Οι Ιππότες Του Θεού ΙΙ - 3

Author: Νυχτερινή Πένα /

Κεφάλαιο Τρίτο

 

Ήταν ένα μεγάλο πανηγύρι και όλοι διασκέδαζαν σε διάφορους πάγκους με παιχνίδια και φαγητά ενώ η μπύρα έρεε άφθονη. Οι πολεμιστές που είχαν έρθει από τους Αγίους Τόπους είχαν μόλις φτάσει στο χωριό και έτσι αποφάσισαν να περάσουν εκεί τη νύχτα, να ξεκουραστούν και να διασκεδάσουν. Είχαν σκορπίσει μέσα στο πλήθος των ντόπιων και άλλοι απλώς παρακολουθούσαν, άλλοι συμμετείχαν στο γιορτινό κλίμα.

Φασαρία ξέσπασε σε έναν πάγκο με φαγητό και ένα κορίτσι στην εφηβεία έφυγε βιαστικό με μια ομάδα ανδρών να την κυνηγάει. Οι άνδρες ήταν όλοι οπλισμένοι και από τους ταραχοποιούς του χωριού, κανένας δεν ήθελε να βρεθεί μπλεγμένος μαζί τους. Το κορίτσι ανακατεύτηκε με τον κόσμο προσπαθώντας να τους κάνει να την χάσουν αλλά δεν τα κατάφερε. Αν την έπιαναν ήξερε ότι το ξύλο θα ήταν το λιγότερο, θα την ατίμαζαν ήταν σίγουρο, και κανείς δεν θα νοιαζόταν για ένα κορίτσι που ζούσε στα ερημόσπιτα και στα χωράφια.

Ξεχώρισε έναν μαύρο μανδύα μέσα στο πλήθος και μια ελπίδα σωτηρίας σχηματίστηκε στο μυαλό της. Έτρεξε στον άνδρα αυτό και τον άρπαξε από τον μανδύα.

-Συγχώρησέ με πάτερ γιατί αμάρτησα, έκλεψα φαγητό αλλά πεινώ, είχα τέσσερις μέρες να φάω. Σε παρακαλώ δώσε μου την άφεση για να μην με τιμωρήσουν αυτοί οι άνθρωποι.

-Μην τολμήσεις παπά! μούγκρισε ο επικεφαλής των ανδρών.

-Λυπάμαι, δεν μπορώ να σου δώσω άφεση, είπε ο άνδρας με τον μαύρο μανδύα και ο αλήτης κάγχασε αλλά ο καγχασμός έμεινε στη μέση καθώς ο άνδρας συνέχισε, γιατί δεν είμαι ιερέας. Αλλά θα σε πάω σε ιερέα. Αδερφέ Λάιαμ! Είναι μια κοπέλα που θέλει να εξομολογηθεί.

-Πως τολμάς! Είναι δική μας!

-Δεν θα το έλεγα!

Ο άνδρας γύρισε προς το μέρος του ξεθηκαρώνοντας και μια τεράστια σπάθα. Οι άνδρες κοντοστάθηκαν όχι μόνο εξαιτίας του όπλου που ήταν προφανές ότι ήξερε να χειρίζεται αλλά και του μεγάλου σταυρού στο στήθος. Ήταν σταυροφόρος και αυτό σήμαινε ότι δεν ήταν τόσο απλό να του επιτεθούν χώρια που θα ήταν έμπειρος πολεμιστής.

Ένας μοναχός έφτασε δίπλα του και η κοπέλα έπεσε στα πόδια του κλαίγοντας και ικετεύοντας για συγχώρεση. Εκείνος έβαλε το χέρι του στο κεφάλι της καθησυχάζοντάς την. Οι άνδρες πλησίασαν σχηματίζοντας κλοιό γύρω από την κοπέλα και τους δύο υπερασπιστές της.

-Παπά, είπε ο ένας, θα σε σκοτώσω αν τολμήσεις να πεις ένα λόγο άφεσης στην κλέφτρα.

-Εγώ στη θέση σου δεν θα τον απειλούσα, είπε ένας άνδρας πλησιάζοντας. Γιατί εκείνος είναι αφιερωμένος στο Θεό και δεν θα αμυνθεί αλλά αν τον ακουμπήσεις θα σου κόψω τα χέρια και θα το ευχαριστηθώ.

Ο Λάιαμ δεν χρειαζόταν να κοιτάξει για να δει ποιος άλλος είχε παρέμβει, ήταν ο πιο στενός φίλος του, ο σερ Γουίλλιαμ.

-Τι στα κομμάτια συμβαίνει εδώ;

Ο αδερφός Λάιαμ σήκωσε το κεφάλι του από την κοπέλα με ένα χαμόγελο. Αυτός που είχε ζητήσει να μάθει τι συμβαίνει ήταν ο σερ Μάικ. Συνοδευόμενος από τους ιππότες που ήταν ακόλουθοί και τώρα βασάλοι του, όπως και ο Λάιαμ μέχρι πριν λίγο καιρό, είχε καταφτάσει έφιππος.

-Αυτοί οι τσαρλατάνοι…

-Πως είπες; βρόντηξε ο σερ Μάικ. Πρόσεξε πως μιλάς για ανθρώπους που πήραν το σταυρό και ο ένας φέρει τώρα το άγιο σχήμα.

-Παρεμποδίζουν τη δικαιοσύνη!

-Είναι αλήθεια αυτό, σερ Μαξιμίλιαν;

-Όχι άρχοντά μου, το να βιάσουν και να δείρουν το κορίτσι δεν είναι δικαιοσύνη και ας έκλεψε φαγητό.

-Πεινούσα, είπε η κοπέλα.

-Αδερφέ Λάιαμ, φρόντισε το κορίτσι. Εσείς διαλυθείτε.

-Ποιος είσαι εσύ που τολμάς να δίνεις διαταγές; μούγκρισε ένας από τους άνδρες.

-Είμαι ο σερ Μάικ Πλανταγενέτ, λόρδος του Γκρέηστοουκ, Πρόμαχος του Παναγίου Τάφου.

-Είσαι μακριά από την Αγγλία.

-Η δικαιοσύνη είναι δικαιοσύνη όπου και να είναι κανείς.

-Ο βασιλιάς θα μάθει για αυτό.

Ο σερ Μάικ γέλασε με την τελευταία αυτή απειλή.

-Τολμάς να παρουσιαστείς μπροστά στο βασιλιά σου; Γιατί εγώ δεν έχω τέτοιο πρόβλημα, είμαι ξάδερφος ενός βασιλιά και στενός φίλος ενός άλλου.

 

Ο Λάιαμ άνοιξε τα μάτια του. Τι περίεργο να έρθει στο μυαλό του το συμβάν αυτό που είχε συμβεί μόλις πριν χωριστούν με τους υπόλοιπους. Το κορίτσι, η Ελισαμπέτα, θα ήταν ασφαλής σε ένα αρχοντικό στην Φλωρεντία που είχε γνωστούς ο επίσκοπος Υόρκης Άνσελμος που είχε συνοδεύσει τους πολεμιστές στην εκστρατεία τους και στο γυρισμό ως την Ιταλία όπου είχε χωριστεί από εκείνους θέλοντας να επισκεφθεί την Ρώμη. Ένιωθε παγωμένος, καθόλου παράξενο αφού είχε περάσει μια μέρα και μια νύχτα έξω, ευτυχώς δεν είχε χιονίσει αλλιώς τώρα θα ήταν νεκρός. Αλλά και αυτό δεν θα αργούσε. Είχαν αρχίσει να μαζεύονται γύρω του οι κάτοικοι του χωριού και η υποκρίτρια κατήγορός του μαζί με κάποιον αρκετά ηλικιωμένο, τον τοπικό κριτή σίγουρα.

Δεν θα δοκίμαζε να αντικρούσει την κατηγορία, ήξερε ότι ήταν αδύνατο, θα πίστευαν εκείνη ό,τι και αν έλεγε.

Ακόμα και αν έβλεπαν…

Έκλεισε τα μάτια του και πάλι. Μια χούφτα χιόνι τον έκανε να τα ανοίξει, μια κοπέλα στεκόταν μπροστά του.

-Προσεύχεσαι σε Εκείνον να σε σώσει; Δεν θα το κάνει, δεν μπορεί να σε σώσει. Ασπάσου τη δύναμη της και θα σε σώσει.

-Όχι, είπε ο Λάιαμ. Δεν θα το κάνω, αν είναι να πεθάνω θα πεθάνω αλλά έρχονται εκείνοι που θα εκδικηθούν για εμένα.

-Θα πεθάνεις τότε. Άκου… ήδη διαβάζουν τις κατηγορίες.

Έλεγε την αλήθεια, ο κριτής απήγγειλε την κατηγορία.

-Επιτέθηκε στην δόνα Μαρία με ανήθικο σκοπό παραβιάζοντας όχι μόνο τον νόμο αλλά και το ιερό σχήμα που φέρει.

Ένας άνδρας πλησίασε κρατώντας ένα δαυλό.

Ο Λάιαμ έκλεισε τα μάτια του και παρακάλεσε μόνο να είναι ανώδυνο όσο ήταν δυνατό. Άκουσε συνομιλίες και πνιχτές αντιρρήσεις.

-Θεοτόκε Παρθένε, χαίρε Κεχαριτωμένη. Ευλογημένη συ εν γυναιξί… ξεκίνησε την προσευχή των μελλοθάνατων.

Ο κριτής τελείωσε την ανάγνωση του κατηγορητηρίου και απήγγειλε τη θανατική καταδίκη που θα γινόταν στην πυρά γιατί δεν είχαν δήμιο. Σίγουρα ήταν ιδέα της δόνα Καλομπρέτι για να τον βασανίσει.

-Αγία Μαρία, Μητέρα του Θεού, προσευχήσου υπέρ ημών, πάντοτε και τώρα την ώρα του θανάτου ημών, ψιθύρισε ο Λάιαμ.

Ένα σφύριγμα ακούστηκε και μετά ο δαυλός έπεσε στο έδαφος και έσβησε τσιτσιρίζοντας.

-Τι κάνετε στον άνθρωπο που να σας πάρει;

Ο Λάιαμ ανάσανε με ανακούφιση, οι δικοί του είχαν φτάσει επιτέλους! Άνοιξε τα μάτια του και αντίκρισε τον Μαξιμίλιαν πιο κοντά από όλους. Είχε χτυπήσει με την πλατιά πλευρά της τεράστιας σπάθας του το χέρι εκείνου που πήγαινε να βάλει φωτιά στην πυρά και ο δαυλός του είχε πέσει. Αυτός που είχε μιλήσει ήταν ο σερ Μάικ που βρισκόταν λίγο πιο πέρα με τους ιππότες του να ακολουθούν.

-Αυτός ο άνδρας αποπειράθηκε να ασελγήσει στην αρχόντισσα, μούγκρισε ένας άλλος άνδρας,

-Αυτός ο άνδρας είναι μοναχός αφιερωμένος στο Θεό, είπε η κοφτά ο σερ Μάικ, ελευθερώστε τον!

-Δεν μπορείς να εμποδίσεις την δικαιοσύνη!

-Αν ήθελα να την εμποδίσω θα το είχα ήδη κάνει με τους άνδρες μου, είπε ο σερ Μάικ και έδειξε το μικρό στρατό που τον ακολουθούσε, πίσω από την ομάδα των ιπποτών, που ήταν μαζί του, και ήταν ακόμα έξω από το χωριό. Αλλά είμαι σίγουρος ότι έχετε κάνει ένα λάθος.

Ο Μαξιμίλιαν ξεπέζεψε και τον ακολούθησε ο Γουίλλιαμ. Πλησίασαν την πυρά και ελευθέρωσαν τον Λάιαμ, που μουδιασμένος από την ακινησία στηρίχτηκε στον Μαξιμίλιαν για να περπατήσει.

-Ποιος κατηγορεί τον αδερφό Λάιαμ, λοιπόν; ρώτησε ο σερ Μάικ.

-Η δόνα Μαρία Καλομπρέρι, είπε ο γηραιός άνδρας που ήταν ο κριτής του χωριού.

Κοίταξε γύρω και είπε:

-Που πήγε; Εδώ ήταν.

-Η κατηγορία απορρίπτεται αφού δεν είναι εδώ να την υποστηρίξει, είπε ο σερ Μάικ και διέταξε: Μαξιμίλιαν ανέβασε τον Λάιαμ στο άλογό του και να συνεχίσουμε το δρόμο μας.

Η κοπέλα που είχε πλησιάσει τον Λάιαμ πιο πριν πλησίασε και είπε:

-Τρέξτε να φύγετε! Έρχεται.

-Ποιος; ρώτησε ο Γουίλλιαμ.

-Εκείνη και ο στρατός του.

-Ποιανού στρατός; Ποια είσαι εσύ;

-Δεν είναι δική σας αυτή η μάχη Σταυροφόροι! Φύγετε στον τόπο σας.

Ο Γουίλλιαμ την κοίταξε παραξενευμένος αλλά δεν πρόλαβε να πει τίποτα καθώς ένας αλλόφρων άνδρας κατέφτασε στο χωριό φωνάζοντας.

-Έρχεται! Έρχεται ο Σαντοβάρ.

Τα λόγια αυτά ακολούθησε πανικός. Φωνές ακούστηκαν από το πλήθος και πολλοί άρχισαν να τρέχουν προς τα σπίτια τους ενώ κάποιες γυναίκες έβαλαν τα κλάματα.

-Ποιος είναι αυτός ο Σαντοβάρ και γιατί κάνουν έτσι; ρώτησε ο σερ Μάικ.

-Είναι ένας διαβόητος πολέμαρχος άρχοντά μου, είπε ο γηραιός κριτής. Είμαστε φτωχοί, δεν είχε έρθει ποτέ ως τώρα σε’ μας.

-Τι άλλαξε τώρα;

Η κοπέλα που είχε μιλήσει πριν στον Λάιαμ και τον Γουίλλιαμ άρπαξε τον Γουίλλιαμ από το χέρι.

-Έρχεται για αυτό, για το βιβλίο. Εκείνη το θέλει. Φύγετε αν θέλετε το καλό σας!

-Πως το ξέρεις; ρώτησε ο Λάιαμ που είχε αρχίσει να συνέρχεται.

-Το ξέρω… Θέλει και εμένα… Όταν είναι κοντά μου δεν είμαι ο εαυτός μου. Τη φοβάμαι… Με πήγανε στον πύργο της…

Ο Λάιαμ στράφηκε στον σερ Μάικ.

-Σερ, πρέπει να φύγω. Πρέπει να πάω το βιβλίο σε ιερό έδαφος, κάπου που να μην μπορεί να το βρει.

-Ποιος να το βρει; ρώτησε ο σερ Μάικ. Τι γίνεται εδώ; Ο πολέμαρχος θέλει το βιβλίο;

Ο Λάιαμ εξήγησε εν τάχει στον σερ Μάικ τι είχε συμβεί εδώ και πως είχε βρεθεί κατηγορούμενος και μελλοθάνατος.

-Αυτή η δόνα Μαρία λοιπόν θέλει το βιβλίο και είναι πιθανότατα μαζί με τον πολέμαρχο. Δεν θα επιτεθεί σε εμάς όμως όσους άνδρες και να έχει. Είμαστε ισχυροί και εμπειροπόλεμοι.

-Έχει πολλούς, είπε ο βοσκός. Μαύρισε ο λόφος όπως περνάγανε για το γεφύρι.

-Το οποίο μόλις περάσαμε, είπε ο σερ Χιου Γκασκόιν, ένας από τους διοικητές του σερ Μάικ. Δεν είναι πάνω από μια ώρα πίσω μας.

-Χιου, είπε ο σερ Μάικ, έλεγξε το χωριό αν μπορούμε να το υπερασπιστούμε. Ανσέλμο, γύρνα πίσω και έχε το νου σου για την προσέγγισή τους.

Οι δυο διοικητές έφυγαν αμέσως να εκτελέσουν τη διαταγή τους.

-Που βρίσκεται το πιο κοντινό μοναστήρι; είπε ο Λάιαμ στον γέρο κριτή.

-Στο Λαγεράκ, είπε ο γέρος. Όμως σας εκλιπαρώ να μας προστατεύσετε. Μη μας αφήσετε έρμαιο στα χέρια του Σαντοβάρ.

Ο σερ Μάικ κοίταξε πέρα από το χωριό σκεφτικός. Οι άνδρες που είχε μαζί του ήταν εμπειροπόλεμοι, είχαν νικήσει σε μάχες με πολύ πιο ισχυρό εχθρό. Μπορούσαν να το κάνουν και εδώ. Ήταν περισσότερο οι εξώκοσμες δυνάμεις που τον απασχολούσαν. Πως θα τις αντιμετώπιζαν;

Κοίταξε τον Λάιαμ που στεκόταν μαζί με τον Γουίλλιαμ κοντά στο πανικόβλητο κορίτσι. Χαμογέλασε, να η λύση για το θέμα αυτό. Παρότι πιστός και θεοσεβούμενος άνθρωπος ποτέ δεν είχε καταλάβει την απόφαση του Λάιαμ να ασπαστεί το άγιο σχήμα. Είχε όμως εμπιστοσύνη στην πίστη του νεαρού ακόλουθού του και στην δύναμη της ιεροσύνης του.

Πήρε την απόφασή του.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου