Ι.
Ο μάγος αναδύθηκε από τη
σκοτεινή γωνιά του κελαριού σαν να βρισκόταν εκεί ανέκαθεν, στην πραγματικότητα
είχε μόλις τηλεμεταφερθεί εκεί, και προχώρησε προς το πιο φωτισμένο μέρος κάτω
από το λαδοφάναρο που κρεμόταν από την πέτρινη οροφή. Στο φωτισμένο μέρος, μέσα
στον κύκλο που δημιουργούσε το φως, ήταν ένα τραπέζι και τέσσερις καρέκλες από
τις χοντροφτιαγμένες αλλά ανθεκτικές που βρίσκει κανείς στα καπηλειά. Καθισμένοι
σε αυτές ήταν δύο άνδρες που δεν τον είχαν αντιληφθεί ακόμα όπως μιλούσαν
σκυμμένοι πάνω από κούπες με αφρώδη μπύρα.
Τους παρατήρησε για μια
στιγμή, ο ένας ήταν ψηλός και σωματώδης, ο άλλος ήταν επίσης ψηλός αλλά
λεπτοκαμωμένος τόσο που θα πίστευες πιο εύκολα ότι είναι αυλικός παρά
πολεμιστής. Η εικόνα ήταν απατηλή όμως, ο μάγος ήξερε ότι ήταν ένας από τους
πιο επικίνδυνους φονιάδες στην πόλη. Πλησίασε το τραπέζι χωρίς να αιφνιδιάσει
τους άνδρες που τον είχαν ξαναδεί να εμφανίζεται από το πουθενά. Ο
λεπτοκαμωμένος περιορίστηκε μόνο να ρωτήσει:
-Πόση ώρα ήσουν εκεί
Χάλοραν;
-Λίγη, απάντησε αεράτα ο
μάγος, είσαστε έτοιμοι Βόρας;
-Ναι, θα μείνουμε εδώ
μέχρι τη νύχτα, θα βγούμε αφού αδειάσει πάνω η ταβέρνα αργά μετά τα μεσάνυχτα.
Ο κάπελας θα ορκιστεί ότι κοιμηθήκαμε εδώ με τον Μάλκος. Έχουμε άλλοθι.
-Δεν θα θέλαμε να πέσει
αυτό το έγκλημα στα κεφάλια μας, είπε ο άνδρας που άκουγε στο όνομα Μάλκος. Αν
ο φόνος τιμωρείται με ισόβια κάτεργα ή θάνατο ξέρεις τι κάνουν σε όποιον
σκοτώσει μέλος της βασιλικής οικογένειας πόσο δε το βασιλιά; Τον σταυρώνουν!
-Γι’ αυτό πρέπει να μην
σας πιάσουν, είπε ο μάγος μελιστάλακτα.
-Θα φροντίσουμε, είπε ο
Βόρας. Πως θα μπούμε στο παλάτι;
-Θα παρουσιαστείτε στην
δυτική πύλη και θα πείτε ότι έχετε ένα μήνυμα για τον λόρδο Άνσελμ, είπε ο
μάγος ενώ καθόταν σε μια από τις ελεύθερες καρέκλες, θα έχει ειδοποιήσει να σας
αφήσουν να περάσετε.
-Δεν είναι ο αρχηγός της
βασιλικής σωματοφυλακής;
-Αυτός, επιβεβαίωσε ο
μάγος.
-Και θέλει το θάνατο του
βασιλιά; ρώτησε ο Βόρας.
-Ίσως επειδή είναι και
αδερφός του και αν πεθάνει κληρονομεί το στέμμα.
Οι δύο πληρωμένοι
δολοφόνοι έμειναν με ανοιχτό το στόμα. Ο μάγος τους παρατηρούσε διασκεδάζοντας
με την αντίδρασή τους.
-Έχω δυο ερωτήσεις, είπε
ο Βόρας. Αν θες το βασιλιά νεκρό γιατί δεν τον σκοτώνεις μόνος σου; Είσαι μάγος,
δεν είσαι;
-Ναι είμαι, αλλά ο
βασιλιάς είναι άτρωτος σε κάθε μαγεία. Δεν μπορείς να τον σκοτώσεις με ξόρκι ή
μαγεμένο όπλο. Μπορεί να πεθάνει μια χαρά από ένα σπαθί αλλά όχι από μια πύρινη
σφαίρα. Η άλλη ερώτηση;
-Που θα είσαι εσύ;
-Εκείνη την ώρα θα
φροντίσω να είμαι σε κοινή θέα για να μην μπορώ να κατηγορηθώ γι’ αυτό το
έγκλημα, ο σταυρός είναι φρικτός τρόπος να πεθάνει κανείς. Αλλά νωρίτερα
σκοπεύω να κοιμηθώ με τη βασίλισσα.
Ο Μάλκος τον κοίταξε με
ένα βλέμμα κάπου ανάμεσα στη δυσπιστία και την περιφρόνηση.
-Τι άνθρωπος είσαι τέλος
πάντων; Δεν σου αρκεί ο θάνατος του ανθρώπου θες και να τον ατιμάσεις!
Ο μάγος συνοφρυώθηκε,
προφανώς η αντίδραση του άνδρα απέναντί του δεν του άρεσε καθόλου. Ελπίζοντας
να προλάβει τα προβλήματα ο Βόρας έσπευσε να ρωτήσει:
-Τι θα κάνουμε αφού περάσουμε
την πύλη, δεν μας είπες.
-Θα έχετε ένα
σχεδιάγραμμα που θα σας φέρει στην είσοδο των βασιλικών διαμερισμάτων, εκεί θα
πρέπει να σκοτώσετε τους φρουρούς και να μπείτε. Σκοτώστε το βασιλιά και φύγετε
γρήγορα.
-Είναι υπέροχο να ακούς
να σχεδιάζουν το θάνατό σου, είπε μια φωνή από την κορυφή της σκάλας που
οδηγούσε από το καπηλειό στο κελάρι. Οι δύο δολοφόνοι πετάχτηκαν όρθιοι και
τράβηξαν τα σπαθιά τους βλέποντας τον βασιλιά Κόνραντ της Νεύστρια να στέκεται
στη σκάλα. Ο μάγος ξέσπασε σε γέλια όμως και είπε:
-Για μια στιγμή ξεγέλασες
και’ μένα Ερρίκο. Έλα κάθισε μαζί μας.
Στράφηκε στους δύο
ολότελα σαστισμένους δολοφόνους.
-Να σας συστήσω τον
Ερρίκο της Νεύστρια, λόρδο Άνσελμ, αρχηγό της βασιλικής σωματοφυλακής και
δίδυμο αδερφό του βασιλιά.
Ο νεοφερμένος κάθισε στην
τελευταία ελεύθερη καρέκλα και έβαλε το χέρι μέσα στο μανδύα του. Έβγαλε μια
τυλιγμένη περγαμηνή και την άφησε στο τραπέζι. Κοίταξε το μάγο που ένευσε καταφατικά.
Ο Ερρίκος ξετύλιξε την περγαμηνή αποκαλύπτοντας τα έντεχνα αποτυπωμένα σχέδια
του παλατιού.
-Θα μπείτε από εδώ και θα
ακολουθήσετε αυτή τη διαδρομή, από εδώ, σε αυτές τις σκάλες και τους
διαδρόμους, θα έχω απομακρύνει τους περισσότερους φρουρούς, και θα βρείτε εδώ
μόνο, πριν μπείτε στα βασιλικά διαμερίσματα. Έχω βάλει υπηρεσία τους πιο
ανίκανους της φρουράς μετά τη δεύτερη φυλακή της νύχτας.
-Ωραία, είπε ο Βόρας και
έκανε να πάρει την περγαμηνή.
-Δεν μπορείτε να το
κρατήσετε, είπε ο Ερρίκος, απομνημονεύστε το.
Οι δύο δολοφόνοι κοίταξαν
τον μάγο. Ο Χάλοραν χαμογέλασε καθησυχαστικά.
-Θα σας βοηθήσω και εγώ
να το θυμάστε, είπε ήσυχα και άρχισε να υφαίνει μια γητεία. Η γητεία αυτή θα
τους επέτρεπε να θυμούνται το σχεδιάγραμμα σαν να το είχαν μπροστά στα μάτια
τους όλη την ώρα. Αυτό που μόνο ένας χρήστης της μαγείας θα μπορούσε να ξέρει
ήταν ότι μετά το τέλος αυτής της αποστολής η ίδια γητεία θα έκαιγε τελείως τη
μνήμη τους αφήνοντάς τους την κενή σαν να ήταν νεογέννητα μωρά. Δεν είχε σκοπό
να τον συνδέσουν με κάποιο τρόπο με το φόνο.
Θα είχε φροντίσει και για
τον πρίγκηπα αλλά η μαγική προστασία του βασιλιά έρεε και στις δικές του
φλέβες. Ευτυχώς θα πέθαινε σύντομα, ήταν άρρωστος, μπορεί να μην το έδειχνε
αλλά ο Χάλοραν σαν μάγος το είχε ανιχνεύσει.
Το ατάραχο πρόσωπό του
δεν πρόδιδε τις σκέψεις του ενώ ύφαινε τη γητεία του. Οι δυο δολοφόνοι
συνέχιζαν να μελετούν το σχεδιάγραμμα ενώ ο πρίγκηπας παρακολουθούσε χωρίς να
προδίδει τι σκέπτεται. Όταν ο μάγος τελείωσε ο Βόρας τύλιξε την περγαμηνή και
έμεινε για μια στιγμή σκεφτικός, μετά άπλωσε και πάλι πάνω στο τραπέζι το
σχεδιάγραμμα.
-Εκπληκτικό! είπε.
Τύλιξε το σχεδιάγραμμα
και το έδωσε στον Ερρίκο.
-Είμαστε έτοιμοι λοιπόν,
είπε εκείνος και σηκώθηκε από την καρέκλα.
Ανέβηκε τη σκάλα. Πριν
βγει στο καπηλειό, στράφηκε και κοίταξε τους δύο δολοφόνους. Φροντίστε να μη
σας πιάσουν, δεν θα σας χαρίσω τη ζωή αν σας φέρουν ενώπιόν μου.
Βγήκε αφήνοντας τους δύο
δολοφόνους και το μάγο.
-Είστε έτοιμοι, είπε ο
Χάλοραν, καλή επιτυχία στο σκοπό μας. Και βέβαια φροντίστε να μη σας πιάσουν.
Έγειρε πίσω σηκώνοντας
την καρέκλα στα πίσω πόδια και την επόμενη στιγμή αυτή βρόντηξε στο πάτωμα
καθώς ο μάγος δεν ήταν πια εκεί.
ΙΙ.
Για όλα έφταιγε ο Κόνραντ
ο Γ’, ο προηγούμενος βασιλιάς της Νεύστρια, με την περίφημη αίσθηση δικαίου
του. Ο Χάλοραν είχε περάσει τα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής του, τελευταία
δέκα και του Κόνραντ, δηλητηριάζοντας το μυαλό του βασιλιά ότι οι δίδυμοι γιοι
του δεν ήταν άξιοι για το θρόνο και ότι ο ίδιος είχε μεγαλύτερες ικανότητες σε
αυτό για να τα χάσει όλα από το πείσμα και την αίσθηση δικαίου του βασιλιά.
Δεν ήθελε να αποκλείσει
τους γιους του από το θρόνο έτσι με μια βασιλική απόφαση ακόμα και αν ο Χάλοραν
του ορκιζόταν ότι θα περνούσαν ζωή χαρισάμενη χωρίς έννοιες και σκοτούρες, και
επέμενε ότι θα έπρεπε η αξία τους ή μη να αποδειχθεί στο αρχαίο πένταθλο που η
παράδοση προέκρινε ως τρόπο αποδείξεως της αξίας ενός πολεμιστή και ηγέτη.
«Και εκεί αποδείχθηκε η
αξία τους, σκέφθηκε οργισμένος ο μάγος, ανάθεμα!»
Ο καθρέφτης απέναντί του
θρυμματίστηκε σε άπειρα μικρά κομματάκια που σκόρπισαν στο πέτρινο δάπεδο του
δωματίου. Πήρε βαθιά ανάσα. Έπρεπε να ηρεμήσει αλλιώς δεν θα πετύχαινε τίποτα.
Βρισκόταν στον πύργο του
λίγο έξω από την πόλη της Φερίνα, της πρωτεύουσας της Νεύστρια, στο δωμάτιο που
χρησίμευε ως τόπος πειραματισμού πάνω στα ξόρκια του. Το δωμάτιο ήταν στην
κορυφή του πύργου και είχε θέα στην γύρω περιοχή. Μπορούσε να δει το σκοτάδι να
πέφτει και τα πρώτα φώτα να ανάβουν στα τείχη και τα σπίτια της πόλης.
Πρόφερε ένα ξόρκι που
επανέφερε τον καθρέφτη στην πρότερη κατάστασή του και μετά πήγε πάλι στο
αναλόγιο στην άλλη άκρη του δωματίου για να μελετήσει το ξόρκι που ήθελε εκ
νέου. Κοίταξε το κείμενο με τους αρχαίους συμβολισμούς της μαγείας αλλά ο θυμός
ακόμα έβραζε μέσα του.
Ύψωσε το βλέμμα στις
σειρές ραφιών με τις δεκάδες περγαμηνές με ξόρκια και τις κρυφές οδηγίες για
την παρασκευή των φίλτρων του προσπαθώντας να ανακτήσει την ψυχραιμία του. Για
να πάρει τη μορφή που ήθελε έπρεπε πρώτα να την οραματιστεί και βέβαια
οραματιζόμενος τη μορφή του βασιλιά δεν ήταν εύκολο να παραμείνει ήρεμος. Πήρε
βαθιά ανάσα. Σε λίγο θα είχε την εκδίκησή του.
Η πρώτη δοκιμασία είχε
σκοπό να αποδείξει την ευθυκρισία του δοκιμαζομένου, ο Κόνραντ και ο Ερρίκος
την είχαν αποδείξει κρίνοντας μια υπόθεση, εκείνος με ένα ξόρκι είχε μαντέψει
τη σωστή απάντηση. Έκανε το ίδιο και στη δεύτερη που δοκίμαζε την φιλευσπλαχνία
τους. Στην τρίτη δοκιμασία, που δοκίμαζε τις γνώσεις και την μόρφωσή τους,
ακολούθησε και αυτός με ευκολία όντως από τους πιο μορφωμένους ανθρώπους στο
βασίλειο. Τέταρτη δοκιμασία ήταν το παιχνίδι του μπατάρ, ένα παιχνίδι
στρατηγικής σαν σκάκι αλλά σε πιο μεγάλο χώρο και με περισσότερα κομμάτια που
το έκαναν πολλαπλά περίπλοκο. Εκεί τα πήγε καλά μιας και του άρεσε πολύ το
μπατάρ. Αλλά η πέμπτη δοκιμασία ήταν άλλη υπόθεση, ήταν η κονταρομαχία.
Τελείωσε τη μελέτη και
πήγε πάλι στον καθρέφτη. Άρχισε να απαγγέλει και να μεταμορφώνει τον εαυτό του
στο μισητό βασιλιά. Ξεκίνησε από το σώμα, πέρασε στα μαλλιά και στα μάτια,
τελειοποίησε το πρόσωπο και χαμογέλασε στο είδωλό του. Παραλίγο να ξεχάσει την
ουλή στον δεξιό πήχυ, για μια στιγμή ξεγελασμένος από τον καθρέφτη ξεκίνησε να
δημιουργήσει την ουλή στο λάθος χέρι αλλά μετά το διόρθωσε.
Έχοντας μια μόνο
δοκιμασία για να επιβληθεί, ο Χάλοραν μάγεψε το όπλο του στην κονταρομαχία για
να ρίξει τον Κόνραντ από τη σέλα. Ο βασιλιάς αποδείκτηκε απρόσβλητος στην
μαγεία και ο ίδιος υπέστη μια ταπεινωτική ήττα. Ο αδερφός του τραυμάτισε άθελά
του τον Κόνραντ παρότι ηττήθηκε στην κονταρομαχία.
Απόψε όμως ο ίδιος θα
έπαιρνε την εκδίκησή του. Θα πέθαινε ο βασιλιάς και εκείνος θα ατίμαζε την
μνήμη του ασελγώντας στην βασιλική κλίνη με την βασίλισσα. Έπειτα θα άφηνε τον
Ερρίκο να βασιλεύσει ως που να τον εξοντώσει η αρρώστιά του και μετά θα
διεκδικούσε το θρόνο με το αρχαίο έθιμο και την δοκιμασία που είχε γίνει λίγους
μήνες πριν.
Τώρα ήταν έτοιμος, φόρεσε
τη στολή αξιωματικού του στρατού της Νεύστρια, ενδυμασία που προτιμούσε στις μη
επίσημες περιστάσεις ο βασιλιάς, και ύφανε μια γητεία τηλεμεταφοράς.