Ο Ηρώδης καθόταν στο
θρόνο του Δαυίδ σαν βασιλιάς του Ισραήλ αλλά δεν ήταν απόγονος του μεγάλου
βασιλιά και προφήτου, καλά - καλά δεν ήταν ούτε Ιουδαίος. Ήταν Ιδουμαίος και
φίλος των Ρωμαίων που τον είχαν ανεβάσει στο θρόνο. Γνώριζε ωστόσο ότι οι
υπήκοοί του δεν τον δέχονταν γιατί ήταν επιλογή των κατακτητών και όχι απόγονος
του Δαυίδ και έτσι είχε πάντα τα αυτιά του τεντωμένα για να μαθαίνει κινήσεις
εναντίον της εξουσίας του τις οποίες κατέστειλε άμεσα και με σκληρότητα. Δεν
είχε διστάσει να εκτελέσει και άτομα της οικογενείας του με την υποψία
συνωμοσίας.
Τώρα αναστατώθηκε με την
ιδέα ότι είχε γεννηθεί ένας βασιλιάς που τον ανήγγειλαν οι προφήτες. Ήξερε πολύ
καλά το λαό που κυβερνούσε και ήξερε πόσο επικίνδυνος θα ήταν ένας τέτοιος
βασιλιάς και μάλιστα ένας που θα τον αναγνώριζαν ακόμα και τόσο επιφανείς
ξένοι.
Πηγαινοερχόταν σαν
λιοντάρι στο κλουβί στην αίθουσα του θρόνου με το πρόσωπο συννεφιασμένο,
συνοφρυωμένος προσπαθούσε να βάλει σε τάξη τις σκέψεις του και να αποφασίσει τι
θα έπρεπε να κάνει. Έπρεπε να μάθει τι ήξεραν εκείνοι οι ξένοι, είχε ήδη
στείλει να τους φέρουν. Ήταν ανάγκη να τους εξαπατήσει για να μιλήσουν, δεν
μπορούσε να τους αναγκάσει. Ήταν ξένοι άρχοντες.
Ένας υπηρέτης του
βασιλικού οίκου μπήκε στην αίθουσα και ανήγγειλε την άφιξη των διδασκάλων που
είχε καλέσει ο βασιλιάς. Ο Ηρώδης κάθισε στο θρόνο και στο πρόσωπό του απλώθηκε
η συνήθης παγερή, απαθής έκφραση.
-Μεγαλειότατε
προσκυνούμε.
Ο Ηρώδης τους κοίταξε για
μια στιγμή αφήνοντάς τους με την αγωνία αν θα βγουν ζωντανοί από την αίθουσα.
-Ακούσατε σίγουρα τα
λεγόμενα στην πόλη. Τι είναι αυτά που λέγουν; Ποιον βασιλιά αναζητούν;
-Η προφητεία που
αναφέρουν οι ξένοι αναφέρεται στο Μεσσία, είπε ένας εκ των νομοδιδασκάλων. Περιλαμβάνεται
στην Τορά, στο βιβλίο των Αριθμών.
-Πότε και που θα
γεννηθεί;
-Το πότε είναι κεκρυμμένο
μυστήριο αλλά το που το γνωρίζουμε.
-Που θα είναι; Εδώ; Στα
Ιεροσόλυμα το κέντρο του Ισραήλ εδώ και δέκα αιώνες;
-Όχι, στην Βηθλεέμ, το
λέει σαφώς ο προφήτης Μιχαίας: Και συ Βηθλεέμ γη Ιούδα ουδαμώς ελαχίστη ει εν
τοις ηγεμόσιν Ιούδα, εκ σου γαρ εξελεύσεται ηγούμενος όστις ποιμανεί τον λαόν
μου του Ισραήλ.
-Στη Βηθλεέμ, την πόλη
του Δαυίδ λοιπόν, είπε ο Ηρώδης. Πολύ καλά πηγαίνετε.
Διέταξε να του φέρουν μετά
τους ξένους που είχαν προκαλέσει την αναστάτωση αυτή.
Οι τρεις ξένοι μπήκαν
μέσα στην αίθουσα. Ήταν αρχοντικού παραστήματος και ντυμένοι με επίσημες
ενδυμασίες που πρόδιδαν την κοινωνική θέση και τον πλούτο τους. Δεν
υποκλίθηκαν, ήταν οι ίδιοι μεγάλοι άρχοντες στην πατρίδα τους, αλλά χαιρέτησαν
τον βασιλιά με σεβασμό και φιλικά όπως θα έκανε κάθε καλοπροαίρετος ξένος. Ο
Ηρώδης επιστρατεύοντας όλη του τη διπλωματία τους καλωσόρισε και ζήτησε να
μάθει τι έψαχναν να βρουν. Εκ μέρους τους μίλησε ο Βαλτάσαρ, ο πιο ηλικιωμένος.
-Πολλά σου τα έτη
βασιλιά, εγώ και οι σύντροφοί μου σου ευχόμαστε να μακροζωήσεις. Ερχόμαστε από
μακριά, από τη γη της Χαλδίας. Είμαστε αστρονόμοι, παρακολουθούμε και μελετάμε
τα ουράνια σώματα. Είδαμε το αστέρι του νέου βασιλιά και γνωρίζοντας την παλιά
προφητεία του Βαλαάμ αποφασίσαμε να το ακολουθήσουμε για να μας φέρει σε αυτόν
και να τον τιμήσουμε.
-Οι σοφοί μας είναι
σίγουροι πως θα γεννηθεί στην Βηθλεέμ, μια μικρή πόλη της Ιουδαίας, όχι πολύ
μακριά από εδώ. Να πάτε να τον βρείτε και να επιστρέψετε να μου πείτε για να
πάω και’ γω να τον προσκυνήσω.
-Θα επιστρέψουμε, είπε ο
Βαλτάσαρ, και θα σε ενημερώσουμε για να πας. Είναι ό,τι πιο σημαντικό.
-Καλό δρόμο, ευχήθηκε ο
Ηρώδης, αλλά πείτε μου, πόσο καιρό έχετε που βλέπετε το άστρο αυτό;
-Λίγους μήνες το
ακολουθούμε.
Οι μάγοι έφυγαν από το
παλάτι και βγαίνοντας από την πόλη είδαν και πάλι το αστέρι και χαρούμενοι το
ακολούθησαν ως που τους έφερε στην Βηθλεέμ και τους κατέδειξε που βρισκόταν
εκείνο που ποθούσαν να δουν και να προσκυνήσουν.
Οι βοσκοί πήγαν ως τη
Βηθλεέμ και βρήκαν το σπήλαιο και είδαν το βρέφος στη φάτνη και ανήγγειλαν στον
Ιωσήφ και τη Μαρία τι τους είπε ο άγγελος και γιατί ήρθαν. Εκείνοι εξεπλάγησαν
με τα όσα τους είπαν, η δε Μαρία τα κράτησε όλα αυτά ζωντανά μέσα στην καρδιά
της.
Οι βοσκοί επέστρεψαν
δοξάζοντας και υμνώντας τον Θεό για όλα όσα είδαν και άκουσαν που ήταν όπως
τους είχαν ειπωθεί.
Φτάνοντας έξω από το
αγιασμένο σπήλαιο, οι μάγοι ξεπέζεψαν και αφήνοντας τις ακολουθίες τους έξω
μπήκαν μέσα να προσκυνήσουν. Προσέφεραν και δώρα από τους θησαυρούς τους.
Χρυσάφι, όπως αρμόζει στον βασιλιά του παντός, λιβάνι, όπως αρμόζει στον ένα
Θεό και σμύρνα το πιο πολύτιμο βοτάνι της Ασίας μα και πικρό, όπως αρμόζει σε
Εκείνον που έγινε άνθρωπος για να σώσει όλους τους ανθρώπους.
Μετά την ευλαβική
προσκύνηση οι μάγοι κατασκήνωσαν έξω από τη Βηθλεέμ για να περάσουν τη νύχτα
και να ξεκουραστούν πριν πάρουν το δρόμο της επιστροφής. Τη νύχτα ένας άγγελος
τους ειδοποίησε σε όνειρο να μην επιστρέψουν από τον ίδιο δρόμο και να μην
ενημερώσουν τον Ηρώδη. Έτσι οι μάγοι ξεκίνησαν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους
από άλλη μακρύτερη διαδρομή.
2 σχόλια:
Αγαπητέ Γουίλ, καλησπέρα και Χρόνια πολλά καλέ μου φίλε. Το διάβασα νεράκι. Μου άρεσε πάρα πολύ. Έχει τον εξαίρετο ρυθμό του λόγου σου, τις εικόνες και τις περιγραφές σου. Ολοζώντανο κείμενο φίλε μου και μπράβο σου.
Χρόνια Πολλά φίλε μου και καλά!
Σου εύχομαι τα καλύτερα.
Δημοσίευση σχολίου