Κεφάλαιο
4
08:31
– 09:00
Πάνω από τον Ατλαντικό
08:31
Ο Δημήτρης Λαέρτης έλυσε
τη ζώνη ασφαλείας μόλις έσβησε το ειδικό σήμα, ποτέ δεν είχε συμπαθήσει αυτό το
πράγμα, και βολεύτηκε καλύτερα στη θέση του. Περίμενε να ρωτήσει την πρώτη
διαθέσιμη από τις κοπέλες του πληρώματος για να πάει μια επίσκεψη στο φίλο του
τον Πάτρικ.
Θυμήθηκε με ένα χαμόγελο
την εποχή, κάπου δύο δεκαετίες πίσω, όταν ήταν πλοίαρχος σε τάνκερ, γκαζάδικα
όπως τα λέγανε, και ο Πάτρικ καινούριος πιλότος που πετούσε μικρά αεροπλάνα και
ελικόπτερα για τις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρίες που δραστηριοποιούνται στον
κόλπο του Μεξικού. Είχαν γνωριστεί από τις πτήσεις αυτές που ο νεαρός πιλότος
έφερνε στελέχη ή αντικαταστάτες μελών του πληρώματος στα πλοία. Είχαν γίνει
γρήγορα φίλοι και πολλές φορές είχαν πιει μαζί ένα ποτό αγναντεύοντας τον ήλιο
να χάνεται στον ορίζοντα.
Σαν γνήσιος Βρετανός ο
Πάτρικ ήταν φίλος του ουίσκι και του μπράντυ αλλά δεν είπε όχι και στο ούζο που
του έμαθε ο Λαέρτης. Αφού ο Έλληνας ναυτικός έπαψε να ταξιδεύει με τα τάνκερ
διατήρησαν επαφή αν και συναντιόταν πλέον πολύ πιο σπάνια. Ήταν κρίμα που δεν
είχε ένα ουζάκι να τον κεράσει τώρα. Αλλά θα τον καλούσε για διακοπές στο νησί.
Κοίταξε έξω από το
παράθυρο, ο ουρανός ήταν τελείως γαλανός χωρίς καν ένα σύννεφο και κάτω ο
Ατλαντικός φαινόταν γαλήνιος σαν λίμνη. Από τόσο ψηλά τα πλοία δεν φαίνονταν
σχεδόν καθόλου, πρέπει να είχαν περάσει τα τριάντα χιλιάδες πόδια.
08:33
Ο Άλεξ έλυσε τη ζώνη του
και σηκώθηκε. Στάθηκε στο διάδρομο ανάμεσα στις θέσεις και κοίταξε τους γονείς
του. Ο πατέρας του διάβαζε το πρωινό φύλλο μιας οικονομικής εφημερίδας, η
μητέρα του κοιτούσε τον ωκεανό κάμποσα χιλιόμετρα πιο κάτω αν και δεν υπήρχαν
και πολλά πράγματα να δει. Ξερόβηξε και μετά είπε:
«Πάω να καθίσω λίγο πιο
πίσω.»
Ο πατέρας του ένευσε
χωρίς να σηκώσει το βλέμμα του, η μητέρα του έριξε μια ματιά πίσω και κατάλαβε.
«Το μήλο κάτω από τη
μηλιά θα πέσει,» είπε ξερά αλλά δεν του απαγόρευσε να κάνει αυτό που ήθελε και
ο Άλεξ προχώρησε προς τα πίσω. Πήρε βαθιά ανάσα, μάζεψε όλο το θάρρος του και
έκανε το τελικό βήμα.
«Μπορώ να καθίσω;»
ρώτησε.
Η κοπέλα γύρισε και τον
κοίταξε. Έμεινε άφωνος. Όσο υπέροχα όμορφη και αν ήταν, αυτή η ομορφιά ωχριούσε
μπροστά στην ομορφιά που είχε το βλέμμα της.
Εκείνη ανασήκωσε τους
ώμους και ο Άλεξ κάθισε χωρίς να πάρει τα μάτια του από τα δικά της.
Λονδίνο
Γραφεία Γενικού
Εισαγγελέως
08:36 – 13:36 GMT
Η εισαγγελέας, μια
μεσόκοπη γυναίκα με ευγενικό παρουσιαστικό που είχε οδηγήσει πολλούς αντιπάλους
στο δικαστήριο να την υποτιμήσουν με καταστροφικά για αυτούς αποτελέσματα,
έβγαλε τα γυαλιά της και τα ακούμπησε στο μαονένιο γραφείο μπροστά της πάνω στο
φάκελο της υπόθεσης.
«Νομίζω ότι τα καλύψαμε
όλα, είπε, δεν θα σας κρατήσω άλλο.»
Οι τέσσερις άνδρες
σηκώθηκαν να φύγουν και ο Μαξιμίλιαν Μόντακιου στράφηκε και είπε:
«Α και αν διαμαρτυρηθεί
εγώ δεν τον χτύπησα πολύ, λίγο ίσα να μην μου πάρει το όπλο όταν συνήλθε στο
αεροδρόμιο.»
«Μην ανησυχείς, αυτό ήταν
απόπειρα απόδρασης, δεν τον συμφέρει να αναφερθεί. Θα σας δω τη Δευτέρα το πρωί,»
είπε η εισαγγελέας.
Οι τέσσερις πρώην κομάντο
της SAS
βγήκαν από το κτίριο και κατέβηκαν τα σκαλιά προς το δρόμο πριν ο Άιαν ρωτήσει:
«Τι σχέδια έχετε για το
Σαββατοκύριακο; Από την υπηρεσία ως γνωστό είμαστε ελεύθεροι.»
«Λέγαμε να πάμε για
μερικές δοκιμές το καινούριο αγωνιστικό,» ξεκίνησε ο Ρόμπερτ ενώ προχωρούσαν
προς το σημείο όπου είχαν αφήσει τα αυτοκίνητά τους.
Πάνω από τον Ατλαντικό
08:39
«Άλεξ Όβαλντ,» έτεινε το
χέρι του ο Άλεξ και η κοπέλα το έσφιξε.
Το άγγιγμά της ήταν απαλό
αλλά η χειραψία της σταθερή. Τώρα που την έβλεπε από κοντά, παρατηρούσε τα
μαλλιά της που έδειχναν νωπά, σαν να τα είχε λούσει πριν έρθει στο αεροδρόμιο.
«Για διακοπές πας στην
Βρετανία;» τη ρώτησε.
08:40
Ο Λαέρτης είχε σωστά
μαντέψει. Το 777 είχε περάσει τα τριάντα χιλιάδες πόδια και όχι μόνο αυτά. Στο
πιλοτήριο ο Πάτρικ και ο Μαρκ ετοιμάζονταν να χαλαρώσουν. Από δω και πέρα θα
είχε τον έλεγχο ο αυτόματος πιλότος και θα εκτελούσε τον πλουν ως το σημείο που
θα άρχιζε η κάθοδος, εκείνοι θα επέβλεπαν και θα έπιαναν πάλι δουλειά για την
προσγείωση.
Περνώντας πάνω από τα
δέκα χιλιάδες πόδια ο Πάτρικ είχε σβήσει τα φώτα προσγείωσης και είχε αφήσει
μόνο τα φώτα πορείας. Είχε ελέγξει την κατανάλωση καυσίμου, είχαν ήδη ελαφρύνει
κάμποσες χιλιάδες λίβρες, και είχε ρυθμίσει το πηδάλιο για πορεία χωρίς
περεταίρω άνοδο.
Κοίταξε το δείκτη
υψομέτρου, 37002 πόδια. Ενεργοποίησε τον αυτόματο πιλότο και έλυσε τη ζώνη
ασφαλείας κάνοντας το κάθισμά του πίσω. Ο Μαρκ τον μιμήθηκε και ρώτησε:
«Τι σχέδια έχεις για
απόψε;»
Πριν προλάβει να απαντήσει
ο Πάτρικ ακούστηκε ένα χτύπημα στην πόρτα και ο Μαρκ σηκώθηκε να ανοίξει. Μετά
την τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου είχε γίνει κανόνας
ασφαλείας σε όλες τις πτήσεις να κλειδώνεται η πόρτα του πιλοτηρίου για να μην
μπορεί εύκολα να φτάσει κανείς στους πιλότους.
«Να σας φέρω καφέ;»
ρώτησε η Τέρι μπαίνοντας.
«Ευχαριστούμε, είπε ο
Πάτρικ, στάξε και λίγο κονιάκ μέσα και θα είναι ό,τι πρέπει.»
Η Τέρι γέλασε μιας και
κάτι τέτοιο δεν επιτρεπόταν και προφανώς ο πιλότος αστειευόταν. Ο Πάτρικ γέλασε
επίσης.
«Γλυκό με γάλα,» είπε ο
Μαρκ.
«Σκέτο για’ μένα,» είπε ο
Πάτρικ, «χωρίς κονιάκ.»
Γέλασαν και οι τρεις.
Αλλά εκείνος ήξερε ότι δεν αστειευόταν και τόσο. Κοίταξε έξω τον ανέφελο
ουρανό. Θα ήταν μια εύκολη και ήσυχη πτήση, το κονιάκ θα το απολάμβανε το βράδυ
στην αγαπημένη του παμπ.
Εύκολη ήταν το μόνο
πράγμα που η πτήση 178 δεν επρόκειτο να είναι και επρόκειτο να το μάθουν
σύντομα.
Λονδίνο
Αεροδρόμιο Χήθροου,
08:42
– 13:42
GMT
«Πτήση 1342 Alitalia, στην τελική ευθεία.»
«Προχώρησε ελεύθερα 1342,
είσαι νούμερο ένα για προσγείωση.»
Ανάμεσα σε οδηγίες και
κατευθύνσεις από και προς το πιο μεγάλο αεροδρόμιο της Βρετανίας, ο Μπιλ Σάικς
παρακολουθούσε τη δουλειά έτοιμος να επέμβει όπου θα ήταν απαραίτητο. Προς το
παρόν, εδώ και κάτι παραπάνω από μιάμιση ώρα που είχε αναλάβει εκείνος, δεν
είχε χρειασθεί να το κάνει.
Ο Γουίλλιαμ, Μπιλ για
τους φίλους, Σάικς ήταν ένας από τους προϊσταμένους της Βασιλικής Υπηρεσίας
Πολιτικής Αεροπορίας με καθήκοντα στον πύργο ελέγχου του Χήθροου. Μετρίου ύψους
με ξανθά μαλλιά και καστανά μάτια, είχε ένα παρουσιαστικό που σε καλούσε να τον
συμπαθήσεις αμέσως. Ήταν καλός στη δουλειά του, αυστηρός και δίκαιος, κάτι που
τον έκανε συμπαθή στους υφισταμένους του και αξιόπιστο στους ανωτέρους του.
Κοίταξε έξω από τα μεγάλα
παράθυρα του πύργου ελέγχου. Ο ουρανός ήταν γεμάτος μολυβένια σύννεφα και
φυσούσε αλλά τίποτα το δύσκολο. Κάθισε στο γραφείο του στο μέσο περίπου του
χώρου των ελεγκτών εναερίου κυκλοφορίας, που τα γραφεία τους ήταν περιμετρικά
τοποθετημένα, και κοίταξε τις οθόνες μπροστά του. Σήμερα είχε τη δεύτερη βάρδια
της ημέρας που παρά τον χειμωνιάτικο καιρό εξελισσόταν όσο καλύτερα θα μπορούσε
να ελπίζει.
Αυτό είχε μόλις
τελειώσει.
Ένας υπάλληλος του
αεροδρομίου μπήκε στο χώρο και πλησίασε τον Μπιλ, κρατούσε ένα δέμα το οποίο είχε
πάνω την ετικέτα μιας εταιρίας μεταφορών αν και όπως το κρατούσε δεν μπορούσε
να πει ποια ήταν.
«Αυτό ήρθε μόλις για σας,
είπε χαμηλόφωνα ο υπάλληλος, και είπαν ότι είναι επείγον.»
Ο Μπιλ το πήρε και τον
ευχαρίστησε. Ήταν ελαφρύ, και απόρησε τι μπορεί να του είχαν στείλει. Λόγω της
υπεύθυνης θέσης του είχε γίνει πολλές φορές αποδέκτης φαρσών όπως και των
περιέργων αιτημάτων. Παρακολούθησε τον υπάλληλο που έβγαινε το ίδιο αθόρυβα
όπως και μπήκε και μετά έπιασε να το ανοίξει. Ήταν ένας φάκελος από αυτούς με
την ειδική επένδυση στην εσωτερική πλευρά για την μεταφορά ευπαθών αντικειμένων
και με όνομα παραλήπτη το δικό του μαζί με τον προσδιορισμό «πύργος ελέγχου».
Τον άνοιξε και τον κράτησε στην άκρη, θα τον πήγαινε στην μικρή του κόρη, της
άρεσε πολύ να σπάει τις φυσαλίδες επενδυτικού υλικού. Μέσα βρήκε ένα cd για υπολογιστή. Κάθισε στο γραφείο
του και άνοιξε την υποδοχή για να βάλει το δισκάκι ενώ ξεκινούσε και το
πρόγραμμα αντιβάιρους του υπολογιστή. Όταν ήταν έτοιμο πίεσε το κουμπάκι που
έκανε την εισδοχή του cd.
Ενεργοποίησε τον έλεγχό του με το πρόγραμμα αντιβάιρους και περίμενε.
Η πτήση της Alitalia προσγειώθηκε και την ακολούθησε μια
ακόμα της Air
Canada.
Στη συνέχεια απογειώθηκε μια της British με έναν κοντινό προορισμό, το
Εδιμβούργο.
Το αντιβάιρους τον
ενημέρωσε ότι το περιεχόμενο του δίσκου, ένα βίντεο, δεν αποτελούσε κίνδυνο.
Αναρωτήθηκε τι του είχαν στείλει και ξεκίνησε την προβολή του. Για να μην
παρεμποδίσει τη δουλειά των υπολοίπων συνέδεσε στον υπολογιστή ένα ζευγάρι
ακουστικά ώστε να ακούει μόνο εκείνος.
Στην οθόνη φάνηκε ένας
άνδρας καθισμένος σε μια καρέκλα με έναν τοίχο πίσω του, κάπου κοντά του υπήρχε
παράθυρο, το φως έπεφτε στον τοίχο. Ο άνθρωπος άρχισε να μιλάει. Ο Μπιλ δεν
πίστευε στα αυτιά του, πρέπει να ήταν φάρσα. Ο άνθρωπος τα έλεγε όλα με ηρεμία
σαν μην ήταν παρά μια παραγγελία από ένα φίλο δεν έδειχνε ανήσυχος ή
τρομαγμένος. Ο Μπιλ αποφάσισε να ενημερώσει την αστυνομία αν και το θεωρούσε
μια κακόγουστη φάρσα. Ως τη στιγμή που ο άνδρας στο βίντεο εκτελέστηκε με ένα
πυροβολισμό εξ επαφής.
Για μια στιγμή ένιωσε
ναυτία να τον κυριεύει και πικρή χολή ανέβηκε στο στόμα του. Κατάφερε να μην
κάνει εμετό και πήρε το τηλέφωνο. Σχημάτισε έναν αριθμό και μόλις του
απαντήσανε είπε:
«Σκότλαντ Γιαρντ;»
Πάνω από τον Ατλαντικό
08:50 – 13:50 GMT
Ο Λαέρτης έριξε μια ματιά
στους συνεπιβάτες του. Τώρα που είχε τελειώσει η άνοδος οι περισσότεροι ένιωθαν
πιο άνετα. Πολλοί συζητούσαν με τους διπλανούς τους ακόμα και όταν ήταν
άγνωστοι κάποιες φορές, κάτι που τύχαινε συνήθως σε ανθρώπους που ταξίδευαν μόνοι
όπως ο ίδιος. Κάποιοι είχαν ανοίξει βιβλία και διάβαζαν, κάποιοι είχαν ανοίξει
ηλεκτρονικές συσκευές για τον ίδιο λόγο.
Έχοντας ταξιδέψει πολλά
χρόνια και σε επιβατικά πλοία αλλά και στα κρουαζιερόπλοια τελευταία είχε μάθει
να αξιολογεί γρήγορα τους ανθρώπους. Συνήθως μπορούσε να μαντέψει βλέποντας
κάποιον ποιο ήταν το επάγγελμά του ή η κύρια απασχόλησή του. Έτσι μπορούσε να
καταλάβει ότι η κυρία που φλυαρούσε στην ακριβώς μπροστινή σειρά με μια άλλη
γυναίκα, ήταν μια νοικοκυρά που είχε για πρώτη φορά πάει διακοπές χωρίς τον
άνδρα της και η εμπειρία την είχε εκστασιάσει. Η συνομιλήτριά της, που μιλούσε
σχεδόν το ίδιο πολύ, ήταν μια κομμώτρια από το Ναντάγκετ. Πήγαινε στο Λονδίνο
για διακοπές και ήθελε γνώμες για το που να πάει και τι να δει.
Ο άνδρας που καθόταν στην
αντίθετη πλευρά από τις κυρίες ήταν ενοχλημένος από τη φλυαρία τους. Η κοπέλα
στην πιο μπροστά ακόμα σειρά έδειχνε και εκείνη να προσπαθεί να αγνοήσει την
πολυλογία τους, είχε φορέσει ένα ζευγάρι ακουστικά που κατέληγαν σε κάποια
φορητή συσκευή ή στην υποδοχή που υπήρχε στο μπράτσο της θέσης της, δεν
μπορούσε να δει ποιο από τα δύο ίσχυε. Άκουγε μουσική και φαινόταν πως ήταν και
η ίδια μουσικός, είχε λεπτά μακριά δάκτυλα καλλιτέχνιδας πάντως.
Είδε μια κοπέλα του
πληρώματος με όμορφα ασιατικά χαρακτηριστικά να πλησιάζει.
«Συγνώμη δεσποινίς,»
είπε, «μήπως θα μπορούσα να επισκεφθώ το πιλοτήριο; Ο κυβερνήτης του
αεροσκάφους είναι παλιός φίλος.»
«Θα τον ρωτήσω, κύριε,»
απάντησε ευγενικά η κοπέλα, «το όνομά σας;»
«Δημήτρης Λαέρτης,» είπε
ο παλαίμαχος ναυτικός. «Λαέρτης όπως ο πατέρας του Οδυσσέα.»
Η κοπέλα επανέλαβε το
όνομα και συνέχισε στο διάδρομο για τα καθήκοντά της.
Λονδίνο
Αρχηγείο Σκότλαντ Γιαρντ
08:55 – 13:55 GMT
Ο αστυνομικός που σήκωσε
το τηλέφωνο στην κλήση του Μπιλ Σάικς από το Χήθροου πέρασε τη γραμμή στον
αξιωματικό υπηρεσίας εκτιμώντας την σοβαρότητα της κατάστασης. Εκείνος άκουσε
προσεκτικά τα νέα και μετά του είπε να κλείσει το τηλέφωνο και να μην πει σε
κανέναν τίποτα ως που να επικοινωνήσουν μαζί του.
Μόλις έκλεισε το τηλέφωνο
ο αξιωματικός έμεινε για μια στιγμή σκεφτικός και έπειτα κάλεσε τον διευθυντή
της υπηρεσίας. Μπορεί να ήταν Σάββατο και να ήταν σπίτι του αλλά αυτή ήταν
σίγουρα από τις περιπτώσεις που επέβαλλαν να ενημερώνεται. Ο διευθυντής ανέλαβε
αμέσως τη διαχείριση της κατάστασης. Του ανέθεσε να στείλει στο αεροδρόμιο την
επιθεωρήτρια Γκρέηβ του ειδικού κλάδου αφού του βρει το τηλέφωνό της.
Μετά ο ίδιος ο διευθυντής
κάλεσε ένα άλλο τηλέφωνο που λίγοι άνθρωποι στο Λονδίνο γνώριζαν και αντιστοιχούσε
σε μια έπαυλη στη Μπελγκράβια. Φαινομενικά ήταν απλά ένα πλούσιο αρχοντικό
σπίτι αλλά στην πραγματικότητα ήταν το αρχηγείο μιας από τις υπηρεσίες
αντιτρομοκρατικής δράσης της ΜΙ6. Ο άνδρας που το σήκωσε του είπε να περιμένει
και μετά από λίγα δευτερόλεπτα τον είχε συνδέσει με τον επικεφαλής της
υπηρεσίας στρατηγό Άλιστερ Μακ Λίοντ. Ο στρατηγός τον άκουσε προσεκτικά και
ανέλαβε εκείνος τον χειρισμό της υπόθεσης. Ζήτησε κάθε βοήθεια που θα ήταν
δυνατή από τη Γιαρντ. Ύστερα άφησε το διευθυντή και έμεινε σκεφτικός.
Ξανασήκωσε το τηλέφωνο και κάλεσε έναν αριθμό:
«Άιαν,» είπε μόλις
απάντησε ο παραλήπτης της κλήσης, «προέκυψε ένα θέμα πολύ δύσκολο και εν μέρει
σχετικό με εσάς.»
Δίπλα στον Άιαν που
μιλούσε στο τηλέφωνο ο Μάικ Κάμπελ κοίταξε το ρολόι του:
14:00.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου