-Θα το αποπληρώσω, έκανε
μια αδύναμη προσπάθεια, έχω ήδη τα περισσότερα. Σε λίγο…
Ο Γκρόμους κούνησε το
κεφάλι του. Αν δεν τον ήξερες καλά ήταν μια δύσκολα αντιληπτή κίνηση μιας και
δεν υπήρχε λαιμός και το κεφάλι ενωνόταν κατευθείαν με το σώμα από μια άρθρωση
που κρυβόταν από το μεγάλο σαγόνι με το προγούλι των Σελάριαν.
-Θέλω κάτι πιο πολύτιμο.
-Δεν έχω.
Ο Μπόροντιν ένιωσε τα
γόνατά του να λύνονται καθώς είδε τα μάτια του Γκρόμους να γυαλίζουν καθώς
κοιτούσαν κάτι πίσω του και γύρισε να δει τι ήταν αυτό που είχε τραβήξει την
προσοχή του φοβούμενος το χειρότερο. Η Ντέλο είχε μπει στο δωμάτιο. Ήταν
ντυμένη με τις λευκές φόρμες που φορούσε για τον ύπνο, σχεδόν όπως κάθε
άνθρωπος στον πλανήτη. Η λιγνή εφηβική της φιγούρα που είχε μόλις αφήσει την
κοριτσίστικη εμφάνιση για τη γυναικεία διαγραφόταν κάτω από τις φόρμες. Ο Μπόροντιν
ένιωσε χολή στο στόμα του.
«Μα τους Επτά, όχι αυτό.
Όχι τη Ντέλο μου!» σκέφθηκε και γύρισε να κοιτάξει τον Γκρόμους πάλι.
-Μεγάλωσες μια χαρά Ντέλο
Βαλ, είπε εκείνος. Εγώ σε έσωσα, ίσως πρέπει να διεκδικήσω.
Ο Μπόροντιν κάθισε σε μια
καρέκλα απότομα. Το πρόσωπό του είχε γίνει χλωμό σαν νεκρού. Ο Γκρόμους
κοιτούσε ακόμα την Ντέλο, η μακριά διχαλωτή γλώσσα του έγλειψε τα χείλη του.
-Τι θέλεις να κάνω;
ρώτησε απεγνωσμένος τον Γκρόμους.
-Όχι πολλά πράγματα. Ένα
οπτάνιουμ, από το θόλο του ουρανού, είπε ο Σαλάριαν με το βλέμμα του ακόμα στην
Ντέλο.
-Τι;
Ο Μπόροντιν δεν μπορούσε
να πιστέψει τι είχε ακούσει μόλις. Το οπτάνιουμ ήταν ένα σπανιότατο ορυκτό,
τόσο σπάνιο που κόστιζε αμύθητες περιουσίες, με ένα από αυτά μπορούσες να
χρηματοδοτήσεις ολόκληρο πόλεμο. Αλλά αυτό που είχε ξεστομίσει ο Γκρόμους ήταν ακόμα
πιο παράδοξο, το να επιχειρήσει κανείς να κλέψει από τον θόλο του ουρανού ήταν
αυτοκτονία.
Το αχανές οικοδόμημα της
αποικίας ήταν χωρισμένο σε επίπεδα, ξεκινώντας από το μηδέν στην επιφάνεια του
πλανήτη ως το 277 ψηλά στα επτακόσια μέτρα. Εκείνοι που ζούσαν εκεί επάνω πολύ
σπάνια, ή και ποτέ, δεν κατέβαιναν στην επιφάνεια ενώ ένα ανέκδοτο της υψηλής
κοινωνίας έλεγε υποτιμητικά αρουραίους όλους όσους ζούσαν κάτω από το επίπεδο
40. Πάνω από όλους ήταν ο θόλος, το υψηλότερο μέρος της αποικίας που δεν εκτεινόταν
σε όλο το επίπεδο, το προσωπικό κατάλυμα, παλάτι και αρχηγείο του Δαλ Ντοράς,
του διοικητή της αποικίας και ιδιοκτήτη μεγάλου μέρους της σε έμψυχα και άψυχα
στοιχεία. Στο ίδιο επίπεδο ή ψηλότερα δεν επιτρεπόταν καμία κατασκευή και τα
σκάφη που προσέγγιζαν την αποικία περνούσαν από την πιο απομακρυσμένη πλευρά
του επιπέδου.
Το να προσπαθήσεις να
κλέψεις τον Δαλ Ντοράς ήταν μια απονενοημένη πράξη, ακόμα και αν το κατόρθωνε
κάποιος η εκδίκηση θα ήταν τρομερή χωρίς καμία ελπίδα διαφυγής. Ο Μπόροντιν κοίταξε
τον Γκρόμους. Ήθελε να τον στείλει στο θάνατο;
-Δεν γίνεται, δεν θα
μπορούσα να πετύχω κάτι τέτοιο και αν ακόμα το πετύχαινα που θα πήγαινα μετά
για να γλιτώσω;
Ο Σαλάριαν κοίταξε τον Μπόροντιν.
Τα μάτια του άστραψαν γεμάτα κακία καθώς έλεγε:
-Αυτό ή αυτήν.
Γύρισε πάλι προς την
Ντέλο, το βλέμμα του κατέβηκε στο σημείο που οι θηλές στο στήθος της τέντωναν
το ύφασμα της μπλούζας της. Εκείνη έκανε πίσω και ο Γκρόμους ένευσε στους δύο
συνοδούς του. Ακινητοποίησαν την Ντέλο και ο ένας έσκισε την μπλούζα αποκαλύπτοντας
τα στήθη της. Ο Γκρόμους πλησίασε και η μακριά γλώσσα του, που στο είδος του
είναι και αισθητήριο όσφρησης, τινάχτηκε προς το κορίτσι που δεν μπόρεσε να
κάνει πίσω. Η γλώσσα του περιπλανήθηκε στο πρόσωπο και το λαιμό της και εκείνη
ούρλιαξε.
-Μυρίζει ωραία. Αυτήν ή
το οπτάνιουμ!
-Θα το φέρω! Άφησέ την!
Ο Γκρόμους γύρισε προς το
μέρος του.
-Αν συλληφθώ τι θα γίνει;
ρώτησε ο Μπόροντιν. Ο Δαλ Ντοράς δεν θα αργήσει να ανακαλύψει ποιος με έστειλε.
Τα μάτια του Γκρόμους
στένεψαν.
-Αυτό είναι απειλή; ρώτησε.
-Όχι… όχι… απάντησε ο Μπόροντιν
βιαστικά. Αλλά όλοι ξέρουν ότι μπορεί να αποσπά την αλήθεια.
-Να φροντίσεις να μη
συμβεί αυτό, είπε ο Γκρόμους και προχώρησε προς την πόρτα. Δεν θα ήθελες να
πάθει κάτι η Ντέλο, έτσι δεν είναι;
Ένευσε στους φρουρούς του
να προχωρήσουν παίρνοντας και την Ντέλο μαζί, η κοπέλα άρχισε να κλαίει και να
παρακαλεί. Ξαφνικά κάτι μικρόσωμο ξεχύθηκε πάνω στον Γκρόμους και άρχισε να τον
χτυπάει. Ο Σαλάριαν το έσπρωξε πίσω και αντίκρισε τον μικρό Σημ που είχε
ξυπνήσει και είχε τρέξει να βοηθήσει την αδερφή του.
-Ανώφελη γενναιότητα,
είπε και γύρισε να φύγει.
-Όταν μεγαλώσω θα γίνω
ιππότης και θα σε σκοτώσω, είπε ο Σημ.
Ο Γκρόμους γύρισε και
κοίταξε το παιδί. Ο Μπόροντιν επενέβη βιαστικά και στάθηκε μπροστά στο γιο του.
Ο Σαλάριαν γύρισε και έφυγε με το κορίτσι να κλαίει ανάμεσα στα δύο ανδροειδή.
Έπαψαν να την ακούν όταν μπήκε στο όχημα των αιχμαλωτιστών της και αυτό
απογειώθηκε. Η Ντελέρια ήρθε κοντά στο σύζυγό της, εκείνος άνοιξε τα χέρια του
και η Ντελέρια χώθηκε στην αγκαλιά του κλαίγοντας. Ο Σημ έπεσε στο πάτωμα
κλαίγοντας και αυτός.
-Τι θα κάνουμε Μπόροντιν;
ρώτησε μετά από λίγο η Ντελέρια. Ξέρεις τι φήμη έχει ο Γκρόμους.
-Θα πάω στον Δαλ Ντοράς,
είπε ο Μπόροντιν, θα τον προειδοποιήσω για το τι έχει στο μάτι ο Γκρόμους και θα
αφεθώ στην διάκρισή του, ας με σκοτώσει αν τον εξυπηρετεί αλλά να σώσει τη
Ντέλο.
-Μα αυτό είναι
αυτοκτονία, είπε η Ντελέρια, θα σε σκοτώσει.
-Αρκεί να σωθεί το μωρό
μας.
-Δεν θέλω να σας χάσω,
είπε η Ντελέρια ξεσπώντας και πάλι σε δάκρυα.
Ο Μπόροντιν την χάιδευσε
απαλά προσπαθώντας να την ησυχάσει. Την αγαπούσε τόσο πολύ, ήταν μια υπέροχη
σύζυγος και μητέρα και ήταν κρίμα που δεν είχε μπορέσει να της προσφέρει μια
καλύτερη ζωή. Τώρα είχαν όλα τελειώσει, δεν θα άλλαζε τίποτα, ως το πρωί θα
ήταν νεκρός. Ας έσωζε τουλάχιστον την Ντέλο.
-Φοβάμαι ότι δεν έχουμε
άλλη λύση, είπε. Πρέπει να πεθάνω για να ζήσει η κόρη μας.
-Ελπίζω ότι δε θα
χρειαστεί αυτό, είπε μια μορφή στην ανοιχτή πόρτα.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου