Ο Δρόμος Για Την Σκιά Του Κόσμου 4

Author: Νυχτερινή Πένα /

   Είχε αρχίσει να σουρουπώνει όταν σταμάτησα να γράφω για να σκεφθώ κάτι πολύ πεζό και καθημερινό, την ανάγκη να φάω κάτι για βραδυνό. Ο Δημήτρης είχε εξαφανιστεί, δεν είχε επιστρέψει από τη στιγμή που έφυγε με την Κατερίνα. Βγήκα από το σπίτι με κατεύθυνση προς το κοντινό φούρνο, ένα γιαουρτάκι μου αρκούσε για δείπνο. Έκοψα δρόμο μέσα από το πάρκο στη γωνία και τότε στάθηκα. Η Κατερίνα βρισκόταν εκεί. Καθόταν σε ένα παγκάκι και είχε κρύψει το πρόσωπό της στα χέρια της. Το τράνταγμα των ώμων της πρόδιδε ότι έκλαιγε. Πλησίασα.
   Μια φωνή κάπου μέσα μου με προειδοποίησε να την αγνοήσω, δεν ήταν δική μου δουλειά. Δεν έπρεπε να μπλεκτώ στις γυναικοδουλειές του Δημήτρη. Αλλά αυτή η κοπελίτσα δεν έμοιαζε με τις συνηθισμένες περιπέτειες του συγκατοίκου μου. Και σίγουρα αν χρειαζόταν βοήθεια και δεν της την πρόσφερα δεν θα ησύχαζα ποτέ από τη συνείδησή μου.
   Την πλησίασα, άκουσε τα βήματά μου και σήκωσε το κεφάλι της. Τα δάκρυα αυλάκωναν τα μάγουλά της και τα μάτια της ήταν δυο τρικυμισμένες θάλασσες πόνου.
   -Δεν πρέπει να μείνεις άλλο εδώ, είπα θα παγώσεις.
   -Ίσως να είναι καλύτερα. Να παγώσω να τελειώνουμε.
   -Όχι βέβαια, είπα. Τώρα ειδικά πρέπει να προσέχεις διπλά, δεν έχεις μόνο τον εαυτό σου να προσέχεις.
   -Έχω και ένα ανεπιθύμητο μωρό.
   -Είναι ανεπιθύμητο μόνο αν εσύ το νιώθεις έτσι, είπα.
   -Όχι, δεν το νιώθω έτσι....
   Άγγιξε με το χέρι την κοιλιά της και η έκφρασή της γλύκανε. Πήγα και κάθισα δίπλα της.
   -Το θέλω, είπε.
   -Πήγαινε σπίτι σου Κατερίνα και μη χάνεις το θάρρος σου.
   -Δεν έχω πια σπίτι, είπε και έκρυψε με τα χέρια της το πρόσωπό της. Με διώξανε, ψέλισσε ανάμεσα στους λυγμούς της. Με αποκαλέσανε......
   Ήξερα τι ήθελε να πει, είχα ζήσει αρκετό καιρό στις κλειστές κοινωνίες των χωριών για να ξέρω πως είχε αντιμετωπιστεί από τους δικούς της. Ήταν μια παρίας, είχε ντροπιάσει την οικογένειά της και είχε εκδιωχθεί.
   -Έλα, θα μείνεις σε' μας.
   -Όχι, μου το....
   -Ό,τι και αν είπε ο Δημήτρης καλά θα κάνει να αναθεωρήσει όπως και να θυμάται ότι το σπίτι είναι και δικό μου.
   Η Κατερίνα με κοίταξε. Κούνησε το κεφάλι της.
   -Όχι, θα σε χτυπήσει. Είδα τι έγινε στην κουζίνα. Δεν....
   -Αυτό είναι δική μου έννοια. Έλα.
  Σηκώθηκε και με ακολούθησε, πήγαμε σπίτι. Κάθισε και πάλι στην κουζίνα μέχρι να πεταχτώ στο φούρνο να φροντίσω για το δείπνο. Δείπνο τρόπος του λέγειν, εγώ έφαγα ένα γιαουρτάκι όπως υπολόγιζα και εκείνη ένα σάντουιτς. Δεν μιλούσε, ήταν φανερά εξαντλημένη. Μόλις έφαγε της πρότεινα:
  -Θέλεις να ξεκουραστείς;
  Ήθελε, την έβαλα να κοιμηθεί στο κρεβάτι μου και έκατσα να γράψω ενώ εκείνη βυθιζόταν σε έναν πολύ ανήσυχο ύπνο.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου