Ήταν
κοντά ώρα ενάτη για τους Εβραίους που μετρούσαν τις μέρες σε δωδεκάωρα από έξι
το πρωί σε έξι το απόγευμα και από’ κει στο πρωί πάλι. Σκοτάδι είχε απλωθεί σε
όλη την γη από την έκτη ώρα και η ίδια η γη σειόταν σαν να ετοιμαζόταν να
διαρραγεί σε σημείο που μακριά στην Αθήνα ο αρεοπαγίτης Διονύσιος, ο μετέπειτα
άγιος, αναφωνούσε « ή Θεός πάσχει ή το παν απώλετο ».
Στην
κορυφή του Γολγοθά ο Ιησούς βρίσκεται καρφωμένος στο σταυρό. Η θεία φύση
χαίρεται για τη σωτηρία των ανθρώπων αλλά και συμπάσχει με την ανθρώπινη που
υποφέρει τον πόνο όχι μόνο από τα καρφιά αλλά και όσα είχαν προηγηθεί,
χτυπήματα, μαστίγωμα με το τρομερό φραγγέλιο, το ακάνθινο στεφάνι και τους
εμπαιγμούς στο πραιτώριο.
Ακόμα
και αυτήν την ώρα του πόνου ο θυσιαζόμενος Θεάνθρωπος δεν βλέπει γύρω του παρά
μίσος και εχθρικά πρόσωπα, οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι ακόμα και τώρα τον
χλευάζουν, έχουν έρθει να χαρούν το θρίαμβό τους και δεν χάνουν ευκαιρία να τον
μυκτηρίσουν. Ο όχλος που άγεται και φέρεται, αυτός που φώναζε το ωσαννά, λίγες
ώρες πριν κραύγασε το άρον, άρον σταύρωσον αυτόν και τώρα επίσης χλευάζει μαζί
με αυτούς που τον καθοδήγησαν στο ανοσιούργημα.
Δίπλα
του, ένας από κάθε πλευρά δυο ακόμα σταυροί, με δυο καταδικασμένους για
εγκλήματα. Και εδώ; Παρά τον πόνο και τον επικείμενο θάνατο, και εδώ το μίσος.
« Αν είσαι υιός του Θεού κατέβα από το σταυρό και σώσε και μας ».
Μίσος
παντού κάτω από τον ανταριασμένο ουρανό και πιο πέρα η Παναγία μητέρα του
θρηνεί το μαρτύριο που οι αγνώμονες Ιουδαίοι επέβαλλαν στο μονογενή της. Που να
κοιτάξει ο σταυρωμένος Ιησούς;
Και
όμως εκεί μέσα στο σκοτάδι υπάρχει ένα βλέμμα που κοιτάζει τον Κύριο με
προσμονή και ελπίδα, ένα βλέμμα που ακόμα και στην ώρα του πάθους βλέπει σε
εκείνον τον Σωτήρα. Είναι ο εκ δεξιών του ληστής. Και δεν λέει πολλά, δεν
χρειάζονται. Αρκεί το «μνήσθητί μου Κύριε ». Πάνω στην μαυρίλα του Γολγοθά πόση
γλυκύτητα έφερε το βλέμμα ενός ληστή.