Κεφάλαιο
23
-Τι σκέφτεσαι;
Η Βελίκα χαμογέλασε στον
Γουίλλιαμ που την κοιτούσε. Η κοπέλα ήταν ντυμένη με ζεστά ρούχα και ψηλές
μπότες για τη βόλτα τους αυτή στην χιονισμένη πόλη.
-Ότι είσαι πολύ όμορφη.
-Μόνο αυτό; τον πείραξε.
-Πάντα σκεφτόμουν ότι την
κοπέλα μου θα την θεωρούσα πριγκίπισσα αλλά δεν φανταζόμουν ότι θα είναι
πραγματικά πριγκίπισσα!
Η Βελίκα τον αγκάλιασε.
-Σε φοβίζει αυτό;
-Μόνο ως προς το αν θα
είναι αιτία να σε χάσω.
-Δεν θα είναι αιτία, δεν
υπάρχει κάποιο πρόβλημα. Ο παππούς μου ετοιμάζει ήδη τον νόμο για να σε χρίσει
ιππότη.
-Εμένα;
-Για το πώς μου φέρθηκες
όλο τον καιρό αλλά ειδικά χθες. Ήσουν πρόθυμος ακόμα και να μπλέξεις με τον
νόμο για χάρη μου.
-Αυτό δεν κάνεις για τον
άνθρωπο που αγαπάς;
-Ναι… είπε η κοπέλα
κοκκινίζοντας.
Ο Γουίλλιαμ την φίλησε
απαλά και εκείνη αφέθηκε σε αυτό που ένιωθε ξεχνώντας και το κρύο και το χιόνι
που άφηνε δροσοσταλίδες στα μαλλιά της.
-Ξέρεις, εδώ στην Ελλάδα
οι τίτλοι ευγενείας δεν έχουν καμία ισχύ αλλά στην Μοράβια θα είσαι υψηλό
πρόσωπο.
Είχε τραβηχτεί μετά το
φιλί ίσα να τον βλέπει κατάματα.
-Θα επιτρέπεται να φιλήσω
την διάδοχο του θρόνου;
-Αφού εκείνη στο
επιτρέπει, ναι.
Την φίλησε πάλι.
Ξεκίνησαν να περπατούν
πιασμένοι χέρι με χέρι.
-Ο παππούς σου είναι ο
βασιλιάς λοιπόν;
-Ο Μεγάλος Πρίγκηπας,
είπε η Βελίκα. Ο μονάρχης της Μοράβια φέρει τον τίτλο του Μεγάλου Πρίγκηπα. Ο
πατέρας μου ήταν ο διάδοχος. Σε ένα ταξίδι στην Ελλάδα γνώρισε την μητέρα μου.
Ερωτεύθηκαν και την παντρεύτηκε. Την πήρε μαζί του στην Μοράβια.
-Και εσύ γεννήθηκες εκεί.
-Ναι, ήρθαμε για διακοπές
στην Ελλάδα πολλές φορές μέχρι που…
-Δεν θέλω να σου θυμίζω
δυσάρεστα.
-Πρέπει να ξέρεις για να
καταλάβεις και τι έγινε χθες. Πριν δύο χρόνια, ο πατέρας σκοτώθηκε σε ένα
τροχαίο. Μαζί του βρισκόταν ο υπασπιστής του και ο οδηγός του οχήματος. Μπορεί
να ήταν δυστύχημα αλλά μπορεί να ήταν και φόνος. Ο παππούς μου αποφάσισε να με
κρύψουν γιατί αν ο πατέρας μου είχε δολοφονηθεί, θα ήμουν η επόμενη. Έτσι
ήρθαμε στην Ελλάδα και εγώ πήρα το επώνυμο του υπασπιστή που σκοτώθηκε για να
μην τραβώ την προσοχή με το κανονικό μου. Η μητέρα μου ζούσε στην Αθήνα αλλά
είχε γεννηθεί εδώ και προτίμησε να έρθουμε εδώ για να είμαι ασφαλής.
-Καταλαβαίνω.
-Χθες έγινε μια απόπειρα
εναντίον του παππού μου. Γι’ αυτό ειδοποιήθηκαν οι Αρχές εδώ και έσπευσαν να με
προστατεύσουν. Για εμένα έψαχναν όταν μας βρήκαν χθες στον δρόμο. Γι’ αυτό ο
φίλος σου ήξερε ποια είμαι. Ο επίδοξος δολοφόνος συνελήφθη και δεν υπάρχει
κίνδυνος για μένα τώρα.
-Χαίρομαι, είπε ο
Γουίλλιαμ, δεν θα ήθελα να κινδυνεύεις. Είναι όλα καλά λοιπόν;
-Ναι, είναι.
Η Βελίκα τον κοίταξε. Δεν
υπήρχε αμφιβολία για το τι ένιωθε για εκείνη, ήταν τόσο φανερό στο βλέμμα του.
Και ήξερε και εκείνη πολύ καλά τι ένιωθε για τον Γουίλλιαμ.
-Μόλις τελειώσει η
χρονιά…ξεκίνησε και σταμάτησε βλέποντας τον αγαπημένο της να χάνει το χρώμα
του.
-Θα πρέπει να φύγεις,
είπε εκείνος με φωνή που μόλις ακουγόταν.
-Θα πάω να σπουδάσω και
είναι πολλά τα πανεπιστήμια που θα με δεχτούν λόγω του ποια είμαι.
-Ναι, το καταλαβαίνω.
-Δεν έχω ακόμα επιλέξει.
Αλλά θέλω να είναι μια επιλογή που θα κάνω μαζί σου.
-Εγώ δεν μπορώ να πάω σε
τέτοιες σχολές.
-Θυμάσαι που σου είπα ότι
μια μέρα το ευχαριστώ μου θα είναι πιο έμπρακτο; Εννοούσα όταν θα μπορώ να
χρησιμοποιήσω τη θέση μου σαν πριγκίπισσα του στέμματος. Θα έχεις υποτροφία για
όπου θέλεις, δεν θέλω να σε αφήσω πίσω…
Ο Γουίλλιαμ δεν την άφησε
να συνεχίσει. Έσκυψε και την φίλησε.
-Μπράβο, Γουίλ.
Ο Μιχάλης στεκόταν σε
κάποια απόσταση βλέποντας το ζευγάρι των ερωτευμένων να ανταλλάσσει φιλιά.
Είχαν όλες τις προϋποθέσεις για να ευτυχίσουν.
Όπως τις είχαν και ο
Αλέξης με την Αλεξία, αφού τώρα πια κανένα πρόβλημα και καμία αμφιβολία δεν
σκίαζε την ευτυχία τους. Μπορούσαν να απολαύσουν την αγάπη τους χωρίς φόβο ή
ενοχές. Βέβαια ο Αχιλλέας Δενδρινός ήξερε από την αρχή την αλήθεια και δεν θα
είχαν ποτέ πραγματικό πρόβλημα, αλλά η επέμβαση του Μιχάλη είχε αποσοβήσει και
την πιθανότητα σκανδάλου και την δυνατότητα δίωξης.
Όχι ότι δεν είχε προκύψει
και μια δίωξη, η Ελευθερίας Χατζή θα αντιμετώπιζε κατηγορίες για εγκληματική
αμέλεια απέναντι στην Τάνια και για κακομεταχείριση χώρια το πειθαρχικό που της
ετοίμαζε ο Μπερτάτος. Η Τάνια θα πήγαινε να ζήσει με τον πατέρα της.
Χαμογέλασε, δεν είχε κάτι
άλλο να κάνει εδώ. Μόνο να απολαύσει τον καιρό που του άρεσε και να περιμένει
την Κλερ που είχε αποφασίσει να έρθει να τον βρει.
Προς το παρόν, θα πήγαινε
να απολαύσει τον καφέ του με τον Σωκράτη στην τράπεζα.
Τέλος
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου