Κεφάλαιο
Δέκατο Τέταρτο
Η
συζήτηση στο γεύμα περιστράφηκε γύρω από το νησί, μιας και κανένας δεν είχε
ξανάρθει, τις εργασίες που θα είχαν να κάνουν όταν θα έβρισκαν το πλοίο και πώς
ήταν ο βυθός αλλά και την Κλερ. Ως νεοφερμένη, αφού ο Μιχάλης θεωρείτο μέλος
της ομάδας, ήταν το τιμώμενο πρόσωπο. Είχε να απαντήσει ερωτήσεις για εκείνη
αλλά και το πώς είχε καταφέρει να βάλει στον «ίσιο δρόμο» τον Μιχάλη. Σαν
καινούρια στην ομάδα επίσης είχε να κρίνει την μαγειρική του Μορίς δοκιμάζοντας
από όλα τα εδέσματα. Η Κλερ το έκανε και απεύθυνε τα ενθουσιώδη σχόλιά της στον
Βρετόνο στην μητρική του γλώσσα προς απογοήτευση πολλών από τους υπόλοιπους που
δεν την μιλούσαν.
Κατά
το τέλος του γεύματος ο Ντάνιελ είπε:
-Μετά
το γεύμα θα αποπλεύσουμε για να αρχίσουμε την έρευνα. Θα ρίξουμε άγκυρα κοντά
στο νησάκι εκεί πέρα. Δεν είναι ιδιωτικό έτσι;
-Όχι,
είπε ο Μιχάλης, λέγεται Άγιος Γεώργιος γιατί έχει ένα εκκλησάκι του επάνω. Στο
νησί έχει λαγούς και, το σημαντικότερο, έχει τρεχούμενο, πόσιμο νερό.
-Καλό
αυτό. Μένεις εκεί στον οικισμό στην παραλία σωστά;
-Ναι.
-Θα
σας βγάλουμε με το φουσκωτό στην παραλία.
-Θα
πρέπει να μας βγάλετε εδώ, πριν ξεκινήσετε γιατί έχουμε αυτοκίνητο.
-Εντάξει.
Ολοκλήρωσαν
το δείπνο με ένα γλυκό επιδόρπιο, ένα σιροπιαστό σαβαρέν που είχε φτιάξει ο
Μορίς. Ο Μιχάλης με την Κλερ αποχαιρέτησαν την ομάδα και ο Μορίς της έβαλε στο
χέρι ένα κουτί μιλώντας στα Γαλλικά. Ένα ελαφρύ κοκκίνισμα φάνηκε στα μάγουλα
της Κλερ που έριξε μια ματιά στον Μιχάλη και έκανε τον Γάλλο να ξεσπάσει σε
γέλια.
Ο
Γουίλλιαμ τους έβγαλε στην παραλία με το φουσκωτό. Τον αποχαιρέτησαν με την διαβεβαίωση
ότι θα τα πουν σύντομα και ξεκίνησαν για το αυτοκίνητό τους.
-Τι
σου είπε ο Μορίς και κοκκίνισες; ρώτησε ο Μιχάλης καθώς περπατούσαν στην
παραλία που είχε τώρα λιγότερο κόσμο μιας και ο ήλιος πήγαινε προς τη δύση του.
-Το
κουτί έχει και άλλα γλυκά, κέρασμα για’ μας. Είπε να αφήσουμε τη σιροπιαστή
καρυδόπιτα για το βράδυ.
-Α
μπα; Γιατί;
-Είναι
αφροδισιακή είπε ο Μορίς.
-Και
γι’ αυτό κοκκίνισες;
-Όχι
ακριβώς, είπε η Κλερ. Ο Μορίς ανέφερε ότι είναι αφροδισιακή και το μυαλό μου
πήγε στο τι κάναμε εμείς αυτές τις νύχτες που περάσαμε μαζί και ότι δεν
χρειαζόμαστε βοήθεια. Μετά…
Τα
μάγουλά της βάφτηκαν και τώρα κόκκινα.
-Μετά;
-Σκέφτηκα
ότι αυτό θα ήθελα να συμβεί και απόψε.
Ο
Μιχάλης την αγκάλιασε και τη φίλησε στο στόμα. Τα χείλη της άνοιξαν για να
δεχθούν τη γλώσσα του. Η Κλερ αναστέναξε και το φιλί βάθυνε. Η γλώσσα της
έπαιξε με τη δική του, είχε γεύση από το σαβαρέν που είχαν φάει.
-Αυτό
είναι που μου έχει λείψει, ψιθύρισε η Κλερ και σταμάτησε τον Μιχάλη πριν
μιλήσει. Δεν είναι τα χρόνια που έχουν περάσει… Ήταν και ο Μάρτιν… Δεν…
Η
Κλερ σταμάτησε. Πήρε βαθιά ανάσα.
-Δεν
θέλω να μιλήσω γι’ αυτό. Δεν θέλω να τον θυμάμαι. Θέλω να πάμε σπίτι και να μου
κάνεις έρωτα, να με κρατήσεις στην αγκαλιά σου και να νιώθω ότι όλα είναι όπως
πρέπει.
Ο
Μιχάλης τη φίλησε, απαλά αυτή τη φορά, και την κράτησε στην αγκαλιά του.
-Ό,τι
θες, της είπε απαλά, έλα να πάμε σπίτι.
Η
Έφη τεντώθηκε στο κρεβάτι της. Το ιδιωτικό πλωτό παλάτι του Βλέμμυ έπλεε προς
τη βόρεια πλευρά του νησιού για τις δουλειές του, και εκείνη απολάμβανε τις
μέρες της και τις νύχτες σε αυτό. Ειδικά τις νύχτες, σκέφθηκε με ευχαρίστηση.
Το
προηγούμενο βράδυ ο Βλέμμυς της είχε προτείνει μια συμφωνία με σκοπό το
οικονομικό κέρδος. Να μεταφέρει στις επιχειρήσεις του τα δικά της κεφάλαια με
αντάλλαγμα ένα ποσοστό κερδών. Στο ενδιάμεσο, θα είχε την άνεση να χρησιμοποιεί
χρήματα από τα ποσά που διέθετε για τα έξοδά της η Κατερίνα. Η Έφη είχε
υπολογίσει ότι θα αποκτούσε ένα μεγάλο ποσό κάθε χρόνο, και μιας και θα
ασχολείτο ο Βλέμμυς με όλα αυτά και όχι εκείνη, η συμφωνία είχε ακόμα ένα
πλεονέκτημα, ταίριαζε με τη ράθυμη φύση της. Θα έβγαζε χρήματα χωρίς να κάνει
τίποτα.
Μετά
την υπογραφή της συμφωνίας, η Έφη ικανοποίησε τον Βλέμμυ αλλά και την Κατερίνα
σε μια οργιαστική ερωτική συνεύρεση των τριών τους. Δεν της άρεσε να κάνει
έρωτα με δύο άτομα μαζί, ειδικά αφού βρέθηκε ανάμεσα στην Κατερίνα και τον
άντρα της, να φτάνουν στον οργασμό μαζί ενώ ο Βλέμμυς την έπαιρνε από πίσω. Δεν
θα άφηνε όμως κάτι τόσο ασήμαντο να της κοστίσει αυτήν την υπέροχη ευδαιμονία
και τα επιπλέον χρήματα. Στο κρεβάτι θα έκανε ό,τι και αν της ζητούσαν.
Ανασηκώθηκε
στο κρεβάτι και ανακάλυψε ότι δεν ήταν μόνη, η Κατερίνα ήταν ξαπλωμένη δίπλα
της και κοιμόταν ακόμα. Ήταν ολόγυμνη είχε βγάλει ακόμα και το κόσμημα από τον
αφαλό της. Όπως το είχε βγάλει και η ίδια. Θυμόταν αμυδρά ότι εμπόδιζε κάποιο
από τα σεξουαλικά τους παιχνίδια.
Ξάπλωσε
και πάλι.
Μια
ζωή γεμάτη απολαύσεις, επιρροή και πλούτο, τι άλλο μπορεί να ήθελε;
Χαμογέλασε
με κακία. Τον Μιχάλη ταπεινωμένο, κατεστραμμένο και εξευτελισμένο. Και το
καταραμένο αλητάκι του νεκρό.
Ο
Μιχάλης και η Κλερ φτάσανε στο σπίτι του, η κοπέλα πάρκαρε κοντά στο σπίτι και
βγήκαν. Εκείνος άνοιξε την πόρτα και μπήκαν, άφησαν τα πράγματά τους και η Κλερ
έβαλε το κουτί με τα γλυκά στο ψυγείο. Έκλεισε το ψυγείο και άρχισε να γελάει.
-Τι;
έκανε ο Μιχάλης.
-Θυμήθηκα
τον Μορίς. Και την επίδραση της καρυδόπιτας.
-Δεν
την χρειαζόμαστε, είπε ο Μιχάλης και τη φίλησε στα χείλη.
Η
Κλερ τον αγκάλιασε.
-Όχι,
καθόλου, ψιθύρισε και τον φίλησε με πάθος.
Ο
Μιχάλης την ανασήκωσε και εκείνη τύλιξε τα πόδια της στη μέση του. Συνέχισε να
την φιλάει κατεβαίνοντας στον λαιμό της και μετά, παραμερίζοντας το πουκάμισο,
προς το στήθος της. Η Κλερ ξεκούμπωσε το πουκάμισό της και καθώς εκείνος
φιλούσε την καμπύλη του στήθους της έβαλε τα χέρια της πίσω και ξεκούμπωσε το
στηθόδεσμό της ενώ τα χείλη του αγαπημένου της φιλούσαν το στήθος της ακριβώς
πάνω από τη δαντέλα του συγκεκριμένου ρούχου.
Ο
Μιχάλης την παραμέρισε και προχώρησε στην ήδη ερεθισμένη θηλή. Ο αναστεναγμός
της Κλερ έγινε βαθύτερος καθώς ο Μιχάλης έφερε το χέρι του ανάμεσα στα σώματά
τους και χάρη στη στάση της Κλερ μπορούσε να φτάσει ανεμπόδιστα στο κέντρο της
γυναικείας φύσης της. Ο Μιχάλης συνέχισε να φιλάει το στήθος της ενώ το χέρι
του χάιδευε αποπλανητικά το πιο κρυφό της μέρος. Ρίγη ηδονής άρχισαν να την
διατρέχουν και πίεσε το σώμα της πάνω του ενώ ένιωθε τους χυμούς της να
αναβλύζουν.
Έσκυψε
και φίλησε τον Μιχάλη στο λαιμό, και καθώς αύξανε ο ερεθισμός της το φιλί έγινε
πιο έντονο.
-Φοβάμαι
ότι αυτό θα σου αφήσει σημάδι, αγάπη μου, είπε με τη φωνή της να βαθαίνει από
τη διέγερση και την επόμενη στιγμή έβγαλε μια κραυγή ηδονής καθώς το ερωτικό
παιχνίδι του αγαπημένο της την έφερνε κοντά στην ολοκλήρωση.
Φίλησε
πάλι τον Μιχάλη αλλά αυτό δεν αρκούσε.
-Μιχάλη…
είπε ξέπνοα.
-Τι
είναι, καρδιά μου;
-Σε
θέλω… Τώρα…
Την
άφησε να σταθεί στα πόδια της και άρχισαν και οι δύο να γδύνονται βιαστικά. Η
Κλερ ήταν η πρώτη που έμεινε ολόγυμνη και έσπευσε να βοηθήσει τον αγαπημένο της
να απαλλαγεί από τα ρούχα του. Μόλις έγινε αυτό ο Μιχάλης την πήρε στην αγκαλιά
του και την πήγε στο κρεβάτι. Την ξάπλωσε και ξάπλωσε μαζί της, η Κλερ τον
αγκάλιασε και πέρασε το ένα πόδι της πάνω από το σώμα του. Την τράβηξε κοντά
του και την φίλησε με πάθος. Την επόμενη στιγμή την έκανε δική του και η ανάσα
της έγινε πιο κοφτή και γρήγορη.
Ο
Μιχάλης ήθελε να μη βιαστεί αλλά δεν ήταν δυνατό. Το προηγούμενο ερωτικό
παιχνίδι τους είχε φέρει το σώμα του σε μια διέγερση που ζητούσε την
ικανοποίησή της και η Κλερ βρισκόταν στην ίδια κατάσταση, ο ρυθμός του ήταν
φρενήρης, και το σώμα της συντονίστηκε σε αυτόν. Η Κλερ έριξε πίσω το κεφάλι
της και ο Μιχάλης τη φίλησε στο λαιμό.
-Ναι…
είπε λαχανιασμένη η Κλερ.
Έγειρε
πίσω στο κρεβάτι και ανασήκωσε το σώμα της. Ο Μιχάλης πήρε αυτό που του
πρόσφερε ενώ εκείνη έδενε τα πόδια της ψηλά στην πλάτη του. Συνέχισαν με τον
ίδιο ρυθμό, με τις ανάσες τους μπλεγμένες, τα χείλη τους ενωμένα και τις
γλώσσες τους να παίζουν ένα ηδονικό κρυφτό.
Η
κορύφωση ήρθε να τους συνεπάρει σε μια έκρηξη συναισθημάτων, μια απολαυστική
τελείωση που τους άφησε ξέπνοους. Ο Μιχάλης ξάπλωσε στο κρεβάτι και η Κλερ
χώθηκε στην αγκαλιά του. Ακούμπησε το κεφάλι της στο στέρνο του και χαμογέλασε
καθώς άκουγε την καρδιά του να χτυπάει ακόμα γρήγορα από την ερωτική τους
συνεύρεση. Ανασηκώθηκε και τον φίλησε ακριβώς σε εκείνο το σημείο. Ο Μιχάλης τη
χάιδεψε στα μαλλιά και εκείνη μετακινήθηκε και έφερε το κεφάλι της στον ώμο
του.
Μια
βροντή ακούστηκε να συνταράσσει τον ουρανό και μετά άρχισε να πέφτει μια
ορμητική βροχή.
-Μου
αρέσει η βροχή, είπε η Κλερ. Ειδικά τώρα που είμαι εδώ μαζί σου.
-Απόψε
δεν έχει νυχτερινό κολύμπι, είπε ο Μιχάλης.
-Δεν
με πειράζει, η Κλερ, δεν με πειράζει και να μην βγούμε έξω.
-Εντάξει,
δεν έχω αντίρρηση.
-Θα
μαγειρέψω δείπνο, έχεις φαντάζομαι τα απαραίτητα, ε;
-Παρότι
συνήθως τρώω έξω, τα έχω.
-Ωραία,
όχι ότι βιάζομαι να σηκωθώ.
Ο
Μιχάλης την αγκάλιασε και χάιδεψε την πλάτη της.
-Έχουμε
και την καρυδόπιτα, είπε γελώντας.
Η
Κλερ τον μιμήθηκε.
-Βέβαια,
το πολύ – πολύ να μην κοιμηθούμε την νύχτα!
-Πορεία
270, διέταξε ο Ντάνιελ.
-Πορεία
270, είπε και ο Γουίλλιαμ που βρισκόταν στο πηδάλιο του Βίκτορυ.
Ήταν
οι δυο τους στη γέφυρα του πρώην πολεμικού, και νυν ερευνητικού, σκάφους που
σκαμπανέβαζε στα κύματα.
-Ο
καιρός χάλασε.
-Είναι
προσωρινό, το πρωί θα είναι εντάξει πάλι λέει το δελτίο προς ναυτιλομένους.
Στη
γέφυρα του πλοίου μπήκε η Λιζ.
-Η
εικόνα από τον δορυφόρο συμφωνεί, είπε η κοπέλα. Το χαμηλό βαρομετρικό περνάει.
-Εντόπισες
τον Βλέμμυ;
-Παιδεύεται
με την καταιγίδα και το δικό του πλοίο δεν είναι φτιαγμένο για φουρτούνες. Θα
έχουν γίνει όλοι χαλκοπράσινοι από τη ναυτία.
-Καλό
θα τους κάνει, χλεύασε ο Γουίλλιαμ. Εμείς πάντως σε λίγο θα πιάσουμε απάγκιο.
-Εκείνοι
πρέπει να φτάσουν στον Μόλυβο για να βρουν οπότε μάλλον θα περάσει πρώτα η
καταιγίδα.
Η
Μάρθα στεκόταν στην μπαλκονόπορτα του υπνοδωματίου της και παρακολουθούσε τη
βροχή με ένα ποτήρι κρασί στο χέρι. Μετά το δείπνο είχε αποσυρθεί στο δωμάτιό
της και ο Βασίλης με τη Φοίβη στο δικό τους.
Άκουσε
την πόρτα να ανοίγει πίσω της και έκλεισε την κουρτίνα. Άδειασε το ποτήρι της
ενώ ο Βασίλης την πλησίαζε. Άφησε το ποτήρι της στο μπουντουάρ της και έλυσε το
κορδόνι της ρόμπας που φορούσε. Την έριξε από πάνω της και έμεινε ολόγυμνη. Ο
Βασίλης την αγκάλιασε από πίσω και ένιωσε τον ανδρισμό του σκληρό να πιέζει το
στενό άνοιγμα των γλουτών της.
-Βλέπεις
κάτι που σου αρέσει;
-Ναι,
είπε εκείνος βραχνά.
-Ικανοποίησέ
με και θα σε αφήσω να με γλεντήσεις έτσι.
Ο
Βασίλης την άφησε και η Μάρθα στράφηκε προς το μέρος του.
-Η
Φοίβη κοιμάται;
-Ναι,
σαν πουλάκι.
-Τι
περιμένεις τότε;
Ο
Βασίλης γονάτισε μπροστά της και η Μάρθα έβαλε τα χέρια της στο κεφάλι του. Η
νύχτα θα ήταν οργιαστική.
Η
βροντή συντάραξε όλον τον οικισμό και η Φωτεινή τινάχτηκε ξυπνώντας απότομα.
Ανακάθισε και πήρε βαθιές ανάσες να ησυχάσει την καρδιά της που βροντοχτυπούσε.
Το
δωμάτιο γύρω της ήταν όπως πάντα. Οι δύο βιβλιοθήκες με τα γραφεία, τα δύο
κρεβάτια με το κομοδίνο ενδιάμεσα και οι εντοιχισμένες ντουλάπες στον απέναντι
τοίχο.
Πρόσεξε
ότι ο Ρωμανός δεν κοιμόταν.
-Τι
τρέχει; της είπε.
-Με
ξύπνησε η βροντή.
-Ξανακοιμήσου,
είναι ακόμα νύχτα.
-Εσύ
γιατί δεν κοιμάσαι;
-Σκεφτόμουν.
-Τι;
-Όχι
τι, ποια, έπρεπε να ρωτήσεις, αδελφούλα.
-Την
Ελπίδα; είπε η Φωτεινή και σηκώθηκε από το κρεβάτι της.
Πήγε
και κάθισε δίπλα στον αδερφό της που ανακάθισε.
-Την
Ελπίδα, επιβεβαίωσε ο Ρωμανός με χαμηλή φωνή. Σήμερα ξέρεις… Κόμπιασε και μετά
είπε: Με φίλησε.
-Αλήθεια;
Η
Φωτεινή χαμογέλασε πλατιά.
-Σε
αγαπάει, Ρωμανέ, είπε μετά. Είναι προφανές.
-Είναι;
-Ναι,
όσο και το τι νιώθεις εσύ. Αλλά ξέρεις και την κατάστασή της, άσε την να
προχωρήσει με το δικό της ρυθμό.
-Και
εγώ τι πρέπει να κάνω;
-Αυτό
που κάνεις ως τώρα, να είσαι πάντα δίπλα της. Είδες ότι στηρίζεται σε σένα. Θα
έρθει η ώρα που θα σου μιλήσει.
Ο
Ρωμανός χαμογέλασε.
-Έχεις
δίκιο. Δεν σκοπεύω να την αφήσω, μην ανησυχείς!
Η
Φωτεινή του έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο.
-Γι’
αυτό σε αγαπώ, γιατί με ακούς! Έλα, πάμε για ύπνο. Έχουμε σχολείο και ξέρεις τι
έχουμε πρώτη ώρα.
-Ράλλη.
Ξαπλώσανε
να κοιμηθούν με τον ήχο της βροχής να τους νανουρίζει. Πριν αποκοιμηθεί, ο
Ρωμανός έπιασε τον εαυτό του να σκέφτεται το φιλί που η Ελπίδα είχε αποθέσει
τόσο τρυφερά στον λαιμό του.
Άγγιξε
το σημείο που είχε φιλήσει η κοπέλα και αποκοιμήθηκε.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου