Μέσα Στη Θύελλα - 19

Author: Νυχτερινή Πένα /

Κεφάλαιο 19

 

Η Βελίκα ακούμπησε το βρεγμένο μαντήλι στο μέτωπο της Ιωάννας. Παρότι ήταν κρύο, η κοπέλα το δέχτηκε με ανακούφιση. Άνοιξε τα μάτια της και την κοίταξε.

-Ευχαριστώ, ψιθύρισε.

-Πώς νιώθεις; Ξέρεις πού είσαι;

Η Ιωάννα ένευσε καταφατικά.

-Στο πούλμαν… Κοιμήθηκα πολύ;

-Όχι.

-Διψώ… Μπορείς να μου δώσεις λίγο νερό;

Η Βελίκα ένευσε και σηκώθηκε όρθια.

-Έχει κανείς μπουκάλι με νερό; ρώτησε.

-Για να δώσεις στην αρρωστιάρα φίλη σου; είπε ο Αυγερινός. Μετά θα είναι άχρηστο, δεν θα μπορεί να πιει άλλος. Αλλά κοίτα έξω, έχει άφθονο χιόνι. Νερό είναι ξέρεις και αυτό. Ή δεν το ξέρεις, φύτουλα;

-Δεν μπορεί να πιει παγωμένο νερό, θα την κάνει χειρότερα.

-Σκοτίστηκα! Και ξέρεις κάτι; Κανείς δεν νοιάζεται, ο ιππότης σου δεν είναι εδώ να σε βοηθήσει και…

-Σταμάτα πια, είπε ένας νεαρός που καθόταν λίγο πιο μπροστά, δεν είναι όλες οι ώρες ίδιες. Και η κοπέλα είναι άρρωστη. Δείξε λίγη κατανόηση. Στάνιτς, έχω εγώ. Πάρε αυτό.

Έδωσε στην Βελίκα ένα μπουκαλάκι νερό.

-Έχω κι άλλο, κράτα το για την Φαρμάκη.

-Στάνιτς, είπε ο Αυγερινός, μην ανησυχείς για τον αγαπημένο σου, είμαι σίγουρος ότι η Τάνια θα τον κρατήσει ζεστό.

-Σταμάτα, είπε ο Αλέξης. Το τελευταίο πράγμα που μας χρειάζεται, είναι εχθρότητες. Έχουμε να βγάλουμε μια νύχτα και θα πρέπει να το κάνουμε μόνοι μας φοβάμαι.

 

-Αν τους βρούμε, τι θα κάνουμε; ρώτησε ο Νικήτας.

-Αναλόγως.

-Δηλαδή;

-Αν ο καιρός το επιτρέπει, θα μας παραλάβει ένα ελικόπτερο. Αν αυτό δεν είναι δυνατόν, θα πρέπει να μείνουμε μαζί της και με τα υπόλοιπα παιδιά. Και αν τα υπολογίζω σωστά δεν είναι τόσο ανυπεράσπιστη, είπε ο Μιχάλης κοιτώντας το χιόνι που συνέχιζε να πέφτει.

-Τι σε κάνει να το λες αυτό; ρώτησε ο Νικήτας χωρίς να παίρνει το βλέμμα του από τον δρόμο.

-Κάτι που διάβασα, είπε ο Μιχάλης με ένα αινιγματικό χαμόγελο.

 

-Τάνια, τι έχεις; ρώτησε ο Γουίλλιαμ κρατώντας την ακόμα πάνω του. Τι συμβαίνει; Ίσως μπορώ να σε βοηθήσω.

Η κοπέλα είχε ηρεμήσει, ο άγριος θρήνος είχε μετατραπεί σε ένα απαλό αναφιλητό. Ανασηκώθηκε και κοίταξε τον Γουίλλιαμ στα μάτια.

-Σε έκανε να απορείς αυτό που είπα για τον πρώτο μου… ξεκίνησε και σταμάτησε.

-Μπορείς να μου μιλήσεις, την διαβεβαίωσε ο Γουίλλιαμ.

-Άρχισα την ερωτική μου ζωή στα 15 μου, είπε η Τάνια. Στην αρχή ήταν αυτά τα χαζά του σχολείου αλλά έγινε κανονική σχέση ως που με κάλεσε σπίτι του για ένα ποτό. Πήγα περιμένοντας ότι θα ολοκληρώναμε. Αυτό έγινε, μόνο που ήταν και ο αδερφός του εκεί και αυτό που μου έκαναν…

Η Τάνια σταμάτησε και πήρε βαθιά ανάσα.

-Στην καλύτερη περίπτωση λέγεται ομαδικό σεξ αλλά δεν θα ήσουν μακριά αν έλεγες βιασμός. Δεν ήταν ότι εξαναγκάστηκα με την βία αλλά δεν είχα και πολλά περιθώρια…

-Λυπάμαι.

-Πήγα στην μητέρα μου κλαίγοντας. Ξέρεις τι είπε; Αυτό θα σε μάθει να προσέχεις, και μετά ζήτησε από το αγόρι χρήματα για να μην δώσουμε συνέχεια. Όταν την επόμενη χρονιά ένας φίλος της με κοίταξε με ερωτικό ενδιαφέρον, τον άφησε να με πάει στο κρεβάτι και μετά του ζήτησε χρήματα και μια καλή μετάθεση…

Ο Γουίλλιαμ είχε μείνει άφωνος. Πάντα θεωρούσε την Τάνια μια επιπόλαιη κοπέλα που ήταν εύκολη στις σεξουαλικές της σχέσεις και τώρα έβλεπε ότι αυτό ήταν το αποτέλεσμα λαθών του παρελθόντος.

-Κατάλαβα ότι το σεξ είναι δύναμη. Ταυτόχρονα διψούσα για μια σχέση… Να νιώσω και εγώ αγαπημένη… Και δεν την είχα… Μετά τα έφτιαξα με τον Δενδρινό. Περνούσαμε καλά αλλά…

Η Τάνια χαμογέλασε αλλά δεν υπήρχε ίχνος ευθυμίας σε αυτό το χαμόγελο.

-Με χρησιμοποιούσε και εκείνος. Ήμουν η κάλυψη για να μην καταλάβει κανένας την αληθινή εκλεκτή της καρδιάς του… την οποία φυσικά έχει ήδη πάρει…

-Αυτό είναι το μυστικό που μου είπες ότι ξέρεις; ρώτησε ο Γουίλλιαμ.

-Ναι. Ποια είναι η αληθινή του…

Ο Γουίλλιαμ σήκωσε το χέρι του διακόπτοντάς την.

-Δεν θέλω να ξέρω. Αυτό είναι κάτι προσωπικό του.

-Ακόμα και αν είναι κάτι ντροπιαστικό; Κάτι παράνομο και απαγορευμένο;

-Δεν είναι δική μου δουλειά.

-Για άλλη μια φορά αποδεικνύεις ότι είσαι διαφορετικός.

Η Τάνια τραβήχτηκε και μετά σηκώθηκε όρθια.

-Πραγματικά είσαι τόσο διαφορετικός. Καταλαβαίνεις; Εγώ έζησα με τελείως άλλο τρόπο.

Άρχισε να ντύνεται και ο Γουίλλιαμ σηκώθηκε και την μιμήθηκε.

-Ακόμα και έτσι, όμως, είχα την παρηγοριά της μητέρας μου… Ότι εκείνη νοιαζόταν. Με πρόσεχε. Μέχρι σήμερα…

-Τι έγινε σήμερα;

-Σήμερα κατάλαβα ότι δεν την απασχολώ καθόλου, το μόνο που την νοιάζει είναι ο εαυτός της. Φρόντισε να φύγει και να γλιτώσει την ταλαιπωρία και τον όποιο κίνδυνο, και δεν μου είπε τίποτα ούτε πριν ούτε αφού το έκανε. Ούτε μια λέξη… Ό,τι είπε σε όλους σας ήταν και για μένα. Σαν μην ήμουν κόρη της.

-Λυπάμαι.

Ο Γουίλλιαμ ολοκλήρωσε το ντύσιμό του και προχώρησε προς την πόρτα.

-Εδώ είναι ζεστά, είπε η Τάνια. Ίσως πρέπει να έρθουμε εδώ.

-Δεν ξέρω αν αντέχουν όλοι να περπατήσουν τόσο δρόμο και δεν ξέρω πώς θα μπορούσαμε να μετακινήσουμε την Ιωάννα.

-Ας ξεκινήσουμε, είπε η Τάνια.

Ο Γουίλλιαμ έβαλε στο άνοιγμα του τζακιού το μεταλλικό πλέγμα που απέτρεπε να τιναχτεί κάτι έξω από την εστία και να βάλει φωτιά.

-Θα σβήσει σε λίγο χωρίς νέα ξύλα αλλά καλύτερα να είμαστε σίγουροι.

Προχώρησε προς την πόρτα.

-Πάμε τώρα πίσω, η Ιωάννα τα χρειάζεται αυτά τα φάρμακα.

Βγήκαν έξω και ο Γουίλλιαμ έκανε έναν μορφασμό.

-Σίγουρα δεν είμαι πλασμένος για τον καιρό αυτό.

-Νιώθεις καλά;

Ο Γουίλλιαμ ένευσε και έδωσε στην Τάνια τα φάρμακα.

-Καλύτερα να τα έχεις εσύ για την περίπτωση που ξανασωριαστώ πουθενά.

-Είσαι ξεχωριστός άνθρωπος, είπε η Τάνια. Δεν ξέρω γιατί η μητέρα μου δεν σε συμπαθεί.

-Α, δεν με συμπαθεί, ε; είπε ο Γουίλλιαμ και η θυμηδία στη φωνή του δεν διέφυγε από την κοπέλα.

-Το ξέρεις;

-Βεβαίως. Θυμάσαι πέρισυ που κάνατε μια αποχή, κάπου τον Φεβρουάριο…

-Ναι, και εσύ δεν συμμετείχες.

-Τέταρτη ώρα είχαμε την μάνα σου, ήρθε και βρήκε εμένα μόνο στην τάξη. Με εξέταζε επί είκοσι επτά λεπτά. Δεν έκανα ούτε ένα λάθος. Σηκώθηκε, υπέγραψε το απουσιολόγιο και έφυγε.

-Γι’ αυτό έχεις τους βαθμούς που έχεις, δεν μπορεί να βρει έναν λόγο να στους μειώσει… παρότι δεν σε χωνεύει. Αλλά γιατί δεν σε χωνεύει;

-Αυτό έγινε στην πρώτη… δεν ήσουν στο δικό μας τμήμα τότε.

-Ναι, ήρθα στην δευτέρα για να ταιριάζουν οι ώρες μου με την κατεύθυνση. Τι έγινε;

-Η μητέρα σου έκανε ένα άκομψο σχόλιο για τους μικτούς γάμους. Το είπε γενικά αλλά κοιτούσε την Βελίκα.

 

-Τίποτα πιο αποτυχημένο από έναν μικτό γάμο. Δύο γονείς από διαφορετικούς λαούς και παιδιά που δεν ανήκουν σε κανέναν, δήλωσε με αέρα αυθεντίας η Ελευθερία Χατζή. Για να μην δυσαρεστήσουν έναν γονιό δεν εναγκαλίζονται ποτέ κανέναν από τους δύο λαούς και γίνονται αποτυχημένα.

Ήταν άνοιξη και τα παράθυρα έφερναν μια ευχάριστη δροσιά. Ο Γουίλλιαμ καθόταν δίπλα σε ένα από αυτά και άφηνε το αεράκι να του χαϊδεύει το πρόσωπο. Κοίταξε την καθηγήτρια και μετά την Βελίκα που είχε απομείνει να την κοιτάζει.

Αυτό δεν μπορούσε να περάσει έτσι.

-Αλέξανδρος ο Μακεδών, Κωνσταντίνος ο Μέγας, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος, Εδουάρδος ο Τρίτος…

-Θες να πεις κάτι, Μπριαν;

-Ναι, ανέφερα πέντε βασιλείς που ήταν παιδιά τέτοιων γονέων και μείνανε στην ιστορία.

-Δεν ήξερα ότι οι γονείς του Μεγάλου Αλεξάνδρου δεν ήταν και οι δύο Έλληνες, ειρωνεύτηκε η καθηγήτρια για να πάρει την έτοιμη απάντηση:

-Για τα δεδομένα της εποχής ήταν από διαφορετικό λαό, η Ολυμπιάδα ήταν από την Ήπειρο.

-Και ο Μεγάλος Κωνσταντίνος;

-Ο Κωνστάντιος ο Χλωρός ήταν Ρωμαίος, η αγία Ελένη Εβραία. Η μητέρα του Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου ήταν Σέρβα. Εξ ου και το προσωνύμιο Δράγασης. Οι δύο Πλανταγενέτ είχαν πατέρα Άγγλο και μητέρα Γαλλίδα.

-Εξαιρέσεις.

-Μπορώ να συνεχίσω και με άλλους, είπε ο Γουίλλιαμ.

-Δεν θα ανοίξουμε συζήτηση, Μπριαν! Στο μάθημά μας…

 

-Κατάλαβα, είπε η Τάνια. Την σύγχυσες για τα καλά!

-Από τότε με έχει στα μαύρα κατάστιχα.

-Και δεν… ξεκίνησε η Τάνια αλλά σταμάτησε καθώς ακούστηκε ένα μακρόσυρτο αλύχτισμα.

-Τι ήταν αυτό;

-Λύκος, είπε ο Γουίλλιαμ ανήσυχος.

Ακούστηκαν και άλλα να απαντούν στο πρώτο.

 

Παρά την χρήση της θέρμανσης, μέσα στο πούλμαν έκανε αρκετό κρύο. Όλοι ήταν κουκουλωμένοι στις θέσεις τους προσπαθώντας να μείνουν ζεστοί. Μιλούσαν λίγο μεταξύ τους για να παίρνουν θάρρος και η αναπνοή τους δημιουργούσε λευκά συννεφάκια στην παγωμένη ατμόσφαιρα.

Η Αλεξία ήταν χωμένη στην αγκαλιά του αδερφού της και ένιωθε ζεστή και ασφαλής.

-Θα αργήσουν να μας βρουν, λες; ρώτησε τον αδερφό της.

-Το πρωί, πιστεύω, πια.

-Δεν με νοιάζει, αφού είμαι μαζί σου.

Η Βελίκα καθισμένη στην γαλαρία κοιτούσε έξω. Όσο αργούσε ο Γουίλλιαμ, τόσο ο φόβος την έπαιρνε στην παγωμένη του αγκαλιά.

Μέσα Στη Θύελλα - 18

Author: Νυχτερινή Πένα /

Κεφάλαιο 18

 

Ο Μιχάλης και ο Νικήτας άφησαν το σχολείο πίσω τους και προχώρησαν στους χιονισμένους δρόμους της πόλης. Για λίγο δεν μίλησαν, μετά ο άνθρωπος της ΕΥΠ ρώτησε:

-Πού νομίζεις ότι βρίσκονται;

-Αν ήταν στον Α25 και δεν είδαν άλλο οικισμό, παρότι στο σκοτάδι και με το χιόνι δεν είναι και σίγουρο αυτό, πρέπει να είχαν περάσει το Στρυμονικό. Σε πολλά μέρη έχει κοπεί το ρεύμα, οπότε μπορεί και να μην είδαν κάποιον οικισμό. Αυτόν τον δρόμο θα ακολουθήσουμε πάντως.

-Είναι και αυτός ένας λόγος που ο αδερφός μου ήθελε να αναλάβεις αυτήν την αποστολή, ξέρεις την περιοχή.

-Υπηρέτησα στην τότε μεραρχία, είπε ο Μιχάλης αποφεύγοντας να μιλήσει για την πραγματική αιτία που ήξερε αυτήν την περιοχή καλά. Πιστεύεις ότι το ατύχημα έχει να κάνει με το θέμα μας;

-Μπα, είναι τρελός τρόπος για να γίνει μια απόπειρα. Μάλλον έχουμε να κάνουμε με κακή συντήρηση.

-Και ίσως είναι και για καλό της. Το απρόβλεπτο γεγονός την έχει απομακρύνει από όποιο σχέδιο μπορεί να είχε ένας δολοφόνος.

-Αρκεί να την βρούμε πρώτοι.

-Θα την βρούμε.

 

Ο Γουίλλιαμ άνοιξε τα μάτια του και κοίταξε γύρω τελείως αποπροσανατολισμένος. Ήταν ξαπλωμένος δίπλα σε ένα μεγάλο τζάκι στο οποίο έκαιγε μια δυνατή φωτιά και σκεπασμένος με ένα βαρύ ύφασμα. Έκανε να ανασηκωθεί και ανακάλυψε ότι ήταν με τα εσώρουχα. Τι είχε συμβεί;

Κοίταξε γύρω το σκοτεινό δωμάτιο, η φωτιά από το τζάκι ήταν η μόνη πηγή φωτός και δεν αρκούσε για τον μεγάλο χώρο.  Είδε την Τάνια να τον πλησιάζει. Η κοπέλα φορούσε μόνο τα εσώρουχά της τα οποία ήταν εξαιρετικά αποκαλυπτικά. Ο στηθόδεσμος ήταν διαφανής αποκαλύπτοντας το στήθος της εκτός από τις θηλές ενώ το εσώρουχο κάλυπτε μόνο τα απαραίτητα αφήνοντας εκτεθειμένα τα πάντα. Η Τάνια σήκωσε το πρόχειρο σκέπασμα και μπήκε και αυτή από κάτω.

-Τι… έκανε ο Γουίλλιαμ.

-Δεν έγινε τίποτα, είπε η Τάνια, δεν απάτησες την αγαπημένη σου Βελίκα.

Ο τρόπος που η κοπέλα είπε την τελευταία φράση ήταν περίεργος, δεν είχε την συνηθισμένη της ειρωνεία ή την δηκτική χλεύη της.

-Θα το ήθελα, θα μου άρεσε να κάνω έρωτα μαζί σου. Αλλά δεν έγινε. Όταν λιποθύμησες, κατάλαβα ότι ήταν από το κρύο, σε έγδυσα και άναψα το τζάκι, πήγα να φέρω και άλλα ξύλα και στην διαδικασία έγινα μούσκεμα. Γι’ αυτό τα ρούχα μας στεγνώνουν και για να μην κρυώσω ήρθα να μπω εδώ δίπλα σου.

-Πόση ώρα έμεινα αναίσθητος;

-Μισή περίπου.

Ο Γουίλλιαμ έκανε να σηκωθεί αλλά η Τάνια τον σταμάτησε ακουμπώντας το χέρι της στο στέρνο του.

-Τα ρούχα μας δεν στέγνωσαν ακόμα.

Τον κοίταξε μέσα στα μάτια.

-Την ζηλεύω την Βελίκα, ξέρεις. Είσαι ξαπλωμένος εδώ μαζί μου και θα μπορούσες να κάνεις άγριο σεξ και να μην το μάθει ποτέ και εσύ δεν νοιάζεσαι καθόλου. Και ξέρω ότι είναι παρθένα, δεν έχετε κάνει τίποτα.

-Μέχρι σήμερα, είπε ο Γουίλλιαμ, δεν είχαμε καν έρθει τόσο κοντά.

-Και όμως της είσαι πιστός.

Η θλίψη που ζωγραφίστηκε στο πρόσωπό της ήταν τόσο έντονη που ο Γουίλλιαμ αναρωτήθηκε τι έκρυβε αυτή η κοπέλα στο παρελθόν της.

-Και η Ιωάννα;

-Δεν έχω τίποτα με την Ιωάννα, απλά σήμερα αποφάσισε να εκδικηθεί τον Αυγερινό για την συμπεριφορά του και, εξαιτίας των όσων είχαν ειπωθεί στο πρωινό, διάλεξε εμένα για να το κάνει.

-Και εσύ για μια συμμαθήτρια μπήκες σε αυτόν τον κίνδυνο; Αν ήσουν μόνος, θα μπορούσες να είχες πεθάνει από το κρύο.

-Χρειάζεται τα αντιπυρετικά, θα το έκανα για οποιονδήποτε. Ακόμα και για τον Αυγερινό, παρότι δεν του αξίζει.

H Τάνια τον κοίταξε με περιέργεια.

-Δεν μπορώ να σε καταλάβω.

-Έχει σημασία; ρώτησε ο Γουίλλιαμ. Από όσο ξέρω, δεν με συμπαθείς.

-Δεν είναι θέμα συμπάθειας, είπε η Τάνια και σταμάτησε. Μετά πήρε μια βαθιά ανάσα και συνέχισε: Είναι αυτό ακριβώς, δεν σε καταλαβαίνω. Οι άνθρωποι είναι πολλές φορές εχθρικοί με αυτό που τους ξενίζει. Ήσουν πάντα διαφορετικός και είσαι. Αγάπησες την απόκληρη της τάξης, την υπερασπίζεσαι με νύχια και με δόντια και ρισκάρεις για μια κοπέλα που δεν σου είναι τίποτα. Και τώρα, είσαι ξαπλωμένος σχεδόν γυμνός μαζί μου και δεν δοκίμασες να εκμεταλλευτείς την ευκαιρία.

-Δεν έχει νόημα το σεξ, είπε ο Γουίλλιαμ, αν δεν νιώθεις κάτι για τη γυναίκα με την οποία θα το κάνεις. Δεν είναι αυτοσκοπός… Είναι εκδήλωση συναισθημάτων. Αν ήμουν ερωτευμένος μαζί σου, θα κάναμε έρωτα.

-Η Βελίκα είναι η πρώτη σου;

-Εννοείς αν έχω ξανακάνει έρωτα;

-Ναι, είπε η Τάνια.

-Δεν έχω. Η Βελίκα είναι η πρώτη σχέση μου.

Η Τάνια κοίταξε αλλού και φάνηκε να χάνεται σε σκέψεις.

-Αν ο πρώτος μου ήταν σαν εσένα, ίσως να ήταν αλλιώς τα πράγματα. Αλλά δεν έχει σημασία τώρα.

Έκανε να σηκωθεί και ο Γουίλλιαμ την κράτησε. Γύρισε και τον κοίταξε.

-Τι; έκανε η Τάνια.

-Τι σου συμβαίνει; ρώτησε ο Γουίλλιαμ σοβαρά. Τι σε βασανίζει, Τάνια;

-Έχει σημασία; Δεν είμαι η κοπέλα σου… Δεν είμαι καν φίλη σου…

-Αυτό το τελευταίο δεν είναι αλήθεια. Σε θεωρώ πια φίλη μου. Πιθανότατα έσωσες τη ζωή μου βάζοντάς με εδώ να ξαπλώσω.

Η Τάνια πήγε να πει κάτι αλλά φάνηκε να το μετανιώνει. Μετά ξέσπασε:

-Δεν έχει πια σημασία. Καμία σημασία. Γιατί τώρα πια πήγαν όλα στραβά και είναι όλα στη ζωή μου σάπια και δεν έχω τίποτα… τίποτα από αυτό… και σε ζηλεύω για αυτό που ζεις με την Βελίκα!

Ξέσπασε σε κλάματα. Δεν ήταν το πληγωμένο αναφιλητό της Ιωάννας το πρωί ή τα γεμάτα συναίσθημα δάκρυα της Βελίκα. Αυτό το κλάμα ήταν γοερό, άγριο, ένα ξέσπασμα πόνου και απελπισίας. Την έπιασε από τους ώμους καθώς τρανταζόταν ολόκληρη από τον θρήνο και εκείνη ασυναίσθητα χώθηκε στην αγκαλιά του. Ο Γουίλλιαμ αναρωτήθηκε τι ήταν αυτό που την βασάνιζε έτσι.

Μέσα Στη Θύελλα - 17

Author: Νυχτερινή Πένα /

Κεφάλαιο 17

 

Το μεταφορικό μέσο που εξασφάλισε ο Ραξής στον Μιχάλη ήταν ένα μεγάλο τζιπ με κίνηση στους τέσσερεις τροχούς και συμβατικές πινακίδες. Όταν ο Μιχάλης μπήκε στη θέση του συνοδηγού, ο οδηγός, ένας νέος άνδρας με σφριγηλό σώμα και έξυπνο παρουσιαστικό, συστήθηκε:

-Σημαιοφόρος Νικήτας Ραξής.

-Αδερφός του Νίκου;

-Ο πιο μικρός από τους τέσσερεις.

-Δεν είσαι λίγο μακριά από την θάλασσα;

-Αν σου πω ότι δεν έχω μπει ποτέ σε πλοίο ή σε ναύσταθμο;

-ΕΥΠ;

Ο Νικήτας χαμογέλασε.

-Ο Νίκος είπε ότι τα πιάνεις γρήγορα.

-Σου εξήγησε ποια είναι η αποστολή μας;

-Ναι, και δεν εμπιστεύεται τις τοπικές αρχές, εξαιτίας του καιρού είναι δύσκολο να στείλει άλλους εδώ, οπότε είναι τυχερός που βρήκε εσένα. Μετά ήρθα σε επικοινωνία και εγώ, επιστρέφω από άλλη δουλειά γι’ αυτό είμαι εδώ, και με έστειλε να σε βρω.

-Ωραία, πάμε να εκτελέσουμε την αποστολή μας.

-Που πάμε;

-Ας αρχίσουμε από το δεύτερο λύκειο, να δούμε αν επέστρεψαν οι εκδρομείς.

 

Ο Γουίλλιαμ προχωρούσε στην μέση του δρόμου. Ήταν επικίνδυνο για την περίπτωση που θα ερχόταν κάποιο όχημα, αν και δεν φαινόταν πιθανό να συμβεί κάτι τέτοιο με τον καιρό αυτό, αλλά απαραίτητο για να μην χάσει τον δρόμο μέσα στο σκοτάδι. Ένας λόγος που τον είχε οδηγήσει στην συγκεκριμένη επιλογή, ήταν ότι στο κέντρο είχε λιγότερο χιόνι και ήταν πιο εύκολο να περπατήσει. Η Τάνια περπατούσε δίπλα του τυλιγμένη στο μπουφάν της και αμίλητη.

Όσο και αν δεν την συμπαθούσε, έπρεπε να της το αναγνωρίσει, δεν είχε εκφράσει κανένα παράπονο για τον καιρό ή την δυσκολία της διαδρομής που είχαν ξεκινήσει να κάνουν. Περπατούσε γρήγορα και δεν έδειχνε να φοβάται που βρίσκονταν μόνοι τους στην ερημιά.

Είχε αποφασίσει να περπατήσουν μισή ώρα και αν δεν έβρισκαν αυτό που αναζητούσαν να γυρίσουν πίσω. Ίσως το καταφύγιο να ήταν πιο μακριά από όσο υπολόγιζε. Δεν ήθελε να διακινδυνεύσει να χαθούν ή να εξαντληθούν και να μην μπορούν να επιστρέψουν.

Σκόνταψε σε μια μεγάλη μάζα χιονιού και έπεσε με τα μούτρα. Το χιόνι σταμάτησε την πτώση από το να είναι επώδυνη ή επικίνδυνη αλλά τον μούσκεψε για δεύτερη φορά εκείνη την ημέρα. Σηκώθηκε και άναψε το φακό που είχε μαζί του.

-Μάλιστα, είπε, ο δρόμος στρίβει, θα βγαίναμε από την πορεία μας. Έκανε ένα καλό αυτή η χιονόμαζα. Πάμε από’ δω λοιπόν.

-Είσαι καλά; Θα παγώσεις έτσι που βράχηκες.

-Αναγκαστικά θα πρέπει να περιμένω να γυρίσουμε, δεν έχω ρούχα μαζί μου για να αλλάξω.

Ο Γουίλλιαμ έσβησε το φακό και περίμενε να προσαρμοστούν τα μάτια του.

-Πάμε, είπε.

Είχε αρχίσει να σκέφτεται αν θα έπρεπε να γυρίσουν πίσω, όταν είδε το καταφύγιο.

-Δόξα τω Θεώ, είπε.

Επιτάχυνε το βήμα του όσο του επέτρεπε η κούραση που είχε αρχίσει να νιώθει και τα παγωμένα πόδια του. Έφτασαν στο ξύλινο κτίσμα και ο Γουίλλιαμ ανέβηκε την σκάλα ως την πόρτα με δυσκολία. Το κρύο είχε αρχίσει να τον επηρεάζει περισσότερο από όσο θα ήθελε.

Μπήκαν μέσα και ο Γουίλλιαμ άναψε το φακό του. Βρήκε το διακόπτη του ρεύματος αλλά δεν είχε κανένα αποτέλεσμα, μάλλον είχε κοπεί η ηλεκτροδότηση. Ανακάλυψε επίσης ένα τηλέφωνο που όμως δεν λειτουργούσε, αν ήταν χαλασμένο ή χρειαζόταν ρεύμα δεν μπορούσε να το ξέρει, και τελικά αυτό για το οποίο είχαν έρθει εδώ: το φαρμακείο.

Έκανε προχωρήσει προς το εντοιχισμένο λευκό κουτί με τον κόκκινο σταυρό αλλά τα γόνατά του λύγισαν και έπεσε στο πάτωμα. Η Τάνια ήρθε δίπλα του και τον κοίταξε ανήσυχη:

-Είσαι καλά;

-Ναι… Απλά πιο παγωμένος από ό,τι νόμιζα. Δες το φαρμακείο τι έχει.

Η Τάνια πλησίασε το μεγάλο κουτί και το άνοιξε.

-Έχει ντεπόν, έχει και πονστάν και αλγκοφρέν.

-Εντάξει θα πάρουμε ντεπόν και αλγκοφρέν. Όχι πονστάν.

-Γιατί όχι; Είναι δυνατό φάρμακο έχω ακούσει.

-Ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο, είπε ο Γουίλλιαμ, είναι αλλεργική στην ασπιρίνη, μπορεί να μην κάνει να πάρει ούτε πονστάν το οποίο είναι ένα φάρμακο που πρέπει να λαμβάνεται με προσοχή ακόμα και από ανθρώπους χωρίς τέτοια θέματα.

-Πόσα να πάρουμε;

-Μια καρτέλα από το κάθε ένα θα πρέπει να είναι υπεραρκετή. Δεν…

Ο Γουίλλιαμ σταμάτησε να μιλάει και την επόμενη στιγμή έχασε τις αισθήσεις του.

 

Ο Μιχάλης και ο Νικήτας φτάσανε στο σχολείο μόλις μετά το πρώτο πούλμαν με τους εκδρομείς. Ο μικρός αδερφός του Ραξή πάρκαρε μπροστά στην είσοδο της αυλής και πλησίασαν το μαζεμένο πλήθος μαζί με τον Μιχάλη, που απευθύνθηκε στους καθηγητές.

-Συγγνώμη που σας απασχολώ, είπε ο Μιχάλης. Αλλά πρόκειται για ένα σημαντικό θέμα.

-Ποιος είστε; ρώτησε ο Μπερτάτος.

-Είμαι απεσταλμένος από την ΓΑΔΑ όπως και ο κύριος, είπε ο Μιχάλης και ένευσε προς τον Νικήτα που μπορούσε να δείξει και ταυτότητα.

-Για τι πρόκειται;

-Για μια μαθήτριά σας, είπε ο Μιχάλης. Επιστρέψατε όλοι από την εκδρομή; Μας είχαν πει ότι είναι δύο πούλμαν.

-Δυστυχώς όχι, είχαμε ένα ατύχημα.

Ο καθηγητής εξήγησε τι είχε συμβεί και πρόσθεσε:

-Αφήσαμε τον άλλο οδηγό στο κέντρο αλλά δεν ξέρω αν θα βρει βοήθεια.

-Μπορώ να έχω μια λίστα των μαθητών που έμειναν;

Ο Μπερτάτος δεν είχε αντίρρηση. Ο Μιχάλης τον διάβασε και στράφηκε στον Νικήτα.

-Έχει μείνει στο άλλο πούλμαν. Μάθε από τον οδηγό όσα μπορείς και πάμε να τους βρούμε. Θα ενημερώσω τον Νίκο.

 

Η Βελίκα πλησίασε την πόρτα του πούλμαν.

-Μπορείς να την ανοίξεις; ρώτησε τον Αλέξη.

-Ναι, θες να βγεις έξω;

-Ναι, θέλω να βρέξω με το χιόνι ένα μαντήλι για να το βάλω στο μέτωπο της Ιωάννας. Ως που να μας φέρουν αντιπυρετικά, είναι το μόνο που μπορώ να της κάνω για να την ανακουφίσω.

Ο Αλέξης ένευσε και άνοιξε την πόρτα. Η κοπέλα βγήκε, δεν χρειαζόταν να πάει και μακριά το χιόνι ήταν παντού γύρω της. Ενώ μούσκευε το μαντήλι, αναρωτήθηκε τι να έκανε ο Γουίλλιαμ και ευχήθηκε να μη βρισκόταν σε κίνδυνο. Ένα άσχημο προαίσθημα της έφερε ένα ρίγος σαν ένα παγωμένο χέρι να είχε αγγίξει τη σπονδυλική της στήλη.

Μέσα Στη Θύελλα - 16

Author: Νυχτερινή Πένα /

Κεφάλαιο 16

 

-Ιωάννα!

Η Βελίκα γονάτισε δίπλα στην πεσμένη κοπέλα. Ο Γουίλλιαμ πήγε κοντά και γονάτισε δίπλα της. Έβαλε το χέρι του στον λαιμό της κοπέλας. Έψαξε για σφυγμό, τον βρήκε, ήταν σταθερός αλλά κάπως γρήγορος.

-Πρέπει να έχει πυρετό, είπε.

Την ανασήκωσε και ετοιμάστηκε να την σηκώσει στην αγκαλιά του όταν η κοπέλα ξαναβρήκε τις αισθήσεις της.

-Πώς νιώθεις; την ρώτησε ο Γουίλλιαμ.

-Δεν νιώθω καλά. Πολύ φοβάμαι ότι χειροτερεύω.

-Έχεις πυρετό νομίζω, τι άλλο νιώθεις;

-Πονάνε οι αρθρώσεις μου, και με τσιμπάει ο λαιμός μου.

-Πιθανότατα κάποια ίωση ή κρύωμα, είπε ο Γουίλλιαμ. Δεν είναι σοβαρό, μην φοβάσαι, πρέπει να σε κρατήσουμε ζεστή μόνο και να πάρεις κάποιο αντιπυρετικό.

Σηκώθηκε στηρίζοντας και την Ιωάννα να κάνει το ίδιο.

-Μπορείς να περπατήσεις; την ρώτησε περνώντας το χέρι του γύρω από την μέση της.

-Ναι…

Έκαναν μερικά βήματα και έφτασαν στο πούλμαν. Ο Αυγερινός στάθηκε στην πόρτα εμποδίζοντάς τους να συνεχίσουν.

-Ώπα! Πού την πας αυτή; Μέσα; Να μας κολλήσει όλους;

-Κάποια ίωση έχει, δεν έχει κάτι φοβερό.

-Πού ξέρω ότι δεν έχει μηνιγγίτιδα;

-Αν είχε μηνιγγίτιδα, θα είχε ακαμψία στον λαιμό  κάτι που δεν συμβαίνει. Δεν κινδυνεύεις από τίποτα.

-Να μείνει έξω!

Η Ιωάννα προσπάθησε να σταθεί και να μιλήσει αλλά την πρόλαβε ο Αλέξης.

-Πόσο ηλίθιος είσαι; Είναι άρρωστη, δεν μπορεί να μείνει έξω. Ακόμα και αν θα υπήρχε κίνδυνος να κολλήσουμε. Εξάλλου εσύ την έχεις πατήσει ήδη αν θέλεις να το πάμε έτσι.

-Τι εννοείς…. ξεκίνησε ο Αυγερινός και μετά σταμάτησε. Να πάρει, την πήδαγα όλη νύχτα. Θα έχω κολλήσει…

Παρά την κατάστασή της, η Ιωάννα κοκκίνισε και ο Γουίλλιαμ κοίταξε αυστηρά τον συμμαθητή του.

-Πάντα τζέντλεμαν. Τώρα κάνε στην άκρη για να μην με εμποδίζεις.

Ο Αυγερινός έκανε στην άκρη και ο Γουίλλιαμ με τη βοήθεια της Βελίκα ανέβασε την Ιωάννα στο πούλμαν. Αντί να την πάει στην θέση της, προχώρησε προς την γαλαρία.

-Τουλάχιστον να είναι μακριά, είπε ο Αυγερινός.

-Θέλω να την πάω στην γαλαρία για να ξαπλώσει καλύτερα, ηλίθιε, και να μπορούμε να την περιποιηθούμε.

-Φαντάζομαι αν την πάρεις τώρα, θα είναι καυτή, είπε ο Αυγερινός.

Ο Γουίλλιαμ δεν είχε την ευκαιρία να απαντήσει, τον πρόλαβε ο Αλέξης.

-Αυτές οι βλακείες είναι το μόνο που δεν χρειαζόμαστε αυτή τη στιγμή, είπε αυστηρά. Ακούστε με λίγο όλοι.

Ησυχία έπεσε μέσα στο πούλμαν.

-Καταρχάς, εδώ μέσα δεν κινδυνεύουμε από τίποτα, δεν υπάρχει λόγος να φοβόμαστε. Το πρόβλημά μας είναι το κρύο, σκεπαστείτε με παλτό και μπουφάν, θα ανάβουμε και την θέρμανση περιοδικά, οπότε θα τα καταφέρουμε. Τι άλλο μπορούμε να κάνουμε…

Σταμάτησε για μια στιγμή.

-Είναι ήδη σκοτάδι αλλά δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τα φώτα του πούλμαν. Θα καταναλώσουν την μπαταρία και δεν θα παίρνει η μηχανή για να βάλουμε και την θέρμανση σε λειτουργία. Χρησιμοποιείτε τα κινητά σας σαν φακούς αν θέλετε να μετακινηθείτε. Για να κρατήσει η μπαταρία τους περισσότερο, απενεργοποιείστε όσες εφαρμογές είναι δυνατόν. Δεν θα πάθετε τίποτα αν μείνετε έξω από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για λίγο, χώρια που δεν έχουμε σήμα ούτως ή άλλως εδώ.

-Υπάρχει κουτί πρώτων βοηθειών πουθενά; φώναξε ο Γουίλλιαμ από πίσω.

-Ναι, είπε ο Αλέξης που το διέκρινε δίπλα στην θέση του οδηγού.

Η αδερφή του το πήρε και το πήγε στον Γουίλλιαμ. Κοίταξε την Ιωάννα που είχε αρχίσει να τρέμει.

-Πώς είναι; ρώτησε χαμηλόφωνα.

-Ανεβάζει πυρετό, γι’ αυτό ζήτησα το κουτί πρώτων βοηθειών, ελπίζω να βρω κάτι να της δώσουμε.

Ο Γουίλλιαμ άνοιξε το κουτί πρώτων βοηθειών, ένα μεταλλικό λευκό με τον κλασσικό κόκκινο σταυρό, και έψαξε τα περιεχόμενά του στο φως του κινητού της Αλεξίας.

-Επίδεσμοι, μπεταντίν, οινόπνευμα, ασπιρίνες.

-Όχι… ασπιρίνη… ψιθύρισε η Ιωάννα.

-Γιατί όχι; ρώτησε η Βελίκα. Αδιαθέτησες;

-Όχι… Αλλεργική…

Ο Γουίλλιαμ έβγαλε το μπουκάλι με το οινόπνευμα. Το έδωσε στην Βελίκα. Έκλεισε το κουτί και το άφησε σε ένα κάθισμα.

-Δεν μπορούμε να διακινδυνεύσουμε με τις ασπιρίνες, δεν ξέρουμε πόσο άσχημα θα αντιδράσει ο οργανισμός της. Προς το παρόν, μια εντριβή με το οινόπνευμα θα βοηθήσει.

Ο Γουίλλιαμ στράφηκε στην Αλεξία.

-Μπορείς να βοηθήσεις την Βελίκα; Καλύτερα να το κάνετε εσείς, εγώ είμαι άντρας, δεν είναι σωστό να την αγγίξω γυμνή έστω και για έναν τέτοιο λόγο.

Η Βελίκα τον κοίταξε και χαμογέλασε. Αυτή η ευγένεια που δεν άφηνε ούτε στις πιο δύσκολες στιγμές ήταν ένας ακόμα λόγος που είχε ερωτευτεί τον Γουίλλιαμ. Η Αλεξία ένευσε και πήγε κοντά στην Ιωάννα για να βοηθήσει. Ο Γουίλλιαμ προχώρησε προς το μπροστινό μέρος του πούλμαν ρωτώντας:

-Μήπως έχει κάποιος μαζί του ντεπόν;

Κανένας δεν απάντησε θετικά και ο Γουίλλιαμ έφτασε μπροστά βλοσυρός.

-Είδες πουθενά χάρτη; ρώτησε τον Αλέξη.

-Γιατί; Δεν υπάρχει κάποιος τρόπος να βρούμε πού ακριβώς είμαστε, απάντησε εκείνος και πρόσθεσε, χωρίς σημείο αναφοράς μέσα στο σκοτάδι, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα.

Ο Γουίλλιαμ ένευσε συμφωνώντας.

-Λίγο πριν σκάσει το λάστιχο περάσαμε ένα ορεινό καταφύγιο. Αν το έβρισκα στον χάρτη, ίσως καταλαβαίναμε πού περίπου είμαστε και αν αυτό το καταφύγιο είναι τώρα η μόνη μας ελπίδα.

-Για ποιο πράγμα;

-Για να βρω φάρμακα, η Ιωάννα χρειάζεται αντιπυρετικά και ίσως δεν είναι κακή ιδέα και κάποιο αντιβιοτικό.

-Πόσο πριν το είδες;

-Δεν ξέρω ακριβώς.

-Ακόμα και δύο τρία λεπτά πριν να το είδες, σημαίνει πάνω από πέντε χιλιόμετρα. Δεν είναι εύκολο να πας μέσα στο σκοτάδι και το χιόνι. Πως και δεν το ανέφερες νωρίτερα; Πριν χωριστούμε; Το άλλο πούλμαν θα μπορούσε να πάει ως εκεί.

-Το είχα ξεχάσει, τώρα το θυμήθηκα αναζητώντας μια λύση για την κατάσταση της Ιωάννας. Πρέπει να πάω. Δεν βλέπω να έχουμε άλλη επιλογή. Αν έχει σταθερό τηλέφωνο, ίσως καταφέρω να επικοινωνήσω και με κάποιον.

Ο Αλέξης έγνευσε.

-Θα έρθω μαζί σου.

-Όχι, πρέπει κάποιος να μείνει εδώ πέρα να κάνει κουμάντο, δεν θες να είναι ο Αυγερινός, έτσι; Και είσαι ο μόνος που δεν μπορεί να τρομοκρατήσει.

-Θα έρθω εγώ μαζί σου.

Η δήλωση αυτή είχε έρθει από το πιο αναπάντεχο άτομο, την Τάνια. Ο Γουίλλιαμ και ο Αλέξης την κοίταξαν χωρίς να μπορούν να το πιστέψουν.

-Κέρδισα τα δύο τελευταία χρόνια το σχολικό πρωτάθλημα στον δρόμο αντοχής, είπε εκείνη, μπορώ να το κάνω.

-Εντάξει, είπε ο Γουίλλιαμ.

Η Βελίκα ήρθε και εκείνη μπροστά.

-Πώς είναι η Ιωάννα;

-Η εντριβή την βοήθησε, αλλά χωρίς αντιπυρετικά θα υποφέρει.

Ο Γουίλλιαμ ένευσε.

-Θα πάω να βρω, της είπε και της εξήγησε τι είχε αποφασίσει να κάνει. Η Βελίκα τον αγκάλιασε σφιχτά.

-Να προσέχεις, είπε και έβαλε το χέρι της στην μέσα πλευρά του παλτό της. Το έβγαλε κρατώντας το στιλέτο που είχε χρησιμοποιήσει νωρίτερα εναντίον του Αυγερινού. Του το έδωσε.

-Πάρε αυτό για παν ενδεχόμενο, μπορεί να σου χρειαστεί.

Ο Γουίλλιαμ το πέρασε στην ζώνη του. Αγκάλιασε την Βελίκα ξανά και μετά έκανε να φύγει. Η κοπέλα τον κράτησε και τον φίλησε. Τα χείλη της βρήκαν τα δικά του, δειλά η γλώσσα της τα άνοιξε για να αγγίξει την δική του και για μια στιγμή όλα τα άλλα ξεχάστηκαν.

Συλλέκτες Βιβλίων Στην Νταράγια

Author: Νυχτερινή Πένα /

Δεν είναι ακριβώς μυθιστόρημα, δεν είναι και ιστορία. Είναι κάτι ενδιάμεσο. Μέσα από την ιστορία κάποιων ανθρώπων και τη συλλογή βιβλίων στην πολιορκημένη περιοχή της Νταρίγια, μαθαίνουμε για την αντίσταση στην Συρία κατά του καθεστώτος Άσαντ και τα πρώτα χρόνια του εμφυλίου πολέμου που ακόμα μαστίζει τη χώρα.

Παρότι το θέμα είναι ενδιαφέρον, ειδικά για τους λάτρεις της ιστορίας και της πολιτικής, δεν είναι καλογραμμένο και το στυλ του το κάνει δυσκολοδιάβαστο.

Μέσα Στη Θύελλα - 15

Author: Νυχτερινή Πένα /

Κεφάλαιο 15

 

-Σήμερα το πρωί έγινε μια επίθεση στην Ευρώπη. Αν πρόκειται για τρομοκρατική επίθεση, ο επόμενος στόχος είναι σε σένα. Πρέπει να τον προστατέψεις μέχρι να φτάσω εγώ και μερικοί δικοί μου.

-Γιατί όχι οι ντόπιοι αστυνομικοί;

-Γιατί από την αστυνομία εκεί προήλθε η πληροφορία για τον στόχο εδώ. Μέχρι να βρούμε την διαρροή δεν ξέρουμε ποιον μπορούμε να εμπιστευθούμε. Εσένα σε ξέρω και σε εμπιστεύομαι και έχεις την άδεια να κάνεις ό,τι χρειαστεί για να προστατέψεις τον στόχο. Έχεις το όπλο που σου έδωσα τότε με τον Μανδράκο;

-Ναι.

-Στο μέηλ σου έχεις ήδη την εξουσιοδότηση για την κάθε απαραίτητη ενέργεια.

-Με υπογραφή σου;

-Με υπογραφή του Γέρου.

-Τι πράγμα;

Στην πολιτική ζωή της χώρας με το προσωνύμιο ο Γέρος ήταν γνωστός ο Ιάκωβος Κομνηνός, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Ο Μιχάλης είχε βοηθήσει τον Ραξή να διαλευκάνει την δολοφονία του γιου του πριν μερικά χρόνια και ο Γέρος τον εμπιστευόταν. Προφανώς και σε ένα θέμα σημαντικό για την χώρα.

-Εντάξει, είπε ο Μιχάλης, αλλά εγώ δεν οδηγώ, και εδώ έχουμε χιόνι.

-Αυτό το τακτοποίησα, θα έχεις έναν οδηγό και ένα τζιπ.

-Αυτόν μπορώ να τον εμπιστευτώ;

-Ναι, είναι της υπηρεσίας, θα τον έστελνα μόνο αλλά δεν ξέρει την περιοχή όπως εσύ.

-Ωραία, πες μου όσα πρέπει να ξέρω.

 

Η Ελευθερία Χατζή είχε αρχίσει να μετανιώνει για την επιλογή της να μείνει πίσω, όταν την έκανε την έκανε με την πεποίθηση ότι δεν θα αργούσε ο οδηγός να βρει βοήθεια και να επιστρέψει. Έτσι θα φαινόταν καλή στα μάτια των συναδέλφων της και θα μπορούσε ίσως να βοηθήσει την κόρη της να στριμώξει τον Δενδρινό, αλλά η ώρα περνούσε και δεν είχε γίνει τίποτα.

Άκουσε μηχανή να πλησιάζει και βγήκε και εκείνη από το πούλμαν να δει αν είχε έρθει βοήθεια. Κατέβηκε στον δρόμο πάνω στην ώρα για να δει μια μοτοσικλέτα μεγάλου κυβισμού να σταματάει δίπλα στο ακινητοποιημένο όχημά τους. Την οδηγούσε ένας άνδρας ντυμένος κατάλληλα για τον καιρό.

-Χρειάζεστε βοήθεια; ρώτησε.

-Ναι, είπε η καθηγήτρια, αλλά δεν βλέπω να έρχεται.

-Με αυτόν τον καιρό εδώ, μπορεί να μην έχουν σήμα τα κινητά σας. Μπορώ να πάρω κάποιον μέχρι τις Σέρρες για να αναζητήσετε εκεί κάποιον να σας βοηθήσει.

Η Ελευθερία δεν δίστασε. Έκανε νόημα στον Αλέξη και τον Γουίλλιαμ να πλησιάσουν.

-Θα έστελνα έναν από εσάς αλλά είσαστε και οι δύο ανήλικοι και πολύ φοβάμαι ότι δεν θα σας πιστέψουν. Γι’ αυτό θα πάω εγώ. Δεν μου αρέσει καθόλου αλλά δεν έχουμε εναλλακτική. Θα αφήσω εσάς τους δύο υπεύθυνους εδώ πέρα.

Έκανε μερικά βήματα στο χιονισμένο έδαφος.

-Δεν μου αρέσει, καθόλου δεν μου αρέσει να σας αφήσω.

-Δεν θα πάθουμε τίποτα, είπε Αλέξης. Και κάποιος πρέπει να πάει να μας βρει βοήθεια.

Η Ελευθερία έσφιξε τα χείλη σαν να πάλευε με τον εαυτό της και τελικά πήρε μια δύσκολη απόφαση. Επέστρεψε μέσα στο πούλμαν για να ενημερώσει και τους υπόλοιπους μαθητές για το τι θα έκανε, μιας και δεν υπήρχε άλλη λύση και βγήκε πάλι. Ανέβηκε στη μηχανή και ο οδηγός έβαλε μπρος. Καθώς εκείνη απομακρυνόταν ο Γουίλλιαμ στράφηκε στον Αλέξη.

-Τώρα σίγουρα πρέπει να οργανωθούμε, θα πρέπει να τα βγάλουμε πέρα μόνοι μας.

Είδε την Βελίκα να πλησιάζει με την Ιωάννα. Η κοπέλα ήταν χλομή και φαινόταν να είναι χειρότερα.

-Έκανε εμετό, είπε η Βελίκα, και πρέπει να έχει πυρετό.

Την επόμενη στιγμή με έναν αναστεναγμό η Ιωάννα έχασε τις αισθήσεις της και σωριάστηκε στο χιονισμένο έδαφος μπροστά στην πόρτα του πούλμαν.

 

Ο Μιχάλης πλησίασε την Μαρίνα που καθόταν κοντά στο τζάκι και κοίταζε τις φλόγες που έδιναν φως και κρατούσαν το σπίτι μια όαση θαλπωρής μέσα στην χιονοθύελλα.

-Πρέπει να φύγω, της είπε απαλά.

-Που θα πας με τέτοιο καιρό;

-Είναι κάτι που πρέπει να κάνω. Πιθανότατα θα γυρίσω το πρωί.

Η Μαρίνα και σηκώθηκε από τη θέση της.

Τον ξεπροβόδισε ως την πόρτα και εκεί τον αγκάλιασε:

-Να προσέχεις, Μιχάλη.