-Πολιορκία; είπε ο
άρχοντας Αραβανής. Γιατί;
-Παρότι η κυριαρχία πάνω
σε κάθε ζωντανή ψυχή είναι η βαθύτερη επιθυμία του, είπε ο μοναχός, αυτό που
θέλει τώρα είναι το Μεγάλο Γριμόριο, το βιβλίο του οποίου οι μαγικές επωδοί θα
επαναφέρουν τον Αβράναξ στην παλαιά του δύναμη. Και αυτό το βιβλίο βρίσκεται
στην κρύπτη του Φαιού Κάστρου.
-Τι; αναφώνησε ο
Αραβανής. Και εγώ γιατί δεν το ξέρω;
-Όσο λιγότεροι τόσο καλύτερα,
εμείς αποτελούμε μέλη μιας αδελφότητας με ιερό σκοπό να μην το αφήσει να πέσει
σε χέρια που θα θελήσουν να το χρησιμοποιήσουν. Με κάποιο τρόπο έμαθε και
εκείνος που βρίσκεται για να έρχεται εδώ και να μην έχει στόχο την Αίλια Σέπτιμα.
-Αν πιστέψουμε το
κορίτσι.
Αναστάτωση παρατηρήθηκε
στο δρόμο. Τελικά δύο στρατιώτες συνόδευσαν μπροστά στον άρχοντα και το
διοικητή τους έναν κάθιδρο άνδρα με την απλή πράσινη στολή του αγγελιοφόρου.
-Άρχοντά μου, είπε
εκείνος, έρχομαι από τον πύργο της Καμάρας, άναψαν οι φρυκτωρίες.
Ο κόμης αντάλλαξε μια
ματιά με τον μοναχό και αποφάσισε να πάρει τα πράγματα στα χέρια του.
-Πως ονομάζεσαι
στρατιώτη;
-Φίλων, κύριε, από το
Παλαιοχώρι.
-Φίλωνα, πότισε το άλογό
σου και ξεκίνα για το Φαιό Κάστρο, πες στον τουρμάρχη Λέοντα να ετοιμαστεί για
πολιορκία και για την στέγαση των αμάχων. Ερχόμαστε και εμείς πες του.
Ο Αραβανής είχε ξεκινήσει
να επιστρέψει στην άμαξά του και ο κόμης ακολούθησε. Αντίθετα με τον άρχοντα
προχώρησε στο πίσω μέρος της φάλαγγας που βρίσκονταν οι ιππείς που τους
συνόδευαν. έδωσε γρήγορα εντολές και οι είκοσι άνδρες έφυγαν καλπάζοντας σε
δυάδες. Ύστερα επέστρεψε στην αυλή του ορφανοτροφείου.
-Έχετε κάποιο μεταφορικό
μέσο για να φύγετε από εδώ;
-Υπάρχει ένα κάρο, είπε η
βοηθός της Πολυτίμης, δεν θα μπορούν όμως να ανέβουν όλα τα παιδιά και δεν
έχουμε ποιος να το οδηγήσει. Ο επιστάτης μας λείπει αυτές τις μέρες.
-Αυτό δεν είναι πρόβλημα,
είπε ο κόμης και στράφηκε σε έναν άνδρα που καθόταν δίπλα στον οδηγό της άμαξας
του άρχοντα.
-Λαόνικε! φώναξε, έλα
εδώ.
Ο άνδρας ήταν ένας
γεροδεμένος νεαρός με τη στολή ιπποκόμου. Πήδηξε από την άμαξα και πλησίασε
τρέχοντας.
-Διατάξτε!
-Θα ζεύξεις άλογα στο
κάρο που θα σου δείξει η…
Στράφηκε στην κοπέλα που
βιάστηκε να πει το όνομά της.
-Άννα.
-Η Άννα λοιπόν, είπε ο
κόμης, και θα φροντίσεις για την επιβίβαση των παιδιών. Όσα δεν χωρέσουν θα
μπουν στην άμαξα.
-Χαρά που θα κάνει ο
νοβελίσσιμος! είπε ο Λαόνικος χρησιμοποιώντας τον επίσημο τίτλο του Αραβανή.
-Αυτό άσε το σε εμένα.
Ο κόμης στράφηκε στον
μοναχό που μιλούσε ήσυχα με το κορίτσι το οποίο είχε ηρεμήσει και του μιλούσε
με μια απαλή, σιγανή φωνή. Τον φώναξε κοντά του και εκείνος άφησε τη μικρή
συνομιλήτριά του και πλησίασε.
-Θα ταξιδέψεις στο κάρο
με τα παιδιά;
-Κανένα πρόβλημα, είπε ο
μοναχός. Έστειλες αγγελιοφόρους είδα.
-Ναι σε όλες τις φρουρές
να εκκενώσουν τα φυλάκιά τους και να αναδιπλωθούν στο Φαιό κάστρο. Άφησα μόνο
την Κρόια.
-Γιατί;
-Είναι μακριά για να
προλάβουν και είναι καλύτερα προφυλαγμένοι πίσω από τα τείχη της Αετοφωλιάς
παρά αν θα τους πετύχαινε ο εχθρός στο δρόμο. Εξάλλου αν κάνουμε λάθος και ο
Αβράναξ έχει και άλλα σχέδια καλό είναι να μην πέσει στα χέρια του ένα τέτοιο
φρούριο.
-Θα πρέπει να
ειδοποιηθούν όμως.
-Έδωσα εντολή να στείλουν
ένα ταχυδρομικό περιστέρι πριν αφήσουν το φυλάκιο της Ανατολής. Θες να
ειδοποιήσουμε τους δικούς σου;
-Σίγουρα θα είδαν τη
φωτιά από τον Πύργο της Πηγής και θα πήραν τα μέτρα τους.
-Έχει καλώς, οι αγγελιοφόροι
έχουν οδηγίες να μαζέψουν τους άνδρες από τα φυλάκια που βρίσκονται στο δρόμο
τους και να τους κατευθύνουν να έρθουν στο κάστρο και να ειδοποιήσουν και τον
άμαχο πληθυσμό.
Εν τω μεταξύ ο Λαόνικος
είχε ζεύξει τα δύο άλογα που θα έσερναν το κάρο και βάζοντας στις άκρες τις
προμήθειες που είχαν στο ορφανοτροφείο και θα έπαιρναν μαζί, έφτιαξε ένα
προφυλαγμένο χώρο στο κέντρο για να καθίσουν τα παιδιά και άρχισε να τα
επιβιβάζει.
Ο άρχοντας Αραβανής δεν
χάρηκε καθόλου με την προοπτική μερικών παιδιών στην άμαξα αλλά η συνοδός του,
η αρχόντισσα Σεβαστή ενθουσιάστηκε και έτσι και εκείνος σταμάτησε να φέρνει
αντιρήσσεις. Η Πολυτίμη προχώρησε και εκείνη στην άμαξα και η Άννα την
ακολούθησε αλλά εκείνη στράφηκε και κοίταξε την βοηθό της αυστηρά.
-Δε νομίζω, είπε κοφτά
αφήνοντας την κοπέλα άναυδη.
-Δεν έχω πως…
-Καλύτερα, να μείνεις να
φυλάς το κτίριο.
Η Πολυτίμη ανέβηκε στην
άμαξα και ένας λακές έκλεισε την πόρτα πριν ανέβει ξανά όρθιος στο πίσω μέρος
της. Η Άννα στράφηκε να γυρίσει στο ορφανοτροφείο αλλά την πρόλαβε ο γηραιός
μοναχός.
-Ανέβα στην άμαξα σε
παρακαλώ. Εγώ θα βολευτώ με το άλογό μου.
Ήταν έτοιμοι να
ξεκινήσουν. Όπως και όταν έρχονταν μπήκαν μπροστά οι ιππείς που συνόδευαν τον
κόμη. Ακολουθούσε η άμαξα του άρχοντα και πίσω της το κάρο με τα παιδιά. Πίσω
τους έρχονταν πεζοί στρατιώτες. Η Άννα γύρισε και τους κοίταξε. Ήταν δύο
ομάδες. Είκοσι στρατιώτες φορούσαν λευκούς θώρακες και κράνη που κάλυπταν το
πρόσωπο, έφεραν μεγάλες ορθογώνιες ασπίδες και βαριά σπαθιά, ήταν ο τακτικός
στρατός της Αυτοκρατορίας. Θυμήθηκε κάτι που της είχε πει ο μακαρίτης ο πατέρας
της, παλαίμαχος στρατιώτης και εκείνος. Είκοσι άνδρες αποτελούσαν μια σπείρα,
τέσσερεις σπείρες έναν λόχο, πέντε λόχοι μια τούρμα. Η τούρμα ήταν η πιο
συνηθισμένη δύναμη που στάθμευε κάπου ενώ δέκα τούρμες σχημάτιζαν μια λεγεώνα
αλλά αυτό γινόταν μόνο σε καιρό πολέμου. Ανατρίχιασε καθώς σκεφτόταν ότι
βρίσκονταν πλέον σε πόλεμο.
Έστρεψε το βλέμμα της
στους άνδρες που έρχονταν τελευταίοι. Ήταν δέκα άνδρες, έφεραν σπαθιά και
μικρές στρογγυλές ασπίδες ενώ είχαν ελαφρούς θώρακες. Όλοι ήταν πανύψηλοι και
σωματώδεις. Συνειδητοποίησε ότι ήταν μέλη της αυτοκρατορικής φρουράς. Πολλοί
από αυτούς προέρχονταν από τις Σιδηρές Πύλες του μακρινού βορρά. Για να έχει
συνοδεία τέτοιων πολεμιστών ο άρχοντας Αραβανής πρέπει να είχε συγγένεια με τον
αυτοκρατορικό οίκο. Ή μήπως ήταν ο κόμης; Ακόμα και ο Αραβανής έδειχνε να τον
σέβεται.
-Πες μου σε παρακαλώ,
είπε στον Λαόνικο, πως λέγεται ο κόμης;
-Μαξιμιλιανός Δάια, είπε
ο Λαόνικος. Από τους καλύτερους διοικητές της Αυτοκρατορίας. Κληρονομικό
φαντάζομαι. Και ο πατέρας του ήταν μεγάλος στρατηγός, σκοτώθηκε πολεμώντας τον Αβράναξ
τον Ανίερο. Ο κόμης ήταν μωρό ακόμα και τον πήρε υπό την προστασία του ο
Αυτοκράτορας, γι’ αυτό βλέπεις και τους φρουρούς να μας συνοδεύουν.
Το Φαιό Κάστρο είχε πάρει
την ονομασία του από το χρώμα των μεγάλων τετραγωνισμένων λίθων που είχαν
χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή των τειχών του. Με ύψος επτά μέτρων είχαν
αντισταθεί αγέρωχα στο χρόνο και σε κάθε εχθρό που είχε αποπειραθεί να
εκπορθήσει το κάστρο.
Όταν έγιναν τα σχέδια για
το κάστρο, πριν αρχίσει η κατασκευή, οι εργάτες άνοιξαν ένα μεγάλο χαντάκι που
έπαιρνε νερό από τον ποταμό Ταχυρέοντα και κάνοντας τον κύκλο του χώρου των εργασιών
το έφερνε πάλι στον ποταμό. Το κάστρο βρέθηκε έτσι πάνω σε ένα τεχνητά
δημιουργημένο νησί με τον ποταμό να αποτελεί μια ασφαλή τάφρο που ήταν αδύνατο
να ξεραθεί ή να αδειάσει.
Τα τείχη που χτίστηκαν
κάθετα στο νερό χωρίς να αφήσουν ελεύθερο χώρο ήταν φαρδιά και ενισχυμένα για
να αντέχουν χτυπήματα πολιορκητικών μηχανών ενώ σε κάθε μια από τις τέσσερεις
γωνίες ορθωνόταν ένας ισχυρός πύργος καθώς και στην μέση της κάθε πλευράς με
αυτόν στην εμπρόσθια πλευρά να είναι ο πλέον βαριά οχυρωμένος και εξοπλισμένος.
Πάνω από την πύλη, που βρισκόταν μεταξύ του οχυρού πύργου και της μπροστά
αριστερής γωνίας, υπήρχε ένα φυλάκιο για την υπεράσπισή της.
Από την πύλη κατέβαινε
μια κινητή γέφυρα η οποία έφερνε σε ένα μικρό πύργο στην άλλη πλευρά της
τάφρου. Μια λεπτή λωρίδα γης, που χρησιμοποιείτο για κάποιες χρήσιμες για το
κάστρο καλλιέργειες, και η είσοδος στο μικρό πύργο καλύπτονταν από έναν απλό
ξύλινο φράκτη.
Πρώτα οι ιππείς και μετά
η άμαξα πέρασαν τη γέφυρα και ακολούθησε το κάρο με τα παιδιά να σχολιάζουν
ξεσηκωμένα το κάστρο που κανένα δεν είχε ξαναδεί. Τη στιγμή που περνούσαν την
πύλη ακούστηκαν σάλπιγγες να αναγγέλλουν την άφιξη του άρχοντα Αραβανή.
Σταμάτησαν σε μια
εσωτερική αυλή. Εκεί ο μοναχός ξεπέζευσε και πλησίασε το κάρο για να βοηθήσει
τα παιδιά και την Άννα να κατέβουν, ενώ το ίδιο έκαναν και οι άνδρες με τον
κόμη Δάια. Ένας άνδρας πλησίασε με γοργά βήματα, φορούσε και αυτός το λευκό
θώρακα και ήταν οπλισμένος αλλά δεν έφερε το κράνος. Η Άννα χαμογέλασε μόλις
τον είδε, ήταν ένα γνώριμο πρόσωπο, συμπολεμιστής του πατέρα της και, το πιο
σημαντικό, ανάδοχός της. Ο τουρμάρχης Λέων Νεστάνης δεν την είχε δει ακόμα
καθώς η προσοχή του ήταν στραμμένη στον κόμη Δάια.
-Ποια είναι η κατάσταση;
ρώτησε εκείνος.
-Αυτή τη στιγμή έχουμε
εδώ τους τρεις από τους λόχους μας, επέστρεψαν και οι μισοί από τους αγγελιοφόρους
μαζί με τους άνδρες από τα αντίστοιχα φυλάκια.
-Ωραία, είπε ο Δάια
κοιτώντας τα τείχη. Από προμήθειες;
-Έχουμε τρόφιμα, τα
κελάρια είναι γεμάτα, και οι κάτοικοι της περιοχής φέρανε επίσης προμήθειες
ερχόμενοι. Το νερό δε μας λείπει ποτέ. Έχουμε φάρμακα και επιδέσμους, μολύβι
για τους λέβητες και άμμο για τις φωτιές. Έβαλα τον ξυλουργό και τον σιδερά μας
να κάνουν μια επιθεώρηση για οτιδήποτε μπορεί να χρειάζεται επισκευή ή
ενίσχυση. Έχουμε ακόμα ζωντανά, διέταξα να τα περιορίσουν στους στάβλους και ο
μυλωνάς αλέθει το τελευταίο σιτάρι οπότε θα έχουμε αλεύρι.
-Με αλεύρι και λάδι
έχουμε τη δυνατότητα να αντέξουμε αρκετά, δε θα πεινάσουμε, είπε ο Μαξιμιλιανός
Δάια. Συγκέντρωσε τους άνδρες, θέλω να τους μιλήσω.
-Αμέσως.
-Πριν από αυτό, είπε ο Δάια,
θέλω να φροντίσεις ένα θέμα. Φέραμε μαζί μας μια ομάδα παιδιών. Να
τακτοποιηθούν στον άδειο θάλαμο δίπλα στο παρεκκλήσιο, θα έχει το νου του ο αδερφός
Μιχαήλ και η κοπέλα που ήταν μαζί τους και…
-Άννα! αναφώνησε ο Λέων
που ακολουθούσε το νεύμα του ανώτερου του. Χαίρομαι που σε βλέπω, από την ώρα
που έφτασε ο αγγελιοφόρος με τα άσχημα νέα αναρωτιόμουν που να ήσουν και αν θα
ήσουν ασφαλής.
-Είμαι καλά, και πιστεύω
και ασφαλής τώρα.
-Αυτό θα το
προσπαθήσουμε, δεσποσύνη, είπε ο Δάια ευγενικά. Για εσάς και τα παιδιά αλλά και
όλους τους αμάχους που ζήτησαν καταφύγιο κοντά μας. Λέοντα, οι άμαχοι να
τακτοποιηθούν στα πίσω κτίσματα του κάστρου, μακριά από τη μάχη και τον
κίνδυνο.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου