Κεφάλαιο
Πέμπτο
Ο Μιχάλης κατά το
συνήθειο του ξύπνησε σχεδόν πριν το πρώτο φως της αυγής. Ετοιμάστηκε και κάθισε
στον υπολογιστή του. Άνοιξε ένα αρχείο επεξεργαστή κειμένου και άρχισε να
κρατάει σημειώσεις.
«Η Μαρία παντρεύτηκε τον
Φραγκίσκο Γκαττιλούζι, το Γατελούζοι είναι ο εξελληνισμένος τύπος του ονόματος,
τον Ιούλιο του 1355 και πήγαν στη Λέσβο, το φέουδο που θα ανήκε πλέον στην
οικογένεια. Σκοτώθηκαν το 1384 μαζί με τα δύο παιδιά τους σε σεισμό. Ο τρίτος
γιος, Φραγκίσκος ο Β’ έγινε ο νέος ηγεμόνας και τον διαδέχτηκε το 1404 ο δικός
του γιος…»
Συνέχισε να γράφει ως που
το φως στο παράθυρο τον πληροφόρησε ότι είχε αρχίσει να ξημερώνει για τα καλά.
Πήρε το μπαστούνι του και βγήκε. Ήταν ώρα για έναν περίπατο.
Ο Ρωμανός ξύπνησε με την
ευχάριστη αίσθηση της ερωτικής διέγερσης. Είχε αποκοιμηθεί γυρισμένος στο πλάι
και τώρα ένιωθε την Μάρθα να τον αγκαλιάζει από πίσω, με τα πλούσια στήθη της
στην πλάτη του, και το άλλο χέρι της να περιποιείται τον ανδρισμό του. Αφέθηκε
στην απολαυστική εμπειρία καθώς η ερωμένη του τον αυνάνιζε. Ένιωσε τη στύση του
να αυξάνεται και την υπέροχη αίσθηση που προηγείται της ολοκλήρωσης.
-Μη… ψέλλισε. Θα…
ολοκληρ…
-Ναι, ναι, του είπε η
Μάρθα. Αφέσου!
Με ένα βογκητό ο Ρωμανός
εκσπερμάτωσε ενώ η Μάρθα συνέχιζε το εκμαυλιστικό χάδι της.
-Τα σεντόνια… είπε ο
Ρωμανός κοκκινίζοντας.
-Δεν πειράζει, γι’ αυτό
υπάρχουν οι καμαριέρες.
Η Μάρθα τον γύρισε προς
το μέρος της και τον φίλησε στο στόμα. Ο Ρωμανός την έσπρωξε με την πλάτη στο
κρεβάτι για να βρεθεί εκείνος από πάνω. Η Μάρθα τον ενθάρρυνε ανεβάζοντας τα
πόδια της στα πλευρά του και άφησε ένα βογκητό απόλαυσης καθώς την έκανε δική
του.
-Θα σε περιμένω το βράδυ,
είπε καθώς εκείνος ξάπλωνε δίπλα της μετά την ολοκλήρωση.
-Ναι, θα έρθω, είπε ο
νεαρός.
-Φυσικά δε σου λέω να μη
βγεις και με την κοπέλα σου. Δεν πειράζει να κοιμάσαι και με τις δύο.
-Δεν πειράζει; εξεπλάγην
ο Ρωμανός.
-Όχι, είπε η Μάρθα άνετα,
αυτά είναι πράγματα που πρέπει να απολαμβάνουμε και όχι να γεμίζουμε τύψεις για
το τι κάνουμε.
Ο Ρωμανός δεν ήξερε τι να
πει. Η Μάρθα τον σταμάτησε από το να πει οτιδήποτε τραβώντας τον προς το μέρος
της και προτείνοντας το στήθος της στα χείλη του.
Ο Μιχάλης στάθηκε
φτάνοντας στη θάλασσα, σήμερα είχε λίγο κύμα αλλά του άρεσε η φουρτούνα. Ήταν
πρωί και δεν είχε λουόμενους. Θυμήθηκε την πρόταση της Κλερ για το νυχτερινό
κολύμπι και αναρωτήθηκε τι να έκανε και αν είχε ξυπνήσει.
-Τουλάχιστον εσύ είσαι
πρωινός τύπος.
Ο Μιχάλης γύρισε και
αντίκρισε την Δέσποινα Αμπλιώτη.
-Έχω ξυπνήσει από ώρα.
-Η κόρη μου είναι ακόμα
στο κρεβάτι της.
-Γιατί την αποπαίρνεις
και τη μειώνεις τόσο πολύ;
-Γιατί πήγε και
παντρεύτηκε έναν απατεώνα, γκαστρώθηκε τρεις φορές και…
-Τρεις; Τέσσερα παιδιά
νόμιζα, έκανα λάθος;
-Τέσσερα έχει, αλλά τα
πρώτα ήταν δίδυμα. Μπορούσε να σταματήσει σ’ αυτά. Ειδικά αφού θα τα μεγάλωνε
μόνη τον περισσότερο καιρό.
-Δεν το ήξερε αυτό τότε.
-Ναι, λες και θα έμενε
κάποιος μαζί της τόσα χρόνια…
-Έμεινε δέκα χρόνια και
παραπάνω.
-Έμεινε όσο μπορούσε να
την εκμεταλλευτεί, είπε απότομα η Δέσποινα. Και εσύ; Ποια είναι η ιστορία σου;
Γιατί την υποστηρίζεις;
-Δεν ήξερα την κόρη σας,
κυρία Αμπλιώτη, πριν από χθες το πρωί. Αλλά δεν μου άρεσε η συμπεριφορά σας.
Δεν νομίζω ότι φταίει για τις κακοτυχίες της τόσο πολύ όσο της προσάπτετε.
-Έχει σημασία;
-Ίσως όχι για την έκβαση
της υπόθεσης αλλά για το πώς θα νιώθει η κόρη σας μετά και για την υπόλοιπη ζωή
σας.
-Δεν θα υπάρξει υπόλοιπη
ζωή, θα πάει φυλακή.
Ο Μιχάλης κούνησε το
κεφάλι του.
-Και αυτό δεν σας ταράζει
καθόλου;
-Δεν θα περίμενες να
θυσιάσω την περιουσία μου για να την ξελασπώσω!
Ο Μιχάλης ξαφνιάστηκε από
τη δήλωση αυτή και έμεινε για μια στιγμή αμίλητος. Η Δέσποινα χαμογέλασε
ειρωνικά.
-Δεν φαντάζομαι να
περιμένεις να γίνω σαν μερικές γριές στο χωριό που δεν έχουν τίποτα για να
ζήσουν πέρα από τη σύνταξη; Ας πρόσεχε! Αλλά δεν απάντησες, εσύ τι κερδίζεις
από αυτήν την υπόθεση;
-Τίποτα, την ικανοποίηση
ότι θα λύσω το πρόβλημα. Και την ηθική ικανοποίηση ότι βοήθησα.
-Τι σε νοιάζει;
Ο Μιχάλης απέστρεψε το
βλέμμα από τη γυναίκα μπροστά του και κοίταξε πέρα από αυτήν τον οικισμό που
ήταν ακόμα βυθισμένος στην πρωινή ησυχία. Οι σκέψεις και τα κίνητρά του δεν
ήταν από αυτά που ανακοινώνονται, και η γυναίκα μπροστά του δύσκολα θα
καταλάβαινε.
-Πηγαίνατε κάπου πρωί –
πρωί, είπε, μην σας κρατώ.
-Πουθενά, σε είδα και
ήρθα να πάρω τις απαντήσεις που θέλω.
-Και γιατί να υπάρχουν
απαντήσεις;
-Αν δεν πληρωθείς από τον
κύριο Γιαννέλλη, τότε υποθέτω ότι πρέπει να έχεις κάποιο άλλο κίνητρο. Ίσως να
κρεβατώσεις την Δωροθέα.
Ο Μιχάλης στράφηκε τόσο
απότομα που η Δέσποινα πισωπάτησε.
-Την μισείς, είπε, τι
αρρωστημένη οργή είναι αυτή; Είναι η κόρη σου!
-Έκανε όλες τις λάθος
επιλογές. Και όταν της είπα να αφήσει την κηδεμονία των παιδιών σε μένα να τα
μεγαλώσω σωστά, δεν το έκανε. Γιατί να την αγαπώ;
-Κανένα παιδί δεν θα
μεγαλώσει καλύτερα χωρίς τη μάνα του, ακόμα και αν ζει σε παλάτι.
Η Δέσποινα τον κοίταξε
εξεταστικά. Σε όλη την συνομιλία δεν είχε υψώσει τη φωνή του αλλά ήταν φανερό
ότι η οργή του ήταν μεγάλη και ας την κρατούσε υπό έλεγχο. Αποφάσισε να τον
πιέσει κι άλλο. Είχε μάθει από χρόνια ότι οι άνθρωποι αποκάλυπταν πολλά
πράγματα που δεν ήθελαν όταν ξεσπούσαν.
-Δεν με πειράζει να την
ρίξεις στο κρεβάτι, δεν έχει πάει με άντρα εδώ και πόσα χρόνια που εξαφανίστηκε
ο λεγάμενος. Αλλά μην την γκαστρώσεις, φτάνουν ήδη τόσα παιδιά.
Ο Μιχάλης την κοίταξε
χωρίς να απαντήσει και η Δέσποινα έκανε άλλη μια επίθεση:
-Εκτός και αν είδες τη
Φωτεινή και σου άρεσε.
-Έχω συναντήσει άλλη μια
φορά άνθρωπο σαν εσένα, είπε ο Μιχάλης, δεν της βγήκε σε καλό η σύγκρουση. Μην
δοκιμάσεις να τα βάλεις μαζί μου.
-Αυτό είναι απειλή;
-Είναι προειδοποίηση,
κυρία Αμπλιώτη.
-Για χάρη της χαμένης της
κόρης μου;
-Όχι. Πίστευα ανέκαθεν
ότι εκείνοι που μπορούν πρέπει να βοηθούν και να προστατεύουν εκείνους που
έχουν ανάγκη. Λίγα χρόνια πριν, έφτασα στο κατώφλι του θανάτου, αλλά επέζησα.
Για να με άφησε ο Θεός να ζήσω, κάτι κάνω καλά. Συνεχίζω λοιπόν να βοηθώ όσους
μπορώ.
Η Δέσποινα δεν περίμενε
αυτήν την απάντηση και έμεινε σιωπηλή. Ο Μιχάλης ξεκίνησε να φύγει.
-Έχεις τη θεωρία αυτή
γιατί είσαι ένας σακάτης και δεν μπορείς να αρπάξεις τη ζωή και να την
ξεζουμίσεις.
-Περίεργο, είπε ο
Μιχάλης, μια τέτοια άποψη είχε και η άλλη που είπα. Αλλά εγώ είμαι ακόμα εδώ
και εκείνη είναι στο χώμα.
Ο Μιχάλης απομακρύνθηκε
αφήνοντας την Δέσποινα να τρέμει από οργή.
Η Δωροθέα είχε
παρακολουθήσει την αντιπαράθεση από την μπαλκονόπορτα του δωματίου της. Δεν
μπορούσε να ακούσει τι έλεγαν αλλά από τις εκφράσεις τους και τις κινήσεις είχε
καταλάβει ότι δεν ήταν φιλική συζήτηση. Παρακολούθησε τον Μιχάλη να φεύγει και
τη μάνα της να στέκεται εκεί βράζοντας στο ζουμί της.
Ο Μιχάλης ήταν ο μόνος
που έδειχνε να μην φοβάται, να μην υπολογίζει καν, τη μητέρα της. Ίσως ήταν
εκείνος που θα μπορούσε να τη λυτρώσει από τον καταπιεστικό ζυγό της, ειδικά αν
κατάφερνε να λύσει και τα οικονομικά της προβλήματα.
Μια απρόσκλητη σκέψη ήρθε
στο μυαλό της, αν την λύτρωνε από όλα αυτά τι είχε να του προσφέρει εκείνη για
το ευχαριστώ; Κοίταξε το είδωλό της στο τζάμι της πόρτας. Ίσως είχε κάτι, ήταν
ακόμα μια ωραία γυναίκα, στο πρόσωπό της οι ταλαιπωρίες και οι στενοχώριες δεν
είχαν αφήσει ακόμα σημάδια. Το σώμα της, χάρη στις δουλειές, ήταν ακόμη σφιχτό
και επιθυμητό, ακόμα και αν δεν ήταν αψεγάδιαστο. Τα στήθη της ήταν στητά και
θελκτικά παρότι τέσσερα παιδιά είχαν κρεμαστεί από αυτά με ούλα και με δόντια.
Ναι, θα ήθελε να βρεθεί ερωτικά με τον Μιχάλη. Η σκέψη τής έφερε ένα ευχάριστο
ρίγος και ένα χαμόγελο.
Ο Ρωμανός επέστρεψε σπίτι
και τρύπωσε γρήγορα στο δωμάτιό του απαρατήρητος. Με τη μητέρα του ακόμα στο
δωμάτιό της και την γιαγιά του να μαλώνει με τον Μιχάλη, δεν είχε κανένα
πρόβλημα να το καταφέρει. Μπαίνοντας στο δωμάτιό του έκανε αμέσως μεταβολή μιας
και πέτυχε την Φωτεινή να ντύνεται.
-Χτύπα και καμιά πόρτα!
φώναξε η Φωτεινή.
-Συγγνώμη, αδερφούλα,
αλλά ήθελα να μπω χωρίς να με πάρουν χαμπάρι.
-Ήσουν με τον Στέφανο όλη
νύχτα;
-Όχι, ήμουν… Πήγα με
γυναίκα απόψε.
Η Φωτεινή τον κοίταξε
ξαφνιασμένη.
-Μα αφού δεν έχεις
κοπέλα, τι μου κρύβεις;
-Δεν είπα ότι έχω κοπέλα.
-Τότε; Πήγες με καμιά
τουρίστρια;
-Ναι, πέρασα τη νύχτα
μαζί της.
-Ρωμανέ! φώναξε η Φωτεινή
και μετά χαμήλωσε τη φωνή της φοβούμενη ότι θα τους ακούσουν. Δεν είναι σωστό
αυτό. Δεν πρέπει να γίνεται χωρίς να υπάρχει κάτι, ένα αίσθημα, μια σχέση…
Ο Ρωμανός ένευσε.
-Αλλά δεν έχω σχέση και
ως που να γίνει αυτό μπορώ να απολαύσω το σεξ με την Μάρθα. Είναι απόλαυση… Πώς
να το περιγράψω… Δεν είχα κάνει ποτέ άλλοτε και είναι μεθυστική. Εσύ… Είμαι
σίγουρος ότι όχι.
-Είναι πολλοί ανάμεσα
στους συμμαθητές μας που θα ήθελαν ενδεχομένως, είπε σοβαρά η Φωτεινή, αλλά εγώ
δεν νομίζω ότι μπορώ να εμπιστευτώ κανέναν.
-Δεν είναι ώριμοι λες;
-Και πέρα από αυτό. Η
πρώτη φορά είναι σημαντικό βήμα στη ζωή ενός ανθρώπου και πολύ περισσότερο σε
μια κοπέλα. Με το σωστό άτομο είναι δύσκολο βήμα, με το λάθος μπορεί να είναι
τρομακτικά άσχημη εμπειρία με τραυματικά αποτελέσματα.
-Ναι, το φαντάζομαι αυτό.
-Οπότε δεν περιμένω να
κάνω σύντομα σχέση ή να έχω μια ερωτική επαφή. Όμως εσύ…
-Τι εγώ;
-Ρωμανέ, υπάρχει μια
κοπέλα για σένα.
-Η Ελπίδα, είπε ο
Ρωμανός, είναι φίλη. Δεν είχαμε ποτέ κάτι περισσότερο από μια στενή φιλία.
-Ναι, είπε η Φωτεινή,
αλλά εσύ είσαι έτοιμος να σκοτώσεις οποιονδήποτε την πειράξει και εκείνη βγάζει
νύχια μόλις κάποιος σε κατηγορήσει.
-Αυτό κάνει κάθε φίλος.
Η Φωτεινή χαμογέλασε.
-Έλα πάμε, είπε, θα
πρέπει να ανοίξουμε το μαγαζί.
Η Κλερ άνοιξε τα μάτια
της, γύρισε ανάσκελα στο κρεβάτι και τεντώθηκε. Ανακάθισε και έτριψε τα μάτια
της. Κοίταξε το ρολόι στο κομοδίνο της και διαπίστωσε ότι είχε κοιμηθεί
παραπάνω από το συνηθισμένο της. Δεν ήταν περίεργο, είχε αργήσει να κοιμηθεί το
βράδυ.
Μετά τη βόλτα με τον
Μιχάλη, που την έφερε στο ξενοδοχείο σε περασμένη ήδη ώρα, δεν πήγε για ύπνο.
Βγήκε και κάθισε στη βεράντα αγναντεύοντας τη θάλασσα στα σκοτεινά.
Είχε μείνει να αγναντεύει
και να σκέφτεται, οι σκέψεις της είχαν να κάνουν με το πώς είχε περάσει αυτό το
βράδυ και δεν είχαν τίποτα το δυσάρεστο. Φαινόταν ότι οι φόβοι και οι ανησυχίες
της είχαν χαθεί για μια νύχτα. Πήγε αργά για ύπνο αλλά κοιμήθηκε βαθιά και
ξεκουράστηκε.
Αποφάσισε να πάει για
πρωινό και μετά να πάει στη θάλασσα. Απόλαυσε το πρωινό ευρωπαϊκού στυλ, με
αυγά και μπέικον και ύστερα με έναν δροσερό χυμό πορτοκαλιού. Έμεινε για λίγο
στην τραπεζαρία και μετά επέστρεψε στο δωμάτιό της για να αλλάξει.
Ύστερα πήγε στην θάλασσα.
Μπαίνοντας στο νερό θυμήθηκε την προειδοποίηση του Μιχάλη για τη θερμοκρασία.
Είχε δίκιο, ήταν κρύα. Για εκείνη που είχε συνηθίσει στις άγριες συνθήκες της
Βόρειας Θάλασσας και του Ατλαντικού δεν ήταν παρά δροσερή αλλά καταλάβαινε ότι
για άλλους ήταν απαγορευτικά παγωμένη.
Έκανε ένα μακροβούτι και
άρχισε να κολυμπάει. Της άρεσε να κολυμπάει από όσο παλιά θυμόταν τον εαυτό
της. Πάντα της άρεσε η ελευθερία που ένιωθε μέσα στο νερό. Ελευθερία όχι μόνο
στην κίνηση αλλά και από σκέψεις που θα ήθελε να διώξει από το μυαλό της.
Γύρισε ανάσκελα μέσα στο
νερό και αφέθηκε στο κύμα να την παρασύρει ενώ είχε κλείσει τα μάτια της για να
μην την τυφλώνει ο ήλιος. Της άρεσε πολύ να το κάνει αυτό.
Το νυχτερινό μπάνιο δεν
είχε αυτή την ευχαρίστηση αλλά είχε άλλες, ήταν άλλη η μαγεία του. Χαμογέλασε
στη σκέψη ότι θα πήγαινε για νυχτερινό κολύμπι με τον Μιχάλη και αναρωτήθηκε τι
να έκανε η πιο πρόσφατη γνωριμία της.
Ο Μιχάλης είχε απλώσει
βιβλία και σημειώσεις γύρω το. Καθώς δεν έφτανε ο χώρος στο τραπέζι του, τα
είχε απλώσει και στο κρεβάτι δίπλα του. Αλλά προχωρούσε και θα είχε μια πρώτη
βάση πληροφοριών για τον Ντάνιελ και την ομάδα του όταν θα κατέφταναν.
Συνέχισε να γράφει και
σταμάτησε συνειδητοποιώντας ότι είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει. Κοίταξε το ρολόι
του, είχε και ένα ραντεβού να τηρήσει.
Επέστρεψε στο έργο του
για λίγο ακόμα.
Τον σταμάτησε μια κλήση
στο κινητό του.
-Ναι; είπε περιμένοντας
ότι θα ήταν η Κλερ.
Η φωνή που του μίλησε
ανήκε σε γυναίκα αλλά όχι στην χθεσινοβραδινή παρέα του. Αντίθετα ήταν μια
γυναίκα που ήξερε από μικρό κοριτσάκι.
-Γεια σου, Μάικ!
-Λιζ! Τι κάνεις; Πού
βρίσκεστε;
-Πλέουμε για το νησί αλλά
ο Ντάνιελ θέλει να σου μεταφέρω ένα μήνυμα.
-Τι μήνυμα, μικρή μου;
-Εντόπισε τον Ναυτίλο,
είναι σίγουρος ότι πρόκειται για το σκάφος αυτό.
-Ο Βλέμμυς, λοιπόν. Πού
πάει;
-Μάλλον έρχεται και αυτός
εκεί.
-Δεν μου αρέσει αυτό,
όπου πάει αυτός ο άνθρωπος χύνεται αίμα. Μου θυμίζει τον Στάμο. Εντάξει, θα έχω
τον νου μου. Να προσέχετε και εσείς.
Ο Μιχάλης έκλεισε το
τηλέφωνο και διάβασε το μήνυμα που τον περίμενε, είχε έρθει όσο μιλούσε με την
Λιζ.
«Καλησπέρα, ισχύει η
πρόταση για δείπνο;»
Απάντησε αμέσως θετικά με
ένα χαμόγελο να φωτίζει το πρόσωπό του.
Η Έφη αγνάντευε μέσα στη
νύχτα τα αστέρια πάνω από το Αιγαίο ενώ ο αέρας έπαιζε με τα μαλλιά της αλλά
και το ελαφρύ φόρεμα που φορούσε. Ήταν στην πρύμνη του σκάφους του Βλέμμυ, του
Ναυτίλου, ακουμπισμένη στην κουπαστή. Το σκάφος ήταν το γιοτ του
μεγαλοεπιχειρηματία αλλά πλησίαζε περισσότερο σε μικρό κρουαζιερόπλοιο. Είχε
όλες τις ανέσεις και ένα εξυπηρετικό πλήρωμα.
Τώρα στεκόταν στην
βεράντα της καμπίνας του Βλέμμυ και τον περίμενε όπως εκείνος της είχε ζητήσει.
Δεν είχε πρόβλημα να τον περιμένει, περνούσε υπέροχα σαν φιλοξενούμενή του.
Άκουσε βήματα πίσω της μα
δεν στράφηκε. Ο Βλέμμυς έφτασε πίσω της και την αγκάλιασε από τη μέση. Το άλλο
χέρι του πήγε κάτω από το φόρεμά της και το σήκωσε αποκαλύπτοντας το σχεδόν
γυμνό σώμα της από κάτω. Τον κατάλαβε ότι κατέβαζε το φερμουάρ του.
-Εδώ; είπε. Αν μας δουν;
-Είναι ιδιωτικός χώρος,
μόνο η καμπίνα μου βλέπει σε αυτό το κατάστρωμα εδώ.
-Και αν μας δει η γυναίκα
σου;
-Δεν την απασχολεί, είναι
μια χαρά βολεμένη όπως έχουν τα πράγματα.
-Τότε ξέσκισέ με, είπε η
Έφη και έγειρε περισσότερο δίνοντάς του ελευθερία κινήσεων.
-Ναι, μωρό μου, αυτό θα
κάνω και όσο θα το κάνω θα σου πω τι θα κάνουμε στον πρώην σου.
Ο Μιχάλης περίμενε την
Κλερ έξω από το εστιατόριο. Μόλις εκείνη έφτασε μπήκαν μέσα. Ο ιδιοκτήτης
χάρηκε που τους είδε και τους οδήγησε στο ίδιο τραπέζι που είχαν καθίσει και
την προηγούμενη φορά.
-Το ζήτησες ειδικά;
ρώτησε με ένα χαμόγελο η Κλερ.
-Όχι, πρωτοβουλία του
Παντελή.
Κάθισαν και ο μαγαζάτορας
ήρθε για να πάρει την παραγγελία. Η Κλερ διάλεξε ένα φιλέτο και ένα κρασί, ο
Μιχάλης πήρε ένα λουκάνικο και πάλι μια σπράιτ.
-Πώς πέρασες τη μέρα σου;
ρώτησε ο Μιχάλης.
-Πήγα στη θάλασσα, είπε η
Κλερ. Είναι κρύα αλλά για εμένα δεν ήταν κάτι ασυνήθιστο. Μου άρεσε που είναι
καθαρή και την απόλαυσα. Θα μου αρέσει και τη νύχτα.
-Εντάξει, με έχεις πείσει
να το κάνουμε.
-Χαίρομαι, εσύ τι έκανες
όλη την ημέρα; Ασχολήθηκες με τους Γατελούζους σου;
-Αρκετά. Προχωράει η
δουλειά μου.
-Χαίρομαι. Θα ασχοληθείς
και αύριο μαζί τους;
-Αύριο δεν ξέρω αν θα
προλάβω, έχω να παρευρεθώ σε μια άλλη συνάντηση. Είναι η υπόθεση για την οποία
με αφήσατε στην πόλη από το αεροδρόμιο, χθες. Δεν ξέρω πόσο χρόνο θα μου πάρει
για να τελειώσω.
-Μήπως δεν θα προλάβεις
το νυχτερινό μας μπάνιο; Αν είναι πρόβλημα, να το μεταθέσουμε, δεν θέλω να σου
δυσκολέψω τη ζωή.
Ο Μιχάλης χαμογέλασε.
-Όχι, τόσο αργά δεν θα
πάει, ελπίζω τουλάχιστον. Τα δικά σου σχέδια για αύριο τι λένε;
-Λέω να νοικιάσω ένα
αυτοκίνητο και να πάω στο Σίγρι, να δω το απολιθωμένο δάσος.
-Είναι κάτι το
διαφορετικό, εκείνη η πλευρά του νησιού είναι τελείως διαφορετική από την εδώ.
-Θα σου πω τις εντυπώσεις
μου όταν επιστρέψω.
Ο εστιάτορας τους έφερε
το φαγητό και ξεκίνησαν να τρώνε.
-Τι ελπίζετε να βρείτε
μέσα στο πλοίο, αν το βρείτε; ρώτησε η Κλερ. Μετέφερε κάποιο θησαυρό;
-Με την έννοια που δίνει
κάποιος στην καθημερινή συζήτηση στη λέξη όχι. Αλλά ευελπιστούμε σε άλλα
ευρήματα. Αντικείμενα καθημερινής χρήσης, εργαλεία, κάποιο κομψοτέχνημα,
έγγραφα της περιόδου.
-Δεν θα έχουν λιώσει;
-Το χαρτί της εποχής
εκείνης περιείχε και ύφασμα στο μίγμα, δεν ήταν καθαρός χαρτοπολτός όπως
σήμερα, οπότε είναι πιο ανθεκτικό. Χρειάζεται μια διαδικασία καθαρισμού επειδή
έμεινε στο νερό τόσα χρόνια αλλά μπορεί να διασωθεί.
-Ενδιαφέρον. Και τι
έγγραφα θα ήθελες να βρεις;
-Οτιδήποτε. Όλα έχουν την
αξία τους. Επίσημα έγγραφα μπορούν να μας διαφωτίσουν για ιστορικά γεγονότα ή
για τις συνθήκες ζωής της εποχής. Ιδιωτικά για τις κοινωνικές συνθήκες αλλά και
τις κοινωνικές συμβάσεις και πάλι για τις συνθήκες ζωής.
-Φαίνεται ότι είσαι στο
στοιχείο σου με αυτό, είπε η Κλερ, θα πιώ σε αυτό.
Τσούγκρισαν τα ποτήρια
τους και ήπιαν. Ο Μιχάλης κοίταξε το παιχνίδισμα που έκανε το φως στα μάτια της
Κλερ όπως χαμογελούσε. Εκείνη το πρόσεξε και ένιωσε μια ζεστασιά μέσα της.
Συνέχισαν το δείπνο τους
με τη συζήτηση να περνάει στο φαγητό και την τοπική κουζίνα και μετά στο κρασί
που έπινε η Κλερ.
-Εσύ δεν πίνεις ποτέ;
ρώτησε τον Μιχάλη.
-Όχι, δεν είμαι φίλος.
Την προηγούμενη φορά που ήμουν με τον Ντάνιελ και την ομάδα του βρήκαμε ένα
Ρωμαϊκό πλοίο στον κόλπο της Λυών. Ανάμεσα στο φορτίο του ήταν και αμφορείς με
φαλερνό οίνο. Παρά τα 2000 χρόνια που είχαν περάσει πινόταν. Μόνο εγώ δεν το
δοκίμασα.
-Αυτό πάει να πει
πεπαλαιωμένο κρασί, όχι αστεία, γέλασε η Κλερ.
Μετά το φαγητό, και το
επιδόρπιο που τους κέρασε ο ιδιοκτήτης του εστιατορίου, ο Μιχάλης ρώτησε:
-Θέλεις να περπατήσουμε;
-Ναι, είπε η Κλερ, μου
άρεσε η χθεσινή μας βόλτα. Ειδικά εκείνο το σημείο από το οποίο είδαμε τόσο
καθαρά τα αστέρια.
-Εντάξει τότε, θα πάμε
εκεί.
Στο δρόμο ήταν σχεδόν
μόνοι.
-Δεν έχει πολύ κόσμο
παρότι το ξενοδοχείο μου είναι σχεδόν γεμάτο, είπε η Κλερ.
-Τα τελευταία γκρουπ θα
φύγουν από βδομάδα, η Πέμπτη είναι η μέρα που αλλάζουν οπότε Πέμπτη θα φύγουν
τώρα.
-Εγώ δεν ήρθα με γκρουπ.
-Αυτό για τους ξένους
είναι ασυνήθιστο και ακόμα πιο σπάνιο το να έρχονται μόνοι.
-Συμβαίνει όμως, δεν είχα
κάποιον να πάρω μαζί. Σίγουρα ξέρεις πώς είναι.
-Φυσικά, είμαι μόνος δεν
έχω οικογένεια.
-Λυπάμαι… Δεν…
-Κανένα πρόβλημα, δεν
έγινε τώρα.
Φτάσανε στο γεφυράκι και
το περάσανε.
-Χτες που μιλούσες με το
κοριτσάκι, την Θάλεια, έλεγα ότι μπορεί να ήταν δική σου έτσι όπως της μιλούσες
τρυφερά.
-Δεν είναι, δεν είχα ποτέ
οικογένεια. Εσύ;
-Είχα αρραβωνιαστεί αλλά
είναι στο παρελθόν, είμαι καιρό μόνη.
Προχώρησαν στην αμμουδιά
κοντά στο απαλό σβήσιμο του κύματος στην ακτή. Η ησυχία ήταν σχεδόν απόλυτη
αφού ακουγόταν μόνο αυτό. Ο Μιχάλης βρήκε μια προεξοχή του εδάφους και της
πρότεινε να καθίσει. Η Κλερ το έκανε και εκείνος τη μιμήθηκε.
-Τώρα μπορείς να
κοιτάξεις πάνω, της είπε απαλά.
Η Κλερ το έκανε και
έμεινε εκστατική να κοιτάζει τον μαγευτικό ουράνιο θόλο με τα αναρίθμητα
αστέρια. Έγειρε κι άλλο πίσω θαυμάζοντας. Στράφηκε να μιλήσει στον Μιχάλη και
το πρόσωπό της βρέθηκε εκατοστά από το δικό του. Ο Μιχάλης χαμογέλασε και
ύστερα έκλεισε το κενό.
Τη φίλησε απαλά στα
χείλη. Η Κλερ δεν το περίμενε αλλά το επιθυμούσε από την ώρα που δεν το είχε
κάνει το προηγούμενο βράδυ και έμεμφε τον εαυτό της γι’ αυτό. Ανταπέδωσε το
φιλί, η γλώσσα της άνοιξε τα χείλη του για να βρει τη γλώσσα του. Ο Μιχάλης
έφερε το χέρι του στην πλάτη της, την χάιδεψε απαλά ανεβαίνοντας, πέρασε κάτω
από τα μαλλιά της και την χάιδεψε στην πίσω πλευρά του λαιμού της.
Το φιλί βάθυνε, η Κλερ
έφερε το χέρι της στο πλάι και χάιδεψε απαλά το πρόσωπο του Μιχάλη. Το άλλο
χέρι της βρήκε το δικό του και το έσφιξε.
Μετά τραβήχτηκαν ο ένας
από τον άλλο, ήθελαν και οι δύο να συνεχίσουν αλλά ήξεραν ότι ακόμα δεν ήταν η
ώρα. Κοιτάχτηκαν και χαμογέλασαν. Η Κλερ ξανακοίταξε τα άστρα ακουμπώντας στον
Μιχάλη…
Και όταν πήραν το δρόμο
για το ξενοδοχείο της το έκαναν πιασμένοι χέρι με χέρι.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου