Στο
άνοιγμα στεκόταν μια μορφή ντυμένη με μια πανοπλία που κάποτε ήταν λευκή αλλά
τώρα είχε μαυρίσει από το χρόνο. Στα χέρια του κρατούσε ένα μεγάλο μαύρο σπαθί
που εξέπεμπε ένα ανίερο φως. Το πρόσωπο, το μόνο μέρος που άφηνε η πανοπλία
ακάλυπτο, ήταν αυτό ενός νεκρού στην παγωμένη φθορά του θανάτου.
-Ένας
απέθαντος, είπε με φόβο η Ρέιλα.
-Ποιος
είσαι και τι θέλεις από’ μας, απαίτησε ο Ιππότης.
Ο
απέθαντος γέλασε και το γέλιο του αντήχησε στο σπήλαιο, δυνατό και μακάβριο. Ο
Φένορ ξεθηκάρωσε τη σπάθα του ενώ η Ρέιλα στάθηκε δίπλα του με το διαμάντι
ακόμα στα χέρια της.
-Είμαι
πολύ πιο αρχαίος και δυνατός από εσένα Ιππότη, υποκλίσου στη δύναμη του Βαλκόρ
και μπορεί να ζήσεις.
Ο
Φένορ αναγνώρισε το όνομα. Αιώνες πριν ο σκοτεινός μάγος Βελκόρ είχε
προσπαθήσει να καταλάβει την Εσπέρια, η Ιπποσύνη τον είχε νικήσει σε μια σκληρή
μάχη. Ο μάγος βλέποντας το τέλος κοντά είχε μετατρέψει τον εαυτό του σε απέθαντο.
Σκοτώθηκε και για να μην επιστρέψεις τη ζωή οι Ιππότες τον είχαν θάψει βαθιά
στα σπήλαια της Ταμπόρα, όχι αρκετά βαθιά όπως φαινόταν.
-Άθελά
τους οι μεταλλωρύχοι του Γκλόρυντιπ με ελευθέρωσαν και σκόρπισα ανάμεσά τους το
θάνατο, είπε ο Βελκόρ σαν να διάβαζε τις σκέψεις του Φένορ.
-Και
θέλεις να σκοτώσεις και εμάς τώρα υποθέτω.
-Εσάς;
Όχι ακριβώς, είπε ο Βαλκόρ. Εσείς έχετε άλλο σκοπό.
Ο
Φένορ έριξε μια ματιά στη μάγισσα δίπλα του και στον Λουβίας, κανείς δεν
έδειχνε να καταλαβαίνει τι εννοούσε ο απέθαντος. Η μάγισσα ήταν έτοιμη να
αμυνθεί αν ο απέθαντος επιτιθόταν ενώ ο νεκρομάντης δεν έδειχνε να ανησυχεί.
-Μετά
την εξόντωση των μεταλλωρύχων ένιωσα ενισχυμένος, είπε ο Βαλκόρ, αλλά όχι τόσο
για να αφήσω τα σπήλαια. Οπότε μηχανεύτηκα τον τρόπο να γίνω πιο δυνατός.
Συνέχισα να σκοτώνω, ήξερα ότι η Ιπποσύνη θα έστελνε κάποιον να δει τι
συμβαίνει, έστειλα τα γκόμπλιν για να είμαι σίγουρος ότι θα έμπαινες στα
βαθύτερα σπήλαια. Όσο για εσένα μικρή μάγισσα δεν είχα παρά να επέμβω στο μυαλό
των μελών του κονκλαβίου. Καταδικάστηκες και στάλθηκες εδώ κάτω, σε νοιάζει να
σου πω ότι τις τελευταίες ώρες οδηγήθηκαν και οι επτά στην τρέλα και την
αυτοκτονία. Ο νεκρομάντης βρέθηκε τυχαία εδώ αλλά δεν μου είναι άχρηστος.
-Μπήκες
σε πολύ κόπο για να μας φέρεις εδώ, είπε ο Φένορ, αλλά για ποιο σκοπό;
-Περάσατε
μια ωραία νύχτα εσείς οι δυο, είπε ο απέθαντός.
Ο
Φένορ και η Ρέιλα κοιτάκτηκαν ξαφνιασμένοι ενώ ο Λουβίας κάγχαζε ειρωνικά. Τώρα
εξηγείτο η ξαφνική επιθυμία της νύχτας και η τόσο έντονη ερωτική τους ένωση.
-Έγινα
απέθαντος για να επιζήσω αλλά είναι καιρός να αποκτήσω ένα σώμα κατάλληλο και
το πιο κατάλληλο είναι ο καρπός ενός Ιππότη και μιας Σκοτεινής μάγισσας.
Η
Ρέιλα έφερε το ένα χέρι στην κοιλιά της. Είχε συλλάβει όντως;
-Δεν
θα πάρεις το παιδί αυτό, είπε ο Φένορ και με τη σπάθα του υψωμένη προχώρησε
προς τον Βαλκόρ που ύψωσε το χέρι του και εξαπέλυσε μια ριπή μαύρης ενέργειας.
Η ριπή χτύπησε τον Ιππότη και τον τίναξε στο δάπεδο με μια χαίνουσα πληγή στο
στήθος. Η μάγισσα γονάτισε δίπλα του και έβαλε το
χέρι της στην πληγή που αιμορραγούσε. Ψιθύρισε ένα ξόρκι και αμέσως η πληγή
έκλεισε, το δέρμα έμεινε ανέπαφο σαν να μην είχε ποτέ χτυπηθεί. Ο Ιππότης
σηκώθηκε όρθιος.
Ο
Λουβίας έτεινε το χέρι του στο οποίο λαμπύριζαν δύο δακτυλίδια και πρόφερε μια νεκρομαντική
κατάρα. Πορφυρές δέσμες φωτιάς εκτοξεύθηκαν προς τον Βαλκόρ. Δεν τον ένοιαζε η
μοίρα του Φένορ και της Ρέιλα αλλά έπρεπε να σκοτωθεί ο απέθαντος αν ήταν να
φύγει ζωντανός από εδώ με το Μάτι του Μάρνους. Ο απέθαντος άνοιξε το στόμα του
αφύσικα πολύ και κατάπιε τις φλόγες. Ο νεκρομάντης ένιωσε να εξασθενεί. Έπεσε
στα γόνατα ενώ ο απέθαντος απομυζούσε τη δύναμή του.
Ο
Βαλκόρ έκανε ένα σχήμα στον αέρα και την επόμενη στιγμή τρία γκόμπλιν
εμφανίστηκαν γεμίζοντας το χώρο με την βαριά οσμή τους. Επιτέθηκαν κραδαίνοντας
σπαθιά με κυρτές λάμες. Ο Φένορ προχώρησε μπροστά και αντιμετώπισε τα τρία
πλάσματα. Όπως και την προηγούμενη φορά που είχε αντιμετωπίσει μερικά από αυτά
η μάχη ήταν σύντομη και νικηφόρα. Ο απέθαντος εκμεταλλεύθηκε τον περισπασμό και
εξαπέλυσε μια μαγική επίθεση, μια δέσμη μαγικής ενέργειας ξεπήδησε από το απλωμένο
χέρι του και χτύπησε την Ρέιλα χωρίς να τη βλάψει καθώς το μενταγιόν της
απορρόφησε την ενέργεια.
Ο
Λουβίας με ένα ξόρκι σήκωσε από το έδαφος τα νεκρά πλάσματα που κινήθηκαν
εναντίον του πρώην αφέντη τους. Ο Βαλκόρ τράβηξε τη σπάθα από το πλευρό του που
τυλίχθηκε στο ανίερο φως που τύλιγε όλη τη μορφή του. Με μια κίνηση μετέτρεψε
σε σκόνη τα τρία νεκροζώντανα γκόμπλιν. Ύστερα έδειξε με τη σπάθα του τον
Λουβίας, με ένα μουγκρητό πόνου έπεσε στα γόνατα. Το πρόσωπό του έγινε σταχτί
και μετά ωχρό σαν πεθαμένου.
-Το
άγγιγμα του απέθαντου, είπε η Ρέιλα με φωνή που πάσχιζε να κρατήσει σταθερή, θα
τον κάνει όμοιο του.
Ο
Φένορ σήκωσε τη σπάθα του και την κατέβασε στο λαιμό του Λουβίας,
αποκεφαλίζοντάς τον, το άψυχο σώμα σωριάστηκε στο πέτρινο δάπεδο με έναν
υπόκωφο ήχο.
-Αναπαύσου
εν ειρήνη, μακριά από την κατάρα των απέθαντων.
Ο
Βαλκόρ απήγγειλε ένα ξόρκι και κάτι τρομερά επικίνδυνο υλοποιήθηκε μέσα στη σπηλιά,
ένα μεγάλο ον σαν αρκούδα με διπλό μέγεθος όμως και με χαυλιόδοντες να εξέχουν
από το στόμα του και φονικά νύχια στα οκτώ δάκτυλα κάθε ποδιού.
-Ένα
σαλκ, είπε η Ρέιλα.
Ο
Φένορ ζύγιασε τη σπάθα έτοιμος για επίθεση αλλά η μάγισσα τον σταμάτησε.
-Μόνο
με τη σπάθα σου δεν μπορείς να νικήσεις Ιππότη, χρειάζεσαι βοήθεια.
Πήρε
τη σπάθα και κράτησε το Μάτι του Μάρνους πιεσμένο στη λαβή, το διαμάντι
βυθίσθηκε στην κάτω άκρη της λαβής με την ευκολία που το μαχαίρι βυθίζεται στο
βούτυρο. Ο Φένορ πήρε πίσω τη σπάθα του και την κράτησε στο χέρι του, δεν
φαινόταν να έχει αλλάξει κάτι αλλά καταλάβαινε τη δύναμη μέσα της.
Με
μια προσταγή του απέθαντου το σαλκ όρμησε πάνω τους. Ο Ιππότης έκανε έναν
ελιγμό αποφεύγοντας το φονικά οπλισμένο πόδι του και κατέβασε με ορμή τη σπάθα
στο κεφάλι του.
Ο
Βαλκόρ έβγαλε μια κραυγή δυσπιστίας βλέποντας το σαλκ να πέφτει νεκρό. Ο Φένορ
επιτέθηκε πριν προλάβει να συνέλθει από την έκπληξη και με ένα αποφασιστικό
χτύπημα διαπέρασε με τη σπάθα του τον αντίπαλο. Για μια στιγμή δεν έγινε
τίποτα, ύστερα ο χρόνος που είχε τόσα χρόνια μείνει στάσιμος πήρε την εκδίκησή
του εν ριπή οφθαλμού και μπροστά στα έκπληκτα μάτια του Ιππότη ο απέθαντος
μετατράπηκε σε λεπτή γκρίζα σκόνη.
Στράφηκε
προς τη Ρέιλα και στάθηκε αιφνιδιασμένος από το θέαμα που αντίκριζε. Η νεαρή μάγισσα
δεν είχε αποφύγει το χτύπημα από το σαλκ. Ένα από τα τερατώδη νύχια του την
είχε ξεσκίσει στο στήθος και η πληγή ήταν τεράστια για να υπάρχει ελπίδα
επιβίωσης. Αν την κρατούσε ακόμη κάτι όρθια ήταν το πείσμα της. Καθώς ο Φένορ
πήγαινε κοντά της σωριάστηκε στο έδαφος.
Ο
Φένορ κοίταξε το μάτι του Μάρνους στη σπάθα του και μετά την νεκρή κοπέλα στο
δάπεδο. Άξιζε τέτοιες θυσίες η δύναμη; Θα μετέφερε στο κάστρο στο Γνοφώδες όρος
το όπλο του όπου οι ανώτεροί του θα φρόντιζαν για την ασφάλεια του ισχυρού
τεχνουργήματος. Θηκάρωσε τη σπάθα του και σήκωσε το σώμα της Ρέιλα, θα την
έθαβε έξω, δεν της άξιζε να μείνει για πάντα στα έγκατα της γης όποια και αν
ήταν.
Και
θα τη θυμόταν πάντα. Η κοπέλα που πολέμησε μαζί του στην πρώτη του αποστολή.
Τέλος
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου