Η Πολιορκία Του Φαιού Κάστρου 3

Author: Νυχτερινή Πένα /


Ο Ρωμανός Δελμάρ έλεγξε τα ηνία και τη σέλα του αλόγου του, ήταν έτοιμο για το ταξίδι τους. Έδεσε πίσω από τη σέλα το σακίδιό του και βεβαιώθηκε ότι η ασπίδα του ήταν ασφαλισμένη αλλά και σε θέση που θα του επέτρεπε να την πάρει εύκολα αν χρειαζόταν. Ήταν έτοιμος.
-Θα έφευγες χωρίς να μου μιλήσεις;
Στράφηκε και αντίκρισε την αρχόντισσα Σεβαστή. Εκείνη είχε εγκαταλείψει τα επίσημα ενδύματά της και φορούσε παντελόνι με πουκάμισο και από πάνω έναν θώρακα σαν εκείνον που φορούσε και ο ίδιος. Ακόμα και με την ανδρική αυτή και πολεμική περιβολή δεν μπορούσε να μη θαυμάσει την τελειότητα του σώματός της.
-Δεν ήθελα να σε λυπήσω, της είπε, θα φύγω αμέσως για να φέρω βοήθεια.
-Το ξέρω, απάντησε η αρχόντισσα.
Πλησίασε και τον κοίταξε. Ύστερα ρίχτηκε στην αγκαλιά του και τον φίλησε στα χείλη. Εκείνος την κράτησε σφιχτά.
-Δεν ξέρεις πόσο μου έχεις λείψει.
-Τώρα θα έρθω μαζί σου όμως.
-Όχι! Ο Ρωμανός την απομάκρυνε για να μπορεί να την κοιτάξει στα μάτια. Θα κινδυνεύσεις!
-Λες εδώ δε θα κινδυνεύσω; Εδώ έρχονται να επιτεθούν.
-Θα είσαι πιο ασφαλής από το να είσαι εκτεθειμένη στην ύπαιθρο μαζί μου, είπε ο αξιωματικός.
-Είμαι έτοιμη και ο άρχοντας Δάια το ενέκρινε.
Ο Ρωμανός γέλασε ενώ την αγκάλιαζε πάλι.
-Πήρε προαγωγή;
-Ο Αραβανής το έβαλε στα πόδια, αφού θα φύγω και εγώ κάποιος πρέπει να είναι υπεύθυνος για την περιοχή.
Ο Ρωμανός κούνησε το κεφάλι. Ήταν λογικό αυτό που έλεγε αλλά, το πιο σημαντικό, έδειχνε το πόσο αποφασισμένη ήταν να πάει μαζί του. Ήταν το μόνο ευχάριστο που του είχε συμβεί με την μετάθεσή του σε αυτήν την μεθοριακή περιοχή. Είχε γνωρίσει την Σεβαστή και είχαν γίνει γρήγορα εραστές. Δεν είχαν επισημοποιήσει ακόμα τη σχέση τους για να μην επισύρουν την μήνι του Αραβανή που είχε βλέψεις στην αρχόντισσα και ενώ εκείνη έκανε κάποιες ενέργειες για να αρθεί πια η ποινή του και να επιστρέψουν μαζί στην Αίλια Σέπτιμα.
Τώρα θα επέστρεφαν αλλά με ένα μήνυμα πολέμου. Ίσως θα ήταν καλύτερα που την είχε μαζί, εκείνη θα την άκουγαν πιο εύκολα. Τη φίλησε απαλά στα στιλπνά της μαλλιά και είπε:
-Πάμε;

Η Άννα είχε εξοικειωθεί με το κάστρο λίγο για να μπορεί να βγει μέχρι την αυλή και να επιστρέψει στο δωμάτιο των παιδιών χωρίς να χαθεί. Αφού τακτοποίησε τα παιδιά και φρόντισε να φάνε, βγήκε λίγο στην αυλή να αφήσει τον αέρα να τη χτυπήσει στο πρόσωπο.
Ησυχία επικρατούσε στο κάστρο, οι άμαχοι που είχαν βρει καταφύγιο εδώ είχαν τακτοποιηθεί στο εσωτερικό των κτιρίων του κάστρου, σε άδειους κοιτώνες και αίθουσες, κάποιοι και στους θαλάμους της φρουράς η οποία είχε στρατωνιστεί στους πύργους για να είναι έτοιμη για μάχη. Είχε ακούσει ότι είχαν πλέον επιστρέψει όλοι στο κάστρο.
Είδε τον Λέοντα να μιλάει με έναν αξιωματικό που ήταν έφιππος και φαινόταν έτοιμος να ξεκινήσει με τη συνοδεία μιας δεκάδας πολεμιστών και των ανδρών της αυτοκρατορικής φρουράς. Ο κόμης ήρθε κοντά τους και αυτός και έδειξε έναν τυλιγμένο ρολό στον αξιωματικό που τον έκρυψε στον μανδύα του. Αντάλλαξε μερικές λέξεις με τον Δάια και μετά χαιρέτησε στρατιωτικά και ξεκίνησε καλπάζοντας με τους άνδρες που ήταν μαζί του.
-Κλείστε την πύλη! διέταξε ο Λέων.
Τα δύο μεγάλα φύλλα της πύλης, φτιαγμένα από γερό ξύλο και ενισχυμένα με μεταλλικά καρφιά, έκλεισαν με κρότο και ακολούθησε η μεγάλη καταρρακτή που κατέβηκε στη θέση της κροταλίζοντας.
Οι δύο αξιωματικοί πλησίασαν προς το μέρος της και ο Λέων τη ρώτησε:
-Όλα καλά;
-Ναι, απλά βγήκα λίγο να πάρω λίγο αέρα. Πως είναι η κατάσταση;
-Ο εχθρός πλησιάζει, είπε ο Δάια, θα φτάσουν εδώ το βράδυ. Κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να τον αντιμετωπίσουμε.
-Και οι άνδρες που έφυγαν;
-Πηγαίνουν να φέρουν βοήθεια, είπε ο Μαξιμιλιανός Δάια, είναι σίγουρο ότι θα τη χρειαστούμε. Ο πεντηκόνταρχος Δελμάρ είναι από την πρωτεύουσα και είναι ο κατάλληλος να κάνει το ταξίδι.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου