Ήταν ώρα έκτη της ημέρας,
με τον τρόπο που μετρούσαν οι Ιουδαίοι το ημερονύκτιο, και στο Γολγοθά ο Κύριος
της Δόξης βρισκόταν στο σταυρό για να σώσει τον άνθρωπο από την αμαρτία. Ως Θεός
χαιρόταν γιατί με αυτόν τον τρόπο θα επέστρεφε τον άνθρωπο στον χαμένο ως τότε
Παράδεισο. Ως άνθρωπος υπέφερε και μαζί του υπέφερε με δέος όλη η κτίση βλέποντας
τον Δημιουργό και Πλάστη να υποφέρει στα χέρια των ανθρώπων.
Οι ουράνιες δυνάμεις είχαν
σαλευθεί, ούτε ήλιος, ούτε σελήνη, ούτε αστέρια φαίνονταν, σκότος είχε απλωθεί
σε όλη τη γη και ας ήταν καταμεσήμερο. Η γη σειόταν ολόκληρη σαν να μην ήταν
στεριά αλλά φουρτουνιασμένη θάλασσα. Το παραπέτασμα του ναού είχε σχισθεί στα δύο
από πάνω ως κάτω, τάφοι είχαν ανοίξει. Όλα συνέπασχαν με τον εσταυρωμένο Θεάνθρωπο.
Εκεί στα πόδια του σταυρού ένα μικρό ταπεινό λουλουδάκι στενοχωριόταν που έβλεπε
το δημιουργό να υποφέρει αλλά εκείνο δεν μπορούσε να συμπάσχει, δεν είχε φως να
κρύψει, δεν είχε όγκο να σειστεί, ήταν απλά ένα μικρό άσπρο λουλουδάκι.
Ο Κύριος όμως που τα ήξερε
όλα και τα έβλεπε έσκυψε και το κοίταξε και είπε στο λουλουδάκι:
-Μην στενοχωριέσαι μικρή
παπαρούνα γιατί από σήμερα εσύ θα είσαι πάντα μάρτυρας και ενθύμιο του πάθους
μου αλλά και της Ανάστασης και όποιος σε βλέπει θα τα θυμάται.
Μια σταγόνα από το χυνόμενο
αίμα του Χριστού έπεσε τότε πάνω στο λουλουδάκι και από άσπρο έγινε άλικο κόκκινο.
Και από εκείνη την ημέρα, μας λέει η παράδοση, η παπαρούνα βγαίνει πάντα το Πάσχα
χαρούμενος μάρτυρας της Σταύρωσης και της Ανάστασης του Κυρίου.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου