Όλοι Οι Δρόμοι Οδηγούν Στην Αγάπη - 10

Author: Νυχτερινή Πένα /

Κεφάλαιο 10


Η Ντήντρα μπήκε στη σχολή νιώθοντας να ριγεί σαν να είχε πυρετό. Εξωτερικά δεν έδειχνε διαφορετική από ότι την προηγούμενη μέρα, Έμοιαζε σαν να μην είχε συμβεί αυτή η φρικτή νύχτα που την είχε καταρρακώσει όπως ήταν ντυμένη με ένα απλό μπλε φόρεμα και έχοντας εξαφανίσει με ένα ζεστό μπάνιο και λίγο ύπνο τα σημάδια της. Είχε εξαφανίσει όμως μόνο τα σημάδια από το σώμα της όχι και αυτά από την ψυχή της.
Η συμπεριφορά του Πάνκχερστ και της παρέας του, τελείως απρόκλητη, την είχε πληγώσει, την είχε τρομοκρατήσει, την είχε κάνει να χάσει την εμπιστοσύνη στους ανθρώπους και την καλοσύνη τους. Είχε ζητήσει αγάπη και είχε βρει μια βίαιη προσήλωση στο σεξ. Εκείνη δεν ήταν έτοιμη γι’ αυτό, επιθυμούσε μια σχέση που θα μπορούσε να εκφράσει αυτό που ένιωθε, ήταν τόσο κακό; Αν απλά δεν συμφωνούσε μπορούσε να της το πει. Έπρεπε να την ταπεινώσει, να την εξευτελίσει έτσι; Την τρόμαζε η συνειδητοποίηση πως όσο τρομερό και αν ήταν αυτό που της είχε συμβεί ήταν το λιγότερο, θα μπορούσαν να είχαν συμβεί χειρότερα πράγματα και υπήρχαν γυναίκες που διασκέδαζαν μ’ αυτό, καμία δεν την είχε υπερασπιστεί.
Προχωρώντας προς το αμφιθέατρο προσευχόταν να μην συναντήσει τον Πάνκχερστ. Δεν ήθελε να περάσει κι’ άλλο εξευτελισμό ή ότι άλλο θα σκεφτόταν ο διεστραμμένος βασανιστής της. Δυστυχώς για εκείνη δεν εισακούστηκε.
-Έι Κάρτερ, έλα εδώ.
Έξω από το αμφιθέατρο ο Πάνκχερστ και η παρέα του ήταν μαζεμένοι σε κύκλο, Ένας από αυτούς κρατούσε κάτι που η κοπέλα δεν μπορούσε να δει. Πλησίασε όχι γιατί το ήθελε αλλά γιατί έπρεπε να περάσει από’ κει για να πάει στο μάθημά της.
-Σας παρακαλώ, ψέλλισε η Ντήντρα. Δεν...
-Τι νούμερο φοράς; ρώτησε μια από τις φίλες του Πάνκχερστ τραβώντας το φόρεμά της.
-Σας παρακαλώ, ξανάπε η κοπέλα αλλά η φωνή της χάθηκε μέσα στα γέλια των φίλων του Πάνκχερστ που την πλησίασε και είπε:
-Έλα βγάλε το αυτό, να δούμε αν η φωτογραφία σε κολακεύει.
Η Ντήντρα κατάλαβε τι ήταν αυτό που κρατούσε ο φίλος του Πάνκχερστ, μια ψηφιακή φωτογραφική μηχανή και είχε προφανώς την ημίγυμνη φωτογραφία της που είχαν τραβήξει την προηγούμενη νύχτα. Ξέσπασε σε λυγμούς κρύβοντας το πρόσωπο στα χέρια της ενώ ένιωσε ένα χέρι στο γοφό της.
Το επόμενο πράγμα που κατάλαβε ήταν ο δυνατός ήχος ενός χαστουκιού και μια θυμωμένη φωνή που έλεγε:
-Πόσο ηλίθιος μπορείς να γίνεις, μου λες;
Άνοιξε τα μάτια της και είδε την Κέητ να στέκεται ανάμεσα σ’ εκείνη και τον Πάνκχερστ με τα χέρια στη μέση, εμφανώς θυμωμένη. Όπως η Νιόβη είχε έρθει να τη βοηθήσει μερικές μέρες πριν έτσι και εκείνη τώρα ερχόταν προς βοήθεια της Ντήντρα.
-Α! Η μικρή προστατευόμενη της Κομνηνού, χλεύασε ο Πάνκχερστ, θες και’ συ να μας δείξεις τα κάλλη σου;
Η Κέητ κοκκίνησε από οργή, τα μάτια της έλαμψαν επικίνδυνα. Ήταν συνεσταλμένη κοπέλα και πράος χαρακτήρας αλλά η αξιοθρήνητη κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει η Ντήντρα την είχε εξοργίσει. Στράφηκε στην κοπέλα και την αγκάλιασε από τους ώμους.
-Έλα καλή μου, είπε, πάμε να φύγουμε.
Η Ντήντρα έγνευσε καταφατικά αλλά όπως γύρισαν να φύγουν ο Πάνκχερστ είπε:
-Δεν σας έδωσα την άδεια να φύγετε.
Άπλωσε το χέρι του να αρπάξει από τον ώμο την Κέητ μανιασμένος που τολμούσε να τον αγνοήσει αλλά ένα στιβαρό χέρι άρπαξε τον καρπό του.
-Δεν θα στο συμβούλευα, είπε ο Άνταμ. Αν την αγγίξεις θα σου κάνω τέτοια ζημιά που δεν θα ξαναπιάσεις τίποτα μ’ αυτό το χέρι.
Η Κέητ απομακρύνθηκε λίγο με τη Ντήντρα και ο Άνταμ απελευθέρωσε τον Πάνκχερστ από τη λαβή του στέλνοντάς τον πάνω στον τύπο που είχε απλώσει το χέρι του στην Ντήντρα. Ο Άνταμ ήξερε πως είχε μπλέξει, δεν θα έφευγε από εδώ χωρίς να πέσει ξύλο αλλά ήταν αποφασισμένος. Δεν θα άφηνε κάποιον να προσβάλλει την Κέητ έτσι και να μην κάνει κάτι γι’ αυτό.
-Τι συμβαίνει εδώ πέρα;
Ο Μιχάλης πλησίαζε για να πάει για το μάθημά του και ο Άνταμ δεν είχε χαρεί ποτέ περισσότερο βλέποντάς τον.
-Μια μικρή διαφωνία, είπε ο Πάνκχερστ.
-Και βγάζετε και φωτογραφίες; είπε ο καθηγητής βλέποντας τη φωτογραφική μηχανή.
-Α, όχι, αυτό είναι κάτι το τελείως διαφορετικό, είπε ο Πάνκχερστ. Ελάτε να δείτε.
Ο αλαζόνας νεαρός είχε εκτιμήσει τελείως λάθος τον άνδρα απέναντί του. Δεν ανήκε στη συντριπτική πλειοψηφία που θα έβλεπε μια ημίγυμνη γυναίκα τρέφοντας ανομολόγητες φαντασιώσεις. Ο Μιχάλης πήρε την φωτογραφική μηχανή ενώ η Ντήντρα λίγο πιο πέρα ξεσπούσε και πάλι σε λυγμούς. Ο Μιχάλης κοίταξε τη φωτογραφία ενώ τα δάκτυλα του ψηλαφούσαν τα πλήκτρα της.
-Α! Τι απρόσεχτος που είμαι, είπε. Νομίζω πως τη διέγραψα! Έχεις αντίγραφο ε;
Μια βλαστήμια ήταν η απάντηση.
-Δεν πειράζει, είπε ατάραχος ο Μιχάλης, πάμε για μάθημα.
Ενώ όλοι έμπαιναν στο αμφιθέατρο, ο Μιχάλης στράφηκε στην Ντήντρα.
-Δεσποινίς Κάρτερ, σας περιμένω στο μάθημα.
Η Ντήντρα με τα μάτια ακόμα γεμάτα δάκρυα χαμογέλασε και άρχισε να τα σκουπίζει. Μετά στράφηκε στην Κέητ.
-Δεν έχω λόγια...
-Δεν χρειάζεται, πήγαινε στο μάθημά σου, είπε με ένα χαμόγελο η Κέητ.
Έμεινε μόνη με τον Άνταμ στο διάδρομο.
-Συγνώμη που σε ανακάτεψα σ’ αυτό, είπε η Κέητ, ο Πάνκχερστ δεν θα το ξεχάσει.
-Δεν με νοιάζει, είπε ο Άνταμ και ήρθε κοντά της. Για’ σενα αξίζει κάθε μπλέξιμο.
Στέκονταν αντικριστά τώρα σε απόσταση αναπνοής.
-Άνταμ...
-Το εννοώ Κέητ, είπε ο Άνταμ και έγειρε προς το μέρος της κοιτώντας τα γαλανά της μάτια. Κάθε μπλέξιμο, είσαι η μόνη που το αξίζει.
Τα χείλη του άγγιξαν τα δικά της, απαλά, τρυφερά με έναν τρόπο που φανέρωνε πως αισθανόταν για εκείνη χωρίς να είναι πιεστικός ή κτητικός απέναντί της. Η Κέητ δέχθηκε αυτό το φιλί - το πρώτο της - και ένιωσε όσο ευτυχισμένη δεν είχε νιώσει ποτέ. Ακόμα και η ευτυχία που είχε αισθανθεί μαζί του στο πάρκο έμοιαζε με προετοιμασία γι’ αυτή που τώρα βίωνε. Αγκάλιασε τον Άνταμ και ξέχασε τον κόσμο πέρα από εκείνον σαν να ήταν οι δυο τους μόνοι σε ολόκληρο το σύμπαν.

«Ο Γουλιέλμος ο Κατακτητής πέθανε το 1087 έχοντας εγκαθιδρύσει ένα νέο βασίλειο με εδάφη στην Αγγλία αλλά και στη Γαλλία, κυρίως στη Νορμανδία, και έχοντας βάλει τα θεμέλια για τον εκατονταετή πόλεμο. Ο ίδιος και οι διάδοχοί του ήταν καθαρά Νορμανδοί που κυβερνούσαν τους υπόδουλους Σάξωνες αλλά η επόμενη δυναστεία, αυτή των Πλανταγενέτ ήταν Άγγλοι με την έννοια που το εννοούμε και σήμερα. Θρυλικός έχει μείνει ο δεύτερος βασιλιάς των Πλανταγενέτ, ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος που οδήγησε την τρίτη σταυροφορία. Αλλά για αυτόν θα μιλήσουμε όταν θα αναφερθούμε στις σταυροφορίες. Στο επόμενο μάθημα θα περάσουμε τη Μάγχη και θα μιλήσουμε για τα βασίλεια των Φράγκων και την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ελεύθεροι.»
Ο Μιχάλης κάθισε στην έδρα ενώ οι μαθητές του μάζευαν τα πράγματά τους και ετοιμάζονταν να φύγουν. Κοίταξε την Ντήντρα, η κοπέλα μάζευε τα πράγματα της χωρίς να κοιτάει γύρω της. Θα περνούσε πολύ καιρός ως που να μπορεί και πάλι να κοιτάζει τον κόσμο κατάματα η Ντήντρα.
Ο Πάνκχερστ πέρασε από δίπλα της και έριξε ένα διπλωμένο χαρτί στα χέρια της. Η κοπέλα το κοίταξε σαν να ήταν βόμβα έτοιμη να εκραγεί και δίστασε να το ανοίξει. Δεν μπορούσε να μην το ανοίξει, έπρεπε να δει ποια ήταν η καινούρια σκληρή διασκέδαση που είχαν βρει ο Πάνκχερστ και η παρέα του. Στο χαρτί υπήρχε ένα σκίτσο που έστειλε δάκρυα να θολώσουν την όρασή της.
Το σκίτσο εικόνιζε την ίδια γυμνή από τη μέση και πάνω να κρατάει στα χέρια της το στηθόδεσμό της και να χαμογελάει προκλητικά. Ο δημιουργός του «αριστουργήματος» αυτού είχε τονίσει το στήθος της ενώ η λεζάντα πάνω από το κεφάλι της φανέρωνε την πρόστυχη φύση του.
«Μην κλάψεις, είπε στον εαυτό της, αυτό ακριβώς θέλουν. Να σε κάνουν να δακρύσεις, να γελάσουν με τον πόνο σου.»
Όσο εύκολο ήταν να ζητήσει κάτι τέτοιο από τον εαυτό της τόσο δύσκολο ήταν να το κάνει. Δάκρυα κύλισαν από τα μάτια της χωρίς να μπορεί να τα συγκρατήσει, Έχοντας μαζέψει τα πράγματά της σηκώθηκε από τη θέση της και προχώρησε προς την έξοδο όπου είδε τον Πάνκχερστ και την παρέα του - αν και συμμορία ίσως ήταν σωστότερος όρος σκέφθηκε  πικραμένα η Ντήντρα - να την κοιτάνε, Ένας έκανε μια χειρονομία που η κοπέλα κατάλαβε πως αναφερόταν στο στήθος της. Βγήκαν γελώντας δυνατά και η Ντήντρα ήξερε ποια ήταν η απόφαση που έπρεπε να πάρει.
Αναστέναξε καθώς πήγαινε προς την πόρτα του αμφιθέατρου. Στάθηκε εκεί και κοίταξε το αμφιθέατρο, θα της έλειπε αυτό το μέρος όπου είχε περάσει όμορφες στιγμές και ενδιαφέρουσες εμπειρίες που είχε έρθει να αμαυρώσει ο Κόλιν Πάνκχερστ.
Βγήκε ενώ ο Μιχάλης την παρακολουθούσε και αναρωτιόταν αν θα μπορούσε να κάνει κάτι για αυτό το κορίτσι.
-Πάμε;
Ο Μαξιμίλιαν είχε πλησιάσει την έδρα.
-Πως μπορείς να προστατεύσεις μια τρυφερή ψυχή από την κακία του κόσμου; μονολόγησε ο Μιχάλης χαμένος στις σκέψεις του.
-Με το να την αγαπήσεις; απάντησε ο Μαξιμίλιαν που την εξέλαβε ως κανονική ερώτηση στέλνοντας ένα ρίγος να διατρέξει την σπονδυλική στήλη του Μιχάλη σαν να τον είχε αγγίξει ένα παγωμένο δάκτυλο.
Σηκώθηκε από τη θέση του με τις αναμνήσεις ενός οδυνηρού παρελθόντος να ζωντανεύ-ουν για να τον βασανίσουν μια ακόμη φορά.

«... Τα μαλλιά σου στο χρώμα του γλυκού μελιού
την γλύκα του χαρίζουν στο αγγελικό σου πρόσωπο...»
διάβασε ο Τόμας και στράφηκε στο Μιχάλη:
-Ωραία διόρθωση και την ταίριαξες μια χαρά, δεν φαίνεται πως γράφηκε εκ των υστέρων.
-Χαίρομαι που σ’ αρέσει, είπε εκείνος.
Ήταν οι δυο τους με τη Νιόβη και συζητούσαν θέματα σχετικά με την σκηνοθεσία του έργου τους. Η ώρα ήταν περασμένη αλλά δεν το είχαν προσέξει καθώς είχαν αφοσιωθεί στη δουλειά που είχαν να κάνουν.
-Νομίζω πως τελειώσαμε προς το παρόν, είπε ο Τόμας.
-Ναι, είπε η Νιόβη και πρότεινε, θα καθίσεις για δείπνο;
-Θα το ήθελα αλλά έχω μια υποχρέωση...
-Εντάξει, είπε η κοπέλα κρύβοντας την απογοήτευσή της. Συνόδευσε τον Τόμας ως την εξώπορτα.
-Καληνύχτα, Τόμας.
-Καληνύχτα Νιόβη.
Για μια στιγμή φάνηκε πως θα έσκυβε να την φιλήσει στο μάγουλο μετά το καληνύχτισμα αλλά δεν το έκανε τελικά. Η αρχηγός της αδελφότητας των Λευκών το θεώρησε σοβαρή παράλειψη εκ μέρους του.

Το ξημέρωμα της Τετάρτης ο καιρός το γύρισε  σε δυνατό άνεμο και κρύο αλλά σταμάτησε η βροχή. Αυτό χαροποίησε πρώτα απ’ όλους τον Άνταμ, που θα μπορούσε να παίρνει και πάλι την αγαπημένη του μηχανή, και μετά τον Μιχάλη που η μείωση της υγρασίας σήμαινε τον τερματισμό του μαρτυρίου του με το γόνατο προς το παρόν, πάντα προς το παρόν.
Ο Άνταμ σηκώθηκε από το κρεβάτι καλόκεφος στη σκέψη πως θα μπορούσε και πάλι να τρέξει με τη μηχανή στους δρόμους με τον άνεμο να χτυπάει το πρόσωπό του χαρίζοντας του μια αίσθηση ελευθερίας που τίποτα άλλο δεν μπορούσε να του δώσει.
«Ποιον κοροϊδεύεις Άνταμ Τριβίλιαν;» είπε στον εαυτό του. «Ξέρεις πολύ καλά το λόγο που είσαι τόσο ευδιάθετος και ακούει στο όνομα Κέητ Πήρσον.»
Ντύθηκε σφυρίζοντας το She’s Got The Look των Roxette και κατέβηκε στην κουζίνα όπου βήκε τον Μαξιμίλιαν να παίζει την καθιερωμένη πρωινή παρτίδα σκάκι με τον Μιχάλη. Τους καλημέρισε και μετά έβαλε καφέ για να πιει.
-Ωχ, είπε μόλις δοκίμασε.
-Δεν είναι καλός; ρώτησε ο Μιχάλης. Εγώ τον έφτιαξα.
-Είσαι και’ συ σαν τον κύριο από’ δω, είπε ο Άνταμ δείχνοντας τον Μαξιμίλιαν με το χέρι που κρατούσε την κούπα του. Κάνεις πολύ δυνατό καφέ.
-Μου φαίνεται πως θα φτιάχνουμε καφέ μόνο για’ μας, είπε ο Μαξιμίλιαν. Ρουά.
-Μμμμ... Καλή ιδέα, είπε ο Μιχάλης.
-Το να φτιάχνουμε καφέ μόνο για’ μας; είπε ο Μαξιμίλιαν.
-Όχι, το να βάλεις εκεί αυτόν τον ίππο. Αλλά έτσι, ο Μιχάλης κίνησε το βασιλιά του, δεν κινδυνεύω και μπορώ να προστατεύσω και το πιόνι μου.
-Καλημέρα!
Η Κέητ μπήκε στην κουζίνα. Μια ματιά στο πρόσωπό της αρκούσε για να καταλάβει και ο πλέον ανίδεος ότι η κοπέλα ήταν όχι απλά ευτυχισμένη μα πανευτυχής. Τα μάτια της έλαμπαν με μια εσωτερική χαρά που πάσχιζε να μην εξωτερικεύσει αλλά δεν το κατάφερνε. Μπαίνοντας στην κουζίνα κοντοστάθηκε και κοίταξε αβέβαιη τον Άνταμ. Μετά από το πρώτο τους φιλί, που τη θέρμη του μπορούσε να νιώσει ακόμα, είχαν κάνει έναν μεγάλο περίπατο μαζί μιλώντας για αυτό που αισθάνονταν κι αυτό που τους ένωνε. Δεν είχαν μιλήσει για το αν και τι θα έλεγαν στους υπόλοιπους, Έτσι τώρα η Κέητ περίμενε μια ένδειξη από τον αγαπημένο της για το τι θα έπρεπε να κάνει. Της έλυσε την απορία με τον πιο τρυφερό τρόπο, σηκώθηκε από το τραπέζι και πήγε κοντά της. Την αγκάλιασε και την φίλησε απαλά στα χείλη. Ο Μαξιμίλιαν ξερόβηξε ενώ η Κέητ χωνόταν στην αγκαλιά του Άνταμ.
-Έχω χάσει επεισόδια μάλλον, είπε ο μεγαλόσωμος φίλος τους, ή ξεχάσατε να μας πείτε κάτι.
-Είμαστε μαζί, είπε απλά ο Άνταμ σαν να τα εξηγούσε όλα αυτό.
-Και έτσι προέκυψε κάτι καλό από τα σχέδια του Πάνκχερστ, σχολίασε ο Μιχάλης. Πολύ ωραία, τα συγχαρητήριά μου.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου