Κεφάλαιο
17
Η Ντήντρα περπατούσε στο
πεζοδρόμιο με προσοχή για να μη γλιστρήσει στο συσσωρευμένο χιόνι. Η κοπέλα
ένιωθε μια ζεστασιά που πήγαζε από μέσα της να την τυλίγει παρά το κρύο. Ήταν
ευτυχισμένη για μια φορά, είχε έναν άνδρα στη ζωή της που την αγαπούσε και το
οικονομικό της πρόβλημα είχε βρει τη λύση του. Ο Μιχάλης είχε προσφερθεί να
πληρώσει τις οφειλές της οικογενείας της και είχε δηλώσει πως δεν τον ένοιαζε
να πάρει πίσω τα χρήματά του. Οι δικοί της δεν το είχαν δεχθεί αυτό, θα του
επέστρεφαν τα λεφτά και ο Μιχάλης είχε τελικά δεχθεί να το κάνουν όταν θα
μπορούσαν και βέβαια ούτε λόγος για τόκο.
Έτσι η Ντήντρα
επιστρέφοντας από τη σχολή με προορισμό το σπίτι της αδελφότητας ένιωθε
πραγματικά ευτυχισμένη. Ήταν τόσο χαρούμενη που δεν πρόσεξε τη λευκή λιμουζίνα
στο δρόμο παρά μόνο όταν ήρθε δίπλα της και άκουσε την όπως πάντα σκληρή φωνή
του Κόλιν Πάνκχερστ.
-Γεια σου Κάρτερ, είπε, μπες
μέσα.
Η κοπέλα τραβήχτηκε
μακριά από τον δρόμο και ο Πάνκχερστ γέλασε ξυπνώντας εφιαλτικές μνήμες που η
Ντήντρα προσπαθούσε ανεπιτυχώς να ξεχάσει τόσο καιρό.
-Μπες μέσα.
-Όχι, τραύλισε η κοπέλα
κοιτάζοντας γύρω για κάποιον που θα μπορούσε να τη βοηθήσει.
-Θέλω να μιλήσουμε.
-Δεν σε πιστεύω.
-Ω, ναι, θα μιλήσουμε, είπε
με κακία ο Πάνκχερστ, για 25.000 δολάρια που χρωστάει κάποιος Ντέηβ Κάρτερ. Πατέρας
σου δεν είναι;
Η Ντήντρα ένιωσε να την
τυλίγει παγωνιά, τι ήξερε ο Πάνκχερστ για την ιστορία αυτή και τι σχέση είχε με
τα χρέη του πατέρα της;
-Τι θέλεις; ψιθύρισε
φοβούμενη την απάντηση.
-Μπες μέσα!
Η Ντήντρα υπάκουσε.
-Ο πατέρας σου χρωστάει
25000, χρωστούσε δηλαδή, Έχω τις συναλλαγματικές, για να μην προχωρήσω σε
ένδικα μέσα... και ξέρεις τι θα γίνει τότε, δεν ξέρεις;
-Θα πάει φυλακή, ψέλλισε
η Ντήντρα.
-Έξυπνο κορίτσι, σάρκασε
ο Πάνκχερστ ακουμπώντας το χέρι του στο γόνατό της. Ναι θα πάει φυλακή. Για να
μη γίνει αυτό θέλω κάτι από’ σένα.
-Τι; ρώτησε ξέπνοη η
κοπέλα. Σε παρακαλώ μη βλάψεις την οικογένειά μου... Μπορείς να έχεις... Να
έχεις αυτό που ήθελες... Κατέληξε με δάκρυα στα μάτια ξεκουμπώνοντας το μπουφάν
της αλλά ο Πάνκχερστ γέλασε με κακία.
-Όχι πια.
-Είμαι... Είμαι ακόμη... Ανέγγιχτη.
-Α μπα; Ο καθηγητής δεν...
-Μην τον πιάνεις στο
στόμα σου! Είπε απότομα η Ντήντρα και αμέσως τραβήχτηκε πίσω βλέποντας το μίσος
στο πρόσωπο του Πάνκχερστ.
-Θέλω να φύγεις από την
πόλη και να μην ξαναγυρίσεις ποτέ, δεν θα του πεις τίποτα, δεν θα του δώσεις
καμία εξήγηση αλλιώς θα κανονίσω να σαπίσει ο πατέρας σου στη φυλακή.
-Γιατί το κάνεις αυτό;
είπε η Ντήντρα ενώ δάκρυα κυλούσαν από τα μάτια της.
-Γιατί αυτό θα τον
πονέσει και θα ξεσκίσει την καρδιά σου.
Ο Πάνκχερστ άνοιξε την
πόρτα της λιμουζίνας και είπε:
-Βγες!
Η Ντήντρα υπάκουσε. Καθώς
έβγαινε ένιωσε ένα σπρώξιμο στην πλάτη και σωριάστηκε στο χιόνι, Έμεινε εκεί να
κλαίει γονατισμένη στο χιόνι ενώ η λιμουζίνα απομακρυνόταν.
Καθώς έπιασε να βραδιάζει
στο σπίτι άρχισε να επικρατεί μια διαφορετική ατμόσφαιρα, τα μαθήματα είχαν
τελειώσει για φέτος. Απόψε ήταν ο καθιερωμένος χορός του πανεπιστημίου και από
το επόμενο πρωί άρχιζαν οι διακοπές των Χριστουγέννων και του νέου έτους. Για
μια φορά στη μεγάλη αίθουσα των εκδηλώσεων τα τζιν έδιναν τη θέση τους σε κομψά
φορέματα και κουστούμια.
Μέσα σε γέλια και
πειράγματα τα μέλη της αδελφότητας άρχισαν να ετοιμάζονται για το χορό. Υπήρχε
μια άλλη διάθεση που γινόταν αμέσως αντιληπτή σε όποιον έμπαινε στο σπίτι.
-Μπορείς να με βοηθήσεις
με αυτήν την γραβάτα; ρώτησε ο Μαξιμίλιαν μπαίνοντας στο δωμάτιο του Άνταμ. Νομίζω
πως την έχω φτιάξει λάθος.
-Μα τι έκανες εδώ; είπε ο
Άνταμ με ένα ύφος ψεύτικης απογνώσεως, το Γόρδιο Δεσμό;
-Μου φαινόταν ότι θα λυθεί
και είπα να τη δέσω ποιο καλά, απροκρίθηκε ο Μαξιμίλιαν και γέλασαν και οι δυο.
-Περνάτε καλά εσείς οι
δυο, είπε μια φωνή από την πόρτα.
Γύρισαν και αντίκρισαν
την Κέητ. Η κοπέλα ήταν έτοιμη για το χορό, φορούσε ένα απλό φόρεμα και γόβες
και στα χέρια της κρατούσε ένα ζακετάκι.
-Είσαι πολύ όμορφη, είπε
ο Άνταμ. Είμαι έτοιμος μόλις λύσω το Γόρδιο Δεσμό.
-Τι θα λύσεις; απόρησε η
Κέητ για να γελάσει με τη σειρά της όταν της εξήγησαν.
Η Νιόβη κοιτάχτηκε στον
καθρέφτη και μετά γύρισε προς την Άλεξ που καθόταν στην μόνη καρέκλα του
δωματίου για να πάρει την έγκρισή της. Είχε φορέσει ένα μαύρο φόρεμα στενό στο
μπούστο και στη μέση και φαρδύ κάτω. Είχε φορέσει και ψηλοτάκουνα κάτι που δεν
συνήθιζε.
-Λοιπόν; είπε στην Άλεξ.
-Είσαι κούκλα, είπε η
Άλεξ. Θα κάψεις καρδιές.
-Εμένα με ενδιαφέρει μια
μόνο καρδιά, είπε η Νιόβη.
-Ε, αυτήν την έχεις
σίγουρη, σε αγαπάει όσο και’ συ, είπε η Άλεξ καθώς άφηναν το δωμάτιο. Και που’
σαι; Κοίτα να συνηθίζεις την επίσημη εμφάνιση, θα γίνεις μεγάλη ηθοποιός θα
κάνεις πολλές επίσημες εμφανίσεις.
Κατέβηκαν στο ισόγειο
όπου ο Τόμας περίμενε ήδη την αγαπημένη του.
Η Ντήντρα επέστρεψε στο
σπίτι της αδελφότητας παγωμένη και κάτωχρη. Η απόφαση που είχε πάρει, η μόνη
που μπορούσε να πάρει, την σκότωνε. Ήταν μια μεγάλη θυσία αυτή που έπρεπε να
κάνει αλλά δεν μπορούσε να μην την κάνει. Είχε βρει τον άνθρωπό της ήταν
σίγουρο αλλά μπορούσε να θυσιάσει την οικογένειά της στο βωμό της δικής της ευτυχίας;
Δεν ήταν καλύτερα να θυσιάσει εκείνο που ένιωθε; Η ιδέα να πέσει στο κρεβάτι
του Πάνκχερστ της έφερνε ναυτία αλλά θα το προτιμούσε από αυτό που έπρεπε τώρα
να κάνει. Δεν μπορούσε να πείσει τον εαυτό της να φύγει, να φύγει χωρίς
εξηγήσεις και αποχαιρετισμούς, τη στιγμή που ήξερε πως ήταν αναπόφευκτο. Δεν
είχε καταφέρει να μάθει τι ήταν αυτό που είχε κάνει τον αγαπημένο της τόσο
κλειστό, κάτι που είχε συμβεί πριν από αρκετά χρόνια, αλλά ήξερε πως η δική της
πράξη θα είχε το ίδιο αντίκτυπο - ίσως και χειρότερο μιας και ήταν ήδη
ευάλωτος. Δεν το είχε ομολογήσει ο Πάνκχερστ πως θα τον πονέσει;
Μπήκε κάτω από το ζεστό
νερό προσπαθώντας να ηρεμήσει, αναβάλλοντας αυτό που έπρεπε να κάνει. Ακούμπησε
το κεφάλι της στα πλακάκια και με κλειστά τα μάτια πίεσε τον εαυτό της να
ξεχάσει τα όσα είχε ζήσει και να ετοιμαστεί να φύγει τώρα που θα έλειπαν όλοι
στο χορό.
Δεν μπορούσε. Βγήκε από
το μπάνιο τρέμοντας από την ψυχική εξάντληση που αυτός ο εσωτερικός αγώνας της
είχε φέρει. Την πάλη αυτή με τον ίδιο της τον εαυτό διέκοψε ένα χτύπημα στην
πόρτα του δωματίου της. Τυλίχτηκε σε ένα μπουρνούζι και άνοιξε για να αντικρίσει
τον τελευταίο άνθρωπο που ήθελε να δει αυτή τη στιγμή, τον Μιχάλη.
Η πρώτη της σκέψη ήταν να
ριχθεί στην αγκαλιά του και να του πει τι είχε συμβεί. Δεν μπορούσε όμως να το
κάνει. Δεν μπορούσε να του πει τι ήταν αυτό που την βασάνιζε και να ζητήσει την
βοήθειά του. Θα τη βοηθούσε αλλά ποιο θα ήταν το κόστος; Τι θα συνέβαινε στον
πατέρα της και τι θα συνέβαινε στον ίδιο; Το μίσος που είχε δει στο πρόσωπο του
Πάνκχερστ τη στιγμή που τον είχε αποπάρει για την προσβολή που ετοιμαζόταν να
εκφράσει κατά του Μιχάλη την είχε τρομοκρατήσει πέρα από κάθε τι άλλο. Είχε
συνειδητοποιήσει ότι ο Πάνκχερστ είχε μια αρρωστημένη εμμονή με την ίδια και
μισούσε όποιον εκείνη αγαπούσε. Ο Πάνκχερστ βρισκόταν πολύ κοντά στο να χάσει
κάθε έλεγχο, ακροβατούσε στα όρια της λογικής με την τρέλα. Ένας τέτοιος
άνθρωπος ήταν ικανός για τα πάντα. Σε πόσο τρομακτικό κίνδυνο θα έβαζε το
Μιχάλη αν του έλεγε τι συμβαίνει; Αν έμενε μαζί του;
-Τι έχεις; τη ρώτησε ο
Μιχάλης.
-Τίποτα, λίγο αδιάθετη
είμαι, είπε η Ντήντρα νιώθοντας πολύ άσχημα που του έλεγε ψέματα. Θα μου
περάσει. Θα πας στο χορό;
-Μόνο αν είναι να πάμε
μαζί, απάντησε ο Μιχάλης και η Ντήντρα δεν άντεξε άλλο το μαρτύριο που βίωνε.
Ρίχθηκε με λυγμούς στην
αγκαλιά του Μιχάλη που την αγκάλιασε. Χάιδεψε τα βρεγμένα μαλλιά της και της
ψιθύρισε καθησυχαστικά:
-Είμαι μαζί σου, πες μου
τι συμβαίνει.
Η Ντήντρα δεν απάντησε. Ακούμπησε
το κεφάλι της στο στέρνο του και πέρασε τα χέρια της γύρω από τη μέση του
προσπαθώντας να αντλήσει παρηγοριά από αυτήν την τελευταία τους επαφή. Μακάρι
να μπορούσε να παγώσει το χρόνο και να μείνει προστατευμένη στην αγκαλιά του
για πάντα!
-Πες μου τι έχεις, τι
συνέβη; ρώτησε ο Μιχάλης.
-Δεν είναι τίποτα, είπε
ψέματα. Θα ετοιμαστώ για να πάμε στο χορό.
-Σίγουρα;
-Σίγουρα.
Η Ντήντρα τον φίλησε και
ο Μιχάλης την άφησε να ετοιμαστεί.
Η κοπέλα πήγε στη
ντουλάπα της και άρχισε να ετοιμάζεται, είχε πάρει την απόφασή της.
Ο χορός δινόταν στην
αίθουσα εκδηλώσεων του πανεπιστημίου, μια τεράστια νεοκλασική σάλα κατάλληλη
για έναν επίσημο χορό. Το μεγαλύτερο μέρος των φοιτητών βρισκόταν εδώ. Ήταν μια
καλή ευκαιρία για ανέμελη διασκέδαση, σύσφιξη σχέσεων και νέες γνωριμίες.
Η Νιόβη κοίταζε τη σάλα
που χόρευαν πολλά ζευγάρια από τον εξώστη. Είχε και εκείνη χορέψει για αρκετή
ώρα με τον Τόμας - και έναν χορό με τον αδερφό της που είχε έρθει συνοδεύοντας
μια εκπάγλου καλλονής κοπέλα που έκανε τα πρώτα της βήματα στο χώρο του
μόντελινγκ - και τώρα είχαν σταματήσει να πάρουν μια ανάσα. Ο Τόμας, που είχε
πάει να φέρει ποτά, επέστρεψε με δυο ποτήρια κρασί, Έδωσε το ένα στην αγαπημένη
του.
-Τι κοιτάς; ρώτησε.
-Γενικά, τον κόσμο, είπε
η Νιόβη, που πρόσεξε εκείνη τη στιγμή την Σήλια και πρόσθεσε, ξέρεις έχω την
εντύπωση ότι η ξαδέρφη σου ψάχνεται.
-Γιατί το λες αυτό;
Η Νιόβη ήπιε λίγο κρασί
πριν απαντήσει, ήταν υπέροχα δροσερό, ακριβώς ό, τι έπρεπε μιας και είχε
ζεσταθεί με το χορό.
-Το ντύσιμό της και η
συμπεριφορά της προς τους άνδρες.
Η αλήθεια ήταν πως το
φόρεμα που φορούσε η Σήλια άφηνε λίγα στη φαντασία των ανδρών και εκείνη
φρόντιζε να το προσέχουν οι άνδρες γύρω της.
-Ναι, το ξέρω, είπε ο
Τόμας, πιστεύω πως αυτός είναι ο αληθινός λόγος που ήθελε να συνεχίσει εδώ τις
σπουδές της. Πάντως τυχερή σαν τον ξάδερφό της δεν θα βγει.
-Τι εννοείς;
-Να βρει το τέλειο ταίρι,
είπε ο Τόμας και την φίλησε.
-Ναι, είμαι τυχερή, είπε
η Νιόβη.
Η Σήλια πλησίασε τον
Άνταμ που εκείνη τη στιγμή συζητούσε με τον Μιχάλη μιας και η Κέητ με την
Ντήντρα είχαν πάει να φρεσκαριστούν.
-Χορεύουμε; ρώτησε. Είχε
κάνει την ίδια πρόταση και στο Μιχάλη νωρίτερα αλλά η παγερή άρνηση που είχε
εισπράξει την είχε πείσει πως θα αποπλανούσε πιο εύκολα ένα πέτρινο άγαλμα παρά
αυτόν τον άνδρα.
Ο Άνταμ δεν της αρνήθηκε
και προχώρησαν προς την πίστα. Η Σήλια τύλιξε τα χέρια της γύρω από το λαιμό
του και εκείνος έβαλε τα χέρια του στη μέση της που το φόρεμα άφηνε σχεδόν
γυμνή. Η Σήλια χαμογέλασε καταλαβαίνοντας πως αυτό επηρέασε τον Άνταμ και
κόλλησε το σώμα της πάνω του.
Ο Μιχάλης τους
παρακολουθούσε σκεφτικός. Η συμπεριφορά της Σήλια του θύμιζε τη Ρεμπέκα με τη
διαφορά πως η πρώτη ήταν σαφώς πιο προκλητική αδιαφορώντας τελείως για τα
προσχήματα.
-Δεν έχασε την ευκαιρία
αυτή ε;
Η Κέητ είχε έρθει δίπλα
του.
-Ζηλεύεις; ρώτησε ο
Μιχάλης κοιτώντας την.
-Δεν είναι το καλύτερό
μου να βλέπω το αγόρι μου να χορεύει με μια που δηλώνει καθαρά πως είναι
διαθέσιμη...
-Καταλαβαίνω, είπε ο
Μιχάλης για να προσθέσει, που είναι η Ντήντρα;
-Δεν ήταν πολύ καλά. Ήθελε
να μείνει για λίγο μόνη.
Ο Μιχάλης έκανε να πάει
προς τα λουτρά αλλά η Κέητ έπιασε το χέρι του.
-Δώσε της λίγο χρόνο. Θα
σου μιλήσει όταν θα είναι έτοιμη.
Ο Μιχάλης κατένευσε.
-Ο συνοδός μου με
εγκατέλειψε, είπε η Κέητ, θα χορέψεις μαζί μου;
Πήγαν στην πίστα. Η Σήλια
τους είδε και ψιθύρισε στον Άνταμ:
-Η κοπέλα σου χορεύει με
άλλον.
-Ο Μιχάλης είναι φίλος, είπε
εκείνος, και εμπιστεύομαι την Κέητ.
-Από φίλους την πατάμε
συνήθως, είπε η Σήλια.
Το κομμάτι τελείωσε και η
Σήλια τον ευχαρίστησε με ένα φιλί που δεν είχε τίποτα το αθώο ή φιλικό.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου