Όλοι Οι Δρόμοι Οδηγούν Στην Αγάπη - 18

Author: Νυχτερινή Πένα /

Κεφάλαιο 18


Ο Άνταμ φίλησε την Κέητ και την κράτησε στην αγκαλιά του πριν την καληνυχτίσει έξω από το δωμάτιό της. Η κοπέλα μπήκε μέσα και εκείνος πήρε το δρόμο για την σκάλα που οδηγούσε στον δεύτερο όροφο και το δικό του δωμάτιο. Τον σταμάτησε μια σιγανή αλλά ειρωνική φωνή:
-Τι ιπποτικό, τη συνοδεύεις ως την πόρτα και’ κει την φιλάς γλυκά και της εύχεσαι καληνύχτα.
Ο Άνταμ στράφηκε προς την κατεύθυνση της φωνής και αντίκρισε την Σήλια που στεκόταν στην πόρτα του δωματίου της. Τον πλησίασε και εκείνος είδε πως φορούσε μια ρόμπα η οποία μετά δυσκολίας έκρυβε το γεγονός ότι δεν φορούσε τίποτα άλλο.
-Πολύ ρομαντικό δεν λέω, συνέχισε η Σήλια, αλλά εσύ είσαι ένας νέος άνδρας και το αίμα σου βράζει, δεν θες μόνο ρομαντικά φιλάκια από μια σχέση. Θες πάθος, ηδονή...
Ο Άνταμ την έσπρωξε μακριά του.
-Είσαι άρρωστη, είπε.
-Άρρωστη; γέλασε η Σήλια, μπορεί αλλά εσύ με θες, παραδέξου το.
Η ρόμπα είχε ανοίξει μπροστά μαγνητίζοντας το βλέμμα του νεαρού άνδρα.
-Έλα μέσα, είπε η Σήλια με επιτηδευμένα βραχνή φωνή, να το συζητήσουμε.
Ο Άνταμ την προσπέρασε νευριασμένος χωρίς όμως να μπορεί να τη βγάλει από το μυαλό του.

Ο Μιχάλης και η Ντήντρα επέστρεψαν από τους τελευταίους στο σπίτι της αδελφότητας. Η κοπέλα μέσα στη χαρούμενη και εύθυμη ατμόσφαιρα του χορού είχε τελικά καταφέρει να ξεχάσει για λίγο το αδιέξοδο στο οποίο είχε βρεθεί. Δεν είχε εκμυστηρευθεί τίποτα στο Μιχάλη που εξακολουθούσε να αγωνιά για το τι ήταν αυτό που την απασχολούσε.
Μπαίνοντας στο σπίτι η Ντήντρα στράφηκε και κοίταξε τον Μιχάλη:
-Θέλω να έρθω να κοιμηθώ δίπλα σου, μπορώ;
-Δεν χρειάζεται να το ρωτάς, πάντα μπορείς.
Η Ντήντρα δεν φοβόταν πια, δεν υπήρχε κάτι να φοβηθεί οι χειρότεροι φόβοι της είχαν γίνει πραγματικότητα δια χειρός Κόλιν Πάνκχερστ. Καθώς όμως το πρωί θα έφευγε για πάντα - και όχι για τις διακοπές όπως νόμιζαν όλοι - ήθελε απόψε να μείνει δίπλα σε εκείνον που αγαπούσε.
-Εντάξει θα πάω να αλλάξω και θα κατέβω.
-Σίγουρα είσαι καλά; τη ρώτησε ο Μιχάλης.
Συγκινημένη από το ενδιαφέρον του και γεμάτη τύψεις για αυτό που του έκρυβε ρίχτηκε στην αγκαλιά του και τον φίλησε. Την επόμενη στιγμή γεύονταν ο ένας τον άλλο σε ένα πρωτόγνωρης για εκείνους έντασης ερωτικό φιλί.
-Κράτησέ με απόψε, ψιθύρισε η Ντήντρα, κάνε με δική σου.
-Ντήντρα...
-Μη λες τίποτα, ας αφήσουμε τα πάντα εκεί που βρίσκονται. Μόνο κράτησε με κοντά σου, αυτή τη νύχτα.
Ο Μιχάλης βύθισε το βλέμμα του στα μεγάλα γαλανά μάτια της. Δεν υπήρχε φόβος ή αγωνία αλλά μόνο η βαθιά ανυπόκριτη και ατελεύτητη αγάπη της για εκείνον. Τη φίλησε στα χείλη ενώ την έκλεινε στην αγκαλιά του.
Πήγαν στο δωμάτιο του. Εκεί στο μισοσκόταδο που του τύλιγε σαν να ήταν μόνοι τους στον κόσμο έγδυσαν ο ένας τον άλλο χαϊδεύοντας, φιλώντας και ψιθυρίζοντας γλυκά λόγια αγάπης. Ο Μιχάλης την οδήγησε τρυφερά στα μονοπάτια που εκείνη διάβαινε για πρώτη φορά και της υποσχέθηκε πως δεν θα μπορούσε να τους χωρίσει παρά μόνο ο θάνατος.
Αποκοιμήθηκαν αγκαλιασμένοι, εκείνος λυτρωμένος από τους εφιάλτες του παρελθόντος, εκείνη ασφαλισμένη από τους φόβους του παρόντος.

Η Νιόβη κάθισε στην πολυθρόνα απέναντι από τον Λάσκαν στο γραφείο του παραγωγού. Οι Επιχειρήσεις Λάσκαν έπιαναν τους τελευταίους δώδεκα ορόφους από τους είκοσι που είχε το κτίριο. Το γραφείο του Λάσκαν βρισκόταν στον εικοστό και είχε μια πανοραμική θέση του κέντρου της πόλης. Στους τοίχους που δεν είχαν παράθυρα είχαν αναρτηθεί αφίσες από τις μεγάλες επιτυχίες των οποίων ήταν παραγωγός.
Το ίδιο το γραφείο ήταν μοντέρνο και μεταλλικό και ανάλογη ήταν και η υπόλοιπη επίπλωση. Ο Λάσκαν πρόσφερε καφέ και φώναξε το γραμματέα του να δώσει εντολές - κάτι που ξάφνιασε την κοπέλα, μιας και φανταζόταν πως ο παραγωγός θα είχε κάποια σαν τη συνοδό του στη θέση αυτή και όχι έναν κουστουμαρισμένο νεαρό.
-Πήρατε την απόφασή σας να φανταστώ; είπε ο Λάσκαν.
-Ναι, μου αρέσει το σενάριο και θα παίξω το ρόλο.
-Άψογα! ενθουσιάστηκε ο Λάσκαν.
-Με τρεις ενστάσεις που πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν για να συμφωνήσω.
-Ποιες είναι αυτές;
-Στη σκηνή που ο Γκρέγκορι Χήθκλιφ σκίζει το φόρεμα της Άμυ λέτε πως θα φανεί το στήθος μου. Αυτό δεν το κάνω.
-Ελάτε τώρα, είπε ο Λάσκαν, σίγουρα έχετε κολυμπήσει τόπλες.
-Έχω κολυμπήσει και γυμνή αλλά αυτό το είδε μόνο το αγόρι μου, είπε αποφασιστικά η Νιόβη, δεν είναι θέαμα για όλον τον κόσμο.
-Άλλα δέκα χιλιάρικα θα σας άλλαζαν γνώμη;
-Όχι! Η το σενάριο θα αλλάξετε ή εμένα.
Ο Λάσκαν έμεινε σκεφτικός. Η Νιόβη τον κοίταζε ατάραχη χωρίς να δίνει σημασία. Δεν σκόπευε να κάνει τέτοιες παραχωρήσεις για να πάρει το ρόλο.
-Εντάξει, είπε τελικά ο παραγωγός ενώ τους έφερναν καφέ. Ποια είναι η δεύτερη ένσταση;
-Για να υποκριθώ την πρώτη γυναίκα του Χήθκλιφ πρέπει να βάψω τα μαλλιά μου. Μιας και πρόκειται για μερικά φλας μπακ θα πρότεινα να φορέσω εξτένσιονς και φακούς επαφής.
-Μμμ, ναι εντάξει.
Ο Λάσκαν ήπιε λίγο καφέ ενώ η Νιόβη του μιλούσε για ένα τεχνικό θέμα του δραματικού φινάλε.
-Είμαστε σύμφωνοι λοιπόν; ρώτησε αφού δέχθηκε και το τρίτο θέμα της Νιόβης.
-Έχετε την πρωταγωνίστριά σας, είπε η κοπέλα.

Ξύπνησε αλλά δεν άνοιξε τα μάτια της, δεν ήθελε να δει ότι είχε ξημερώσει, ότι έπρεπε να φύγει. Ήταν τόσο όμορφα εδώ στην αγκαλιά του αγαπημένου της. Είχε αποκοιμηθεί με το κεφάλι της στο στέρνο του και τα χέρια της να τον αγκαλιάζουν και βρισκόταν ακόμα σ’ αυτήν την στάση. Από τον ρυθμό της αναπνοής του αγαπημένου της καταλάβαινε πως είχε ξυπνήσει μα δεν είχε σηκωθεί για να μην την ξυπνήσει. Την σκεπτόταν και στην πιο μικρή λεπτομέρεια.
Της ήρθε να κλάψει τόσο ξαφνικά που δεν πρόλαβε να συγκρατήσει τα δάκρυα της  και κύλισαν στα μάγουλά της. Ένιωσε το Μιχάλη να τα σκουπίζει απαλά, την κοιτούσε τόση ώρα που ήταν ξύπνιος ενώ εκείνη κοιμόταν, και να μονολογεί:
-Καημένη μου, τι σε βασανίζει και κλαις και στον ύπνο σου;
Ξέσπασε σε λυγμούς και άνοιξε τα μάτια της καθώς ο Μιχάλης την έπαιρνε στην αγκαλιά του και τη χάιδευε τρυφερά.
-Τι σου συμβαίνει; τη ρώτησε.
-Δεν είναι τίποτα, είπε νιώθοντας άσχημα που του έλεγε ψέματα αλλά θα στα πω όλα όταν  γυρίσω.
-Εντάξει, θες να σηκωθούμε;
-Όχι ακόμα κράτησε έτσι λίγο στην αγκαλιά σου, είπε η Ντήντρα και έκλεισε τα μάτια για να απολαύσει τις λίγες τελευταίες ευτυχισμένες στιγμές που τις απέμεναν.

Το σπίτι της αδελφότητας άρχισε να αδειάζει καθώς οι ένοικοί του έφευγαν για τις διακοπές των γιορτών. Η Νιόβη θα πήγαινε με την οικογένειά της στην Ευρώπη και ο Τόμας ήταν προσκεκλημένος της. Ο Αλέξανδρος το είχε προτείνει και στον Μιχάλη μα εκείνος είχε αποφασίσει να παραμείνει στη Βοστώνη.
Ο Μιχάλης συνόδεψε την Ντήντρα στο αεροδρόμιο όπου η κοπέλα του ζήτησε να μην τη συνοδέψει μέσα. Παραξενευμένος έκανε αυτό που του ζήτησε, δεν ήξερε πως η Ντήντρα το είχε ζητήσει γιατί φοβόταν πως αν τη συνόδευε μέσα θα λύγιζε τη στιγμή που θα τον αποχαιρετούσε. Στο αυτοκίνητο ήταν πιο εύκολο μιας και ο αποχαιρετισμός εκ των πραγμάτων ήταν σύντομος και βιαστικός.
Γυρνώντας στο σπίτι ο Μιχάλης βρήκε τον Μαξιμίλιαν να στήνει τα κομμάτια στην σκακιέρα στο γραφείο που εκείνος χρησιμοποιούσε στο κοινό δωμάτιο.
-Πάνω στην ώρα, είπε ο Μαξιμίλιαν.
-Μόνοι μας μείναμε;
-Σχεδόν, είναι η Άλεξ που κοιμάται ακόμα, ο Άνταμ που θα φύγει αύριο και η Σήλια που δεν θα φύγει.
Στην τελευταία φράση ο μεγαλόσωμος νεαρός έκανε μια γκριμάτσα.
-Δεν σ’ αρέσει αυτό.
-Όχι.
-Εσύ δεν θα φύγεις;
-Αύριο βράδυ, μαζί με τον Άνταμ, λευκά ή μαύρα;
-Δεν έχω πρόβλημα, είπε ο Μιχάλης και κάθισε.

Το βράδυ βγήκανε έξω για δείπνο οι πέντε τους. Ήταν μια ήσυχη βραδιά που πέρασε σε φιλικό κλίμα παρ’ ότι η Σήλια έκανε ότι μπορούσε για να προκαλέσει τους τρεις άνδρες. Οι υπαινιγμοί της και οι κινήσεις της έπεφταν στο κενό. Δεν το έβαζε κάτω όμως ιδιαίτερα αφού ήπιε λίγο κρασί που τη χαλάρωσε. Εκείνη και ο Άνταμ ήταν που έπιναν κρασί. Η Άλεξ θα έβγαινε μετά και δεν ήθελε να πιει, ο Μαξιμίλιαν θα οδηγούσε και ο Μιχάλης που δεν ήταν φίλος του ποτού ούτως ή άλλως είχε κάνει χρήση του παυσίπονου του πράγμα που δεν του επέτρεπε να πιει.
Όταν επέστρεψαν στο σπίτι η Άλεξ τους αποχαιρέτησε και έφυγε με το δικό της αυτοκίνητο. Οι υπόλοιποι μπήκαν στο σπίτι.
-Τι λες για μια παρτίδα σκάκι; είπε ο Μαξιμίλιαν.
-Έγινε, είπε ο Μιχάλης, στήσε τα κομμάτια και έρχομαι.
-Εγώ θα πάω για ύπνο, είπε ο Άνταμ και ανέβηκε στον πρώτο. Η Σήλια ακολούθησε αμέσως μετά.
-Αυτή δεν βάζει μυαλό, είπε ο Μαξιμίλιαν καθώς ο Μιχάλης καθόταν απέναντί του.
-Αυτό δεν με νοιάζει, είπε εκείνος ενώ έκανε την κίνησή του. Αυτό που με ανησυχεί είναι μήπως κάνει κάτι που θα πληγώσει κάποιον, την Κέητ ας πούμε ή κάποιον το ίδιο ευαίσθητο.
-Όπως την Ντήντρα, παρατήρησε ο Μαξιμίλιαν.
Ο Μιχάλης τον κοίταξε.
-Είναι κοινό μυστικό ότι είστε μαζί, είπε εκείνος, γι’ αυτό το είπα.
-Για να πληγώσει την Ντήντρα πρέπει να περάσει από’ μένα, είπε ο Μιχάλης και η φωνή του είχε μια ψυχρή αποφασιστικότητα που ο Μαξιμίλιαν δεν είχε ξανακούσει από τον ήσυχο αυτό άνδρα, και είμαι αποφασισμένος να μην αφήσω κανέναν να το κάνει.

Ο Άνταμ τηλεφώνησε στην Κέητ για να βεβαιωθεί ότι έφτασε στο σπίτι της καλά και μετά ετοιμάστηκε να πέσει για ύπνο. Γδυνόταν όταν ακούστηκε ένα χτύπημα στην πόρτα του δωματίου. Σηκώθηκε να ανοίξει ντυμένος με το παντελόνι του. Αυτό ήταν καλό γιατί αυτός που είχε χτυπήσει την πόρτα του δεν ήταν άλλος από τη Σήλια.
-Τι τρέχει πάλι; ρώτησε.
-Δεν ξέρεις; είπε η Σπήλια.
Έκανε ένα βήμα εμπρός και τον αγκάλιασε. Τα χείλη της βρήκαν τα δικά του, το άρωμά της τον τύλιξε, μεθυστικό, αποπλανητικό. Λίγο το κρασί που είχε πιει, λίγο η πρόκληση της σχεδόν ολόγυμνης γυναίκας που τον αγκάλιαζε με προφανή σκοπό, έκαναν δύσκολη την αντίδραση που θα ήθελε.
-Έλα, ξέρω πως το θέλεις, και’ συ το νιώθεις.
Πήρε το χέρι του και το οδήγησε στο σώμα της. Ο Άνταμ έκλεισε τα μάτια του προσπαθώντας να ξεφύγει από την επιθυμία που του υπέβαλλε αυτή η κοπέλα που δεν φαινόταν να έχει ηθικούς περιορισμούς ή αναστολές.
-Θα σου προσφέρω απολαύσεις που η Κέητ σου ούτε μπορεί να διανοηθεί, είπε η Σήλια βάζοντας τα χέρια της στη ζώνη του παντελονιού του.
Η αναφορά στην Κέητ έφερε μπροστά στα μάτια του ζωντανό το πρόσωπό της. Της Κέητ που τον αγαπούσε ανυπόκριτα και χωρίς όρους. Θυμήθηκε το γλυκό της πρόσωπο στο πρώτο τους φιλί. Την έκφρασή της εκείνη τη στιγμή, είχε παραδοθεί με απόλυτη εμπιστοσύνη σε’ κείνον και σ’ αυτό που ένιωθε. Δεν μπορούσε να την πληγώσει κάνοντας έρωτα με τη Σήλια.
-Όχι, είπε σπρώχνοντας βίαια την Σήλια μακριά του. Δεν θα το κάνω αυτό στην Κέητ.
-Σε’ μένα θα το κάνεις, είπε πρόστυχα η Σήλια, απ’ ό,τι ξέρω εκείνη δεν κάνει τίποτα.
-Φύγε!
-Μείνε με την ανάμνηση της ρομαντικής αγάπης σου τότε, είπε φτύνοντας τις λέξεις η Σήλια. Θα πάω να βρω έναν πραγματικό άνδρα να περάσω τη νύχτα μου.
Τον άφησε μόνο του και ο Άνταμ άφησε έναν αναστεναγμό ανακούφισης. Είχε τελειώσει κι αυτό.

Η Σήλια γλίστρησε στο δωμάτιο του Μιχάλη αθόρυβα. Είχε διαπιστώσει από τις προηγούμενες μέρες πως εκείνος δεν κλείδωνε ποτέ την πόρτα του, Έκλεισε την πόρτα πίσω της και πλησίασε το κρεβάτι όπου κοιμόταν ο στόχος της. Έριξε από πάνω της τη ρόμπα που φορούσε και ολόγυμνη έσκυψε πάνω από τον κοιμισμένο Μιχάλη. Πόνταρε στο ότι όταν θα ξυπνούσε από τα ερωτικά χάδια της και τα φιλιά και θα βρισκόταν με’ κείνη γυμνή στην αγκαλιά του θα υπέκυπτε.
Παρατήρησε πως ο Μιχάλης δεν έκανε καθόλου ήρεμο ύπνο και παρά το κρύο από το μέτωπό του έτρεχε ιδρώτας.
-Ντήντρα, το όνομα ξέφυγε από τα χείλη του με αγωνία.
Η Σήλια άδραξε την ευκαιρία.
-Εδώ είμαι, ψιθύρισε απαλά και φίλησε το Μιχάλη.
Το φιλί έγινε πιο βαθύ, ερωτικό και την επόμενη στιγμή ο Μιχάλης τινάχτηκε σαν να τον είχε διαπεράσει ηλεκτρικό ρεύμα. Ανακάθισε και το βλέμμα του καρφώθηκε στην Σήλια.
-Τι κάνεις εσύ εδώ;
-Δεν ρώτησες αυτό ακριβώς πριν λίγο.
Ο Μιχάλης έκανε να σηκωθεί από το κρεβάτι και η Σήλια τραβήχτηκε μακριά του. Όταν σηκώθηκε, εκείνη πισωπάτησε φοβούμενη την οργή του.
-Θα το πω μια φορά και δεν θα το επαναλάβω, είπε ο Μιχάλης και η φωνή του φανέρωνε πόσο οργισμένος ήταν. Αγαπώ τη Ντήντρα και δεν θα την πληγώσω για να κοιμηθώ με μια σαν και’ σενα.
-Με απορρίπτεις γι’ αυτήν την άβγαλτη χωριάτισσα; είπε η Σήλια με το πρόσωπο της παραμορφωμένο από θυμό. Τι της βρίσκεις; Αμφιβάλλω αν ξέρει...
-Το αν ξέρει τις σεξουαλικές διαστροφές που ξέρεις σίγουρα εσύ λίγο με νοιάζει, με νοιάζει το ότι ξέρει να αγαπάει.
-Γι’ αυτό σε εγκατέλειψε;
-Τι;
-Σε παράτησε, έκανε θριαμβευτικά η Σήλια. Σε άφησε και δεν θα ξαναγυρίσει.
Ο Μιχάλης διέσχισε την απόσταση που τους χώριζε με ταχύτητα που δεν περίμενε από αυτόν και την άρπαξε από τους ώμους.
-Τι ξέρεις για την κατάσταση της Ντήντρα; Τι αντιμετωπίζει; Τι δε μου λέει;
-Βρες το μόνος σου.
Ο Μιχάλης έκλεισε τα μάτια του. Όταν τα άνοιξε ξανά φαινόταν κουρασμένος σαν να είχε παλέψει να πάρει μια δύσκολη απόφαση.
-Εντάξει κέρδισες, είπε, μπορείς να ορίσεις το τίμημα για τις πληροφορίες σου. Μόνο πες μου τι την απειλεί και την ανάγκασε να φύγει.
-Νομίζω πως θα εισπράξω την αμοιβή μου πρώτα, είπε η Σήλια και τον φίλησε ενώ τον αγκάλιαζε.
-Όχι! Είπε ο Μιχάλης και την έσπρωξε πίσω. Μην πιέζεις την τύχη σου, πες μου τι ξέρεις.
-Γιατί νοιάζεσαι, είναι μια αξιοθρήνητη ανόητη χωριάτα που περιμένει από’ σενα να τη βοηθήσεις για να ξεμπερδέψει με το κάθε πρόβλημα που εμφανίζεται στη ζωή της;
-Άλλοι είναι δυνατοί. Άλλοι αδύνατοι. Εμείς όμως που είμαστε δυνατοί δεν είμαστε δυνατοί για να παίρνουμε αυτό που επιθυμούμε συντρίβοντας τους άλλους. Όχι, είμαστε δυνατοί για να βοηθάμε εκείνους που χρειάζονται βοήθεια.
-Τι θα έδινες για την καλή σου λοιπόν; ρώτησε η Σήλια.
-Όπως θα παρατήρησες κουτσαίνω, αποτέλεσμα ενός ατυχήματος που είχα πριν από έξι χρόνια. Θα δεχόμουν να μην ξαναπερπατήσω αν αυτό θα μπορούσε να εξασφαλίσει την ευτυχία της Ντήντρα.
-Ανόητοι ρομαντισμοί.
Ο Μιχάλης χαμογέλασε θλιμμένα.
-Ο καθένας έχει την άποψή του. Πες μου και θα σου δώσω ό,τι θες.
Η Σήλια χαμογέλασε θριαμβευτικά.
-Ακόμα και μια οργιώδη νύχτα;
-Ναι.
Η Σήλια ομολόγησε πως είχε κρυφακούσει τη Ντήντρα να μιλάει με τους δικούς της και να τους λέει πιο ήταν το πρόβλημά της.
-Ώστε αυτό είναι, μονολόγησε ο Μιχάλης, α όχι Πάνκχερστ, αυτή τη φορά το παρατράβηξες. Θα τα πούμε αυτή τη φορά για τα καλά.
Άρπαξε το κινητό του και τηλεφώνησε στον Αλέξανδρο. Του εξήγησε τι είχε κάνει ο Κόλιν Πάνκχερστ και είπε:
-Θέλω τις συναλλαγματικές αυτές Αλέξανδρε, θα πληρώσω όσο όσο. Μπορείς να το κανονίσεις από την Ευρώπη;... Ωραία.
Όταν έκλεισε το τηλέφωνο χαμογέλασε.
-Έσωσες την αγαπημένη σου χωριάτα; χλεύασε η Σήλια.
-Ναι, είναι η αγαπημένη μου για λόγους που ποτέ δεν θα καταλάβεις.
-Αλλά εγώ θα κάνω έρωτα μαζί σου απόψε, είπε η Σήλια.
-Το δικό της πρόσωπο θα’ χω στα μάτια μου και το δικό της όνομα θα προφέρω στο τέλος, είπε ο Μιχάλης.
Η οργή που κυρίευσε τη Σήλια έκανε το πρόσωπό της να συσπασθεί σε μια γκριμάτσα.
-Ηλίθιε ρομαντικέ, ανάθεμά σε! Ούρλιαξε και σήκωσε το χέρι της. Χαστούκισε τον Μιχάλη και τα νύχια της χάραξαν μια αιμάτινη γραμμή στο μάγουλό του.
Η Σήλια έφυγε από το δωμάτιο βλαστημώντας.

2 σχόλια:

JK O SΚΡΟΥΤΖΑΚΟS είπε...

ωραιοτατες οι συνεχειες!!!!Καλη εβδομαδα να εχεις!!!

Νυχτερινή Πένα είπε...

Ευχαριστώ επίσης!

Δημοσίευση σχολίου