Φιλία

Author: Νυχτερινή Πένα /


   A friend in need is a friend indeed λέει ένα αγγλικό ρητό και το θυμήθηκα πολλές φορές τον τελευταίο καιρό καθώς σκεφτόμουν την έννοια αυτή. Είναι αληθινά κάτι το ιδιαίτερο και ιερός ο δεσμός, μια δυνατή σχέση που αν είναι κανείς ευλογημένος να την έχει στη ζωή του νιώθει πραγματικά τυχερός που σε εκείνη τη δύσκολη ώρα δεν δε τον άφησαν μόνο, έρμαιο των χειρότερων φόβων και των πιο σκοτεινών εφιαλτών.


   Όποια και αν είναι η δυσκολία, όποιας φύσεως και όποιου βαθμού ο αληθινός φίλος είναι πάντα δίπλα σου να σε βοηθήσει με μια λέξη, μια κίνηση, μερικές φορές ακόμα και με την παρουσία του μόνο. Αυτή είναι η αληθινή φιλία και δυστυχία η απώλειά της.

   Μπορεί να απωλεσθεί μια φιλία; Αυτό κυρίως σκεφτόμουν. Μπορεί μια άτυχη στιγμή να διαλύσει μια φιλία; Μια απρόσεχτη λέξη, μια ατυχής κίνηση να γκρεμίσει όσα έχουν πάρει πολύ περισσότερο χρόνο για να γίνουν; Ευτυχώς όχι. Αν η φιλία είναι αληθινή όχι. Θα περάσει τις δυσκολίες και θα παραμείνει ακλόνητη. Είναι τρομερές στιγμές όμως οι στιγμές εκείνες που νιώθεις ότι τα λάθη σου απομάκρυναν τον άλλο, πως κατάφερες να τα διαλύσεις όλα με τις ανασφάλειές σου. Όταν πρέπει να απολογηθείς και δεν φοβάσαι να το κάνεις γιατί δεν μπορείς να διανοηθείς να χάσεις αυτή τη μοναδική σχέση αλλά ταυτόχρονα τρέμεις την απάντηση που θα λάβεις.

   Και είναι εξ' ίσου όμορφη και γεμάτη ανακούφιση η στιγμή που μερικές απλές λέξεις σε λυτρώνουν χαρίζοντάς σου την συγχώρηση και την γνώση ότι δεν έχασες την πολύτιμη παρουσία από τη ζωή σου.

Ένα Ευχαριστώ

Author: Νυχτερινή Πένα /

   Το ευχαριστώ είναι μια μικρή λέξη, μερικές φορές ανεπαρκής για να εκφράσουμε όλα όσα θέλουμε προς κάποιον, ευγνωμοσύνη για τη βοήθεια που λάβαμε, γιατί κάποιος ήταν εκεί όταν νιώσαμε να βυθιζόμαστε σε ένα εφιαλτικό σκοτάδι. Γιατί κάποιος μας στήριξε και δεν είμαστε μόνοι. Γιατί κάποιος μας άκουσε σε έναν κόσμο που δεν σταματάει κανείς να ακούσει τον άλλο.


   Έτσι και εγώ έχω να απευθύνω ένα μεγάλο ευχαριστώ σε μια ευαίσθητη ψυχή που με στήριξε και με κράτησε όρθιο σε πρόσφατα προβλήματα.

   Ευχαριστώ που είσαι εδώ για’ μενα.

   Ευχαριστώ που δεν κουράστηκες να με ακούς να σου μιλάω για εκείνα που με βάραιναν και ακόμα το κάνουν.

   Σε ευχαριστώ που δεν δίστασες να μου πεις όλα όσα εσύ έκρινες σωστά ακόμα και αν ήξερες ότι δεν θα είναι εύκολο.

   Σε ευχαριστώ που οργίστηκες για χάρη μου, σημαίνει πολλά για’ μενα που στάθηκα ανίκανος να εκφράσω.

   Σε ευχαριστώ γιατί είσαι αληθινή σε έναν κόσμο γεμάτο ψέμα και τρυφερή σε έναν κόσμο γεμάτο σκληρότητα.

   Σε ευχαριστώ που είσαι εσύ.

Μην απελπίζεσαι

Author: Νυχτερινή Πένα /

Απόψε πάλι μελαγχολείς
πάλι με τη μοναξιά συνομιλείς,
να της ξεφύγεις προσπαθείς.

Πάλι με τις δυσκολίες
μετράς τη δύναμή σου,
και για όσα εμπόδια συναντάς
αγωνιά η ψυχή σου.

Μην απελπίζεσαι και μη φοβάσαι
το πόσο δυνατή είσαι
πρέπει να θυμάσαι.

Μην ξεχνάς ποτέ αγαπημένη,
δεν είσαι μόνη στον κόσμο
ή εγκαταλελειμμένη,
έχεις ανθρώπους που σε αγαπάνε
να σε βοηθήσουν όλα καλά να πάνε.

Αγκάλιασε το μέλλον
μ' αισιοδοξία
και σου υπόσχομαι
μαζί σου θα είμαι σε κάθε δυσκολία.

Αγάπη

Author: Νυχτερινή Πένα /

   Αυτές οι σκέψεις ήταν αποτέλεσμα μιας συζήτησης με μια φίλη μες στην άγρια νύχτα. Μιλήσαμε για σχέσεις και τις εκφάνσεις τους, τις εκδηλώσεις τους. Είναι ωραία να σε αγγίζει η κοπέλα και να νιώθεις ότι σε θέλει και τη θέλεις αλλά σίγουρα δεν είναι μόνο αυτό. Και μετά το μυαλό μου πήρε το δρόμο του να σκέφτεται τρόπους που εκφράζεται η αγάπη.


   Να την κοιτάς και να μη χορταίνεις το πρόσωπό της ενώ κοιμάται γαλήνια στην αγκαλιά σου παραδομένη στα πιο γλυκά όνειρα.

   Να τη συντροφεύεις με τη σκέψη και το μυαλό σου όταν δεν μπορείς να είσαι μαζί της στα μονοπάτια της καθημερινότητάς της.

   Να ακολουθείς με τα δάκτυλά σου το περίγραμμα του προσώπου της, να την αγγίζεις όχι από πόθο αλλά γιατί είναι τόσο όμορφη που μπορείς να την κοιτάς από τώρα ως την αιωνιότητα.

   Να φιλάς τα χείλη της γιατί νιώθεις να σε κατακλύζει μια τρυφερότητα που θες να της εκφράσεις και μια αγάπη που θες να μοιραστείς μαζί της.

   Να ξυπνάς με το όνομά της στα χείλη σου και να αποκοιμιέσαι με τη σκέψη της.

   Να αρκεί η φωνή της για να φτιάξει και η χειρότερη μέρα σου, το γέλιο της για να σε ταξιδέψει............

    Ξέρω είμαι πολύ ρομαντικός για τον εικοστό πρώτο αιώνα αλλά δυστυχώς το ταξίδι στο χρόνο είναι ακόμα ανέφικτο.....

Μυστικά Του Παρελθόντος

Author: Νυχτερινή Πένα /



                                                                          



   Το τζιπ του στρατού βαμμένο με τα κλασσικά χρώματα παραλλαγής κατηφόριζε το στενό μονοπάτι προς το μικρό φυλάκιο κλυδωνιζόμενο. Ο οδηγός και ο συνοδός υπαξιωματικός είχαν κάνει πολλές φορές τη διαδρομή και δεν την πρόσεχαν ούτε τη θεωρούσαν κάτι το ιδιαίτερο. Οι δυο επιβάτες πίσω όμως είχαν άλλη άποψη καθώς τραντάζονταν για τα καλά και κρατιόνταν για να μην πέσουν ο ένας πάνω στον άλλο και γίνουν ένα κουβάρι με τα σακίδια και τα όπλα τους.

   Καθώς το τζιπ έφτανε στα μισά περίπου της ρεματιάς της οποίας την μια όχθη κατέβαινε μπορούσαν να δουν την πυκνή βλάστηση γύρω τους, αληθινό δάσος. δεν ήταν περίεργο, η Σάμος φημίζεται για την πλούσια βλάστησή της, και εδώ στη δυτική μεριά του νησιού αυτό ήταν το πιο έντονο χαρακτηριστικό του περιβάλλοντος.

   Η μπάρα που έφραζε το δρόμο φάνηκε μπροστά τους και ο σκοπός έσπευσε να την ανοίξει. Το τζιπ σταμάτησε σε ένα σχετικά επίπεδο ξέφωτο όπου ήταν χτισμένο το φυλάκιο. Οι δυο επιβάτες βιάστηκαν να κατέβουν και τεντώθηκαν να ξεπιαστούν. Το φυλάκιο αποτελείτο από ένα μικρό τετράγωνο κτίσμα που ήταν κοιτώνας για την εξαμελή φρουρά και ένα δεύτερο μακρόστενο με τους χώρους υγιεινής. Πιο χαμηλά στη ρεματιά βρίσκονταν οι αποθήκες πολεμικού υλικού για τη φύλαξη των οποίων είχε δημιουργηθεί εδώ το φυλάκιο.

   Ο λοχίας πεζικού Ρωμανός Κομνηνός τεντώθηκε να ξεμουδιάσει μετά τη διαδρομή με το τζιπ. Με ύψος πάνω από 1,85 και μεγαλόσωμος δεν βολευόταν εύκολα στο πίσω μέρος αυτοκινήτων ειδικά των μικρών τζιπ του στρατού. Παρακολούθησε τους άνδρες της φρουράς να ξεφορτώνουν τα εφόδια που είχε φέρει το τζιπ, τρόφιμα κυρίως. Ευτυχώς δεν είχαν στριμωχτεί και αυτά στο πίσω μέρος του τζιπ αλλά είχα φορτωθεί σε ένα επιπλέον τρέιλερ. Δίπλα του στάθηκε ο συνταξιδιώτης του. Επίσης γεροδεμένος αλλά όχι το ίδιο ψηλός ο φίλος του που άκουγε στο όνομα Μάρκος Διγέρης ανήκε μέχρι πρόσφατα στους καταδρομείς αλλά ένα ατύχημα είχε θέσει τέλος σε αυτή τη σταδιοδρομία.

   -Ησυχία θα έχει εδώ, είπε με τη βαθιά φωνή του.

   -Ναι, σχεδόν διακοπές, είπε ο Ρωμανός.

   Ένας στρατιώτης φόρτωσε στο τζιπ τα πράγματά του.

   -Ένας θα φύγει; Θα αυξηθεί η φρουρά;

   -Ο προηγούμενος επικεφαλής έφυγε το πρωί, είπε ένας άνδρας πλησιάζοντας. Είχε το ίδιο σχεδόν ύψος με τον Ρωμανό αλλά δεν ήταν το ίδιο γεροδεμένος. Είχε καστανά μαλλιά που ήταν λίγο παραπάνω από χνούδι στο κεφάλι του που είχε προφανώς ξυρίσει, και γαλανά μάτια. Στη στολή του έφερε διακριτικά λοχία.

   -Εγώ ήμουν επικεφαλής ως που να έρθεις εσύ και με χαρά θα σου παραδώσω. Με λένε Μιχάλη, αυτοί είναι ο Δημήτρης, ο Παύλος και ο Λεωνίδας. Επώνυμα θα μάθεις με τον καιρό.

   Ο Ρωμανός χαμογέλασε με την αμεσότητα του ομοβάθμου του που γρήγορα τον κατατόπισε στα του φυλακίου και του έδειξε τους χώρους.

   -Ο δρόμος που οδηγεί; ρώτησε ο Ρωμανός δείχνοντας το χωματόδρομο που αφού περνούσε ανάμεσα στα κτίρια του φυλακίου κατέβαινε μέσα στη ρεματιά.

   -Οδηγούσε.

   -Και τώρα όχι;

   -Όχι, οδηγεί στο χωριό αλλά το έχουν εγκαταλείψει. Είναι ερημωμένο. Δυο τρία εξοχικά μόνο κατοικούνται.

   -Και αυτοί περνάνε από' δω;

   -Ναι. Σπάνια, τρεις μήνες δεν έχω δει κανέναν.

   -Είσαι εδώ τρεις μήνες;

   -Ναι.

   -Ο κανονισμός λέει όχι παραπάνω από δεκαπέντε μέρες για λόγους ηθικού.

   -Αυτός αγαπάει την ησυχία και την ερημιά, είπε ο Παύλος, βιβλία να έχει και όλα καλά.

   Ο Μιχάλης γέλασε.

   -Ένοχος κατά το κατηγορητήριο.

   Ο Ρωμανός κατάλαβε ότι οι τέσσερις άνδρες που είχε βρει εδώ είχαν στενή φιλία μεταξύ τους και το κλίμα ήταν πολύ καλό. Έλπιζε πως θα εντασσόταν και αυτός με το Μάρκο αρμονικά σε αυτήν την παρέα.



    Καθώς το σούρουπο έπεφτε, λίγο πιο πρώιμα καθώς η ρεματιά με την πυκνή βλάστηση έκοβε το φως, ο Ρωμανός πλησίασε το Μιχάλη που καθισμένος σε ένα πεζούλι διάβαζε ένα βιβλίο. Κοίταξε πάνω από τον ώμο του περιμένοντας να δει κάποιο αστυνομικό τσέπης από αυτά που διαβάζει κανείς ίσα για να περάσει η ώρα αλλά έπεσε έξω. Διάβασε:

Τis all a checquer board of nights and days
Where Destiny with Men for pieces plays;
       Hither and thither moves, and mates and slays
And one by one back in the closet lays.

   -Τι είναι; Μελαγχολικό.

   -Ομάρ Καγιάμ, κάτι που γράφτηκε πριν από εννέα σχεδόν αιώνες και όμως τόσο αληθινό, απάντησε εκείνος σηκώνοντας το βλέμμα του από το βιβλίο του.

   -Ναι όντως. Θέλω να ρίξω μια ματιά στο χωριό, μου κίνησες την περιέργεια.

   -Εντάξει πήγαινε, εγώ δεν θα βγω ούτως ή άλλως οπότε δεν υπάρχει θέμα.

   Ο Ρωμανός κατηφόρισε το χωματόδρομο που έκανε το γύρο των κτισμάτων του φυλακίου πριν περάσει ανάμεσα στις αποθήκες και συνεχίσει στο πλάι της ρεματιάς. Ήταν απολαυστικό να περπατάει στο δρόμο κάτω από τα δένδρα και αναπνέοντας τον αέρα νοτισμένο από τόσες διαφορετικές ευωδίες.

   Έφτασε γρήγορα στο χωριό και ανακάλυψε πως ο Μιχάλης ήταν ακριβής στην περιγραφή του, τα μικρά σπιτάκια με τους ασπρισμένους τοίχους και τα κεραμίδια έστεκαν παρατημένα με το χρόνο να επιβάλλει πάνω τους το αδυσώπητο τίμημά του. Περπάτησε στο χορταριασμένο λιθόστρωτο ως την κάποτε πλατεία του χωριού όπου δέσποζε ένας τεράστιος πλάτανος. Στο πεζούλι κάτω από τη βαθιά σκιά του καθόταν μια κοπέλα. Είχε μακριά μαύρα μαλλιά που ανεμιζαν στο αεράκι και λευκό δέρμα που έκανε αντίθεση με αυτά. κοίταξε καθώς την πλησίαζε, κάπως αγέρωχα, αυστηρά. Στάθηκε σε μια απόσταση και την καλησπέρισε.

   -Καλησπέρα, απάντησε εκείνη. Έρχεσαι από το φυλάκιο προφανώς.

   -Ναι, μένετε εδώ;

   Ένιωσε πιο έντονο το κρύο ξαφνικά παρότι ο ήλιος δεν είχε δύσει.

   -Εδώ μένω. Πάντα.

   Ο Ρωμανός αναρωτήθηκε αν ο Μιχάλης είχε κάνει λάθος και έμεναν κάποιοι εδώ.

   -Είναι ωραία, είπε.

   -Ναι, είναι. Ή ήταν μάλλον. Πριν από το αίμα.

   Ο Ρωμανός την κοίταξε ξαφνιασμένος. Αίμα; Τι εννοούσε; Δεν πρόλαβε να ρωτήσει τίποτα καθώς χτύπησε το κινητό του. Το σήκωσε.

   -Έλα πίσω, είπε ο Μάρκος, μας ενημέρωσαν ότι βγήκε βόλτα ο μεγάλος.

   -Έγινε.

    Έκλεισε το κινητό και στράφηκε στην κοπέλα που δεν ήταν πια εκεί και δεν την έβλεπε ποθενά. Τρέχοντας είχε φύγει; Και πως δεν την είχε ακούσει; Ακόμα απορημένος επέστρεψε στο φυλάκιο.

Μου Λείπεις

Author: Νυχτερινή Πένα /

Σκληρός που είναι ο χρόνος

μαζί μου

και πως με αδικεί.



Κοντά σου κυλάνε οι ώρες

και φεύγουνε γοργά

σαν το νερό του ποταμού

που ορμητικός κυλά.



Φεύγουνε, περνάνε

πριν να τις καταλάβω

τη γλυκιά σου συντροφιά

όταν απολαμβάνω.



Και έρχονται οι ώρες

που είμαι μακριά σου,

αιώνες οι στιγμές,

πόσο αργά περνάνε.



Μετρώ μια μια

την κάθε στιγμή

ως που κοντά μου να' ρθεις πάλι εσύ.



Γλυκιά σαν μουσική

η δική σου φωνή

και βάλσαμο η παρέα σου

για τη δική μου ψυχή.



Έλα λοιπόν,

μην αργείς,

τη γλυκιά παρουσία σου

στη ζωή μου μη μου στερείς.

Η Γέννηση Της Μουσικής

Author: Νυχτερινή Πένα /


   Όταν ο άνθρωπος έχασε τον παράδεισο και βρέθηκε στη γη είχε να αντιμετωπίσει μια ζωή πολύ πιο δύσκολη και κοπιαστική, και πολύ πιο επίπονη. Γνώρισε τότε αισθήματα που ποτέ δεν είχε δοκιμάσει, την θλίψη, τον πόνο, τον θάνατο. Ένιωσε βαθύ σκοτάδι να τον τυλίγει, μια άβυσσος από την οποία δεν μπορούσε να βρει διέξοδο.


   Περήφανος ο διάβολος για το κατόρθωμά του παρουσιάστηκε μπροστά στον θρόνο του Θεού και καυχήθηκε για το πως τα είχε καταφέρει.

   “Δεν θα αφήσω τον άνθρωπο μόνο” ήταν η απάντηση του Θεού.

   “Παρέβει την εντολή και τιμωρήθηκε, δεν θα τον αφήσεις να επιστρέψει, “ είπε χαιρέκακα ο διάβολος.

   “Όχι, αλλά θα του δώσω έναν σύντροφο”.

   Και στην προσταγή Του ένας άγγελος έπαιξε με άρπα μια μοναδική νότα, την ίδια εκείνη που ξεπήδησε στο αρχέγονο σύμπαν την πρώτη στιγμή της δημιουργίας μαζί με το φως.

   Έτσι η μουσική ήρθε στον κόσμο, έπεσε από τον ουρανό σαν αόρατος μανδύας που φώτισε την ψυχή του ανθρώπου και έδιωξε το σκοτάδι. Την ζέστανε, την κράτησε ζεστή ικανή να αγαπάει, να συμπαθεί και να ελπίζει όταν τίποτα δεν επιτρέπει την παραμικρή ελπίδα.

   Ήταν από τότε μαζί του, κάθε εργασία γινόταν ελαφρύτερη με την παρέα της, κάθε καθήκον λιγότερο βαρετό, κάθε δρόμος έμοιαζε συντομότερος με τη συνοδεία της. Και δεν έπαψε ποτέ να τον εκφράζει. Η θλίψη γινόταν πιο ανεκτή, η αγάπη εκφραζόταν μοναδικά για κάθε ένα ζευγάρι που έβρισκε σε αυτήν το δικό του κομμάτι, κάθε χαρά ξεχυνόταν να αγκαλιάσει και τους γύρω.

   Εκείνο το πρώτο βράδυ, λέει ο μύθος, ο Αδάμ έφτιαξε την άρπα, και όταν οι νότες αντήχησαν στην σιγαλιά της νύχτας η Εύα ακούμπησε το κεφάλι της στον ώμο του και ένιωσαν λιγότερο μόνοι.

Ο Δρόμος Για Τη Σκιά Του Κόσμου 10 - Φινάλε

Author: Νυχτερινή Πένα /


   Η Κατερίνα είχε βγει για μια δουλειά, κάτι σχετικό με τα χαρτιά που θα χρειαζόταν όταν γεννούσε και δεν ήθελε να πάω μαζί της. Είχα αφοσιωθεί στο γράψιμο. Το μυθιστόρημά μου πλησίαζε στο τέλος του και έγραφα τώρα τα τελευταία δραματικά κεφάλαια. Είχε ξεπεράσει τις προσδοκίες μου αυτό το βιβλίο σε ποιότητα αλλά και σε μέγεθος, λογικό αφού είχα αφιερώσει τόση δουλειά. έχοντας νοερά μεταφερθεί στο κεκλιμενο εκείνη την τελευταία ώρα κατάστρωμα του Τιτανικού δεν κατάλαβα αμέσως το τηλέφωνο που χτυπούσε. Το έπιασα τελικά και είπα το κλασσικό εμπρός.


   -Ξέρετε την κυρία Αικατερίνη Μπεράτη; Βρήκαμε το τηλέφωνο αυτό στα χαρτιά της.

   -Είναι η μνηστή μου, είπα νιώθοντας ένα σφίξιμο στο στομάχι. Συμβαίνει κάτι;

   -Ελάτε στην εφημερεύουσα χειρουργική του Γενικού Νοσοκομείου. Τη χτύπησε αυτοκίνητο.

   -Είναι έγκυος, είπα αυτόματα χωρίς να σκεφθώ ότι οι γιατροί θα το είχαν δει.

   -Η κατάστασή της είναι σοβαρή, μου είπε ο συνομιλητής μου και έκλεισε το τηλέφωνο.

   Έφυγα από το σπίτι και βγήκα στο δρόμο να βρω ταξί κάτι που ευτυχώς δεν δυσκολεύτηκα να κάνω και πήγα στο νοσοκομείο με τις σκέψεις να με πολιορκούν, η μια χειρότερη από την άλλη. Τι της είχε συμβεί; Η κατάστασή της ήταν σοβαρή, πόσο σοβαρή όμως; Κινδύνευε; Το παιδί;

    Φτάσαμε στο νοσοκομείο και πλήρωσα, διέτρεξα όλη την απόσταση από την πύλη ως το κτίριο που στεγαζόταν η ΄Β χειρουργική κλινική τρέχοντας. Πήγα στο γραφείο πληροφοριών και ρώτησα για την Κατερίνα. Φωνάξανε ένα γιατρό που με πήρε παράμερα.

   -Είσαστε συγγενής;

  -Είναι η μέλλουσα σύζυγός μου, είπα. Προφανώς δεν ήταν αυτός που είχε τηλεφωνήσει. Τι συνέβει;

  -Τη χτύπησε αυτοκίνητο. Ο οδηγός ήταν τύφλα και αφού τη χτύπησε έπεσε σε ένα φορτηγό. Έμεινε στον τόπο. Η συζυγός σας χτυπήθηκε άσχημα. Έχει κακώσεις και εσωτερική αιμορραγία.

   -Θα ζήσει;

   -Φοβάμαι πως όχι αλλά ακόμα δεν μπορώ να πω. Αν επιζήσει τα επόμενα δυο εικοσιτετράωρα τότε θα γλιτώσει.

   -Το παιδί;

   -Είναι νεκρό, λυπάμαι.

   -Μπορώ να τη δω, είπα και η φωνή μου ακούστηκε σπασμένη, αγνώριστη.

   -Ναι, είπε ο γιατρός. Καλό θα ήταν να μην της πείτε για το παιδί αν συνέλθει. Ας γλιτώσει πρώτα.

   Πήγα στο θάλαμο που την είχαν. Ξαπλωμένη στο κρεβάτι του νοσοκομείου με τα μάτια της κλειστά και τόσο χλωμή με έκανε να πονέσω. Πήγα γρήγορα κοντά της. Έκατσα κοντά της, πήρα απαλά το χέρι της στα δικά μου και έμεινα να την κοιτάζω. Την αγαπούσα ακόμα περισσότερο εκείνη τη στιγμή της οδύνης αν ήταν δυνατό να ειπωθεί κάτι τέτοιο. Έμεινα εκεί ακίνητος για ώρες δίπλα της ελπίζοντας για το θαύμα, κρατώντας το χέρι της σαν να μπορούσα να της μεταδώσω δύναμη από τη δική μου για να γίνει καλά.

   Αλλά δεν μπορούσε να γίνει, η αγαπημένη μου εγκατέλειπε γοργά αυτή τη ζωή σαν να βιαζόταν να πάει να βρει το κοριτσάκι της που ποτέ δεν είδε το φως. Οι γιατροί δεν μπορούσαν να τη βοηθήσουν ήταν μια μάχη που δεν μπορούσε να κερδηθεί. Άφησα το θάλαμο μόνο μια φορά για να τηλεφωνήσω στην οικογένειά της. Οι γονείς της ήρθαν στο νοσοκομείο αλλά δεν έμειναν πολύ. Είχαν αφήσει τα μικρά με την αδερφή τους και δεν μπορούσαν να λείψουν, δεν είχε νόημα εξ' άλλου να μείνουν, είπαν.

   Τη δεύτερη νύχτα στο νοσοκομείο ήμουν πια έτοιμος να καταρρεύσω όταν ένιωσα το χέρι της να σφίγγει τα δικά μου. Κοίταξα την Κατερίνα που άνοιγε τα μάτια της. Με κοίταξε και είδα τον τρόμο στα μάτια της καθώς θυμόταν τι έγινε.

   -Το παιδί, ψέλλισε.

   -Είναι εντάξει, τη διαβεβαίωσα. Την προστάτεψες εσύ.

   -Να την προσέχεις, ψιθύρισε και έκλεισε τα μάτια της για πάντα αυτή τη φορά.

   Τα μηχανήματα άρχισαν να σφυρίζουν δαιμονισμένα και εγώ τινάκτηκα όρθιος, άρχισα να της κάνω μαλάξεις στο στήθος προσπαθώντας να επαναφέρω την καρδιά της αλλά μάταια. Έπεσα πάνω της κλαίγοντας, αγγίζοντας τα χειλάκια που δεν φιλούσα πια ποτέ, τα μάτια της που δεν θα με κοίταζαν πια ποτέ με αγάπη. Δεν έδινα σημασία σε κάνεναν ως που μια νοσοκόμα με έπιασε από το μπράτσο.

   -Λυπάμαι, είπε. Πρέπει να μας αφήσετε να.....

   Μου είπαν αργότερα ότι το ουρλιαχτό που έβγαλα ήταν φρικιαστικό σαν να σχιζόταν στα δυο η ίδια μου η ψυχή. Με βγάλανε από το δωμάτιο και κάθισα σε έναν πάγκο. Έκρυψα το πρόσωπό μου στα χέρια μου θρηνώντας ως που ένιωσα ένα χέρι στον καρπό μου και μια γλυκιά φωνή να ρωτάει:

   -Γιατί κλαις; Πονάς;

   Γύρισα και αντίκρισα ένα κοριτσάκι. Φορούσε μια κόκκινη πυτζάμα και στεκόταν δίπλα μου. Είχε το πιο γλυκό προσωπάκι που είχα ποτέ μου δει. Ροζ μαγουλάκια και δυο φωτεινά γαλανά ματάκια, είχε μαύρα μαλλιά κοντά κομμένα.

   -Πονάς; μου είπε. Γιατί κλαις;

   -Πέθανε η γυναίκα και η κόρη μου, είπα.

   -Ναι αλλά τώρα θα είναι κοντά στο Θεούλη, είπε. Και εκεί δεν θα πονάνε. Αυτό να σκέφτεσαι όταν πονάς, και θα είσαι καλύτερα. Εγώ αυτό κάνω.

   -Πονάς;

   -Έχω κάτι κακό στην κοιλίτσα μου, είπε αθώα, και οι γιατροί πρέπει να το βγάλουν. Μου κάνουν εξετάσεις που με πονάνε, και τότε κοιτάζω την πόρτα που με περιμένει η μαμά και είμαι καλύτερα γιατί κοντά της δεν θα πονάω. Και εσύ να σκέφτεσαι ότι η γυναίκα σου είναι κοντά στο Θεούλη.

   -Θα το κάνω, τη βεβαίωσα ενώ κοίταζα το ειδικό βραχιολάκι του νοσοκομείου στο χέρι της. Είχε σπάνια ομάδα αίματος, την ίδια ομάδα που είχα και' γω. Πως σε λένε; ρώτησα.

   -Μαρία, είπε.

   -Μαρία, είπα, θα θυμάσαι το τηλέφωνό μου να το πεις στους γονείς σου;

   Σκεφτόμουν την πιθανότητα να χρειαστεί αίμα. Εκείνη με κοίταξε σοβαρά όσο της έλεγα το νούμερο και μετά έφυγε καθώς επέστρεφα στο δωμάτιο όπου είχαν τελειώσει οι διαδικασίες και θα μπορούσα να πάρω το σώμα της αγαπημένης μου.



   Η νεκρώσιμη ακολουθία έγινε στο χωριό. Άφησα την οικογένειά της κοντά στο φέρετρο και τραβήκτηκα σε μια άκρη. Την είχα κλάψει πολύ ως τώρα και θα την έκλαιγα και στην υπόλοιπη ζωή μου, δεν χρειαζόταν να το κάνω μπροστά σε ανθρώπους που με έβλεπαν εχθρικά.

   Περίμενα να φύγουν όλοι για να γονατίσω στον φρεσκοσκαμμένο τάφο και να αφήσω τα δάκρυα μου να τρέξουν. Ένα κομμάτι μου έμεινε για πάντα εκεί.



   Επέστρεψα σπίτι νιώθοντας άδειος, σαν να είχα ζήσει όλα όσα είχα να ζήσω και τώρα με περίμενε ένα γκρίζο ατέρμονο κενό ως τη μέρα που θα ακολουθούσα την Κατερίνα στο ταξίδι της. Έπεσα στο κρεβάτι από το οποίο τρεις μέρες νωρίτερα είχαμε σηκωθεί μαζί και κοιμήθηκα. Η κούραση μου χάρισε έναν ύπνο βαθύ που ήταν ωστόσο γεμάτος από όνειρα εκείνης που για πάντα είχα χάσει.

   Το πρωί αποφάσισα να πάω στη σχολή, αν έμενα μέσα στο σπίτι θα τρελαινόμουν, παντού υπήρχαν αναμνήσεις και δεν ήξερα πως να αποφύγω το ασφυκτικό τους αγκάλιασμα. Ο πόνος θα με σκότωνε αν θυμόμουν συνέχεια την Κατερίνα. Έτσι πήγα στη σχολή. Τα μαθήματα με βοήθησαν κάπως να ξεχαστώ και να μη σκέφτομαι την αγαπημένη μου. Μέχρι το μεσημέρι.

   Έτρωγα λίγες πατάτες όταν άκουσα μια γνώριμη φωνή που είχα καταντήσει να μισώ. Ο Δημήτρης καυχιόταν για την νέα του κατάκτηση μεγαλοφώνως και για το γεγονός ότι η κοπέλα που είχε μόλις αφήσει είχε κάνει μια - ευτυχώς - αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας.

   -Και είναι κάτι να παινευθείς; είπα αρκετά δυνατά για να με ακούσει.

   -Ναι, είπε ατάραχος. Είμαι άνδρας, δεν με τυλίγει η κάθε κλαψιάρα. Αλήθεια η δική σου που είναι να κλαφτεί λίγο;

   Με την προσβολή αυτή έχασα κάθε έλεγχο και όρμησα πάνω του. Αυτή τη φορά περίμενε την επίθεσή μου αλλά δεν υπολόγισε την θλίψη και την οργή που πολλαπλασίασαν τη δύναμή μου. Το πέταξα πάνω σε τραπέζι σαν να μην ήταν πιο βαρύς από πάνινη κούκλα και άρχισα να τον χτυπώ.

   Με τραβήξανε μακριά του και σηκώθηκε. Έφυγε απειλώντας με μήνυση. Αλλά δεν την υπέβαλλε, είτε έμαθε ότι η Κατερίνα είχε σκοτωθεί και ένιωσε κάποιο οίκτο είτε τον εμπόδισε το γεγονός ότι έγινα ξαφνικά ήρωας στη σχολή όταν μαθεύθηκε η προθυμία μου να δώσω αίμα για την Μαρία. Όλα πήγαν καλά για το κοριτσάκι, το μόνο καλό που είχε συμβεί σε όλη αυτήν την ιστορία.

   Κατάφερα να μεταφερθώ σε μια αντίστοιχη σχολή στην Αθήνα και έφυγα από την πόλη με όρκο να μην επιστρέψω ποτέ. Δεν αποχαιρέτησα κανέναν παρά μόνο τη μικρή μου φίλη που είχε τόσο θάρρος όσο μικρούλα ήταν.

    Επέστρεψα έτσι στην Αθήνα. Μόνος ανάμεσα σε έναν ωκεανό ανθρώπων, αποτραβηγμένος στη σκιά του κόσμου.



ΤΕΛΟΣ

Αφιερωμένο Σε Μια Φίλη

Author: Νυχτερινή Πένα /

Γελάς αλλά μέσα σου πονάς
ξερω τι σε βασανίζει
και τι περνάς.

Το όνειρο χάθηκε διαψευσμένο
και σ' άφησε μικρό μου
τόσο λυπημένο.

Και αν ο πρίγκηπας
έγινε βάτραχος
κακό δικό του
εσύ πριγκίπισσά μου
θα βρεις καλύτερό του.

Γέλα λοιπόν γλυκιά μου
η ζωή είναι όλη δικιά σου
και τα καλύτερα
δικαιωματικά δικά σου.

Μια Ημέρα Κρίσεως

Author: Νυχτερινή Πένα /


   Η μέρα που τελείωσε ήταν από πολλές πλευρές μια ημέρα κρίσεως. Πέρασα τα μύρια όσα. Και όχι για τη δουλειά. Η δουλεια είναι πάντα ένας τυφώνας σε πλήρη καταστροφική ισχύ αλλά το έχω συνηθίσει. Είναι κουραστικό αλλά εντάξει τα βγάζω πέρα. Χθες ήταν μια τρελή μέρα αλλά κρατήθηκα όρθιος, το γραφείο είναι γεμάτο, έχω χαρτοβασίλειο ακόμα και στο πάτωμα, αλλά εντάξει παλεύεται η κατάσταση.


   Αυτό που με έκανε να νιώσω σαν να σήκωνα το βάρος όλου του κόσμου στους ώμους μου ήταν μια απόρριψη. Ανοητο εκ μέρους μου; Ίσως. Ήταν σχετικά αναμενόμενο αλλά με βύθισε σε ζοφερές σκέψεις, πολύ ζοφερές μάλιστα, για τα κριτήρια με τα οποία πολλοί γύρω μας κρίνουν τους άλλους.

   Συζητούσαμε τις προάλλες σχετικά με την ανορεξία και λέγαμε ότι μετράει πολύ το πως βλέπεις εσύ τον εαυτό σου. Αλλά τι γίνεται όταν οι άλλοι μετράνε μόνο αυτό που βλέπουν, πόσα κιλά είσαι, πόσο ύψος, χρώμα ματιών, μαλλιών, ποια είναι η ηλικία σου και πόσο δείχνεις; Και να απορρίπτεσαι για αυτά και όχι για το χαρακτήρα σου ή τις πράξεις σου.

   Έτσι βυθίστηκα σε μαύρες σκέψεις, ένα μαύρο πιο βαθύ και από αυτό που τώρα έχει απλωθεί γύρω μου καθώς η νύχτα έχει προχωρήσει για τα καλά. Θα είχα χάσει το δρόμο μου αν δεν ήταν μια φίλη να με στηρίξει να μη χάσω το θάρρος μου και μετά ο φύλακας άγγελός μου να με πάρει από το χέρι και να με βγάλει στο φως. Ευχαριστώ και τις δυο, ένα καλό που δεν μπορώ να ανταποδώσω αλλά είμαι ευγνώμων.

   Έτσι ασφαλής άλλη μια φορά μετά την καταιγίδα προσπαθώ να αποβάλλω την πικρή γεύση που το όλο θέμα μου άφησε και να συνεχίσω. Εξ' άλλου κάθε τέλος δεν είναι παρά μια νέα αρχή.

Ο Δρόμος Για Τη Σκια Του Κόσμου 9

Author: Νυχτερινή Πένα /


   Ξύπνησα από το πρωινό φως που με έλουζε. Ένιωθα γαληνεμένος, μια αίσθηση πληρότητας που είχα πολύ σπάνια στο παρελθόν αισθανθεί. Άφησα για λίγο το φως του ήλιου να με λούσει με τη θαλπωρή του ενώ ένιωθα στο πλάι μου το ζεστό σώμα της Κατερίνας. Την κοίταξα, είχε ήδη ξυπνήσει και απλά έμενε στο πλευρό μου απολαμβάνοντας τη γαλήνη του πρωινού.


   -Πες μου πως δεν ονειρεύομαι, είπε με τα μάτια κλειστά.

   -Όχι, δεν ονειρεύεσαι.

   Χάιδεψα τα μαλλιά της, ενώ κοίταζα το πρόσωπό της.

   -Όταν σε είδα για πρώτη φορά ξέρεις τι σκέφτηκα; Ότι ήσουν πολύ διαφορετικός από το Δημήτρη και ήταν πολύ παράξενο που μένατε μαζί. Μου φάνηκε ότι θα μπορούσε να πέσει το σπίτι και να μην το καταλάβεις έτσι αφοσιωμένος όπως ήσουν στη μελέτη σου.

   -Δεν είναι εύκολο να με αποσπάσει κάτι.

   -Τώρα πια το ξέρω.

   Μετακίνησε το κεφάλι της στο στέρνο μου. Άφησε έναν αναστεναγμό.

   -Είσαι τόσο ζεστός, όσο ζεστή είναι και η καρδιά σου. Ευχαριστώ που έμεινες μαζί μου, όταν ο Δημήτρης σηκώθηκε από το κρεβάτι αφού είχαμε κάνει έρωτα ένιωσα...... φτηνή. Σαν να ήμουν...

   Τη διέκοψα με ένα χάδι στα μαλλιά της.

   -Μην το σκέφτεσαι, κάνεις κακό σε' σενα και δεν το αξίζει.

   -Ναι.... Νιώθω το μωρό.

   Έβαλε το χέρι της στην κοιλιά της. Ένα γλυκό χαμόγελο ευτυχίας φάνηκε στα χείλη της καθώς ένιωθε την κίνηση της νέας ζωής που μεγάλωνε μέσα της.

   -Το παιδί μου, ψιθύρισε εκστατικά. Δεν έχει σημασία που δεν το θέλει ο πατέρας του εγώ θα το αγαπώ σαν τη ζωή μου. Μακάρι να είχε πατέρα κάποιον σαν εσένα.

   Η τελευταία αυτή φράση αντήχησε στα αυτιά μου με τη βαρύτητα του πεπρωμένου, αυτό δεν σκεφτόμουν τις τελευταίες ώρες;

   -Θα το ήθελες; ρώτησα.

   Με κοίταξε αβέβαια.

   -Ναι.... αλλά που να βρεθεί....

   -Κατερίνα θέλεις να γίνεις γυναίκα μου; είπα.

   Έμεινε άφωνη. Την ένιωσα να ριγεί και μετά ξέσπασε σε δάκρυα. Σάστισα από την αντίδρασή της και δεν ήξερα τι να κάνω ως τη στιγμή που ψιθύρισε:

   -Το θέλω όσο τίποτα άλλο.

   Μια περίεργη θέρμη ζέστανε το σώμα μου, κράτησα την Κατερίνα στην αγκαλιά μου. Είχα πλέον μια οικογένεια. Η Κατερίνα με φίλησε.

   -Σ' αγαπώ, είπε, σ' αγαπούσα από τη μέρα που έβαλες τον εαυτό σου μπροστά μου για να μη με χτυπήσει ο Δημήτρης. Από τότε που μένω εδώ ονειρεύομαι να είμαι μαζί σου αλλά δεν τολμούσα να ελπίσω στην κατάστασή μου.

   -Αξίζεις να σε αγαπάνε Κατερίνα, είπα.

   -Μη με αφήσεις σε παρακαλώ.

   -Ποτέ, υποσχέθηκα.



   Η ζωή μας πήρε μια διαφορετική τροπή από εκείνη τη μέρα και μετά. Η Κατερίνα κοιμόταν πλέον κοντά μου και την παρουσίαζα σε όλους σαν μνηστή μου. Αρχίσαμε να κάνουμε σχέδια για την κοινή ζωή μας. Να ονειρευόμαστε μια μεγάλη οικογένεια με πολλά παιδιά, είχαμε αποφασίσει ότι και το παιδί που τώρα κυοφορούσε δεν θα μάθαινε ότι δεν είμαι ο αληθινός πατέρας του.

   Συνεχίσαμε να πηγαίνουμε κανονικά στη σχολή και η Κατερίνα ετοιμαζόταν για την εξεταστική μιας και την καλοκαιρινή δεν θα την έδινε, θα ήταν λεχώνα. Έλαμπε από ευτυχία κάτι που έκανε το Δημήτρη να χολώνει. Η Κατερίνα δεν έκρυβε την αγάπη της για' μενα και όλοι υπέθεταν ότι το μωρό ήταν δικό μου, δεν μπορούσε πια να την κατηγορεί για τίποτα,

   Είμασταν πολύ ευτυχισμένοι, και εγώ που τόσο είχα ενστερνιστεί τη ζωή του λογίου ήμουν επιτέλους ασφαλής στη γνώση ότι είχα βρει τη σύντροφό μου.

   Αλλά δεν κράτησε για πολύ.