1.
Ο Άλφρεντ Κένερ έτριψε τα μάτια του. Είχε περάσει
ολόκληρη τη νύχτα ξάγρυπνος και αυτό σήμαινε ότι πλησίαζε τα δυο μερόνυχτα
χωρίς ύπνο κάτι που είχε το τίμημά του. Ήταν ένας κανονικού ύψους άνδρας μάλλον
λιπόσαρκος με καστανά μαλλιά και ευγενικό παρουσιαστικό. Έδειχνε κάπως
αταίριαστος στο πολυτελές γραφείο στον τελευταίο όροφο του Μίλτον Μεμόριαλ στην
Βοστώνη.
Αναμενόμενο, σκέφθηκε όχι χωρίς μια δόση πικρίας,
δεν ήταν επιχειρηματίας. Ήταν γιατρός,
είχε αναλάβει τη διοίκηση του νοσοκομείου όταν ένα σκάνδαλο είχε ξεσπάσει
μερικούς μήνες πριν. Ο τότε διευθυντής είχε πουλήσει στοιχεία ενός ασθενούς και
μάλιστα όχι οποιουδήποτε. Τα στοιχεία αφορούσαν την πορεία της υγείας του
Ντήτριχ Κράμερ, προέδρου του ομίλου Τρανσόσεαν. Ο Κράμερ πέθαινε από καρκίνο πράγμα
που κάποιοι έσπευσαν να εκμεταλλευθούν και όταν όλα βγήκαν στη δημοσιότητα ο
διευθυντής αναγκάστηκε να παραιτηθεί, δεν είχε και πολλές επιλογές μιας και το
νοσοκομείο ανήκε στον όμιλο. Έτσι είχε τεθεί εκείνος διευθυντής από τη Χάνα
Κράμερ που είχε αναλάβει τη θέση του πατέρα της σαν κηδεμόνας του γιου της που
κληρονομούσε τον παππού του. Αλλά δεν τα είχε καταφέρει. Το νοσοκομείο είχε για
πρώτη φορά κλείσει με ζημιές και στον όμιλο είχε γίνει πρόταση για εξαγορά του.
Και αυτό θα γινόταν σήμερα, η Μάρθα Καρς, η
εκπρόσωπος της Ίντερλινκ, μιας ιδιωτικής ασφαλιστικής εταιρίας είχε ζητήσει τη
μονάδα. Ο Άλφρεντ ήξερε πολύ καλά τι θα έκανε, ένα ακόμα ακριβό κέντρο υγείας
για όσους είχαν παχυλά πορτοφόλια. Εκείνος ήθελε το νοσοκομείο να βοηθάει όλους
όσους μπορούσε.
Έκλεισε το χαρτοφύλακά του. Καλύτερα να τον
πήγαινε τώρα στο αυτοκίνητο και μετά να επέστρεφε για να υποδεχθεί την Μάρθα
Καρς. Βγήκε από το γραφείο και προχώρησε στον ανελκυστήρα, είχε αποφασίσει να
μην μείνει ούτε σαν γιατρός στο Μεμόριαλ.
Η Μάρθα Καρς βγήκε από τη λιμουζίνα με ένα
αυτάρεσκο χαμόγελο να σχηματίζεται στα χείλη της. Ήταν σχεδόν πενήντα ετών
μετρίου ύψους με ένα σώμα πλούσιο σε καμπύλες. Ήταν μια ψυχρή και αδίστακτη
επαγγελματίας. Έπαιρνε πάντα αυτό που ήθελε και δεν άφηνε κανέναν να μπει
εμπόδιο σε ό,τι σχεδίαζε, από μια επένδυση μέχρι έναν ακόμα εραστή.
Προχώρησε προς την μεγάλη δίφυλλη αυτόματη πόρτα
του λόμπι ακολουθούμενη από τη γραμματέα της και δυο άνδρες της ασφάλειάς της.
Πέρασε την πόρτα και έριξε μια ματιά γύρω.
Το ισόγειο ήταν περιποιημένο και καλοφτιαγμένο
σαν λόμπι μεγάλου ξενοδοχείου, στα αριστερά της ήταν η υποδοχή και δίπλα το
γραφείο κινήσεως, το υπεύθυνο δηλαδή για την είσοδο και την έξοδο των ασθενών.
Απέναντι ήταν η σκάλα για τους ορόφους αλλά και οι ανελκυστήρες. Δίπλα ήταν το
λογιστήριο.
Προχώρησε προς τον έναν ανελκυστήρα μαζί με την
ακολουθία της. Βρισκόταν στη μέση όταν μια κοπέλα έπεσε πάνω της καθώς μετέφερε
βιαστική μια στοίβα με έγγραφα.
-Ηλίθια ανίκανη! βρυχήθηκε η Μάρθα και τη
χαστούκισε. Αλλά δεν θα ήσουν υπάλληλος αν άξιζες κάτι. Πες μου το όνομά σου να
ξέρω ποια θα είναι η πρώτη που θα απολυθεί.
Η κοπέλα πανικοβλήθηκε τόσο που άρχισε να
τραυλίζει.
-Ωραία, μια καθυστερημένη, χλεύασε η Μάρθα.
Ο Άλφρεντ που είχε μόλις φτάσει στο ισόγειο
πλησίασε.
-Δεν σας επιτρέπω να φέρεστε με τον τρόπο αυτό
στο προσωπικό μου.
-Μόνο που δεν είναι πια προσωπικό σας ε; Τι
κρίμα, χλεύασε η Μάρθα Καρς.
-Ναι αλλά είναι δικό μου προσωπικό, είπε μια
αυστηρή φωνή πίσω της κάνοντάς τη να γυρίσει.
Και άλλα άτομα είχαν περάσει την δίφυλλη πόρτα.
Ήξερε τον ένα, ήταν ο Αλέξανδρος Κομνηνός, ένας επικίνδυνος ανταγωνιστής για
την κυριαρχία στον όμιλο. Ιδιοφυής και ανερχόμενος νεαρός επιχειρηματίας είχε
ήδη ανακατευθεί στην δουλειά αυτή και προφανώς θα συνέχιζε να το κάνει. Ο
άνδρας που είχε μιλήσει στεκόταν δίπλα του. Ήταν ψηλός με καστανά μαλλιά
κοντοκομμένα και γαλανά μάτια που την κοίταζαν αυστηρά. Ντυμένος στα κατάμαυρα,
κάτι που έκανε αντίθεση με το λευκό δέρμα του, έδειχνε απειλητικός καθώς ήταν
αρκετά σωματώδης. Αλλά η σκέψη της εκείνη τη στιγμή πήγε σε κάτι πολύ
διαφορετικό, θα ήθελε αυτόν τον άνδρα για εραστή.
-Ποιος είσαι εσύ; ρώτησε κοφτά. Θα τελείωνε πρώτα
τη δουλειά και μετά θα φρόντιζε να κερδίσει τον άνδρα αυτό.
-Είναι ο αδερφός μου, απάντησε ο Αλέξανδρος
ατάραχος. Ανέλαβε εκκαθαριστής με τη σύμφωνη γνώμη του ομίλου.
-Εγώ θα αναλάβω τη διεύθυνση!
-Σαφώς, είπε ο Αλέξανδρος. Ο Μιχάλης όπως είπα θα
αναλάβει την εκκαθάριση και θα διευθύνει και το λογιστήριο.
-Μάλιστα. Ποιος παίρνει τις τελικές αποφάσεις;
-Εσύ, εκτός και αν προσκρούουν στις διατάξεις του
νόμου για την εκκαθάριση.
-Πολύ ωραία, θα είμαι στο γραφείο μου, είπε και
προχώρησε προς τον ανελκυστήρα επιδεικτικά. Ήξερε ότι όλοι την κοίταζαν αλλά
την ένοιαζαν μόνο τα ανδρικά βλέμματα. Μόλις μπήκε στον ανελκυστήρα κοίταξε τον
Αλέξανδρο Κομνηνό και τον αδερφό του που της είχε κεντρίσει το ενδιαφέρον.
Εκείνος δεν την κοίταγε, μίλαγε με την ανόητη που είχε πέσει πάνω της.
Έβγαλε το κινητό από την τσάντα της και κάλεσε
έναν αριθμό.
-Ο Κομνηνός κινήθηκε γρήγορα, είπε.
-Αφού η ευγενική κυρία μας εγκατέλειψε θα μου
δείξεις τα κατατόπια; ρώτησε ο Μιχάλης τον Αλέξανδρο.
-Φυσικά, απάντησε εκείνος.
-Θα έρθω μαζί σας, είπε ο Άλφρεντ.
Οι δυο τους ξενάγησαν τον Μιχάλη γρήγορα στη δομή
του νοσοκομείου, στο ισόγειο βρισκόταν οι διοικητικές υπηρεσίες όπως είχε ήδη
διαπιστώσει με μια ματιά. Στο υπόγειο ένα ήταν διαγνωστικά μηχανήματα, αξονικοί
και μαγνητικοί τομογράφοι, ακτινογραφίες και ενδοσκοπήσεις ενώ στο δεύτερο τα
χειρουργικά τμήματα. Στον πρώτο όροφο ήταν τα μικροβιολογικά εργαστήρια και τα
γραφεία των γιατρών. Οι επόμενοι όροφοι ήταν με θαλάμους ασθενών και ο
τελευταίος, ο δωδέκατος ήταν με τα γραφεία των μελών του διοικητικού συμβουλίου
και μια αίθουσα συνεδριάσεων. Παρότι δεν ήταν γιατρός ή μέρος του διοικητικού
συμβουλίου θα έπρεπε να έχει μια γενική εικόνα.
-Θα πρέπει να σου βρούμε ένα γραφείο εκεί πάνω.
-Όχι, δε χρειάζεται, είπε ο Μιχάλης. Θα πάρω το
γραφείο του προϊσταμένου λογιστηρίου. Έχει και ένα δωμάτιο που επικοινωνεί με
αυτό οπότε μπορώ να μείνω εκεί.
Είχαν πάρει τον ανελκυστήρα και κατέβαιναν στο
ισόγειο οι τρεις τους. Ο Αλέξανδρος κοίταξε το Μιχάλη λοξά.
-Γιατί να μείνεις εδώ; Θα κλείσω μια σουίτα σε
ένα καλό ξενοδοχείο.
-Γιατί εδώ θα είναι πιο δύσκολο να παρακολουθεί
τις κινήσεις μου η αντίπαλη πλευρά και ταυτόχρονα θα μπορώ να ελέγχω εγώ τι
γίνεται. Πέραν αυτού θέλω να δουλεύω και σε ώρες που δεν είναι ακριβώς
συνηθισμένες.
-Ωραία λοιπόν, είπε ο Αλέξανδρος. Τίποτα άλλο;
-Δυο πράγματα, είπε ο Μιχάλης ενώ έβγαιναν στο
ισόγειο. Θέλω να μιλήσω στο προσωπικό και θέλω ο Άλφρεντ να παραμείνει σαν
γιατρός.
-Γιατί να μιλήσεις; ρώτησε ο Αλέξανδρος.
-Γιατί να παραμείνω; ρώτησε ταυτόχρονα ο Άλφρεντ.
Γελάσανε και οι τρεις. Μετά ο Μιχάλης απάντησε.
-Θέλω να μείνεις σαν γιατρός στο νοσοκομείο
Άλφρεντ, ξέρω ότι μπορείς να προσφέρεις πολλά. Μην κάνεις τη χάρη στην άλλη να
φύγεις.
-Εντάξει, θα μείνω, είπε ο Άλφρεντ. Αλλά μόνο σαν
γιατρός.
-Και γιατί θες να μιλήσεις στο προσωπικό; ρώτησε
ο Αλέξανδρος.
-Ακόμα και οι πιο αδαείς ξέρουν ή είναι εύκολο να
μάθουν τι σημαίνει εκκαθάριση της επιχείρησης. Αν διαδοθεί τελείωσαν όλα και η
συζήτηση που έγινε εδώ πριν λίγο δεν θα βοηθήσει στο να μείνει κρυφό. Θέλω να
βεβαιωθεί το προσωπικό ότι δεν είμαι εδώ για να κλείσει η επιχείρηση.
-Αλλά αν το πεις δημόσια, παρατήρησε ο
Αλέξανδρος, θα φτάσει και στα αυτιά της Καρς και τότε θα έχει ένα σίγουρο όπλο
εναντίον σου. Έχεις δίκιο σε αυτό που είπες ωστόσο γι' αυτό θα το παίξουμε
αλλιώς το παιχνίδι.
-Δηλαδή;
-Θα αφήσουμε να διαρρεύσει αυτό από στόμα σε
στόμα σαν φήμη. Το προσωπικό θα εμψυχωθεί και η Καρς δεν θα μπορεί, αν το
ακούσει, να σου προσάψει τίποτα.
-Είσαι τετραπέρατος, είπε ο Μιχάλης, γιατί της
είπες ότι είμαι αδερφός σου;
-Για να μη
δοκιμάσει να σε βλάψει.
Ο Μιχάλης κούνησε το κεφάλι του και προχώρησε
προς το λογιστήριο.
-Ας κάνουμε και δουλειά, έχω να ελέγξω εγγραφές
οκτώ μηνών.
Δεν φανταζόταν τι τον περίμενε.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου