν και τράπηκαν σε φυγή.
-Δεν
ανησυχείς λοιπόν, παρατήρησε η κοπέλα.
-Όχι,
είπε ο Σέργιος, απλά προτιμώ να μην μετακινηθούμε μέσα στη νύχτα γιατί θα
υπάρχουν πιθανότατα και άλλοι φυγάδες και δεν θα ήθελα να πέσουμε σε κάποια
ενέδρα. Εξάλλου θα είναι πιο εύκολο να βρούμε το δρόμο μας το πρωί με το φως
της ημέρας.
Βρήκε
ένα καθαρό από συντρίμμια σημείο κοντά στον αντικρινό τοίχο και κάθισε. Έκανε
νόημα στην Άρια να καθίσει δίπλα του και η κοπέλα το έκανε.
-Εδώ
θα είμαστε και κάπως προστατευμένοι αν βρέξει, της είπε.
-Λες
να βρέξει;
-Όχι,
δεν νομίζω, είπε ο Σέργιος. Αλλά θα έχει υγρασία τη νύχτα.
-Πως
το ξέρεις;
-Βλέπεις
τη άλω γύρω από τη σελήνη; Σημαίνει ότι θα έχει υγρασία, φροντίζουμε πάντα να
καίνε φωτιές στο στρατόπεδο όταν είναι έτσι ο καιρός.
-Αλήθεια;
Υποθέτω ότι με τις λεγεώνες μαθαίνεις πολλά για τη ζωής στην ύπαιθρό.
-Πραγματικά,
είπε ο Σέργιος, και έχω πολλά χρόνια με τις λεγεώνες.
Η
Άρια έτριψε τα μπράτσα της.
-Κρυώνεις;
-Ναι,
λίγο.
Ο
Σέργιος της έτεινε το μανδύα του. Η κοπέλα τον πήρε αλλά ήταν προφανές ότι το
έκανε διστακτικά.
-Εσύ;
Δεν θα κρυώνεις; ρώτησε τελικά.
-Ε
δεν είναι τόσο κρύα για’ μένα η νύχτα, είπε εκείνος.
Η
Άρια τυλίκτηκε με τον μανδύα και αποκοιμήθηκε. Ο Σέργιος χαμογέλασε, είχε
συμπαθήσει την κοπέλα από την ημέρα που την είχε γνωρίσει και μετά στις μέρες
που ταξίδευαν. Αλλά σήμερα είχε εκτιμήσει και το θάρρος και την ψυχραιμία της.
Είχε αντιδράσει πολύ καλά και είχε αντιπαρέλθει όλα όσα είχε φέρει αυτή η μέρα
χωρίς καμία γκρίνια ή παράπονο.
Αποκοιμήθηκε
και αυτός μετά από λίγο ακούγοντας την ήσυχη αναπνοή της κοπέλας.
Το
πρωί ξημέρωσε μια όμορφη ζεστή μέρα, ο Σέργιος ξύπνησε με το πρώτο φως της
αυγής αλλά βρίσκοντας την Άρια να έχει ακουμπήσει το κεφάλι της στον ώμο του
έμεινε στην ίδια θέση για να μην την ξυπνήσει ως την ώρα που έκρινε ότι έπρεπε
για να πάρουν το δρόμο της επιστροφής κοντά στην λεγεώνα.
Άφησαν
την αγροικία και επέστρεψαν στο δρόμο, άρχισαν να περπατούν προς την κατεύθυνση
από την οποία είχαν έρθει την προηγούμενη μέρα. Δεν υπήρχε ίχνος του εχθρού και
δεν περπάτησαν πολύ ως που συνάντησαν μια περίπολο των Σαρματών, τους έφερε
γρήγορα στην ακόμα στρατοπεδευμένη λεγεώνα. Τους έγινε μια υποδοχη ηρώων με
ζητωκραυγές που εντάθηκαν καθώς ο Σέργος παρέδιδε την Άρια στον πατέρα της. Ο
συγκλητικός την αγκάλιασε ανακουφισμένος και ο εκατόνταρχος γύρισε στους άνδρες
του που έσπευσαν να τον υποδεκτούν σαν ήρωα και να τον κεράσουν από το κρασί
που τους είχαν δώσει την προηγούμενη νύχτα.
-Αυτός
ο φαλερνός οίνος είναι υπέροχος, είπε ο Μάνιος, ότι πρέπει για να με
παρηγορήσει που δεν έγινα εκατόνταρχος. Γέλασε και αφού ύψωσε την κούπα του
είπε: Εις υγείαν Σέργιε! Είθε κανένας Ούννος να μην μπορέσει να σταθεί ισάξια
μπροστά σου!
Η
λεγεώνα ολοκλήρωσε την ταφή των νεκρών και έγινε μια επιμνημόσυνη δέηση για τις
ψυχές αυτών που είχαν πέσει μαχόμενοι. Έμειναν και τη νύχτα στην ίδια θέση και
το επόμενο πρωινό ξεκίνησαν και πάλι το δρόμο για το Λούγδουνο.
-Καλησπέρα.
Η
γλυκιά φωνή της Μέρεντιθ απέσπασε τον Γουίλλιαμ από την μελέτη του. Μπροστά του
βρισκόταν μια τεράστια μακέτα που αναπαριστούσε την περιοχή των ανασκαφών όπως
ήταν την εποχή της ύστερης Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Η μακέτα αναπαριστούσε τις
διακυμάνσεις του εδάφους και την θέση των αντιπάλων κατά τη μάχη που ξέρανε ότι
είχε γίνει.
Πάνω
στο λόφο ήταν φτιαγμένο το στρατόπεδο της λεγεώνας και μετά μικρές φιγούρες
αντιπροσώπευαν τους στρατούς, πολύ περισσότερες στην πλευρά των Ούννων.
Σημαιάκια με διαφορετικά χρώματα ήταν τοποθετημένα σε κάποια σημεία.
-Τι
κάνεις; ρώτησε με ενδιαφέρον η κοπέλα.
-Είναι
οι θέσεις κατά την αρχή της μάχης. Εδώ οι Ρωμαίοι από’ δω οι Ούννοι. Κάθε
φιγούρα αντιπροσωπεύει μια εκατονταρχία, εκτός από τους τοξότες που δεν ήταν
τόσοι πολλοί. Οι Ούννοι είναι επίσης ανα εκατό.
-Τα
σημαιάκια τι αντιπροσωπεύουν; ρώτησε η Μέρεντιθ.
-Κάποιες
πρώτες κινήσεις που συμπεραίνω ότι κάνανε. Ας πούμε η έκτη κόορτη θα πρέπει να
κατέβηκε στο πεδίο της μάχης από’ δω, έδειξε ένα σημείο στην μακέτα, η
κατωφέρεια εδώ είναι απαγορευτική.
-Πόσο
απόκρημνη μπορεί να ήταν;
-Όχι
πολύ για να κατέβει κάποιος αλλά αρκετά για να κατέβει μια συντεταγμένη για
μάχη δύναμη.
-Πιθανότατα
έχεις δίκιο.
-Προσπαθώ
να αναπαραστήσω τη μάχη από τα ευρήματα και μετά θα τη συγκρίνω με τα όσα μας
λέει ο Σέργιος.
Ο
Γουίλλιαμ έπιασε μαι φιγούρα στην πλευρά των Ρωμαίων.
-Ορίστε,
εδώ είναι ο εκατόνταρχός μας με τους άνδρες του. Από τους πρώτους που μπήκαν
στη μάχη όπως πιστεύουμε.
Ο
Γουίλλιαμ άφησε τη φιγούρα στη θέση της.
-Αλλά
δεν ήρθες να με ακούσεις να ανασυνθέτω τη μάχη, είπε.
-Ευχαρίστησή
μου, είπε η Μέρεντιθ, τα λες πάντα με έναν τρόπο που κρατάει το ενδιαφέρον.
-Μπορεί,
χαμογέλασε ο Γουίλλιαμ, αλλά σίγουρα δεν είναι μόνο αυτό. Σε τι μπορώ να σε
βοηθήσω;
-Εεε....
Έλεγα, αν θα ήθελες και’ συ βέβαια, να πηγαίναμε για φαγητό απόψε.
-Ναι,
απάντησε ανενδοίαστα ο Γουίλλιαμ κάνοντας το πρόσωπο της Μέρεντιθ να φωτιστεί
από ένα χαμόγελο.
1 σχόλια:
AKOMA DEN EXEIΣ ΓΙΝΕΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΜΟΥ ΣΤΟ ΝΕΟ ΜΟΥ BLOG!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
Δημοσίευση σχολίου